Σάββατο 2 Απριλίου 2022

Ήλιος ήλιος και βροχή, αγαπημένο παιδικό βιβλίο από τη Ζωή Βαλάση

 
Μια φορά κι έναν καιρό, Άνοιξη ήταν, σηκώθηκε πρωί πρωί η κυρά-βροχούλα και είπε:
- Δε βάζω μπουγάδα να τα ΄χω όλα πλυμένα καθαρά πριν φύγω για τις διακοπές μου; Το καλοκαίρι όπου να 'ναι φτάνει.
Αυτό που σας λέω κι όλα όσα θα σας πω να τα πιστέψετε, γιατί γίνανε παλιά, πολύ παλιά, κι εγώ δεν ξέρω πόσο...
 

Ξανάπιασα στα χέρια μου τα παραμύθια της Ζωής Βαλάση και συγκινήθηκα. Το παιδικό βιβλίο Ήλιος ήλιος και βροχή (Κέδρος, 1982), εμπνευσμένο από τη λαϊκή παράδοση, αποτελεί ένα στολίδι στην παιδική λογοτεχνία. Οι ιστορίες από διαφορετικά μέρη της Ελλάδας, παραμύθι και ιστορία και γεωγραφία και ομορφιά και καλοσύνη και φαντασία, η αφήγηση, η γλώσσα, η εξαιρετική εικονογράφηση, όλα μαζί αφήνουν μια τέτοια γλυκύτητα! Κρίμα που έχει εξαντληθεί.

Το παραπάνω απόσπασμα από Το παραμύθι της γλυκόπικρης νεράιδας μας ταξιδεύει στη Ρόδο. Κι ύστερα μας πάει στα Γιάννενα για να μας πει το Παραμύθι για ένα παλικάρι με γαλάζιο άλογο. Και κατεβαίνει στο Κάστρο με τις σαράντα κάμαρες που είναι πιο κάτω από τη Χαλκίδα και φυλάει το πηγαινέλα της θάλασσας κι ακούμε τους πραματευτάδες να τραγουδάνε
 
Να 'μουν στη Σκύρο λεμονιά
στη Σκιάθο κυπαρίσσι
να 'μουν νερό στης Κάρυστος
την κρουσταλλένια βρύση.

Και το ταξίδι συνεχίζεται...
 
Πρωί πρωί, την άλλη μέρα, σηκώνεται ο ήλιος, κοιτάζει τον ουρανό, εντάξει ήταν, καθαρός, δίχως γκρίζους αφρούς, κοιτάζει τη γη, εντάξει ήταν, δίχως δράκους.
«Ε, ας βγω να πάω στη δουλειά μου», είπε ο ήλιος και πήρε ήσυχα το δρόμο τους.
Μα κει που πήγαινε, άκουσε γέλια και φωνές κι ένα τραγούδι μαγικό... 
[...]
Το τραγούδι, όμως, ήταν στ' αλήθεια μαγικό κι όποιος τ' άκουγε ξεχνούσε τον τόπο του κι έμενε για πάντα στην Κρήτη!
[...]
 

Για κοπιάστε! Για κοπιάστε!

Είμαι ο πραματευτής 

με τις πολλές πραμάτεις!

Πουλώ το χιόνι του βουνού 

και τις ελιές του κάμπου!

Πουλώ τον Ψηλορείτη μας

με τις χρυσές κορφούλες!

Πουλώ τον ήλιο γι’ άλογο

και τ’ άστρα για κοπάδι!

Γρήγορ’ αφέντη, διάλεξε

και πλήρωσε ως το βράδυ!


Γέλασε ο ήλιος.

- Αχ πώς μου αρέσουν οι πολιτείες της Κρήτης, είπε και τράβηξε παραπάνω.

 

Παραπάνω βρήκε το ρήγμα της Κρήτης που έπινε κόκκινο κρασί από μία δίκαιη κούπα, που χώραγε όσο κρασί έπρεπε, ούτε στάλα παραπάνω ούτε στάλα παρακάτω.

 

Ο Ρήγας της Κρήτης κέρασε κόκκινο κρασί τον ήλιο και γίνανε φίλοι και τραγούδησαν οι δυο τους.

 

Τ' Ανώγεια έχουν λυγερές 

και το Λασίθι μύλους

κι εγώ έχω το γλυκό κρασί

για τους οχτρούς και φίλους!

 

Δάκρυσε ο ήλιος.

-  Αχ πώς μου αρέσει το κρασί της Κρήτης! είπε και κίνησε παρακάτω.

Παρακάτω ήταν ένα καλύβι μοναχό και μέσα ένας γέροντας τηγάνιζε ψάρια.

- Γιατί τηγανίζεις ψάρια, αφού πέρασε το μεσημέρι; ρώτησε ο ήλιος το γέροντα.

Κι ο γέροντας του αποκρίθηκε:

 

Στα κυπαρίσσια του Ομαλού 

έστησα δέκα δίχτυα

κι έπιασα ψάρια μπόλικα

 ψάρια με μαύρα μάτια.

Σαν καλοτηγανιστούν 

τρεις κοπέλες θα γενούν

να μαζέψουν το μαλλί 

της γαϊδούρας της κουφής 

να το γνέσουν, να το υφάνουν

και μία βράκα να μου κάνουν!...

 

- Χα! χα! χα! ο ήλιος τρελάθηκε στα γέλια. Αχ! πώς μου αρέσουν τα ψέματα της Κρήτης! Και πήρε να κατέβει το βουνό.

[...]

Και πιάνει τις ακτίνες του, τις κάνει κουβαράκια, τα κρεμάει στις πορτοκαλιές της Κρήτης και παρατάει τον ουρανό!

Τώρα, ποιος και πώς τον ξανά ανέβασε στον ουρανό, θα τα πούμε την άλλη φορά. 

 
Και συνεχίζουμε το ταξίδι! Και πάμε στον Πηνειό να δούμε Το γεφύρι κι ύστερα στη Θράκη να βρούμε Το τελευταίο χρυσό παξιμάδι και στη Ζάκυνθο με Τα εφτά πετράδια και καταλήγουμε στον Πειραιά και στην Αθήνα για να συναντήσουμε Τον παράξενο πραματευτή
 
[...]
Κάθισε τότε στο μόλο και κοίταξε τα καράβια κι έλεγε: «Άμα πέσει ένας σπόρος στη γη γίνεται λουλούδι κι άμα ανέβει μια στάλα στον ουρανό γίνεται σύννεφο κι άμα γλιστρήσει ένα βότσαλο στη θάλασσα γίνεται μαργαριτάρι... Μα, αν χαθεί το κλειδάκι της αγάπης, πώς θα γίνονται φίλοι οι άνθρωποι;»
 
Κι έκλαιγε κι έλεγε πως δεν είναι καλός πραματευτής, αφού έχασε την πιο πολύτιμη πραμάτεια του.
 
Γι' αυτό λέω ν' αρχίσουμε όλοι μαζί το ψάξιμο. Μπορεί να το βρούμε μεις το κλειδάκι. Και τότε - πού ξέρεις; - ίσως να γίνουμε όλοι παράξενοι μικροί πραματευτάδες μ' ένα μαγικό κλειδάκι της αγάπης για τις καρδιές των φίλων μας.



Τελειώνοντας, θα πρέπει να σταθώ στην εξαιρετική εικονογράφηση του Διονύση Βαλάση, είναι όλη του η συνεισφορά στη βιβλιοδεσία και στην εικονογράφηση των βιβλίων τόσο σημαντική. Τα λίγα δείγματα που καταθέτω εδώ το μαρτυρούν άλλωστε. Να συμπληρώσω πως ήταν ο αγαπημένος, ευγενής καθηγητής των φοιτητών και φοιτητριών στο Τμήμα Βιβλιοθηκονομίας του ΤΕΙ Αθήνας. 
 
Και την ομορφιά του βιβλίου συμπληρώνει ο αγαπητικός σαν παραμύθι πρόλογος του Αντώνη Σαμαράκη:
 
Άλλο τι να σας πω; Το καλό παραμύθι είναι χαρά και ομορφιά στον κόσμο μας, που τόσα βάσανα έχει. [...] Είναι όπως η ανατολή ή το ηλιοβασίλεμα, μαγεύει κι αυτό την ψυχή μας με τη δική του και μόνο δύναμη. Είναι όπως ένα τριαντάφυλλο ή ένα αγριολούλουδο, όπως η ζωγραφιά της φύσης: ήλιος, ήλιος και βροχή. Πρώτα, πρώτα, όμως, είναι όπως εσείς, παιδιά, που δεν έχετε ανάγκη να σας προλογίσει ένας άλλος, γιατί η παρουσία σας μιλάει και συγκινεί και μας κερδίζει από μόνη της.
 
Γεια σας



Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου η σημερινή, ημέρα γέννησης του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν (2 Απριλίου 1805), του παραμυθά από τη Δανία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου