Ο χρόνος δεν σταματάει ποτέ.
Η ΊνΧιε ξανακάθεται. Ανοίγει το καπάκι του τελευταίου δοχείου. Παίρνει το άκαμπτο χέρι της ΓιόνγκΧιε και το τραβάει προς τα δαμάσκηνα αφήνοντας τα δάχτυλα της αδελφής της να ψηλαφίσουν τη λεία επιφάνειά τους. Τυλίγει εκείνα τα κάτισχνα δάχτυλα γύρω από ένα από τα δαμάσκηνα και την κάνει να το κρατήσει.
Τα δαμάσκηνα είναι έν από τα φρούτα που άρεσαν στη ΓιονγκΧιε. Η ΊνΧιε θυμήθηκε που, όταν ήταν παιδί, η ΓιόνγκΧιε συνήθιζε να γυρίζει ένα μέσα στο στόμα της για λίγο χωρίς να το δαγκώνει, λέγοντας ότι της άρεσε αυτή η αίσθηση. Τώρα όμως το χέρι της αδελφής της είναι χαλαρό και δεν αντιδρά. Τα νύχια της έχουν γίνει λεπτά σαν το χαρτί.
«ΓιόνγκΧιε».
Η φωνή της ακούγεται ξερή και βραχνή στην ησυχία του θαλάμου. Καμία απάντηση. Φέρνει το πρόσωπό της πολύ κοντά στο πρόσωπο της ΓιόνγκΧιε. Μόλις τότε, παρόλο που φαίνεται απίστευτο, τα βλέφαρα της ΓιόνγκΧιε ανοίγουν.
«ΓιόνγκΧιε!»
Κοιτάζει τα άδεια μαύρα μάτια της αδελφής της, αλλά το μόνο που βλέπει να αντικαθρεφτίζεται είναι το δικό της πρόσωπο.
Δυο αδερφές, η ΓιόνγκΧιε και η ΊνΧιε, τέσσερα χρόνια μεγαλύτερη. Όταν ήταν μικρές έπαιρναν σειρά όταν τους χτυπούσε στα μάγουλα το άγριο χέρι του πατέρα τους.
Σκέψεις καταγράφω που μου γεννήθηκαν όπως διάβασα το βιβλίο Η χορτοφάγος της νομπελίστριας συγγραφέα Χαν Γκανγκ από τη Νότια Κορέα (εκδ. Καστανιώτη, σε μετάφραση από τα κορεάτικα Αμαλίας Τζιώτη) και με ό,τι είδα πίσω από τις ιστορίες. Τρεις ιστορίες που συμπλέκονται αριστοτεχνικά ως μία σε μια πρωτότυπη αφήγηση με υπαρξιακές αναζητήσεις και με συναισθηματική φόρτιση: πατριαρχική εξουσία και επακόλουθα, βία, τραύματα και μνήμες στο πέρασμα των χρόνων, διεκδίκηση από μια γυναίκα να επιλέγει τρόπο ζωής και η στάση των άλλων απέναντί της, η τέχνη, οι καλλιτέχνες, οι πολλαπλές ερμηνείες των έργων ή "έργων" τους και οι δυσκολίες αποδοχής τους, οι άνθρωποι των ψυχιατρείων και οι δυσερμήνευτες εκδηλώσεις τους, οι σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους, ανάμεσα στ' αδέλφια, οι δυσκολίες αναγνώρισης και έκφρασης των επιθυμιών, οι δυσκολίες της καθημερινότητας...
Δεν είχε ζήσει ποτέ της. Ακόμα και όταν ήταν παιδί, όσο παλιά την πήγαινε η θύμησή της, δεν είχε κάνει τίποτε άλλο από το να επιβιώνει. Είχε πιστέψει στη δική της εγγενή καλοσύνη, στον ανθρωπισμό της, και είχε ζήσει με αυτές τις αρχές δίχως ποτέ της να προκαλέσει κακό σε κανέναν.
Κεντρική ηρωίδα η ΓιόνγκΧιε, η χορτοφάγος, δεν ήθελε, δεν της άρεσε να τρώει κρέας. Αυτό το παιδί δεν ήταν έτσι παλιά... πόσο ντρέπομαι, ήταν η πρώτη αντίδραση της μητέρας της όταν το 'μαθε. Στη συγκέντρωση όλης της οικογένειας γύρω από ένα τραπέζι, όταν η ΓιόνγκΧιε δήλωσε αποφασιστικά στον πατριάρχη πατέρα της Πατέρα, εγώ δεν τρώω κρέας, η δυνατή παλάμη του έσχισε τον αέρα, κανείς δεν κατάφερε να τον συγκρατήσει, ούτε ο άντρας της, ούτε η μάνα της, ούτε τ' αδέρφια της. Οι σκηνές που περιγράφει η συγγραφέας είναι συγκλονιστικές, συγκλονιστική και μια ιστορία της ΓιόνγκΧιε από τα παιδικά της χρόνια.
Με συντάραξε η περίπτωση της ηρωίδας, ενός ανθρώπου με ανορεξία, και η σχέση με την αδελφή της. Ήρθε μπροστά μου η μορφή της σκελετωμένης πενηντάχρονης γυναίκας στο διπλανό από μένα κρεβάτι του νοσοκομείου πριν από ένα χρόνο, ίδια οι πόνοι και οι κραυγές όπως της ΓιόνγκΧιε, ίδιοι οι διάλογοι με την αδελφή που ήταν συνεχώς κοντά της, ίδια και η κραυγή που βγαίνει κάποια στιγμή από το στόμα της, παραιτημένη κι αυτή όπως η ΊνΧιε από τις προσπάθειες να της βάλει μια μπουκίτσα φαΐ στο στόμα, "πεθαίνεις!". Ποιος ξέρει ποια είναι η τύχη εκείνης της γυναίκας...
Συγκλονιστικό βιβλίο, ακόμη κι αν κρατήσετε κάποια στιγμή το στομάχι, μην το αφήσετε στην άκρη, συνεχίστε το. Αργά μα σταθερά, χωρίς ασυνέχειες, με απλά κι όχι μεγάλα λόγια, ξεδιπλώνεται η πορεία και το δράμα της ζωής, η ζωή των καθημερινών ανθρώπων, η ζωή των γυναικών ιδιαίτερα, σε Ανατολή και Δύση!
---------------------------------------------------------------------
Σημείωση
Δείτε και την παρουσίαση στη Λέσχη Ανάγνωσης Αμαρουσίου εδώ: https://lesxianagnosismaroussi.blogspot.com/2025/05/blog-post_13.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου