Τρίτη 29 Μαρτίου 2022

Μπέρτολτ Μπρεχτ, Περί του πέμπτου τροχού

 


Είμαστε στο σπίτι σου την ώρα που συνειδητοποιείς
Πως είσαι ο πέμπτος τροχός
Και η ελπίδα σου σ' εγκαταλείπει.
Εμείς όμως
Δεν το συνειδητοποιούμε ακόμη.

Παρατηρούμε
Πως συνομιλείς μ' ακόμη μεγαλύτερη σπουδή
Αναζητάς μια λέξη, με την οποία
Να μπορέσεις ν' αποχωρήσεις
Διότι επιθυμείς
Ν' αποχωρήσεις χωρίς να γίνει θέμα.
 
Σηκώνεσαι στη μέση της φράσης
Λες θυμωμένα: θέλεις να φύγεις
Εμείς λέμε: Μείνε! και συνειδητοποιούμε
Πως είσαι ο πέμπτος τροχός.
Εσύ όμως ξανακάθεσαι.
Έτσι λοιπόν κάθεσαι μαζί μας την ώρα
Που συνειδητοποιούμε πως είσαι ο πέμπτος τροχός.
Εσύ όμως
Δεν το συνειδητοποιείς πλέον.
 
Άσε να στο πούμε: είσαι
Ο πέμπτος τροχός
Μη σκεφτείς πως εγώ που στο λέω
Είμαι ένας αχρείος
Μην απλώνεις να πιάσεις το τσεκούρι, αλλά άπλωσε
Να πιάσεις ένα ποτήρι νερό.
 
Ξέρω, δεν ακούς πια
Όμως
μη λες μεγαλοφώνως πως ο κόσμος είναι κακός
Πες' το χθαμαλτῇ φωνῇ .
 
Διότι δεν περισσεύουν οι τέσσερις
Αλλά ο πέμπτος τροχός
Και δεν είναι κακός ο κόσμος
Αλλά 
Πλήρης.
 
(Αυτό τόχεις ήδη ακούσει να λέγεται).


Αντέγραψα το ποίημα του Μπέρτολτ Μπρεχτ από τη δίγλωσση έκδοση Επτά αμαρτήματα και Πέντε δυσκολίες (εκδόσεις ΚΨΜ, ανθολόγηση και μετάφραση από τον Γιώργο Σταμάτη). Το ποίημα ανήκει στην ενότητα «Από ένα αναγνωστικό για κατοίκους των πόλεων», γραμμένη γύρω στο 1926. Για τα ποιήματα της ενότητας αυτής. γράφει ο Γιώργος Σταμάτης στον «Μικρό Πρόλογό» του:
 
Τα ποιήματα της συλλογής, γραμμένα γύρω στο 1926, κρατούν μπροστά στους Γερμανούς κατοίκους των πόλεων εκείνων των δύσκολων καιρών έναν καθρέφτη. Δεν τους λέει ακόμη εδώ βρέχει πως ό,τι βλέπουν σ' αυτόν δεν είναι σε μία περίοδο κρίσης σε εκδηλώσεις συνέπειες του οικείου καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής στη ζωή τους, τις συνθήκες διαβίωσής τους, στην σκέψη τους και στην κοινωνική συμπεριφορά και πρακτική τους. Περί αυτού όμως πρόκειται. 

Η πρώτη εικόνα είναι από έργο τεκμηρίωσης του Robert Schuster με τον τίτλο «Ο πέμπτος τροχός» που αναφέρεται στις γυναίκες στην πόλη Χεράτ του βορειοδυτικού Αφγανιστάν μετά την αποχώρηση των Αμερικανών και την επικράτηση των Ταλιμπάν. Αντέγραψα την εικόνα από εδώ (https://dringeblieben.de/videos/simorgh-theater-das-funfte-rad), αλλά περισσότερες πληροφορίες και το έργο υπάρχουν εδώ: https://segalfilmfestival.org/the-fifth-wheel-by-robert-schuster-kula-compagnie/

Η παρακάτω εικόνα είναι το κάλεσμα για την αποψινή συναυλία ειρήνης, συναυλία καταδίκης στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, καταδίκης στον πόλεμο, γιατί παρά τα όποια ερωτήματα, η απάντηση είναι  μόνο μία, η Ειρήνη! Γιατί, κανείς δεν περισσεύει στον κόσμο!


 

Δευτέρα 21 Μαρτίου 2022

Η ποίηση είναι η λογοδοσία της ψυχής σου


Τι δίνει η ποίηση και τι παίρνει

                                         της Κατερίνας Αγγελάκη - Ρουκ

Τι δίνει η ποίηση και τι παίρνει;
Όταν κάτω από το βάρος κάποιου σύννεφου
όλο το μέσα σου σώμα γέρνει 
όταν ένα μόνο βλέμμα παλιές πληγές ξύνει
όταν μια νέα αναπηρία καινούργιες πληγές ανοίγει
όταν τα φανάρια τ' ουρανού σε κοντινή απ' το μέλλον σου απόσταση 
    λάμπουν 
και όλα τα αποθέματα ζωής που έχεις συλλέξει δε φτάνουν 
όταν σε βασανίζει μια θλίψη που δεν ήρθ' ακόμα 
όταν ο πόνος δεν έχει όνομα ούτε χρώμα 
τότε αρχίζει η ποίηση σαν χέρι τρυφερό το μέτωπό σου
και σε κάνει να πιστεύεις ότι είναι υψηλός ο σκοπός σου 
ότι οι στίχοι σου δεν τελειώνουν με τη ζωή σου 
ότι η ποίηση είναι η λογοδοσία της ψυχής σου.
Πιάνεις τότε την πένα 
και νομίζεις πως γίνεσαι ένα 
με την ωραιότητα και την αθανασία,
όμως η ποίηση ποια σου ζητάει θυσία;
Τι θέλει γι' αντάλλαγμα;
Μονάχα ένα πράγμα.
Απ' τη γη που κατοικείς
τίποτα μην απαιτείς.
Ούτε η πραγματικότητα να σε ανταμείψει 
να σε πλουτίσει
μ' αιώνια δεσμά να σε δέσει 
ή να 'ναι εκείνη όπως σ' εσένα αρέσει.
Ένα μόνο να λαχταράς 
να 'ναι ακόμα γύρω σου η πραγματικότητα και να την αγαπάς 
να 'ναι εκεί 
και ας είναι αγέλαστη, ας είναι και στριφνή.
 
Marc Chagall, The Poet, or half Past Three, Philadelphia Museum of Art (Πηγή: https://www.wikiart.org/en/marc-chagall/the-poet-or-half-past-three-1912)

 
Για τη σημερινή ημέρα της Ποίησης, την «ζωγραφία λαλούσα», όπως την είχε ονομάσει ο Σιμωνίδης ο Κείος:
 
Την μεν ζωγραφίαν ποίησιν σιωπώσαν, την δε ποίησιν ζωγραφίαν λαλούσαν.
 
 
Marc Chagall, War, Kunsthaus Zürich (Πηγή: https://www.wikiart.org/en/marc-chagall/war-1966)   
 
----------------------------------------------------------------
 
Σημειώσεις: 
1. Αντέγραψα το ποίημα της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ από τη συγκεντρωτική έκδοση ποιημάτων της Ποίηση 1963-2011, Καστανιώτης 2020 (5η έκδ.).
2. Η πρώτη εικόνα είναι έργο της ποιήτριας, πεζογράφου και ζωγράφου Παυλίνας Παμπούδη (πηγή εδώ: https://camerastyloonline.wordpress.com/2011/10/01/52-agrafa-paramythia-tis-pavlinas-pampoudi-sto-aggelon-vima/). Περιλαμβάνεται στη συλλογή της «52 Άγραφα Παραμύθια Εικονογραφημένα» που εκτέθηκαν στο Αγγέλων Βήμα το 2011.  Η Εισαγωγή  στον Κατάλογο της Έκθεσης δημοσιεύτηκε από την Πόλυ Χατζημανωλάκη στο ιστολόγιό της εδώ http://waxtablets.blogspot.com/2011/10/52.html).

Κυριακή 13 Μαρτίου 2022

Πότες θα κάμει ξεστεριά, του Βαγγέλη Κακατσάκη

Μνήμες μιας άλλης εποχής και μιας άλλης Κρήτης μας μεταφέρει ο Βαγγέλης Κακατσάκης στο τελευταίο βιβλίο του, τη συλλογή διηγημάτων Πότες θα κάμει ξεστεριά.... (Χανιώτικα νέα και του Μουσείο Τυπογραφίας Γιάννη και Ελένης Γαρεδάκη, 2021). Όπως γράφει εν είδει επιλόγου στο τελευταίο διήγημά του «Ο εθελοντής»:

Η θύμιση έχει να κάνει με τις ιστορίες που άκουγα από τη γιαγιά μου, στα μικράτα μου. Για τα κομμένα κεφάλια των επαναστατών που περιέφεραν οι Τούρκοι στα χωριά του Αποκόρωνα πάνω στις τουφεκόβεργες, ένα από αυτά κι ενός παππού καπετάνιου. 

Δεν είναι ιστορία η λογοτεχνία, λένε όμως για τη δύναμη που έχει ν' αγγίξει, να μεταδώσει, να δώσει το ερέθισμα ώστε ακόμη και να στραφεί ο αναγνώστης και η αναγνώστρια στο ενδιαφέρον για τα ιστορικά γεγονότα, στα αίτια και στις συνέπειες. Αυτό κάνουν και τα διηγήματα του Βαγγέλη Κακατσάκη, του Νιππιανού δασκάλου, συγγραφέα, δημοσιογράφου στα Χανιώτικα Νέα για τέσσερις δεκαετίες, ενεργού πολίτη στα δρώμενα του τόπου.

Τα διηγήματα αναφέρονται στην περίοδο της Επανάστασης του 21 και της Τουρκοκρατίας στην Κρήτη και ιδιαίτερα στα χωριά του Αποκόρωνα. Ήρωές του πρόσωπα αληθινά, που υπήρξαν, και άλλα επινοημένα, που καημός κι αγώνας τους ήταν να λευτερωθεί η Κρήτη και τότε θα «λευτερωνόταν κι εκείνων η καρδιά τους».

Άλλα δίνουν πληροφορίες για γεγονότα που συνέβησαν, όπως «Ο εθελοντής» που αναφέρεται στη Μάχη του Βαφέ, τον Αύγουστο του 1866. Διαβάζουμε για τον Ιωάννη Ζυμβρακάκη και πάμε πίσω στον πατέρα του Εμμανουήλ που σφαγιάστηκε το 1821 και ύστερα στους άλλους της ιστορικής οικογένειας που ακολούθησαν (υπάρχει εξάλλου η οδός Ζυμβρακάκηδων στην πόλη). Και για τους εθελοντές που ήρθαν ν' αγωνιστούν μαζί με τους ντόπιους, κι ανάμεσά τους το νεαρό δικηγόρο Έσλιν που έπεσε μαχόμενος την ίδια χρονιά, κι ήταν μόλις 24 χρονών.

 

Κι άλλα βάζουν τις σκέψεις και τη φαντασία του συγγραφέα να συμπληρώνουν τις ιστορίες που άκουγε μικρός, κι εκεί ξεχειλίζει η ευαισθησία, η αγάπη για τον τόπο κι η αγάπη για την ιστορία. Γιατί και τα τρία αυτά στοιχεία φανερά χαρακτηρίζουν το Βαγγέλη Κακατσάκη. «Το τέλος» είναι ένα από αυτά τα διηγήματα που με συγκίνησε ιδιαίτερα, για τη Μαριγώ τη χήρα, που «ήταν η μόνη στο χωριό, που όχι κανίσκια δεν κουβάλησε στον αγά, αλλά ούτε και καταδέχτηκε να πάει στο κονάκι του να τον παρακαλέσει για τον μοναχογιό της, σαν ακούστηκε το φοβερό άκουσμα, πως από μέρα σε μέρα οι Τούρκοι θα 'παιρναν τα σερνικά του χωριού».

Είναι φορές που οι περιγραφές αγγίζουν σιγά σιγά, μεθοδικά λες, τις λεπτές χορδές των συναισθημάτων μας.

Ξημέρωνε! Τα μπουμπούκια τίναζαν τα κεφαλάκια τους κι ετοιμάζονταν να πουν καλημέρα στον ήλιο. Για μια στιγμή της πέρασε η ιδέα να πάρει τον κατήφορο, να γυρίσει στο σπίτι της. Οι δουλειές είχαν απομείνει πίσω. Οι όρνιθες ατάιστες. Τα κρεβάτια ξέστρωτα. Το σπίτι άνω-κάτω. Μα τα πόδια της ήταν τόσο βαριά, για να κάμουν ένα τόσο μεγάλο δρόμο.

Ο γκρεμνός έχασκε δυο βήματα μπροστά της και περίμενε το τέλος …

 

Τον φαντάζομαι στην τάξη, δάσκαλο, να λέει ιστορίες στα παιδιά, και να λέει και να λέει, και να βρίσκει τα λόγια που θα κάνουν τα παιδιά να θέλουν ν' ακούσουν κι άλλα, να ρωτάνε, έγινε τούτο, πώς έγινε τ' άλλο, αλήθεια γινόταν αυτό και τότε, και τι πα να πει ζορμπάδες, και πού είναι κείνο το χωριό, και γιατί παίρναν τ' αγόρια, κι άλλα κι άλλα, και να θέλουν να ψάξουν κι άλλο, τι έγινε την εποχή εκείνη, τι λένε τα βιβλία για τούτο και για κείνο.

Ένα από τα χαρίσματα του βιβλίου είναι η χρήση της γλώσσας, του τοπικού ιδιώματος.  Λέει η Μαριγώ στο γιο της όταν περιγράφει τον Κωνσταντή τον πατέρα του που δεν είχε γνωρίσει:

Ψηλός, γιε μου, πολύ ψηλός κι όμορφος! Σαράντα πήχες ήταν στο μέγαλος. Σπίτι δεν τον εχώριε...

 Κι όταν περιγράφει τον «θεορατικό» παπα-Μανόλη: 

Ένα κακουδέρικο μαυριδερό ανθρωπάκι ήταν, που 'χε καβαλικέψει τα εβδομήντα και το μόνο χαρακτηριστικό που τον έκανε να φαίνεται αλλιώτικος, χώρια βέβαια απ' τα ράσα που φορούσε, ήταν τα μάτια του.

Κι όταν λέει «η λύρα αυτή θα 'ναι που θα στραβώσει τους ζορμπάδες», βρίσκω μια καλή ευκαιρία να ψάξω τη σημασία της λέξης και να θυμίσω το βιβλίο του Νίκου Σαραντάκου «Το ζορμπαλίκι των ραγιάδων» (είχα γράψει εδώ: https://katerinatoraki.blogspot.com/2021/01/blog-post_18.html).

Για τα παραπάνω και για συνολικά 82 λέξεις υπάρχει γλωσσάρι στο τέλος του βιβλίου, μια αξιέπαινη πρωτοβουλία του συγγραφέα, γιατί όχι μόνο δίνει τις σημασίες λέξεων που ίσως δεν είναι γνωστές σε όλους, αλλά ακόμη περισσότερο γιατί έτσι κατατίθεται και διασώζεται ο τοπικός γλωσσικός πλούτος, η γλωσσική κληρονομιά μας (έχουν γίνει σημαντικές μελέτες, εξάλλου, που υπογραμμίζουν τη σημασία των λεγόμενων «κρυμμένων» γλωσσαρίων, των γλωσσαρίων δηλαδή που βρίσκονται ενσωματωμένα  σε βιβλία και άλλα δημοσιεύματα).

Και να σημειώσουμε, επίσης, ότι και ο τίτλος του βιβλίου υπακούει σ' αυτή την ανάγκη του συγγραφέα να θυμίσει και να κρατήσει τα τοπικά γλωσσικά στοιχεία. Ο αρχικός τίτλος του γνωστότατου ριζίτικου τραγουδιού ήταν όντως «Πότες θα κάμει ξεστεριά». (Υπάρχουν πολλές πηγές γι' αυτό, όπως για παράδειγμα εργασίες των Ερατοσθένη Καψωμένου, Γιώργου Ανδρειωμένου και άλλων. Όσο δε για τη λέξη ξεστεριά, σημειώνω ότι ήδη αναφέρεται στο Αγγλοελληνικό λεξικό του Νικ. Κοντόπουλου που εκδόθηκε στη Σμύρνη το 1869 παραπέμποντας στη λέξη ξαστεριά και που μπορεί κανείς να το βρει στην Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Ανέμη του Πανεπιστημίου Κρήτης - https://anemi.lib.uoc.gr/).

 

Θα ήθελα, επίσης, να προσθέσω ότι το βιβλίο, πέρα από το περιεχόμενο, είναι ένα ωραίο βιβλίο, ως προς την εμφάνιση, την εκτύπωση, το χαρτί, τη σελιδοποίηση. Κι αυτό, χάρη σε όλους τους συντελεστές του. Χάρη στα σκίτσα του Νίκου Μπλαζάκη που κοσμούν το εξώφυλλο και όλα τα διηγήματα (όπως τα παραπάνω). Και χάρη στην ωραία, ποιοτική έκδοση-εκτύπωση από το Μουσείο Τυπογραφίας Γιάννη και Ελένης Γαρεδάκη (http://www.typography-museum.gr/). Αξίζει η μνεία στο μουσείο αυτό των Χανίων, ένα σύγχρονο, πρωτοποριακό μουσείο, το πρώτο στη χώρα αφιερωμένο εξολοκλήρου στην Τυπογραφία.

Το τελευταίο βιβλίο του Βαγγέλη Κακατσάκη, βγαλμένο από παλιές ιστορίες που έλεγε η γιαγιά του η Στυλιανίτσα δίπλα στην παρασιά τις χειμωνιάτικες νύχτες, είναι ένα τεκμήριο τοπικής κληρονομιάς, τοπικής ιστορίας, παράδοσης και γλώσσας. Τον ευχαριστούμε.


Τετάρτη 9 Μαρτίου 2022

Αικατερίνη Κουμαριανού: «η αφοσιωμένη του Διαφωτισμού»

 

Με αφορμή τη χθεσινή μέρα της γυναίκας, βρήκα την ευκαιρία να γράψω δυο λόγια για μια σημαντική γυναίκα των γραμμάτων. Το είχα εδώ και χρόνια κάτι σαν οφειλή για την αξία γνωριμίας μαζί της μέσα από δυο μικρά μα σπουδαία βιβλία που διάβασα για και από αυτήν. Αφιερώνω αυτή την ανάρτηση στην Αικατερίνη Κουμαριανού (1919-2012), σπουδαία ιστορικό, «αφοσιωμένη στον Διαφωτισμό» όπως την είχε χαρακτηρίσει ο άλλος σπουδαίος ιστορικός Βασίλης Παναγιωτόπουλος (1932- ).

Αξίζει να σημειώσω, όχι μόνο λόγω της ημέρας, ότι στο Μαράσλειο που τελείωσε το γυμνάσιο η Κουμαριανού, είχε καθηγήτριες τη Ρόζα Ιμβριώτη και τη Μαρία Πολυμενάκου, τις πρώτες γυμνασιάρχισσες στην Ελλάδα στα μέσα της δεκαετίας του 30, στο Κιλκίς η μία, στη Λακωνία η άλλη. Για την Ιμβριώτη είχε πει σε συζήτηση με Καραμανωλάκη και Χριστοδούλου: «ήταν άνθρωπος που σου άνοιγε δρόμους». (Έχω μια ωραία ανάμνηση από τη Ρόζα Ιμβριώτη, είχα πάει σπίτι της και κουβέντιασα μαζί της στα μέσα της δεκαετίας του 70 λίγο πριν από τον θάνατό της).

Το αρχείο της Κουμαριανού βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη του Ιδρύματος Λασκαρίδη (εκεί επίσης βρίσκονται τα αρχεία και πολλών άλλων σημαντικών προσώπων, βλ. https://laskaridisfoundationarchives.org/). Κάποιες γενικές πληροφορίες μπορεί να βρει κανείς στη σχετική σελίδα της Βιβλιοθήκης (https://laskaridisfoundationarchives.org/archive-descriptions/20), καθώς και στη σελίδα των ΓΑΚ (https://greekarchivesinventory.gak.gr/index.php/u-3578).

Το βιβλίο για την Κουμαριανού που παρουσιάζω σήμερα έχει τον τίτλο Αικατερίνη Κουμαριανού. Σελίδες για τη ζωή και το έργο της (Βιβλιοθήκη Μουσείου Μπενάκη, 2016). Περιλαμβάνει τα κείμενα που εκφωνήθηκαν στις 30 Σεπτεμβρίου 2014 στην εκδήλωση για την παρουσίαση του βιβλίου της Άνθρωποι και ιδέες. Κείμενα για τον διαφωτισμό και τον ελληνικό κόσμο (18ος-20ός αι.) το οποίο εκδόθηκε το 2013 στη σειρά «Βιβλιοθήκη του Μουσείου Μπενάκη». (Το δεύτερο βιβλίο που έχω διαβάσει, αυτό γραμμένο από την Κουμαριανού, είναι το
Καϊρικά μελετήματα, Καΐρειος Βιβλιοθήκη, Άνδρος 2007, επιμ. Νικήτας Σινιόσογλου, αναφερόμενενο στον Θεόφιλο και την Ευανθία Καΐρη).

Ανακοινώσεις κάνουν ο Δημήτρης Αρβανιτάκης, με τίτλο «Αικατερίνη Κουμαριανού: Ένας πνευματικός άνθρωπος εν εγρηγόρσει», η Ελίζα-Άννα Δελβερούδη «Για την Αικατερίνη», ο Εμμ. Ν. Φραγκίσκος «Από τον Κοραή και τους λογίους του Διαφωτισμού, στον περιοδικό Τύπο και το βιβλίο. Ένα οξύ βλέμμα στην ιστορία προσώπων, έργων και ιδεών», ο Γιώργος Τόλιας «Ο χώρος της Ιστορίας - η ιστορία του χώρου» και ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης με την Αγγελική Χριστοδούλου «Συζητώντας με την Αικατερίνη Κουμαριανού».

Μιλούν για την προσωπικότητά της, «τη στοχαστική ανεκτικότητα, τη γαλήνια ματιά, την αρετή της συμπάθειας» και για το έργο της «για την έρευνά της, τη σοβαρότητα του έργου της, τον πολύτροπο κόπο της» (Αρβανιτάκης).

«Η Αικατερίνη έγινε η δασκάλα μας», λέει η Δελβερούδη. «Μαθήτρια της Ρόζας Ιμβριώτη η ίδια, έφερνε τους απόηχους αυτής της μοναδικής προσωπικότητας ως χειροθεσία. [...] Καθοδήγηση στις πηγές, αναζήτηση, διασταύρωση, επιφύλαξη, πολλαπλή τεκμηρίωση, ερμηνεία. Καμία συγκέντρωση υλικού δεν ήταν αρκετή, αν δεν περιλάμβανε την ερμηνεία των στοιχείων. Τόσο αυτονόητα πράγματα, που ωστόσο κάποιος έπρεπε να μας τα πει και να μας οδηγήσει στο σημείο να τα κατακτήσουμε».

Προετοιμαζόταν σχολαστικά, όχι μόνο τότε που ξεκινούσε το διδακτικό της έργο, αλλά και τριάντα χρόνια αργότερα. Μοιραζόταν ανεπιφύλακτα τις γνώσεις και το υλικό της. Μοιραζόταν και τις επιστημονικές επαγγελματικές και φιλολογικές γνωριμίες και φιλίες της. Δεν είχε την τάση της ιδιοκτησίας, έδειχνε την ψυχολογική ασφάλεια, την εμπιστοσύνη, την απουσία ανταγωνισμού προς τους νεότερους. Τα ενδιαφέροντά της δεν περιορίζονταν στο στενό ακαδημαϊκό πλαίσιο, αλλά απλώνονται και ευρύτερα σε λογοτεχνία και συγγραφείς, κινηματογράφο, θέατρο, εκθέσεις, είναι homo universalis, όπως την χαρακτηρίζει η Δελβερούδη.

Ο Εμμ. Φραγκίσκος στέκεται στο έργο της για τον Κοραή και συνολικά για τον Διαφωτισμό, τον «ελληνικό διαφωτισμό» όπως τον ονόμασε ο Δημαράς. Αναφέρθηκε στην καθοριστική συμβολή της τόσο στο περιοδικό Ερανιστής, όσο και στον Όμιλο Μελέτης του Ελληνικού Διαφωτισμού (μαζί με Άλκη Αγγέλου, Φίλιππο Ηλιού, Ευγενία Χατζηδάκη κ.ά.).

Στα ενδιαφέροντα της Αικατερίνης Κουμαριανού ήταν και τα θέματα του χώρου και της ιστορίας του. Το πεδίο, λέει ο Γιώργος Τόλιας, «αναδύεται ως κοινός τόπος ποικίλων θεματικών που συγκλίνουν, όπως οι αφηγηματικές περιηγητικές μαρτυρίες, οι λόγιες γεωγραφικές συνθέσεις και ο θεωρητικός στοχασμός, η επιστολική επικοινωνία μεταξύ γεωγράφων, η χαρτογραφική αναπαράσταση και η φωτογραφική μαρτυρία». Ο ίδιος αναφέρεται στις επιδράσεις που δέχτηκε η Κουμαριανού από τους Furet, Mandrou, Braudel (το μνημειώδες έργο τους για τη Μεσόγειο).

Την ενδιαφέρουν η χωρική διάσταση των φαινομένων, «τα φαινόμενα δικτύωσης και γεωγραφικής διάχυσης των μορφωτικών και ιδεολογικών φαινομένων, όπως η γεωγραφία του τύπου και του εντύπου, οι μηχανισμοί διάδοσης και εξάπλωσης των επαναστατικών ιδεών και οι κατά τόπους εκδηλώσεις τους, ο ρόλος των αστικών κέντρων», αλλά και η μελέτη του κοινωνικού και πολιτιστικού χώρου όπως «οι μηχανισμοί συγκρότησης της δημόσιας σφαίρας, της κοινής γνώμης, του κοινού"».

Η Αικατερίνη Κουμαριανού ήταν για πολλά χρόνια πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Χαρτογραφίας, ενώ στα μεγάλα συνέδρια που διοργανώθηκαν τότε, το 1989 και το 1999, για πρώτη φορά, όπως γράφει ο Γ. Τόλιας, «ακούσαμε στην Αθήνα ότι οι έννοιες του χώρου δεν αποτελούν απόλυτες ή σταθερές αντικειμενικές αξίες αλλά πολιτιστικές συμβάσεις, κοινωνικές και πολιτισμικές κατασκευές, κι ότι μπορούμε να τις αναλύσουμε όπως κάθε ιδέα».

Ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης και η Αγγελική Χριστοδούλου αναφέρθηκαν στις συζητήσεις που είχαν στο σπίτι της το 2009 και το 2011. Κωσνταντινουπολίτες οι γονείς της, αστοί αλλά φιλελεύθεροι όπως λέει, Πετυχάκη το πατρικό της, το Κουμαριανού είναι από τον σύζυγό της. Ήταν στην Αριστερή Παράταξη σαν φοιτήτρια, αποβλήθηκε μάλιστα από το Πανεπιστήμιο για δυο χρόνια. Πήρε μέρος στο παγκόσμιο αντιφασιστικό συνέδριο φοιτητών που διοργανώθηκε τον Δεκέμβριο του 1934 στις Βρυξέλλες. Δεν εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ και αργότερα σταμάτησε, όπως είπε, τη δράση, κράτησε όμως τις φιλίες, όπως με τον Μπάμπη Δρακόπουλο, τον Τάσο Βουρνά, το Νίκο Μπελογιάννη, την Έλλη Παππά, τον Γιώργο Τσιτήλο (που εκτελέστηκε στην Κρήτη στη διάρκεια του εμφυλίου). Έχει πολύ ενδιαφέρον όλο το κείμενο και οι αναφορές της στον Δημαρά και στο έργο του, αλλά και στον Δετζώρτζη, στον Άλκη Αγγέλου (τον «πανύψηλο»), στη Λουκία Μαγκιώρου, στον Δοξιάδη, στον Κορνούτο (διευθυντή χειρογράφων στο ΕΙΕ), στον Φίλιππο Ηλιού, στον Ασδραχά, στη Λουκία Δρούλια, στον Μουλλά, στην Ελένη Πετροπούλου, στον Αλέξη Πολίτη και σε πολλούς άλλους και άλλες. 
 
Θα σταθώ στην απάντηση που έδωσε όταν τη ρώτησαν πώς βλέπει τη διαδρομή της Αριστεράς στην Ελλάδα:

Η αριστερά θα έπρεπε, μετά τον πόλεμο, να εκσυγχρονιστεί, με την καλή έννοια του όρου, δηλαδή να έχει πάρει τη γνώση από την εμπειρία όλων όσων συνέβησαν, από τα τεράστια λάθη που έγιναν. Ας σκεφτούμε τον Γιώργη Σιάντο, που έλεγε ότι «Εμείς τα όπλα δεν τα δίνουμε» και ότι «Θα υπάρξει ένα κράτος με δύο στρατούς»". Μέσα στην κατοχή έβλεπα κάποιους ανθρώπους και αναρωτιόμουν πώς αυτοί οι άνθρωποι θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τους άλλους; Οι πρώτοι ήταν άνθρωποι της παρανομίας, δεν είχαν περάσει από τη Σταδίου επί χρόνια, απομονωμένοι, κατά διωγμένοι, κυνηγημένοι, φυλακισμένοι. Από την άλλη ήταν οι άλλοι, όλοι αυτοί οι Παπανδρέου, οι πολιτικάντηδες που παίζανε στα δάχτυλα την ίντριγκα και την παλιανθρωπιά και τη βρομιά. Αυτό που έλεγα εγώ, νέα πολύ, ήταν:
«Μα είναι δυνατόν, άνθρωποι σαν τον Ζέβγο να τους αντιμετωπίσουν αυτούς; Ένας άνθρωπος ιδεαλιστής αγνός... Πώς θα τα βγάλουν πέρα με τα κοράκια;» Και δεν τα βγάλανε γιατί κάνανε και τρομερά λάθη.

Τελειώνοντας τις αναφορές της στον Δημαρά, είπε ότι στον εμφύλιο είχε υπογράψει εναντίον του Ν. 509, κάτι που αποσιωπήθηκε (πρόκειται για τον Αναγκαστικό Νόμο 509, «Περί μέτρων ασφαλείας του Κράτους, του Πολιτεύματος, του Κοινωνικού Καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών», που έθεσε εκτός νόμου το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και την Εθνική Αλληλεγγύη). Και καταλήγει:

Για αυτό συνεργάστηκα μαζί του και στράφηκα προς τον Διαφωτισμό. Όταν είσαι ένας άνθρωπος με προοδευτικές ιδέες, φυσικά που θα πας; Προς τα εκεί θα πας. Δεν θα πας προς αλλού. Φυσικά, αλλά νομίζω ότι τουλάχιστον για μένα προσωπικά προηγήθηκε λίγο αυτό το ανακάτεμα προς την Αριστερή Παράταξη, εκεί με ωθούσε άλλωστε ο άλλος μου εαυτός, η προσωπικότητά μου. Όση είχα τότε. Και βέβαια, μετά που θα πας; Θα πας εκεί που βρίσκεις ανταπόκριση σε όσα πράγματα έχεις μέσα σου και σκέφτεσαι για τον κόσμο, για τους ανθρώπους, για την Ιστορία.
 
Και τελικά, από όλα τα σπουδαία που βρίσκει κανείς στους ανθρώπους, ο Αρβανιτάκης είπε το πιο σπουδαίο για την Αικατερίνη Κουμαριανού:

Της χρωστάμε κυρίως για το ήθος του παραδείγματός της.

Κυριακή 6 Μαρτίου 2022

Είχαν καμήλες τα Χανιά;


Πάντα νόμιζα ότι στα Χανιά υπήρχαν καμήλες, δηλαδή είχα εικόνα από τα παιδικά μου χρόνια μια καμήλα να περπατά στους δρόμους της πόλης και κάποιος να τη σέρνει από το λουρί. Ήταν μάλλον Απόκριες. Έμεινα για χρόνια πολλά με την εικόνα της καμήλας στην πόλη μου και με τη σιγουριά πως την είχα δει, το είχα διηγηθεί σε φίλους (!), την είχα ζήσει, υπήρξε όπως υπήρξε και η αρκούδα με τον αρκουδιάρη. Αλλά, τελικά, μπορεί να ήταν αληθινή καμήλα;

Μεγαλώνοντας, διάβασα για τα έθιμα της Αποκριάς κι εκεί βρήκα την καμήλα μου! Μάλλον αυτήν θυμάμαι, αυτήν που περιγράφουν ο λαογράφος Σταμάτης Αποστολάκης, ο συγγραφέας Νίκος Ψιλάκης και άλλοι  (είδατε, λέω μάλλον, δεν είμαι ακόμη σίγουρη, οι παιδικές εικόνες έχουν τόση δύναμη!). 

Αφορμή στάθηκε το ωραίο άρθρο των  Δημήτρη Μαριδάκη, Γιάννη Λυβιάκη και Γιάννας Μαρουλοσηφάκη στα Χανιώτικα Νέα της προηγούμενης εβδομάδας με τίτλο «Έθιμα και αναμνήσεις από τις απόκριες του παρελθόντος». Γράφουν για την Καμήλα,«μια διονυσιακή γιορτή απελευθέρωσης» μεταφέροντας στο χαρτί μνήμες από τον δάσκαλο και λαογράφο Σταμάτη Αποστολάκη, τον παλιό δημοσιογράφο και τυπογράφο Γιώργο Μαρουλοσηφάκη και τον πρόεδρο του Πολιτιστικού Συλλόγου Κάινας Μαθιό Σταυρουλάκη:

Το αποκριάτικο έθιμο της “καμήλας” χρονολογείται από τον 19ο αιώνα ενώ οι ρίζες του “κρατάνε” από τον Διόνυσο.
Στην “καμήλα” μπαίνουν συνήθως τρεις άνθρωποι. Ένας κρατάει το κεφάλι στερεωμένο σε ένα ξύλο, και οι άλλοι δύο με τη βοήθεια των καλαθιών σχηματίζουν τις καμπούρες της.

[...] Η “καμήλα” αποτελούσε διαχρονικά μια αφορμή απελευθέρωσης από τις κοινωνικές συμβάσεις και τα “στεγανά” της καθημερινότητας και των υποχρεώσεων. [...] Το έθιμο γίνονταν και γίνεται κάθε Καθαρά Δευτέρα. Έχει διονυσιακές ρίζες και οι άνθρωποι που συμμετείχαν από παλιά και συμμετέχουν και σήμερα νιώθουν σαν να απελευθερώνονται για λίγες στιγμές από τα “πρέπει”.

 

Η Καμήλα στην Κάινα του Αποκορώνου
 

Το έθιμο ήταν ιδιαίτερα προσφιλές στην Κάινα του Αποκορώνου και στις Στέρνες Ακρωτηρίου. Αλλά και στην πόλη τριγυρνούσε μια Καμήλα (λέτε αυτήν να θυμάμαι;):

Στα Χανιά μέχρι και τη δεκαετία του 1950 είχαμε και το έθιμο της καμήλας.
Χανιώτες έφτιαχναν μια καμήλα με σκελετό από καλάμια και πάνω έριχναν κουρέλια που έφταναν μέχρι το οδόστρωμα.
Μέσα έμπαιναν δύο άτομα και ο ένας κρατούσε ένα κοντάρι που στην άκρη του είχε δεμένη, μία μεγάλη γαϊδάρου.
Την είχαν μαζέψει από τα ψόφια ζώα που πετούσαν την εποχή εκείνη στον Κλαδισό.
Συνοδοί της καμήλας ήταν ένας Χανιώτης που κτυπώντας ένα ταμπούρλο τραγουδούσε.
Ντε – ντε – ντε καμήλα ντε και αυτοί που ήταν μέσα στη καμήλα χόρευαν.
Μια γυναίκα – συγγενής των καμηλιέρηδων κρατούσε ένα μεγάλο κόσκινο και ζητούσε τον “οβολό” του κοινού.

Η Καμήλα στις Στέρνες Ακρωτηρίου

Τα ίδια γράφει και ο συγγραφέας Νίκος Ψιλάκης σε παλιότερο κείμενό του για τις Απόκριες στην Κρήτη:

Μια από τις πιο παλιές αποκριάτικες μεταμφιέσεις, διαδεδομένη μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα. Ένα κρανίο από γάιδαρο ή μουλάρι που με μηχανικό τρόπο ανοιγοκλείνει το στόμα του και ένα παλιό ύφασμα (συνήθως σεντόνι) αρκούν για να δημιουργήσουν ένα τερατοειδές σχήμα. Συνήθως η καμήλα, όπως ονομαζόταν στις περισσότερες περιοχές, βγαίνει σε μια καθιερωμένη ετήσια παρέλαση όχι μόνο στον αγροτικό χώρο αλλά και στις πόλεις. Με ειδικούς χειρισμούς το κρανίο στρέφεται εναντίον των θεατών, η κάτω σιαγόνα που ανοιγοκλείνει μπορεί να «δαγκώσει» κάποιο χέρι ή να «αρπάξει» κάποιο μαντήλι δημιουργώντας πανδαιμόνιο.

Πάντως, ο Πέτρος Μανταίος έγραφε πρόπερσι στην Εφημερίδα των Συντακτών (απ' όπου και η πρώτη εικόνα):

Γνώριζα (έχω υπόψη και σχετικές γκραβούρες) ότι η καμήλα, επί τουρκοκρατίας, αλλά και αργότερα, σε πολλά μέρη της ελεύθερης πλέον χώρας, στην Αθήνα για παράδειγμα ή στο Ναύπλιο, ήταν χρήσιμη στις μεταφορές, όσο και τα άλογα και τα μουλάρια, ιδίως στις ορεινές περιοχές. Ζώο δυνατό, παροιμιώδους υπομονής, αντοχής και λιτοδίαιτο, το συμπάθησαν οι αγωγιάτες και η λαογραφία, με εύρος εθίμων, μιμητικών και παραστατικών, «της καμήλας», Αποκριάς και Καθαρής Δευτέρας.

Πάλι μπερδεύτηκα. Θα το ψάξω. Για την ώρα, μια ευχή: του χρόνου καλύτερα, η Αποκριά να είναι μια γιορτή χαράς κι ελπίδας κι ομορφιάς κι απελευθέρωσης, χωρίς πολέμους, χωρίς πανδημίες, χωρίς στραβά κι ανάποδα...

Καμήλα στην Άμφισσα (Γκραβούρα στο Ίδρυμα Αικ. Λασκαρίδη)

-------------------------------------------------

Άλλες αναρτήσεις για τις Απόκριες, για τα έθιμα στην πόλη, για τους κουκουγέρους, για τον πατέρα μου, για τον Παπαδιάμάντη και το Τριώδιο είναι εδώ.

Σάββατο 5 Μαρτίου 2022

Μακριά σ' έν' άλλο κόσμο γίνηκε αυτή η αποκριά, ο Πόλεμος δεν τέλειωσεν ακόμα κι αύριο είναι Κυριακή!

 
Μακριά σ' έν' άλλο κόσμο γίνηκε αυτή
                                                 η αποκριά

το γαϊδουράκι γύριζε μες στους έρημους δρόμους
όπου δεν ανάπνεε κανείς
πεθαμένα παιδιά ανέβαιναν ολοένα στον ουρανό
κατέβαιναν μια στιγμή να πάρουν τους αετούς τους
                                                που τους είχαν ξεχάσει
έπεφτε χιόνι γυάλινος χαρτοπόλεμος
μάτωνε τις καρδιές
μια γυναίκα γονατισμένη
ανάστρεφε τα μάτια της σα νεκρή
μόνο περνούσαν φάλαγγες στρατιώτες εν δυο
εν δυο με παγωμένα δόντια

Το βράδυ βγήκε το φεγγάρι
αποκριάτικο
γεμάτο μίσος
το δέσαν και το πέταξαν στη θάλασσα
μαχαιρωμένο
Μακριά σ' έν' άλλο κόσμο γίνηκε αυτή
                                                          η αποκριά.

 

Το ποίημα Η Αποκριά είναι του Μίλτου Σαχτούρη, γράφτηκε πολλά χρόνια πριν, δυστυχώς είναι σαν να γράφτηκε για σήμερα. Τελικά, όπως είπε και ο μεγάλος Μανόλης Αναγνωστάκης στο ποίημά του «Ο πόλεμος», κανένας πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ.


Οι δείχτες κοκαλιάσανε κι αυτοί στην ίδια ώρα.
Όλα αργούν πολύ να τελειώσουνε το βράδυ, όσο
κι αν τρέχουν γρήγορα οι μέρες και τα χρόνια
Έχει όμως κανείς και τις διασκεδάσεις του, δεν μπορείς να πεις· απόψε λ.χ. σε τρία θέατρα πρεμιέρα.
Εγώ, συλλογίζομαι το γέρο συμβολαιογράφο του τελευταίου πατώματος, με το σκοτωμένο γιο, 
                    που δεν τον είδα ούτε και σήμερα. Έχει μήνας να φανεί.
 
Στο λιμάνι τα μπορντέλα παραγεμίσανε από το πλήρωμα των καινούριων αντιτορπιλικών κι οι μάρκες 
                πέφτουνε γραμμή.

Η θερμάστρα κουρασμένη τόσα χρόνια έμεινε πάλι φέτος σε μια τιμητική διαθεσιμότητα.
«Το πολυαγαπημένο μας αγγελούδι (εδώ θα μπει το όνομα, που για τώρα δεν έχει σημασία), ετών 8 κτλ. κτλ.»
Στην οδό Αιγύπτου (πρώτη πάροδος δεξιά) τα κορίτσια κοκαλιασμένα περιμένανε απ’ ώρα τον Ισπανό με τα τσιγαρόχαρτα.
Κι εγώ ο ίδιος δεν το πιστεύω αλλά προσπαθώ να σε πείσω οπωσδήποτε, πως αυτό το πράγμα στη γωνιά ήτανε κάποτε σαν κι εσένα. Με πρόσωπο και με κεφάλι.
 
Οσονούπω όμως, ας τ’ ομολογήσουμε, ο καιρός διορθώνεται και νά που στο διπλανό κέντρο άρχισαν κιόλας οι δοκιμές.
Αύριο είναι Κυριακή.
 
Σιγά σιγά αδειάσανε οι δρόμοι και τα σπίτια, όμως ακόμη κάποιος έμεινε και τρέχει να προφτάσει
Και ρυθμικά χτυπήσανε μια μια οι ώρες κι ανοίξανε πόρτες και παράθυρα μ’ εξαίσιες αποκεφαλισμένες 
                μορφές
Ύστερα ήρθανε τα λάβαρα, οι σημαίες κι οι φανφάρες κι οι τοίχοι γκρεμιστήκανε απ’ τις άναρθρες 
                κραυγές
 
Πτώματα ακέφαλα χορεύανε τρελά και τρέχανε σα μεθυσμένα όταν βαρούσανε οι καμπάνες
Τότε, θυμάσαι, που μου λες: Ετέλειωσεν ο πόλεμος!

Όμως ο Πόλεμος δεν τέλειωσεν ακόμα.
Γιατί κανένας πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ

--------------------------------------------------------------------------------------

Σημειώσεις

1. Ο πίνακας είναι του Πικάσο και έχει τον τίτλο «Οι δύο σαλτιμπάγκοι» ή »Ο Αρλεκίνος και η παρέα του» (τι σου είναι οι συμπτώσεις της εποχής!). Είχε ζωγραφίσει πολλούς αρλεκίνους ο Πικάσο. Αυτός εδώ βρίσκεται στο Μουσείο Πούσκιν της Μόσχας, όπως διαβάζουμε στη σελίδα της Βικιπαίδειας απ' όπου πήρα και την εικόνα (δεν είμαι όμως σίγουρη αν είναι σωστή η πληροφορία, γιατί από ένα γρήγορο ψάξιμο που έκανα στη σελίδα του ρωσικού μουσείου, δεν το βρήκα, υποθέτω ότι το ... cancel culture των ευρωπαίων υπουργών μας του Πολιτισμού  δεν έχει προλάβει να βάλει το χέρι του).

2. Το ποίημα του Μίλτου Σαχτούρη περιέχεται στη συλλογή «Με το πρόσωπο στον τοίχο» που κυκλοφόρησε το 1952 και προφανώς αναφέρεται στα τραύματα της εποχής, στον εμφύλιο. Το ποίημα του Μανόλη Αναγνωστάκη περιέχεται στη συλλογή «Εποχές» (το έχω στην έκδοση «Τα ποιήματα 1941-1971», Στιγμή 1992). Αντέγραψα και τα δύο ποιήματα από τον ιστότοπο του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας (https://www.greek-language.gr/digitalResources/literature/tools/concordance/browse.html?cnd_id=8&text_id=2780  και https://www.greek-language.gr/digitalResources/literature/tools/concordance/browse.html?text_id=16&hi=1997&cnd_id=2 αντίστοιχα).

Τρίτη 1 Μαρτίου 2022

Κίτρινα αερόπλοια γέμισαν τον ουρανό κι η πληγωμένη Άνοιξη τεντώνει τα λουλούδια της

 
Κίτρινα αερόπλοια ξάφνου γέμισαν τον ουρανό
άλλα μικρά κι άλλα μεγάλα
κίτρινοι σκελετοί κούναγαν τα χέρια
                                      και ουρλιάζαν
όπως και κίτρινες κανάρες μεγάλες
πεταλούδες με πόδια μικρών παιδιών που
κρέμονταν
μαζί μ’ αστέρια κίτρινα που δεν τα γνώριζαν
                             και τα μισούσαν 

από τη γη κοίταζαν κίτρινοι
                                 οι αστροναύτες

δεν το περίμεναν

Μίλτου Σαχτούρη "Σημάδια κίτρινα" από τη συλλογή «Χρωμοτραύματα» (1980) που βρίσκεται στον συλλογικό τόμο Ποιήματα (1980-1998).

Η πληγωμένη Άνοιξη τεντώνει τα λουλούδια της
οι βραδινές καμπάνες την κραυγή τους
κι η κάτασπρη κοπέλα μέσα στα γαρίφαλα
συνάζει στάλα στάλα το αίμα
απ’ όλες τις σημαίες που πονέσανε
από τα κυπαρίσσια που σφαχτήκαν
για να χτιστεί ένα πύργος κατακόκκινος
μ’ ένα ρολόγι και δυο μαύρους δείχτες
κι οι δείχτες σα σταυρώνουν θα ’ρχεται ένα σύννεφο
κι οι δείχτες σα σταυρώνουν θα ’ρχεται ένα ξίφος
το σύννεφο θ’ ανάβει τα γαρίφαλα
το ξίφος θα θερίζει το κορμί της

Μίλτου Σαχτούρη «Η πληγωμένη Άνοιξη», από τη συλλογή «Παραλογαίς» 1948.

Καλό μήνα. Μπήκε η Άνοιξη. Χειμώνας στον κόσμο! Εκρήξεις.

Κι εμείς, καθισμένοι και καθισμένες στον καναπέ του σαλονιού μας, κάνουμε λίγα δευτερόλεπτα σιγή ν' ακούσουμε τις εκρήξεις από την τηλεόραση! Τι ωραίο πλιάτσικο!!! (συγγνώμη, θέαμα ήθελα να πω, ή μήπως το ίδιο κάνει;)

--------------------------------------------------------------

Σημειώσεις
 
1. Η πρώτη εικόνα είναι το έργο Explosion (Έκρηξη) της Γιάννας Περσάκη, σημαντικής ζωγράφου αφηρημένης τέχνης. Ήταν και η σύντροφος του Μίλτου Σαχτούρη. 
 
2. Το σχέδιο της δεύτερης εικόνας είναι του Μίλτου Σαχτούρη και περιέχεται στον τόμο Ποιήματα (1980-1998), από τις εκδόσεις Κέδρος, 2002. 
 
3. Η φράση "Τι ωραίο πλιάτσικο" είναι δανεισμένη από τον μεταφρασμένο τίτλο μυθιστορήματος του σημαντικού σύγχρονου Άγγλου συγγραφέα Τζόναθαν Κόου. Μου ταίριαξε σ' αυτά που συμβαίνουν αυτές τις μέρες, με την εισβολή της Ρωσίας του Πούτιν σε μια άλλη χώρα την Ουκρανία, με την υποκρισία των Αμερικανών ότι δεν επιτρέπουν εισβολές σε άλλες χώρες (θε μου τι ακούμε και διαβάζουμε αυτές τις μέρες μας), με την "οργή" των Ευρωπαίων που δεν ξέρουν τίποτα και πρώτη φορά μετά το '45 έγινε πόλεμος στην Ευρώπη (και βέβαια η Γιουγκοσλαβία και ο διαμελισμός της έγιναν σε μια άλλη ήπειρο και καμιά ευρωπαϊκή χώρα δεν ξέρει τίποτα ούτε καν η Γερμανία), με μας που τρέξαμε από τους πρώτους να στείλουμε πολεμικό υλικό και με τους ανθρώπους της Ουκρανίας στη μέση, να βιώνουν πόλεμο, ανασφάλεια, ξεκλήρισμα των οικογενειών τους, καταστροφή και να προστίθενται στους χιλιάδες πρόσφυγες που αναζητούν καινούριο σήμερα. 
 
4. Τα παιδάκια σήμερα κι εκεί θα φόραγαν την κόκκινη κλωστή να μην τα κάψει ο Μάρτης...