Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Lispector Clarice. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Lispector Clarice. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 6 Απριλίου 2017

Η Λαλάντ της Κλαρίσε Λισπέκτορ: Κοντά στην άγρια καρδιά



"....Ήτανε μόνος, ξεχασμένος απ' όλους, ευτυχισμένος κοντά στην άγρια καρδιά της ζωής. Ήτανε μόνος και νέος, γιομάτος θέληση και αγριάδα, μονάχος μες στην ερημιά του ελεύθερου αέρα, των αρμυρών νερών, ολομόναχος ανάμεσα σε κοχύλια και σε φύκια που φέρνει η θάλασσα μπρος στο μουντό φως του ήλιου και σε χαρούμενες μορφές παιδιών και νέων κοριτσιών, τριγυρισμένος από παρθενικές και παιδικές φωνές που αντηχούσαν στον αέρα..."

Έτσι γράφει ο Τζέιμς Τζόυς στο έργο του "Το πορτραίτο του καλλιτέχνη"

(στα αγγλικά αντίστοιχα: He was alone. He was unheeded, happy, and near to the wild heart of life)

Από αυτή την αναφορά έδωσε τίτλο στο πρώτο της βιβλίο η Κλαρίσε Λισπέκτορ, η Εβραία ουκρανικής καταγωγής Βραζιλιάνα συγγραφέας, η μεγάλη μάγισσα της βραζιλιάνικης λογοτεχνίας, όπως την αποκαλούν.  Το 2016 κυκλοφόρησε στα ελληνικά το τελευταίο της βιβλίο "Η ώρα του αστεριού" για το οποίο μέγραψα πρόσφατα. Το βιβλίο "Κοντά στην άγρια καρδιά" κυκλοφόρησε στα ελληνικά το 2008 από τις εκδόσεις Τυπωθήτω σε μετάφραση Αμαλίας Ρούβαλη.

Ίδια εσωτερική γραφή με το τελευταίο της βιβλίο. Πρωταγωνίστρια εδώ η Ζουάνα, παιδί ακόμη έχασε τη μητέρα της, ο πατέρας της την έδωσε σε κάποιους θείους να τη μεγαλώσουν, ήταν περίεργο παιδί, αυτοί όμως τη θεωρούσαν και επικίνδυνο παιδί, γι' αυτό την έστειλαν εσώκλειστη σε σχολείο. Αργότερα γνώρισε και παντρεύτηκε τον Οτάβιου.

Η Ζουάνα ήταν "λεπτή σαν πευκάκι, πολύ θαρραλέα επίσης". Μα ήταν και "τόσο δυστυχισμένη που, ενώ θεωρούσε τον εαυτό της δυνατό, δεν ήξερε τι να κάνει τη δύναμή της κι έβλεπε να χάνεται το κάθε λεπτό αφού δεν το είχε προσανατολίσει προς κάποιο σκοπό". Ήταν μια γυναίκα που κανείς δεν σκέφτηκε να της δώσει αγάπη, μια γυναίκα που έζησε τη ζωή της "διψασμένη σαν μια παρθένα". "Είναι χαραγμένο μέσα μου, μονολογούσε, πως η μοναξιά προέρχεται από το ότι κάθε κορμί διαθέτει αθεράπευτο το δικό του τέλος..."

Ξεχωρίζει το καλό απ' το κακό με το σεξπηρικό να ζεις ή να μη ζεις.

"Καλό είναι να ζεις..." ψέλλισε η Ζουάνα... "Κακό είναι να μη ζεις..."
"Να πεθαίνεις;" ρώτησε εκείνος.
"Όχι, όχι", βόγκηξε η Ζουάνα... "Κακό είναι να μη ζεις, μόνο αυτό. Να πεθαίνεις είναι άλλο ..."

Η Ζουάνα έπαιζε ολόκληρα απογεύματα με μία λέξη και μάλιστα επινοούσε λέξεις. Μια από αυτές ήταν η λέξη Λαλάντ. Και τη ρωτά ο Οτάβιου:

"Έλα, ξαναπες τι είναι Λαλάντ", παρακάλεσε τη Ζουάνα.
"Είναι σαν δάκρυα αγγέλου. Ξέρεις τι είναι τα δάκρυα του αγγέλου; Είναι ένα είδος μικρούλη νάρκισσου, και το ελαφρότερο αεράκι τον κουνάει δώθε-κείθε. Η Λαλάντ είναι η θάλασσα το χάραμα, όταν κανένα βλέμμα δεν έχει κοιτάξει ακόμα την παραλία, όταν ο ήλιος δεν έχει γεννηθεί. Κάθε που λέω: Λαλάντ, πρέπει να νιώθεις τη δροσερή κι αλμυρή δόνηση της θάλασσας, πρέπει να περπατήσεις καταμήκος της σκοτεινής ακόμη παραλίας, αργά-αργά, γυμνός. Αυτομάτως θα αισθανθείς τη Λαλάντ... Μπορείς να με πιστέψεις, είμαι από τους ανθρώπους που γνωρίζουν πολύ καλά τη θάλασσα".

Κι επειδή έγινε πολύς λόγος για την ταινία La la Land, είχα την απορία τι σημαίνει, αν σημαίνει κάτι. Σκεφτόμουν ότι θα ήταν η χώρα του λα λα, δηλαδή η χώρα των φευγάτων. (Την είδα την ταινία, η πρωταγωνίστρια μπορεί να πει κανείς ότι ήταν κι αυτή στον κόσμο της, ήταν βέβαια μιούζικαλ, άρα το ... το λαλαλαλα υπήρχε έτσι κι αλλιώς...)

Και πραγματικά, στο λεξικό Merriam-Webster διαβάζω τον ορισμό για το la-la land:

the mental state of someone who is not aware of what is really happening (δηλαδή, η διανοητική κατάσταση κάποιου που δεν ξέρει τι πραγματικά συμβαίνει)

ενώ προσθέτει στη συνέχεια για το La-La Land

used as a nickname for Los Angeles, California (χρησιμοποιείται ως παρανόμι για το Λος Άντζελες).

Ενώ στο λεξικό του Cambridge, στο λήμμα la-la-land διαβάζω:

to think that things that are completely impossible might happen, rather than understanding how things really are

με συνώνυμα όπως fantasy, untruth, false hopes, cloud cuckoo land, σαν να λέμε δηλαδή όταν πετάς στα σύννεφα...

Έτσι, τελικά, ήταν η Κλαρίς Λισπέκτορ μια μάγισσα που πετούσε στα ουράνια, ήταν μια επεναστάτρια και μεγάλη συγγραφέας πλάι στον Τζόυς και τον Μπόρχες; Ή ήταν μια παθολογικά αναίσθητη γυναίκα που σαν συγγραφέας δεν πρόσφερε  στους διψασμένους αναγνώστες την πλοκή, την ειρωνεία και το χιούμορ που επιζητούν, όπως έγραψε στην Telegraph τον Φεβρουάριο του 2014 ο Νίκολας Σαίξπηρ* στο άρθρο του με τίτλο Clarice Lispector: 'Morbidly insensitive'; Έτσι κι αλλιώς πάντως, αξίζει η γνωριμία μαζί της.

Αξίζει επίσης σε αυτό το βιβλίο και το πολύ ενδιαφέρον κείμενο της Αμαλίας Ρούβαλη, της μεταφράστριας, στο οποίο δίνει χρήσιμες πληροφορίες τόσο για τη συγγραφέα όσο και γενικότερα για τη βραζιλιάνικη λογοτεχνία που ίσως γνωρίζουμε λιγότερο από τη λογοτεχνία των άλλων λατινοαμερικάνικων χωρών. **
...........................................

Σημειώσεις

* Σημειώνεται με την ευκαιρία ότι ο Νίκολας Σαίξπηρ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας του μυθιστορήματος "Ο χορευτής του επάνω πατώματος" (το οποίο αναφέρεται, χωρίς να το κατονομάζει, στο Φωτεινό Μονοπάτι, την αντάρτικη οργάνωση που έδρασε στο Περού στη δεκαετία του '80 και που έχει γίνει ταινία με σκηνοθέτη τον Μάλκοβιτς και πρωταγωνιστή τον Μπαρδέμ, αξίζουν και τα δύο).

** Και με αυτή την έννοια, με χαρά διάβασα το άρθρο του (επίσης μεταφραστή και πολύ καλού γνώστη θεμάτων λογοτεχνίας) Κώστα Αθανασίου στην Εποχή (27/3/2017) με τίτλο "Κλασική λογοτεχνία από τη Βραζιλία" όπου παρουσιάζει δύο βιβλία του σπουδαίου και πρωτοπόρου βραζιλιάνου συγγραφέα Ζοακίμ Μαρία Μασάντο ντε Ασίς του 19ου αιώνα παρακαλώ (και για τον οποίο είχα πρωτοδιαβάσει στο κείμενο της Ρούβαλη). Και τα δύο από τον Δαρδανό, το ένα σε μετάφραση της ... πεσοϊκής (και όχι μόνο) Μαρίας Παπαδήμα και το άλλο του Νίκου Πρατσίνη. Νομίζω αξίζει να τα αναζητήσουμε. Και το ντόμινο ανάγνωσης τέλος δεν έχει...

Παρασκευή 24 Μαρτίου 2017

Η ώρα του αστεριού, της Κλαρίσε Λισπέκτορ: η ώρα των φτωχών κοριτσιών του Νορντέστε




Μια παράξενη ιστορία, παράξενη γραφή, πρωτότυπη γραφή. Μια ιστορία για το πώς γράφεται μια ιστορία. Αρχίζει σιγά σιγά, σαν ένα σχεδίασμα πάνω στην επινόηση της ιστορίας και της ηρωίδας της Νορντεστίνας. 

"...Και να που φόβος με κυρίευσε με το που έβαλα τη Νορντεστίνα σε λέξεις. Και το ερώτημα είναι: πώς γράφω; Βεβαιώνω πως γράφω εξ ακοής, όπως έμαθα αγγλικά και γαλλικά εξ ακοής. Πρόγονοί μου στη γραφή; Είμαι ένας άνθρωπος με περισσότερα χρήματα από εκείνους που πεινάνε, πράγμα που με κάνει κατά κάποιον τρόπο ανειλικρινή.

... Οχι, δεν είναι εύκολο να γράφεις. Είναι σκληρό σαν να σπας βράχους. Αλλά πετάγονται σπίθες και σχίζες σαν ατσάλι που λαμποκοπά. 

Αχ, πώς φοβάμαι να ξεκινήσω και να μην ξέρω ακόμη ούτε καν το όνομα της κοπέλας..."

Νορντεστίνα, η κοπέλα από το Νορντέστε, βορειοανατολικά της Βραζιλίας, την περιοχή που πρώτοι εξερεύνησαν οι Πορτογάλοι, την περιοχή με πλούσιο λαϊκό πολιτισμό και πλούσιο φυσικό περιβάλλον, αλλά και την περιοχή που παραμένει η φτωχότερη στη Βραζιλία.

"Σαν τη Νορντεστίνα υπάρχουν χιλιάδες κοπέλες σκορπισμένες σε τρώγλες, νοικιάζοντας ένα κρεβάτι σε κοινή κάμαρη, να εργάζονται πίσω από θυρίδες μέχρι εξόντωσης..."

Η ώρα του αστεριού (Αντίποδες, 2016). Το τελευταίο βιβλίο της Κλαρίσε Λισπέκτορ (1920-1997), της Εβραίας Ουκρανικής καταγωγής Βραζιλιάνας συγγραφέα που έχει ονομαστεί και συγγραφέας-μάγισσα για τις παράξενες (;) ιστορίες της. Το τελευταίο βιβλίο της είναι λένε και το πιο πολιτικό (λες και το πολιτικό στη λογοτεχνία μπορεί να έχει όρια και και διακριτικά). 

Επινοεί έναν άντρα για συγγραφέα που αναζητά την ιστορία και την κοπέλα που θα πρωταγωνιστήσει. Και γράφει για τη Μακαμπέα, το φτωχό κορίτσι από την πάμφτωχη περιοχή Αλαγκόα του Νορντέστε, που κοιμάται σε ένα δωματιάκι με πολλά άλλα κορίτσια, που τρώει μόνο χοτ-ντογκ, που η μόνη της πολυτέλεια ήταν μια γουλιά κρύου καφέ πριν κοιμηθεί, που πάει στη χαρτορίχτρα για να της πει τη μοίρα της και που τελικά...

Αλλά, ας μην πω όλη την ιστορία, αξίζει να τη διαβάσει κανείς. Μια ιστορία για τη φτώχεια των κοριτσιών της περιοχής αυτής της Βραζιλίας και η μοίρα η προδιαγεγραμμένη (;). Όπου φτωχός κι η μοίρα του, σκέφτηκα μόλις έφτασα στο τέλος της ιστορίας. Και τι μένει τελικά; Μια πίκρα για τη μοίρα των κοριτσιών αυτών. 

Μήπως μια πίκρα για τη μοίρα των γυναικών συνολικά; Μήπως αυτό το μήνυμα ήθελε να δώσει η συγγραφέας; Δεν ξέρω, ίσως... Αυτοβιογραφικό μήπως; Ίσως... Γράφει στη σελίδα 38:

"Όμως εγώ έχω πλήρη επίγνωση της ύπαρξής της: μέσω της νέας αυτής ουρλιάζω τον δικό μου τρόμο στη ζωή. Στη ζωή που αγαπάω τόσο."

Και να πώς τελειώνει:

"Θεέ μου, τώρα μονάχα θυμήθηκα πως πεθαίνουμε Μα - μα κι εγώ ακόμη;!

Να μην ξεχνάμε πως προς το παρόν είναι η εποχή για φράουλες.  

Ναι."

Το είπα, η ιστορία ειναι παράξενη. Υπαρξιακή; Πολιτική; Κοινωνική; Αλλιώτικη; Ανθρώπινη; 
Όλα μαζί. Αλλά, αξίζει να διαβαστεί. Και ... τι σύμπτωση, είναι κι εδώ τώρα η εποχή για φράουλες...

Θέλω να πω δυο λόγια και για το ίδιο το βιβλίο. Καταρχάς, τα κείμενα που συνοδεύουν την ιστορία, τόσο το επίμετρο της Ελέν Σιξού με τίτλο "Ο συγγραφέας και η αλήθεια" όσο και τα δύο κείμενα του μεταφραστή Μάριου Χατζηπροκοπίου με τίτλο "Εργοβιογραφικό" και "Σημείωμα", είναι πολύ ενδιαφέροντα και πολύ χρήσιμα, δίνοντας πληροφορίες για το έργο και για την προσωπικότητα της συγγραφέα που είναι λίγο γνωστή μέχρι σήμερα στη χώρα μας. (Πρέπει βέβαια να πω ότι στις εκδόσεις Τυπωθήτω είχε ήδη από το 2008 εκδοθεί το πρώτο βιβλίο της Λισπέκτορ "Κοντά στην άγρια καρδιά" με μετάφραση Αμαλίας Ρούβαλη, το έχω διαβάσει και είναι επίσης εξαιρετική δουλειά). 

Και τέλος, να σημειώσω ότι, συνολικά, είναι μια όμορφη, καλαίσθητη έκδοση, από ένα νέο εκδοτικό, που δείχνει να σέβεται και να θέλει να υπηρετήσει την παράδοση των καλών εκδοτικών της χώρας μας, με σεβασμό στην ποιότητα, όχι μόνο του περιεχομένου, αλλά και της συνολικής εμφάνισης του βιβλίου, με σεβασμό στο βιβλίο ως έννοιας  και ως ιδέας και, τελικά, με σεβασμό στον αναγνώστη.