Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα διακρίσεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα διακρίσεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2018

Πάκο Γιούνκε, του Σέσαρ Βαγιέχο: για την παιδική βία και την κοινωνική ανισότητα όπως πάντα...




Ο Σέσαρ Βαγιέχο ήταν σπουδαίος Περουβιανός ποιητής, τον κατατάσσουν στους σουρρεαλιστές, λένε ακόμη ότι ήταν ο σπουδαιότερος ποιητής της Λατινικής Αμερικής, οπωσδήποτε τον βάζουν δίπλα στον Πάμπλο Νερούντα, ο οποίος εμπνεύστηκε απ' αυτόν, του αφιέρωσε μάλιστα μια ωδή. Είχα γράψει για τον Βαγιέχο μια ωραία ιστορία που αναφέρει ο Γκαλεάνο στο "Βιβλίο των εναγκαλισμών". Από την ποίηση του Βαγιέχο έχει εμπνευστεί ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου τον "Διάφανο" :

Στου δειλινού την άκρη αποκοιμήθηκα σαν ξένος, 
σαν ξενάκι, σαν πάντα ξένος 
κι ήρθε και κατακάθησε πάνω μου σα σεντόνι 
όλη της γης η σκόνη, 
όλη της γης η σκόνη...


Όμως, εδώ μιλούμε για τον πεζογράφο Σέσαρ Βαγιέχο και τη νουβέλα, ή κατ' άλλους παιδικό αφήγημα, Πάκο Γιούνκε (Εκδόσεις των Συναδέλφων, 2017). Θάλεγε κανείς ότι η ιστορία είναι βγαλμένη από την ίδια την παιδική και νεανική ζωή του Βαγιέχο, που ήταν μέσα στη φτώχεια, την κακή υγεία και τα κυνηγητά για πολιτικούς λόγους. Οπωσδήποτε, είναι μια ιστορία για τους φτωχούς, για τους φτωχούς και τους πλούσιους, για τους αφέντες και τους υπηρέτες τους, μια ιστορία για τις διακρίσεις. Αλλά και μια ιστορία για τη βία στην παιδική ηλικία και μια ιστορία για τον φόβο, αυτών που υφίστανται τη βία και αυτών που παρακολουθούν από απέναντι ή από δίπλα. Στην απλότητά της, είναι μια ιστορία για τον σχολικό εκφοβισμό, το μπούλινγκ, η οποία γράφτηκε το 1931! 

Η ιστορία αναφέρεται στην κακοποίηση ενός μαθητή, του Πάκο, από τον συμμαθητή του Ουμπέρτο, στο σπίτι του οποίου εργάζεται η μητέρα του πρώτου ως παραδουλεύτρα. Οι συμμαθητές διχάζονται, ο δάσκαλος μάλλον αγνοεί το πρόβλημα για να μην τα χαλάσει με τον πλούσιο πατέρα που έχει την εξουσία του χρήματος, αλλά και η ίδια η μητέρα του Πάκο παρακολουθεί με συγκατάβαση την κακή συμπεριφορά του Ουμπέρτο στο γιο της για να μην χάσει τη δουλειά της.

Έχει συζητηθεί η εξέλιξη και το τέλος της ιστορίας, αλλά αυτό καλύτερα να το δει κανείς διαβάζοντας το βιβλίο.

Το έργο έχει μεταφραστεί από ομάδα μεταφραστών στο πλαίσιο προγράμματος μετάφρασης με την επιμέλεια του Νίκου Πρατσίνη. Η αλήθεια είναι ότι η συλλογική μετάφραση είναι ένα ενδιαφέρον εγχείρημα, τόσο γλωσσικά αλλά και ως προς τον τρόπο αντίληψης και προσέγγισης του πρωτότυπου έργου  (είχα παροσυσιάσει ακόμη ένα παλαιότερα). Σε μια άλλη συζήτηση, βέβαια, θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για τον ρόλο του μεταφραστή και τη σχέση του ως προς αυτή την αντίληψη και προσέγγιση του πρωτότυπου έργου, αλλά και του ίδιου του συγγραφέα του. Οι μεταφραστές αυτού του εγχειρήματος είναι: Κατερίνα Δημητροπούλου, Χαράλαμπος Θεοδόσης, Μαρία Καραλή, Ντίνα Κιοσέ, Άννα Λυράκη, Νίκος Πρατσίνης, Σοφία Σίμου, Σοφία Φερτάκη.

Ο Νίκος Πρατσίνης υπογράφει και το επίμετρο, στο οποίο διαβάζουμε για τον  συγγραφέα, για το έργο, αλλά και για τον ιθαγενισμό (indigenismo), το κίνημα για την ανάδειξη της ζωής και του πολιτισμού των ιθαγενών της Λατινικής Αμερικής.

Γράφει για το μπούλινγκ, για το οποίο μάλιστα θεωρεί αδόκιμη την απόδοση "σχολικός εκφοβισμός":

Υπήρχε, βέβαια, πάντοτε: πάντα κάποια παιδιά ήταν πιο αδύναμα και ευάλωτα ή πιο ευαίσθητα από τα άλλα, και τα παιδιά είναι σκληρά, ή μάλλον δεν έχουν μάθει ακόμη να μεταμφιέζουν τεχνηέντως τη σκληρότητά τους όπως οι μεγάλοι... Αυτό που "κάνει τη διαφορά" στο μπούλινγκ σήμερα είναι η αυξανόμενη και εμφανής κοινωνική ανισότητα και η συγκαλυμμένη δαιμονοποίηση της διαφορετικότητας, παρά τα κατά συνθήκην περί ανεκτικότητας κηρύγματα. Και στο "σκληρό παιχνίδι" παίρνουν μέρος όλοι, γονείς, παιδιά, δάσκαλοι, κοινωνικός περίγυρος, όλοι με τις παρωπίδες...

Επίκαιρο, λοιπόν, το έργο. Στη μνήμη του Ζαχαρία (Ζακ) Κωστόπουλου. Στη μνήμη του Βαγγέλη Γιακουμάκη. Στη μνήμη του δεκαπεντάχρονου που αυτοκτόνησε γιατί δεν είχαν μάθει οι συμμαθητές του να έχουν αναγνώριση και σεβασμό στη διαφορετικότητα. Αλλά και για τα παιδιά της Σάμου, της Χίου, της Λέσβου, της Θεσσαλονίκης, της Αθήνας, της Ελλάδας, τα παιδιά Ελληνάκια και τα παιδιά προσφυγάκια και για τους φράχτες που υψώνουν ανάμεσά τους. Μήπως να ξαναδιαβάσουμε το νεαρό Τέρλες του Μούζιλ; Ή τον Άρχοντα των μυγών του Γκόλντινγκ; Ή τον Τρομάρα του Βιζυηνού;

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2018

Μοίρα παράξενη και τύψη προσωρινή: από τα φαντάσματα της ελευθερίας του Μάρκου Μέσκου


Τέφρα χειμώνος και τέφρα συκιάς ακόμη
κουλουριασμένα φίδια στη σιωπή κι αρκούδες του ονείρου
    που χασμουριούνται
των αθώων αίμα πώς να μιλήσει ουσίες πραγμάτων που σιωπούν
ψυχούλες ξύπνησαν νωρίς και τα πουλιά το φως ανάβουν
    με το τσακμάκι

.............................................................................

Ζεστό ακόμη το φαρμάκι στα χείλη
δεν θέλω να φεύγεις, ιστορούσες, θέλω να 'ρχεσαι
όνειρο λησμονιάς που δεν χάνεται
μνήμη αχαντάκωτη και προζύμι που φουσκώνει καθώς ο μαστός
και καθώς γυρίζει ο μαστός ατέλειωτα χάδια και γάλα

φίδια πελώρια σέρνονται στο γιαλό, το μυστικό ποιος νωρίζει
μακριά τα όπλα σαν πεφτουν και τα σκεπάζει η σκόνη και η κλαγγή
δόρατα ασπίδες και δύναμη του στέρνου μέσα στη φωτιά
    τα χρόνια εκείνα

...............................................................................

Αγαπώ άρα κινδυνεύω
γιατί βαδίζω μέσα στην καρδιά μου


και να το μεσημέρι βόδι κουρασμένο
αμίλητο νερό μορφή του κόσμου μαλαματένια
στο δέντρο απάνω το πουλί τσιουρ-τσιουρ απομεσήμερο
και να το μυστικό της ροδιάς άνεμος περαστικός
παπαρούνα μαύρη παίζει λατέρνα γιατί ποτέ δεν φαντάστηκε 

    τα γηρατειά

φύτρο λευκό του ύψους άλογο
φορά πράσινη και λύγισμα νύφης δώδεκα χρονώ
(θηρίο αγάπη την σπαράζεις)
μακρύς μακρύς ο δρόμος σου καθώς της γκάιντας η φωνή
τραγούδια χωρίς λόγια τραγούδια χωρίς λόγια μακρινά

και να τρέχουν τα δέντρα στο παραθύρι χορεύουνε τα κυπαρίσσια
και να βυσσινιάς ανθός στην πλαγιά ο αέρας
στη γη ακουμπάν τόξα προβάτων, αγαπώ άρα κινδυνεύω.

Αγκαθωτά χωριά και σιωπή
πλάι του ποταμού βόσκουν πτηνά μονάχα
ώρα μοναδική καθώς αγγίζει την ουρά ζώου λουλούδι ταπεινό
τσόφλι της φτώχειας δαγκωμένο απ' τους απόντες και
τσιγγάνου κεραμίδι γαλάζιο ή βράχος που αλυσίδα δεν έχει

μα το κοράκι κρώζοντας έσπασε το τζάμι της ημέρας
χέρι που χάνεται μετά το σφίξιμο της γνωριμίας
μοίρα παράξενη και τύψη προσωρινή γιατί κάπου λησμονιέται
η μάνα η μεθυσμένη και η παπαρούνα η κόκκινη στην εξοχή

........................................................................................

Πλαστικό τραγούδι άνθος πλαστικό
κούφιος κοχλίας στη βροχή αφημένος
μοναξιά των τάφων Ελευθερία
μοναξιά των λουλουδιών Ελευθερία.

Το κυπαρίσσι επικήδειο πάντα
τίποτε δεν ταράζει το νερό.


Αντέγραψα το παραπάνω απόσπασμα από την ποιητική συλλογή του Μάρκου Μέσκου "Τα φαντάσματα της ελευθερίας" (Νεφέλη, 1998). Γιατί ο στίχος "Αγαπώ άρα κινδυνεύω" νιώθω να ταιριάζει στον Ζαχαρία (Ζακ) Κωστόπουλο, τον 33χρονο νέο που πριν από μια βδομάδα δέχτηκε μέχρι θανάτου πάνω στο σώμα του το μίσος και τη σκληρότητα του άλλου, του διπλανού του. Άραγε ήταν για μας τελικά ο νέος της διπλανής μας πόρτας; Ή μήπως απλώς, 

"Μοίρα παράξενη και τύψη προσωρινή"... 

κι ύστερα

"μοναξιά των τάφων Ελευθερία"

κι ύστερα

"τίποτε δεν ταράζει το νερό"!