Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ζουμπουλάκης Σταύρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ζουμπουλάκης Σταύρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 31 Ιανουαρίου 2018

Οι Δώδεκα, του Αλεξάντρ Μπλοκ στη μετάφραση του Πέτρου Κολακλίδη




Βρήκα αφορμή από την πρόσφατη ανάρτηση του Νίκου Σαραντάκου για τον Αλεξάντρ Μπλοκ και το ποίημά του "Δώδεκα" ν' αναφερθώ στην πρώτη μετάφραση του ίδιου ποιήματος στα ελληνικά. Ο Σαραντάκος παραθέτει δύο μεταφράσεις ολόκληρου του ποιήματος, η μία της Ρανέλε και η δεύτερη του Γιώργου Μπλάνα. (1) Παραθέτει επίσης το τελευταίο μέρος του ποιήματος μεταφρασμένο από τον Γιάννη Ρίτσο. (2)

Ο Αλεξάντρ Αλεξάντροβιτς Μπλοκ (1880-1921) ήταν Ρώσος ποιητής και θεατρικός συγγραφέας, εκπρόσωπος του ρώσικου συμβολισμού. Το ποίημα "Δώδεκα" γράφτηκε τον Ιανουάριο 1918, είναι χωρισμένο σε 12 μέρη και αναφέρεται στους δώδεκα στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού που περιπολούν νύχτα στους δρόμους της Πετρούπολης το χειμώνα 1917-18.

Η πρώτη μετάφραση του ποιήματος στα ελληνικά έγινε από τον Πέτρο Κολακλίδη (1920-1985) το 1945· το έχω σε έκδοση της Βικελαίας Βιβλιοθήκης του 1997, όπου εκτός από το ποίημα περιλαμβάνεται κατατοπιστικός πρόλογος του μεταφραστή και φιλολογικό επίμετρο του Σταύρου Ζουμπουλάκη που είχε και την επιμέλεια της έκδοσης. (3)

Στο επίμετρο του Ζουμπουλάκη διαβάζω ότι ο Πέτρος Κολακλίδης γεννήθηκε το 1920 στην Κωνσταντινούπολη όπου είχαν καταφύγει οι γονείς του από την Οδησσό μετά την Οκτωβριανή επανάσταση και επομένως γνώριζε τη ρωσική γλώσσα ως μητρική του. Ασχολήθηκε με την ελληνική και τη λατινική γραμματεία και είχε ακαδημαϊκή καριέρα, αρχικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και από το 1964 στην Αμερική. Χρησιμοποίησε τη δημοτική γλώσσα στα ποιήματα και τις μεταφράσεις του, προλαβαίνει όμως ... τυχόν παρεξηγήσεις, σημειώνοντας: "την εθεώρησα ως το καταλληλότερον μέσον ποιητικής εκφράσεως, χωρίς τούτο να εμφαίνη τας επί του γλωσσικού ζητήματος πεποιθήσεις μου". Εξάλλου, ο Κολακλίδης είναι και ο δημιουργός του εμβατηρίου "Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει" για το οποίο βραβεύτηκε από το Γενικό Επιτελείο Στρατού το 1945. (4)

Ο Κολακλίδης στον πρόλογο κάνει εκτενή αναφορά στη ζωή και το έργο του Μπλοκ. Γράφει για τους Δώδεκα:

"Τα βιώματα, που γέννησε η επανάσταση μεσ' στην ψυχή του Μπλοκ, καρπώθηκαν στο πιο φημισμένο του ποίημα, τους "Δώδεκα", που είναι το "ανώτατο ποιητικό έργο που ενέπνευσε η σοβιετική επανάσταση", καθώς λέει ο Καζαντζάκης. Ο Μπλοκ έγραψε τους Δώδεκα το Γενάρη του 1918. Το ποίημα πήρε τον τίτλο του από τους δώδεκα στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού που περιπολούνε στους δρόμους της Πετρούπολης. Αναφέρεται στις μέρες που ακολούθησαν μετά την πτώση του Κερένσκυ, μόλις επικράτησε η επανάσταση, και απαρτίζεται από δώδεκα κομμάτια. Η ουσία του ποιήματος βρίσκεται στο πρώτο κομμάτι, που είναι και το πιο μεγάλο. Δίνει μια συνταραχτικήν εικόνα της ατμόσφαιρας, που είχε τις πρώτες μέρες η μετεπαναστατική Πετρούπολη. Τίποτε δε στέκει στα πόδια του..."

Διαβάζουμε στο πρώτο μέρος:

Βράδυ ολόμαυρο.
Άσπρο χιόνι.
Αέρας, αέρας!
Στα πόδια του δε στέκεται κανένας.
Αέρας, αέρας παντού -
σ' ολάκερο τον κόσμο του Θεού!
..............................................
Κι ο αγέρας μαστιγώνει!
Μήτε παυει η παγωνιά!
Κι ο μπουρζουάς στο μκρύο ζαρώνει
με τη μύτη στο γιακά.
..............................................
Κι ο ρασοφόρος νάτος -
παράμερα τραβά ...
Γιατί όχι πιακεφάτος,
σύντροφε παπά;

Κάποτε, σα γάλλος
φούσκωνε εμπρός,
κι άστραφτε μεγάλος
στην κοιλιά σταυρός.
..................................
Μαύρος, μαύρος ουρανός.
Μίσος, άσβηστο μίσος
βράζει στα στήθια...
Μαύρο μίσος, άγιο μίσος ...

Σύντροφε! Τα μάτια σου
τέσσερα!

Και συνεχίζει ο Κολακλίδης:


"... Μονάχα οι δώδεκα 'ασυνείδητοι' άνθρωποι, που 'το χιόνι τους τυφλώνει, είτε φέγγει είτε νυχτώνει', που 'τίποτε πια δε λυπούνται κι έχουν για όλα ετοιμαστεί', στάθηκαν και πάνε κόντρα στον άνεμο και στη θύελλα. Πρωτοπαρουσιάζονται στο δεύτερο κομμάτι..."

Τα μέρη τώρα είναι πιο σύντομα και αναφέρονται στις νυχτερινές περιπλανήσεις των στρατιωτών· διαβάζουμε για τον Βάνκα, για τον Πέτχα ή Πετρούχα, για την Κάτκα την πόρνη:

Πετά το χιόνι απ' τον αγέρα,
δώδεκα ανθρώποι πάνε πέρα.
....................................
- Ο Βάνκας πάει στα καπηλειά,
κι έχει την Κάτκα συντροφιά.
.......................................
Κανένα θόρυβος στην πόλη,
γύρω στο Νέβα τι σιωπή,
και δεν υπάρχουν πια αστυνόμοι -
γλέντα, παιδί, χωρίς κρασί!
.......................................
Δίχως τ' άγια να φοβούνται
παν οι δώδεκα μαζί.
Τίποτε πια δε λυπούνται
κι έχουν για όλα ετοιμαστεί...

Τα τουφέκια τους κρατάν,
μπας κι ο εχτρός κάτι σκαρώνει...
Στα σοκάκια απ' όπου  παν,
μον' η θύελλα ξεφαντώνει ...
Μεσ' στα χιόνια όποιος βουλάει -
δίχως μπότα ξεκολλάει ...

Το ποίημα τελειώνει με την εμφάνιση της οπτασίας του Χριστού. Ο μεταφραστής γράφει γι' αυτό: "Για μερικούς κριτικούς η εμφάνιση αυτή έχει μόνο αισθητική σημασία. Άλλοι στην εμφάνιση αυτή στηρίζουν το συσχετισμό των δώδεκα φαντάρων με τους δώδεκα αποστόλους, που τυφλοί κι ασυνείδητοι όπως κι εκείνοι περίμεναν το Χριστό για να τους δείξει το ρόμο της αλήθειας".


... Παν με βήματα βαριά ...
Πίσω - ο σκύλος που πεινά ...
Μπρος - κρατώντας την ακμαία
την αιμάτινη σημαία,
δίχως μάτι να τον φτάνει,
δίχως βόλι να τον πιάνει,
κι απ' τη θύελλα πιο ψηλά
με τα πόδια τ' απαλά,
χιονισμένος, φαρφουρένιος,
σάμπως μαργαριταρένιος,
και ροδοστεφανωτός -
πάει εμπρός - ο Ιησούς Χριστός.

Ο Μπλοκ, λέει ο Κολακλίδης, δεν ήταν μαρξιστής, όμως "είδε στην επανάσταση ένα οριστικό βήμα της Ρωσίας προς την εκπλήρωση των ιστορικών της πεπρωμένων, δηλαδή την μεσσιανική της αποστολή".

Και τελικά

"Ο Μπλοκ στους "Δώδεκα" μήτε δικαιώνει μήτε κατηγορεί την επανάσταση. Εκφράζει απλώς ό,τι αιστάνθηκε, ό,τι είδε, ό,τι "συνέλαβε". Και μπόρεσε να δει και να "συλλάβει" γιατί δεν τρόμαξε και δεν έπαθε παράλυση από τον τρόμο. Η απλή διάλεκτος των στρατιωτών μεταπλασμένη σε στίχους κλασικής έμπνευσης, με ρυθμούς και τραγούδια λαϊκά, κάνει τους "Δώδεκα" έργο καθαρά ρωσικό, μα ταυτόχρονα μέγα και παγκόσμιο..."

Ο Αλεξάντρ Μπλοκ πέθανε το 1921, λίγο μετά την εκτέλεση του φίλου του ποιητή Νικολάι Γκουμιλιόφ. (5)

Για να επιστρέψω στην αφορμή για τη σημερινή ανάρτηση, έχει ενδιαφέρον να δει κανείς τις τρεις πλέον μεταφράσεις μαζί (ή και τις τέσσερις μαζί με του Ρίτσου). Ο Ζουμπουλάκης το 1997 έγραφε παραπέμποντας στον Λορεντζάτο ότι "η καλή μετάφραση είναι σπανιότερη από το καλό ποίημα". Δεν είμαι σίγουρη ότι έτσι είναι πάντα, μια μετάφραση μπορεί να θεωρηθεί κάτι σαν ένα καινούριο έργο καμιά φορά, ιδίως στην ποίηση. Δύσκολο το έργο της μετάφρασης στην ποίηση, άξιος σεβασμού και εκτίμησης όποιος δοκιμάζει και δοκιμάζεται...

---------------------------------------------------------------------------------------

Σημειώσεις

(1) Το έργο σε μετάφραση Γιώργου Μπλάνα κυκλοφόρησε το 2017 από τις εκδόσεις Γκοβόστη ως επετειακή έκδοση για τα 100 χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης.

(2) Η μετάφραση από το Γιάννη Ρίτσο έγινε το 1957 και αποτέλεσε τη συμμετοχή του ποιητή στο αφιέρωμα της Επιθεώρησης Τέχνης για την Οκτωβριανή Εαπανάσταση (για την οποία μάλιστα κυνηγήθηκε). Τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου εκδόθηκε αυτοτελώς από τον Κέδρο (πληροφορίες υπάρχουν στη σελίδα του ΕΚΕΒΙ για τον Γιάννη Ρίτσο, σε πρόσφατο άρθρο του Θανάση Γιούνη στο RedNotebook και σε άρθρο του Δημ. Σκορδίλη στο Kommon).

(3) Αλεξ. Μπλοκ, Οι δώδεκα, Πρόλογος και απόδοση απ’ τα ρωσικά Πέτρου Κολακλίδη, Αθήνα, Τυπογραφικά Καταστήµατα Κ. Λ. Κυριακούλη, 1945.

(4) Μάλιστα, ο Αλέξης Ζήρας, σε βιβλιοκριτική για το βιβλίο της Σοφίας Νικολαίδου "Απόψε δεν έχουμε φίλους" στο περιοδικό "Διαβάζω" (τεύχος 511, Οκτ. 2010), αναφέρεται στο εν λόγω εμβατήριο και προσθέτει σε υποσημείωση: "τους στίχους του εμβατηρίου έγραψε το 1945 ο εξαίρετος λατινιστής Πέτρος Κολακλίδης όντας στρατιώτης ακόμα, προτού απολυθεί και φύγει για τη Γαλλία με το πλοίο Ματαρόα".

(5) Ο Νικολάι Γκουμιλιόφ ανήκε μαζί με την Αχμάτοβα, τον Μπλοκ τον Μπέλι και άλλους ποιητές στην ομάδα των ρώσων συμβολιστών. Ήταν ένας από τους βασικούς εκπροσώπους του καλλιτεχνικού κινήματος του ακμεϊσμού μαζί με την Αχμάτοβα, η οποία ήταν και σύντροφός του. Στο βιβλίο του Βόλφγκανγκ Χέσνερ Άννα Αχμάτοβα: Η θυελλώδης ζωή μιας μεγάλης ποιήτριας (μτφρ. Ανίτα Συριοπούλου και Γιάννης Αντιόχου, εκδ. Μελάνι, 2007, είχα γράψει εδώ), περιέχεται ένα ποίημα γραμμένο το 1913 από τον Μπλοκ και αφιερωμένο στην Αχμάτοβα:

Η ομορφιά είναι τρομακτική - σας λένε.
Σεις όμως ρίχνετε κουρασμένα στους ώμους ένα ισπανικό σάλι
Στα μαλλιά ένα κόκκινο τριαντάφυλλο.
..............................................
Δεν είμαι τόσο απλή ώστε να μην ξέρω πόσο τρομακτική
                                                         είναι η ζωή.

Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2015

Δυο Αλγερινοί συγγραφείς στη Γαλλία γράφουν για τις κοινωνίες χωρίς διεξόδους


Με αφορμή τις δολοφονίες 17 ανθρώπων στο Παρίσι την περασμένη βδομάδα στο Charlie Hebdo κι επειδή γίνονται πολλές αναφορές στο θρησκευτικό φονταμενταλισμό και στη Τζιχάντ, αλλά και στη γαλλοαλγερινή καταγωγή των δύο δραστών, ανέτρεξα σε δύο συγγραφείς Αλγερινής καταγωγής που ζουν στη Γαλλία σήμερα. Πρόκειται για τον Γιασμίνα Χάντρα και τον Μωρίς Αττιά και αναφέρομαι σε δικές τους κουβέντες και σε δυο βιβλία τους που έχω διαβάσει παλιότερα.


Ξεκινώ με τον Γιασμίνα Χάντρα και το "Τρομοκρατικό χτύπημα" (εκδ. Καστανιώτη, 2006). Είναι ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο, το οποίο μέσα από την ίδια την ιστορία που αφηγείται, τις σκηνές αγριότητας και καταστροφών που περιγράφει, τις σκέψεις και τα αισθήματα που καταγράφει και από τις δύο πλευρές (ο πρωταγωνιστής είναι Παλαιστίνιος γιατρός που ζει στο Ισραήλ και η γυναίκα του αποκαλύπτεται ότι είναι η καμικάζι σε επίθεση αυτοκτονίας όπου σκοτώνονται παιδιά) εισάγει τον αναγνώστη στον ιδιαίτερο και σκληρό κόσμο του θρησκευτικού και εθνοτικού μίσους και φανατισμού.

Ο Γιασμίνα Χάντρα είναι Αλγερινός συγγραφέας που εδώ και χρόνια ζει στη Γαλλία. Το πραγματικό του όνομα είναι Μοχάμεντ Μουλεσεχούλ, καθιέρωσε όμως το ψευδώνυμο αυτό για να αποφύγει τη λογοκρισία του στρατού στη χώρα του.

Με τη Γιασμίνα να σερβίρει και τον Μοχάμεντ ευχαριστημένο που έχει φιλοξενούμενους στο τραπέζι του, ο Ανταίος Χρυσοστομίδης ομολογεί: "στο σπίτι του Χάντρα, έχω να το λέω, έφαγα το  καλύτερο κουσκούς που έχω φάει ποτέ στη ζωή μου" (από την εκπομπή στη ΝΕΤ)
Αφού είχα διαβάσει το βιβλίο, γνώρισα τον Γιασμίνα Χάντρα και από ... πιο κοντά μέσα από την πολύ καλή εκπομπή της ΕΡΤ στο πλαίσιο της σειράς "Οι Κεραίες της εποχής μας" με τον Ανταίο Χρυσοστομίδη και τη Μικέλα Χαρτουλάρη. Η σειρά αυτή ήταν από τις καλύτερες εκπομπές της τηλεόρασης, ενώ στη συνέχεια ο Χρυσοστομίδης κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη τα βιβλία "Οι Κεραίες της εποχής μου: Ταξιδεύοντας με 33 διάσημους συγγραφείς σ' ένα δωμάτιο" και "Οι κεραίες της εποχής μου ΙΙ: Ταξιδεύοντας με άλλους 30+1 διάσημους συγγραφείς απ' όλο τον κόσμο", στα οποία μεταφέρονται οι εμπειρίες από τις συναντήσεις με συγγραφείς απ' όλο τον κόσμο. Η συζήτηση με το Γιασμίνα Χάντρα είχε ως επίκεντρο, πέρα από τα προσωπικά/βιογραφικά στοιχεία, τη νοοτροπία και τη στάση των Αράβων απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο (μένοντας πιστός ο ίδιος στην αραβική του ταυτότητα), το χαρακτήρα των εξουσιών, το έλλειμμα δημοκρατίας, τη διαφθορά και το ρόλο της θεσμοθετημένης θρησκείας.



¨Ελεγε ο Γιασμίνα Χάντρα το 2007:

"Πάντα υποστήριζα ότι η στροφή στον φονταμενταλισμό δεν είναι ένα θρησκευτικό ζήτημα. Συνήθως αναφερόμαστε στη θρησκεία, ενώ το θέμα είναι σαφέστατα πολιτικό και έχει σχέση με τη βαθιά ριζωμένη διαφθορά που χαρακτηρίζει την εξουσία σε κάθε αραβική χώρα... [Όμως] η διαφθορά ανθεί σε κοινωνίες που δεν έχουν διεξόδους... Κανένας Άραβας ηγέτης δεν αντέδρασε σοβαρά στην αμερικάνικη εισβολή  [εννοεί στο Ιράκ], κανένας δεν την κατήγγειλε, κανένας δεν προσπάθησε να υπερασπιστεί την αξιοπρέπεια των Αράβων. Κι επειδή δεν το κάνουν αυτοί, αναλαμβάνουν να το κάνουν οι άλλοι, οι οπαδοί της Τζιχάντ..." *



Ο Μωρίς Αττιά, είναι Γάλλος συγγραφέας, ψυχαναλυτής, ψυχίατρος και σεναριογράφος που γεννήθηκε στην Αλγερία σε μια φτωχή σεφαραδίτικη οικογένεια και ζει στη Γαλλία. Συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων (νουάρ), χρησιμοποιεί ως κεντρικό ήρωα τον αστυνομικό Πάκο Μαρτίνεθ για να αναφερθεί στο Μάη του '68, στο ζήτημα της Αλγερίας, στο ρατσισμό, στη μετανάστευση και στην προσφυγιά, στα σύγχρονα πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα. (είχα ξαναγράψει εδώ)

Η ιστορία στο βιβλίο του "Η κόκκινη Μασσαλία" εκτυλίσσεται στη Μασσαλία τους μήνες Ιανουάριο έως Ιούνιο 1968, με πολλά πρόσωπα (ανθρώπους του υποκόσμου αλλά και μέλη αριστερίστικων οργανώσεων όλων των αποχρώσεων) και πολλή πλοκή, με επίκεντρο το ρόλο του κράτους και με αναφορές στο Μάη του '68, στο ρόλο της παρακρατικής οργάνωσης SAC και των γκωλικών, στην Αλγερία και στους Αρμενίους. 

Και ο Μωρίς Αττιά είναι ένας από τους συγγραφείς τους οποίους συνάντησαν οι Μικέλα Χαρτουλάρη και Ανταίος Χρυσοστομίδης και περιλαμβάνονται στις Κεραίες της εποχής μας. Στη συνάντηση που έγινε το 2010, ο Αττιά διηγείται τα παιδικά του χρόνια στην Αλγερία, τότε που Εβραίοι, Άραβες, Γάλλοι, Ισπανοί, Έλληνες, Ιταλοί ζούσαν στο Αλγέρι, όλοι μαζί κι ο καθένας με τη δική του κουλτούρα.  Και κάνει λόγο για τα πολιτικά παιχνίδια που παίχτηκαν εκείνη την εποχή, τότε που ο Ντε Γκωλ ήθελε να κρατήσει την Αλγερία γαλλική αποικία και γι' αυτό έδωσε γαλλική υπηκοότητα στους αλγερινούς εβραίους που είχαν αραβική καταγωγή και κουλτούρα. Και, όπως το μεταφέρει ο Χρυσοστομίδης:


Από την εκπομπή στη ΝΕΤ στο πλαίσιο της σειράς "Οι Κεραίες της εποχής μας"
"Όταν λίγα χρόνια αργότερα, οι Γάλλοι αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την Αλγερία, μαζί τους θα φύγουν και οι αλγερινοί εβραίοι οι οποίοι, πηγαίνοντας στη νέα τους πατρίδα, θα έχουν να αντιμετωπίσουν την περιφρόνηση και το ρατσισμό των veritable Γάλλων που ξαφνικά αναρωτιόντουσαν τι ήθελαν αυτοί οι "μαυροπόδαροι" εδώ" **

Όταν ο ήρωας στην Κόκκινη Μασσαλία αφηγείται τη ζωή του και περιγράφει πώς ένιωσε όταν έφτασε στη Γαλλία, σίγουρα ο αναγνώστης διαβάζει στοιχεία από την αυτοβιογραφία του ίδιου του συγγραφέα:

"Πιε-νουάρ, έφτασα σε τούτη την πόλη στα τέλη της άνοιξης του '62. Πέντε χρόνια αργότερα, ακόμη δυσκολευόμουν να θυμηθώ τα ονόματα των οδών, των συνοικιών, των ανθρώπων. Δεν αισθανόμουν σπίτι μου. Ούτε μουσαφίρης, ούτε τουρίστας, ούτε τίποτα. Ένας εξόριστος χωρίς ελπίδα επιστροφής. Ούτε καν ένα σπήλαιο σαν του Αγίου Ιωάννη για να βρίσκω καταφύγιο στη μοναξιά· μόνο κάποιες αίθουσες κινηματογράφου για να λησμονώ το παρόν μου. Ο Κουπιγκιάν... η Ιρέν... οι τελευταίοι εναπομείναντες της οικογένειας του Σουκρούν, του συναδέλφου μου που ήταν νεκρός, δολοφονημένος από την OAS στην Αλγερία..."

Και να πώς καταλήγει ο ίδιος ο Μωρίς Αττιά το 2010, περιγράφοντας τη ζωή στη Γαλλία:

"... Η ζωή είναι όλο και πιο σκληρή, υπάρχει όλο και μεγαλύτερη ανεργία. Η ανεργία αυξάνεται ενώ ταυτόχρονα ζητάνε από τους χαμηλόμοσθους και τις μεσαίες τάξεις να κάνουν θυσίες. Και σκέφτομαι: όπως στη Γαλλία το '68 διαδέχτηκε το '36 περίπου τριάντα χρόνια μετά, έτσι και τώρα ίσβς κάποια στιγμή πούμε: Φτάνει πιά! Το πρόβλημα είναι ότι δεν ζούμε την ίδια πολιτική μορφολογία. Οι άνθρωποι φοβούνται, φοβούνται πως θα χάσουν τη δουλειά τους, πως θα μείνουν άστεγοι. Κι όπως γνωρίζουμε, ο φόβος συγκρατεί τους ανθρώπους και δεν τους αφήνει να εξεγερθούν.
Εγώ, προσωπικά, ελπίζω πάντα ότι η επανάσταση θα γίνει μια μέρα".

--------------------------------------------------
* Στο σημείο αυτό, θα προστρέξω και πάλι στο εξαιρετικό βιβλίο του Σταύρου Ζουμπουλάκη "Ο Θεός στην Πόλη" (είχα αναφερθεί πριν από ένα χρόνο εδώ), όπου στο κείμενό του με τίτλο "Ο Θεός επιστρέφει στην Ευρώπη;", γραμμένο το 1997, λέει:

"... Ο ισλαμισμός (όπως κακώς έχει επικρατήσει να λέγεται, λες και ταυτίζεται το σημερινό πολιτικό Ισλάμ με τη θρησκεία του Ισλάμ στο σύνολό της) δεν έχει ως μόνο πεδίο δράσης του τις παραδοσιακά μουσουλμανικές κοινωνίες ... αλλά και τα προάστια των ευρωπαϊκών πόλεων, ιδίως της Γαλλίας και της Αγγλίας, με σκοπό τη συγκρότηση, μέσα στην κοινωνία, κοινότητας με κύριο στοιχείο ταυτότητας το Ισλάμ... Οι νεαροί μουσουλμάνοι, γεννημένοι στις χώρες υποδοχής, θεωρούν χίμαιρα τις προσδοκίες ενσωμάτωσης και ανακαλύπτουν μάλλον, παρά προσλαμβάνουν από τους γονείς τους, την πίστη στο Ισλάμ και την ασφάλεια της κοινότητας των ομοπίστων... Ο ισλαμισμός λοιπόν ... είναι πολιτικό κίνημα ... Η ισλαμική θρησκεία είναι απλώς ένα στοιχείο της ιδεολογίας αυτού του κινήματος... Πιστεύει κανείς στα σοβαρά ότι όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια στην αλγερία είναι έκφραση της διδασκαλίας του Κορανίου και των χαντίθ; Όποιος θέλει να κατανοήσει όσα συμβαίνουν εκεί ας μη χάνει τον καιρό του μελετώντας τα μεγάλα κείμενα του Ισλάμ και τις ερμηνείες τους, ας επιδοθεί καλύτερα στη μελέτη πολιτικών και κοινωνιολογικών αναλύσεων για τη χώρα αυτή και στην ανάγνωση του Τύπου..."


** μαυροπόδαροι είναι οι άλλως λεγόμενοι πιε-νουάρ, οι κάτοικοι της γαλλικής Αλγερίας με γαλλική καταγωγή, καθώς και οι Σεφαραδίτες Εβραίοι κάτοικοι της Αλγερίας 

----------------------------------------------------

Ένα από τα δύο σχέδια του 87χρονου Albert Uderzo, δημιουργού του Αστερίξ, στη μνήμη των θυμάτων του Charlie Hebdo. Απέναντι στον οργισμένο Αστερίξ, ένας Μωάμεθ που δακρύζει και συγχωρεί, όπως απεικονίζεται στο εξώφυλλο του αυριανού φύλλου του Charlie Hebdo (πρώτη εικόνα της σελίδας)

Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2013

Από τον Ζουμπουλάκη στον Σίνγκερ και στον Καίστλερ: ένα συναρπαστικό ντόμινο ανάγνωσης






Έλεγε σε μια συνέντευξή του το 1988 ο Μάριο Βίτι ότι συγγραφέας και αναγνώστης "επιζητούν μια αλληλεγγύη για το ίδιο αντικείμενο αγάπης".1 Μου άρεσε αυτή η φράση, γιατί πράγματι εμείς οι αναγνώστες άλλοτε είναι σαν να συμπάσχουμε με τους συγγραφείς (μερικές φορές είναι λες και μοιραζόμαστε το ίδιο πρόβλημα την ώρα της ανάγνωσης ή το έχουμε ζήσει στο παρελθόν), άλλοτε πάλι γινόμαστε μαθητές τους κι αυτοί μας οδηγούν σε καινούρια μονοπάτια ανάγνωσης (και γνώσης βέβαια). Αυτό το τελευταίο είναι ένα εκπληκτικό αναγνωστικό παιχνίδι, κάτι σαν ντόμινο ανάγνωσης, που εγώ τουλάχιστον το απολαμβάνω πολύ. Μου αρέσει όταν οι συγγραφείς συνομιλούν με άλλους συγγραφείς και μεταφέρουν αυτή τη συνομιλία στον αναγνώστη. Πολλά διαβάσματά μου είναι αποτέλεσμα τέτοιων συνομιλιών. Και πολλούς συγγραφείς τους ξαναδιαβάζω (και) γι' αυτό το λόγο. Να αναφέρω μόνο ενδεικτικά τον Ταμπούκι, τον Βίλα-Μάτας, τον Γκαλεάνο ... Είναι σαν να τους ευγνωμονώ, και τους ευγνωμονώ στ' αλήθεια.

Σ' αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, θ' αναφερθώ σήμερα στο Σταύρο Ζουμπουλάκη (με την ιδιότητά του ως συγγραφέας και όχι ως Πρόεδρος του Εφορευτικού Συμβουλίου της Εθνικής Βιβλιοθήκης, θέση από την οποία, θέλω να πιστεύω, θα θελήσει και θα μπορέσει να συμβάλει για την Εθνική Βιβλιοθήκη). Αφορμή (αν υπάρχει λόγος να βρω αφορμή) στάθηκε η συζήτηση που παρακολούθησα χθες στο ραδιοφωνικό σταθμό Στο Κόκκινο με θέμα Θρησκεία και κοινωνική χειραφέτηση στο πλαίσιο της εκπομπής Θεωρία στον αέρα, έννοιες-ιδέες-κριτική, από το Ινστιτούτο Νίκου Πουλαντζά, και στην οποία καλεσμένοι ήταν οι Σταύρος Ζουμπουλάκης και Βασίλης Ξυδιάς, "δύο χριστιανοί", όπως τους αποκάλεσε ο συντονιστής Ανδρέας Καρίντζης. Η συζήτηση είχε ενδιαφέρον, μίλησαν για την έννοια της αγάπης σε σχέση με τις έννοιες της εξουσίας και της ηγεμονίας αλλά και του σφετερισμού, για το περιεχόμενο του απροϋπόθετου της αγάπης, για το περιεχόμενο της αγάπης και της ηθικής (που είναι το νοιάξιμο για τον άλλο, είπε ο Ζουμπουλάκης), για τη σχέση αγάπης και δικαιοσύνης (και όχι δουλοπρέπειας).




Δύσκολες έννοιες καμιά φορά να τις προσεγγίσεις στο βάθος τους, όμως η συζήτηση με οδήγησε να διαβάσω αμέσως ένα βιβλίο του Ζουμπουλάκη που παρέμενε αδιάβαστο στη βιβλιοθήκη μου. Πρόκειται για το Ο Θεός στην Πόλη: Δοκίμια για τη θρησκεία και την πολιτική (Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2010, 1η έκδ. 2002), το οποίο περιέχει δέκα κείμενα, γραμμένα την περίοδο 1998-2002 που συζητούν τη θέση της θρησκείας στη σύγχρονη κοινωνία (κατά τον συγγραφέα πάντα). Τα κείμενα έχουν ενδιαφέρον, ακόμη και αν, ως αναγνώστης, δεν μπορείς να ακολουθήσεις ή και να συμφωνήσεις με (όλες) τις - θρησκευτικού περιεχομένου - απόψεις που εκφράζονται. Όμως, βρήκα ενδιαφέρουσα την ανάλυση που κάνει στο "Ο Θεός επιστρέφει στην Ευρώπη;" για το Ισλάμ, για τις έννοιες (και με ορολογικό ενδιαφέρον) φονταμενταλισμός (μήπως, λέει, να αποδοθεί στα ελληνικά ως θεμελιωτισμός;) και ζηλωτισμός, για τη σχέση θρησκείας και θεού κτλ.2

Σε άλλο κείμενο διακρίνει την έννοια αντιλαϊκισμός από την έννοια αντιλαϊκότητα, αλλού απαντάει σε άρθρο της Τζούλια Κρίστεβα (έχω αδιάβαστο και δικό της σχετικό βιβλίο), αναφέρεται στη σχέση Εκκλησίας και κράτους, στην ιστορία, στον αντισημιτισμό, στο τζαμί στην Αθήνα. Για το τελευταίο μάλιστα, για το οποίο έγραφε τότε (το 1999!) ότι είναι γελοία η ιστορία σχετικά με το πώς θα αποτραπεί το χτίσιμο τζαμιού, παρέθετε ιστορικά στοιχεία που μαρτυρούν οτι η βυζαντινή Αθήνα ήταν μια ανεξίθρησκη κοινωνία, ενώ τελείωνε με απόσπασμα από τον "ξεπεσμένο δερβίση" του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη για να υποστηρίξει τη θέση του ότι πρέπει ν' αξιοποιηθεί προς τούτο το τζαμί Τζισταράκη στο Μοναστηράκι.


 

Όμως, το καλοκαίρι διάβασα το βιβλίο του "Η αδερφή μου" (Πόλις, 2012) για το οποίο έχουν ήδη γραφτεί πολλά, ένα βαθειά εξομολογητικό βιβλίο με έναν βαθειά ανθρώπινο λόγο. Για να το συνδέσω με τα προηγούμενα, γράφει  (στη σελίδα 31) για την πνευματική σημασία του αθεϊσμού, ενός υπαρξιακού αθεϊσμού, που υπερασπίζεται έναν θεό ελέους, ταυτισμένο με το αγαθό:

"Η αμφιβολία για τον θεό σε κάνει συχνά να ακούς καθαρότερα τη φωνή του ανθρώπινου πόνου, ενώ η ακλόνητη και αρραγής πίστη δεν αφήνει πολλές φορές να ακουστεί η απόγνωση και η οιμωγή... η πίστη του σημερινού ανθρώπου, των δημοκρατικών κοινωνιών, που έχει ενσωματώσει μέσα της την αμφιβολία, είναι πιο ανθρώπινη, ελεύθερη, ανοιχτή και προπάντων φιλόξενη, από ό,τι η πίστη, πολύ συχνά μισαλλόδοξη, της παραδοσιακής χριστιανοσύνης" (σελ. 32).

Σ' αυτό το βιβλίο, βρήκα και τα δύο στοιχεία που ανέφερα παραπάνω. Βρήκα στοιχεία που σε κάποια φάση της ζωής μου έχω νιώσει αντίστοιχα τον πόνο. Και πώς να μην καταλάβω όταν λέει: "Όποιος δεν έχει πονέσει στη ζωή του δεν θα μπορέσει ποτέ να ανοίξει σπλάγχνα οικτιρμού για τον συνάνθρωπο, ούτε όμως και όποιος δεν έχει νιώσει τη χαρά". 'Η: " Η αρρώστια, η δική σου και των άλλων, σε οδηγεί να εκτιμάς την αξία των πιο κοινών και καθημερινών πραγμάτων της ζωής και ταυτόχρονα να σχετικοποιείς, χωρις να μηδενίζεις, τη σημασία άλλων, που θεωρούνται σημαντικά...".

Πώς να μην αναζητήσω την αλληλεγγύη που επικαλείται ο Βίτι, όταν γράφει: "Στη ζωή των ανθρώπων, όχι όλων πάντως πολλών, υπάρχει ένα γεγονός που επηρεάζει, χρωματίζει και σφραγίζει όλα τα άλλα".

¨Ομως, στο βιβλίο αυτό βρήκα και το δεύτερο στοιχείο συνομιλίας, αυτό που με οδήγησε σε δυο πολύ ενδιαφέροντα βιβλία.





Αναφέρεται στο διήγημα "Η πλύστρα" του Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ, το οποίο, μετά από ψάξιμο σε βιβλιοθήκες, το βρήκα (στη Βιβλιοθήκη του Ιδρύματος Ευγενίδη) να περιέχεται στο βιβλίο του "Στο δικαστήριο του πατέρα μου" (Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2003). Με απλή, γλαφυρή γραφή, ο Σίνγκερ αφηγείται  την παιδική του ηλικία στην Πολωνία, μέσα από μικρές αυτοτελείς ιστορίες της καθημερινής ζωής. Περιγράφει στιγμές από τη ζωή της δικής του οικογένειας αλλά και των άλλων ανθρώπων της πόλης που ζούσαν (κυρίως Βαρσοβία), με ενδιαφέρουσες αναφορές για την κουλτούρα, τις συνήθειες, τον τρόπο ζωής των Εβραίων της Πολωνίας. Μιλά για τους χασίδηδες Εβραίους (ο πατερας του ήταν ραββίνος, κάτι σαν λαϊκός δικαστής), για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους ως προς τις αντιλήψεις, τις συμπεριφορές, τη γλώσσα (τα γίντις), αλλά και τις ενδυματολογικές και άλλες ιδιαιτερότητες (π.χ. οί οικοδέσποινες φόραγαν περούκα, οι άντρες είχαν στριφτές γενειάδες). Δίνει το κοινωνικό και πολιτικό κλίμα της εποχής εκείνης (Βαλκανικοί πόλεμοι, Α' παγκόσμιος πόλεμος, Ρώσικη επανάσταση), αναφέρεται στις σχέσεις με τους χριστιανούς, περιγράφει τα διάφορα επαγγέλματα που εξασκούνταν εκείνη την περίοδο.

Η πλύστρα είναι μια γριούλα, χριστιανή, που έπαιρνε τα ρούχα από τα σπίτια για μπουγάδα και τα επέστρεφε μετά από δυο βδομάδες. Έτσι, αφηγείται μια τρυφερή, συγκινητική, πολύ ανθρώπινη ιστορία. Ξεχώρισα κι άλλες ιστορίες, όπως "Μικρός φιλόσοφος", "Γίνομαι εισπράκτορας", "Η διαθήκη", "Στις άγρις αγελάδες", "Μια μακάβρια ερώτηση".

Πρέπει, τέλος, να σημειώσω την πολύ καλή απόδοση και επιμέλεια από τη μεταφράστρια Ανθή Λεούση, με πολλές σημειώσεις και με γλωσσάρι αρκετά κατατοπιστικό για όρους και έννοιες της Εβραϊκής θρησκείας.




Το άλλο βιβλίο που αναφέρει ο Ζουμπουλάκης και διάβασα επίσης (και αυτό δανεισμένο από τη Βιβλιοθήκη του Ιδρύματος Ευγενίδη) είναι "Ο κομισάριος και ο Γιόγκι" του Άρθουρ Καίστλερ (Κάκτος, 2010). Εδώ, περιέχονται άρθρα που έγραψε ο Κέστλερ την περίδο 1942-1945 ενώ δούλευε ως δημοσιογράφος στην Αγγλία. Είναι κείμενα που καταφέρονται κατά του φασισμού, κατά του ναζισμού, αλλά και με πολλές αναφορές στις στρεβλώσεις του σταλινισμού στη Σοβιετική Ένωση κατά τη δεκαετία του '30, μεταφέροντας και τις προσωπικές του εμπειρίες από το ταξίδι του εκεί γύρω στο 1932. Ιδιαίτερα καυστικός, όμως τόσο αληθινός (δυστυχώς)...

Η αλήθεια είναι ότι στα δύο βιβλία του Ζουμπουλάκη που αναφέρω εδώ υπάρχουν κι άλλες αναφορές και θα μπορούσα να συνεχίσω το ντόμινο της ανάγνωσης, όπως το ονομάζω. Προς το παρόν, έφτασα μέχρι εδώ, και πάλι η ευχαρίστηση από αυτή την περιδιάβαση ήταν μεγάλη.

-----------------
1Περιέχεται στο βιβλίο του με τίτλο "Γραφείο με θέα. Άρθρα και ομιλίες: Εργογραφία με αυτοβιογραφικό σχόλιο", Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 2006, σελ. 225. Όλος ο τόμος αξίζει να διαβαστεί, τόσο για το ίδιο το περιεχόμενο, όσο και για τον τρόπο και το ύφος που χρησιμοποιεί ο σπουδαίος Mario Vitti για να περιγράψει τις μεγάλες και μικρές στιγμές της προσωπικής και επιστημονικής του σταδιοδρομίας. 

2Στο κείμενο αυτό αναφέρεται επίσης στο βιβλίο του Ζαν Ντανιέλ "Ταξίδι στα όρια του έθνους" που επίσης έχω στη βιβλιοθήκη μου, καθώς και στον Χάντιγκτον και στις απόψεις του σχετικά με τις συγκρούσεις των πολιτισμών, τις οποίες και απορρίπτει (παραπέμποντας και σε άρθρο του Παναγίωτη Κονδύλη).