Πέμπτη 11 Αυγούστου 2022

Ο ύπνος της λογικής, του Γιάννη Ψυχοπαίδη: για την τυραννία της συνήθειας αλλά και της εξουσίας και της ανθρώπινης μωρίας

Μέσα στον ζόφο των ημερών, στην τοξικότητα των "νόμιμων" παρακολουθήσεων από τον Μεγάλο Αδελφό την κυβέρνηση, στην πολιτισμική φτώχεια ανάκατη με διαφθορά και διαπλοκή όπου οι βιαστές παιδιών εισπράττουν συμπάθεια και οι καλλιτέχνες κυνήγι αν εκφράσουν τον αποτροπιασμό τους κι όπου οι δημόσιοι χώροι δεν είναι ελεύθεροι (και ούτε δημόσιους τους θέλουν εξάλλου, βλέπε Στρέφη, Εξάρχεια, αλλά και Φιλοπάππου κ.α.) και όποιοι διαφωνούν δέχονται δακρυγόνα και ξύλο, στον πολλαπλασιασμό των γυναικοκτονιών και των περιστατικών βίας σε μια κοινωνία που δεν μαθαίνει πώς να ζει με δημοκρατία και αξιοπρέπεια, στην απαξία της ανθρώπινης ζωής όταν πεντάχρονο κοριτσάκι πεθαίνει από τσίμπημα σκορπιού μα περνάει στα ψιλά γιατί ήταν προσφυγάκι εγκλωβισμένο στη νησίδα του Έβρου κι όταν άγνωστος αριθμός προσφύγων μεταναστών πνίγονται στο Αιγαίο μα η επίσημη ενημέρωση ασχολείται με τους λίγους που σώθηκαν μη και πιστωθούν στους Τούρκους που επίσης τους διεκδικούν (καλοί κι αυτοί!), όταν καίγεται η Δαδιά αλλά συγγενής του πρωθυπουργού είναι μπλεγμένη με εταιρεία που θέλει να «αναπτύξει» επενδύοντας εκεί μέσα και όταν μπλε και πράσινοι κάδοι αδειάζουν στο ίδιο απορριμματοφόρο κι όταν ο πολιτισμός της καθημερινότητας έχει άγνωστες λέξεις γι' αυτό και ο κύριος από το αυτοκίνητο πετά το μπουκάλι του νερού αφού το ήπιε όλο (τι να το κάνει δηλαδή;) και το νεαρό ζευγάρι στην παραλία φεύγει γρήγορα (και δεν επιστρέφει να φέρει σακουλάκι όπως μου είπε όταν ρώτησα πού πάνε) αφού το σκυλί τους αφόδευσε με περισσή ικανοποίηση πάνω στην άμμο και στο χωριό παρκάρουν όπου νάναι δίπλα στο καφενείο που πίνουν τον καφέ τους και το διαθέσιμο πάρκινγκ παραμένει αδειανό, κι όταν στα χωριά της δυτικής Κρήτης αντηχούν καλάσνικοφ  μα κανείς δεν τ' ακούει, όταν στο νέο αρχαιολογικό μουσείο Χανίων αυτό που διαφημίζεται από επίσημα χείλη είναι όχι έστω η πτέρυγα (ας πούμε τιμής ένεκεν) αλλά η συλλογή Κωνσταντίνου, Μαρίκας και Κυριάκου Μητσοτάκη (που με «συγκίνηση» εγκαινίασε ο τελευταίος!) κι όταν τόσα πολλά μαζεμένα στην πατρίδα την καημένη, ένα κείμενο ποταμός του σπουδαίου Γιάννη Ψυχοπαίδη ήρθε να ταράξει τα νερά της απέχθειας που νιώθω και πάει να γίνει απάθεια, συνήθεια, κανόνας, κανονικότητα! 

Πιάνοντας το νήμα από τον πίνακα του Γκόγια «Μονομαχία με ραβδιά»*, ο Ψυχοπαίδης γράφει στη μνήμη του Ηλία Νικολακόπουλου (τι πιο ταιριαστό για τον άλλο ωραίο άνθρωπο που έφυγε ξαφνικά και πάνω που ο λόγος του θα ήταν ένας χρήσιμος μπούσουλας για την ερμηνεία των πραγμάτων...). Γράφει για όλους και για όλα, για αυτούς «που προβάλλουν ένα χυδαίο είδος καλοταϊσμένης βαρβαρότητας μέσα από μια ανεξέλεγκτη και ασύδοτη εξουσία», αλλά και για «την καταβύθιση και τον εγκλωβισμό στον ιδιωτικό μικρόκοσμο, το ιδιωτικό συμφέρον σε βάρος του κοινού καλού, την αδιαφορία και την αποξένωση απέναντι στη συλλογική ευθύνη του ατόμου μπροστά στην Ιστορία». Κι απέναντι στον σκοταδισμό και τη βαρβαρότητα, ο Ψυχοπαίδης, ερμηνεύοντας τον Γκόγια,  μας δείχνει το δρόμο: αφύπνιση συνειδήσεων, μαχητικότητα, ανθρώπινη αλληλεγγύη

Ας μου επιτραπεί να παραθέσω αυτούσιο το κείμενο του ομότιμου καθηγητή Ζωγραφικής ΑΣΚΤ Γιάννη Ψυχοπαίδη που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών του περασμένου Σαββατοκύριακου (6/8/2022) στο πολύ καλό ένθετο Νησίδες (#508, διαθέσιμο εδώ: https://www.efsyn.gr/nisides/354684_o-ypnos-tis-logikis), χωρίς άλλη δική μου φλυαρία:

Σ’ ένα άδειο, πένθιμο και γκρίζο τοπίο, έξω από κάθε κοινωνικό πλαίσιο και μακριά από κάθε ανθρώπινη παρουσία, δύο άνδρες παλεύουν μόνοι σ’ ένα βάρβαρο παιχνίδι φυσικής εξόντωσης μέχρι θανάτου. Ματωμένοι, χωρίς οίκτο, χτυπούν με τα ρόπαλα ο ένας τον άλλον, χωμένοι μέχρι τα γόνατα σ’ ένα έλος, χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι κάθε χτύπημα βυθίζει και τους δύο ακόμα βαθύτερα μέσα στην άμμο και τους οδηγεί στον κοινό τους χαμό.

Η νίκη του ενός είναι θάνατος και για τους δύο. Η φυσική τους αλληλο-εξόντωση είναι ζήτημα χρόνου. Το έδαφος –το κοινό τους στήριγμα– θα καταπιεί και τους δύο.

Πρόκειται για ένα σημαντικό εικαστικό έργο υψηλού συμβολικού μεγέθους του Φραντσίσκο Γκόγια, το «Duelo a garrotazos», ζωγραφισμένο από τον Γκόγια μέσα στον Ισπανο-γαλλικό Πόλεμο το 1821, προς το τέλος του βίου του, τα χρόνια που ξεσπάει και η Ελληνική Επανάσταση.

Παράλληλα με τον ελληνικό απελευθερωτικό αγώνα για την ανεξαρτησία, στην άλλη άκρη της Ευρώπης μαίνονται οι μάχες των ανταρτών κατά των Γάλλων, ενώ οι εμφύλιες συρράξεις, η βία και η τρομοκρατία σαρώνουν την Ισπανία.

Στο έργο αυτό δεν απεικονίζονται τα δεινά του πολέμου αλλά μάλλον οι παράπλευρες απώλειες από τα δεινά της ειρήνης.

Διακόσια χρόνια πριν από την εποχή μας, με αφορμή ένα βάρβαρο έθιμο, ο Γκόγια, ο μεγάλος στοχαστής των εικόνων, ο δραματικός οραματιστής του πραγματικού, αποτυπώνει καλλιτεχνικά μια σκοτεινή αλληγορία, μια εικαστική παραβολή για την κοινωνία και τους ανθρώπους του καιρού του. Σε μια αποκαλυπτική αντιστοιχία με το σήμερα ο Γκόγια, με μία εικόνα εκτός του τόπου και εκτός του χρόνου, κάνει ένα διαχρονικό σχόλιο για την καθολική ανθρώπινη συνθήκη.

Αυτός, ο χρονικογράφος των σκοτεινών ανθρώπινων ενστίκτων, τόσο βαθιά μέτοχος, εκφραστής και διαμορφωτής του αιώνα του, και όχι μόνο, είναι αυτός που με μοναδική διορατική δύναμη διαπερνά και υπερβαίνει τον τόπο και τον χρόνο, καταγράφει τα δεινά του παρόντος και οραματίζεται τη φρίκη, τους εφιάλτες και την αχαλίνωτη βαρβαρότητα ενός ζοφερού μέλλοντος.

Ο Γκόγια στη «Μονομαχία», μέσα απ’ αυτόν τον εικαστικό υπαινιγμό, καταγγέλλει με νηφάλιο πάθος την καταβύθιση και τον εγκλωβισμό στον ιδιωτικό μικρόκοσμο, το ιδιωτικό συμφέρον σε βάρος του κοινού καλού, την αδιαφορία και την αποξένωση του κόσμου της εποχής του αλλά και της δικής μας απέναντι στη συλλογική ευθύνη του ατόμου μπροστά στην Ιστορία.

Καταγγέλλει την εγωιστική τυφλότητα μπρος στην κοινωνική τραγωδία αλλά και την εγκληματική άγνοια ενός εγωπαθούς ατομικισμού που οδηγεί μοιραία το σύνολο της κοινωνίας στον ίδιο κοινό σκουπιδότοπο.

Το βάρβαρο έθιμο με τα ρόπαλα μεταμορφώνεται εδώ σε μια πικρή υπόμνηση της ανθρώπινης ιδιοτέλειας, σε σύμβολο καταστροφής κάθε κοινωνικής συνοχής. Η σκηνή αυτή με τους δύο μονομάχους σε μια αμείλικτη ανθρωποφαγία βάζει διαχρονικά και κυρίως τη σημερινή κοινωνία της νεοφιλελεύθερης επικυριαρχίας της αγοράς μπροστά στον καθρέφτη της. Και αυτό που αντικρίζει είναι το κυνικό πρόσωπο μιας φυσικής και ηθικής αποσύνθεσης.

Ζώντας στη σύγχρονη κοινωνία –που δεν υπάρχει κατά το δόγμα, αλλά υπάρχουν μόνο ξεχωριστοί άνθρωποι–, απέναντι σ’ αυτούς που πάνε να συσκοτίσουν τη μνήμη πλαστογραφώντας την Ιστορία, που εκπαιδεύουν τους πολίτες με το ψεύδος, την υποκρισία και τον ανορθολογισμό, απέναντι σ’ αυτούς που διαστρεβλώνουν τις λέξεις και τις χρησιμοποιούν για να εκφράσουν το αντίθετο της αρχικής σημασίας τους, απέναντι σ’ αυτούς που δωροδοκούν και εξαγοράζουν τις συνειδήσεις, απέναντι σ’ αυτούς που προβάλλουν ένα χυδαίο είδος καλοταϊσμένης βαρβαρότητας μέσα από μια ανεξέλεγκτη και ασύδοτη εξουσία, το μόνο αντίδοτο της θλίψης και της ηττοπάθειας είναι η ανθρώπινη αλληλεγγύη και η μαχόμενη προσδοκία για κάτι καλύτερο και δικαιότερο.

Η εξουσία, που επιβάλλεται στο όνομα της δύναμης και του πλούτου της, εξευτελίζει αυτούς που την ασκούν, αλλά και εκείνους πάνω στους οποίους ασκείται, υποθάλπει την πολιτική απάθεια και την απόσυρση και χειραγωγεί με ανορθολογικές παραμυθίες τους ευάλωτους, τους αδαείς, τους κοινωνικά αδύνατους.

Ανάμεσα σε μια ναρκισσιστική ενδοσκόπηση του εγωπαθούς εαυτού και τη θλιβερή ψευδαίσθηση της ατομικής επιβίωσης, η κοινωνία μας βιώνει τους μικρούς και τους μεγάλους πολέμους, τις παγκόσμιες απειλές και τις τοπικές μάχες, φοβισμένη, ανταγωνιστική, ανασφαλής και τυφλωμένη. Οπως στους «τυφλωμένους» δύο μονομάχους του Γκόγια, που, πολεμώντας με την εγωιστική τυφλότητα της άγνοιάς τους, δεν συνειδητοποιούν τα καταστροφικά δεινά του εμφύλιου διχασμού, φανατισμένα υποχείρια κάποιων που έχουν κάθε λόγο να τους κρατούν σε αυτο-τύφλωση και αλληλο-εξόντωση. Ολοι εναντίον όλων.

Και γύρω τους και γύρω μας «διαβαίνουν και θερίζουν χιλιάδες άρματα δρεπανηφόρα», όπως λέει ο ποιητής.

Διαβαίνουν και θερίζουν τους μοιραίους φυγάδες, τους ασθενείς και οδοιπόρους, τους προσφεύγοντες, που αναζητούν μάταια την ουτοπία μιας άλλης ζωής, αυτούς, που στις θάλασσες της κάποτε ποιητικής νοσταλγίας και τώρα στις ακρογιαλιές των λυγμών, τους «επαναπατρίζουν» στους βυθούς των πελάγων ή στις άγνωστες πια πατρίδες τους που ο λεγόμενος δυτικός τρόπος ζωής έχει καταστρέψει.

«Χώρες του ήλιου και δεν μπορείτε να αντικρίσετε τον ήλιο! Χώρες του ανθρώπου και δεν μπορείτε να αντικρίσετε τον άνθρωπο!» (Σεφέρης)

Και μαζί με τον έξω και ο μέσα πόλεμος μιας ανάλγητης εξουσίας και ενός απολίτιστου πολιτισμού που παλεύει να καταστείλει και να πειθαρχήσει ποινικοποιώντας την ελεύθερη έκφραση, να τιμωρήσει κάθε αντισυμβατική φωνή, να στιγματίσει τα Πανεπιστήμια σαν οίκους ανομίας, να στερήσει τους νέους από ένα μέλλον γόνιμο, σύγχρονο και δημιουργικό, στο πλαίσιο μιας ελεύθερης, ερευνητικής γνώσης και κριτικής πανεπιστημιακής σκέψης.

Κατάργηση πανεπιστημιακών Σχολών και Τμημάτων, κατάργηση κοινωνιολογικών μαθημάτων και μαθημάτων τέχνης και πολιτισμού στη μέση εκπαίδευση, προς όφελος των ιδιωτικών κολεγίων, χιλιάδες νέοι εκτός Πανεπιστημίων. Τα ξερονήσια της παιδείας, οι νέοι Παρθενώνες.

Η πολιτική και πολιτιστική αυτή ύβρις, υποστηριζόμενη από τη μοναδική βαρβαρότητα της πανεπιστημιακής αστυνομίας, βάζει και την τελευταία επιτάφια πλάκα στο σώμα της παιδείας.

Σ’ ένα τοπίο πνευματικής και υλικής φτωχοποίησης –όπως το άδειο, γκρίζο και πένθιμο τοπίο του Γκόγια– οι «νέοι ορίζοντες» στην παιδεία όπως και στην υγεία, την εργασία, τον πολιτισμό, δεν είναι τίποτε άλλο παρά οι κλειστοί ορίζοντες των συμφερόντων της ιδιωτικής επιχειρηματικότητας, ενώ το κράτος έχει μεταβληθεί σ’ ένα απέραντο εργοτάξιο ιδιωτικών εξορύξεων του δημόσιου πλούτου.

Και η τέχνη σήμερα; Γράφει ο Οσκαρ Ουάιλντ ήδη τον 19ο αιώνα: «Η τέχνη εκφράζει την πιο έντονη διάθεση ατομικότητας που ο κόσμος έχει ποτέ γνωρίσει. Είναι μια δύναμη επικίνδυνη και διαβρωτική. Γιατί εκείνο που θέλει ν’ αλλάξει και να ταρακουνήσει είναι η μονοτονία της μορφής, η σκλαβιά στην τυφλή υπακοή στην παράδοση, η τυραννία της συνήθειας».

Αυτή την τυραννία της συνήθειας αλλά και της εξουσίας καθώς και την τυραννία της ανθρώπινης μωρίας καταγγέλλει με τον μεγαλειώδη δικό του τρόπο και ο Γκόγια, αυτός ο παθιασμένος υπηρέτης του παράλογου αλλά και της λογικής, αυτός ο τραγικός χλευαστής της ανθρώπινης μικρότητας, αλλά και ο μεγάλος ηθικός αυτουργός μιας μεγάλης, μαχόμενης ουμανιστικής τέχνης.

Ο Γκόγια μάς φανερώνει αυτά που μας κρύβει, η αλήθεια πάντα βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια. Αφύπνιση συνειδήσεων, μαχητικότητα, ανθρώπινη αλληλεγγύη είναι τα μηνύματα της μεγάλης οραματικής τέχνης του στις ρημαγμένες χώρες του σύγχρονου κόσμου.

Ετσι και σήμερα, η τέχνη, μαζί ατομική και συλλογική, αναζητά συνομιλητές, γιατί χάρη σ’ αυτούς και μέσω αυτών υπάρχει, για να διαμαρτυρηθεί και να αγανακτήσει, μαζί μ’ αυτούς. Για να μοιραστεί μαζί τους την αγωνιστική της δύναμη, να πολεμήσει ενάντια στο τσιμέντωμα των μυαλών, των ιδεολογιών, του περιβάλλοντος, ενάντια στο τσιμέντωμα των δικαιωμάτων, της δημοκρατικής παιδείας, ενάντια στο τσιμέντωμα των ιερών αρχαιολογικών τόπων και ενάντια στην αποδυνάμωση και διάλυση της δημοκρατικής δεξαμενής γνώσης που είναι τα δημόσια πνευματικά ιδρύματα.

Η τέχνη καλείται να αντισταθεί στη λεηλασία του δημόσιου χώρου και, μακριά από κάθε νομιμόφρονα σιωπή, να εκφράσει δυνατά την ενότητα μπροστά στον διχασμό, διεκδικώντας ένα ευρύτερο δημοκρατικό ήθος σ’ ένα κράτος δικαίου. Θα ’ταν καλό να θυμηθούμε ότι ο Γκόγια πρωτοεξέθεσε και πουλούσε τις σειρές με τα χαρακτικά του (Καπρίτσια) σ’ ένα κατάστημα ηδύποτων και αρωμάτων στη Μαδρίτη, στην οδό Απογοητεύσεων.

Μόνο απογοήτευση δεν μεταδίδουν αυτά τα σπουδαία έργα. Αντίθετα, μέχρι σήμερα, που περισσεύει η πίκρα και η απογοήτευση, μεταφέρουν μέσα από τον σαρκασμό, την οδύνη και τη σάτιρα το σπάνιο άρωμά τους, τη βαθιά πίστη στις μεγάλες αξίες της ανθρώπινης ζωής και τη φωνή της αντίστασης σε κάθε μορφή βαρβαρότητας και σκοταδισμού, φωνή αντίστασης στα κάθε λογής τέρατα που γεννά ο ύπνος της λογικής.

-------------------------------------------------------------------------------

* Πρόκειται για το έργο του Γκόγια με τίτλο στα αγγλικά "Duel with Cudgels" ή "Fight to the Death with Clubs" που βρίσκεται στο Μουσείο του Πράδο στη Μαδρίτη. Στη σχετική σελίδα του μουσείου (https://www.museodelprado.es/en/the-collection/art-work/duel-with-cudgels-or-fight-to-the-death-with-clubs/2f2f2e12-ed09-45dd-805d-f38162c5beaf) υπάρχουν χρήσιμες πληροφορίες για το έργο και συνολικά για τον καλλιτέχνη.