Κυριακή 12 Μαΐου 2019

Τα χέρια της...




Την έφερνα μέχρι το μπάνιο, ακουμπούσε τους αγκώνες στο νιπτήρα για να κρατιέται, δεν μπορούσε να σταθεί, ήθελε όμως να πλένεται, να πλένει το πρόσωπο, να τρίβει τα χέρια το ένα με το άλλο, της άρεσε να τα σαπουνίζει, ένιωθε πως υπήρχε, έκανε μόνη της αυτό που έκανε τόσες και τόσες δεκαετίες, ένιωθε πως ζούσε σαν ένας κανονικός άνθρωπος, κοιταζόταν στον καθρέφτη, ποιος ξέρει τι σκεφτόταν, καμιά φορά κουνούσε το κεφάλι, μια φορά μου είπε "πώς κατάντησα!", της έδινα την πετσέτα να σκουπιστεί, της χτένιζα τα μαλλιά, ένιωθα να μου λέει "άνθρωπος είμαι κι εγώ..."

Α ρε μαμά, κοντεύουν πέντε μήνες...

Από τα χέρα της.
Το στόλισα στη μνήμη της, μέρα της Μητέρας λένε η σημερινή...

2 σχόλια:

  1. Άνεργα χέρια, τι περιμένεις, αφού δεν έχουν δουλειά κάθονται και κοιτάνε. Δεν είναι που κοιτάνε, άσ’ τα να κοιτάνε, είναι που κοιτάνε σαν να θέλουνε κάτι. Ξέρει τι θέλουν: να τα χαϊδέψει.
    Δεν θα τους κάνει τη χάρη. Ντρέπεται, γριά γυναίκα, να χαϊδεύεται στα καλά καθούμενα.
    Τα κοιτάζει κλεφτά και βλέπει μια σκουριά από καφέ στο δεξί. Σηκώνεται και πάει στο μπάνιο, πιάνει το μοσχοσάπουνο και πλένει τα χέρια της. Τα πλένει, τα ξαναπλένει, δεν λέει ν’ αφήσει το σαπούνι, της αρέσει έτσι που γλιστρούν απαλά, το ένα μέσα στο άλλο, “κοίτα”, λέει, “που μ’ έβαλαν να τα χαϊδέψω θέλοντας και μη, τα σκασμένα” και γελάει από μέσα της που δεν την κοιτάνε τώρα όπως πριν, χαμένα μέσα στους αφρούς και τα χάδια, σαν να ‘χουν κλείσει τα μάτια, μην τους πάει σαπούνι και τα πάρουν τα δάκρυα.

    Μιχάλης Γκανάς, Τα χέρια (απόσπασμα). Στο: Γυναικών- μικρές και πολύ μικρές ιστορίες (Μελάνι, 2010).

    Αχ! αυτές οι μανάδες μας...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Το συγκεκριμένο διήγημα του Γκανά είναι από τα ωραιότερα λογοτεχνικά κείμενα που έχω διαβάσει, έχει τόση ευαισθησία μαζί με τόση απλότητα και τόση αλήθεια! Διάβασε όμως κι αυτό: https://katerinatoraki.blogspot.com/2017/05/blog-post_14.html.
    Σ' ευχαριστώ Στέλλα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή