Το ύφος μιας μέρας
Το ύφος μιας μέρας που ζήσαμε πριν δέκα χρόνια σε
ξένο τόπο
ο αιθέρας μιας παμπάλαιης στιγμής που φτερούγισε
κι εχάθη σαν άγγελος Κυρίου
η φωνή μιας γυναίκας λησμονημένης με τόση φρόνηση
και με τόσο κόπο·
ένα τέλος απαρηγόρητο, μαρμαρωμένο βασίλεμα κάποιου
Σεπτεμβρίου.
Καινούρια σπίτια σκονισμένες κλινικές εξανθηματικά
παράθυρα φερετροποιεία…
Συλλογίστηκε κανένας τί υποφέρει ένας ευαίσθητος
φαρμακοποιός που διανυκτερεύει;
Ακαταστασία στην κάμαρα: συρτάρια παράθυρα πόρτες
ανοίγουν το στόμα τους σαν άγρια θηρία·
ένας απαυδισμένος άνθρωπος ρίχνει τα χαρτιά ψάχνει
αστρονομίζεται γυρεύει.
Στενοχωριέται: ά χτυπήσουν την πόρτα ποιός θ’ ανοίξει;
Αν ανοίξει βιβλίο ποιόν θα κοιτάξει; Αν ανοίξει
την ψυχή του ποιός θα κοιτάξει; Αλυσίδα.
Πού ’ναι η αγάπη που κόβει τον καιρό μονοκόμματα
στα δυο και τον αποσβολώνει;
Λόγια μονάχα και χειρονομίες. Μονότροπος μονόλογος
μπροστά σ’ έναν καθρέφτη κάτω από μια ρυτίδα.
Σα μια στάλα μελάνι σε μαντίλι η πλήξη απλώνει.
Πέθαναν όλοι μέσα στο καράβι, μα το καράβι ακολουθάει
το στοχασμό του που άρχισε σαν άνοιξε από το λιμάνι.
Πώς μεγαλώσαν τα νύχια του καπετάνιου… κι ο ναύκληρος
αξούριστος που ’χε τρεις ερωμένες σε κάθε σκάλα…
Η θάλασσα φουσκώνει αργά, τ’ άρμενα καμαρώνουν κι
η μέρα πάει να γλυκάνει.
Τρία δελφίνια μαυρολογούν γυαλίζοντας, χαμογελά η
γοργόνα, κι ένας ναύτης γνέφει ξεχασμένος στη
γάμπια καβάλα.
Το
ποίημα περιέχεται στην πρώτη ποιητική συλλογή του Γιώργου Σεφέρη "Στροφή"
(1931) και συγκεκριμένα στο μέρος "Κοχύλια, Σύννεφα" (το άλλο μέρος
έχει τον τίτλο "Ερωτικός λόγος"). Όπως γράφει ο Μάριο Βίτι στο
βιβλίο του "Φθορά και λόγος: εισαγωγή στην ποίηση του Γιώργου Σεφέρη"
(Εστία, 1978 η 1η έκδοση), με τα ποιήματα της συλλογής αυτής ο Σεφέρης
δοκιμάζει και δοκιμάζεται σε μια ποίηση, πέραν της "καθαρής" των
Μαλαρμέ και Βαλερύ, "που δεν φοβάται την
ταπείνωση της πεζής καθημερινότητας, την αποσύνθεση, τη φθορά και την ευτέλεια
του εκφραστικού προφορικού υλικού", κάνοντας λόγο για
"ακάθαρτα" ποιήματα όπως τα είχε αρχικά ονομάσει ο Τάκης Σινόπουλος.
Για τα
ποιήματα, μάλιστα, αυτού του μέρους, ο Βίτι γράφει ότι "ο Σεφέρης μπαίνει
στον πειρασμό να χρησιμοποιήσει με προκλητικότητα την «παράφωνη ρίμα»". Αναφέρεται με λεπτομέρειες στο παραπάνω ποίημα, το οποίο μάλιστα παραθέτει
ολόκληρο, ενώ γράφει και για τον διάλογο με τον Έντγκαρ Άλαν Πόε, μια
και στην κεφαλή του ποιήματος δεσπόζει η φράση "We plainly saw that not a soul lived in that fated vessel!
" από το έργο του Αμερικανού συγγραφέα "Αι Περιπέτειαι του Αρθούρου
Γόρδωνος Πυμ".
Να σημειώσω, τέλος, ότι το μέρος "Κοχύλια, Σύννεφα" ξεκινά με δυο στίχους από τον Ερωτόκριτο:
Να σημειώσω, τέλος, ότι το μέρος "Κοχύλια, Σύννεφα" ξεκινά με δυο στίχους από τον Ερωτόκριτο:
Μα όλα για μένα σφάλασι και
πάσιν άνω κάτω,
για με ξαναγεννήθηκεν η φύση
των πραμάτω.
Η
ανάρτηση του ποιήματος έγινε με αφορμή τις μαγνητοσκοπημένες
αναγνώσεις αγαπημένων κειμένων στο πολύ ενδιαφέρον ηλεκτρονικό περιοδικό
"Χάρτης". Το ποίημα του Σεφέρη διαβάζει ο ποιητής Γιάννης
Δούκας (έχω γράψει εδώ
και εδώ).
------------------------------
Σημειώσεις:
1. Η παραπάνω εικόνα είναι το εξώφυλλο του βιβλίου του Πόε στο οποίο αναφέρεται ο Σεφέρης. Αναφορά κάνει ο Βίτι με πηγή το βιβλίο του Κατσίμπαλη "Ελληνική βιβλιογραφία Εντγκαρ Πόε (Edgar Allan Poe)" (όλο το βιβλίο του Κατσίμπαλη σε ψηφιακή μορφή στην Ανέμη).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου