Πολύ ενδιαφέρουσα και μεστή η συνέντευξη του κ. Κωνσταντίνου Στάικου στο περιοδικό «ο αναγνώστης» και στο Γιάννη Μπασκόζο και δεν θα μπορούσε να μην είναι άλλωστε. Είναι ο άνθρωπος, ο ακάματος ερευνητής της ιστορίας του βιβλίου και των βιβλιοθηκών, που μας έχει φωτίσει με τον πλούτο που κουβαλούν οι βιβλιοθήκες στο διάβα των αιώνων. Θα ήθελα εδώ, με κάθε σεβασμό στην άποψη και στο έργο του, να παραθέσω, ως αφορμή, λίγα σύντομα και καλοπροαίρετα σχόλια:
- Συμφωνώ απόλυτα ότι η ελληνική πολιτεία δεν υποστήριξε τις βιβλιοθήκες ουσιαστικά, δεν υπήρξε εθνική πολιτική βιβλιοθηκών ποτέ (ακόμη και τότε που έρεαν τα χρήματα από τα ευρωπαϊκά προγράμματα) και φτάσαμε σήμερα ν' αναρωτιόμαστε ποιος είναι ο ρόλος των βιβλιοθηκών (σήμερα βέβαια είναι ένα υπαρκτό ερώτημα και θα έπρεπε κι εμείς να έχουμε σοβαρούς προβληματισμούς όντως), αν πρέπει να πηγαίνουμε σε βιβλιοθήκη ή σε βιβλιοπωλείο κτλ. κτλ.
- Συμφωνώ ότι οι ελληνικές βιβλιοθήκες δεν έχουν όλο τον πλούτο που χρειάζονται οι ερευνητές. Η αλήθεια είναι ότι δεν θα μπορούσαν κιόλας, φαντάζομαι ότι δεν εννοεί αυτό ακριβώς ο κ. Στάικος, άλλωστε γι' αυτό οι βιβλιοθήκες σε όλο τον κόσμο κάνουν λόγο για την ανάγκη επικοινωνίας, δικτύων κτλ. Ας μην υποτιμούμε πάντως την ανάγκη συγκέντρωσης και διάσωσης της "τοπικής βιβλιογραφικής παράδοσης", που όντως, όπως κι ο ίδιος λέει, μπορεί να είναι ελλιπής σε πολλές περιπτώσεις (ή αναξιοποίητη σε περισσότερες, δυστυχώς). Πάντως, για να μην παρεξηγούμαστε, οι δημόσιες βιβλιοθήκες ανά τον κόσμο δεν είναι και δεν (μπορούν να) έχουν ως μοντέλο τη New York Public Library.
- Σχετικά με τη μεταφορά της Εθνικής Βιβλιοθήκης και όλο αυτό το πανηγύρι, νομίζω νωρίτερα, χρόνια πριν, τότε έστω που παρουσιαζόταν η άποψη (ως δεδομένη όμως, και χωρίς ουσιαστική διαβούλευση) στα αμφιθέατρα (ΕΙΕ π.χ.), τότε θα μπορούσε κάτι να γίνει. Τώρα, νομίζω θα πρέπει όλοι να υποστηρίξουμε καταρχάς το προσωπικό και το Διευθυντή της Εθνικής Βιβλιοθήκης που έχουν επωμιστεί τεράστιο έργο και που η τυχόν αποτυχία του θα βαρύνει τις δικές τους πλάτες (η εύκολη λύση), να δηλώσουμε διαθέσιμοι και αυτοί να βρουν τρόπους να αξιοποιήσουν όσες δυνάμεις θέλουν και μπορούν! Μακάρι και η Πολιτεία να το έχει αντιληφθεί αυτό (επί της ουσίας, όχι - μόνο - ως υποχρέωση στον χορηγό).
- Ας μου επιτραπεί επίσης ένα σχολιάκι στην πρόταση «Η γλώσσα μας συνεχώς συρρικνώνεται, όμως, η αρχαιότητα εξακολουθεί να παραμένει στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος σε κάθε επίπεδο: αρχαιολογικό, λογοτεχνικό, φιλοσοφικό, κοινωνικό, πολιτικό, καλλιτεχνικό κ.α.». Αν και είναι μεγάλο θέμα και δεν είμαι καθόλου ειδική να μιλήσω για τις σπουδές που σχετίζονται με την αρχαιότητα, θα ήθελα μόνο να επισημάνω ότι το σημείο «συρρίκνωση μιας γλώσσας» θέλει βασάνισμα, ότι η μη χρήση της εθνικής γλώσσας στη διεθνή έρευνα δεν είναι ελληνικό φαινόμενο και να παραπέμψω, ως ενδεικτικό παράδειγμα, στην ημερίδα και στα συμπεράσματά της που οργανώθηκε στην Αθήνα το 2013 από την Ελληνική Εταιρεία Ορολογίας (ΕΛΕΤΟ) και την αντίστοιχη Ευρωπαϊκή Ένωση (EAFT) με θέμα "Οι Εθνικές Γλώσσες και η Ορολογία στην Ανώτατη Εκπαίδευση, στην Επιστήμη και στην Τεχνολογία" (σύντομη παρουσίαση εδώ). Δυστυχώς, το πρόβλημα είναι πολυδιάστατο (και δείτε τώρα με το Brexit που απασχολεί τι θα γίνει με την αγγλική γλώσσα!!!).
Αλλά, για να ξαναγυρίσω στις βιβλιοθήκες και στη συνέντευξη του κ. Στάικου, επειδή, δυστυχώς, λέει αλήθειες, καλό θα ήταν να τις πάρουμε υπόψη (σε επίπεδο πολιτείας, αλλά και σε επίπεδο βιβλιοθήκης, δεν είπε κανείς ότι όλα και παντού τα πράγματα λειτουργούν ρολόι). Αυτό που λείπει νομίζω είναι να γνωρίζουμε και να καταλήξουμε τι θέλουμε και/ή τι μπορούμε ν’ αντέξουμε. Το κάνουμε;
Επίσης, ας μου επιτραπεί ένα τελευταίο σχόλιο, τώρα στο (πολύ καλό κατά τη γνώμη μου) περιοδικό. Ο τίτλος "Κ. Στάικος: Οι δημόσιες βιβλιοθήκες της χώρας ήταν πάντα ανεπαρκείς (συνέντευξη στον Γ.Ν.Μπασκόζο)" νομίζω αδικεί και τον κ. Στάικο και το περιοδικό και στέλνει ένα πολύ αρνητικό νόημα. Αναρωτιέμαι αν αυτό ήθελε να βγάλει ο συνεντευξιαζόμενος ή το περιοδικό.