Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θεοδώρου Βικτωρία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θεοδώρου Βικτωρία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2019

Η Βικτωρία Θεοδώρου γράφει για τον Τράικο, τον πατέρα της



Συνεχίζοντας το μικρό αφιέρωμα στη Βικτωρία Θεοδώρου που έφυγε πριν από 10 μέρες, θ' αναφερθώ στο βιογραφικό και αυτοβιογραφικό αφήγημά της "Τράικο" (Κέδρος, 1982). Τράικο ήταν ο πατέρας της, ο Τράικο Τόντορ Οροφτσάνωφ από το Βέλες της Βόρειας Μακεδονίας, κατά κόσμον (των Χανίων) Τράικο ή Ευστάθιος (Στάθης) Θεοδώρου. Ήταν λαϊκός ζωγράφος και αγιογράφος, εικόνες του υπάρχουν σε εκκλησίες στην πόλη των Χανίων και στα Τοπόλια Κισσάμου, το χωριό της γυναίκας του.

Ο Τράικο ήταν γιος βιοπαλαιστών και εγγονός χαϊντούκων*. Γεννήθηκε το 1886. Έφυγε κυνηγημένος από τον τόπο του και βρέθηκε στον Πύργο Ηλείας, όπου κάποιος καλός άνθρωπος με το όνομα Καραβασίλης τον πήρε κοντά του και  του 'δωσε μπογιές να ζωγραφίζει όταν αντιλήφθηκε το ταλέντο του. Ύστερα, ο Τράικο έφυγε για την Αθήνα, γνώρισε τη Μαρία από τα Χανιά, παντρεύτηκαν και κατέβηκαν στην Κρήτη, στα Τοπόλια** Κισσάμου, το χωριό της Μαρίας. Έκαναν τρία παιδιά. Το 1927 έφυγε στα καράβια να βρει καλύτερη τύχη, μα γύρισε πίσω γρήγορα και ξαφνικά, αγνώριστος, αδύναμος, σχεδόν σακάτης.

Ο λαουτιέρης Μανώλης Θεοδωράκης ή Θεοδωρομανώλης, αδελφός της Βικτωρίας Θεοδώρου (Πηγή: https://www.youtube.com/watch?v=dPghJ9AMukk.
Και άλλη φωτογραφία εδώ: http://rebetcafe.blogspot.com/2010/10/blog-post_5124.html
)

Η μικρή Βικτωρία θυμάται που επισκεπτόταν τον πατέρα της στο ατελιέ του. Και τον καμάρωνε.

Γέροι Χανιώτες θυμούνται ακόμα τον ωραίο αυτό τύπο, το "Σέρβο" ζωγράφο, τον κοινωνικό και προοδευτικό ξένο και το μαγαζί του στα "παπλωματάδικα", ανάμεσα στο "Κρύο Βρυσάλι" και τον "Κάτωλα".

Μένανε στη συνοικία της Νέας Χώρας. Να πώς την περιγράφει:

Η γειτονιά αυτή απλωνόταν σιγά σιγά κι ετράνευε με τη συγκέντρωση φτωχών χωρικών από τις ανατολικές επαρχίες που αφήνοντας τα χωριά τους, έρχονταν στη χώρα για να βρουν καλύτερη μοίρα και να τρων άσπρο ψωμί. Οι περισσότεροι κατάληγαν προλετάριοι και οι γυναίκες τους παραδουλεύτρες ή χορτομαζώχτρες. Αυτός ήταν ο λόγος που οι Χανιώτες, από τον Άγιο Κωνσταντίνο και κάτω, θεωρούσαν τους φιλόπονους αυτούς ανθρώπους κατώτερους και τη συνοικία τους "λαϊκή", με σημασία περιφρονητική. Κι όμως τα φτωχά εκείνα σπίτια, τα περισσότερα χτισμένα από τα ίδια τοςυ τα χέρια, έλαμπαν από την πάστρα, στολισμένα με υφαντά και νταντέλες, με γλάστρες μυριστικά και λουλούδια.Με κληματαριές και με πολλές μουριές, για τα σπιτικά μεταξαριά τους...

Η Νέα Χώρα είναι συνοικία με ιστορία, με συμμετοχή των ανθρώπων της στους εργατικούς αγώνες και στην Εθνική Αντίσταση. Συνεχίζει η Βικτωρία Θεοδώρου:

Ήταν γύρω στα 1930 όταν φούντωνε το εργατικό κίνημα στα Χανιά. Το παραθαλάσσιο καφενείο του "Φραγκιού" δυτικά από το μεγάλο λιμάνι, πέρα στο λιμανάκι με τις τράτες και τις βάρκες, καθώς ήταν απόμερο είχε γίνει το "στέκι" των εργατών και των ψαράδων. Αριστερά του η ερημιά του εβραϊκού νεκροταφείου, τα "Εβραίικα", όπου τις νύχτες εσφάνταζε και ψυχή δεν τολμούσε να περάσει από κει. Από το μικρό ιστορικό αυτό καφενείο ξεκίνησε το κίνημα στη δικτατορία του 1936. ***

Παρακάτω, εμφανίζονται μερικές ζωγραφιές  και εικόνες του πατέρα της που περιέχονται στο βιβλίο.










--------------------------------------------------------------------------------

Σημειώσεις

* Χαϊντούκοι ήταν για τις σλαβικές περιοχές οι παράνομοι, οι φυγάδες, οι αντάρτες, ό,τι οι κλέφτες και αρματωλοί στην Ελλάδα ή και οι χαϊνηδες στην Κρήτη. Η ετυμολογία της λέξης (хајдук) συνδέεται με την τουρκική haydut που σημαίνει ληστής, κλέφτης (βλ. και εδώ: https://www.wikiwand.com/en/Hajduk). Για την ετυμολογία της λέξης χαϊνης, στο Λεξικό του δυτικοκρητικού ιδιώματος του Αντ. Ξανθινάκη διαβάζουμε ότι προέρχεται από την τουρκική hain που σημαίνει προδότης, αχάριστος (το οποίο, βέβαια, προέρχεται από το αραβικό ḵẖāʼin με την ίδια σημασία).

** Για τα Τοπόλια, η Βικτωρία Θεοδώρου αναφέρει ότι είναι σλάβικο όνομα, προέρχεται από το τοπόλ που θα πει λεύκα. Και ο Μπαμπινιώτης το περιλαμβάνει στον "Επιλεκτικό πίνακα παλαιότερων ξενικής προελεύσεως όρων που εξελληνίστηκαν ή υποχώρησαν ή η χρήση τους δεν είναι ευρύτερα γνωστή", αναφέροντας το "τοπόλι" ως παλαιότερο δάνειο από το σλαβικής προέλευσης topol (λεύκα).

*** Η Νέα Χώρα είναι και ο δικός μου γενέθλιος μικρός τόπος και οι εικόνες από τη δεκαετία του '60 που θυμάμαι είναι σχεδόν ίδιες. Και πιο πολύ θυμάμαι τις μουρνιές στα πεζοδρόμια της Ακτής Κανάρη. Απέναντι, στην αρχή της παραλίας, ήταν το καφενείο του Φραγκιού. Τον θυμάμαι μεγάλο. Τώρα, βέβαια, το καφενείο δεν υπάρχει και δύσκολα εντοπίζω πού ήταν το πατρικό μου εκείνο, η ομορφιά όμως της συνοικίας δεν χάνεται, όπως και η ιστορία της και οι μνήμες που κρατούν τους ανθρώπους ζωντανούς.

Δευτέρα 18 Φεβρουαρίου 2019

Η Βικτωρία Θεοδώρου για τους ουράνιους και μοιρασμένους ποταμούς

Βικτωρία Θεοδώρου (Πηγή: "Ο Σίσυφος", τεύχ. 2, Ιούλ.-Δεκ. 2011)

Ο Κεδρισός ουράνιος είναι ποταμός
στην Κυδωνία ρέει το είδωλό του,
παραπλανά τις λεύκες ασημένιος.
Εκεί επάνω τρέχει και παφλάζει
στης εκβολής του την παλίνδρομη φυγή,
εκεί μαζεύονται οι ψυχές που αφήσανε
το κάλλος τους το κέλυφός τους.


Ο φλοίσβος είναι λέξη του νερού
η τρικυμία είναι της τρίαινας.
Η θάλασσα ανοιχτή κι απέραντη
με τ' αναρίθμητά της άλφα.

Η Βικτωρία Θεοδώρου γράφει συχνά για τον γενέθλιο τόπο της τα Χανιά. Και για τη γειτονιά της τη Νέα Χώρα και για τον Κλαδισό ποταμό, τον Κεδρισό της αρχαιότητας, τον ποταμό στην άκρη της Νέας Χώρας, στη δυτική άκρη της πόλης. Κι όταν γράφει για τις ψυχές που αφήσανε το κάλλος τους στον ποταμό της Κυδωνίας, είμαι σίγουρη πως γράφει για την ψυχή της Βαγγελιώς της Κλάδου, της νεαρής δασκάλας από τ' Ανώγεια, της αγωνίστριας που βρήκαν σκοτωμένη και κρεμασμένη στον Κλαδισό το 1949. Και ξανάρχεται σ' αυτήν, μ' άλλο ένα ποίημά της, το "Παλιό τραγούδι" στη συλλογή "Βορεινό προάστιο" (Ποιήματα, εκδόσεις Γαβριηλίδη 2008):

Επάνω σε μια τάβλα την έχουν ξαπλωμένη
τ΄άσπρα της χέρια σέρνουνται στο χώμα, στα χαλίκια
σέρνεται κι η πλεξούδα της στη σκόνη
κι η φούντα της σαν σκούπα ολόχρυση το δρόμο καθαρίζει
και σκουπισμένο τον αφήνει απ΄ τ΄ αγκαθόξυλα
για να περνούν ξυπόλητοι και ποδεμένοι,
όσοι την παν νεκροί να την πομπέψουνε
στου Κλαδισού την ποταμιά.
Θανάτου αέρας σήκωσε τα σωθικά της
ξωπίσω της πολλοί, κι αδέλφια ακόμα, τηνε περιγελούν
και την πρησμένη της κοιλιά κεντούν μ΄ ένα καλάμι …
Τ΄ αχείλι της σκισμένο δεν σαλεύει
να δώσει πάλι δίκια απόκριση στα όσα της λέγαν
σε μας παράδωσε το μετερίζι της τιμής της.
Ήταν εκεί κι η μάνα μου κι άλλες μανάδες
όπου πρωί-πρωί τις σύρανε να δούνε την ντροπή

να δούνε τι μας καρτερεί και μας που ανταρτέψαμε*
.....................................................................................

(ακούγεται να το απαγγέλλει εδώ: http://elpenor.gr/index.php/2013-11-22-08-55-56/2013-11-22-09-01-17/39-2013-11-22-12-32-24).

Γράφει και για τον γενέθλιο τόπο του πατέρα της, το Βέλες της Βόρειας Μακεδονίας. Ο πατέρας της, ο Τράικο, ήταν λαϊκός ζωγράφος και αγιογράφος. Γράφει για τον τόπο του:

Είδα το Βέλες**
από τα χιόνια του να φέγγει
στους γυμνούς λόφους κρατημένο
όπως παιδί στης μάνας του το στήθος
ώρα πολέμου, ώρα αποκλεισμού.

Στάζουν οι στέγες του και κρύσταλλα
ματώνουν το μουντό πρωί
στις ράγες στο σταθμό χειμώνας
στους ώμους του Άγγελου το χιόνι.

Τον Κόστα Ράτσιν
είδα να ταλαντεύεται να πέφτει
καθώς πουλί, την τουφεκιά ν΄αντιλαλεί
να τον θρηνούν του Λόπουσνικ οι οξιές
όχι στον ύπνο μου – ύπνο δεν έχω.

Το Βέλες σκέφτομαι
κι αυτόν τον μοιρασμένο ποταμό του
που παρασύρει ατάραχος τους ρύπους
περιφρονά τις έριδες, τις βίζες.
Ενωτικός, αγαθοδαίμων.


(από τη συλλογή "Ευνοημένοι", Εκδόσεις Καστανιώτη 1998)

Λίγα λόγια στη μνήμη της Χανιώτισσας ποιήτριας και πεζογράφου Βικτωρίας Θεοδώρου. Έφυγε πριν λίγες μέρες, πλήρης ημερών, στο γραφείο μου αδιάβαστο ακόμη περιμένει το "Γαμήλιο δώρο" (Γνώση, 1995), στη βιβλιοθήκη όλα τ' άλλα περίμεναν δυο λόγια να 'γραφα, ίσως το καταφέρω. 

Για την ώρα, κρατώ τα τελευταία λόγια από το αυτοβιογραφικό της βιβλίο "Δραπέτις" (Κεδρισός, 2011):

Η οδύνη είναι το πολύτιμο κονίαμα που μας χτίζει και μας στερεώνει στον κόσμο. Το βιος και το έχει μας που θέλει να δαπανηθεί. Είμαστε γενναιόδωροι επειδή δοκιμαστήκαμε, επειδή γνωρίσαμε.
Έχουμε να δώσουμε, γιατί συσσωρεύσαμε πολλή πείρα. Η θητεία στα βάσανα μας έκανε πλούσιους. Καθάρισε την όρασή μας για να βλέπουμε μακριά.

Βικτωρία Θεοδώρου: Χειρόγραφο βιογραφικό
(Πηγή: "Ο Σίσυφος", τεύχ. 2, Ιούλ.-Δεκ. 2011)

---------------------------------------------------------------------------------------------
Σημειώσεις

* Αγωνίστρια και ανυπότακτη η ίδια, "γνώρισε" τόπους εξορίας, Τρίκερι, Μακρόνησο, Χίο...

**  Στις σημειώσεις στο τέλος του βιβλίου διαβάζουμε: 
Βέλες: Πόλη χτισμένη στις όχθες του άνω Αξιού. 
Κόστα Ράτσιν: Ποιητής-ήρωας της Αντίστασης, 1908-1943. Γεννήθηκε στο Βέλες.

Η αναφορά στον Κόστα Ράτσιν μου θύμισε το τραγούδι "η Μίρκα η Σλάβα" σε στίχους Ευάγγελου Ζάχου (του γνωστού - και - ανθρωπολόγου Ευάγγελου Ζάχου-Παπαζαχαρίου) από τον δίσκο "Η μαστοράντζα του Ερντεμπιλ" των Χειμερινών Κολυμβητών. Συνειρμοί...

Τετάρτη 21 Μαρτίου 2012

Τί νέο υπάρχει, της Βικτωρίας Θεοδώρου

Τί νέο υπάρχει που να μήν
το ψηλαφίσαμε, ποια οράματα μάς διαφύγαν
και τί είναι ΝΕΟ, τί όραμα, εκτός
από την περιπλάνησή μας.

Δεν απαιτούμε βάθρο ούτε δάφνη
στα μουσεία με τις αράχνες.
Αλλά τί νέο, ποιο όραμα νέο
θα επιφοιτήσει τώρα
σε πύρινα μαλλιά, ή μήπως
ήρθε των οραματισμών το τέλος;

(από την ποιητική συλλογή "Ευνοημένοι", εκδ. Καστανιώτη 1998). 

Περισσότερα για τη Χανιώτισσα ποιήτρια, εδώ.