Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2015

Μνήμη Εμμανουήλ Κριαρά: άλλο ένα ενδιαφέρον άρθρο του Γ. Πιτσιτάκη


Ο Μαν. Κριαράς με φίλους του στα Χανιά την περίοδο 1924-1925.

Μαν. Κριαράς-Κριτική βιβλίου: «Οι νέοι διηγηματογράφοι» στο φως ξανά, 91 χρόνια μετά

Γράφει ο Γιώργος Πιτσιτάκης
Δάσκαλος-Ιστορικός ερευνητής


Ένα χρόνο μετά την εκδημία του μεγάλου Δασκάλου και στη μνήμη του, ανασύρουμε από την αφάνεια και τη λήθη άλλο ένα κείμενό του βιβλιοκριτικής. Θυμίζουμε ότι πέρυσι είχαμε φέρει στο φως το πρώτο νεανικό του διήγημα με τίτλο «Τέτοια ζωή» [1].

Στο δεύτερο τεύχος του «Αυγερινού» που κυκλοφόρησε το Δεκαπενταύγουστο του1924, ο 18χρονος Μανώλης Κριαράς που μόλις είχε αποφοιτήσει από το Γυμνάσιο και ήταν υπεύθυνος – «εισηγητής επί της ύλης» του περιοδικού που εξέδιδε ο Κρητικός Φιλολογικός Σύλλογος, στη στήλη «Νέα Βιβλία» δημοσιεύει κριτική στη νέα ανθολογία του Αδαμάντιου Παπαδήμα που εκδόθηκε το 1923 και η οποία παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Το κείμενο που παραθέτουμε, ικανοποιώντας και την εκφρασμένη παλαιότερα επιθυμία του φίλου και συναδέλφου Βαγγέλη Κακατσάκη, είναι το παρακάτω [2]:



«ΟΙ ΝΕΟΙ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΙ: Επιμέλεια Α. Παπαδήμα. Εκδοτικός Οίκος “Αθηνά”, Ευριπίδου 6. Αθήναι 1924:  

Ιδού ένα βιβλίο που από καιρό έπρεπε νάχε εκδοθή. Ανθολογίες των νέων ποιητών μας έχουμε δη μερικές ίσαμε τώρα∙ μια ανθολογία των Νέων διηγηματογράφων μας χρειαζότανε κιαυτή την αποχτήσαμε σήμερα χάρη στο ζήλο για την τέχνη του νέου μας διηγηματογράφου μας κ. Αδ. Παπαδήμα, στον οποίον χρεωστούμε την επιμέλεια της συλλογής.

Προτού να μπω στην κριτική του έργου των νέων μας Διηγηματογράφων μου φαίνεται σκόπιμο να εκθέσω μερικές ιδέες μου σχετικές με την ύπαρξην της τέχνης. Διαφωνώ με τον κ. Παρορίτη, που νομίζει πως τέχνη θα πη μόνο – τονίζω τη λέξη μόνο – να γράφη κανείς προπαγανδίζοντας για τις νέες ιδέες και τάσεις, που τείνουν να ξαπλωθούνε σ’ ολάκαιρη την κοινωνία μας. Για μένα τέχνη θα πη μορφή. Δεν εξετάζω τα ελατήρια που κινούν ένα συγγραφέα στη συγγραφή ενός έργου του∙ εξετάζω μονάχα αν η μορφή που δίνει στα δημιουργήματά του είνε τεχνική∙ και τότε λέγω πως το έργο του εκείνο είνε έργο τέχνης. Δεν πρέπει – σύμφωνα με τα παραπάνω – ν’ αρνηθούμε τον τίτλο του καλλιτέχνη ούτε από το Βαλαωρίτη επειδή είναι ρομαντικός και δε θυσιάζει στο βωμό της κοινωνικής τέχνης, ούτε κι απ’ αυτό τον Παπαρρηγόπουλο που αν δεν είναι βαθιά πατριδολάτρης, μόλα ταύτα μένει ένας απ’ τους καλύτερους ρομαντικούς ποιητές της εποχής του.

Στην παραπάνω μου θεωρία στηριζόμενος θα πω σχετικά με το έργο των Νέων μας Διηγηματογράφων λόγια πολύ επαινετικά γι’ αυτούς – τουλάχιστο για τους περισσότερους.

Πολλά ταλέντα δεν είναι τελείως εξελιγμένα∙ μας αφήνουν όμως με την ελπίδα πως δε θ’ αργήσουν να σχηματιστούνε ολότελα και να εξελιχθούνε σε δυνατούς διηγηματογράφους.

Ας πούμε μερικά ονόματα: ο Μπατιστάτος – που δυστυχώς τώρα τελευταία πέθανε - , ο Π. Ταγκόπουλος, ο Π. Πικρός, ο Παπαδήμας, ο Φρέρης, ο Νικολαΐδης, ο Λαπαθιώτης, ο Φωτάκης , ο Μίχας κι άλλοι.

Έχουμε μονάχα να παρατηρήσουμε τα εξής στον επιμελητή της Ανθολογίας: Πώς δεν εφρόντισε, ώστε μερικοί συγγραφείς ν’ αντιπροσωπεύουνται από χαραχτηριστική τους δουλειά. Ένας απ’ αυτούς τους αδικημένους στη συλλογή είνε κι ο κ. Φρέρης, γιατί όσο καλό και τεχνικό κι αν είναι το δημοσιευόμενό του διήγημα, όμως είναι αδύνατο να φτάση στη δύναμη άλλα του έργα και μάλιστα το “guardae passa” , που αξιόλογα μπορούσε να μπη στην Ανθολογία.

Ακόμη κ’ έν’ άλλο: Με μεγάλη μας λύπη βλέπουμε πως απ’ τα ονόματα των Διηγηματογράφων λείπει ένας δυνατώτατος στο χειρισμό της πέννας τόσο στο διήγημα, όσο και στο ποίημα∙ κι αυτός είναι ο κ. Λ. Κουκούλας. Δε μπορούμε παρά να διαμαρτυρηθούμε γι’ αυτό, που αναμφισβήτητα μένει στο παθητικό του κ. Παπαδήμα. Κλείνω το πρόχειρό μου σημείωμα, με την ελπίδα πως οι Νέοι μας θα εξελιχθούν αργότερα σε δυνατούς χειριστές της πέννας».

ΜΑΝ. Γ. ΚΡΙΑΡΑΣ

Στο παραπάνω κείμενο – «πρόχειρο σημείωμα», όπως το ονομάζει ο ίδιος που όμως μόνο τέτοιο δεν είναι, του δεκαοχτάχρονου Κριαρά, θα επιχειρήσουμε να καταθέσουμε μερικές σκέψεις και ορισμένα σχόλια: 

1. Είναι εμφανής και εντυπωσιακή η ευρυμάθεια και η γνώση του νεαρού Κριαρά για τα τεκταινόμενα στο χώρο της λογοτεχνίας και του πνεύματος. Φαίνεται ότι ο καθηγητής του, φιλόλογος Ιωάννης Μοσχόπουλος είχε κάνει πολύ καλή δουλειά και ο νεαρός Κριαράς αποδεικνύεται μέγας βιβλιοφάγος. Στην αυτοβιογραφία του, σχετικά με το θέμα, αναφέρει: 

«[…] Παρακινημένος απ’ αυτόν (τον Μοσχόπουλο) διάβαζα λογοτεχνικά και ποικίλα κοινωνικά και πολιτικά βιβλία, που έπαιξαν το ρόλο τους στην πρώτη πνευματική μου διαμόρφωση […]». Και παρακάτω: «[…] Ιδίως στις τελευταίες τάξεις του γυμνασίου μερικοί από τους συμμαθητές μου διαβάζαμε με ενδιαφέρον νεοελληνικά, αλλά και ξένα λογοτεχνήματα […]». Λίγο πιο κάτω τονίζει: «[…] Είχα πάντα την τάση να επεκτείνομαι ως προς τα διαβάσματα και πέρα από τις σχολικές υποχρεώσεις […]» και συνεχίζει∙ «[…] Ο δικός μου δημοτικισμός συγκεκριμένα αρχίζει […] με μερικά ακόμη διαβάσματα της εποχής. Παπαδιαμάντης, Καρκαβίτσας, Παλαμάς, τα “Χαμένα Κορμιά” του Πέτρου Πικρού, Pedro Cazas του Φώτη Κόντογλου, “Η Ζωή εν Τάφω” του Στράτη Μυριβήλη. Διάβαζα και άλλα κοινωνιολογικά και φιλοσοφικού περιεχομένου βιβλία. Μας διασφάλιζε τότε – όσο γινόταν – και η Φιλοσοφική Βιβλιοθήκη Φέξη (εκδοτική σειρά που κυκλοφορούσε από τον εκδοτικό οίκο Φέξη με μεταφράσεις σημαντικών συγγραμμάτων ξένων κυρίως συγγραφέων, ποικίλου περιεχομένου και ποικίλης ιδεολογίας […]» [3] 

2. Ξαφνιάζει πως σε τέτοια ηλικία φαίνεται να έχει ήδη διαμορφώσει απόψεις και ιδέες για την τέχνη τις οποίες θαρραλέα εκθέτει και με τόλμη υπερασπίζεται. Προκαλεί αίσθηση η ανάγκη του να πάρει θέση σε ζητήματα αισθητικής και τέχνης σε ένα σύντομο σημείωμα βιβλιοκριτικής. Ο μανιχαϊστικός τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει τα ζητήματα της τέχνης – «για μένα τέχνη θα πη μορφή» - αλλά και η έκφραση της απόλυτης αντίθεσης του στο έργο μα και στο πρόσωπο του προοδευτικού σοσιαλιστή λογοτέχνη Κώστα Παρορίτη [4] – γιατί όχι στους Κων. Χατζόπουλο, Κων. Θεοτόκη, Δημοσθ. Βουτυρά, Πέτρ. Πικρό; - επιβεβαιώνει τον Γιώργο Θεοτοκά που έγραψε: 

«Όταν εκδηλωθεί μια διαφωνία, η πρώτη δουλειά των Ελλήνων διανοουμένων είναι να αρνηθούν ολότελα τη σημασία του αντιπάλου». Τον τρόπο αυτό σκέψης του νεαρού Κριαρά, λάτρη του Παλαμά, δεν μπορούμε να τον αποδώσουμε μόνο στην ηλικία, χωρίς να εξετάσουμε το πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό, πνευματικό, λογοτεχνικό περιβάλλον της εποχής στη χώρα μας και ευρύτερα. Ιστορικά γεγονότα στις αρχές  του 20ου αιώνα, όπως οι Βαλκανικοί πόλεμοι, ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση, η Μικρασιατική καταστροφή, η αστική αναγεννητική προσπάθεια του Ελευθερίου Βενιζέλου, ο Εθνικός Διχασμός, , αλλά και η γέννηση και ανάπτυξη του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος δε θα μπορούσαν να αφήσουν ανεπηρέαστη τη λογοτεχνία κατά την περίοδο αυτή. 

Ο καθηγητής νεοελληνικής φιλολογίας του ΕΚΠΑ Ευριπίδης Γαραντούδης επισημαίνει στη μελέτη του [5] για τη συγκεκριμένη ανθολογία, την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής: 

«[…]οι διηγηματογράφοι, με την εξαίρεση ελάχιστων, προβάλλουν το ψυχολογικό πορτρέτο μιας απογοητευμένης γενιάς, επειδή έρχονται ευθέως αντιμέτωποι με πλήθος εξωτερικές και εσωτερικές αντιξοότητες και αυτές ακριβώς θεματοποιούν: τη φτώχεια, την ανεργία, την κοινωνική διαφθορά και την αδικία, την κοινωνική ανισότητα, την άναρχη ανάπτυξη των πόλεων, την αγεφύρωτη ιδεολογική απόσταση που χωρίζει τους ανθρώπους της πόλης και των χωριών, τα συντηρητικά ήθη της υπαίθρου, τη γραφειοκρατία, τον πόλεμο, τη βία, την αρρώστια, τα απορρέοντα από όλα τα παραπάνω αρνητικά συναισθήματα και ψυχολογικά αδιέξοδα. Γι' αυτό τα περισσότερα διηγήματα μπορούν να χαρακτηριστούν κοινωνικά. Ανάμεσά τους δεν λείπουν ορισμένα όπου η ακραία ρεαλιστική περιγραφή της κοινωνικής πραγματικότητας, επικεντρωμένη στις αποκρουστικές όψεις της, τους δίνει το στίγμα της νατουραλιστικής τεχνοτροπίας […] Στην ανθολογία του Παπαδήμα υπάρχουν, ανεξάρτητα από το θέμα ή την ψυχική διάθεση, ορισμένα διηγήματα που μπορούμε να τα χαρακτηρίσουμε συμβολικά ή αισθητιστικά. Αλλά τον κυρίαρχο τόνο δίνουν τα ρεαλιστικά διηγήματα με κοινωνικό προβληματισμό. Μάλιστα η πλειονότητα αυτής της ομάδας διηγημάτων δείχνει ότι τα προβλήματα έχουν κοινωνικές (πολιτικοοικονομικές, ιδεολογικές, ακόμη και ταξικές) ρίζες. Σε λιγοστά διηγήματα εκφράζεται, με άμεσο ή αλληγορικό τρόπο, η πίστη ή η ελπίδα ότι τη λύση στα προβλήματα θα φέρει η κοινωνικοπολιτική αλλαγή, αν και αυτή η αλλαγή μένει ιδεολογικά απροσδιόριστη[…]».

Αυτή η ατμόσφαιρα που δημιουργούσε σύγχυση και δεν έδινε προοπτικές για ένα καλύτερο μέλλον, είναι βέβαιο ότι είχε επηρεάσει και τον νεαρό Κριαρά. Ανάλογου ύφους, εξάλλου, είναι και το πρώτο του νεανικό διήγημα. Όμως ο Κ. Παρορίτης δεν έμεινε στη μορφή και στην τεχνική του λογοτεχνικού έργου, μα φρόντισε σοβαρά και το περιεχόμενο, που αν ήταν ζωντανό και περιείχε αλήθειες ξυπνούσε συνειδήσεις. Γι’ αυτό το θέμα σε μια κριτική του στο βιβλίο του Θράσου Καστανάκη «Στο Χορό της Ευρώπης» στο περιοδικό «Νουμάς» το 1930, ο ίδιος ο Παρορίτης γράφει: 

«[…] Μα ο κ. Καστανάκης μέσα σ’ αυτή την καλλιτεχνική αποτυχία της Πετρούλας (σ.σ. που πήγε στο Παρίσι να «κάνει θέατρο» και κατάντησε στο τέλος μια μεγαλοκοκότα) βρήκε την ευκαιρία να δείξει την αισχρή εκμετάλλευση που κάνουνε του κοριτσιού διάφοροι τάχατες υποστηριχτές του, στο βάθος όμως αισχροί εκμεταλλευτές του. Κ’ έτσι να μας παρουσιάσει τη σημερινή κοινωνία σαν κοινωνία εκμεταλλευτών, πρόστυχων και κακών ανθρώπων που όχι μόνο σε σπρώχνουν στο γκρεμό μα και χαίρονται άμα σε βλέπουν να κατρακυλάς μέσα βαθιά. Ότι η σημερινή κοινωνία είναι ακριβώς τέτοια, καμιά αμφισβήτηση. Έτσι είναι και χειρότερα ˙ κ’ είναι αξιέπαινος ο κ. Καστανάκης που είχε το θάρρος να το τονίσει. Μα δείγματα εκμετάλλευσης και σκληράδας μπορούσε ο κ. Καστανάκης να βρει αλλού, σε άλλες σφαίρες, πολύ χαρακτηριστικότερα. Η εκμετάλλευση π.χ. του εργάτη δε συγκρίνεται με καμίαν άλλη. Όπως κι αν είναι ο κ. Καστανάκης περιορίζεται να μας ζωγραφίσει μια κατάσταση και είναι ευχαριστημένος γι' αυτό. Πιο βαθιά δεν θέλει να προχωρήσει. Σου παρουσιάζει την εικόνα και συ βγάλε το συμπέρασμά σου. Τέχνη αντικειμενική, σου λένε. Μα εμένα μου φαίνεται πως ο μεγάλος τεχνίτης μπορεί να βρει τον τρόπο και αντικειμενικός να παραμείνει και συνάμα να δείξει και την πηγή του κακού. Στο  έργο του κ. Καστανάκη δεν ξέρουμε που να αποδώσουμε αυτή την αιτία. Γιατί οι άνθρωποι του είναι τόσο κακοί; Τί τους σπρώχνει στο κακό; Η ιδιοσυγκρασία τους, το φυσικό τους, κάτι άλλο βαθύτερο; Άρρωστοι είναι ή θύματα και αυτοί μιας κατάστασης που μας κάνει όλους ψεύτες και κακούς; Γιατί όπως είναι σήμερα η κοινωνία, δεν ξέρει κανείς ποιον πρέπει να κλάψει περσότερο, τον εγκληματία ή το θύμα του; Σ' αυτό το σημείο ο κ. Καστανάκης σωπαίνει. Ίσως μάλιστα χαμογελάει με την απαίτηση μου αυτή όπως γελούνε και όλοι οι Ρωμιοί συνάδερφοί μου που είναι αφοσιωμένοι στην υψηλή λειτουργία της τέχνης έξω τόπου και χρόνου. Γι' αυτό από το έργο του κ. Καστανάκη, με όλη τη φινέτσα του συγγραφέα στο γράψιμο, δεν αναδίνεται εκείνη η υψηλή τραγική πνοή που περιμέναμε να μας γεννηθεί στο θέαμα ενός ανθρώπου που πέφτει συντριμμένος στον αγώνα του. Κάτι το ξώπετσο υπάρχει που μας αφήνει στο βάθος κρύους.

Να ένας άνθρωπος που ξέρει να γράφει λέμε, μα άλλο περσότερο από αυτό, τίποτα. Θαυμάζουμε το συγγραφέα, όχι το έργο. Γιατί το έργο δείχνει δεξιοτεχνία, δείχνει πως ο συγγραφέας είναι απόλυτα κάτοχος της τέχνης του, μα συγκίνηση καμιά. Μια ιστορία που μας αφήνει ξένους και αδιάφορους.

[…] Μα αν το έργο δεν μας συγκινεί, το ύφος όμως του βιβλίου είναι αξιοπρόσεχτο. Είναι κάτι νεωτεριστικό που πρώτη φορά βλέπουμε στη φιλολογία μας. Ύφος ευρωπαϊκό, μοντέρνο, ραφιναρισμένο. Ύφος μπριγιάντικο, όλο ζωή και κίνηση. Βέβαια όταν κάτι νέο, κάτι ασυνήθιστο παρουσιάζεται στην τέχνη δημιουργείται ένας νέος σταθμός. Και αυτό πρέπει να είναι ο ακοίμητος καημός κάθε αληθινού τεχνίτη. Να φανερώσει κάτι νέο, κάτι ολότελα δικό του. Αυτός είναι ο δρόμος που ακολουθεί σήμερα η παγκόσμια τέχνη. Κυνήγι τρελό. Παντού και προς κάθε κατεύθυνση, όπου υπάρχει ελπίδα να ανακαλυφτεί κάτι νέο. Από τις χώρες της προϊστορικής εποχής έως τις χώρες των αγρίων και πάλι από την τέχνη των Βυζαντινών έως την τέχνη των μικρών παιδιών. Τα σχεδιάσματα των αγρίων στους βράχους των σπηλαίων, τα παιγνιδίσματα των μικρών παιδιών υψώνονται σήμερα άφοβα σαν πρότυπα και σα σύμβολα καλλιτέχνη. Ντανταϊσμός (δηλαδή τέχνη μικρών παιδιών) είναι σήμερα η τελευταία λέξη της τέχνης. Και που θα πάει και που θα σταματήσει αυτό το τρελό κυνήγι της καινούριας μορφής! Γιατί η ανθρωπότητα διψάει για το νέο σε όλες τις περιοχές της ανθρώπινης δράσης. Τέχνη, Θρησκεία, Πολιτεία, Κοινωνία, όλα κλονίζονται, όλα νιώθουνε πως ζυγώνει η ώρα να παραχωρήσουνε τη θέση τους στους νέους θεούς που έρχονται να διαδεχτούνε τους παλιούς. Μα στο τρελό αυτό κυνήγι του καινούριου, άλλοι  αρκούνται να συλλάβουν απλώς μια καινούρια εξωτερική μορφή, άλλοι ένα καινούριο περιεχόμενο. Εμείς  προσωπικά ανήκουμε στους δεύτερους δίχως να παραγνωρίζουμε και την απόλυτη ανάγκη του πρώτου. Γιατί καινούργια μορφή δίχως και καινούργιο περιεχόμενο, μας φαίνεται κάτι δίχως νόημα. Και δυστυχώς όλες οι καινούργιες τεχνοτροπίες σήμερα στη μορφή μόνο αποβλέπουνε. Το περιεχόμενο τους είναι αδιάφορο. Τα μπαγιάτικα φαγιά σερβιρισμένα σε καινούργια πιάτα […]».

3. Οι παρατηρήσεις που κάνει στον επιμελητή της ανθολογίας δείχνουν να είναι εύστοχες. Άλλωστε ο Βελλισάριος Φρέρης ήταν τακτικός συνεργάτης του «Αυγερινού» και ο Λέων Κουκούλας ήταν από τους αγαπημένους συγγραφείς του Κριαρά.

Το εξώφυλλο του Β’ τεύχους του «Αυγερινού», 15-8-1924. (Το χαρακτικό είναι έργο της νεαρής τότε χανιώτισσας καλλιτέχνιδας Καλλιόπης Σήφακα).
Συμπερασματικά μπορούμε να υπογραμμίσουμε ότι με το κείμενο του νεαρού Κριαρά που φέραμε ξανά στο φως μετά από εννιά δεκαετίες, διακρίναμε κάποιες ψηφίδες του παζλ της λογοτεχνίας και των λογοτεχνών των αρχών του 20ου αιώνα. Τότε που παρά τις όποιες μεταξύ τους ιδεολογικές ή άλλες αντιθέσεις και αντιπαραθέσεις, συζητούσαν με δημιουργικό τρόπο στα έντυπα της εποχής με συνέπεια να ωφελείται ο λαός και ιδιαίτερα οι νέοι, φαινόμενο που σήμερα στην εποχή της παγκοσμιοποίησης παρά την αλματώδη αύξηση των Μ.Μ.Ε. τείνει να εκλείψει.   
Τελειώνοντας να τονίσουμε ότι ο επηρεασμός του Μαν. Κριαρά από τις συνθήκες της εποχής και το ανώριμο ακόμη της ηλικίας του δεν τον καθήλωσαν πνευματικά, αντίθετα άνοιξε τα φτερά του, εργάστηκε σκληρά, εξελίχθηκε κι έγινε η κορυφαία προσωπικότητα της Ελληνικής Γραμματείας, ο μεγάλος «Δάσκαλος του Γένους». 

[1] Βλ. ηλεκτρονικό λογοτεχνικό περιοδικό «Κεδρισός»: www.kedrisos.com (τεύχος 2ο, Άνοιξη 2014)
[2] Το κείμενο εκτός του ότι ξαναγράφηκε στο μονοτονικό, είναι πανομοιότυπο με το πρωτότυπο.
[3] Για τα παραπάνω αποσπάσματα βλ. Εμμ. Κριαράς, Μακράς ζωής αγωνίσματα, σελ. 32-37, έκδ. Οι φίλοι του περιοδικού «ΑΝΤΙ», Αθήνα 2009.
[4] Ο Κώστας Παρορίτης 1878-1931 (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Λεωνίδα Σουρέα) γεννήθηκε στο Παρόρι ή Παρόρειο του νομού Λακωνίας. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μετά την αποφοίτησή του εργάστηκε ως ελληνοδιδάσκαλος, αρχικά στη Σπάρτη και από το 1907 ως το 1916 περίπου στο Σχολαρχείο της Ύδρας. Διηγήματα και άρθρα δημοσίευσε κυρίως στο Νουμά, αλλά και σε έντυπα όπως η Μούσα, ο Πυρσός, το Μικρασιατικό Ημερολόγιο, τα Γράμματα Αλεξανδρείας κ.ά. και αργότερα (μετά το 1920) στις εφημερίδες Ελεύθερος Λόγος, Δημοκρατία και Ριζοσπάστης. Με αφετηρία το χώρο του ηθογραφικού διηγήματος και το ρομαντισμό του Wolfgang Goethe, ο Κώστας Παρορίτης οδηγήθηκε στη συνέχεια στη μυθιστορηματική απεικόνιση της ζωής των εσωτερικών μεταναστών και των περιθωριακών τύπων της Αθήνας, με επιρροές από τη γαλλική και ρωσική λογοτεχνική παραγωγή του σοσιαλιστικού ρεαλισμού και κινούμενος στο πλαίσιο της κοινωνικά στρατευμένης δημοτικιστικής λογοτεχνίας συγγραφέων όπως ο Δημοσθένης Βουτυράς και ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης. Εργογραφία: 1. Από τη ζωή του δειλινού. Αθήνα, τυπ. Η Νομική, 1906. 2. Οι νεκροί της ζωής. Αθήνα, τυπ. Η Νομική, 1907. 3. Στο άλμπουρο · Ρομάντζο σφουγγαράδικο. Αθήνα, 1910. 4. Το μεγάλο παιδί· Κοινωνικό Ρομάντζο. Αθήνα, Βασιλείου, 1915. 5. Ο πατέρας και άλλα διηγήματα. Αθήνα, έκδοση του βιβλιοπωλείου Γανιάρη και Σίας, 1921. 6. Ο κόκκινος τράγος. Αθήνα, Βασιλείου, 1924. 7. Οι δυο δρόμοι. Αθήνα, τυπ. Κώστα Παπαδογιάννη, 1927.

----------------------------------------------------------------------------------------------

Το παραπάνω κείμενο μου το έστειλε ο φίλος Γιώργος Πιτσιτάκης από τα Χανιά. Δημοσιεύεται στο σημερινό φύλλο των Χανιώτικων Νέων και είναι αφιερωμένο στη μνήμη του Δασκάλου Εμμ. Κριαρά, ένα χρόνο από το θάνατό του. Εδώ αναφέρεται σε κριτική ανθολογίας νέων διηγηματογράφων που δημοσιεύτηκε στο δεύτερο τεύχος του χανιώτικου περιοδικού "Αυγερινός". Σταθερό και εξαιρετικά παραγωγικό το ενδιαφέρον του φίλου Γιώργου, είχα αναδημοσιεύσει και άλλο κείμενό του για το Δάσκαλο Κριαρά σε προηγούμενη ανάρτηση. Τα κείμενα του Κριαρά, αν και γραμμένα σε νεαρή ηλικία, μαρτυρούν έναν άνθρωπο με εξαιρετική μόρφωση και κρίση ήδη από την πολύ νεαρή ηλικία, όμως η όλη παρουσία και δράση του στα Χανιά εκείνη την περίοδο μαρτυρεί βέβαια και μια πόλη με σημαντική πνευματική άνθηση. 

Κι επειδή σήμερα είναι η Παγκόσμια μέρα των γλωσσών, να θυμίσω ότι ο Εμμ. Κριαράς ήταν και ένας σπουδαίος  "ζηλωτής της γλώσσας". Αύριο θα συνεχίσω με περισσότερα...

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2015

Στης Γραμπούσας τ' ακρωτήρι...














Βρέθηκα τον Αύγουστο στη Γραμβούσα και το Μπάλο, εκεί στο βορειοδυτικό άκρο των Χανίων και της Κρήτης, εκεί που η αγριάδα του τοπίου συναντιέται με την απέραντη ομορφιά.



Εκεί ήταν και τα λημέρια των πειρατών. Ο πειρατής της Γραμβούσης  (εκδόσεις Νεφέλη 1988) είναι ένα από τα ναυτικά διηγήματα του Κωνσταντίνου Ράδου (1862-1931), ο οποίος δίδαξε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με αντικείμενο την ιστορία του Ναυτικού. Στο συγκεκριμένο βιβλίο μάλιστα, το οποίο γράφτηκε το 1910, περιέχεται ως εισαγωγή μια ενδιαφέρουσα αναδρομή του συγγραφέα για τη ναυτική λογοτεχνία στους αιώνες. Ξεκινά με την Οδύσσεια, αναφέρεται στην Αίγυπτο των Πτολεμαίων, στους Άραβες (όπου, λέει, οι Χίλιες και μια Νύχτες περιέχουν τις θαλασσοπορίες του Σινδμπαδ-αλ-Μπαχαρί), στους Ενετούς, στο Δάντη, στο Ραμπελαί, στο Δον Κιχώτη και φτάνει μέχρι τις μέρες του (ξεχνώντας βέβαια κάποια ονόματα, αλλά δεν πειράζει). 

Σημειώνεται ότι την  επιμέλεια της σειράς αυτής των εκδόσεων Νεφέλη είχε ο Μανόλης Αναγνωστάκης, ενώ το εξώφυλλο είχε φιλοτεχνήσει ο Νίκος Χουλιαράς (ο οποίος πέθανε τον Ιούλιο 2015).


Και βέβαια, η Γραμπούσα μας θυμίζει τον θρυλικό λυράρη Κώστα Μουντάκη που έγραψε για το Νικόλα Τζέγκα τον ψαρά που έζησε σ' εκείνα τα μέρη γύρω στα 1900 και πνίγηκε "στης Γραμπόυσας τα νερά".

Στης Γραμπούσας τ’ακρωτήρι,
στης Γραμπούσας τ’ακρωτήρι
εγλεντούσα μια φορά
μ’ένα Κρητικό ψαρά

Ένα γέρο καπετάνιο,
ένα γέρο καπετάνιο
που ’χε βάρκα τη χαρά,
στης Γραμπούσας τα νερά

Πλανέφτρα θάλασσα,
πλανέφτρα θάλασσα.

Θάλασσα λεβεντοπνίχτρα
θάλασσα λεβεντοπνίχτρα
που ’ναι ο γέρο μερακλής
ο παλιός τραγουδιστής

ν’αρματώσει τη χαρά του,
ν’ αρματώσει τη χαρά του.
το τραγούδι του να πει,
το τραγούδι του να πει

Πλανέφτρα θάλασσα,
πλανέφτρα θάλασσα.

όλα τ’άρμενα αρμενίζουν
όλα τ’άρμενα αρμενίζουν
με πανιά και με κουπιά
με πανιά και με κουπιά

μα του Τζέκα τ’αρμενάκι,
μα του Τζέκα τ’αρμενάκι.
δεν ξαναγυρίζει πια
στης Γραμπούσας τα νερά

Πλανέφτρα θάλασσα,


πλανέφτρα θάλασσα...

Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2015

Αγαπώ άρα κινδυνεύω




Αγαπώ άρα κινδυνεύω
γιατί βαδίζω μέσα στην καρδιά μου

και νά το μεσημέρι βόδι κουρασμένο
αμίλητο νερό μορφή του κόσμου μαλαματένια
στο δέντρο απάνω το πουλί τσιούρ-τσιούρ απομεσήμερο
και νά το μυστικό της ροδιάς άνεμος περαστικός
παπαρούνα μαύρη παίζει λατέρνα γιατί ποτέ δεν φαντάστηκε
      τα γηρατειά

φύτρο λευκό του ύψους άλογο
φορά πράσινη και λύγισμα νύφης δώδεκα χρονώ
(θηρίο αγάή την σπαράζεις)
μακρύς μακρύς ο δρόμος σου καθώς της γκάιντας η φωνή
τραγούδια χωρίς λόγια τραγούδια χωρίς λόγια μακρινά

και νά τρέχουν τα δέντρα στο παραθύρι χορεύουνε τα κυπαρίσσια
και νά βυσσινιάς στην πλαγιά ο αέρας
στη γη ακουμπάν τόξα προβάτων, αγαπώ άρα κινδυνεύω.

(Από την ποιητική συλλογή του Μάρκου Μέσκου "Τα φαντάσματα της ελευθερίας", Νεφέλη, 1998).

Απόψε χαίρομαι για το αποτέλεσμα των εκλογών, χαίρομαι που επανεπιβεβαιώθηκε η θέληση ενός μεγάλου μέρους του λαού μας ν' αλλάξουν πια τα πράγματα στον τόπο. Αυτή είναι η πρώτη ανάγνωση που κάνω κι ας θεωρώ πως έχουν γίνει και υποχωρήσεις και συμβιβασμοί και λάθη και και και... Όμως, πρώτη φορά ένα κόμμα της αριστεράς έκανε κυβέρνηση στην Ελλάδα και κρίθηκε για τα λάθη και την απειρία του κι επικρίθηκε άγρια λες και είχε κυβερνήσει για δεκαετίες. Ας είναι. Δώσαμε ακόμη μια ευκαιρία στο Σύριζα. Θέλω να πιστεύω, εύχομαι, απαιτώ να προσπαθήσει καλύτερα από δω και πέρα. Για την αριστερά. Για την αριστερά που αγαπώ. [Για την αριστερά, όμως, που πρέπει να ξαναορίσουμε, ναι, να ξαναορίσουμε την αριστερά του 21ου αιώνα]. Γι' αυτό και ... κινδυνεύω. 
Θα τα λέμε από αύριο αυτά. Όμως, αγαπητοί Συριζαίοι της νέας Κυβέρνησης, μην ξεχνάτε ότι πνίγονται παιδάκια στο Αιγαίο αναζητώντας μια Γη της Επαγγελίας! Κάντε κάτι άμεσα, κάντε πολλά σας παρακαλώ, υψώστε τη φωνή σας στους Ευρωπαίους που τους ενδιαφέρει μόνο να μην είναι στην πόρτα τους οι κυνηγημένοι από τους πολέμους, τη φτώχεια και τη μισαλλοδοξία. Μην πάψετε να δείχνετε έμπρακτα την ανθρωπιά που αρμόζει στην Αριστερά. Γι' αυτό που την αγαπώ και άρα κινδυνεύω...

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

Επιμένει να ψηφίζει...




Σ΄αυτή την ηλικία
επιμένεις να ψηφίζεις.
Κι όλοι στο τμήμα βέβαια
σ' αφήνουν να περάσεις.

- Ψήφισα ανετότατα μου λες.

Δεν υποπτεύεσαι
τι είδους προτεραιότητα
σου έχουν παραχωρήσει.

.......................................................................

Το παραπάνω είναι το ποίημα του Γιάννη Βαρβέρη "Passez, madame passée..." από την ποιητική του συλλογή "Βαθέος γήρατος" (Κέδρος, 2011). Το αφιερώνω στην 88χρονη μάνα μου που επιμένει να ψηφίζει! Εύχομαι κι ελπίζω να προκάμει κι άλλες προτεραιότητες πέρα απ' αυτή που ο ποιητής υπονοεί και η φυσική ροή της ζωής πάνω στη γη ορίζει...

Καλή ψήφο λοιπόν.
Γιατί επιμένουμε να ψηφίζουμε.
Ευχόμαστε κι ελπίζουμε να προκάνουμε τις προτεραιότητες που ονειρευόμαστε ...

(Η φωτογραφία με τον πελαργό και τις δικές του προτεραιότητες είναι τραβηγμένη τον περασμένο Ιούνιο στις Καστανιές του Έβρου).

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2015

Γιατί ο Μάρξ είχε δίκιο, του Terry Eagleton




Με την ευκαιρία της παρουσίας στην Ελλάδα του σπουδαίου Άγγλου διανοητή Τέρυ Ίγκλετον, γράφω δυό λόγια για το βιβλίο του "Γιατί ο Μάρξ είχε δίκιο" που κυκλοφόρησε στα ελληνικά το 2012 από τις εκδόσεις Πατάκη. Σε δέκα κεφάλαια, ο Ίγκλετον περιγράφει και καταρρίπτει δέκα μύθους γύρω από τον Μαρξ και τις πολιτικές και φιλοσοφικές του θέσεις. Με πολλά στοιχεία και πολλές βιβλιογραφικές αναφορές, με επιχειρήματα και λεπτομερείς αναλύσεις, με κριτική στο Στάλιν και στην πολιτική του αλλά και με αιτιολόγηση της Οκτωβριανής επανάστασης και της πολιτικής του Λένιν ακόμη και με τις όποιες βίαιες καταστάσεις. Τα 10 σημεία πολεμικής στο μαρξισμό που εντοπίζει και απορρίπτει ο Eagleton είναι τα παρακάτω:
  1. Ο μαρξισμός έχει πεθάνει, έχει ξοφλήσει, οι σημερινές κοινωνίες είναι αταξικές, μεταβιομηχανικές κοινωνίες.
  2. Ο μαρξισμός είναι καλός στη θεωρία, αλλά όπου εφαρμόστηκε έφερε δεινά.
  3. Ο μαρξισμός είναι μια μορφή αιτιοκρατίας, συνέχεια του καπιταλισμού και κάτι σαν κοσμική εκδοχή της θείας πρόνοιας ή της μοίρας.
  4. Ο μαρξισμός ονειρεύεται μια ουτοπία, ένα αφελές όραμα, απλοϊκό και ρομαντικό, που αντικατοπτρίζει την ανεφάρμοστη πολιτική θεωρία του.
  5. Ο μαρξισμός ανάγει τα πάντα στην οικονομία, στην οικονομική αιτιοκρατία και, παρέχοντας μια μονοδιάστατη εκδοχή της ιστορίας, δεν μπορεί να ανταποκριθεί στην πλουραλιστική θώρηση των σύγχρονων κοινωνιών.
  6. Ο Μαρξ ήταν υλιστής, δεν τον ενδιέφερε η πνευματικότητα, απέρριπτε τη θρησκεία, είχε ως αρχή "ο σκοπός αγιάζει τα μέσα" και ήταν ο πρόδρομος του Στάλιν και των ομοίων του.
  7. Ο Μαρξ είχε εμμονή με τις κοινωνικές τάξεις, όμως η ταξική πάλη σήμερα είναι παρωχημένο ζήτημα, η εργατική τάξη έχει εξαφανιστεί, ο επαναστάτης εργάτης είναι αποκύημα της μαρξιστικής φαντασίας.
  8. Οι μαρξιστές επιθυμούν βίαιη πολιτική δράση, ο μαρξισμός βρίσκεται στα μαχαίρια με τη δημοκρατία.
  9. Ο μαρξισμός πιστεύει σε ένα πανίσχυρο κράτος, στη δεσποτική εξουσία χωρίς ελευθερίες, στην υποταγή στο κόμμα.
  10. Τα ριζοσπαστικά κινήματα των τελευταίων δεκαετιών έχουν προκύψει έξω από το μαρξισμό, του οποίου η συμβολή σε αυτά είναι πολύ μικρή.

Δεν είναι δυνατόν να παρουσιάσω τις λεπτομέρειες που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας για να καταρρίψει τους παραπάνω μύθους, αξίζει όμως να διαβαστεί, ακόμη και αν κανείς βρίσκει σημεία που μπορεί να μη συμφωνεί. Μιλά για όλους και για όλα, δίνοντας παραδείγματα και αντιστοιχίες με πραγματικές καταστάσεις μέχρι τις μέρες μας. Μιλά για το Ρήγκαν και τη Θάτσερ και την κοινωνική φιλοσοφία τους που ισοδυναμεί με "αναίσχυντη απληστία", για το "ρατσισμό και τον πολιτισμικό κρετινισμό" που καλλιεργεί το κυρίαρχο μοντέλο, για τα λάθη που έγιναν στην εφαρμογή του μαρξισμού κι έκαναν "την ίδια την ιδέα του σοσιαλισμού να βρωμάει στα ρουθούνια πολλών από εκείνους που κατοικούσαν σε άλλα μέρη του κόσμου...".

Οι ιδεώδεις προδιαγραφές του σοσιαλισμού είναι για τον Eagleton: "ειδικευμένος, μορφωμένος, πολιτικά καλλιεργημένος πληθυσμός, ακμαίοι δημόσιοι θεσμοί, εξελιγμένη τεχνολογία,  διαφωτισμένες φιλελεύθερες παραδόσεις και η έξη της δημοκρατίας".

Χρησιμοποιεί τον όρο "σοσιαλιστές της αγοράς", σημειώνοντας ότι ακόμη και οι Μαρξ και Τρότσκυ δεν απέρριπταν την αγορά, επικαλείται μάλιστα την Χάνα Άρεντ που περιέγραψε τις εναρκτήριες σελίδες του Κομμουνιστικού Μανιφέστου ως το κορυφαίο εγκώμιο του καπιταλισμού.

Είναι ενδιαφέρουσα η ανάλυση που κάνει για την ιστορία και το ρόλο των παραγόντων που επιδρούν με προτεραιότητα στην ιστορική εξέλιξη. Είναι οι παραγωγικές δυνάμεις ή/και τα ανθρώπινα όντα; Προηγούνται οι κοινωνικές σχέσεις ή οι παραγωγικές δυνάμεις;

Απαντώντας στη θέση για το αφελές ουτοπικό όραμα του μαρξισμού σύμφωνα με τους επικριτές του, κάνει εκτενή αναφορά στους ουτοπιστές και σημειώνει ότι ο Μάρξ ήταν προφήτης και όχι μάντης που πρόβλεπε το μέλλον. Παίρνει έτσι την ευκαιρία να δώσει ένα όμορφο κείμενο για τις διαφορές ανάμεσα στους δύο αυτούς χαρακτηρισμούς, για την πρόβλεψη του μέλλοντος, για την εξουσία πάνω στο μέλλον, για την ψευδαίσθηση ασφάλειας που μας παρέχει το μέλλον ως φετίχ.

Μιλά για τη γλώσσα, για την κουλτούρα και για τη γνώση, αναφέρεται στο Θουκυδίδη ως ακραιφνή υλιστή, στον Αριστοτέλη  του οποίου ο Μαρξ είναι αληθινός επίγονος, στην ηθική που δεν είναι ηθικισμός και στη σχέση της με την πολιτική.

Και για άλλα πολλά μιλά. Και τελειώνει με το ερώτημα, καλώντας μας να συμφωνήσουμε μαζί του:
"Υπήρξε ποτέ ένας τόσο χονδροειδώς παρερμηνευμένος διανοητής;"


(Για να συμπληρώσω την παρουσίαση, θα μπορούσα να σταθώ και στο επίσης πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του "Η έννοια της κουλτούρας", όμως προς το παρόν - και λόγω των έντονων πολιτικών καταστάσεων που ζούμε - αρκούμαι στην απλή αναφορά του).

Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2015

Όνειρο αγγελικό για τα παιδάκια που πνίξαμε στη μέση του πελάγους!

Ένας άγγελος κάθεται στην ακροθαλασσιά κι ακούει το κύμα που σπά, απαλά-απαλά. Τραγουδά τη χαρά του κόσμου τούτου και κλαίει... Κλαίει γιατί έχει φτερά, γιατί είναι Άγγελος και ποτέ δε θα χαρεί τις χαρές του ανθρώπου.




Όταν ακούστηκαν οι πρώτες μπατούτες, κράτησα την αναπνοή μαγεμένη, κι ένιωσα όλο τον πόνο του Άγγελου και λυπήθηκα τον Άγγελο που θα μείνει στερημένος αιώνια απ' τις χαρές  του κόσμου τούτου... θυμήθηκα τα νεκρά παιδιά που όμοια με τον Άγγελο θα κλαίνε αιώνια όσα στερήθηκαν!

Ντρέπουμαι πούτρωγα ψωμί κι αυτοί δεν είχαν.
Ντρέπουμαι που πλάγιαζα σε στρώμα κι αυτοί στις πέτρες.
Ντρέπουμαι πούμουνα ντυμένη κι αυτοί γυμνοί.
Ντρέπουμαι πούμουνα στη σκιά κι αυτοί στον ήλιο.
Ντρέπουμαι πούμαι άνθρωπος

Ντρέπουμαι!
Δεν είναι δικά μου τα παραπάνω λόγια. Και δεν είναι σημερινά. Μα είναι τόσο σημερινά! 
Είναι γραμμένα από την Κλεοπάτρα Πρίφτη σε μια από τις εννιά ιστορίες από τα σημειωματάριά της και αναφέρεται στο μόνο μουσικό κομμάτι που θυμάται από το Ωδείο Χανίων τόσο έντονα, το "Αγγελικό όνειρο" του Αντόν Ρουμπινστάιν. Ήταν το κομμάτι που είχε παίξει η φίλη της η Τζένη, η Εβραιοπούλα, ντυμένη κάτασπρα. 

Ήταν οι τελευταίες εξετάσεις στο Ωδείο... Κι ήρθε ο χαλασμός. Φάνηκε το Άγριο πρόσωπο του ανθρώπου... τα παραθύρια σκοτείνιασαν, οι καρδιές σφίχτηκαν, τα χαμόγελα χάθηκαν...

Κανείς δε σώθηκε, ούτε η Τζένη και η αδελφή της η Τζούλια, ούτε ο γέρος Όσμου, ούτε η Εσθήρ, ούτε η Ζιζέλα...
Ήταν καλοκαίρι 1944, τους μάζεψαν στην Αγιά και από κεί στο πλοίο Ταναϊς για να τους πάνε στη Γερμανία (μήπως μας θυμίζει κάτι αυτό; τότε ήταν οι ναζί, τώρα;) Στ' ανοιχτά της Μήλου, το βύθισαν το πλοίο. Κανείς δε σώθηκε από τους Εβραίους.

Τους πνίξανε στη μέση του πελάγους!

Ούτε τα μικρά αδελφάκια Αϊλάν και Γκαλίπ απ' το Κομπάνι, ούτε τ' άλλα τρία παιδάκια ... κανένα παιδί δε σώθηκε!

Τα πνίξαμε στη μέση του πελάγους!

Ντρέπουμαι!
Αν πω λυπάμαι, θα υποκρίνομαι.
Ντρέπουμαι!
Ντρέπουμαι!

-------------------------
[Η Κλεοπάτρα Πρίφτη πέθανε πρόσφατα κι ετοίμαζα να γράψω δυο λόγια, της το χρωστάω]

Τρίτη 25 Αυγούστου 2015

Η τέχνη του εξωφύλλου και ο Γιάννης Βαλαβανίδης στο βιβλιοπωλείο του ΜΙΕΤ



Πόσοι γνωρίζουμε ότι το εξώφυλλο της ελληνικής έκδοσης από το πολύ γνωστό βιβλίο του διάσημου Άγγλου ιστορικού Χομπσμπάουμ "Η εποχή των άκρων" είναι έργο του γνωστού καλλιτέχνη Γιάννη Βαλαβανίδη. Αλλά, αν δεν το ξέραμε, τουλάχιστον υπάρχει η πληροφορία μέσα στο βιβλίο. 



Πώς θα μαθαίναμε όμως ότι και το εξώφυλλο από την "Ιστορία του σουρρεαλισμού" του Μωρίς Ναντώ είναι επίσης έργο δικό του, αφού ούτε στο βιβλίο δεν αναφέρεται;


Έργα δικά του είναι και τα εξώφυλλα στις "Ωδές" του Κάλβου και στα σπουδαία βιβλία του Δημήτρη Χατζή από τις εκδόσεις "Κείμενα" και στο πολύ γνωστό βιβλίο του Κωνσταντίνου Τσουκαλά "Εξάρτηση και αναπαραγωγή" από το "Θεμέλιο" και σε τόσα άλλα, που ευτυχώς μας έδωσε την ευκαιρία το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας να ενημερωθούμε και να απολαύσουμε στην Έκθεση για την Τέχνη του εξωφύλλου που υπάρχει στο πολύ καλό βιβλιοπωλείο του στην Αθήνα.



Ο Γιάννης Βαλαβανίδης, όπως λέει ο ίδιος στο φυλλάδιο της Έκθεσης, συνεργάστηκε με πολλούς εκδοτικούς οίκους για τη σχεδίαση εξωφύλλων, ξεχωρίζει όμως ιδιαίτερα τη συνεργασία του με το Φίλιππο Βλάχο και τις εκδόσεις "Κείμενα", με τους Μίμη Δεσποτίδη και Θόδωρο Μαλικιώση και τις εκδόσεις "Θεμέλιο", με τους Σάμη Γαβριηλίδη και Λουκά Ρινόπουλο και τις εκδόσεις "Πλέθρον". Πρόσωπα και εκδοτικοί οίκοι που έχουν γράψει ιστορία στα εκδοτικά πράγματα της χώρας μας. 

Το βιβλιοπωλείο βρίσκεται στην οδό Αμερικής 13 στην Αθήνα και η Έκθεση θα διαρκέσει μέχρι τις 19 Σεπτεμβρίου. Αξίζει μια επίσκεψη!


Κυριακή 23 Αυγούστου 2015

Ένα μάθημα μουσικής, ευαισθησίας και γνώσης από τον Πασκάλ Κυνιάρ





Πασκάλ Κυνιάρ ή Pascal Quignard. Γάλλος δοκιμιογράφος, φιλόσοφος, μυθιστοριογράφος και σεναριογράφος, συγγραφέας και αναγνώστης. Διετέλεσε διευθυντής των εκδόσεων Γκαλιμάρ. Σήμερα, όπως λέει ο ίδιος, μόνο γράφει και διαβάζει.

Γνώριζα την ύπαρξή του από το μυθιστόρημα Ταράτσα στη Ρώμη (Άγρα, 2002) που είχα διαβάσει πριν από χρόνια (και το οποίο είχε πάρει το 2000 το βραβείο μυθιστορήματος της Γαλλικής Ακαδημίας).

«Όλα τα πρωινά του κόσμου». Η γνωστή ταινία βασίστηκε στο δικό του ομώνυμο βιβλίο που αναφέρεται στη ζωή του Μαρέν Μαραί.

Ο Πασκάλ Κυνιάρ, γεννήθηκε το 1948 στο Βερνέιγ-συρ-Αβρ της Γαλλίας. Σπούδασε φιλοσοφία, δίδαξε αρχαία γαλλικά, ασχολήθηκε συστηματικά με την αρχαία ελληνική και λατινική παιδεία αλλά και την αρχαία κινεζική φιλοσοφία, είναι βιολιστής και βιολοντσελίστας, παίζει σε μουσικά σύνολα, ενώ επί υπουργίας Ζακ Λανγκ, δημιούργησε, μαζί με το Γάλλο μουσικολόγο και συγγραφέα Philippe Beaussant, το φεστιβάλ Μπαρόκ Όπερας των Βερσαλλιών.

Στο παρόν βιβλίο, «το μάθημα Μουσικής» (εκδ. Μελάνι 2015), ο Κυνιάρ ασχολείται με το φαινόμενο της μεταφώνησης, της αλλαγής δηλαδή που γίνεται στη φωνή των αγοριών στην εφηβεία λόγω ορμονικών ανακατατάξεων, κάτι που δεν συμβαίνει στα κορίτσια, τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό.

Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη, κάτι ανάμεσα σε δοκίμια και διηγήματα. Το πρώτο διήγημα, με τίτλο «Ένα επεισόδιο από τη ζωή του Μαρέν Μαραί», αναφέρεται στον Μαρέν Μαραί (1656-1728), Γάλλο συνθέτη και δεξιοτέχνη της βιόλας . Ήταν ένα αγόρι με αγγελική φωνή. Όμως, στα 16 του τον έδιωξαν από τη χορωδία του Αγίου Γερμανού της Οξέρ (απέναντι από το Λούβρο) γιατί άλλαξε η φωνή του. Έφυγε, έγινε μαθητής του Σαιντ Κολόμπ. Και με την ευκαιρία, ο Κυνιάρ μας περιγράφει το Παρίσι γύρω από το Σηκουάνα, ενώ αναφέρεται σε μουσικούς της εποχής.

Και για τη μεταφώνηση που συμβαίνει στους άντρες γράφει:

«Η φωνή των γυναικών είναι πιστή. Των αντρών είναι άπιστη. Τους υποχρεώνει να αλλάζουν πουκάμισα. Τους υποχρεώνει να αλλάζουν….
Οι γυναίκες ελέγχουν τη φωνή τους απ’ άκρου εις ακρον. Έχουν την πρωτοκαθεδρία στο χρόνο, την παντοδυναμία στην τονική ισχύ…»




Ο Μαραί άφησε σημαντικό έργο με σουίτες για βιόλα 

Το δεύτερο διήγημα μας ταξιδεύει πάνω από 2000 χρόνια πίσω, μας γυρίζει στην Αθήνα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη όταν «ένας νεαρός Μακεδόνας (ο Αριστοτέλης) αποβιβάζεται στο λιμάνι του Πειραιά».
Για το νεαρό Μακεδόνα, τον Αριστοτέλη, η ιστορία, που πάει αρχικά στη σχολή του Πλάτωνα. Είναι έφηβος και η φωνή του βαθιά και βραχνή. Ο συγγραφέας κάνει αναφορά στο «Των περί τα ζώα ιστοριών» του Αριστοτελη, όπου ο Έλληνας φιλόσοφος αναλύει τι γίνεται στην εφηβεία:

«Την ίδια περίοδο η φωνή των αγοριών αρχίζει να αλλάζει και να γίνεται πιο τραχιά και ανομοιογενής, χωρίς να είναι ούτε οξύφωνη μα ούτε και βαθύφωνη. Θυμίζει τα όργανα μουσικής των οποίων οι χορδές είναι ακούρδιστες και τραχείς. Αυτό το ονομάζουν τραγίζειν….»

«Ό καλούσι τραγίζειν», έγραφε ο Αριστοτέλης.
«αυτό το ονομάζουν βέλασμα του τράγου», μεταφράζει ο συγγραφέας. Και μας μεταφέρει στην τραγωδία, κάνει ετυμολογική ανάλυση της λέξης που θα πει τραγούδι του τράγου, τραγίζειν, λοιπόν, θα πει βρομάω τραγίλα και αλλάζω φωνή / τραγουδάω σαν τράγος.
Κι από κεί, μας πάει στο θέατρο, που είναι ο «τόπος απ΄όπου κοιτάζουμε», τόπος του βλέμματος, όπως ήταν η τελετή της ωδής του τράγου, δηλαδή της τραγωδίας, και ήταν η μετάβαση από το μύθο στο λόγο, όπως η αλλαγή που συμβαίνει στη φωνή του παιδιού που γίνεται άντρας.

Η τρίτη ιστορία, «Το τελευταίο μάθημα μουσικής του Τσενγκ Λιέν», είναι για μένα η πιο όμορφη ιστορία,  και για τον τρόπο γραφής, αλλά και ως μάθημα μουσικής κι ευαισθησίας. Μας ταξιδεύει στην Κίνα την εποχή των Ανοίξεων και των Φθινοπώρων (722-481 π.Χ.), τότε που έζησε ο Τσενγκ Λιέν, ο δάσκαλος του πιο μεγάλου μουσικού του κόσμου, του Πο Για. Ο τελευταίος, ήδη μελετητής του λαούτου και της τρίχορδης κιθάρας, πήγε στο διάσημο δάσκαλο να πάρει μαθήματα.

 «Ακούστε αυτό τον ήχο!»

είπε ο δάσκαλος στο μαθητή, πήρε το 700 χρόνων λαούτο, και κραδαίνοντάς το πάνω από το κεφάλι του, το συνέθλιψε πατώντας το στο χώμα. Και είπε:

«Αυτός είναι ο ήχος του λαούτου!»

Ο Πο Για υποκλίθηκε και χαιρέτησε τρεις φορές.
Πήρε και την τρίχορδη κιθάρα του Πο Για, και πάλι του είπε:

«Ακούστε αυτό τον ήχο!»

Την έριξε κάτω, πήδηξε πάνω της ποδοπατώντας την για πολλή ώρα. Ο μαθητής ξέσπασε σε κλάματα. Και είπε ο δάσκαλος:

«Τώρα βάλτε λοιπόν λίγο απ’ αυτό το συναίσθημα στον τρόπο που παίζετε τη μουσική σας!»


Κι άρχισε η περιπέτεια του Πο Για στον κόσμο μέχρι να καταφέρει να βάζει το συναίσθημα στον τρόπο που έπαιζε τη μουσική του. Κι έγινε ο μεγαλύτερος μουσικός του κόσμου…



Η "Αλκυώνη", είναι η πιο γνωστή από τις 4 όπερες του Μαραί

Παρασκευή 14 Αυγούστου 2015

Ανταίος Χρυσοστομίδης. Εις μνήμην!






Έφυγε πολύ νωρίς. Η Biblionet δεν πρόλαβε να ενημερώσει τα αρχεία της. Οι εφημερίδες θα γράψουν, η τηλεόραση ίσως δείξει. Νιώθω την ανάγκη ν' αφιερώσω την ανάρτηση στη μνήμη του. Και να προτρέψω ν' αναζητηθεί το έργο του. Άρθρα, κυρίως για τη λογοτεχνία, στην Αυγή, βιβλία, μεταφράσεις. Και κυρίως, αυτή η σπουδαία δουλειά που έκανε μαζί με την Μικέλα Χαρτουλάρη, τις Κεραίες της εποχής μου. Μας γνώρισε με συγγραφείς απ' όλο τον κόσμο, μόλις προχθές η ΕΡΤ2 είχε σ' επανάληψη τη συνάντηση με το Σουηδό συγγραφέα Μάνκελ. Χάρη στην εκπομπή του "είδα" από κοντά τον Μωρίς Ατιά, το Γιασμίνα Χάντρα, τον Βλαντιμίρ Μακάνιν, τον Τζον Μπάνβιλ, τον Τζον λε Καρέ και τόσους τόσους άλλους, που κανείς μπορεί να διαβάσει και στο ομώνυμο δίτομο έργο που κυκλοφόρησε από τον Καστανιώτη. Και μέσα από τις μεταφράσεις του γνωρίσαμε τον Ίταλο Καλβίνο και τον Αντόνιο Ταμπούκι, με τον οποίο ήταν επιστήθιοι φίλοι.

Θα θυμάμαι τις βιβλιοπροτάσεις του στην Αυγή. Και τις αναλύσεις του και τα καυστικά του άρθρα για την πολιτική κατάσταση και την πολιτική των κομμάτων (και της αριστεράς). Δεν ξέρω αν μπόρεσε να δει τα χάλια μας. Ίσως να γλύτωσε από τη ζοφερή εικόνα του φετινού καλοκαιριού.

Καλό σου ταξίδι...

Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

Έναν ουρανό με δυό φεγγάρια...





Όταν αποτυχία συνθλίβει αισθήματά μας
κι οι άλλες κι οι προάλλες είν' πολλές
για να οδεύει άνετα η σάρκα μέσα από τόσες αναποδιές
δεν αρκούν οι επιθυμιές της να πάψουν να εξεικονίζονται
πρέπει κι εμείς να φύγουμε, να βρούμε το θάρρος κάποιας φυγής

  


Κάθε πρωί ρωτώ τι το δικό μου θα πεθάνει σήμερα
και όσο προχωρεί η ώρα αυξάνουν οι ανησυχίες μου.
Αν τα περασμένα χρόνια αντιμετωπίζοντο με την τωρινή μου γνώση
άν το πέρσι αρχίναγε αύριο
δε θα φοβόμουν τόσο μην μετατραπούν οι ευχές μου σε ανάμνηση.



Επανάσταση
.............................
Θα 'θελα να φτιάξω έναν ουρανό
Να ΄χω τώρα που νύχτωσε ένα στερέωμα να κοιτάζω
Θα το ΄καμνα μεγάλο, γιομάτο άστρα με σχήματα παράξενα
Θα του ΄βαζα αντίς από ΄να, δυό φεγγάρια ανόμοια
Το ΄να μικρό σαν παιδί, τα’ άλλο μεγάλο σαν παράπονο.
Δε θα πήγαιναν τα δυό πάντα μαζί
Το πρώτο θα πλάγιαζε κοντά στο βορρά
Και το μεγάλο θα ΄ρχότανε απάνου απ’ το ρολόι μου να σημάνει
            μεσάνυχτα.
Την εποχή όπου θα πήγαιναν πλάι πλάι
σα δυό μάτια γλαυκά – της τύφλας τα μάτια
θα βλέπαν όσα ο φόβος έχει φτιάξει
θα βλέπαν ριγμένα κοντά μου
λόγια – της μέρας τα λόγια
και θα με κυνηγούσαν τα φεγγάρια
και το φέγγος τους θα με κάρφωνε
και το ένα σιωπηλά θα μίλαγε γλώσσα μετάνοιας
και το άλλο με πάθος θα ΄τρεχε μεσ’ στο στερέωμα
πάνου σε καινούργιες τροχιές
έτσι που του διφέγγαρου ουρανού
η νεόβγαλτη τάξη να μοιάζει σαν τρέλα
και λιβανισμένα από την αρμονία τους θ’ ανεβοκατέβαιναν τα βλέφαρά μου.
………………………………….
Όταν ξυπνώ – ξυπνώ από κούραση
ορθάνοιχτο το μάτι ακόμα με κοιτάζει
παίζοντας με τα χρώματα που το βάψαν οι τόσες του αγάπες
παίζοντας με τα χρώματα που ξεδιπλώνουν τις πτυχές των άλλων ματιών
τ’ αγαπητά τα μάτια ξένων κορμιών
μάτια που ελπίσανε
και κλεισθήκαν για να μη δουν μα είδαν
μάτια που αγαπήσανε
και τώρα δεν ξέρουν ποιο είναι προτιμότερο
να μείνουν ανοιχτά ή κλειστά.



Τα παραπάνω είναι από τη συλλογή "Οδός Νικήτα Ράντου", του Νικόλα Κάλας, εκδ. Ίκαρος, 1997. Γράφει το 1976, στην εισαγωγή της 1ης έκδοσης, ο Οδυσσέας Ελύτης για τον Έλληνα "που δεν έκανε παρά ν' αντιγράφει με καθυστέρηση τη Δύση":

"Ποια Δύση; Ένας υπερεαλιστής έχει μουντζώσει αναδρομικά κι εξακολουθεί να μουντζώνει διά βίου τη Δύση κι ολόκληρο τον πολιτισμό της. Είναι κάτι αυτό, είναι μια χειρονομία, παρ' όλα όσα κι αν λένε, θετική. Ένα στοιχείο υγείας που όσο λογότεροι το καταλαβαίνουν τόσο εκείνο αναπτύσσεται, και τείνει να γίνει ένα με τη φωνή που ξέρει να κηρύττει και στις παραμονές του θανάτου και πάνω από τις καταιγίδες".

Στην ποίηση καθένας βρίσκει αυτό που τον εκφράζει εκείνη τη στιγμή της ανάγνωσης και καθένας δίνει τις δικές του ερμηνείες. Έτσι κι εδώ.

Την ιδέα για τη σημερινή αφιέρωση στον Κάλας (παρότι τον έχω διαβάσει και ξαναδιαβάσει, αφού άλλωστε, όπως ο ίδιος έχει πει, γράφει για να ξαναδιαβαστεί) την οφείλω στο Μάνο Στεφανίδη, που στη σημερινή ανάρτηση του ιστολογίου του δημοσιεύει το τελευταίο ποίημα της ίδιας συλλογής. Και πάλι επιβεβαιώνεται ότι στην ποίηση καθένας βρίσκει αυτό που τον εκφράζει και καθένας δίνει τις δικές του ερμηνείες. Η αλήθεια είναι ότι τα ποιήματα του Κάλας εκφράζουν αυτή την αγωνία και των σημερινών καιρών, αυτή τη ματαίωση, αυτή τη θλίψη που μας έφερε το καλοκαίρι του 2015 και που δεν ξέρουμε αν πρέπει ή αν μπορούμε να βρούμε το θάρρος κάποιας φυγής προς τα μπρος, σ' έναν ουρανό με δυο φεγγάρια, όπου δε θα φοβόμασταν μη μετατραπούν οι ευχές μας σε ανάμνηση...

Τετάρτη 15 Ιουλίου 2015

Και να, τι θέλω τώρα να σας πω






Και να, τι θέλω τώρα να σας πω
Μες στις Ινδίες μέσα στην πόλη της Καλκούτας,
φράξαν το δρόμο σ' έναν άνθρωπο.
Αλυσοδέσαν έναν άνθρωπο κει που εβάδιζε.
Να το λοιπόν γιατί δεν καταδέχουμαι
να υψώσω το κεφάλι στ' αστροφώτιστα διαστήματα.
Θα πείτε, τ' άστρα είναι μακριά
κι η γη μας τόση δα μικρή.
Ε, το λοιπόν, ο,τι και να είναι τ' άστρα,
εγώ τη γλώσσα μου τους βγάζω.
Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό,
πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο,
είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει.
Είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε .


(Το ποίημα "Μικρόκοσμος" του Ναζίμ Χικμέτ, σε απόδοση Γιάννη Ρίτσου και μουσική Θάνου Μικρούτσικου. Τραγουδά η Μαρία Δημητριάδη)

Τρίτη 14 Ιουλίου 2015

Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει...





Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει. Όμως εγώΔεν παραδέχτηκα την ήττα. Έβλεπα τώραΠόσα κρυμμένα τιμαλφή έπρεπε να σώσωΠόσες φωλιές νερού να συντηρήσω μέσα στις φλόγες.
Μιλάτε, δείχνετε πληγές αλλόφρονες στους δρόμουςΤον πανικό που στραγγαλίζει την καρδιά σας σα σημαίαΚαρφώσατε σ’ εξώστες, με σπουδή φορτώσατε το εμπόρευμαΗ πρόγνωσίς σας ασφαλής: Θα πέσει η πόλις.
Εκεί, προσεχτικά, σε μια γωνιά, μαζεύω με τάξη,
Φράζω με σύνεση το τελευταίο μου φυλάκιοΚρεμώ κομμένα χέρια στους τοίχους, στολίζωΜε τα κομμένα κρανία τα παράθυρα, πλέκωΜε κομμένα μαλλιά το δίχτυ μου και περιμένω.
Όρθιος, και μόνος σαν και πρώτα περιμένω.
(Το ποίημα "Κι ήθελε ακόμη..." του Μανόλη Αναγνωστάκη)
Και η Γαλλική Επανάσταση γιορτάζεται σήμερα! Μα ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει... 

Κυριακή 12 Ιουλίου 2015

Ηττηθήκαμε λοιπόν;


«... έχουμε φτάσει στο σημείο να μη θεωρούμε σοφούς παρά τους μισθοφόρους της σοφίας. Είναι σαν να βλέπουμε την παρθένο Παλλάδα, που κατοικεί ανάμεσα στους ανθρώπους χάρη στη γενναιοδωρία των θεών, να τη διώχνουν, να τη γιουχάρουν, να τη σφυρίζουν, και κανείς να μη δείχνει αγάπη κι ενδιαφέρον γι’ αυτήν, εκτός κι αν εκπορνευτεί και μπορέσει να καταβάλει το γλίσχρο αντίτιμο από τη διακόρευση της παρθενίας της στον κορβανά του εραστή της...

... Αν λοιπόν ανέλαβα ένα έργο τόσο βαρύ για τους ώμους μου, δεν είναι επειδή αγνοώ την αδυναμία μου. Είναι μάλλον επειδή αναγνωρίζω ότι σε αυτό το είδος του αγώνα, δηλαδή του λόγιου αγώνα, συμβαίνει τούτο το αξιοπερίεργο, ότι μπορεί να υπάρξει όφελος ακόμη και από την ήττα. Συνεπώς, ακόμη και οι πιο αδύναμοι πρέπει να έχουν τη δυνατότητα και το δικαίωμα όχι μόνο να μην αρνούνται να αγωνιστούν, αλλά και να το εύχονται. Διότι αυτός που ηττάται δέχεται από τον νικητή όχι ένα πλήγμα αλλά μια ευεργεσία, και του χρωστά οτι βγαίνει πιο πλούσιος, δηλαδή πιο σοφός και καλύτερα προετοιμασμένος για μελλοντικούς αγώνες...»

Αυτά είπε ο Pico della Mirandola στους αγώνες επιχειρημάτων που πήρε μέρος και όπου ανέπτυξε το λόγο περί της αξιοπρέπειας του ανθρώπου και καταφέρθηκε ενάντια σ’ εκείνους που «από τη στιγμή που ολόκληρη η ζωή τους είναι επικεντρωμένη στο κέρδος και τη φιλοδοξία, είναι ανίκανοι να αγκαλιάσουν τη γνώση της αλήθειας».

Αν μεταφέρω τα παραπάνω στο σήμερα, αναρωτιέμαι με πολλή πίκρα αν αρκούν για να νιώσω καλύτερα...

Και ας μην μιλήσω για την Ευρώπη και για την ευρωπαϊκή ιδέα. Δεν υπάρχει αυτή, και δεν υπάρχει όχι απλά γιατί κάποιες χώρες εκφράζονται έτσι άσχημα για την Ελλάδα και γιατί η Ευρώπη δεν θα μπορούσε να υπάρχει χωρίς την Ελλάδα (αυτά τελικά μου ακούγονται λόγια, μόνο λόγια), αλλά γιατί είναι πολλοί αυτοί που ενεργούν σαν να είναι ολόκληρη η ζωή στην Ευρώπη επικεντρωμένη στο κέρδος και στη φιλοδοξία και είναι ανίκανοι να αγκαλιάσουν τη γνώση της αλήθειας και την αλήθεια της γνώσης!

Ηττηθήκαμε λοιπόν;

Δευτέρα 6 Ιουλίου 2015

Το "παιχνίδι" δεν τελείωσε για την πρώτη φορά Αριστερά με τα "εννιά χιλιάδες περιστέρια" της!

"Μακριά απ' τα μεγάλα γενικά θέματα, σκύψτε σε κείνα που σας προσφέρει η καθημερινότητα. Ιστορήστε τις θλίψεις και τους πόνους σας, τους φευγαλέους στοχασμούς σας, την πίστη σας σε κάποιαν ομορφιά - ιστορήστε τα όλα τούτα με βαθιά, γαλήνια, ταπεινή ειλικρίνεια, και μεταχειριστείτε, για να εκφραστείτε, τα πράματα που σας περιτρυγυρίζουν, τις εικόνες των ονείρων σας και τις πηγές των αναμνήσεών σας. Αν ίσως η καθημερινότητά σας σας φαίνεται φτωχή, μην την καταφρονήσετε. Καταφρονήστε τον ίδιο τον εαυτό σας, που δεν είναι αρκετά ποιητής και δεν μπορεί να καλέσει κοντά του του τα πλούτη της....

Φανείτε καλός σε κείνους που μένουν πίσω - σίγουρος για τον εαυτό σας και γαλήνιος απέναντί τους. Μην τους τυραννάτε με τις αμφιβολίες σας, μην τους τρομάζετε με τους φανατισμούς και τους ενθουσιασμούς σας: δε θα μπορούσαν να τους καταλάβουν. Προσπαθήστε να επικοινωνήσετε μαζί τους γύρω σε κάτι πιστό κι απλό· η επικοινωνία τούτη δε θ' αλλάζει, υποχρεωτικά, κάθε που σεις θα μεταμορφωνόσαστε. Αγαπήστε, στο πρόσωπό τους, τη ζωή σε μια μορφή που σας είναι ξένη. Φανείτε επιεικής στους γερασμένους ανθρώπους που τους τρομάζει η μοναξιά..."


Η επόμενη μέρα από το δημοψήφισμα στην Ελλάδα και την εκπληκτική υπεροχή του Όχι στις εκβιαστικές επιταγές των δανειστών μας. Δεν πανηγυρίζω ρεβανσιστικά. Δεν επικαλούμαι τις λογής κακίες και μεγαλοστομίες που διάβασα και άκουσα αυτές τις μέρες! Δεν συμμερίζομαι τις λογής άκαιρες κουβέντες και μεγαλοστομίες που μπορεί να ακούγονται από κάποιους συνοδοιπόρους. Όμως μια κουβέντα με πείσμωσε περισσότερο τις προηγούμενες μέρες, ήταν αυτή του κυρίου Tusk: "The game is over"!!! Νομίζω αυτή η κουβέντα πείσμωσε όλους μας. Κι άλλη μια από τους συμπατριώτες μου: η ειρωνική αναφορά στην "πρώτη φορά Αριστερά", λες και η 200 χρόνια ... άλλη πλευρά τα έκανε όλα τόσο καλά!

Και φυσικά χαίρομαι πάρα πολύ για το χθεσινό αποτέλεσμα, ο τίτλος της προηγούμενης ανάρτησής μου "Ναι στην Ελλάδα, ναι στην Ευρώπη, ναι στο Όχι" νομίζω εκφράζει τελικά αυτό που όλοι θέλουμε. Και θέλω να πιστεύω ότι αυτό που θα κάνει τώρα η Κυβέρνηση είναι να προσπαθήσει, όσο περνάει από το δικό της χέρι, να μη συνεχιστεί αυτή η πόλωση, ότι θα προσπαθήσει να προβάλει και ν' αξιοποιεί τα καλύτερα σχτελέχη για το καλύτερο αποτέλεσμα (και να σημειώσω: ο Βαρουφάκης κατά τη γνώμη μου είναι από τα καλύτερα στελέχη, είναι καθοριστική η συμβολή του στην αντιμετώπιση της ελληνικής κρίσης, έχει διαρκή παρουσία και έχει κάνει αγώνα σε όλη τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης και δεν συμμερίζομαι αυτούς τους άσχετους και κομπλεξικούς που στέκονταν  στο περιορισμένου βεληνεκούς σαβουάρ βιβρ τους για να τον κρίνουν και να τον αποδομήσουν).

Χρειάζεται να υπάρξει συγκεκιμένο πρόγραμμα σε κάθε τομέα της διακυβέρνησης του τόπου, και αυτό το "πρώτη φορά Αριστερά" που τόσο ειρωνεύονται κάποιοι να γίνει το σύνθημά της. Και να δείξει τι είναι αυτό που τη διαφοροποιεί. Και να κινητοποιήσει κόσμο, να εκμεταλλευτεί αυτή τη μεγάλη αποδοχή που έχει. Δύσκολο; Ίσως. Αλλά, εξαιρετικοί άνθρωποι υπάρχουν παντού, σε όλους τους χώρους - ιδεολογικούς, κομματικούς, ταξικούς - γιατί όχι; Εξάλλου, η ασχετοσύνη, η αλαζονεία, η ιδέα της δήθεν αυτοθυσίας, η αντίληψη της δήθεν ανικανότητας και της δήθεν μικρότερης αριστεροσύνης, η προχειρότητα και η βιασύνη στην εξαγγελία πραγμάτων χωρίς μελέτη, η τοποθέτηση προσώπων με αρνητικό φορτίο στο πολιτικό γίγνεσθαι, στάσεις και πολιτικές που μπορεί να υπάρχουν (δεν ξέρω αν και πότε, όμως μερικές φορές έτσι οσμίζομαι) δεν μπορούν να είναι και οι καλύτεροι σύμμαχοι. Και πιστεύω ότι ο Τσίπρας χρειάζεται να το αντιμετωπίσει αυτό. Δεν τα γράφω από διάθεση γκρίνιας, αγωνία έχω και την εκφράζω φωναχτά. Και τον πολιτισμό βρε παιδιά, λίγο πιο συντετατγμένα και πιο συγκεκριμένα. Πώς; Ας κάτσουν κάτω οι αρμόδιοι υπουργοί και να το δούν Ευτυχώς τουλάχιστον που είναι και παιδείας μαζί. Ο πολιτισμός είναι ζήτημα παιδείας και η παιδεία πρέπει να αποπνέει πολιτισμό. Να μια ευκαιρία που αυτά ανήκουν στο ίδιο Υπουργείο. 

Θέλω να πιστεύω πως τα πράγματα θα πάνε καλά για την πρώτη φορά Αριστερά. Και αυτό ας γίνει σύνθημα, σε πείσμα όσων το ειρωνεύονται. Μακάρι!

"...Όμως αυτό που δε μου το συχωρέσανε ποτές οι στέρφοι οι φθονεροί κ' ανίδεοι
κ' εκείνοι οι δόλιοι φραγκοφτιασιδωμένοι τελειόφοιτοι Σχολών Φιλελλήνων
διπλωματούχοι της Σορβόννης του Καίμπριτζ του Χάρβαρντ
και κόμπαζαν και μου σφεντόνιζαν πέτρες
και λέγαν πως δεν έχω ιδεαν απ' το ξ υ ν ό ν καιτο ε ν ό ν του Ηρακλείτου
και μ' ακοντίζανε οι νωθροί τις κατηγόριες του κομπογιαννίτη και του πολυγράφου
κι από κοντά τους σεγκοντάριζαν γαυγίζοντας τα σκυλιά της Ασφάλειας
όμως εγώ χαμογελούσα κ' έκρυβα κάτω από το κρεββάτι μου τις εννιά μου χιλιάδες περιστέρια
έρριχνα καθαρό ζεστό νερό στην πήλινη λεκάνη
γονάτιζα στο χώμα
κι έπλενα στοργικά τα πόδια των εκτελεσμένων ..."


Το παραπάνω είναι από την ποιητική συλλογή "Αργά πολύ αργά μέσα στη νύχτα" του Γιάννη Ρίτσου, ενώ το απόσπασμα στην αρχή είναι από τα "Γράμματα σ' ένα νέο ποιητή" του Ράινερ Μαρία Ρίλκε (έχω την έκδοση του Ίκαρου 2000, σε μετάφραση Μάριου Πλωρίτη). Νομίζω και τα δύο αποσπάσματα είναι τόσο ταιριαστά. 

Προσοχή στις εννιά χιλιάδες περιστέρια μας...