Πέμπτη 28 Ιουνίου 2018

"Να παρελάσει η φρουρά της σημαίας παρακαλώ": Ένα διαρκές παιχνίδι με τις λέξεις από την Τζέννυ Έρπενμπεκ


Απόψε θα έχουμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε από κοντά στον Ιανό τη Γερμανίδα συγγραφέα Τζέννυ Έρμπενμπεκ, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου της στα ελληνικά "Η συντέλεια του κόσμου" από τις εκδόσεις Καστανιώτη, με την εξαιρετική μετάφραση και συνολική επιμέλεια του Αλέξανδρου Κυπριώτη (όπως και στα προηγούμενα βιβλία της). Δεν το έχω διαβάσει (ακόμη), είχα ήδη παρουσιάσει την "Ιστορία του γερασμένου παιδιού" (Ίνδικτος, 2004) και σήμερα θα γράψω δυο λόγια για το "Παιχνίδι με τις λέξεις" (Ίνδικτος, 2008).

Πάει καιρός που το διάβασα, συμβουλεύομαι τις σημειώσεις μου, θυμάμαι όμως παράξενα λόγια, συχνά σκληρά λόγια, σκληρές περιγραφές δήθεν ονείρων. Αφήγηση, σε πρώτο πρόσωπο, της ζωής ενός κοριτσιού σε μια μακρινή χώρα, κάποια χώρα της Λατινικής Αμερικής ίσως; Το κορίτσι μιλά για  τη φίλη της την Άννα, μιλά για τους γονείς της, ιδιαίτερα για τον πατέρα της. Και κάνει διαρκώς παιχνίδια με τις λέξεις, με την προέλευσή τους, αλλά και με λέξεις που σε φτάνουν στα όρια. Και χρησιμοποιεί φράσεις, που είναι εικόνες από τα παιδικά της χρόνια. Όπως η φράση: "Να παρελάσει η φρουρά της σημαίας παρακαλώ". Ποιος ξέρει τι εικόνες ξεπηδούν στη μνήμη της συγγραφέα όταν βάζει στο στόμα της μικρής Άννας τούτα τα λόγια. Η ¨Έρπενμπεκ προέρχεται από τη λεγόμενη Ανατολική Γερμανία, έχει μνήμες που δεν τις αποχωρίζεται και με τη γραφή της προσπαθεί λες να τις ανασύρει από τη λήθη που φέρνει ο χρόνος αλλά όχι μόνο, και προσπαθεί να τις επεξεργαστεί, θα έλεγα για λογαριασμό της πρώτα, θα έλεγα ότι προσπαθεί με έντιμο τρόπο να αναλογιστεί και να αξιολογήσει τα πράγματα του τότε και του μετά.

Όπως μας ενημερώνει ο μεταφραστής Αλέξανδρος Κυπριώτης (που έχει κάνει πολύ σπουδαία δουλειά τόσο στη μετάφραση των βιβλίων όσο και στα συνοδευτικά κείμενα), η φράση αυτή πρωτογράφτηκε από την Έρπενμπεκ το 2001 σε ένα κείμενό της με τίτλο "Στο επέκεινα των αχρήστων".* Παραθέτω εδώ λίγα από εκείνο το κείμενο (περιέχεται στο βιβλίο σε μετάφραση του Κυπριώτη):

Κάποιες φορές, όταν δεν είμαι υπερβολικά κουρασμένη, το προσπαθώ γι’ άλλη μια φορά. Τότε λέω σε κάποια συζήτηση με συμπατριώτες μου από τα δυτικότερα εδάφη ότι εγώ πήγαινα σε ΔΑΣ. Όταν είμαι κουρασμένη, λέω απλά ότι πήγαινα σε γυμνάσιο, πράγμα που δεν στέκει καθόλου, αλλά είναι πιο απλό: η προσπάθεια να μεταφράσω μια λέξη από τη γλώσσα μου σε μία ξένη. Διευρυμένο Ανώτερο Σχολείο, συντομ. ΔΑΣ: δωδεκατάξιο σχολείο στη ΓΛΔ με απολυτήριες εξετάσεις, η φοίτηση ήταν προϋπόθεση για τις σπουδές. πρβλ.: Ανώτερο Σχολείο, συντομ. ΠΑΣ: δεκατάξιο Πολυτεχνικό Ανώτερο Σχολείο γενικής παιδείας, υποχρεωτικό για όλους τους μαθητές.

Το λεξικό των Γκριμμ περιλαμβάνει τριάντα τρεις τόμους. Είναι τόσο μεγάλο, επειδή είναι ένα εγχειρίδιο όλων των γνωστών στους συγγραφείς του σημασιών και χρήσεων των γερμανικών λέξεων, επ’ ουδενί τρόπω ωστόσο, επειδή οι Γκριμμ ή κάποιος απ’ τους συνεχιστές τους πρόσθεσε την προσωπική του άποψη για τις λέξεις. Σε κανένα σημείο δεν λέει φέρ’ ειπείν: «Το έτος τάδε η λέξη είχε για μένα την παρακάτω σημασία, λίγα χρόνια αργότερα όμως μου φάνηκε ότι θα πρέπει να συμπεριλάβει και την ανασκόπηση τούτων κι εκείνων των συμβάντων…» Να παρελάσει η φρουρά της σημαίας παρακαλώ! Σίγουρα, το γνωρίζουμε αυτό, κάποιες λέξεις χάνονται – ποιος αποκαλεί σήμερα τα κοσμήματά του τιμαλφή, τα παντελόνια περισκελίδες, τις ταλαιπωρίες που συνεπάγεται ένα ταξίδι: κακουχίες. Τομεακός πληρεξούσιος, συντομ. ΤΠΕ: αστυνομικός υπάλληλος αρμόδιος για ένα οικοδομικό τετράγωνο...

Αξίζει να διαβαστεί ολόκληρο το κείμενο, όπου μιλά για ανατολικές και δυτικές λέξεις, για βρόμικες λέξεις για την αδυναμία μετάφρασης από τη μια στην άλλη "γλώσσα", για την πραγματικότητα των αναμνήσεών της που έχει καταρρεύσει, για το οστεοφυλάκιο που έγινε πια το λεξικό της ΓΛΔ...



Και άραγε, ό,τι έχει πεθάνει, μπορεί να δώσει ζωή; Επιστρέφοντας στο "Παιχνίδι με τις λέξεις", η Έρπενμπεκ κάνει συχνές αναφορές στην αγία Ντιφούντα Κορρέα, τη γυναίκα του θρύλου που το 1840 πέθανε στην έρημο από δίψα όταν, έχοντας το μωρό της αγκαλιά, πήγαινε να βρει τον άντρα της που είχε αρρωστήσει ενώ πολεμούσε στον εμφύλιο της Αργεντινής. Όταν μετά από μέρες τη βρήκαν, το μωρό ήταν ζωντανό γιατί τρεφόταν από τον μαστό της μάνας του που ήταν γεμάτος γάλα! Και γράφει η Γερμανίδα συγγραφέας, αναλογιζόμενη στην πραγματικότητα αν ό,τι έχει πεθάνει, μπορεί να δώσει ζωή**:

Η αγία Ντιφούντα Κορρέα πέθανε από τη δίψα στην έρημο, αλλά το παιδί που βύζαινε απ’ το στήθος της ζούσε ακόμα όταν τους βρήκανε τους δυο τους. Να βυζαίνεις ζωή από μια νεκρή, η παραμάνα μου χαϊδεύει με το δάχτυλό της την εικονίτσα να ισιώσει, παράξενο, όταν η ζωή βγαίνει από κάποια η ίδια βαραίνει αντί να ελαφραίνει. Η πλάτη, τα πόδια κι οι φτέρνες της αγίας βαριά πάνω στην άμμο, το παιδί το κρατάει ακόμα στην αγκαλιά, το κρατάει, η νεκρή, το ζωντανό παιδί στην πεθαμένη ήδη αγκαλιά της, και σαν τρίτος στη συμμαχία πάνω απ’ τους δυο τους ο βουβός ήλιος, που έφερε το θάνατο στη μητέρα. Όπου υπάρχει ένα εικονοστάσι στην άμμο για την πεθαμένη από τη δίψα, οι ταξιδιώτες αφήνουνε μπουκάλια με νερό, λέει η παραμάνα μου. Εγώ αναρωτιέμαι αν θα την ξυπνήσει το νερό. Αν μια αγία πού ’ναι καιρό πια νεκρή μπορεί άραγε να πιει πίσω τη ζωή της από τόσο πολλά σφραγισμένα μπουκάλια. Έχει αλήθεια μια αγία χέρια και στόμα. Η παραμάνα μου λέει θα σηκωθεί πάντως. Ναι, αλλά πότε πια. Όταν δεν θά ’ρχεται πια κανείς για να φέρνει καινούργια τάματα, λέει. Όταν θα γυρίσει η ησυχία στη γη, εκείνη θα θέλει να δει τι γίνεται, τότε το αργότερο θα σηκωθεί και θα πιει.

Η ιστορία του βιβλίου διαδραματίζεται σε μια μακρινή ηλιόλουστη χώρα, έναν τόπο που έχει όμως και παρακολουθήσεις, φυλακίσεις, βασανιστήρια, εξαφανίσεις ανθρώπων. Ας μην δώσω άλλα στοιχεία, μόνο να πω ότι αξίζει να διαβάσει κανείς και το επίμετρο, στο οποίο δημοσιεύεται το άρθρο του δημοσιογράφου Tom Schimmeck με τίτλο "Παζλ με κόκκαλα μετά τον βρόμικο πόλεμο" (σε μετάφραση της Σούλας Ζαχαροπούλου) και αναφέρεται στον αγώνα του ιατροδικαστή ανθρωπολόγου Fonderbrider*** να αναζητήσει τους "εξαφανισμένους" Αργεντινούς του Βιντέλα.**** 

Κάθε λέξη κουβαλάει ιστορίες, λέει η Έρπενμπεκ. 

Όπως αυτή: Να παρελάσει η φρουρά της σημαίας παρακαλώ!

Πόση αλήθεια τα λόγια της...

Το γλυπτό του Εβγκένι Βουτσέτιτς που δώρισε το 1959 η Σοβιετική Ένωση στα Ηνωμένα Έθνη
και αναπαρίστανε έναν άνδρα να σφυρηλατεί το ξίφος του για να το μετατρέψει σε άροτρο
(η αναφορά από σημείωση του μεταφραστή, βλ. εδώ, πηγή φωτογραφίας εδώ.)

----------------------------------------------------------

Σημειώσεις

* Το κείμενο έχει δημοσιευτεί στο ιστολόγιο Logotexnia 21.

** Το κείμενο το αντέγραψα από το παραπάνω ιστολόγιο, όπου αναφέρεται στην παράσταση με τίτλο "Βρώμικες λέξεις" της ομάδας Difunta Correa, βασισμένη στο έργο της Έρπενμπεκ.

*** Θυμήθηκα τον Ισπανό δικαστή Βαλτάσαρ Γκαρθόν και τους αγώνες του για τους αγνοούμενους του Ισπανικού Εμφυλίου!

**** Έχει δημοσιευτεί επίσης στο Logotexnia 21.

Τετάρτη 27 Ιουνίου 2018

Πάρτι για τρεις: παιδικό βιβλίο από την Άννα Κοντολέων και τη Φωτεινή Στεφανίδη



Η γάτα είχε τα γενέθλιά της και αποφάσεσε να τα γιορτάσει μαζί με τους δυο καλύτερούς της φίλους, το άλογο και τον σκύλο...

Σκαρφάλωσαν, λοιπόν, στη φαγάνα του εκσκαφέα και ... έβλεπαν τον κόσμο από ψηλά. Ή, μήπως, βρήκαν και κανά μπελά;

Η συνέχεια στο βιβλίο. Είναι το "Πάρτι για τρεις", της Άννας Κοντολέων, με εικονογράφηση της Φωτεινής Στεφανίδη (Πατάκης, 2017).

Μια όμορφη ιστορία για μικρά παιδάκια, με ζωηρή εικονογράφηση που είμαι σίγουρη ότι θ' αρέσει στους μικρούς αναγνώστες. 'Οπως στον μικρό εγγονό μου που θα του το διαβάσω σε λίγο. Έχει κι αυτός σήμερα τα γενέθλιά του.


Τετάρτη 13 Ιουνίου 2018

Φερνάντο Πεσσόα: η αλήθεια πίσω από τις μάσκες




13 Ιουνίου 1888. Πριν από 130 χρόνια γεννήθηκε ο άνθρωπος με τα πολλά πρόσωπα, τα πολλά ετερώνυμα, ο Φερνάντο Πεσσόα. Ο Αντόνιο Ταμπούκι αλλά και άλλοι ερευνητές άνοιξαν το μπαούλο και ξεπήδησαν οι δεκάδες περσόνες - ετερώνυμα του Πορτογάλου "αγγλοπρεπούς" συγγραφέα Φερνάντο Πεσσόα. Τι μυστήριο κι αυτό. Έχουμε τον Μανούσο Φάσση για τον Αναγνωστάκη, τον Νικήτα Ράντο για τον Νικόλα Κάλας, τον Άλκη Θρύλο για την Ελένη Ουράνη και κάποιους ακόμη, αλλά όχι και 70 ετερώνυμα για τον ίδιο άνθρωπο!

Το έργο του, βαθιά διεισδυτικό, αλλά τόσο μελαγχολικό, άραγε ψάχνει την αλήθεια μέσα από τα πολλά ετερώνυμα ή μήπως θέλει να μας πει πως η αλήθεια δεν είναι μία; Τι παράξενο, η αλήθεια δεν υπάρχει στο "ιδιότυπο" λεξικό ΠεσσόΑ-Ω, στο οποίο η Μαρία Παπαδήμα (μελετήτρια και μεταφράστρια του έργου του πορτογάλου συγγραφέα) έχει συγκεντρώσει λέξεις που χρησιμοποιεί ο Πεσσόα στα έργα του "μέχρις εξαντλήσεως, εκθέτοντας πολλαπλώς το σημασιολογικό περιεχόμενό τους, προσφέροντας διαρκώς νέες αισθητικές εκδοχές τους ή αναιρώντας το με την ευκολία του πνεύματος αντινομίας που τον χαρακτηρίζει..." (Μαρία Παπαδήμα, από τον Πρόλογο του βιβλίου, 2008). 



Κι όμως, στο βιβλίο "Η ώρα του διαβόλου" που ξετρύπωσε μόλις το 1989 η Teresa Rita Lopes από το ... θρυλικό μπαούλο και μετέφρασε το 2011 η Μαρία Παπαδήμα, ο συγγραφέας μας δίνει τις απαντήσεις. Λέει ο διάβολος:

Μην εκπλήσσεστε που σας μιλάω κατ' αυτό τον τρόπο. Είμαι από τη φύση μου ποιητής γιατί είμαι η αλήθεια που μιλάει κατά λάθος, και όλη μου η ζωή τελικά είναι ένα ιδιάζον σύστημα ηθικής μεταμφιεσμένο σε αλληγορία και εικονογραφημένο με σύμβολα.

Αυτός είναι ο Πεσσόα. Κι όταν ο διάβολος σαν Όφις λέει:

Πρέπει διαρκώς να βάζω τους άλλους σε πειρασμό, αλλά βέβαια, με τη μεταφορική και την απλοϊκή έννοια της λέξης, γιατί ο πραγματικός πειρασμός είναι άσκοπος

πάλι ο Πεσσόα είναι. 

Οι καλύτερες δημιουργίες μου - το σεληνόφως και η ειρωνεία

λέει ο Πεσσόα και αυτοπροσδιορίζεται. Και όπως γράφει η Παπαδήμα στο Επίμετρο, "η αποστολή του Διαβόλου είναι να κάνει τους ανθρώπους να ονειρεύονται". 

Αυτό κάνει και ο Πεσσόα με τις πολλές μάσκες που φοράει. Ο ίδιος όμως πρέπει να ήταν τόσο μόνος! Γράφει ο μεταφραστής Αλέξανδρος Βέλιος στην Εισαγωγή του "Χωρίς μάσκες":

Η δυστυχία του Πεσσόα δεν έγκειται - μόνο - στη μιζέρια της καθημερινής του ζωής, στη σωματική του ασημαντότητσ, στην ανυπαρξία έρωτα, στην έλλειψη της μητρικής αγάπης και της οικογενειακής εστίας, στη μη αναγνώρισή του από την πατρίδα και την εποχή του: είναι μια βαθύτερη υπαρξιακή απελπισία, ενός ανθρωπου που δεν τρέφει καμία ψευδαίσθηση, δεν διαθέτει καμιά ελπίδα και καμιά ισχύ...



Κι αλήθεια, πόση πίκρα ο στοχασμός του:

Αν πεθάνω, δεν θα λείψω σε κανέναν· δεν θα πουν: 
Από χθες η πόλη έχει αλλάξει.