Ο Αμερίγκο Ορμέα ορίστηκε εκλογικός αντιπρόσωπος σε ένα εκκλησιαστικό ίδρυμα για ανίατους ασθενείς και άτομα με αναπηρίες. Ο Αμερίγκο ήταν αριστερός, μέλος κάποιου αριστερού κόμματος της Ιταλίας.
Εκείνα τα χρόνια στην Ιταλία, το κομμουνιστικό κόμμα είχε αναλάβει, ανάμεσα στα πολλά άλλα καθήκοντά του, κι εκείνο ενός ιδανικού φιλελεύθερου κόμματος που δεν είχε υπάρξει ποτέ. Κι έτσι το στήθος του κάθε κομμουνιστή ήταν δυνατόν να φιλοξενεί δύο άτομα μαζί: έναν αδιάλλακτο επαναστάτη κι έναν ολύμπιο φιλελεύθερο. Σ' εκείνους τους δύσκολους καιρούς, όσο περισσότερο ο παγκόσμιος κομμουνισμός γινόταν σχηματικός και χωρίς αποχρώσεις μέσα στις επίσημες και συλλογικές εκφράσεις του, τόσο πιο συχνά συνέβαινε, μέσα στο στήθος ενός μεμονωμένου στρατευμένου κομμουνιστή, να κερδίζει ο φιλελεύθερος σε ικανότητα εκτίμησης των διαφορετικών απόψεων και ποικιλοχρωμία, αυτό που ο κομμουνιστής έχανε από τον εσωτερικό του πλούτο καθώς εξομοιωνόταν με τον συμπαγή σιδερένιο όγκο.
Κι επειδή μας αρέσει να εντοπίζουμε αναλογίες, κι επειδή σχεδόν κάθε φορά στις εκλογές είμαι εκλογική αντιπρόσωπος, εδώ και πολλά πολλά χρόνια, ξεφυλλίζω πάλι το «Η μέρα ενός εκλογικού αντιπροσώπου» του Ίταλο Καλβίνο (εδώ από τις εκδόσεις Κριτική, 2019, σε μετάφραση Τόνιας Τσίτσοβιτς - Radin). Κι ενώ ο Καλβίνο επιλέγει μια ακραία περίπτωση για να περιγράψει τις παρατηρήσεις του ήρωά του, του Αμερίγκο, βρίσκει κανείς τόσες μα τόσες αναλογίες... Όσο θυμάμαι εκείνον τον καλοντυμένο κύριο που ήθελε ντε και καλά να μπει μαζί με τον γέροντα πατέρα του πίσω από το παραβάν, αλλά κι εκείνη την ηλικιωμένη (τσαούσα, επιτρέψτε μου τον χαρακτηρισμό) κυρία, που επέμενε να δώσει το έτοιμο ψηφοδέλτιο στον επίσης ηλικιωμένο σύζυγο, εκείνος αρνιόταν, εκείνη φώναζε κι έλεγε στη δικαστική αντιπρόσωπο ότι δεν πάει καλά (έκανε και τη σχετική κίνηση στο κεφάλι υπονοώντας τα μυαλά), εκείνος φώναζε «άκου θα μου πεις εσύ τι θα ψηφίσω», επικράτησε ένα φοβερό κομφούζιο μέσα στο τμήμα, εκείνος κατάφερε να ρίξει το δικό του κι έφυγαν, αυτός μπροστά προπορευόμενος και γρήγορα, κι εκείνη πίσω, σχεδόν τρέχοντας για να τον φτάσει, μουρμουρίζοντες αμφότεροι...
Στο εκλογικό τμήμα του Αμερίγκο, επιστρατεύονται μια μοναχή ή ένας παπάς να βάλουν το σταυρουδάκι για λογαριασμό των τροφίμων του ιδρύματος. Καμιά φορά όμως κάποιος ή κάποια αντιπρόσωπος αποκαλύπτει την αλήθεια:
Πρόεδρε, βλέπει! Μπορεί να πάει να ψηφίσει μόνος του! αναφωνούσε η γυναίκα με τα πορτοκαλιά. Του έτεινα το μολύβι κι αυτός άπλωσε το χέρι και το πήρε!
Έχει κι άλλες εμπειρίες ο Αμερίγκο εκείνη τη μέρα που έγινε εκλογικός αντιπρόσωπος, είδε από κοντά την ασχήμια, την υποκρισία και την αθλιότητα, δοκιμάστηκαν οι ηθικές επιλογές του, ένιωσε τη ματαιότητα, είδε σαν το Κοτολένγκο, το Ίδρυμα, να είναι ο καθρέφτης του κόσμου,
[...] το βασίλειο του νάνου υπερίσχυε του βασιλείου του εντιμότατου κι ο Αμερίγκο τώρα ένιωθε ότι ήταν ολόκληρος με το μέρος του νάνου, ότι ταυτιζόταν μ' αυτό το κάτι [...]
Η εκλογική διαδικασία φτάνει στο τέλος της, ο Πρόεδρος χαίρεται που εκτέλεσαν το καθήκον τους και για τέσσερα χρόνια δεν θα 'χουν αυτή την έννοια (πάντως, στο δικό μου τμήμα στις τελευταίες εκλογές η Πρόεδρος είχε πολλή αγωνία μη και δεν γίνουν επαναληπτικές εκλογές και χάσει την αμοιβή...). Ο Αμερίγκο δεν συμφωνεί, προβλέπει κι όλας
(μα έκανε λάθος) ότι η ημέρα που ζούσαν θα έμενε στην ιστορία σαν μια ημερομηνία ιταλικής οπισθοδρόμησης ([...] η Ιταλία προχώρησε εκφράζοντας όλο και περισσότερο τη διπρόσωπη ψυχή της), σαν μια παγκόσμια απολίθωση (μα σ' όλη τη Γη, ακριβώς εκείνα τα πράγματα που έμοιαζαν φτιαγμένα από πέτρα κινούνταν), χαρίζοντας ηρεμία μόνο στις τεμπέλικες συνειδήσεις, σαν τη συνείδηση του προέδρου του εκλογικού τμήματος και καταπνίγοντας την ανάγκη αναζήτησης των ξύπνιων συνειδήσεων (αντίθετα, τα πάντα αποδείχθηκαν όλο και πιο περίπλοκα κι ήταν όλο και πιο δύσκολο να ξεχωρίσεις το θετικό και το αρνητικό και πιο απαραίτητο να απορρίπτεις τα φαινόμενα και να αναζητείς τις όχι προσωρινές ουσίες: λίγες και αβέβαιες ακόμα...)
Προφανείς οι αναλογίες, προφανής η αναγκαιότητα του Ίταλο Καλβίνο που με τις πολύ λεπτές, έξυπνες, συχνά χιουμοριστικές αλλά και βαθιά στοχαστικές παρατηρήσεις του ανατέμνει συμπεριφορές και στηλιτεύει κοινωνικές και πολιτικές καταστάσεις, δίνοντας την ωραία ευκαιρία στον αναγνώστη, στην αναγνώστρια όχι μόνο να απολαύσει μια ωραία ιστορία (πόσο ωραίο είναι κι αυτό από μόνο του, βέβαια), αλλά και να ανακαλύψει, να εντοπίσει τις αναλογίες, να στοχαστεί, να αναστοχαστεί ...
Η αναγκαιότητα του Ίταλο Καλβίνο, λοιπόν. Ο τίτλος της ανάρτησης δεν είναι δικός μου, παρότι ταιριάζει και στα παραπάνω. Τον βρήκα σ' ένα, όχι μακρινό, απόκομμα της εφημερίδας Εποχή (28-29 Απριλίου 2023) με άρθρο του Θωμά Τσαλαπάτη, τρεις εβδομάδες πριν από τις εκλογές του Μαΐου. Τώρα που το ξαναδιάβασα, ο λόγος του συντάκτη του, πέρα από βαθύς, στοχαστικός, όπως πάντα, μου φάνηκε πικρά προφητικός. Αντιγράφω εδώ ολόκληρο το άρθρο, υπάρχει και στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας:
Έργο του Danielle Castellano όπως δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση της Εποχής (υπάρχει εδώ https://www.instagram.com/daniele.castellano/)
Ο κόσμος μας έχει γίνει άχαρος, στεγνός και υπερόπτης. Προπονείται καθημερινά ώστε να έχει όσο το δυνατόν περισσότερες απαντήσεις, όλο και λιγότερες ερωτήσεις. Επικοινωνεί συνεχώς χωρίς να διαλέγεται, σαρώνει πληροφορίες χάνοντας την ικανότητά του να μπορεί να φανταστεί. Κυνισμός και εθισμός δημιουργούν καθημερινά το καλούπι του νέου ανθρώπου. Και σε μια στιγμή βραχυκυκλώματος, όταν ο μηχανισμός για λίγο σταματήσει να λειτουργεί, εσύ κοιτάζεις απέξω όλη αυτή τη διαδικασία που δίνει σχήμα στη δική σου ζωή και καταλαβαίνεις πως κάτι δεν πάει καλά. Τον κοιτάς και απορείς. Διεκδικείς την απόστασή σου απ’ όλο αυτό. Και έχεις ανάγκη. Από αντίδοτα και καταφύγια. Και θα σου πω κάτι ειλικρινές, αναγνώστη μου. Δεν υπάρχει καταφύγιο εξίσου όμορφο, και δεν υπάρχει αντίδοτο εξίσου δραστικό με αυτά που μπορείς να συναντήσεις στον πλανήτη του Ίταλο Καλβίνο.
Ένα παιδί ανεβαίνει στα κλαδιά ενός δέντρου και αποφασίζει να μην κατέβει ποτέ από εκεί, το σύμπαν δημιουργείται από την επιθυμία μιας μάνας να μαγειρέψει λαζάνια για να ευχαριστήσει τα παιδιά της, ένας τεράστιος αριθμός μερμηγκιών καταστρέφει την οικογενειακή ζωή ενός ζευγαριού και όλες οι πόλεις, οι τόσες πόλεις έχουν πάντοτε όνομα γυναικών. Ίσως να μην υπάρχει κανένας συγγραφέας στην ιστορία της λογοτεχνίας ο οποίος να χρησιμοποίησε το ποιητικό και το κωμικό στοιχείο στον πεζό λόγο εξίσου δραστικά, σε τέτοια έκταση και με τέτοια αποτελεσματικότητα. Υπάρχουν ποιητές που συχνά χρησιμοποιούν το χιούμορ και υπάρχουν σατυρικοί συγγραφείς με στιγμές εξόχως ποιητικές. Στην περίπτωση του Καλβίνο, όμως, βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι διαφορετικό. Εδώ τα δύο στοιχεία συνυπάρχουν αρμονικά στον πυρήνα δημιουργώντας όλες τις επιφάνειες των ιστοριών. Όταν γελάς στην ανάγνωση, γνωρίζεις πως από κάτω υπάρχει μια βαθιά ποιητικότητα και όταν εντυπωσιάζεσαι από την ομορφιά μιας εικόνας ή μιας περιγραφής, στην πραγματικότητα γελάς από την απόλαυση που μόνο η ομορφιά της ανθρώπινης φαντασίας μπορεί να σου προκαλέσει.
Αυτό συμβαίνει γιατί ο Καλβίνο γνωρίζει να επιστρέφει διαρκώς στην απλότητα του πρωταρχικού. Του πρώτου μύθου, του παραμυθιού, της αφηγηματικής κοσμικής αρχής. Όχι με την επιφανειακότητα ενός απλοϊκού ευρήματος, αλλά με την απλότητα που επιβάλει μια οικουμενική αλήθεια της φαντασίας. Ο συγγραφέας διαρκώς συνομιλεί με τις επικράτειες των ιταλικών και παγκόσμιων παραμυθιών, των γραπτών των εξερευνητών και των ταξιδιωτών, τις επιστημονικές ανακαλύψεις. Ίσως γι’ αυτό τα γραπτά του πάντα αναδίδουν αυτή την αίσθηση του πρωτόγνωρου και μαζί οικείου. Οι ιστορίες του Καλβίνο είναι χώρες που ανακαλύπτονται για πρώτη φορά με την ανάγνωσή τους. Και όμως σου δημιουργούν την αίσθηση πως βρίσκονταν πάντοτε εκεί.
Οι σύγχρονοι μύθοι του Καλβίνο αποτελούν αρχέτυπα της ανάγκης του ανθρώπου να φαντάζεται, να πλάθει κόσμους και να δημιουργεί. Διατυπωμένοι όμως με μια λογοτεχνική στιβαρότητα που ποτέ δεν κομπάζει και δεν περιαυτολογεί, αλλά αντίθετα χρησιμοποιεί τις λογοτεχνικές ανακαλύψεις του μοντερνισμού με τρόπο πάντοτε γοητευτικό και πάντοτε προσιτό. Το παιχνίδι, το λογοτεχνικό ρίσκο, ο αφηγηματικός περιορισμός δίνουν σχήμα σε μερικά από τα σημαντικότερα συγγραφικά στοιχήματα του 20ού αιώνα.
«Μελέτησα την επικράτεια της λογοτεχνίας όλη μου τη ζωή και ο Καλβίνο υπήρξε ο μόνος πραγματικά σπουδαίος συγγραφέας της εποχής μου», θα πει ο φειδωλός στις κρίσεις του Γκορ Βιντάλ. Σε μια εποχή που το ανθρώπινο κομμάτι του ανθρώπου μουδιάζει όλο και περισσότερο, σε μια εποχή που η ειλικρίνεια του καθρέφτη έχει αντικατασταθεί από την κολακεία της οθόνης και οι φίλοι από διαδικτυακούς ακολούθους, ο Καλβίνο στέκει ως η μεγάλη υπενθύμιση. Του ανθρώπου και κυρίως του ανθρώπου όπως μόνο ο άνθρωπος μπορεί να τον φανταστεί.