Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πολυτεχνείο 73. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πολυτεχνείο 73. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 6 Ιουλίου 2024

Οδός Σόλωνος, της Νίκης Τρουλλινού: οδός ονείρων ή και χαμένων προσδοκιών;

Από ένα οδοιπορικό στη Σόλωνος και στους γύρω δρόμους των Εξαρχείων και της Νεάπολης, γυρνώντας πίσω στους δρόμους της γενέθλιας πόλης, στα Χανιά, και ύστερα για λίγο στους δρόμους της δεύτερης αγαπημένης πόλης, στο Ηράκλειο, η Νίκη Τρουλλινού ξεδιπλώνει μνήμες πίσω μπρος, από τη δικτατορία, τη Νομική και το Πολυτεχνείο, γυρίζει πιο πίσω και πιο πίσω και πάλι μπροστά και φτάνει μέχρι το σήμερα. Πρόκειται για το πιο πρόσφατο βιβλίο της Νίκης Τρουλλινού με τίτλο «Οδός Σόλωνος» (εκδ. Ποταμός, 2024), όπου σκιαγραφεί μέσα από 18 διηγήματα, όπως τα ονομάζει εκείνη, ιστορίες θα έλεγα εγώ, το οδοιπορικό στους τόπους και στα χρόνια. Ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης, γράφοντας έναν εξαιρετικό πρόλογο και με τα εργαλεία του ιστορικού που χρησιμοποιεί ο ίδιος,  αναγνωρίζει πως την εποχή εκείνη «μια άλλη εξίσου σημαντική διαδρομή λάμβανε χώρα, μια διαδρομή που οι σταθμοί της σχετίζονταν με ένα σύνολο κοινωνικών αντιλήψεων και πρακτικών». Τέτοιες εικόνες μας δίνει η Νίκη Τρουλλινού στο βιβλίο της.

Θυμίζεται πρόσωπα και γεγονότα, καταγράφει προσωπικές στιγμές, δεν νοσταλγεί ή μπορεί και να νοσταλγεί, εγώ ένιωσα κι έτσι, μια κι έχουμε ίδιες περίπου καταβολές και παρόμοιες εμπειρίες, ίδια γενέθλια πόλη, γνωστά και οικεία πρόσωπα περνούν από μπροστά μου καθώς γυρίζω τις σελίδες ή φαντάζομαι μην είναι ο τάδε και η δείνα...

Δεν ωραιοποιεί, δεν καταγγέλλει· καταγράφει, αστειεύεται, σαρκάζει και αυτοσαρκάζεται· περιγράφει την τοπογραφία μιας μεγάλης, ιστορικής γειτονιάς στο κέντρο της Αθήνας, ανάμεσα στα εμβληματικά πανεπιστημιακά ιδρύματα, το Μετσόβιο και το Καποδιστριακό, και αποτυπώνει μια εποχή. Κατηφορίζει στα Χανιά, μιλά για τις δυο συνοικίες της πόλης, τις Κόκκινες Μόσχες, τη Νέα Χώρα και τη Σπλάντζια, αναφέρει ονόματα και περιγράφει στιγμές. Κι εγώ θυμίζομαι κείνα τα χρόνια, τον επαναστατικό ενθουσιασμό και τις τρέλες της νεαρής ηλικίας. Εδώ στέκω περισσότερο στα Χανιά, ίσως από δική μου ανάγκη και νοσταλγία, μα όλες οι εικόνες και κυρίως αυτές γύρω από τη Σόλωνος είναι ίσως και οι πιο συνταρακτικές, οι πιο εμβληματικές εκείνων των χρόνων. 

Ανάκατες μνήμες, δεν προλαβαίνουν να σταθούν, λες κι η μια βιάζεται να περάσει μιαν άλλη, κάποια ονόματα βγαίνουν μπροστά, σαν το Βασίλη το Φθενάκη, πάντα γελαστό και πειραχτήρι, τους δυο Μήτσους (πώς δεν σκοτωθήκαμε κείνο το βράδυ που πήγαμε μαζί 6-7 άτομα νύχτα με ένα αυτοκίνητο στις Βουκολιές (κόκκινο χωριό κι αυτό τότε), τον Αντώνη τον Μπαλωμενάκη, το Μανώλη, τη Μαρία· θυμίζομαι το σύλλογο της Ξαστεριάς στα Χανιά και τη Φοιτητική Ένωση Κρητών στο Παγκράτι, το φροντιστήριο του Μπάτση με τον χημικό Θόδωρο Ξενάκη και τον φυσικό Γιάννη Παπαδομανωλάκη  και κείνο το βράδυ, ήταν Φλεβάρης του '73 κι εγώ στην Στ' Γυμνασίου, ακούγαμε ψιθυριστά τα νέα της Νομικής, τα νέα της Καρυστιάνη που την είχαμε ηρωίδα και πρότυπο· θυμίζομαι τους χορούς και τα πανηγύρια στο φροντιστήριο της Αλέκας (η Αλέκα Μαρκογιαννάκη ήταν φιλόλογος, πολύ δραστήρια έως επαναστάτρια στα μάτια μας τότε, αργότερα ενεργοποιήθηκε στην πολιτική με το ΠΑΣΟΚ και ήταν αυτή που ως νομάρχισσα Ηλείας γκρέμισε αυθαίρετα κτίσματα στις παραθαλάσσιες περιοχές του νομού). 

Η Τρουλλινού γράφει για τα σχολεία της Κοραή απέναντι από το Στάδιο, γράφει για την Αμπελά τη φιλόλογο του Α' Θηλέων (άραγε είναι η ίδια που μας έκανε Γαλλικά στο Β' Θηλέων;), γράφει για τον αρχαιολόγο "κύριο Γιάννη" κι εγώ υποθέτω αναφέρεται στον επιφανή αρχαιολόγο Γιάννη Τζεδάκη και τότε θυμίζομαι την κυρία Τζεδάκη, τη φιλόλογο που μας έμαθε για την «πόλη-κράτος», γράφει για τη μουσικό, για το Ωδείο της πόλης (όπου μάθαινα κι εγώ κιθάρα για ένα διάστημα), για τη γυμνάστρια και τα πηδήματα στο εφαλτήριο και μου θύμισε που εγώ μόλις κατάφερνα να καθίσω στο εφαλτήριο, ποτέ δεν έφτανα στην άλλη μεριά, για τις επιδείξεις στο τέλος του χρόνου στο σχολείο, για τα σορτς και τις κοντές φούστες, κι εγώ θυμάμαι τον παιδονόμο που γύριζε στην πόλη μ' ένα ποδήλατο μπας και τσακώσει την παρανομία... 

Γράφει και για το «Ολύμπια», τον κινηματογράφο, κλειστός από χρόνια ήταν, τα 'μαθες Νίκη τα τελευταία νέα; τον γκρέμισαν πριν είκοσι μέρες, και οι πληροφορίες λένε ότι «θα ανεγερθεί νέα οικοδομή με μικρά διαμερίσματα, βασισμένη στις σύγχρονες ανάγκες για μίσθωση τουριστική ή κατοικίας» (η βαριά βιομηχανία μας, ο τουρισμός και θεός μας, τα φράγκα). 

Σε κάποιες σελίδες μου θυμίζει κάτι από την Αρχαία σκουριά της Μάρως Δούκα, εκείνη κατέγραψε τη γενιά του 60 και του 114, η Τρουλλινού πήγε λίγο παραπέρα κι έφτασε στη γενιά της δικτατορίας και του Πολυτεχνείου. 

Απεγνωσμένα σχεδόν, ρίχνανε γέφυρες πάνω από χάσματα που ήταν εκεί ορθάνοιχτα μπροστά τους, γέφυρες σαθρές, που στο πέσιμό τους έκαναν έναν υπόκωφο λίγο στριγκό ήχο, δεν τον άκουγαν; Τι κάνει ο ένας κι ο άλλος; Ποιος διορίστηκε στο Δημόσιο, ποιος έγινε καθηγητής πανεπιστημίου, πόσους εραστές μάζεψε η όμορφη γιατρέσσα του έτους. [...] Ο Κούντερα παίρνει το αίμα του πίσω, σκέφτηκε. [...] Και τα χρόνια σωστά τα 'χε μετρήσει: τόσα στη δικτατορία, τόσα στις νόμιμες συνεδριάσεις, τόσα στη φθορά - ποια απ' όλες - και την αυταπάτη. Και το τέλος της αυταπάτης. Να' χαμε ακόμα λίγη. 

[...]

Υποθέτει ότι δεν θέλεις να δει την ταπεινή σου κατοικία με τους κήπους και την πισίνα. Και τη Γεωργία να επιθεωρεί τους ακριβούς καναπέδες διά χειρός Βαράγκη και να επιβλέπει τον Αλβανό κηπουρό. «Μην πατήσεις το χαλί, χρυσό μου, είναι Μπουχάρα» φέρεται να είπε στη Γιάννα 

Ζωγραφίζει με τη δική της παλέτα, χωρίς μεγάλα λόγια, χωρίς βερμπαλισμούς και ηρωισμούς, μια εποχή και μια γενιά. Και κάποτε ο σαρκασμός βγάζει απογοήτευση και πίκρα, πίκρα άραγε μόνο για κείνο το ζόφο που  κυρίευε κι έπνιγε τη χώρα και τους ανθρώπους της, ή και πίκρα για το μετά, για το σήμερα, για την κληρονομιά στις γενιές που ακολούθησαν. Κι εμείς αναρωτιόμαστε: ήταν ηρωική εκείνη η εποχή; Ήταν ξεχωριστή εκείνη η γενιά;

Ας παραθέσω καλύτερα λίγα λόγια της ίδιας της συγγραφέα:

Οδός Σόλωνος, οδός ονείρων συλλογικών και ατομικών. Οδός διαδηλώσεων, ερώτων, χαφιέδων, χαμένων προσδοκιών. Μυστικά και βλέμματα, αγγίγματα βιαστικά και καφές στο κυλικείο. Πεταμένα τσιγάρα, παλιά βιβλία, γέλια και ελπίδες. Όταν βρέχει γλιστρούν οι σπασμένες πλάκες στα πεζοδρόμιά της, φοβάσαι μην πέσεις, μεγάλωσες πια, τι κάνω εδώ πάλι; αναρωτιέσαι. Αλλά είσαι εδώ, στην οδό Σόλωνος, χαμογελώντας: ωραία ήταν, λες, και αφήνεις τις ματαιώσεις να παρασυρθούν με τα βρομόνερα και τ' αποτσίγαρα στα ρείθρα του δρόμου. "Είμαστε τυχερή γενιά", ακούς καθαρά μέσα σου. 

Το ερωτηματικό στον τίτλο της ανάρτησης είναι δικό μου. Η συγγραφέας ακούει καθαρά μέσα της και καταλήγει πως ανήκει σε «τυχερή γενιά». Μπορεί νάναι κι έτσι. Μπορεί να μην δώσαμε να το καταλάβουν οι επόμενες γενιές, τα παιδιά μας. Μπορεί...

Το βιβλίο αξίζει να διαβαστεί, για την ήρεμη ματιά στους χρόνους εκείνους, για το καταστάλαγμα που φέρνει ο μισός και πάνω αιώνας από τότε, για τους τόπους που έχουν την ιστορία τους και την ομορφιά τους, για τους ανθρώπους που αξίζουν να τους θυμηθούμε και κάποιους να τους μνημονεύσουμε, για τις παρέες που γράφουν ιστορία, για την ιστορία την ίδια...

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2018

Δεκαεφτά κόκκινα γαρύφαλλα...



Στους ήρωες του Πολυτεχνείου*

Δεκαεφτά κόκκινα
    γαρύφαλλα
θ' αποθέσω απόψε
στη μνήμη σας
παιδιά αγαπημένα.

Τ' άρωμά τους
    ας απαλύνουν
     τους πόνους
απ' τις πληγές
που κάνανε τα βλήματα
    των αδελφών σας.

Γίνατε ήρωες
    αδέλφια,
πέσατε για μας,
    για μια καινούρια,
μεγάλη Ελλάδα.
Εσπείρατε,
για να θερίσωμε
    εμείς, οι ρέστοι.

Ας είναι μαλακό
    το χώμα που σκεπάζει
τα βασανισμένα σας κορμιά.
Ας είναι πάντα ξαστεριά
δίχως σεισμούς και μπόρες,
να μη κουνή
    ποτές η γη
και σας ταράξει
    αδέλφια.

Νάναι γλυκός ο ύπνος σας.
Και υπόσχεση σας δίνομε
νάστε παράδειγμά μας
ο θερισμός δεν αργοπορεί,
    η άνοιξη κοντεύει!...

----------------------------------------------------------------
Το 'γραψα το Νοέμβρη του 1974...

Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2017

Πορεία προς το Πολυτεχνείο. Εις μνήμην!


Αλέξης Ακριθάκης, Τέσσερις παραλλαγές του φασισμού στην Ελλάδα, 1967.

Βάσω Κατράκη, Κατάσταση ΙΙΙ, 1969.


Βλάσης Κανιάρης, Τοίχος, 1969-1970, μικτή τεχνική σε γύψο

Γιάννης Γαϊτης, Κονσερβοκούτι, 1971.

Τάσσος (Αλεβίζος), Αύριο θα κάνει ξαστεριά, 1973.

17 Νοεμβρίου 2017. Άλλη μια επέτειος...

Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2013

Ο κ. Κόϋνερ στην Αθήνα

Από τους  Ανώνυμους της Γενιάς του Πολυτεχνείου
Αναφορά στον Μπέρτολτ Μπρέχτ*
Νοέμβρης 2013

Όταν ο κ. Κόϋνερ, μεγάλος πιά, βρέθηκε στις αυθόρμητες συγκεντρώσεις υποστήριξης των εργαζομένων της ΕΡΤ, ξανάνιωσε νοερά τον παλμό της νεολαίας στην εξέγερση του Πολυτεχνείου, σαράντα χρόνια νωρίτερα, στην οποία κι ο ίδιος συμμετείχε τότε σαν νεαρός φοιτητής.

Κι αισθάνθηκε στην αρχή μια πικρία γιατί εκείνη η γενιά, η "γενιά του Πολυτεχενίου" όπως την είπαν, λοιδωρούνταν σήμερα από τους απληροφόρητους κι από αυτούς που είχαν συμφέρον να το κάνουν, αλλά και από εκείνους που τότε, στην εξέγερση των νέων, είχαν κρυφτεί κάτω απ' το κρεβάτι από την τρομάρα τους και βγήκαν από κεί μόνο για να πάνε στην τουαλέττα, αφού τάχανε κάνει απάνω τους από το φόβο τους.

Σήμερα, τόβλεπε καθαρά ο κ. Κόϋνερ, κάποιοι προσπαθούσαν να ταυτίσουν με ορισμένα μεμονωμένα άτομα που επωφελήθηκαν προσωπικά μετά τη μεταπολίτευση, ολόκληρη γενιά χιλιάδων ανθρώπων που ούτε κέρδισαν, ούτε ζήτησαν από κανέναν τίποτα, αλλά βρέθηκαν τότε στο Πολυτεχνείο μόνο για να διακηρύξουν το δικαίωμά τους στη Δημοκρατία και την Ελευθερία και να ρίξουν τη Χούντα.

Θυμήθηκε μετά ο κ. Κόϋνερ, πώς είχε καταστείλει η Δικτατορία εκείνη τη μεγαλειώδη εξέγερση της νεολαίας και του λαού και τούρθε αυτόματα στο μυαλό το περίφημο "Αποφασίζομεν και διατάσσομεν" της Χούντας, που το θυμόταν ο κόσμος χρόνια αργότερα κι ανατρίχιαζε.

Και αναλογιζόμενος τη σημερινή κατάσταση στη χώρα και το "μαύρο" στην ΕΡΤ, ο κ. Κόϋνερ το σκέφτηκε ανάποδα το πράγμα και αναρωτήθηκε:

"Μήπως εκείνο το "Αποφασίζομεν και διατάσσομεν" της Χούντας, κάποιοι το έχουν κάνει σήμερα οδηγό πολιτικής πρακτικής; Μήπως τελικά εκείνο το "Αποφασίζομεν και διατάσσομεν" ήταν ένα είδος Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου της εποχής;"

Χάρης Κουρής

---------------------------

* Μπέρτολτ Μπρέχτ, Ιστορίες του κ. Κόϋνερ.

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2012

17 Νοεμβρίου: Στη μνήμη του καθηγητή Θεόδωρου Σκουλικίδη

Όσοι περάσαμε από τους χημικούς μηχανικούς στο Μετσόβιο, θυμόμαστε το Σκουλικίδη με τη βαρειά βραχνή φωνή, τα μεγάλα δυσκολοδιάβαστα βιβλία και την καλοσυνάτη αποδοχή για όλους τους φοιτητές του. Σχεδόν όλοι περάσαμε από τα εργαστήριά του.Τα θέματά του Φυσικοχημεία, Ηλεκτροχημεία, Διάβρωση, Προστασία μνημείων, Ακρόπολη. Το έργο του για τη σωτηρία των μαρμάρων στην Ακρόπολη είναι πρωτοποριακό και με παγκόσμια αναγνώριση.

Μα ο Σκουλικίδης ήταν και ο δάσκαλος, που τις μαύρες μέρες του Νοέμβρη του 73 και μετά στάθηκε δίπλα στους φοιτητές του και για τη στάση του αυτή κλείστηκε για σαράντα μέρες στο ΕΑΤ-ΕΣΑ. Ήταν ήταν ένας από τους καθηγητές του Πολυτεχνείου (όπως και ο Θεοδόσης Τάσιος στους πολιτικούς μηχανικούς) που κράτησαν γενναία στάση απέναντι στη χούντα και στους εγκάθετούς της.

Στη μνήμη του, κι επειδή ήταν ο καθηγητής στον οποίο έκανα κι εγώ τη διπλωματική μου ("Μηχανισμός σχηματισμού ενεργού δρόμου κατά την διάβρωση υπό μηχανική καταπόνηση κραμάτων αλουμινίου"), παραθέτω λίγες αναφορές για τη στάση του αυτή.

Το 2007 διοργανώθηκε στο ΤΕΕ ημερίδα στη μνήμη του. Ανάμεσα στους ομιλητές, η Εύη Παπακωνσταντίνου, χημικός μηχανικός, από τους ενεργούς φοιτητές του Πολυτεχνείου εκείνο το Νοέμβρη του '73 στον αγώνα ενάντια στη χούντα (και να σημειώσω η πρώτη γυναίκα μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του ΤΕΕ αργότερα) είπε για το δάσκαλό της και μετέπειτα συνεργάτη στα έργα της Ακρόπολης:

"... Από τα μαθητικά του χρόνια συμμετείχε ενεργά στους κοινωνικούς αγώνες. Για την αντιστασιακή του δράση στην Κατοχή φυλακίστηκε το 1942 σε ηλικία κάτω των 18 ετών στις φυλακές Αβέρωφ.

Στη διάρκεια της Δικτατορίας όταν οι περισσότεροι ακαδημαϊκοί σιωπούσαν, αυτός ήταν ο συμπαραστάτης των αγωνιζομένων φοιτητών και ο προστάτης των διωκόμενων. Για αυτό μετά την εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973 φυλακίστηκε στο ΕΑΤ-ΕΣΑ. Και μέσα από το κελλί του κυριολεκτικά χλεύαζε το καθεστώς με απίστευτη τόλμη και σαρκασμό. Αυτά δεν μπορούν να ξεχαστούν..."

Στη συνέντευξη  που είχε δώσει για την εκπομπή Ρεπορτάζ χωρίς Σύνορα και προβλήθηκε στις 14 Νοεμβρίου 2005, ο καθηγητής είπε ανάμεσα στα άλλα:
".....
Εκείνο που θέλω να τονίσω είναι το εξής. Πρώτον δεν εμφανίζω τον εαυτό μου ως αντιστασιακό, όταν έγιναν τόσο μεγάλες πράξεις αυτοθυσίας και αξιοπρέπειας από άλλους. Θέλω επίσης να τονίσω και να εξάρω το ήθος και την μαχητικότητα των σπουδαστών οι οποίοι μας δώσανε την δυνατότητα να κρατήσουμε κι εμείς την αξιοπρέπεια των ανωτάτων ιδρυμάτων....
...
Όχι για μένα, όλο το τετράγωνο ήτανε πιασμένο. Η πόρτα η δική μου έβλεπε στην οδό Ηρακλείου και ήτανε δίπλα στο πολυτεχνείο και τα είχανε κλείσει αυτά γύρω-γύρω. Και του Τάσιου δίπλα και παρακολουθούσαμε από μακριά. Κάποιοι σπουδαστές που προσπάθησαν να το σκάσουν τους βάλαμε μέσα στην πόρτα της πολυκατοικίας και φύγανε αργότερα και γενικά ήτανε μία νύχτα πολύ, πάρα πολύ έντονη και για τους σπουδαστές και για μας.
...
Και ψάξαμε σπουδαστές μας και είδαμε ότι φρουρούσαν τα εργαστήρια. Και σας είπα μέχρι την τελευταία στιγμή δεν είχε γίνει καμία ζημιά. Μετά εμφανιστήκανε ζημιές. Μόνο το γραφείο του Επιτρόπου. Σπάσανε την πόρτα και πήρανε μέσα τους καταλόγους που κατέγραφε για τον καθένα δικός μας αντίθετος, φανατικός, φαρμάκι και κάτι τέτοια πράγματα.
...
 Βέβαια το θέμα ήτανε να πούμε ποιοι ήτανε σπουδαστές μέσα ονόματα. Και δε λέγαμε βέβαια προφανώς ονόματα. Και είπα μάλιστα στο Σπανό ότι κύριε Σπανέ εσείς έχετε τη μισή ΕΣΑ μέσα και δεν μπορείτε να ξέρετε ποιοι ήτανε; Στην ΕΣΑ όπως ξέρετε έγραφε απάνω η επιγραφή “καλώς ήρθατε”. Εκεί μας πήγανε και ήτανε ο καλός και ο κακός ερχότανε, κύριε Καθηγητά τι θέλετε ευχαρίστως, θέλω τσιγάρα μου τελειώσανε, καλά εντάξει. Ερχότανε ο άλλος το πίστεψες λέει ότι θα σου φέρει τσιγάρα; Σήκω επάνω κάτσε κάτω και τα λοιπά τέτοια πράγματα.
Αλλά δεν μας κακοποίησαν έτσι κι αλλιώς, διότι είχε ξεσηκωθεί η παγκόσμια κοινή γνώμη και κυρίως οι Καθηγητές μας που είχαμε σπουδάσει έξω, η Διεθνής Επιτροπή Διαβρώσεως στην οποία ήμουνα μέλος και τα λοιπά. Κι έτσι ήτανε απ΄ αυτήν την άποψη ήρεμη η κατάσταση μέσα σε ένα κελί που δεν μπορούσαμε να περπατήσουμε. Περπατούσαμε απάνω στο κρεβάτι μόνοι μας, μας βγάζανε πέντε λεπτά έξω και ερχότανε κάτι δήθεν γιατροί μας ρωτάγανε πως πάμε. Να λέω έχω ένα κομπολόι και παίζω. Μόλις φεύγανε φωνάζανε τον λοχία, ερχότανε ο λοχίας έχεις ένα κομπολόι; Φέρτο εδώ. Ασκούσαν ψυχολογική βία λίγο πριν την ανάκριση και στην ανάκριση κατεβαίναμε κάτω στο ΕΑΤ-ΕΣΑ και εκεί πέρα ξανά ρωτούσανε τα ίδια και τα ίδια και κάποια στιγμή εμφανίστηκε ένας Εισαγγελέας ο οποίος απήγγειλε κατηγορία για εσχάτη προδοσία.

Αυτό διότι λέει το κίνημα αυτό ξεκίνησε από τους ιταλούς κομμουνιστές και ούτω καθεξής. Βέβαια δεν προχώρησε αυτό γιατί μας απέλυσαν στο τέλος εκεί αρχές πρωτοχρονιάς πριν τα Χριστούγεννα, δηλαδή μείναμε ένα μικρό διάστημα. Στο ΕΑΤ-ΕΣΑ βέβαια ήτανε τραγική η κατάσταση. Είχανε φρουρούς οι οποίοι πρέπει να ήτανε άρρωστοι οι άνθρωποι, τους είχανε ντρεσάρει και αν θέλανε κάποιον να τον μεταχειριστούν κατά τρόπο άλλο τους φωνάζανε και αυτοί μπαίνανε μέσα και σε σπάγανε στο ξύλο. Αυτοί εξαφανίστηκαν, μετά δεν τους είδαμε. Αλλά είχε και εσατζήδες που υπηρετούσαν και για να πάει κανείς στην τουαλέτα εσατζήδες κανονικοί με ξιφολόγχες φρουρούσανε τον κρατούμενο από τους φύλακες αυτούς οι οποίοι βεβαίως ήθελαν να του επιτεθούν.
Και υπήρχε και άλλο ένα θέμα ότι ακούγαμε φωνές και βασανίζανε και εμένα τουλάχιστον και στους άλλους λέγανε ότι ξέρεις βασανίζουμε τον τάδε σπουδαστή σου και επομένως πρέπει να μας πεις κάτι, αλλιώς θα συνεχίσουμε. Βέβαια αυτό ήταν ένα μεγάλο δίλημμα, αλλά τελικά είπα βασανίστε τον είναι νέο παιδί, θα αντέξει. Αυτά δε ότι δεν κάνουνε τέτοιες βιαιοπραγίες, εκ των υστέρων όταν είδαμε τους σπουδαστές μας χτυπημένους και κρεμασμένους από τα χέρια από τη φάλαγγα εδώ και τα λοιπά, τότε πιστοποιήσαμε ότι είχανε πάρα πολύ βασανιστεί. Τους βγάλανε κι αυτούς μαζί με μας και μετά τους ξαναπιάσανε. Και το θέμα ακόμα είναι να τελειώσω ότι την ημέρα που είχα μάθημα αφήνανε οι σπουδαστές ένα γαρύφαλλο επάνω ή ένα τριαντάφυλλο στην έδρα.
...
Καλά παλιά στην κατοχή όταν ήμουνα δεκάξι χρονών έμεινα οχτώ μήνες στο Αβέρωφ και εκεί ήτανε τραγικές οι συνθήκες διότι τουφεκίζανε και ανθρώπους που δεν είχανε καν δικαστεί. Ήτανε οι περίφημοι σαράντα όμηροι όταν γινότανε κάτι εναντίον των γερμανών και παίρνανε από τα κελιά μέσα. Τέλος πάντων και παρά τα δεκαέξι χρόνια μπόρεσε κανείς να αντέξει σε αυτά. Αλλά δεν υπήρχε αυτό το δίλημμα να σου βάζουνε τον τρίτο να τον βασανίζουνε για σένα. Εμένα με χτυπήσανε οι ιταλοί και έμεινα ένα μήνα στο νοσοκομείο. Είναι ακόμα τα σημάδια στο κεφάλι που μου σπάγανε καρέκλες στο κεφάλι και τα λοιπά. Αλλά αυτό το δίλημμα το τελευταίο ότι τον χτυπάμε για να μιλήσεις ήτανε πραγματικά καινούριο. Καινούρια εφεύρεση.
.............
Ήμουνα στη δίκη των κατηγορούμενων για το πραξικόπημα αυτό, όπου και κατέθεσα ότι τα εργαστήρια μείνανε ανέπαφα, ότι ήτανε μέσα της ΕΣΑ άνθρωποι που παρακολουθούσανε και με ρωτήσανε διάφορα παραπειστικά οι διάφοροι δικηγόροι και απαντούσα εκεί. Ήτανε μια περίεργη δίκη, ήταν ο περίφημος Εισαγγελέας που το ξεχνάω το όνομά του..
...........
Την ώρα που περικύκλωσαν το πολυτεχνείο ο στρατός οι πυροβολισμοί ήτανε κυρίως για να κλείσουμε τα παράθυρα να μη βλέπουμε γύρω-γύρω τι γίνεται. Τώρα, πυροβολισμοί υπήρχανε διότι απέξω γινόταν ένα είδος μάχης. Αν μιλάμε για νεκρούς, ήτανε μερικοί που τους πήρανε απέξω τραυματισμένους και πεθάνανε μέσα. Μέσα στο πολυτεχνείο ένας ελέχθη τότε στη δίκη ότι είχε τραυματιστεί στο λαιμό από μία σφαίρα. Κατά τα άλλα στις γιορτές του πολυτεχνείου εμφανιζότανε μητέρες και βέβαια ρωτήσαμε τι γίνεται γιατί κλαίει, τι είχε. Αλλά δεν ήθελε να πει, ήτανε τρομοκρατία τότε. Και πιστεύω ότι μερικοί σπουδαστές, δεν ξέρω αν μέσα έγινε αυτό όταν μπήκε ο στρατός ή απέξω, πάντως είχανε σκοτωθεί."

Ο Θεόδωρος Σκουλικίδης έφυγε από τη ζωή τον Μάρτιο του 2005 σε ηλικία 80 ετών.