Η μικρή κουκουβάγια ήτανε πάντα εκεί
σκαρφαλωμένη στ’ ανοιχτάρι τ’ Άγιου Μάμα,
παραδομένη τυφλά στο μέλι του ήλιου
εδώ ή αλλού, τώρα, στα περασμένα: χόρευε
μ’ ένα τέτοιο ρυθμό το φθινόπωρο.
Άγγελοι ξετυλίγανε τον ουρανό
και χάζευε ένας πέτρινος καμαροφρύδης
σε μια γωνιά της στέγης.
Τότες ήρθε ο καλόγερος· σκουφί, κοντόρασο, πέτσινη
ζώνη,
κι έπιασε να πλουμίζει την κολόκα.
Άρχισε απ’ το λαιμό: φοινικιές, λέπια, και δαχτυλίδια.
Έπειτα, κρατώντας στην πλατιά παλάμη τη στρογγυλή
κοιλιά,
έβαλε τον παραυλακιστή, τον παραζυγιαστή, τον παραμυλωνά,
και τον κατάλαλο·
έβαλε την αποστρέφουσα τα νήπια και την αποκαλόγρια·
και στην άκρη, σχεδόν απόκρυφο, τ’ ακοίμητο σκουλήκι.
Ήταν ωραία όλ’ αυτά, μια περιδιάβαση.
Όμως το ξύλινο μαγγανοπήγαδο – τ’ αλακάτιν,
κοιμισμένο στον ίσκιο της καρυδιάς
μισό στο χώμα και μισό μέσα στο νερό,
γιατί δοκίμασες να το ξυπνήσεις;
Είδες πώς βόγκηξε. Κι εκείνη την κραυγή
βγαλμένη απ’ τα παλιά νεύρα του ξύλου
γιατί την είπες φωνή πατρίδας;
Το παραπάνω ποίημα του Γιώργου Σεφέρη με τίτλο «Λεπτομέρειες στην Κύπρο» περιλαμβάνεται στη συλλογή «Ημερολόγιο καταστρώματος, Γ΄». Εδώ το αντέγραψα από την έκδοση «Ποιήματα» (Ίκαρος, 1998). Ο Γιώργος Σεφέρης γεννήθηκε στις 29 Φεβρουαρίου του 1900. Την ίδια χρονιά γεννήθηκε και ο Αδαμάντιος Διαμαντής, ένας από τους σημαντικότερους Κύπριους καλλιτέχνες στον οποίο αφιερώνει το ποίημα ο Σεφέρης. Οι δυο τους ήταν πολύ φίλοι και μάλιστα η παραπάνω εικόνα είναι το εξώφυλλο έκδοσης του ζωγράφου με πηγές και στοιχεία σχετικά με το ποίημα αυτό. Μια πολύ ενδιαφέρουσα εργασία για τη σχέση ποιητή και ζωγράφου αλίευσα από το Διαδίκτυο και αξίζει να διαβαστεί (εδώ: http://users.sch.gr/achrono/wordpress/wp-content/uploads/2018/11/Seferis-Diamantis.pdf). Από την ίδια πηγή είναι και τα παρακάτω έργα του Διαμαντή.
Ο καλόγερος Παπακωνστάντινος, έργο του Διαμαντή, εμπνευσμένο από το ποίημα του Σεφέρη |
Λεφκοκάρκα που θα πει φουντούκια, έργο του ζωγράφου για τον ποιητή (κι επειδή δεν έχω ξανασυναντήσει τη λέξη αυτή, δεσμεύομαι να αναζητήσω πληροφορίες) |