Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ρώσοι ποιητές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ρώσοι ποιητές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 31 Ιανουαρίου 2018

Οι Δώδεκα, του Αλεξάντρ Μπλοκ στη μετάφραση του Πέτρου Κολακλίδη




Βρήκα αφορμή από την πρόσφατη ανάρτηση του Νίκου Σαραντάκου για τον Αλεξάντρ Μπλοκ και το ποίημά του "Δώδεκα" ν' αναφερθώ στην πρώτη μετάφραση του ίδιου ποιήματος στα ελληνικά. Ο Σαραντάκος παραθέτει δύο μεταφράσεις ολόκληρου του ποιήματος, η μία της Ρανέλε και η δεύτερη του Γιώργου Μπλάνα. (1) Παραθέτει επίσης το τελευταίο μέρος του ποιήματος μεταφρασμένο από τον Γιάννη Ρίτσο. (2)

Ο Αλεξάντρ Αλεξάντροβιτς Μπλοκ (1880-1921) ήταν Ρώσος ποιητής και θεατρικός συγγραφέας, εκπρόσωπος του ρώσικου συμβολισμού. Το ποίημα "Δώδεκα" γράφτηκε τον Ιανουάριο 1918, είναι χωρισμένο σε 12 μέρη και αναφέρεται στους δώδεκα στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού που περιπολούν νύχτα στους δρόμους της Πετρούπολης το χειμώνα 1917-18.

Η πρώτη μετάφραση του ποιήματος στα ελληνικά έγινε από τον Πέτρο Κολακλίδη (1920-1985) το 1945· το έχω σε έκδοση της Βικελαίας Βιβλιοθήκης του 1997, όπου εκτός από το ποίημα περιλαμβάνεται κατατοπιστικός πρόλογος του μεταφραστή και φιλολογικό επίμετρο του Σταύρου Ζουμπουλάκη που είχε και την επιμέλεια της έκδοσης. (3)

Στο επίμετρο του Ζουμπουλάκη διαβάζω ότι ο Πέτρος Κολακλίδης γεννήθηκε το 1920 στην Κωνσταντινούπολη όπου είχαν καταφύγει οι γονείς του από την Οδησσό μετά την Οκτωβριανή επανάσταση και επομένως γνώριζε τη ρωσική γλώσσα ως μητρική του. Ασχολήθηκε με την ελληνική και τη λατινική γραμματεία και είχε ακαδημαϊκή καριέρα, αρχικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και από το 1964 στην Αμερική. Χρησιμοποίησε τη δημοτική γλώσσα στα ποιήματα και τις μεταφράσεις του, προλαβαίνει όμως ... τυχόν παρεξηγήσεις, σημειώνοντας: "την εθεώρησα ως το καταλληλότερον μέσον ποιητικής εκφράσεως, χωρίς τούτο να εμφαίνη τας επί του γλωσσικού ζητήματος πεποιθήσεις μου". Εξάλλου, ο Κολακλίδης είναι και ο δημιουργός του εμβατηρίου "Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει" για το οποίο βραβεύτηκε από το Γενικό Επιτελείο Στρατού το 1945. (4)

Ο Κολακλίδης στον πρόλογο κάνει εκτενή αναφορά στη ζωή και το έργο του Μπλοκ. Γράφει για τους Δώδεκα:

"Τα βιώματα, που γέννησε η επανάσταση μεσ' στην ψυχή του Μπλοκ, καρπώθηκαν στο πιο φημισμένο του ποίημα, τους "Δώδεκα", που είναι το "ανώτατο ποιητικό έργο που ενέπνευσε η σοβιετική επανάσταση", καθώς λέει ο Καζαντζάκης. Ο Μπλοκ έγραψε τους Δώδεκα το Γενάρη του 1918. Το ποίημα πήρε τον τίτλο του από τους δώδεκα στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού που περιπολούνε στους δρόμους της Πετρούπολης. Αναφέρεται στις μέρες που ακολούθησαν μετά την πτώση του Κερένσκυ, μόλις επικράτησε η επανάσταση, και απαρτίζεται από δώδεκα κομμάτια. Η ουσία του ποιήματος βρίσκεται στο πρώτο κομμάτι, που είναι και το πιο μεγάλο. Δίνει μια συνταραχτικήν εικόνα της ατμόσφαιρας, που είχε τις πρώτες μέρες η μετεπαναστατική Πετρούπολη. Τίποτε δε στέκει στα πόδια του..."

Διαβάζουμε στο πρώτο μέρος:

Βράδυ ολόμαυρο.
Άσπρο χιόνι.
Αέρας, αέρας!
Στα πόδια του δε στέκεται κανένας.
Αέρας, αέρας παντού -
σ' ολάκερο τον κόσμο του Θεού!
..............................................
Κι ο αγέρας μαστιγώνει!
Μήτε παυει η παγωνιά!
Κι ο μπουρζουάς στο μκρύο ζαρώνει
με τη μύτη στο γιακά.
..............................................
Κι ο ρασοφόρος νάτος -
παράμερα τραβά ...
Γιατί όχι πιακεφάτος,
σύντροφε παπά;

Κάποτε, σα γάλλος
φούσκωνε εμπρός,
κι άστραφτε μεγάλος
στην κοιλιά σταυρός.
..................................
Μαύρος, μαύρος ουρανός.
Μίσος, άσβηστο μίσος
βράζει στα στήθια...
Μαύρο μίσος, άγιο μίσος ...

Σύντροφε! Τα μάτια σου
τέσσερα!

Και συνεχίζει ο Κολακλίδης:


"... Μονάχα οι δώδεκα 'ασυνείδητοι' άνθρωποι, που 'το χιόνι τους τυφλώνει, είτε φέγγει είτε νυχτώνει', που 'τίποτε πια δε λυπούνται κι έχουν για όλα ετοιμαστεί', στάθηκαν και πάνε κόντρα στον άνεμο και στη θύελλα. Πρωτοπαρουσιάζονται στο δεύτερο κομμάτι..."

Τα μέρη τώρα είναι πιο σύντομα και αναφέρονται στις νυχτερινές περιπλανήσεις των στρατιωτών· διαβάζουμε για τον Βάνκα, για τον Πέτχα ή Πετρούχα, για την Κάτκα την πόρνη:

Πετά το χιόνι απ' τον αγέρα,
δώδεκα ανθρώποι πάνε πέρα.
....................................
- Ο Βάνκας πάει στα καπηλειά,
κι έχει την Κάτκα συντροφιά.
.......................................
Κανένα θόρυβος στην πόλη,
γύρω στο Νέβα τι σιωπή,
και δεν υπάρχουν πια αστυνόμοι -
γλέντα, παιδί, χωρίς κρασί!
.......................................
Δίχως τ' άγια να φοβούνται
παν οι δώδεκα μαζί.
Τίποτε πια δε λυπούνται
κι έχουν για όλα ετοιμαστεί...

Τα τουφέκια τους κρατάν,
μπας κι ο εχτρός κάτι σκαρώνει...
Στα σοκάκια απ' όπου  παν,
μον' η θύελλα ξεφαντώνει ...
Μεσ' στα χιόνια όποιος βουλάει -
δίχως μπότα ξεκολλάει ...

Το ποίημα τελειώνει με την εμφάνιση της οπτασίας του Χριστού. Ο μεταφραστής γράφει γι' αυτό: "Για μερικούς κριτικούς η εμφάνιση αυτή έχει μόνο αισθητική σημασία. Άλλοι στην εμφάνιση αυτή στηρίζουν το συσχετισμό των δώδεκα φαντάρων με τους δώδεκα αποστόλους, που τυφλοί κι ασυνείδητοι όπως κι εκείνοι περίμεναν το Χριστό για να τους δείξει το ρόμο της αλήθειας".


... Παν με βήματα βαριά ...
Πίσω - ο σκύλος που πεινά ...
Μπρος - κρατώντας την ακμαία
την αιμάτινη σημαία,
δίχως μάτι να τον φτάνει,
δίχως βόλι να τον πιάνει,
κι απ' τη θύελλα πιο ψηλά
με τα πόδια τ' απαλά,
χιονισμένος, φαρφουρένιος,
σάμπως μαργαριταρένιος,
και ροδοστεφανωτός -
πάει εμπρός - ο Ιησούς Χριστός.

Ο Μπλοκ, λέει ο Κολακλίδης, δεν ήταν μαρξιστής, όμως "είδε στην επανάσταση ένα οριστικό βήμα της Ρωσίας προς την εκπλήρωση των ιστορικών της πεπρωμένων, δηλαδή την μεσσιανική της αποστολή".

Και τελικά

"Ο Μπλοκ στους "Δώδεκα" μήτε δικαιώνει μήτε κατηγορεί την επανάσταση. Εκφράζει απλώς ό,τι αιστάνθηκε, ό,τι είδε, ό,τι "συνέλαβε". Και μπόρεσε να δει και να "συλλάβει" γιατί δεν τρόμαξε και δεν έπαθε παράλυση από τον τρόμο. Η απλή διάλεκτος των στρατιωτών μεταπλασμένη σε στίχους κλασικής έμπνευσης, με ρυθμούς και τραγούδια λαϊκά, κάνει τους "Δώδεκα" έργο καθαρά ρωσικό, μα ταυτόχρονα μέγα και παγκόσμιο..."

Ο Αλεξάντρ Μπλοκ πέθανε το 1921, λίγο μετά την εκτέλεση του φίλου του ποιητή Νικολάι Γκουμιλιόφ. (5)

Για να επιστρέψω στην αφορμή για τη σημερινή ανάρτηση, έχει ενδιαφέρον να δει κανείς τις τρεις πλέον μεταφράσεις μαζί (ή και τις τέσσερις μαζί με του Ρίτσου). Ο Ζουμπουλάκης το 1997 έγραφε παραπέμποντας στον Λορεντζάτο ότι "η καλή μετάφραση είναι σπανιότερη από το καλό ποίημα". Δεν είμαι σίγουρη ότι έτσι είναι πάντα, μια μετάφραση μπορεί να θεωρηθεί κάτι σαν ένα καινούριο έργο καμιά φορά, ιδίως στην ποίηση. Δύσκολο το έργο της μετάφρασης στην ποίηση, άξιος σεβασμού και εκτίμησης όποιος δοκιμάζει και δοκιμάζεται...

---------------------------------------------------------------------------------------

Σημειώσεις

(1) Το έργο σε μετάφραση Γιώργου Μπλάνα κυκλοφόρησε το 2017 από τις εκδόσεις Γκοβόστη ως επετειακή έκδοση για τα 100 χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης.

(2) Η μετάφραση από το Γιάννη Ρίτσο έγινε το 1957 και αποτέλεσε τη συμμετοχή του ποιητή στο αφιέρωμα της Επιθεώρησης Τέχνης για την Οκτωβριανή Εαπανάσταση (για την οποία μάλιστα κυνηγήθηκε). Τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου εκδόθηκε αυτοτελώς από τον Κέδρο (πληροφορίες υπάρχουν στη σελίδα του ΕΚΕΒΙ για τον Γιάννη Ρίτσο, σε πρόσφατο άρθρο του Θανάση Γιούνη στο RedNotebook και σε άρθρο του Δημ. Σκορδίλη στο Kommon).

(3) Αλεξ. Μπλοκ, Οι δώδεκα, Πρόλογος και απόδοση απ’ τα ρωσικά Πέτρου Κολακλίδη, Αθήνα, Τυπογραφικά Καταστήµατα Κ. Λ. Κυριακούλη, 1945.

(4) Μάλιστα, ο Αλέξης Ζήρας, σε βιβλιοκριτική για το βιβλίο της Σοφίας Νικολαίδου "Απόψε δεν έχουμε φίλους" στο περιοδικό "Διαβάζω" (τεύχος 511, Οκτ. 2010), αναφέρεται στο εν λόγω εμβατήριο και προσθέτει σε υποσημείωση: "τους στίχους του εμβατηρίου έγραψε το 1945 ο εξαίρετος λατινιστής Πέτρος Κολακλίδης όντας στρατιώτης ακόμα, προτού απολυθεί και φύγει για τη Γαλλία με το πλοίο Ματαρόα".

(5) Ο Νικολάι Γκουμιλιόφ ανήκε μαζί με την Αχμάτοβα, τον Μπλοκ τον Μπέλι και άλλους ποιητές στην ομάδα των ρώσων συμβολιστών. Ήταν ένας από τους βασικούς εκπροσώπους του καλλιτεχνικού κινήματος του ακμεϊσμού μαζί με την Αχμάτοβα, η οποία ήταν και σύντροφός του. Στο βιβλίο του Βόλφγκανγκ Χέσνερ Άννα Αχμάτοβα: Η θυελλώδης ζωή μιας μεγάλης ποιήτριας (μτφρ. Ανίτα Συριοπούλου και Γιάννης Αντιόχου, εκδ. Μελάνι, 2007, είχα γράψει εδώ), περιέχεται ένα ποίημα γραμμένο το 1913 από τον Μπλοκ και αφιερωμένο στην Αχμάτοβα:

Η ομορφιά είναι τρομακτική - σας λένε.
Σεις όμως ρίχνετε κουρασμένα στους ώμους ένα ισπανικό σάλι
Στα μαλλιά ένα κόκκινο τριαντάφυλλο.
..............................................
Δεν είμαι τόσο απλή ώστε να μην ξέρω πόσο τρομακτική
                                                         είναι η ζωή.

Τρίτη 5 Μαρτίου 2013

Άννα Αχμάτοβα, μια τραγική φιγούρα της Ρώσικης διανόησης


Άννα Αχμάτοβα (Πηγή εικόνας εδώ)

Μήνες τώρα δεκαεφτά είναι που σε φωνάζω
Στο σπίτι πίσω να γυρίσεις.
Γονατιστή τον δήμιο παρακαλώ
Γιόκα μ' εσύ την φρίκη να μη ζήσεις.
Μπλεγμένα όλα και θολά
Το κτήνος από την ανθρωπιά
Δεν μπορώ να ξεχωρίσω πια,
Η εκτέλεση θ' αργήσει;
Άνθη από την σκόνη πια βαριά,
Του θυμιατού η αγκομαχιά
Τα βήματα στο πουθενά
Να συντροφεύουν θέλουν.
Από ψηλά κατάματα κοιτάζει
Και μ' όλεθρο με απειλεί
Ένα πελώριο αστέρι.

(από το Ρέκβιεμ, μτφρ. Δημ. Τριανταφυλλίδης, εκδ. Αρμός, 2007)

Το απόσπασμα αυτό από το Ρέκβιεμ δίνει όλο το σπαραγμό της μάνας που έβλεπε το γιο της στη φυλακή, στην εξορία, καταδικασμένο για εκτέλεση. Μέσα έξω για χρόνια ο γιος της (Λέων Γκουμιλιόφ) από τα τέλη της δεκαετίας του '30 ως το '56 κι εκείνη μέχρι που αναγκάστηκε να γράψει ποίημα για το Στάλιν! Ήταν η μάνα, στημένη στη σειρά με τις άλλες γυναίκες, μανάδες, συζύγους κι αδερφές, που πήγαιναν να δούν τους καταδικασμένους σ' εκτόπιση και πολλούς σ' εκτέλεση από το σταλινικό καθεστώς. Το ίδιο και τους άντρες της λίγα χρόνια πριν που ο πρώτος εκτελέστηκε (Νικολάι Γκουμιλιόφ) κι ο δεύτερος πέθανε στην εξορία (Νικολάι Πούνιν). Και η ίδια γεύτηκε επανειλημμένα τα πάνω κάτω του σταλινικού καθεστώτος. Γιατί; Γιατί;

Τραγική μάνα η Άννα Αχμάτοβα, τραγική φιγούρα, από τους πρωτεργάτες της Ρώσικης διανόησης μαζί με τον Γκουμιλιόφ (ίδρυσαν την ομάδα των ακμεϊστών), τον Οσίπ Μαντελσταμ, τη Μαρίνα Τσβετάγεβα, τον Μπορίς Παστερνάκ κ.ά. (Να αναφέρω μερικά εξαιρετικά βιβλία από ή γι' αυτούς που έχω στη βιβλιοθήκη μου: Μια ζωή μέσα στη φωτιά : Εξομολογήσεις της Μαρίνα Τσβετάγιεβα, Ο ποιητής και ο χρόνος: Δοκίμιο για τη νεοτερικότητα της Μαρίνα Τσβετάγιεβα, Μαρίνα Τσβετάγιεβα :Η αιώνια επαναστάτρια του Ανρί Τρουαγιά, Η αλληλογραφία των τριών των Παστερνάκ, Τσβετάγιεβα, Ρίλκε, Όσιπ Μαντελστάμ: Στην Πετρούπολη θα σμίξουμε πάλι του Μήτσου Αλεξανδρόπουλου,  Ταξίδι στην Αρμενία του Όσιπ Εμίλιεβιτς Μαντελστάμ).

Κυκλοφορεί στα ελληνικά το πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του Βόλφγκανγκ Χέσνερ Άννα Αχμάτοβα: Η θυελλώδης ζωή μιας μεγάλης ποιήτριας (μτφρ. Ανίτα Συριοπούλου και Γιάννης Αντιόχου, εκδ. Μελάνι, 2007), στο οποίο, μέσα από την λεπτομερή διήγηση της ζωής της Ρωσίδας ποιήτριας, περιγράφεται ανάγλυφα (και αντικειμενικά κατά τη γνώμη μου) όχι μόνο το δικό της έργο αλλά επίσης το έργο, οι ιδέες και οι περιπέτειες των εκπροσώπων της Ρώσικης διανόησης πριν και μετά την Οκτωβριανή επανάσταση και κύρια την εποχή του Στάλιν. Και βέβαια, μέσα από την εξιστόρηση αυτή, περνά και η κοινωνική και πολιτική κατάσταση στην πολύπαθη Ρωσία την ίδια περίοδο.



 Η ζωή της στο παρακάτω ποίημα:
 
[Αυτή είμαι...]

Αυτή είμαι• σας εύχομαι μιαν άλλη, καλύτερη,
Δεν εμπορεύομαι πια την ευτυχία,
σαν τους τσαρλατάνους και τους χοντρέμπορους.
Όσο όλοι αναπαύονταν ειρηνικά στο Σότσι,
εμένα μ' επισκέπτονταν έρποντας τέτοιες νύχτες,
κι άκουγα να χτυπούν τέτοια κουδούνια!
Οι ανοιξιάτικες ομίχλες πάνω από την Ασία
και οι φοβερά ζωηρόχρωμες τουλίπες 
ύφαναν χαλί εκατοντάδες μίλια.
Ω, τι να την κάνω αυτή την αγν'ότητα
τι να την κάνω την απλή ακεραιότητα;
Ω, τι να κάνω μ' αυτούς τους ανθρώπους!
δεν τα κατάφερα ποτέ να μείνω θεατής,
για κάποιο λόγο πάντα εισερχόμουν 
στις πλέον απαγορευμένες ζώνες της ουσίας.
Ήμουν η θεραπεύτρια της τρυφερής ασθένειας,
η πιο πιστή φίλη των ξένων συζύγων
και πολλών συζύγων η απαρηγόρητη χήρα.
Το στεφάνι τα άσπρα μου μαλλιά δεν τ' απόκτησα ανάξια
και τα μάγουλα, καμένα από πυρκαγιά,
τρομάζουν τώρα τους ανθρώπους με το σκοτεινό τους χρώμα.
Πλησιάζει όμως το τέλος της περηφάνιας μου,
και θα χρειαστεί, όπως η άλλη - η μαρτυρική Μαρίνα -
να ξεδιψάσω πίνοντας το τίποτα...

(Το παραπάνω ποίημα σε μετάφραση της Τατιάνα Ντίκο είναι αντιγραφή από το ανθολόγιο Ξένη ποίηση του 20ού αιώνα, Ελληνικά Γράμματα, 2007).

Η Άννα Αχμάτοβα  πέθανε στις 5 Μαρτίου 1966.

Μερικές ηλεκτρονικές διευθύνσεις για την Αχμάτοβα: 

# Το Μουσείο Άννα Αχμάτοβα http://en.akhmatova.spb.ru/start.56.html   
# Anna Andreevna Akhmatova1889-1966 http://max.mmlc.northwestern.edu/~mdenner/Demo/poetpage/akhmatova.html  

# Anna Akhmatova’s Crucial Role in Modigliani’s Art (γνωστός ό έρωτας του Μοντιλιάνι για την Αχμάτοβα) http://www.modigliani-drawings.com/Akhmatova%27s%20crucial%20role.htm