Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα βιβλίο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα βιβλίο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 24 Απριλίου 2021

Το βιβλίο, του Άρη Αλεξάνδρου

Είχανε ξεχάσει ποιο είταν το βιβλίο
συμφωνούσαν όμως όλοι πως το διάβαζε την ώρα που μπήκαν
   στην ακτίνα
μ’ έναν μακρύ κατάλογο.
Διάβαζε κι όταν έγινε σιωπή κ’ οι αρβύλες των φυλάκων
ηχούσαν στο προαύλιο σαν τα χώματα που πέφτουν πάνω στην
   νεκρόκασα.
Διάβαζε κι όταν πέρναγαν έναν-έναν τους θαλάμους κι ακουγόν-
   τουσαν ξερά επίθετα κι ονόματα
και το πατρώνυμο στο τέλος
                                 χαριστική βολή.
Σε ποιο σπίτι σε τί δέντρα να τον είχε παρασύρει το βιβλίο
σε ποιο βράχο να ’χε κάτσει με τα γυμνά του πόδια μες στον
   αφρό της θάλασσας
δεν ήξερε κανένας να μου πει.
Μόνο πως όταν τον διακόψαν
το ’κλεισε με παράπονο κ’ είπε πως είταν όμορφο
κρίμα που δεν του ’μεινε καιρός να το τελειώσει.

Θα προσπαθήσω να το βρω εκείνο το βιβλίο.
Θα τ’ ανοίξω στην τσακισμένη του σελίδα
και
    αν αξιωθώ
               θα το διαβάσω ως το τέλος.


Το ποίημα "Το βιβλίο" του Άρη Αλεξάνδρου είναι από τη συλλογή "Ευθύτης οδών". Το αντέγραψα από τον συλλογικό τόμο Ποιήματα (1941-1974) (Ύψιλον/βιβλία, 1991).

Για τη μέρα του βιβλίου που ήταν χθες...

Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2018

Η κουβερτούρα στα βιβλία όπως η σοκολάτα στα γλυκά: για την αγάπη των βιβλίων από την Έλλη Δρούλια




Έχουν τα βιβλία αφτιά; Αμ, δεν έχουν;

Να μια καλή ερώτηση για τα βιβλία. Και η κουβερτούρα, τι είναι η κουβερτούρα; Οι ράχες; Το ξάκρισμα; Η ταξινόμηση των βιβλίων στις βιβλιοθήκες; 

Το βιβλίο της Έλλης Δρούλια, διευθύντριας στη Βιβλιοθήκη της Βουλής, μιλά για τα βιβλία, για την αγάπη των βιβλίων που είναι διάχυτη παντού στις σελίδες του, εξάλλου έτσι είναι και ο τίτλος του, Για την αγάπη των βιβλίων (εκδόσεις Νήσος, 2018). Όπως γράφει στο εισαγωγικό σημείωμα, είναι κείμενα που είχε αναρτήσει στο ιστολόγιό της·  δεν τα αναζήτησα στο Διαδίκτυο, προτίμησα να τα διαβάσω όπως είναι και πραγματικά τα απόλαυσα. 

Γράφει για διάφορα θέματα, όλα γύρω από τα βιβλία, βιβλιοπωλεία και παλαιοβιβλιοπωλεία, βιβλία στα καροτσάκια, εκθέσεις και παζάρια βιβλίων, παρουσιάσεις βιβλίων, βιβλία που διάβασε, εργασίες που γίνονται στις βιβλιοθήκες, βιβλιοθήκες...

Βιβλιοθήκες· παιδικές, ακαδημαϊκές, λογής άλλες. Και η ταπεινή βιβλιοθήκη Μανώλη Φουντουλάκη· ποιος δεν θυμάται τον τελευταίο ίσως κάτοικο της Σπιναλόγκας, τον άνθρωπο που αγωνίστηκε για να πάψει ο εγκλεισμός στο νησί των λεπρών (αναζήτησα την ομώνυμη βιβλιοθήκη στην Ελούντα, η ενημέρωση σταματά στο 2016, η βιβλιοθήκη όμως συνεχίζει την πορεία της με σελίδα στο Facebook).

Κάποια κείμενα είναι σαν να κάνουν ερωτήσεις και περιμένουν απαντήσεις από μας που τα διαβάζουμε. Πώς διαβάζουμε; Οι αναγνωστικές μας συνήθειες το καλοκαίρι ποιες είναι; Υπογραμμίζουμε όταν διαβάζουμε; Κρατάμε αποκόμματα; Τι να πω; Οι υπογραμμίσεις  και οι σημειώσεις στα πλάγια (στα δικά μου βιβλία) είναι κανόνας, όταν δανείζομαι από τις βιβλιοθήκες κρατώ σημειώσεις σε χαρτάκια, όλα μεταφέρονται σε τετράδιο στο τέλος. Διαβάζω με προσοχή τι γράφει για τα αποκόμματα, προσπαθώ να βρω μια απάντηση, μια λύση στο πρόβλημα της απέραντης χαρτούρας που έχει μαζευτεί στο γραφείο μου· και θυμάμαι τη φίλη μου τη Ν. όταν μου περιέγραφε τα άπειρα αποκόμματα εφημερίδων που είχε η φίλη της η Ρ. απλωμένα όλα στο τραπέζι του καθιστικού (περιμένοντας τι αλήθεια;)...

Παρασύρθηκα με τις προσωπικές αναφορές. Ας συνεχίσω καλύτερα τις βόλτες στις σελίδες της Έλλης.

Και για τις αφιερώσεις στα βιβλία γράφει, κάνοντας αναφορά στο Ex Libris της Ανν Φάντιμαν. Και  γω θυμήθηκα το αφιέρωμα στις αφιερώσεις που είχαμε κάνει μετά από κάλεσμα του βιβλιοθηκάριου χρόνια πριν, το 2012, μα και την όμορφη ιστορία μιας αφιέρωσης που μας δίνει ο Διονύσης Καψάλης στη Μαύρη καγκελόπορτα, αλλά και την κομψή έκδοση Ex Libris από την ομώνυμη έκθεση που είχε οργανωθεί χρόνια πριν στον Βόλο στο πλαίσιο συνεδρίου των ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών.

Και γράφει για τη γλώσσα που "δομεί τα άτομα, τα βάζει στη συλλογικότητα, καθρεφτίζει τρόπους, κοσμοθεωρίες, νοοτροπίες, φόβους, προσδοκίες" και για τις γλώσσες του κόσμου και για τις Ξένες λέξεις του Βασίλη Αλεξάκη, και κάνει λόγο για την ελληνική γλώσσα που δεν έχει "καλό γραφείο δημοσίων σχέσεων", που λείπει "η αυτοπεποίθηση, το σχέδιο, η επιμονή, η έμπνευση, το μεράκι". (Ας μου επιτραπεί να σημειώσω εδώ ότι δεν φταίει η καημένη η ελληνική γλώσσα, μα ο τρόπος αντιμετώπισής της από τους λογής και κατά καιρούς "γλωσσαμύντορες" που, όπως γράφει και η ίδια, με τα "πατριωτικά-σοβινιστικά" τους περισσότερο βλάπτουν παρά ωφελούν, ενώ βέβαια υπήρξαν και υπάρχουν πολλοί φωτισμένοι άνθρωποι που  την υποστήριξαν και την υποστηρίζουν με αυτοπεποίθηση, μεράκι, επιμονή και προ παντός με γνώση και ιστορική συνείδηση).

Έχει αναφορές σε πολλά βιβλία. Κάποια τα έχω διαβάσει, άλλα δεν τα γνωρίζω αλλά θα ήθελα να τα βρω (όπως το αφήγημα του Σάκη Τότλη "Το άγραφο χαρτί"). Συμμερίζομαι τη "ντροπή" της και ομολογώ ότι επίσης δεν τολμώ να ξεκινήσω την "Αναζήτηση του Χαμένου Χρόνου" του Προυστ, έχω απολαύσει όμως τις "Ημέρες Ανάγνωσης" του ίδιου.

Αγαπά τα βιβλία και ο λόγος της είναι αγαπητικός και τρυφερός. Τα βιβλία και το διάβασμα, λέει, είναι και "πράξη αντίδρασης και αντίστασης, κάτι σαν διαβάζω άρα υπάρχω". Και θυμήθηκα την κουβέντα του Αλγερινού βιβλιοπώλη Εντμόν Σαρλό που μας μετέφερε η νεαρή συγγραφέας Καουτέρ Αντιμί: "Ένας άνθρωπος που διαβάζει αξίζει για δύο.". Σοφή κουβέντα...

Και, τελικά, τι είναι η κουβερτούρα στα βιβλία; Ας μην το μαρτυρήσω, η Έλλη το περιγράφει όμορφα, να μεταφέρω μόνο την τελευταία πρόταση στο σχετικό κείμενο:

Και είναι γνωστό σε όλους πως η σοκολάτα και η ανάγνωση ταιριάζουν τρελά. 

Καλή απόλαυση, λοιπόν!!! Το αξίζει.

Πέμπτη 6 Ιουλίου 2017

Το βιβλίο, του Τζον Έιγκαρντ, που διηγείται όμορφα την ιστορία της ζωής του




Αν θέλουμε να φτιάξουμε μια λίστα διαβασμάτων για το καλοκαίρι (παρά τις επιφυλάξεις μου για διακρίσεις τύπου "βιβλία για το καλοκαίρι"), και μάλιστα αν απευθυνόμαστε σε παιδιά και έφηβους, θα πρότεινα και το βιβλίο του Τζον Έιγκαρντ (John Agard) Το βιβλίο: "Με λένε βιβλίο και θα σου πω την ιστορία της ζωής μου..." (εκδ. Πατάκη 2016 σε μετάφραση Γιάννη Δούκα και Βασιλικής Πέτσα και με εικονογράφηση του Νιλ Πάκερ).

Ο συγγραφέας, πιο σωστά το ίδιο το βιβλίο, αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο την ιστορία του σαν παραμύθι, ξεκινώντας από την πολύ παλιά εποχή που οι άνθρωποι τραγουδούσαν κι έλεγαν ιστορίες δίπλα στη φωτιά. 

Έψαλλαν και χόρευαν για να τιμήσουν τις εποχές. Και οι γεροντότεροι μετέφεραν τις παραδόσεις στους νεότερους από στόμα σε στόμα. Με τη δύναμη της μνήμης...

Τότε ακόμη δεν είχε γεννηθεί η γραφή. Μέχρι που ήρθαν οι Σουμέριοι και οι Αιγύπτιοι που έγραψαν, καλύτερα σχεδίασαν, πάνω σε πήλινες πινακίδες. Πριν από την "κανονική" γραφή, οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν άλλους τρόπους επικοινωνίας, όπως πραγματικά αντικείμενα, πραγματικά ζώα κτλ., με αποτέλεσμα βέβαια συχνά να παρερμηνεύονται οι συμβολισμοί των μηνυμάτων που αντάλλασσαν.




Μας δίνει το παράδειγμα του μηνύματος που έστειλαν οι Σκύθες στο Δαρείο όταν αυτός εισέβαλε στη χώρα τους. Το δέμα που μετέφερε το μήνυμά τους περιείχε έναν βάτραχο, ένα ποντίκι, ένα πουλί και τρία βέλη (αναφέρεται στον Ηρόδοτο, Ιστορίαι Δ), η ερμηνεία όμως που δόθηκε από τον παραλήπτη ήταν άλλη από το μήνυμα που έστελναν οι αποστολείς. 

Περιγράφει τα διάφορα εργαλεία και τις τεχνικές γραφής που κατά καιρούς χρησιμοποιήθηκαν, με ευχάριστο και ανάλαφρο λόγο και με πλούσια εικονογράφηση να συνοδεύει το κείμενο. Όπως η παραπάνω εικόνα που περιέχεται στο κεφάλαιο "Λόγια φτερωτά" και αναφέρεται στη χρήση γραφίδων από φτερά διάφορων πουλιών. Πρέπει, βέβαια, να επισημάνω ότι αυτή την ευχαρίστηση την απολαμβάνω ως αναγνώστρια του ελληνικού κειμένου, και σε αυτό έχει συμβάλει οπωσδήποτε και η καλή μετάφραση, έτσι και στα ελληνικά διαβάζουμε ένα βιβλίο με όμορφο, ευχάριστο, χαλαρό κείμενο, χωρίς να χάνεται η αξία του πλούσιου περιεχομένου του.



Πώς θα σου φαινόταν η ιδέα να είσαι μοναχός του Μεσαίωνα και, για ν' αποκτήσεις στυλό, να πρέπει να μαδήσεις πουλιά;

Και μας πληροφορεί ότι "τα φτερά κύκνου θεωρούνταν πολύτιμα για την ποιότητά τους, τα φτερά γαλοπούλας για την ανθεκτικότητά τους και τα φτερά κουρούνας για τη λεπτή μύτη της γραφίδας τους."

Μιλά για τους μοναχούς του Μεσαίωνα που αντέγραφαν και κλείδωναν τα βιβλία (που έτσι τα διέσωζαν κιόλας, βέβαια), για τον Γουτεμβέργιο και την τυπογραφία, για την παλαιά μορφή των βιβλίων σε μορφή κώδικα (codex), για την εξέλιξη στο δέσιμο των βιβλίων, για το κείμενο στο οπισθόφυλλο και την προέλευση της αγγλικής λέξης blurb (στα ελληνικά σημαίνει κάτι σαν διαφήμιση ή εγκώμιο για κάτι ή κάποιον, στα βιβλία είναι το κείμενο στο οπισθόφυλλο που δίνει πληροφορίες για το περιεχόμενο και για το συγγραφέα του και το λέμε συνήθως κείμενο οπισθόφυλλου, μια σχετική συζήτηση είχε γίνει προ ετών στη λεξιλογία).

Μας μιλά πολύ για τις βιβλιοθήκες, τους "οίκους μνήμης", τα "θεραπευτήρια ψυχής", τους "ωκεανούς πολύτιμων λίθων", επικαλούμενος χαρακτηρισμούς που έχουν δώσει διάφοροι αρχαίοι λαοί. Μιλά για τους Σουμέριους, τους Ασσύριους, τους Αιγύπτιους, τους Έλληνες, τους Ινδούς, τους Κινέζους, τους Ρωμαίους. Αναθυμάται την εποχή που στις βιβλιοθήκες υπήρχε η πινακίδα "Δεν επιτρέπονται παιδιά και σκύλοι", τώρα που ... έχουν αλλάξει οι καιροί:

Τώρα οι βιβλιοθήκες είναι για όλους και πραγματικά μου φτιάχνει τη διάθεση να δίνω χαρά στους ηλικιωμένους που έρχονται για να διαβάσουν ή να ζεσταθούν και να βρουν συντροφιά. Είχαν απόλυτο δίκιο οι αρχαίοι Έλληνες, όταν αποκαλούσαν τη βιβλιοθήκη "φαρμακείο της ψυχής".

(Πραγματικά, "ψυχής άκος" ονόμαζαν τις βιβλιοθήκες οι πρόγονοί μας, κι έτσι την είχαν οραματιστεί οι πιο κοντινοί πρόγονοί μας, στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν έφτιαξαν τη βιβλιοθήκη στις Μηλιές Πηλίου και κόσμησαν την επιγραφή της εισόδου με τα ίδια αυτά λόγια. Όσοι έχουμε πάει στις Μηλιές, ασφαλώς και την έχουμε δει από κοντά, όσοι δεν έχουν πάει, να μια καλή ευκαιρία!).

Μιλά για όλες τις περιόδους της ζωής του και τις αλλαγές που γνώρισε, μη παραλείποντας ν' αναφερθεί και στον κύριο Μπράιγ που γέμισε τις σελίδες του με μικρές ανάγλυφες κουκκίδες φτιάχνοντας ένα σύστημα για να διαβάζουν οι τυφλοί. Μιλά και για την εποχή που δακτυλογραφούσαν στη γραφομηχανή και οι συγγραφείς 'ακουγαν τις λέξεις τους "να χορεύουν κλακέτες επάνω στη λευκή σελίδα". Και φτάνει στη σημερινή εποχή που το βρίσκει να τσακώνεται με το ηλεκτρονικό βιβλίο που δεν ξέρει τι θα πει "χώνω τη μύτη μου σ' ένα βιβλίο", που δεν ξέρει από μυρωδιές

Και μίλησα στο eBook για τη ρωμαϊκή εποχή, όταν η περγαμηνή μου μύριζε ζαφορά, και τη βικτωριανή εποχή, όταν το χαρτί μου μύριζε αποξηραμένη λεβάντα και ροδοπέταλα.

Και τότε, το ηλεκτρονικό βιβλίο ζήτησε να διακόψουν για λίγο, γιατί η μπαταρία του χρειαζόταν φόρτιση, κι έπειτα έπρεπε να το "μπουτάρουν".

Τελειώνοντας την αφήγηση της ιστορίας του το βιβλίο, δεν παραλείπει να ευχαριστήσει όλους αυτούς που το φτιάχνουν και το φροντίζουν: αναγνώστες, βιβλιοδέτες, βιβλιοθηκάριους, βιβλιοπώλες, βιβλιόφιλους, γραφίστες, εικονογράφους, επιμελητές, κριτικούς, μεταφραστές, συγγραφείς, τυπογράφους.






Αναζήτησα στο Διαδίκτυο στοιχεία για τον συγγραφέα. Ο Τζον Έιγκαρντ (John Agard) είναι Αφρο-Γουιανέζος ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και συγγραφέας παιδικών βιβλίων. Ζει στην Αγγλία, αλλά γεννήθηκε το 1949 στη Βρετανική Γουιάνα, ένα κράτος της νότιας Αμερικής δίπλα στη Βραζιλία, τη Βενεζουέλα και το Σουρινάμ. Ονομαζόταν έτσι μέχρι το 1966 ως αποικία των Άγγλων, ενώ από το 1970 αποτελεί το κράτος της Γουιάνας, ανεξάρτητο αλλά μέλος της Βρετανικής Κοινοπολιτείας.

Διάσημο στην Αγγλία είναι το ποίημά του "Half-caste", που θα πει μιγάς, το άτομο που έχει μικτή προέλευση, και είναι όρος που χρησιμοποιείται με αρνητική σημασία, με χλευασμό, όπως θα λέγαμε στα ελληνικά "μπάσταρδος". Σημειώνεται ότι ο πατέρας του Έιγκαρντ ήταν μαύρος από την Καραϊβική και η μητέρα του Πορτογαλέζα, ήταν δηλαδή κι ο ίδιος "half-caste". Το ποίημα περιλαμβάνεται στην Ανθολογία της αγγλικής λογοτεχνίας που διδάσκεται στους μαθητές 14-16 ετών στα γυμνάσια της Αγγλίας. Με πολλές εργασίες και αναλύσεις που βρίσκουμε και στο διαδίκτυο, βλέπουμε ότι στόχος είναι τα παιδιά να διδάσκονται, να αναλύουν και να προβληματίζονται για αυτό "θέλει να πει ο ποιητής" και τελικά να οδηγούνται στο συμπέρασμα ότι πρέπει να υπάρχει προσοχή στη χρήση της γλώσσας, ώστε να μην στιγματίζονται αλλά ούτε και να προσβάλλονται και να νιώθουν άσχημα οι άθρωποι εξαιτίας της καταγωγής τους.

Παραθέτω μερικούς στίχους από το ποίημα του Έιγκαρντ, το οποίο είναι γραμμένο με ειρωνικό ύφος και σε αγγλικά με ιδιαίτερα ιδιωματικά στοιχεία:

Excuse me
standing on one leg
I’m half-caste.
Explain yuself 
wha yu mean
when yu say half-caste
yu mean when Picasso
mix red an green
is a half-caste canvas?
explain yuself
wha yu mean
when yu say half-caste
yu mean when light an shadow
mix in de sky
is a half-caste weather?
well in dat case
england weather
nearly always half-caste
in fact some o dem cloud
half-caste till dem overcast
so spiteful dem don’t want de sun pass
ah rass?
explain yuself
wha yu mean
when yu say half-caste
yu mean tchaikovsky
sit down at dah piano
an mix a black key
wid a white key
is a half-caste symphony?
............................. 
an when I sleep at night
I close half-a-eye
consequently when I dream
I dream half-a-dream
an when moon begin to glow
I half-caste human being
cast half-a-shadow
but yu must come back tomorrow
wid de whole of yu eye
an de whole of yu ear
an de whole of yu mind.
an I will tell yu 
de other half
of my story.

Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2017

Πολιτική βιβλίου;

(Πηγή εικόνας εδώ)
Τον Ιούλιο του 2016 είχε συσταθεί μια Επιτροπή για το βιβλίο, είχε ανακοινωθεί η σύνθεσή της και αναμενόταν το πόρισμα μέχρι το τέλος Οκτωβρίου. Είχαν τότε δημοσιευτεί άρθρα σε πολλά μέσα, η ανακούφιση ήταν έκδηλη, οι προσδοκίες πολλές και η ελπίδα για αλλαγή σελίδας θα γινόταν πραγματικότητα. Ο τότε Υπουργός Πολιτισμού Αριστείδης Μπαλτάς μάλιστα είχε τοποθετηθεί και δημόσια υποστηρίζοντας τη θέση για την ενιαία τιμή βιβλίου. Κι όμως, από τότε δεν έχει ακουστεί τίποτα. Κάνοντας μια αναζήτηση στο Διαδίκτυο, η επιτροπή αυτή χάνεται κάπου μετά το καλοκαίρι του 2016, ενώ στον ιστότοπο του ΥΠΠΟ και ειδικότερα στη σελίδα του Τμήματος Γραμμάτων, Βιβλίου και Ψηφιακού Περιεχομένου δεν υπάρχει καμιά αναφορά, ούτε όμως και η αναζήτηση στον ιστότοπο είναι δυνατή (δεν λειτουργεί!).

(Πηγή εικόνας εδώ)


Έτσι, το άρθρο του Πέτρου Ζούνη με τίτλο "Απαραίτητος ο επαναπροσδιορισμός πολιτικής για το βιβλίο" που δημοσιεύτηκε την Κυριακή 14 Φεβρουαρίου στην εφημερίδα "Εποχή" είχε ενδιαφέρον γιατί  έδωσε κάποιες πληροφορίες ότι μάλλον κάτι μπορεί να κινείται. Δημοσιεύω εδώ ολόκληρο το κείμενο:

Απαραίτητος ο επαναπροσδιορισμός πολιτικής για το βιβλίο

Αν δεχτούμε ότι η παιδεία και ο πολιτισμός είναι αυτά τα στοιχεία πάνω στα οποία στηρίζεται η συνοχή μιας κοινωνίας, αλλά ταυτόχρονα και η ανάπτυξή της σε όλα τα επίπεδα. Αν δεχτούμε, ότι η γνώση που αποκτάται στο διάβα της ιστορίας εκτός της μεταφοράς της από γενιά σε γενιά διά του προφορικού λόγου, κυρίως γίνεται διά του γραπτού. Αν λάβουμε επίσης υπ’ όψιν ότι το βιβλίο, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ έχει χαρακτηριστεί ως πολιτιστικό αγαθό, τότε εύλογα μπαίνει το ερώτημα: «είναι δυνατόν να αντιμετωπίζεται και να συνωστίζεται το πολιτιστικό αγαθό μαζί με τα διάφορα άλλα, και να επαφίεται η τιμή και διακίνησή του στην ελεύθερη αγορά»;

Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες όπως Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Ολλανδία, Πορτογαλία κ.λπ. υπάρχει ενιαία τιμή βιβλίου. Με τον τρόπο αυτό προστατεύονται κυρίως τα μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία και οι εκδότες από τους μεγάλους ανταγωνιστές τους. Μάλιστα κατά τις διαπραγματεύσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (όπου δεν ισχύει η ενιαία τιμή βιβλίου) σχετικά με τη συμφωνία για τη Διατλαντική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων, γνωστή ως TTIP, ο επικεφαλής των διαπραγματεύσεων της ΕΕ δήλωσε κατηγορηματικά ότι η Ενιαία Τιμή Βιβλίου δεν αποτελεί αντικείμενο συζήτησης.

Το ελληνικό ολιγοπώλιο

Στην Ελλάδα η Ενιαία Τιμή Βιβλίου καθιερώθηκε με το νόμο 2557/24.12.1997. Σύμφωνα με αυτόν, ο εκδότης όριζε τη λιανική τιμή του βιβλίου και κανείς δεν μπορούσε να το διαθέτει σε ψηλότερη ή χαμηλότερη τιμή, πέρα από ένα +/- 10%. Ο νόμος αυτός καταργήθηκε το 2014 από τον κ. Χατζηδάκη. Πρόκειται για μνημονιακό νόμο, ο οποίος ψηφίστηκε στο πλαίσιο της εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ. Στόχος ήταν να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός στην αγορά και να πέσουν οι τιμές του βιβλίου.

Τα αποτελέσματα δύο χρόνια μετά ήταν, ναι μεν, να πέσουν οι τιμές στα εμπορικά βιβλία, αλλά να ακριβύνουν τα ποιοτικά και μη εμπορικά. Επίσης να περάσει η αγορά σε δύο-τρία βιβλιοπωλεία και πέντε –έξι εκδότες. Ταυτόχρονα, κλείνουν βιβλιοπωλεία μικρά, και κυρίως στην περιφέρεια, τα οποία λειτουργούσαν και ως χώροι πολιτισμού. Όσο το φαινόμενο αυτό θα συνεχίζεται, τόσο πιο πολύ θα υποβαθμίζεται το ποιοτικό βιβλίο. Επίσης, η περίοδος κρίσης που περνάει η χώρα μας και η καθίζηση της κατανάλωσης είναι φανερό ότι οξύνει και επιταχύνει το παραπάνω πρόβλημα, που με τη σειρά του παρασέρνει και σε αύξηση της ανεργίας.

Δυνατότητα αναθεώρησης

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, με τους αρμόδιους υπουργούς, Ν. Ξυδάκη και Αριστερίδη Μπαλτά, έχει δηλώσει ότι θα προχωρήσει σε διαδικασία αναθεώρησης της κατάργησης της Ενιαίας Τιμής Βιβλίου. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η σημερινή υπουργός κ. Κονιόρδου. Το θέμα, όμως, είναι ότι δεν είναι αρμοδιότητα μόνο του υπουργείου Πολιτισμού, αλλά εμπλέκεται και το υπουργείο Οικονομίας. Επίσης ο νόμος είναι μνημονιακός και χρειάζεται και η γνώμη των θεσμών-δανειστών μας.

Με ερώτηση προς την Κομισιόν ο έλληνας ευρωβουλευτής κ. Γραμματικάκης για την επαναφορά της Ενιαίας Τιμής Βιβλίου, η επίτροπος άφησε ανοιχτή τη δυνατότητα. Επίσης από το υπουργείο Πολιτισμού έχει τεθεί το θέμα στα τεχνικά κλιμάκια των θεσμών και έγινε δεκτό να συζητηθεί, εφόσον υπάρχει μελέτη που αιτιολογεί την πρόταση αναθεώρησης της κατάργησης της Ενιαίας Τιμής Βιβλίου.

Αναμένεται μέσα στον Φλεβάρη να δημοπρατηθεί η μελέτη και να ολοκληρωθεί η διαδικασία μέσα στο 2017. Για να έχει αίσιο τέλος αυτή η προσπάθεια, είναι φανερό πως πρέπει να κινητοποιηθούν τα αρμόδια υπουργεία. Το υπουργείο Πολιτισμού θα πρέπει να ζητήσει τη στήριξη των ομόλογων υπουργών στην Ευρώπη, να αξιοποιήσει τη θέση του επικεφαλής διαπραγματευτή της ΕΕ για την TTIP, όπως επίσης και τους συλλόγους εκδοτών της Γερμανίας και της Γαλλίας, που με επιστολή τους προς τον πρωθυπουργό και τον αρμόδιο υπουργό ζητούν την Ενιαία Τιμή Βιβλίου.

Επίσης για να στηριχθεί και ενισχυθεί η αγορά βιβλίου, χρειάζεται να υπάρξουν και ευρύτερες παρεμβάσεις, που έχουν να κάνουν με τη σύσταση φορέα που θα έχει την αρμοδιότητα να ασχολείται και να διαμορφώνει πολιτική για το βιβλίο, την προώθησή του στην ελληνική, αλλά και την ξένη αγορά. Να υπάρξει εξορθολογισμός στον ΦΠΑ, όπου έχουμε το παράδοξο υπηρεσίες και υλικά να είναι στο 24% και το βιβλίο στο 6%. Ουσιαστικά, χρειάζεται ένας επαναπροσδιορισμός της πολιτικής γι’ αυτό το πολιτιστικό αγαθό που λέγεται Βιβλίο.


Πάντως, σε κάθε περίπτωση το πόρισμα της επιτροπής θα ήταν πολύ χρήσιμο να υπάρχει και να δημοσιοποιηθεί. Τα θέματα που θα είχε, όπως είχε δημοσιοποιηθεί στα μέσα ενημέρωσης, ήταν:
  • Θεσμικό όργανο με αρμοδιότητες για την πολιτική του βιβλίου 
  • Προγράμματα υποστήριξης των δημιουργών 
  • Προγράμματα υποστήριξης των συντελεστών παραγωγής 
  • Προγράμματα για τις βιβλιοθήκες 
  • Κοινωνική διάδοση της ανάγνωσης 
  • Ειδικά θέματα λειτουργίας της αγοράς βιβλίου 
  • Προώθηση του ελληνικού βιβλίου στο εξωτερικό 
  • Κλαδικές εκθέσεις βιβλίου 
  • Έρευνες και βιβλιογραφική βάση δεδομένων 
  • Πνευματικά δικαιώματα και προστασία τους 
  • Θεσμικό πλαίσιο για τα Κρατικά Βραβεία
Ποιος θα μπορούσε να πει ότι δεν είναι, όχι απλά σημαντικά αλλά και υποχρεωτικά απαραίτητα τα παραπάνω ζητήματα για τα οποία πρέπει να διατυπωθούν θέσεις και προτάσεις; Ποιος θα μπορούσε να πει ότι δεν είναι όχι απλά σημαντικό, αλλά υποχρεωτικά απαραίτητο να έχουμε σαφώς ορισμένη και σαφώς διατυπωμένη πολιτική βιβλίου; 

Εύχομαι και ελπίζω να μην βρεθούμε στην ανάγκη να αναρωτηθούμε κάποια στιγμή: Πολιτική βιβλίου (την είδατε;)τίτλο που αντέγραψα από ένα άρθρο στο περιοδικό της Ένωσης Ελλήνων Βιβλιοθηκαρίων σε τεύχος του 1992. 



Πολιτική βιβλίου (την είδατε;):
άρθρο στο περιοδικό της ΕΕΒ, 1992 (Πηγή εδώ)

Τρίτη 25 Αυγούστου 2015

Η τέχνη του εξωφύλλου και ο Γιάννης Βαλαβανίδης στο βιβλιοπωλείο του ΜΙΕΤ



Πόσοι γνωρίζουμε ότι το εξώφυλλο της ελληνικής έκδοσης από το πολύ γνωστό βιβλίο του διάσημου Άγγλου ιστορικού Χομπσμπάουμ "Η εποχή των άκρων" είναι έργο του γνωστού καλλιτέχνη Γιάννη Βαλαβανίδη. Αλλά, αν δεν το ξέραμε, τουλάχιστον υπάρχει η πληροφορία μέσα στο βιβλίο. 



Πώς θα μαθαίναμε όμως ότι και το εξώφυλλο από την "Ιστορία του σουρρεαλισμού" του Μωρίς Ναντώ είναι επίσης έργο δικό του, αφού ούτε στο βιβλίο δεν αναφέρεται;


Έργα δικά του είναι και τα εξώφυλλα στις "Ωδές" του Κάλβου και στα σπουδαία βιβλία του Δημήτρη Χατζή από τις εκδόσεις "Κείμενα" και στο πολύ γνωστό βιβλίο του Κωνσταντίνου Τσουκαλά "Εξάρτηση και αναπαραγωγή" από το "Θεμέλιο" και σε τόσα άλλα, που ευτυχώς μας έδωσε την ευκαιρία το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας να ενημερωθούμε και να απολαύσουμε στην Έκθεση για την Τέχνη του εξωφύλλου που υπάρχει στο πολύ καλό βιβλιοπωλείο του στην Αθήνα.



Ο Γιάννης Βαλαβανίδης, όπως λέει ο ίδιος στο φυλλάδιο της Έκθεσης, συνεργάστηκε με πολλούς εκδοτικούς οίκους για τη σχεδίαση εξωφύλλων, ξεχωρίζει όμως ιδιαίτερα τη συνεργασία του με το Φίλιππο Βλάχο και τις εκδόσεις "Κείμενα", με τους Μίμη Δεσποτίδη και Θόδωρο Μαλικιώση και τις εκδόσεις "Θεμέλιο", με τους Σάμη Γαβριηλίδη και Λουκά Ρινόπουλο και τις εκδόσεις "Πλέθρον". Πρόσωπα και εκδοτικοί οίκοι που έχουν γράψει ιστορία στα εκδοτικά πράγματα της χώρας μας. 

Το βιβλιοπωλείο βρίσκεται στην οδό Αμερικής 13 στην Αθήνα και η Έκθεση θα διαρκέσει μέχρι τις 19 Σεπτεμβρίου. Αξίζει μια επίσκεψη!


Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2014

Για μια Εθνική πολιτική βιβλίου και βιβλιοθηκών (μερικές πρώτες σκέψεις και ως συμβολή στις συζητήσεις που έχει ξεκινήσει ο Σύριζα)


Έγραψα τις προάλλες, με αφορμή τη μέρα θανάτου του Λένιν, για τη σχέση του με το βιβλίο, με την ανάγνωση και με τις βιβλιοθήκες. Η σχέση του ήταν βαθειά, συστηματική και διαρκής. Ο Ρώσος ηγέτης παρακολουθούσε τη διεθνή βιβλιογραφία, αναζητούσε τα βιβλία, εφημερίδες και περιοδικά που τον ενδιέφεραν και επισκεπτόταν τις ευρωπαϊκές βιβλιοθήκες προκειμένου να μελετήσει τα θέματά του. Και ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε με την Επανάσταση του Οχτώβρη, ήταν η υποστήριξη πολιτικής βιβλίου και βιβλιοθηκών, για την αναδιοργάνωση των βιβλιοθηκών στη Ρωσία, την ίδρυση κεντρικού συστήματος βιβλιοθηκών και για την εισαγωγή του Ελβετο-αμερικάνικου συστήματος σύμφωνα με τις πρακτικές που εφαρμόζονταν στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ελβετία. Ενώ, ήδη το Νοέμβριο 1917, διετύπωσε τους στόχους της Δημόσιας Βιβλιοθήκης στην Πετρούπολη που δεν υπολείπονται από τους στόχους που σήμερα θα πρέπει να βάζουν οι αντίστοιχες βιβλιοθήκες.

Η παράδοση αυτή συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια. Μάλιστα, βιβλίο του 1970 για τις υπηρεσίες παράδοσης βιβλίων στο σπίτι από δανειστικές βιβλιοθήκες στην Ευρώπη και στην Αμερική και που ξεκίνησαν το 1918 στην Ολλανδία, αναφέρεται σε ρώσικο περιοδικό του 1937 που κάνει λόγο ότι η αποστολή βιβλίων με το ταχυδρομείο είναι πρόσθετη υπηρεσία που παρέχεται στους Ρώσους αναγνώστες, οι οποίοι μπορούν να τηλεφωνούν ή να αποστέλλουν με το ταχυδρομείο το αίτημα τους στη βιβλιοθήκη, επιβαρυνόμενοι με το κόστος αποστολής. Πρέπει να προσθέσω επίσης ότι στο ίδιο βιβλίο αναφέρεται ότι οι δανειστικές υπηρεσίες της Βρετανικής Βιβλιοθήκης ξεκίνησαν το 1740, ενώ το 1765 δημιουργήθηκε η πρώτη αμερικάνικη δανειστική βιβλιοθήκη στη Βοστώνη. Οι συνδρομητικές βιβλιοθήκες εμφανίστηκαν το 19ο αιώνα οι οποίες παρείχαν υπηρεσίες απομακρυσμένης παράδοσης, ενώ το 1926 οι 37 από τις 44 ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες των ΗΠΑ παρείχαν αντίστοιχες υπηρεσίες. (Πηγή: Jordan, Robert Thayer, Tomorrow's Library: Direct Access and Delivery. New York: Bowker, 1970).

Έγραφα αλλού για τον Μάριο Βίττι και τη σχέση του συγγραφέα με τον αναγνώστη. Έλεγε σε μια συνέντευξή του το 1988 ο Μάριο Βίτι ότι συγγραφέας και αναγνώστης "επιζητούν μια αλληλεγγύη για το ίδιο αντικείμενο αγάπης". 

Η γνωστή Αμερικανίδα συγγραφέας Τόνυ Μόρρισον είχε δηλώσει σε συνέντευξή της το 1998 στο περιοδικό Vibe αναφερόμενη στη στάση ανδρών και γυναικών απέναντι στα βιβλία και την ανάγνωση: «… λέγανε κάποτε στις γυναίκες: “μην το διαβάζεις αυτό το πράγμα, θα σου βάλει ιδέες”…»

Αυτό το τελευταίο δένει με τα προηγούμενα και δένει πολύ καλά με την αντίληψη που έχω για το βιβλίο και για τους φορείς που το στηρίζουν και το υποστηρίζουν. Το βιβλίο βάζει ιδέες! Άραγε, γι’ αυτό δεν έχει υποστηριχθεί όσο πρέπει στον τόπο μας; Κάποιοι φοβούνται τις ιδέες; Ή μήπως, δεν εκτιμούν αυτό ακριβώς το πράγμα; Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση που έχει προκύψει εδώ και πάνω από ένα χρόνο με το ΕΚΕΒΙ, που το καταργεί ο ένας Υπουργός χωρίς άλλη συζήτηση (στην κυριολεξία, έτσι … χωρίς πρόγραμμα), για να υποσχεθεί ο επόμενος ότι δεν θα το καταργήσει (πάλι έτσι … χωρίς πρόγραμμα), για να το στείλει τελικά ο ίδιος σε έναν άλλο προβληματικό οργανισμό, στην ουσία καταργώντας το, αυτό που δείχνει τελικά είναι ότι υπάρχει πρόγραμμα και αυτό είναι ότι δεν ενδιαφέρει να έχουμε διακριτές δράσεις «που βάζουν ιδέες!».

Κι ένας τέτοιος θεσμός είναι το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου. Δεν εξετάζω εδώ τα λάθη και τις αδυναμίες και τα τυχόν μικρά ή μεγάλα ατοπήματα, εξάλλου, όπως είχα γράψει και παλιότερα, δεν γίνεται ν’ ακολουθούμε «πονάει δόντι, κόψει κεφάλι», ας τα διορθώσουν (π.χ. εδώ  και εδώ). 

Το ΕΚΕΒΙ είναι ένας προοδευτικός, ένας δημοκρατικός θεσμός, ξεχωριστός για τη χώρα μας, που μπορεί να παίζει ένα ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην πνευματική παραγωγή και εν τέλει στη διαμόρφωση κουλτούρας με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει ως έννοια και ως πρακτική στην καθημερινή ζωή κάθε ανθρώπου. Ξεφυλλίζω μια σειρά τευχιδίων που είχε εκδώσει το ΕΚΕΒΙ γύρω στο 1998 με τίτλο «φιλόβιβλον», καθένα από τα οποία περιέχουν αποσπάσματα κειμένων σχετικών με τα βιβλία και την ανάγνωση, γραμμένα από γνωστούς ξένους συγγραφείς. Την επιλογή και τη μετάφραση έχει κάνει ο Θανάσης Γιαλκέτσης. Ξεφυλλίζω μια άλλη σειρά τευχιδίων του ΕΚΕΒΙ με τις εισηγήσεις από το Συμπόσιο που οργάνωσε μαζί με το Τμήμα ΜΜΕ του Παντείου Πανεπιστημίου τον Μάιο 1998 με τίτλο «Βιβλίο και μέσα μαζικής επικοινωνίας».
 
Για το ΕΚΕΒΙ, η γνώμη μου είναι ότι πρέπει να υπάρχει ως ξεχωριστός φορέας βιβλίου, και όχι να μεταφερθεί σε άλλον. Εξάλλου, με τη συγχώνευσή του δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα από αυτά που μερικές φορές επικαλούνται για να δικαιολογήσουν την απαξίωσή του. Όπως μάλιστα έγραψα σε σχόλιο στη δημόσια διαβούλευση για το σχετικό άρθρο 9 στο νομοσχέδιο που καταργεί φορείς αδιακρίτως ρόλων, σημασίας, έργου, ανθρώπων κτλ.: «Το κύριο ζήτημα στο σχετικό άρθρο είναι η αναφορά κατάργησης του ίδιου του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου και δευτερευόντως η μεταφορά διαφόρων αρμοδιοτήτων, οι οποίες εξάλλου δεν αναφέρονται αναλυτικά. Όταν ορίζεται ότι μεταφέρονται διάφορες οικονομικές, δικονομικές και άλλες σχετικές εκκρεμότητες (χωρίς να λησμονείται το χαράτσι), δεν υπάρχει ιδιαίτερη αναφορά στο ίδιο το αντικείμενο του ΕΚΕΒΙ, δηλαδή στο βιβλίο και ούτε στους εργαζόμενους που απασχολούνται μέχρι τώρα. Τι θα γίνει με τους εργαζόμενους στο ΕΚΕΒΙ; Υπάρχει πολιτική βιβλίου; Όταν αναφέρεται ότι «οι μεταφερόμενες αρμοδιότητες κατανέμονται μεταξύ των υφιστάμενων οργανικών μονάδων του φορέα υποδοχής», δεν διασφαλίζεται ότι υπάρχουν διακριτές λειτουργίες σχετικές με τον φορέα του βιβλίου. Ποια θα είναι η τύχη της Biblionet; Και ξανά, οι εργαζόμενοι στο αντικείμενο του βιβλίου έχουν συγκεκριμένο αντικείμενο και ειδικότητα. Ποια θα είναι η τύχη τους;»
Υπάρχει και η συζήτηση για την ενιαία τιμή βιβλίου, όπου η Κυβέρνηση, μέσω άλλου Υπουργού τώρα, θέλει να καταργήσει την ενιαία τιμή βιβλίου, ευνοώντας έτσι τις μεγάλες αλυσίδες και αδιαφορώντας τόσο για τους μικρούς βιβλιοπώλες (κύρια στη συνοικία και στην περιφέρεια) όσο και για τους πολίτες, ως «καταναλωτές, ως υπαρκτούς ή δυνητικούς αγοραστές βιβλίων. 
Και ενώ οι περισσότεροι εκδότες έχουν εναντιωθεί στο ενδεχόμενο αυτό, μου είναι εξαιρετικά περίεργο και μου γεννά αρνητικές εντυπώσεις η πολεμική εκ μέρους συγκεκριμένου ιδιοκτήτη γνωστού ιστορικού βιβλιοπωλείου της Αθήνας (που σαν φοιτήτρια στη δεκαετία του ’70 το υπογειάκι στα Εξάρχεια ήταν η κύρια πηγή τροφοδότησής μου με πολιτικά και όχι μόνο βιβλία!). Αν και αυτά που καταγγέλλονται κι εδώ είναι σοβαρά, αυτό δεν σημαίνει ότι, για άλλη μια φορά, πρέπει να ξεριζώσουμε μια θετική ρύθμιση (κι εδώ μάλιστα, επίσης … με πρόγραμμα!). ¨Ετσι σχολίασα με αφορμή τη δημοσίευση του σχετικού αντίλογου: «Φοβάμαι ότι ο αντίλογος εξυπηρετεί ίδιους σκοπούς με αυτούς που επικαλείται για τους υπόλοιπους. Και φυσικά δεν απαντάει επί της ουσίας τι γίνεται με τα μικρά βιβλιοπωλεία (που, καλώς κάνουν και ξεφυτρώνουν εδώ κι εκεί) και ούτε με τους αναγνώστες, με τους βιβλιόφιλους ή με τους δυνητικούς βιβλιόφιλους τέλος πάντων. Γιατί δεν τα βρίσκουν μεταξύ τους οι εκδότες και βιβλιοπώλες, ώστε να μην υπάρχει αυτός ο ανταγωνισμός; Μήπως ο αντίλογος γίνεται για να γίνεται; Αυτή τη στιγμή, πάρα πολύ συχνά, πάμε στα διάφορα βιβλιοπωλεία, βλέπουμε, δεν αγοράζουμε αλλά πάμε σε ένα από εκείνα τα βιβλιοπωλεία που ξέρουμε ότι έχουν χαμηλότερη τιμή (για τα προ των δύο ετών βέβαια, προφανώς ο αντιλέγων θα ήθελε να μπορεί να έχει έκπτωση και στα νέα βιβλία). Για μας τους "πελάτες" εξυπηρετεί η ενιαία τιμή και ας βρουν το θεσμικό και δεοντολογικό πλαίσιο για ένα υγιή ανταγωνισμό, γιατί όντως αυτά που αναφέρονται είναι σοβαρά και σε σημεία μου θυμίζουν  το περίφημο "το νόμιμο είναι και ηθικό"!!!»

 Μετά από τα παραπάνω, νομίζω ότι χρειάζεται να διατυπωθεί μια πολιτική βιβλίου συγκεκριμένη, δηλαδή τι λέμε και τι κάνουμε για το βιβλίο. Δεν έχω μάλιστα πρόβλημα να την ονομάσω Εθνική Πολιτική Βιβλίου η οποία θα υλοποιεί μια Εθνική Στρατηγική για την Παιδεία και τον Πολιτισμό (όσο και αν αυτό από κάποιους μπορεί να χαρακτηριστεί υπερφίαλο, μη ρεαλιστικό κτλ.). Ξεκινάμε με αφετηρία ότι αντιμετωπίζουμε / εξετάζουμε το βιβλίο από διάφορες πλευρές, οι οποίες έχουν ή δεν έχουν σχέση μεταξύ τους, ανάλογα με τον τομέα δράσης και ανάλογα με τα εμπλεκόμενα μέρη. Έτσι, έχουμε το βιβλίο ως πνευματικό αγαθό και το βιβλίο ως εμπόρευμα. Κι έχουμε τους εκδότες που ενδιαφέρονται πρώτιστα για το βιβλίο ως εμπόρευμα (και όχι μόνο βέβαια, αλλά η διάκριση αυτή χρειάζεται αρχικά για λόγους ταξινόμησης), έχουμε τους συγγραφείς και λοιπούς πνευματικούς παραγωγούς (μεταφραστές, επιμελητές κτλ) οι οποίοι ενδιαφέρονται και για τις δύο επόψεις και έχουμε τέλος τις βιβλιοθήκες, τα σχολεία και την κοινωνία / όλους τους ανθρώπους που ενδιαφέρονται για το βιβλίο ως πνευματικό αγαθό (κι εδώ βέβαια ισχύει το ίδιο όπως με τους εκδότες). Κι έχουμε για το ίδιο το βιβλίο, ως έννοια και ως δημιούργημα, τις διάφορες εκφάνσεις μορφής, χρήσης, λειτουργίας κτλ. Σε κάθε μια από τις παραπάνω περιπτώσεις, χρειάζεται να διατυπωθεί συγκεκριμένη πολιτική, με αρχές και κανόνες, όπου θα λαμβάνονται υπόψη οι τοπικές ανάγκες και δυνατότητες μαζί με τις διεθνείς εμπειρίες και εξελίξεις.
Η εθνική πολιτική βιβλίου δεν είναι το ΕΚΕΒΙ, ή μάλλον δεν είναι μόνο το ΕΚΕΒΙ. Το ΕΚΕΒΙ όμως υλοποιεί στο μεγαλύτερο μέρος την πολιτική βιβλίου ή συντονίζει τις πολιτικές και τις δράσεις που σχετίζονται με αυτό. Και στο πλαίσιο αυτό, το ΕΚΕΒΙ οφείλει να συνεργάζεται με φορείς (δεν είμαι σίγουρη αν η μέχρι τώρα τυπική συμμετοχή εκπροσώπων φορέων έχει συμβάλει στο έργο τους ή αν επέτρεψαν οι κυβερνητικές παρεμβάσεις να έχουν συμβολή, για αυτό οι ίδιοι θα πρέπει να τοποθετηθούν ανοιχτά), όπως οι φορείς των παραπάνω κύριων εμπλεκόμενων μερών (εκδότες, βιβλιοθήκες, συγγραφείς, εκπαιδευτικά ιδρύματα κτλ.), αλλά και η Εθνική Βιβλιοθήκη, το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης, οι φορείς διαχείρισης δικαιωμάτων (π.χ. ΟΣΔΕΛ) κτλ.

Στο σημείο αυτό, δεν θα εξειδικεύσω τι σημαίνει καθένα από τα παραπάνω στοιχεία. Θα προχωρήσω παραπέρα, στο ζήτημα των βιβλιοθηκών. Και για τις βιβλιοθήκες χρειάζεται – επιτέλους – Εθνική Πολιτική Βιβλιοθηκών. Δεν είμαστε στην αρχή, έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς προτάσεις, έχουν γίνει ενέργειες, έχουν γίνει αρκετά πράγματα τα προηγούμενα χρόνια – ιδιαίτερα στις ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες αλλά και σε αρκετές δημόσιες και ειδικές κ.ά., κυρίως με τη συνδρομή των κονδυλίων από ευρωπαϊκά προγράμματα. Υπάρχουν πολλά προβλήματα και είναι πολύ σημαντικό να πούμε ότι σήμερα, εξ αιτίας της οικονομικής κρίσης συνολικά αλλά και εξ αιτίας των πολιτικών που εφαρμόζονται και των αντιλήψεων που υπάρχουν, οι βιβλιοθήκες και οι άνθρωποι που τις λειτουργούν όχι απλά δεν αποτελούν προτεραιότητα, μάλλον δεν ενδιαφέρουν. Έτσι, διώχνεται προσωπικό, κόβονται συνδρομές, υπηρεσίες και συστήματα που είχαν δημιουργηθεί από ανθρώπους με πολύ μεράκι, αγάπη και γνώση (πολύ σημαντική παράμετρος το διανοητικό κεφάλαιο που περικλείεται στις δράσεις αυτές) καταδικάζονται στην απαξίωση, στην αδράνεια, στη «διαθεσιμότητα» (νιώθω ότι αυτή τη λέξη βρήκαν για να αποδώσουν το αγγλικό obsolescence!), δηλαδή στην αχρήστευση. Αρκεί να ανατρέξει κανείς στον ιστότοπο της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κρήτης ή του Αριστοτέλειου Θεσσαλονίκης για να πάρει μια εικόνα του τι έχει γίνει.
Πάντως, η Εθνική Πολιτική Βιβλιοθηκών χρειάζεται και γενικά και για τους παραπάνω λόγους να διατυπωθεί από την αρχή. Η Πολιτική αυτή πρέπει να πάρει υπόψη της όλες τις κατηγορίες βιβλιοθηκών, τα ζητήματα εκπαίδευσης του προσωπικού τους, αλλά και εκπαίδευσης των πολιτών ως χρηστών τους (με ιδιαίτερη βαρύτητα στις μικρές ηλικίες αλλά και στο χώρο της εκπαίδευσης και της έρευνας). Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό είναι ότι δεν αφορά ένα συγκεκριμένο υπουργείο και γι’ αυτό η παρακολούθηση της υλοποίησής της δεν μπορεί να ενταχθεί κάτω από τη μία ή την άλλη Διεύθυνση Γραμμάτων οποιουδήποτε Υπουργείου. 

Χρειάζεται να οριστεί ο ρόλος των κεντρικών θεσμικών φορέων όπως είναι η Εθνική Βιβλιοθήκη (ο όρος Νέα Εθνική Βιβλιοθήκη δεν μου αρέσει, να θυμίσω εξάλλου ότι είχε ξαναγίνει μια τέτοια προσπάθεια, έτυχε να είμαι μέλος εκείνης της – άμισθης – ομάδας με μέλη και γνωστούς συγγραφείς, όμως δεν θυμάμαι να έγινε κάτι στη συνέχεια). Η γνώμη μου είναι ότι η Εθνική Βιβλιοθήκη χρειάζεται καταρχάς να παίζει το ρόλο της ως Εθνική Βιβλιοθήκη. Οι εξαγγελίες περί της μεγάλης Δημόσιας Βιβλιοθήκης στην Αθήνα δεν μπορώ να καταλάβω σε τι θα συμβάλει, όταν ως πολίτης, χρήστης βιβλιοθηκών ή πολύ περισσότερο δυνητικός χρήστης (με δεδομένο το χαμηλό ποσοστό χρήσης των βιβλιοθηκών στη χώρα μας αλλά και γενικότερα το χαμηλό ποσοστό ανάγνωσης βιβλίων), θέλω να έχω τη βιβλιοθήκη με ρόλο δημόσιας στη γειτονιά μου (κι εδώ δεν θα συμφωνήσω με το Γ. Τροχόπουλο που υποστήριξε σε κάποια συνέντευξή του περίπου ότι δεν πειράζει αν κλείσουν κάποιες δημοτικές βιβλιοθήκες, για μένα πειράζει και χρειάζεται και αυτό να συζητηθεί).
Υπάρχει επίσης το ζήτημα της υποστήριξης των βιβλιοθηκών από τους χορηγούς, κύρια από το Ίδρυμα Σταύρου Νιάρχου, που έχει αναλάβει έναν αριθμό δημόσιων και δημοτικών βιβλιοθηκών, καθώς και την Εθνική Βιβλιοθήκη. Δεν θα εκθέσω τώρα πλήρη άποψη για το θέμα, εξάλλου, προσωπικά και σε θεωρητικό επίπεδο κατ’ αρχήν, δεν έχω πλήρη αντίθεση στη συμβολή των ιδρυμάτων αυτών (να σημειώσω ότι επίσης τα Ιδρύματα Λάτση και Ωνάση έχουν αναλάβει σχετικές δράσεις, διατηρώντας όμως χαμηλότερους τόνους προβολής). Νομίζω όμως ότι χρειάζεται να αποσαφηνιστεί ο ρόλος των δύο μερών, να είναι διακριτός ο ρόλος της Πολιτείας και των θεσμικών φορέων της και βέβαια οι δράσεις να ανταποκρίνονται στο ρόλο των βιβλιοθηκών στη σημερινή εποχή, όπως ορίζονται από τον ίδιο το χώρο των βιβλιοθηκών και σε συνεργασία με τις κοινότητες των ανθρώπων στους οποίους απευθύνονται. 

Τελειώνοντας προς το παρόν, χωρίς να κλείνω το θέμα, θα ήθελα να σημειώσω ότι δεν είμαστε στην αρχή. Υπάρχουν βιβλιοθήκες στην Ελλάδα και υπάρχουν δανειστικές βιβλιοθήκες στην Ελλάδα (γιατί έχει ακουστεί και αυτό) και υπάρχει ένα σημαντικό ανθρώπινο κεφάλαιο (για να χρησιμοποιήσω … όρους οικονομικούς, αλλά που εγώ τους δίνω γενικότερη σημασία) που τις λειτουργεί (αρκεί να του δίνεται η δυνατότητα αυτή). 
Η Εθνική Πολιτική Βιβλιοθηκών δεν είναι ίδια με την Εθνική Πολιτική Βιβλίου, έχουν συνάφειες, όπως και την Εθνική Πολιτική για την Έρευνα και για την Παιδεία και για τον Πολιτισμό και κάθε μια πρέπει να παίρνει υπόψη της στοιχεία από τις άλλες. Έτσι, για να δέσω το θέμα και με το ΕΚΕΒΙ, θα αναφερθώ σε μια έρευνα που είχε γίνει το 1998 για το Παρατηρητήριο Βιβλίου του ΕΚΕΒΙ από το Τμήμα Αρχειονομίας – Βιβλιοθηκονομίας του Ιονίου Πανεπιστημίου και αφορούσε την καταγραφή των ελληνικών βιβλιοθηκών. Διαβάζω στην Τελική Έκθεση της έρευνας:

«… Ο χώρος των βιβλιοθηκών και των υπηρεσιών Πληροφόρησης στην Ελλάδα παρουσιάζει, όπως είναι γνωστό, σοβαρότατα προβλήματα, οφειλόμενα, σε μεγάλο βαθμό, στην καθυστερημένη, χαλαρή, χωρίς σύστημα, νομοθετικές προβλέψεις και προγραμματισμό διαμόρφωση του τομέα αυτού στη χώρα μας. Η από πολλούς και σε πολλά επίπεδα διαπιστωμένη απουσία ουσιαστικής υποστήριξης της έρευνας, της εκπαίδευσης, της επιμόρφωσης και της ψυχαγωγίας από ένα ικανοποιητικό αναπτυγμένο δίκτυο βιβλιοθηκών και υπηρεσιών πληροφόρησης οφείλεται σε πολλούς, ιστορικούς, κοινωνικούς και άλλους λόγους…
….Η ουσιαστική αντιμετώπιση του προβλήματος, ο σωστός σχεδιασμός και η διαμόρφωση και άσκηση της ανάλογης πολιτικής από όσους εμπλέκονται σα θέματα αυτά προϋποθέτει τη γνώση του χώρου ή, καλύτερα, τη γνώση του προβλήματος…»
Την επόμενη χρονιά, ο Μπεκατώρος έγραφε: "Εκπαίδευση των παιδιών μας ορθή (σε όλες τις  βαθμίδες), πολιτική για τον πνευματικό πολιτισμό και για την επιμόρφωση και καλλιέργεια του λαού μας, βιβλιοθήκες πάσης φύσεως (σχολικές/λαϊκές, πανεπιστημιακές, ειδικές, ερευνητικές κ.ά.) δεν πρόκειται να αποκτήσουμε αν δεν αλλάξουμε γραμμή πλεύσεως..."
Τα έχουν πει και η Ένωση Βιβλιοθηκονόμων και άλλοι μεμονωμένοι επαγγελματίες του χώρου. Αυτό που χρειάζεται είναι όντως ο σωστός σχεδιασμός, ο προγραμματισμός, οι νομοθετικές προβλέψεις, η διαμόρφωση και αυστηρή υλοποίηση πολιτικής. Ας πιάσουμε το νήμα από μια άκρη κι ας προχωρήσουμε. Είνα καλό να βάζουμε ιδέες στα κεφάλια των παιδιών μας κι ας το θεωρούν κάποιοι κακό πράγμα...


Υστερόγραφο
Στην έρευνα του Ιονίου Πανεπιστημίου, βασικοί συντελεστές ήταν ο Γιώργος Μπώκος, ομότιμος σήμερα καθηγητής του παραπάνω τμήματος και η Μαρία Σκεπαστιανού, τότε διδάσκουσα του τμήματος. Δυστυχώς, η δυναμική Μαρία έφυγε νωρίς. Ας αφιερώσω την ανάρτηση αυτή στη μνήμη της. Είναι τόσο λίγο για τα τόσα πολλά που πρόλαβε στο σύντομο βίο της.