Τρίτη 25 Αυγούστου 2015

Η τέχνη του εξωφύλλου και ο Γιάννης Βαλαβανίδης στο βιβλιοπωλείο του ΜΙΕΤ



Πόσοι γνωρίζουμε ότι το εξώφυλλο της ελληνικής έκδοσης από το πολύ γνωστό βιβλίο του διάσημου Άγγλου ιστορικού Χομπσμπάουμ "Η εποχή των άκρων" είναι έργο του γνωστού καλλιτέχνη Γιάννη Βαλαβανίδη. Αλλά, αν δεν το ξέραμε, τουλάχιστον υπάρχει η πληροφορία μέσα στο βιβλίο. 



Πώς θα μαθαίναμε όμως ότι και το εξώφυλλο από την "Ιστορία του σουρρεαλισμού" του Μωρίς Ναντώ είναι επίσης έργο δικό του, αφού ούτε στο βιβλίο δεν αναφέρεται;


Έργα δικά του είναι και τα εξώφυλλα στις "Ωδές" του Κάλβου και στα σπουδαία βιβλία του Δημήτρη Χατζή από τις εκδόσεις "Κείμενα" και στο πολύ γνωστό βιβλίο του Κωνσταντίνου Τσουκαλά "Εξάρτηση και αναπαραγωγή" από το "Θεμέλιο" και σε τόσα άλλα, που ευτυχώς μας έδωσε την ευκαιρία το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας να ενημερωθούμε και να απολαύσουμε στην Έκθεση για την Τέχνη του εξωφύλλου που υπάρχει στο πολύ καλό βιβλιοπωλείο του στην Αθήνα.



Ο Γιάννης Βαλαβανίδης, όπως λέει ο ίδιος στο φυλλάδιο της Έκθεσης, συνεργάστηκε με πολλούς εκδοτικούς οίκους για τη σχεδίαση εξωφύλλων, ξεχωρίζει όμως ιδιαίτερα τη συνεργασία του με το Φίλιππο Βλάχο και τις εκδόσεις "Κείμενα", με τους Μίμη Δεσποτίδη και Θόδωρο Μαλικιώση και τις εκδόσεις "Θεμέλιο", με τους Σάμη Γαβριηλίδη και Λουκά Ρινόπουλο και τις εκδόσεις "Πλέθρον". Πρόσωπα και εκδοτικοί οίκοι που έχουν γράψει ιστορία στα εκδοτικά πράγματα της χώρας μας. 

Το βιβλιοπωλείο βρίσκεται στην οδό Αμερικής 13 στην Αθήνα και η Έκθεση θα διαρκέσει μέχρι τις 19 Σεπτεμβρίου. Αξίζει μια επίσκεψη!


Κυριακή 23 Αυγούστου 2015

Ένα μάθημα μουσικής, ευαισθησίας και γνώσης από τον Πασκάλ Κυνιάρ





Πασκάλ Κυνιάρ ή Pascal Quignard. Γάλλος δοκιμιογράφος, φιλόσοφος, μυθιστοριογράφος και σεναριογράφος, συγγραφέας και αναγνώστης. Διετέλεσε διευθυντής των εκδόσεων Γκαλιμάρ. Σήμερα, όπως λέει ο ίδιος, μόνο γράφει και διαβάζει.

Γνώριζα την ύπαρξή του από το μυθιστόρημα Ταράτσα στη Ρώμη (Άγρα, 2002) που είχα διαβάσει πριν από χρόνια (και το οποίο είχε πάρει το 2000 το βραβείο μυθιστορήματος της Γαλλικής Ακαδημίας).

«Όλα τα πρωινά του κόσμου». Η γνωστή ταινία βασίστηκε στο δικό του ομώνυμο βιβλίο που αναφέρεται στη ζωή του Μαρέν Μαραί.

Ο Πασκάλ Κυνιάρ, γεννήθηκε το 1948 στο Βερνέιγ-συρ-Αβρ της Γαλλίας. Σπούδασε φιλοσοφία, δίδαξε αρχαία γαλλικά, ασχολήθηκε συστηματικά με την αρχαία ελληνική και λατινική παιδεία αλλά και την αρχαία κινεζική φιλοσοφία, είναι βιολιστής και βιολοντσελίστας, παίζει σε μουσικά σύνολα, ενώ επί υπουργίας Ζακ Λανγκ, δημιούργησε, μαζί με το Γάλλο μουσικολόγο και συγγραφέα Philippe Beaussant, το φεστιβάλ Μπαρόκ Όπερας των Βερσαλλιών.

Στο παρόν βιβλίο, «το μάθημα Μουσικής» (εκδ. Μελάνι 2015), ο Κυνιάρ ασχολείται με το φαινόμενο της μεταφώνησης, της αλλαγής δηλαδή που γίνεται στη φωνή των αγοριών στην εφηβεία λόγω ορμονικών ανακατατάξεων, κάτι που δεν συμβαίνει στα κορίτσια, τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό.

Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη, κάτι ανάμεσα σε δοκίμια και διηγήματα. Το πρώτο διήγημα, με τίτλο «Ένα επεισόδιο από τη ζωή του Μαρέν Μαραί», αναφέρεται στον Μαρέν Μαραί (1656-1728), Γάλλο συνθέτη και δεξιοτέχνη της βιόλας . Ήταν ένα αγόρι με αγγελική φωνή. Όμως, στα 16 του τον έδιωξαν από τη χορωδία του Αγίου Γερμανού της Οξέρ (απέναντι από το Λούβρο) γιατί άλλαξε η φωνή του. Έφυγε, έγινε μαθητής του Σαιντ Κολόμπ. Και με την ευκαιρία, ο Κυνιάρ μας περιγράφει το Παρίσι γύρω από το Σηκουάνα, ενώ αναφέρεται σε μουσικούς της εποχής.

Και για τη μεταφώνηση που συμβαίνει στους άντρες γράφει:

«Η φωνή των γυναικών είναι πιστή. Των αντρών είναι άπιστη. Τους υποχρεώνει να αλλάζουν πουκάμισα. Τους υποχρεώνει να αλλάζουν….
Οι γυναίκες ελέγχουν τη φωνή τους απ’ άκρου εις ακρον. Έχουν την πρωτοκαθεδρία στο χρόνο, την παντοδυναμία στην τονική ισχύ…»




Ο Μαραί άφησε σημαντικό έργο με σουίτες για βιόλα 

Το δεύτερο διήγημα μας ταξιδεύει πάνω από 2000 χρόνια πίσω, μας γυρίζει στην Αθήνα του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη όταν «ένας νεαρός Μακεδόνας (ο Αριστοτέλης) αποβιβάζεται στο λιμάνι του Πειραιά».
Για το νεαρό Μακεδόνα, τον Αριστοτέλη, η ιστορία, που πάει αρχικά στη σχολή του Πλάτωνα. Είναι έφηβος και η φωνή του βαθιά και βραχνή. Ο συγγραφέας κάνει αναφορά στο «Των περί τα ζώα ιστοριών» του Αριστοτελη, όπου ο Έλληνας φιλόσοφος αναλύει τι γίνεται στην εφηβεία:

«Την ίδια περίοδο η φωνή των αγοριών αρχίζει να αλλάζει και να γίνεται πιο τραχιά και ανομοιογενής, χωρίς να είναι ούτε οξύφωνη μα ούτε και βαθύφωνη. Θυμίζει τα όργανα μουσικής των οποίων οι χορδές είναι ακούρδιστες και τραχείς. Αυτό το ονομάζουν τραγίζειν….»

«Ό καλούσι τραγίζειν», έγραφε ο Αριστοτέλης.
«αυτό το ονομάζουν βέλασμα του τράγου», μεταφράζει ο συγγραφέας. Και μας μεταφέρει στην τραγωδία, κάνει ετυμολογική ανάλυση της λέξης που θα πει τραγούδι του τράγου, τραγίζειν, λοιπόν, θα πει βρομάω τραγίλα και αλλάζω φωνή / τραγουδάω σαν τράγος.
Κι από κεί, μας πάει στο θέατρο, που είναι ο «τόπος απ΄όπου κοιτάζουμε», τόπος του βλέμματος, όπως ήταν η τελετή της ωδής του τράγου, δηλαδή της τραγωδίας, και ήταν η μετάβαση από το μύθο στο λόγο, όπως η αλλαγή που συμβαίνει στη φωνή του παιδιού που γίνεται άντρας.

Η τρίτη ιστορία, «Το τελευταίο μάθημα μουσικής του Τσενγκ Λιέν», είναι για μένα η πιο όμορφη ιστορία,  και για τον τρόπο γραφής, αλλά και ως μάθημα μουσικής κι ευαισθησίας. Μας ταξιδεύει στην Κίνα την εποχή των Ανοίξεων και των Φθινοπώρων (722-481 π.Χ.), τότε που έζησε ο Τσενγκ Λιέν, ο δάσκαλος του πιο μεγάλου μουσικού του κόσμου, του Πο Για. Ο τελευταίος, ήδη μελετητής του λαούτου και της τρίχορδης κιθάρας, πήγε στο διάσημο δάσκαλο να πάρει μαθήματα.

 «Ακούστε αυτό τον ήχο!»

είπε ο δάσκαλος στο μαθητή, πήρε το 700 χρόνων λαούτο, και κραδαίνοντάς το πάνω από το κεφάλι του, το συνέθλιψε πατώντας το στο χώμα. Και είπε:

«Αυτός είναι ο ήχος του λαούτου!»

Ο Πο Για υποκλίθηκε και χαιρέτησε τρεις φορές.
Πήρε και την τρίχορδη κιθάρα του Πο Για, και πάλι του είπε:

«Ακούστε αυτό τον ήχο!»

Την έριξε κάτω, πήδηξε πάνω της ποδοπατώντας την για πολλή ώρα. Ο μαθητής ξέσπασε σε κλάματα. Και είπε ο δάσκαλος:

«Τώρα βάλτε λοιπόν λίγο απ’ αυτό το συναίσθημα στον τρόπο που παίζετε τη μουσική σας!»


Κι άρχισε η περιπέτεια του Πο Για στον κόσμο μέχρι να καταφέρει να βάζει το συναίσθημα στον τρόπο που έπαιζε τη μουσική του. Κι έγινε ο μεγαλύτερος μουσικός του κόσμου…



Η "Αλκυώνη", είναι η πιο γνωστή από τις 4 όπερες του Μαραί

Παρασκευή 14 Αυγούστου 2015

Ανταίος Χρυσοστομίδης. Εις μνήμην!






Έφυγε πολύ νωρίς. Η Biblionet δεν πρόλαβε να ενημερώσει τα αρχεία της. Οι εφημερίδες θα γράψουν, η τηλεόραση ίσως δείξει. Νιώθω την ανάγκη ν' αφιερώσω την ανάρτηση στη μνήμη του. Και να προτρέψω ν' αναζητηθεί το έργο του. Άρθρα, κυρίως για τη λογοτεχνία, στην Αυγή, βιβλία, μεταφράσεις. Και κυρίως, αυτή η σπουδαία δουλειά που έκανε μαζί με την Μικέλα Χαρτουλάρη, τις Κεραίες της εποχής μου. Μας γνώρισε με συγγραφείς απ' όλο τον κόσμο, μόλις προχθές η ΕΡΤ2 είχε σ' επανάληψη τη συνάντηση με το Σουηδό συγγραφέα Μάνκελ. Χάρη στην εκπομπή του "είδα" από κοντά τον Μωρίς Ατιά, το Γιασμίνα Χάντρα, τον Βλαντιμίρ Μακάνιν, τον Τζον Μπάνβιλ, τον Τζον λε Καρέ και τόσους τόσους άλλους, που κανείς μπορεί να διαβάσει και στο ομώνυμο δίτομο έργο που κυκλοφόρησε από τον Καστανιώτη. Και μέσα από τις μεταφράσεις του γνωρίσαμε τον Ίταλο Καλβίνο και τον Αντόνιο Ταμπούκι, με τον οποίο ήταν επιστήθιοι φίλοι.

Θα θυμάμαι τις βιβλιοπροτάσεις του στην Αυγή. Και τις αναλύσεις του και τα καυστικά του άρθρα για την πολιτική κατάσταση και την πολιτική των κομμάτων (και της αριστεράς). Δεν ξέρω αν μπόρεσε να δει τα χάλια μας. Ίσως να γλύτωσε από τη ζοφερή εικόνα του φετινού καλοκαιριού.

Καλό σου ταξίδι...

Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

Έναν ουρανό με δυό φεγγάρια...





Όταν αποτυχία συνθλίβει αισθήματά μας
κι οι άλλες κι οι προάλλες είν' πολλές
για να οδεύει άνετα η σάρκα μέσα από τόσες αναποδιές
δεν αρκούν οι επιθυμιές της να πάψουν να εξεικονίζονται
πρέπει κι εμείς να φύγουμε, να βρούμε το θάρρος κάποιας φυγής

  


Κάθε πρωί ρωτώ τι το δικό μου θα πεθάνει σήμερα
και όσο προχωρεί η ώρα αυξάνουν οι ανησυχίες μου.
Αν τα περασμένα χρόνια αντιμετωπίζοντο με την τωρινή μου γνώση
άν το πέρσι αρχίναγε αύριο
δε θα φοβόμουν τόσο μην μετατραπούν οι ευχές μου σε ανάμνηση.



Επανάσταση
.............................
Θα 'θελα να φτιάξω έναν ουρανό
Να ΄χω τώρα που νύχτωσε ένα στερέωμα να κοιτάζω
Θα το ΄καμνα μεγάλο, γιομάτο άστρα με σχήματα παράξενα
Θα του ΄βαζα αντίς από ΄να, δυό φεγγάρια ανόμοια
Το ΄να μικρό σαν παιδί, τα’ άλλο μεγάλο σαν παράπονο.
Δε θα πήγαιναν τα δυό πάντα μαζί
Το πρώτο θα πλάγιαζε κοντά στο βορρά
Και το μεγάλο θα ΄ρχότανε απάνου απ’ το ρολόι μου να σημάνει
            μεσάνυχτα.
Την εποχή όπου θα πήγαιναν πλάι πλάι
σα δυό μάτια γλαυκά – της τύφλας τα μάτια
θα βλέπαν όσα ο φόβος έχει φτιάξει
θα βλέπαν ριγμένα κοντά μου
λόγια – της μέρας τα λόγια
και θα με κυνηγούσαν τα φεγγάρια
και το φέγγος τους θα με κάρφωνε
και το ένα σιωπηλά θα μίλαγε γλώσσα μετάνοιας
και το άλλο με πάθος θα ΄τρεχε μεσ’ στο στερέωμα
πάνου σε καινούργιες τροχιές
έτσι που του διφέγγαρου ουρανού
η νεόβγαλτη τάξη να μοιάζει σαν τρέλα
και λιβανισμένα από την αρμονία τους θ’ ανεβοκατέβαιναν τα βλέφαρά μου.
………………………………….
Όταν ξυπνώ – ξυπνώ από κούραση
ορθάνοιχτο το μάτι ακόμα με κοιτάζει
παίζοντας με τα χρώματα που το βάψαν οι τόσες του αγάπες
παίζοντας με τα χρώματα που ξεδιπλώνουν τις πτυχές των άλλων ματιών
τ’ αγαπητά τα μάτια ξένων κορμιών
μάτια που ελπίσανε
και κλεισθήκαν για να μη δουν μα είδαν
μάτια που αγαπήσανε
και τώρα δεν ξέρουν ποιο είναι προτιμότερο
να μείνουν ανοιχτά ή κλειστά.



Τα παραπάνω είναι από τη συλλογή "Οδός Νικήτα Ράντου", του Νικόλα Κάλας, εκδ. Ίκαρος, 1997. Γράφει το 1976, στην εισαγωγή της 1ης έκδοσης, ο Οδυσσέας Ελύτης για τον Έλληνα "που δεν έκανε παρά ν' αντιγράφει με καθυστέρηση τη Δύση":

"Ποια Δύση; Ένας υπερεαλιστής έχει μουντζώσει αναδρομικά κι εξακολουθεί να μουντζώνει διά βίου τη Δύση κι ολόκληρο τον πολιτισμό της. Είναι κάτι αυτό, είναι μια χειρονομία, παρ' όλα όσα κι αν λένε, θετική. Ένα στοιχείο υγείας που όσο λογότεροι το καταλαβαίνουν τόσο εκείνο αναπτύσσεται, και τείνει να γίνει ένα με τη φωνή που ξέρει να κηρύττει και στις παραμονές του θανάτου και πάνω από τις καταιγίδες".

Στην ποίηση καθένας βρίσκει αυτό που τον εκφράζει εκείνη τη στιγμή της ανάγνωσης και καθένας δίνει τις δικές του ερμηνείες. Έτσι κι εδώ.

Την ιδέα για τη σημερινή αφιέρωση στον Κάλας (παρότι τον έχω διαβάσει και ξαναδιαβάσει, αφού άλλωστε, όπως ο ίδιος έχει πει, γράφει για να ξαναδιαβαστεί) την οφείλω στο Μάνο Στεφανίδη, που στη σημερινή ανάρτηση του ιστολογίου του δημοσιεύει το τελευταίο ποίημα της ίδιας συλλογής. Και πάλι επιβεβαιώνεται ότι στην ποίηση καθένας βρίσκει αυτό που τον εκφράζει και καθένας δίνει τις δικές του ερμηνείες. Η αλήθεια είναι ότι τα ποιήματα του Κάλας εκφράζουν αυτή την αγωνία και των σημερινών καιρών, αυτή τη ματαίωση, αυτή τη θλίψη που μας έφερε το καλοκαίρι του 2015 και που δεν ξέρουμε αν πρέπει ή αν μπορούμε να βρούμε το θάρρος κάποιας φυγής προς τα μπρος, σ' έναν ουρανό με δυο φεγγάρια, όπου δε θα φοβόμασταν μη μετατραπούν οι ευχές μας σε ανάμνηση...

Τετάρτη 15 Ιουλίου 2015

Και να, τι θέλω τώρα να σας πω






Και να, τι θέλω τώρα να σας πω
Μες στις Ινδίες μέσα στην πόλη της Καλκούτας,
φράξαν το δρόμο σ' έναν άνθρωπο.
Αλυσοδέσαν έναν άνθρωπο κει που εβάδιζε.
Να το λοιπόν γιατί δεν καταδέχουμαι
να υψώσω το κεφάλι στ' αστροφώτιστα διαστήματα.
Θα πείτε, τ' άστρα είναι μακριά
κι η γη μας τόση δα μικρή.
Ε, το λοιπόν, ο,τι και να είναι τ' άστρα,
εγώ τη γλώσσα μου τους βγάζω.
Για μένα, το λοιπόν, το πιο εκπληκτικό,
πιο επιβλητικό, πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο,
είναι ένας άνθρωπος που τον μποδίζουν να βαδίζει.
Είναι ένας άνθρωπος που τον αλυσοδένουνε .


(Το ποίημα "Μικρόκοσμος" του Ναζίμ Χικμέτ, σε απόδοση Γιάννη Ρίτσου και μουσική Θάνου Μικρούτσικου. Τραγουδά η Μαρία Δημητριάδη)

Τρίτη 14 Ιουλίου 2015

Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει...





Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει. Όμως εγώΔεν παραδέχτηκα την ήττα. Έβλεπα τώραΠόσα κρυμμένα τιμαλφή έπρεπε να σώσωΠόσες φωλιές νερού να συντηρήσω μέσα στις φλόγες.
Μιλάτε, δείχνετε πληγές αλλόφρονες στους δρόμουςΤον πανικό που στραγγαλίζει την καρδιά σας σα σημαίαΚαρφώσατε σ’ εξώστες, με σπουδή φορτώσατε το εμπόρευμαΗ πρόγνωσίς σας ασφαλής: Θα πέσει η πόλις.
Εκεί, προσεχτικά, σε μια γωνιά, μαζεύω με τάξη,
Φράζω με σύνεση το τελευταίο μου φυλάκιοΚρεμώ κομμένα χέρια στους τοίχους, στολίζωΜε τα κομμένα κρανία τα παράθυρα, πλέκωΜε κομμένα μαλλιά το δίχτυ μου και περιμένω.
Όρθιος, και μόνος σαν και πρώτα περιμένω.
(Το ποίημα "Κι ήθελε ακόμη..." του Μανόλη Αναγνωστάκη)
Και η Γαλλική Επανάσταση γιορτάζεται σήμερα! Μα ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει... 

Κυριακή 12 Ιουλίου 2015

Ηττηθήκαμε λοιπόν;


«... έχουμε φτάσει στο σημείο να μη θεωρούμε σοφούς παρά τους μισθοφόρους της σοφίας. Είναι σαν να βλέπουμε την παρθένο Παλλάδα, που κατοικεί ανάμεσα στους ανθρώπους χάρη στη γενναιοδωρία των θεών, να τη διώχνουν, να τη γιουχάρουν, να τη σφυρίζουν, και κανείς να μη δείχνει αγάπη κι ενδιαφέρον γι’ αυτήν, εκτός κι αν εκπορνευτεί και μπορέσει να καταβάλει το γλίσχρο αντίτιμο από τη διακόρευση της παρθενίας της στον κορβανά του εραστή της...

... Αν λοιπόν ανέλαβα ένα έργο τόσο βαρύ για τους ώμους μου, δεν είναι επειδή αγνοώ την αδυναμία μου. Είναι μάλλον επειδή αναγνωρίζω ότι σε αυτό το είδος του αγώνα, δηλαδή του λόγιου αγώνα, συμβαίνει τούτο το αξιοπερίεργο, ότι μπορεί να υπάρξει όφελος ακόμη και από την ήττα. Συνεπώς, ακόμη και οι πιο αδύναμοι πρέπει να έχουν τη δυνατότητα και το δικαίωμα όχι μόνο να μην αρνούνται να αγωνιστούν, αλλά και να το εύχονται. Διότι αυτός που ηττάται δέχεται από τον νικητή όχι ένα πλήγμα αλλά μια ευεργεσία, και του χρωστά οτι βγαίνει πιο πλούσιος, δηλαδή πιο σοφός και καλύτερα προετοιμασμένος για μελλοντικούς αγώνες...»

Αυτά είπε ο Pico della Mirandola στους αγώνες επιχειρημάτων που πήρε μέρος και όπου ανέπτυξε το λόγο περί της αξιοπρέπειας του ανθρώπου και καταφέρθηκε ενάντια σ’ εκείνους που «από τη στιγμή που ολόκληρη η ζωή τους είναι επικεντρωμένη στο κέρδος και τη φιλοδοξία, είναι ανίκανοι να αγκαλιάσουν τη γνώση της αλήθειας».

Αν μεταφέρω τα παραπάνω στο σήμερα, αναρωτιέμαι με πολλή πίκρα αν αρκούν για να νιώσω καλύτερα...

Και ας μην μιλήσω για την Ευρώπη και για την ευρωπαϊκή ιδέα. Δεν υπάρχει αυτή, και δεν υπάρχει όχι απλά γιατί κάποιες χώρες εκφράζονται έτσι άσχημα για την Ελλάδα και γιατί η Ευρώπη δεν θα μπορούσε να υπάρχει χωρίς την Ελλάδα (αυτά τελικά μου ακούγονται λόγια, μόνο λόγια), αλλά γιατί είναι πολλοί αυτοί που ενεργούν σαν να είναι ολόκληρη η ζωή στην Ευρώπη επικεντρωμένη στο κέρδος και στη φιλοδοξία και είναι ανίκανοι να αγκαλιάσουν τη γνώση της αλήθειας και την αλήθεια της γνώσης!

Ηττηθήκαμε λοιπόν;

Δευτέρα 6 Ιουλίου 2015

Το "παιχνίδι" δεν τελείωσε για την πρώτη φορά Αριστερά με τα "εννιά χιλιάδες περιστέρια" της!

"Μακριά απ' τα μεγάλα γενικά θέματα, σκύψτε σε κείνα που σας προσφέρει η καθημερινότητα. Ιστορήστε τις θλίψεις και τους πόνους σας, τους φευγαλέους στοχασμούς σας, την πίστη σας σε κάποιαν ομορφιά - ιστορήστε τα όλα τούτα με βαθιά, γαλήνια, ταπεινή ειλικρίνεια, και μεταχειριστείτε, για να εκφραστείτε, τα πράματα που σας περιτρυγυρίζουν, τις εικόνες των ονείρων σας και τις πηγές των αναμνήσεών σας. Αν ίσως η καθημερινότητά σας σας φαίνεται φτωχή, μην την καταφρονήσετε. Καταφρονήστε τον ίδιο τον εαυτό σας, που δεν είναι αρκετά ποιητής και δεν μπορεί να καλέσει κοντά του του τα πλούτη της....

Φανείτε καλός σε κείνους που μένουν πίσω - σίγουρος για τον εαυτό σας και γαλήνιος απέναντί τους. Μην τους τυραννάτε με τις αμφιβολίες σας, μην τους τρομάζετε με τους φανατισμούς και τους ενθουσιασμούς σας: δε θα μπορούσαν να τους καταλάβουν. Προσπαθήστε να επικοινωνήσετε μαζί τους γύρω σε κάτι πιστό κι απλό· η επικοινωνία τούτη δε θ' αλλάζει, υποχρεωτικά, κάθε που σεις θα μεταμορφωνόσαστε. Αγαπήστε, στο πρόσωπό τους, τη ζωή σε μια μορφή που σας είναι ξένη. Φανείτε επιεικής στους γερασμένους ανθρώπους που τους τρομάζει η μοναξιά..."


Η επόμενη μέρα από το δημοψήφισμα στην Ελλάδα και την εκπληκτική υπεροχή του Όχι στις εκβιαστικές επιταγές των δανειστών μας. Δεν πανηγυρίζω ρεβανσιστικά. Δεν επικαλούμαι τις λογής κακίες και μεγαλοστομίες που διάβασα και άκουσα αυτές τις μέρες! Δεν συμμερίζομαι τις λογής άκαιρες κουβέντες και μεγαλοστομίες που μπορεί να ακούγονται από κάποιους συνοδοιπόρους. Όμως μια κουβέντα με πείσμωσε περισσότερο τις προηγούμενες μέρες, ήταν αυτή του κυρίου Tusk: "The game is over"!!! Νομίζω αυτή η κουβέντα πείσμωσε όλους μας. Κι άλλη μια από τους συμπατριώτες μου: η ειρωνική αναφορά στην "πρώτη φορά Αριστερά", λες και η 200 χρόνια ... άλλη πλευρά τα έκανε όλα τόσο καλά!

Και φυσικά χαίρομαι πάρα πολύ για το χθεσινό αποτέλεσμα, ο τίτλος της προηγούμενης ανάρτησής μου "Ναι στην Ελλάδα, ναι στην Ευρώπη, ναι στο Όχι" νομίζω εκφράζει τελικά αυτό που όλοι θέλουμε. Και θέλω να πιστεύω ότι αυτό που θα κάνει τώρα η Κυβέρνηση είναι να προσπαθήσει, όσο περνάει από το δικό της χέρι, να μη συνεχιστεί αυτή η πόλωση, ότι θα προσπαθήσει να προβάλει και ν' αξιοποιεί τα καλύτερα σχτελέχη για το καλύτερο αποτέλεσμα (και να σημειώσω: ο Βαρουφάκης κατά τη γνώμη μου είναι από τα καλύτερα στελέχη, είναι καθοριστική η συμβολή του στην αντιμετώπιση της ελληνικής κρίσης, έχει διαρκή παρουσία και έχει κάνει αγώνα σε όλη τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης και δεν συμμερίζομαι αυτούς τους άσχετους και κομπλεξικούς που στέκονταν  στο περιορισμένου βεληνεκούς σαβουάρ βιβρ τους για να τον κρίνουν και να τον αποδομήσουν).

Χρειάζεται να υπάρξει συγκεκιμένο πρόγραμμα σε κάθε τομέα της διακυβέρνησης του τόπου, και αυτό το "πρώτη φορά Αριστερά" που τόσο ειρωνεύονται κάποιοι να γίνει το σύνθημά της. Και να δείξει τι είναι αυτό που τη διαφοροποιεί. Και να κινητοποιήσει κόσμο, να εκμεταλλευτεί αυτή τη μεγάλη αποδοχή που έχει. Δύσκολο; Ίσως. Αλλά, εξαιρετικοί άνθρωποι υπάρχουν παντού, σε όλους τους χώρους - ιδεολογικούς, κομματικούς, ταξικούς - γιατί όχι; Εξάλλου, η ασχετοσύνη, η αλαζονεία, η ιδέα της δήθεν αυτοθυσίας, η αντίληψη της δήθεν ανικανότητας και της δήθεν μικρότερης αριστεροσύνης, η προχειρότητα και η βιασύνη στην εξαγγελία πραγμάτων χωρίς μελέτη, η τοποθέτηση προσώπων με αρνητικό φορτίο στο πολιτικό γίγνεσθαι, στάσεις και πολιτικές που μπορεί να υπάρχουν (δεν ξέρω αν και πότε, όμως μερικές φορές έτσι οσμίζομαι) δεν μπορούν να είναι και οι καλύτεροι σύμμαχοι. Και πιστεύω ότι ο Τσίπρας χρειάζεται να το αντιμετωπίσει αυτό. Δεν τα γράφω από διάθεση γκρίνιας, αγωνία έχω και την εκφράζω φωναχτά. Και τον πολιτισμό βρε παιδιά, λίγο πιο συντετατγμένα και πιο συγκεκριμένα. Πώς; Ας κάτσουν κάτω οι αρμόδιοι υπουργοί και να το δούν Ευτυχώς τουλάχιστον που είναι και παιδείας μαζί. Ο πολιτισμός είναι ζήτημα παιδείας και η παιδεία πρέπει να αποπνέει πολιτισμό. Να μια ευκαιρία που αυτά ανήκουν στο ίδιο Υπουργείο. 

Θέλω να πιστεύω πως τα πράγματα θα πάνε καλά για την πρώτη φορά Αριστερά. Και αυτό ας γίνει σύνθημα, σε πείσμα όσων το ειρωνεύονται. Μακάρι!

"...Όμως αυτό που δε μου το συχωρέσανε ποτές οι στέρφοι οι φθονεροί κ' ανίδεοι
κ' εκείνοι οι δόλιοι φραγκοφτιασιδωμένοι τελειόφοιτοι Σχολών Φιλελλήνων
διπλωματούχοι της Σορβόννης του Καίμπριτζ του Χάρβαρντ
και κόμπαζαν και μου σφεντόνιζαν πέτρες
και λέγαν πως δεν έχω ιδεαν απ' το ξ υ ν ό ν καιτο ε ν ό ν του Ηρακλείτου
και μ' ακοντίζανε οι νωθροί τις κατηγόριες του κομπογιαννίτη και του πολυγράφου
κι από κοντά τους σεγκοντάριζαν γαυγίζοντας τα σκυλιά της Ασφάλειας
όμως εγώ χαμογελούσα κ' έκρυβα κάτω από το κρεββάτι μου τις εννιά μου χιλιάδες περιστέρια
έρριχνα καθαρό ζεστό νερό στην πήλινη λεκάνη
γονάτιζα στο χώμα
κι έπλενα στοργικά τα πόδια των εκτελεσμένων ..."


Το παραπάνω είναι από την ποιητική συλλογή "Αργά πολύ αργά μέσα στη νύχτα" του Γιάννη Ρίτσου, ενώ το απόσπασμα στην αρχή είναι από τα "Γράμματα σ' ένα νέο ποιητή" του Ράινερ Μαρία Ρίλκε (έχω την έκδοση του Ίκαρου 2000, σε μετάφραση Μάριου Πλωρίτη). Νομίζω και τα δύο αποσπάσματα είναι τόσο ταιριαστά. 

Προσοχή στις εννιά χιλιάδες περιστέρια μας...

                            

Τρίτη 30 Ιουνίου 2015

Ναι στην Ελλάδα. Ναι στην Ευρώπη. Ναι στο ΟΧΙ


Ο Θανάσης στη Χώρα της σφαλιάρας. Έλεγε πάντα ΟΧΙ!


Αστείο μου φαίνεται να κομπάζουν κάποιοι πως είναι πιο Ευρωπαίοι από τους άλλους. Έφτασε μάλιστα ένας πρώην υπουργός να ουρλιάζει στην τηλεόραση: "Εγώ θέλω να μείνω Ευρωπαίος. Δεν θέλω να είμαι Βαλκάνιος!" Μα άνθρωπέ μου, είμαστε όλοι Βαλκάνιοι και όλοι Ευρωπαίοι, πώς να το κάνουμε; Θα μπορούσες να πείς "Δε θέλω να είμαι Ασιάτης!". Κι εκεί θυμήθηκα το μύθο για την αρπαγή της Ευρώπης από το Δία, της Ευρώπης που καταγόταν από τη Φοινίκη. Διαβάζω:

Η Ευρώπη ήταν αδελφή του Κάδμου, ιδρυτή της Θήβας και κόρη του Αγήνορα και της Τηλεφάσσας, ηγεμόνων της Φοινίκης.
Όταν μεγάλωσε, μια μέρα πήγε στα λιβάδια, για να παίξει με τις φίλες της και να μαζέψει λουλούδια. Εκεί συνάντησε τον θεό Δία. Εκείνον αμέσως τον χτύπησε ο Έρωτας και για να την πλησιάσει μεταμορφώθηκε σε ήρεμο, εύσωμο και δυνατό ταύρο και πήγε δίπλα της κάνοντας δήθεν ότι βόσκει, σκεπτόμενος με τι τρόπο θα την κατακτούσε. Εκείνη τότε πλησίασε τον ταύρο - Δία και άρχισε να τον χαϊδεύει γοητευμένη από την ωραία κορμοστασιά του και τη μυϊκή του δύναμη. Σε λίγο δε δίστασε και να τον ιππεύσει. Τότε αυτός άρχισε να τρέχει με αστραπιαία ταχύτητα. Η Ευρώπη έκλαιγε, μα δεν μπορούσε να πηδήσει, γιατί φοβόταν μη σκοτωθεί. 
Ο μεταμορφωμένος σε ταύρο θεός διέσχισε τη θάλασσα συνοδευόμενος από Τρίτωνες και Νηρηίδες και έφτασε στην Κρήτη. Όταν αποβιβάστηκε στο νησί, ο ταύρος δεν φαινόταν πια, αλλά ο Δίας πήρε από το χέρι την Ευρώπη και την οδήγησε στο Δικταίον άντρο. Καρπός των ερωτικών ενώσεων του Δία και της Ευρώπης στην Κρήτη ήταν ο Μίνωας, ο Ραδάμανθυς και ο Σαρπηδόνας. 
Αργότερα, όταν ο Δίας εγκατέλειψε την Ευρώπη και πήγε στον Όλυμπο, η Ευρώπη πήρε για δεύτερο σύζυγό της το βασιλιά της Κρήτης Αστερίωνα, που υιοθέτησε και τα παιδιά που είχε αποκτήσει αυτή από το Δία. Μετά το θάνατο του βασιλιά Αστέριου, το θρόνο της Κρήτης πήρε ο μεγαλύτερος από τους θετούς γιους του, ο Μίνωας, ο οποίος έγινε ο πρώτος Έλληνας θαλασσοκράτορας και νομοθέτης...

Η αρπαγή της Ευρώπης, έργο του Fernando Botero που κοσμεί
την είσοδο της Τράπεζας Πειραιώς στην οδό Αμερικής
Μήπως να νιώσω μια κάποια περηφάνεια - ως Κρητικιά - σαν να είμαι απευθείας απόγονος του ανθρωπιστή και σπουδαίου νομοθέτη  Μίνωα και του δίκαιου και σοφού Ραδάμανθυ, άρα και της Ευρώπης που τους γέννησε!

Η αρπαγή της Ευρώπης, έργο των Νίκου και Παντελή Σωτηριάδη  που κοσμεί 
την είσοδο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο

Θυμάμαι πάλι δυο βιβλία που μου άρεσαν τόσο πολύ. Το ένα είναι το "Γεφύρι του Δρίνου" του Ίβο Άντριτς, Ευρώπη, Βαλκάνια, και η Ελλάδα μέσα. Το άλλο είναι ο "Δούναβης" του Κλαούντιο Μάγκρις, Ευρώπη, Κεντρική Ευρώπη, Βαλκάνια, και η Ελλάδα μέσα.

Και τώρα ξεφυλλίζω το "Κέλτες και Έλληνες" του Peter Berresford Ellis, Ευρώπη, Νοτιοανατολική Ευρώπη, Ασία, Ασιατική Γαλατία, Ευρωπαϊκή Γαλατία, Ουαλλία, Ιρλανδία, και η Ελλάδα μέσα.

Αγόρασα σήμερα ένα βιβλίο από τον τίτλο του: "Λόγος περί της αξιοπρέπειας του ανθρώπου", του Pico della Mirandola. Γράφτηκε τον 15ο αιώνα, μέσα στην ιταλική Αναγέννηση. Διαβάζω λίγο από την αρχή:

"Διάβασα, εντιμότατοι πατέρες, στα αρχαία βιβλία των Αράβων ότι ο Σαρακηνός Αμπνταλλάχ, όταν τον ρώτησαν τί τουφαινόταν πιο αξιοθαύμαστο σε τούτη τη μεγάλη οιονεί θεατρική σκηνή του κόσμου, απάντησε ότι δεν μπορείς να δεις τίποτε πιο θαυμαστό από τον άνθρωπο. Τη γνώμη του την επιβεβαιώνει ο Ερμής Τρισμέγιστος με εκείνο το: Ω Ασκληπιέ, είναι μεγάλο θαύμα ο άνθρωπος..."

Και από το τέλος διαβάζω:

"... Θέλησα να τα πω αυτά για να γίνει γνωστό πόσο κόπο κατέβαλα, ποιες δυσκολίες συνάντησα στην προσπάθεια να ελευθερώσω τα νοήματα αυτής της μυστικής φιλοσοφίας από το κουβάρι των γρίφων και τις κρυψώνες των μύθων, και όλα αυτά χωρίς να έχω βοήθεια από τις εργασίες και την προσπάθεια άλλων ερμηνευτών σ' αυτό το τόσο σοβαρό, τόσο σκοτεινό και ανεξερεύνητο ζήτημα. Και όμως, σαν σκύλοι με γάβγισαν λέγοντας ότι το μόνο που έκανα είναι να συγκεντρώσω έναν μεγάλο αριθμό από πομφόλυγες και φληναφήματα για να εντυπωσιάσω, σαν να μην επρόκειτο για ζητήματα εξαιρετικά αμφίσημα και επίμαχα, για τα οποία ξιφουλκούν οι κυριότερες ακαδημίες, και σαν να μην είχα φέρει επιχειρήματα εντελώς άγνωστα και απρόσιτα σ΄αυτούς που συκοφαντούν εμένα, αλλά θεωρούν ότι οι ίδιοι είναι οι ύπατοι των φιλοσόφων...
...
Για να σας γίνουν όλα αυτά σαφή μέσα από τα ίδια τα πράγματα, εντιμότατοι Πατέρες, κι επειδή δεν θέλω η ομιλία μου να καθυστερεί και άλλο το αντικείμενο του πόθου σας (γιατί σας βλέπω που ήδη ακονίζετε τα μαχαίρια σας με ηδονή, έτοιμοι για τη μάχη), ας ευχηθούμε να 'χουμε ευτυχή και γόνιμη έκβαση και, σαν να ηχούσε η σάλπιγγα, ας πάρουμε τα όπλα."




Όπως τους βλέπω ν΄ακονίζουν τα μαχαίρια και τα τσεκούρια, κι όσο δεν ακούω μια φορά να πούνε γι' αυτούς που μας εκβιάζουν εκδικητικά, λέω και πάλι λέω

Ναι στην Ελλάδα. Ναι στην Ευρώπη.

Ναι στο ΟΧΙ

Δύσκολες μέρες για την Ελλάδα και τους ανθρώπους της, εμάς όλους. Αλλά και άσχημες προοπτικές για την Ευρώπη. Κακές στιγμές... Κρίμα.

Καημένε Θου Βου, έτρωγες σφαλιάρες κι έλεγες ΌΧΙ ΟΧΙ ΟΧΙ...

Ναι στο ΟΧΙ λοιπόν...


Παρασκευή 19 Ιουνίου 2015

Αλήθειες που είναι σαν ψέματα: Έλα να πούμε ψέματα, της Μάρως Δούκα





Στο «Ελα να πούμε ψέματα» (Πατάκης, 2014), το τρίτο βιβλίο της τριλογίας της για την Κρήτη και ειδικά για τα Χανιά στον 20ο αιώνα και στην αυγή του 21ου, η Μάρω Δούκα συνομιλεί και πάλι με την Ιστορία, όπως η ίδια συνηθίζει να λέει. Με το πρώτο βιβλίο («Αθώοι και φταίχτες»), μας έφερε πιο κοντά στο Κρητικό ζήτημα και στο πρόβλημα των Τουρκοκρητικών, αλλά και μας γνώρισε τα Χανιά στις αρχές του 20ου αιώνα, με ιστορίες και εικόνες ζηλευτές. Περπατήσαμε στους δρόμους της πόλης, ανηφορίσαμε από του Μπόλαρη προς τη Χαλέπα και προσπαθήσαμε να εντοπίσουμε τα σημεία που περιγράφει. Με το δεύτερο βιβλίο («Το δίκιο είναι ζόρικο πολύ»), μας αποκάλυψε αυτό που δεν γνωρίζαμε ή είχαμε ξεχάσει ή μας το είχαν αποκρύψει, ότι η κατοχή στη Δυτική Κρήτη (όπως και στη Μήλο, ας μην το ξεχνάμε) κράτησε πολύ περισσότερο σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα και ότι οι Γερμανοί στα Χανιά έμειναν αρκετούς μήνες παραπάνω, με τις ευλογίες τόσο των Άγγλων συμμάχων μας, όσο και των ντόπιων φίλων τους («Επαέ θα το κάνομε Ρέθεμνος», διαλαλούσε ο Γύπαρης!), με αναφορές σε συγκεκριμένες πηγές και ανασκαλεύοντας αρχεία (και κάνοντας ιδιαίτερη μνεία στο Ιστορικό Αρχείο Κρήτης).

Στο τρίτο βιβλίο ασχολείται με τον εμφύλιο στην Κρήτη, θέλοντας να διαλύσει το μύθο ότι δεν υπήρξε εμφύλιος στο νησί, που όμως υπήρξε. Και πάλι, ανατρέχοντας στα αρχεία, ξεφυλλίζοντας εφημερίδες, χρησιμοποιώντας πηγές από βιβλία πρωταγωνιστών της εποχής αυτής (Μανούσακας, Κοκοβλήδες, Λιονάκης, Ηλιάκης, Τζομπανάκης και Μπλαζάκης), συνομίλησε με την ιστορία και έφτιαξε ένα μυθιστόρημα, που για μένα είναι ένα από τα καλύτερα που έχω διαβάσει.

Αυτό που με κάνει να το θεωρώ πολύ καλό, δεν είναι (μόνο) το ίδιο το περιεχόμενο, που στο κάτω κάτω για τη συγκεκριμένη περίοδο στην πατρίδα μας έχουν γραφτεί αρκετά (όχι βέβαια για την Κρήτη) και η εποχή έτσι κι αλλιώς μας δημιουργεί αισθήματα τουλάχιστον θλίψης (εμφύλιος πόλεμος, εμφύλιος σπαραγμός, μετεμφυλιακή Ελλάδα, σημερινή Ελλάδα, πολλή θλίψη, συχνά ματαιότητα, και πάλι ελπίδα και προσμονή...). Όμως, αυτό το μυθιστόρημα έχει σφιχτή, στιβαρή γραφή κι έχει ιδιαίτερο στυλ γραφής, έχει έναν τρόπο να μη θέλεις να σταματήσεις την ανάγνωση κι ας είναι περασμένη ώρα και να μη θέλεις να τελειώνει το βιβλίο, να μην τελειώνουν οι ιστορίες, να θέλεις να δεις τι θα γίνει παρακάτω με την Ελεονώρα, με την Αναστασία, με τον αντάρτη το Μανώλη, με την Αριστέα, με τον Μπακούνιν... Ναι, με τον Μπακούνιν, «παίζει» και ο Μπακούνιν στα «ψέματα».

Αλλά, ας ξεκινήσουμε από την αρχή, από τον τίτλο. Πώς γίνεται, λέει ένας ήρωας της Δούκα, «μετά από τόσες διώξεις και κατατρεγμούς να επιμένεις, πώς γίνεται να χώνεσαι στα παραμύθια, έλα να πούμε ψέματα, γράφει και ξαναγράφει...». Γι' αυτό κι εκείνη δανείστηκε τον τίτλο από ένα πρωταπριλιάτικο τραγουδάκι, για να πει αλήθειες που είναι σαν ψέματα...

Έλα να πούμε ψέματα
ένα σακί γιομάτο,
φόρτωσα έναν μπόντικα
σαράντα κολοκύθια
κι απάνω στα καπούλια του
ένα σακί ρεβύθια.

Είναι ένα μυθιστόρημα που πλέκεται μέσα από πολλές διαφορετικές ιστορίες, εγκιβωτισμένες όπως τις αποκαλεί η ίδια, μέσα από τις ταυτόχρονες ιστορίες διαφορετικών προσώπων, που άλλα είναι καινούρια και άλλα έρχονται από τα παλιά. Είναι ήρωες από τα προηγούμενα βιβλία της τριλογίας. Ένιωθε γι’ αυτούς ειδικά, όπως είπε η ίδια η συγγραφέας στο Αετοπούλειο Χαλανδρίου πρόσφατα, ότι τους χρώσταγε μια συνέχεια, ότι χρώσταγε να συμπληρώσει το κενό για την τύχη τους, λες και ήταν υπαρκτά πρόσωπα. (Μα μήπως και δεν είναι, κατά μία έννοια;)

Είναι οι ιστορίες της Ελεονώρας και του Πανάρη, των δίδυμων παιδιών του Κριαρά, που έρχονται από το πρώτο κι όλας βιβλίο και οι ιστορίες του Ιδομενέα και της Αναστασίας. Και μέσα από αυτούς, οι ιστορίες του νεαρού αντάρτη του Δημοκρατικού στρατού στον εμφύλιο στα Χανιά Μανώλη Αποστολάκη πατέρα του Ιδομενέα και συζύγου της Αναστασίας, η ιστορία του Δαμιανού και της Αριστέας από διήγημα που βρίσκει η Ελεονώρα στα σημειώματα της μάνας της (βασικής ηρωίδας του πρώτου βιβλίου) και η ιστορία του Μπακούνιν που διηγείται ο Πανάρης ανατρέχοντας στις μνήμες από τα δικά του νιάτα.

Πώς μπλέκουν αλήθεια όλες αυτές οι ιστορίες; Οι ιστορίες των σημερινών ανθρώπων με τα προβλήματα μέσα στην κρίση, και οι ιστορίες των ανθρώπων στον εμφύλιο με τις ιστορίες από την περιπλανήσεις του Μπακούνιν στην Ευρώπη πριν από 100 ακριβώς χρόνια (1848-1948);

Κι όμως τις συνδέει, βάζοντας τους νέους ήρωες να σκέφτονται

«για τα κολοβωμένα οράματα του σήμερα και για τα αλώβητα οράματα του τότε»

ή αλλού να εξοργίζονται

«...και ποιος σας είπε ρε μαλάκες ότι δεν ανήκει και σε μένα η ευρωπαϊκή πολιτιστική κληρονομιά, ποιος σας είπε ότι δεν δικαιούμαι να είμαι και να αισθάνομαι κι εγώ Ευρωπαίος;»

Οι ιστορίες μπλέκουν και συναντώνται είτε μέσα από τη συγγενική σχέση που δίνει στους ήρωες η συγγραφέας ή μέσα από την αντιστοίχιση των καταστάσεων – η Ευρώπη, ένα καμίνι που βράζει στα μέσα του 19ου αιώνα, πασχίζει να βρεί το βηματισμό της, να αρθρώσει το λόγο της, κάνει τις επαναστάσεις της, και η Ελλάδα, εκατό χρόνια μετά, τι έκανε, τί έψαχνε; Αυτό το ερώτημα βγαίνει στον αναγνώστη, σε μένα τουλάχιστον γεννιούνται τόσα ερωτήματα διαβάζοντας τις σκέψεις και τις πράξεις των ηρώων της εποχής εκείνης.

Η Βαγγελιώ Κλάδου, η αγωνίστρια δασκάλα από τ' Ανώγεια, από τις ηρωίδες σε μια από τις ιστορίες του βιβλίου. Την σκότωσαν στις 6 Δεκεμβρίου 1949 και την κρέμασαν στη γέφυρα του Κλαδισού! Ήταν 30 χρονών. Και δεν ήταν ψέματα!
Πολλά τα σημεία στα οποία θα μπορούσαμε να σταθώ.

Η πλοκή, όπως και στο προηγούμενο βιβλίο, είναι σύνθετη, με πολλά στοιχεία, πολλά πρόσωπα, πολλές λεπτομέρειες. Η συγγραφέας έχει ανατρέξει σε αρχεία, στον τύπο της εποχής, στην ευρωπαϊκή ιστορία των κινημάτων του 19ου αιώνα. Χρησιμοποιεί πολλά πραγματικά πρόσωπα πλάι σε επινοημένα και μας μεταφέρει το κλίμα της κάθε εποχής που αφηγείται με αλήθεια, με σεβασμό και με ειλικρίνεια. Και με άποψη. Και με θάρρος για την άποψή της. Διαβάζουμε πολλά γνωστά ονόματα, Μανούσακας, Τσιτήλος, Βλαντάς, Χατζηγρηγόρης, Κλάδου κτλ. κτλ. Δείχνει σαν να θέλει ν’ αποκαλύψει αυτά που η Αριστερά δεν θέλησε. Και γιατί όχι, δεν θάπρεπε;

Η γραφή ιδιαίτερη, σφιχτή, μεγάλες περίοδοι, δεν θα τις έλεγα απλές προτάσεις, λες και φτάνει κάθε κομμάτι μέχρι το λαχάνιασμα, για να μην αφήνει τον αναγνώστη σε ησυχία, να μην τον αφήνει να διαβάζει στο δικό του ρυθμό τις ιστορίες. Σε παρασύρει η συγγραφέας στο στυλ ανάγνωσης που θέλει, μάλλον σου υποβάλλει στυλ ανάγνωσης, δεν μπορείς να σταματάς στη μέση το κομμάτι της ιστορίας που κάθε φορά αφηγείται. Άκουσα να παρομοιάζουν τη γραφή της σε αυτό το βιβλίο με το στυλ του Μάρκες. Εμένα πάλι, αυτή η τριλογία μ’ έφερε στην τριλογία του Μπροχ, στους Υπνοβάτες του. Μα μήπως και η Δούκα για υπνοβάτες δεν κάνει λόγο; Μήπως ο Φούμης και ο Κριαράς και ο Στέφανος Σκαράκης και ο Μανούσακας και ο Τσιτήλος και ο Χατζηγρηγόρης και ο Μανώλης και τόσοι άλλοι που περνούν από τις αράδες των βιβλίων, πραγματικοί ή επινοημένοι χαρακτήρες, δεν ήταν υπνοβάτες στο μύθο της Κρήτης του 20ου αιώνα;  

Ο Γιάννης Μανούσακας (1907-1995) (Πηγή φωτογραφίας εδώ: http://topaliorethemnos.blogspot.gr/2011/05/blog-post_23.html)
Από τους κεντρικούς ήρωες του βιβλίου στην ιστορία για τον εμφύλιο στην Κρήτη, ήταν και ο Γιάννης Μανούσακας(1907-1995), εμβληματική φιγούρα, καπετάνιος του Δημοκρατικού Στρατού. Στο «Φυγόδικο», που ξεκίνησα να διαβάζω με αφορμή το βιβλίο της Μάρως Δούκα, περιγράφει τη ζωή του μετά την ήττα στη Σαμαριά και μέχρι την επιβολή της δικτατορίας του ’67. 


Και σε αυτό το βιβλίο δε λείπουν οι ομορφιές της Κρήτης, η μυρωδιά της μαλωτήρας και η γλύκα της δεσπολιάς


Παρασκευή 5 Ιουνίου 2015

Πεδία μάχης αφύλακτα, του Άρη Μαραγκόπουλου




Είχα εδώ και μήνες την εκκρεμότητα να γράψω κάτι για το τελευταίο βιβλίο του Άρη Μαραγκόπουλου "Πεδία μάχης αφύλακτα" (Τόπος, 2014), το οποίο, όταν το διάβασα, πριν ένα χρόνο μόλις κυκλοφόρησε, μου είχε αφήσει μια πολύ καλή εντύπωση, μια εντύπωση ότι είναι ένα βιβλίο που πρέπει να διαβαστεί. Μερικές φορές, ο συγγραφέας γίνεται σκληρός, γίνεται αυστηρός, δείχνει να βλέπει μόνο αρνητικές πλευρές στα πράγματα που συζητά, έτσι ώστε να θέλεις να του πεις «ε όχι και τόσο πια». Κι όμως, στην καμιά φορά υπερβολή του στις διαπιστώσεις που κάνει, καταθέτει αλήθειες που ... μπορεί να μας καίνε, αλλά είναι αλήθειες. Και είναι αλήθειες που τις είχε καταθέσει πριν από 10 και 15 χρόνια! Και το πολύ σημαντικό είναι ότι δείχνει έναν άνθρωπο που έχει μελετήσει βαθειά αυτά που συζητά, οπωσδήποτε έναν αναγνώστη που διαβάζει και παρακολουθεί τι γίνεται στον κόσμο (φυσικά, ο Α.Μ. δεν είναι μόνο ένας απλός αναγνώστης, είναι γνωστές οι διαδρομές και οι παρεμβάσεις του στα εκδοτικά, συγγραφικά και κοινωνικά πράγματα, τονίζω όμως και την ιδιότητα του αναγνώστη, γιατί δίνω ιδιαίτερη σημασία όταν κάποιος θέλει να παρεμβαίνει δημόσια).

Το βιβλίο του είναι ένα εγχειρίδιο σπουδών επικοινωνίας και πολιτισμού, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη βιβλιογραφική καταγραφή. Δεν είμαι ειδικός στα δύο αυτά πεδία, έχω όμως γνώση γύρω από τα ζητήματα πληροφορίας και βιβλιοθηκών που άπτονται σε κάποια σημεία αυτών των πεδίων και που αναφέρονται και στο βιβλίο του Μαραγκόπουλου.

Αλλά τι είναι αυτό το βιβλίο; Όπως λέει στον υπότιτλο, είναι «θέσεις για την κουλτούρα και τον πολιτισμό». Χωρίζεται σε τρία μέρη με τους παρακάτω τίτλους, που είναι ενδιεκτικοί του περιεχομένου τους :1) 1998-2014: Χρονικό μιας εν προόδω παρακμής 2) Το μέλλον, τώρα 3) Οι διανοούμενοι ως μικρή χώρα.

Τώρα που διαβάζουμε ή ξαναδιαβάζουμε αυτά τα κείμενα, με την απόσταση του χρόνου και με τις συνθήκες τις οποίες βιώνουμε, μπορούμε να ερμηνεύουμε καλύτερα συμπεριφορές και πολιτικές που αναδείχτηκαν και μας οδήγησαν στη σημερινή «βάρβαρη εποχή» όπως την ονομάζει ο ίδιος, αλλά νομίζω και να οδηγηθούμε σε έναν αναστοχασμό και μια αυτογνωσία ο καθένας μας για τη στάση μας στα πράγματα.

Το 1998 έγραφε για τον «εθισμό στον φόβο», που γεννήθηκε στην περίοδο της Κατοχής, οξύνθηκε στον εμφύλιο και διογκώθηκε στη δεκαετία του ’50, που επιμαρτυρεί την υποβάθμιση της συλλογικής (εθνικής) παιδείας και που πλέον η μηχανή του φόβου «έχει αλώσει ολοκληρωτικά συνειδήσεις και κατευθύνει συλλογικές συμπεριφορές». Κι έτσι, λέει, δημιουργείται η «φοβισμένη χώρα»,  που αποστρέφεται «κάθε διαφορετική γνώση που μπορεί να διευρύνει την ελευθερία της». Σαν παραδείγματα φέρνει π.χ. τη λογοτεχνία και τους ξένους πρόσφυγες.

Ο εθισμός είναι έννοια που τη χρησιμοποιεί συχνά, εθιζόμαστε, γράφει, «πιο πολύ στο γυαλιστερό εφήμερο, κάθε ημέρα γινόμαστε οι ίδιοι πιο εφήμεροι». Ενώ πιο πρόσφατα (το 2008) έγραφε ότι, όντας πνιγμένοι στο ρεπορτάζ και στη δημοσιογραφική αληθοφάνεια, χάνουμε από τα μάτια μας την Επιθυμία. «Την Επιθυμία για την Ουτοπία ενός άλλου κόσμου. Την επιθυμία γενικώς. Συνηθίζει κανείς στην ασχήμια ίοπως συνηθίζει στην οικολογική καταστροφή, όπως συνηθίζει στην πολιτική διαφθορά, όπως ένα κουρασμένο ζευγάρι συνηθίζειο να απέχει από τον έρωτα...». (Μου θυμίζει εδώ ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο ενός αμερικάνου δημοσιογράφου που έγραφε ότι χρησιμοποιώντας πια τα παιδιά το Ίντερνετ για τις σχολικές τους εργασίες αντί να χρησιμοποιούν τις έντυπες εγκυκλοπαίδειες, βρίσκουν τα πάντα και γρήγορα, δεν μένει τίποτα που δεν μπορούν να βρουν άμεσα και μένει μόνο ως έλλειμμα η περιέργεια και η επιθυμία να ψάξουν κι άλλο, κάποια άλλη φορά, κάπου αλλού.).

Αν και «μια φρικτά φοβισμένη κοινωνία, μια εν τέλει αδύναμη να αντισταθεί σε οτιδήποτε κοινωνία» ίσως σε ένα βαθμό να μην ισχύει τώρα, όμως, ίσως θα έπρεπε νωρίτερα να έχουμε δεί αυτό που έγραφε στην Αυγή το 1999: «Ας γίνουμε όλοι καθηγητές του μέλλοντός μας!». Για να μην ισχύει αυτό που λίγο μετά έγραφε: «Συναινώ, άρα υπάρχω»!!!

Είναι ενδιαφέρουσα η διαπίστωση για το περιττό και το άχρηστο που ο κόσμος της παγκοσμιοποίησης θέλει να προσδώσει στον άνθρωπο σήμερα, που θέλει να τον κάνει έναν άνθρωπο χωρίς ιδιότητες, χωρίς δημιουργικό στοχασμό («όταν ξεπερνάει τα όρια της αναγκαίας τεχνογνωσίας για τη διαχείριση των πληροφοριών»), όπου είναι περιττός ο ελεύθερος χρόνος (συμπληρώνω εγώ: πάρτε τη λειτουργία των καταστημάτων και τις Κυριακές, πάρτε τα ωράρια στις μεγάλες εταιρείες, πάρτε τη φιλολογία για τους άχρηστους υπαλλήλους), είναι περιττός ο έρωτας («όταν δεν αναπαράγει την εικόνα του ζευγαριού των διαφημίσεων»), όπου χάνεται ο ορίζοντας των δικαιωμάτων και των ελάχιστων αναγκών (δείτε τι γίνεται αυτό τον καιρό με τις απαιτήσεις των «δανειστών» μας) κτλ. (να παραπέμψω με την ευκαιρία στον «άνθρωπο χωρίς ιδιότητες» του Μούζιλ, αλλά και στο «η χρησιμότητα τουάχρηστου» του Nuccio Ordine που κυκλοφόρησε το 2013 στα ελληνικά και έχει ενδιαφέρον).


Ο Angelos Novus του Paul Klee συμβόλιζε για τον Βάλτερ Μπένγιαμιν τον Άγγελο της Ιστορίας του Μεσοπολέμου, για τον Άρη Μαραγκόπουλο συμβολίζει το ίδιο παραστατικά και την ψηφιακή εποχή
Κάνει συχνά λόγο για την τηλεόραση και τα άλλα μέσα επικοινωνίας και για το ρόλο τους στη διαμόρφωση χαρακτήρων,  συμπεριφορών, στάσεων ζωής και αξιών. Και για την πολιτιστική πολιτική που χρειάζεται ως αντίβαρο στο μεγαλαδελφισμό και στον ωχαδερφισμό. Και για την κυρίαρχη ελληνική κουλτούρα που χαρακτηρίζεται από τον παρεμβατικό ρόλο της Εκκλησίας, τις πελατειακές σχέσεις στην πολιτική, την υποκατάσταση της αξιοκρατίας με κριτήρια μικροπολιτικά, τις εθνικιστικές εξάρσεις, τον ελληνοκεντρισμό ως αξιακό κριτήριο, τις μικροαστικές συμπεριφορές στην καθημερινότητα, τον αριστερό λαϊκισμό κτλ. κτλ. Και για τη λογοτεχνία και την οικονομική δυναμική  της παραλογοτεχνίας. Μια παρατήρηση που έχω να κάνω εδώ είναι ότι, αν και συμφωνώ με τη γενική διαπίστωση, διαφωνώ με τις κρίσεις του συγγραφέα για τις αναγνώστριες αυτών των «ευπώλητων» βιβλίων και νομίζω ότι το πρόβλημα είναι βαθύτερο, ζήτημα παιδείας, κουλτούρας και πολιτισμού που εξάλλου ο ίδιος πολύ καλά αναλύει. (Με την ευκαιρία, πάντως, ενδιαφέρον δοκίμιο για το φαινόμενο της παραλογοτεχνίας είναι το βιβλίο της Εύας Στάμου «Η επέλαση της ροζ λογοτεχνίας» (Gutenberg, 2014).

Και για την Εθνική Βιβλιοθήκη γράφει και για τις βιβλιοθήκες στην Ελλάδα και για την ανάγκη δημιουργίας δικτύου δανειστικών βιβλιοθηκών. Θα είχα να σημειώσω ότι υπάρχουν βέβαια κάποιες εξελίξεις σήμερα κι επίσης θα έλεγα ότι ακόμη προέχει η καλλιέργεια της χρήσης των βιβλιοθηκών, γιατί υπάρχουν βιβλιοθήκες στη χώρα μας, παρά τα όποια προβλήματα, και δεν είναι αυτονόητη η χρήση τους. Εξάλλου και ο ίδιος κάνει λόγο για πολιτισμική βαρβαρότητα όταν τα περισσότερα σχολεία στερούνται ζωντανές βιβλιοθήκες ώστε τα παιδιά να εξοικειώνονται με το εξωσχολικό βιβλίο (εδώ βέβαια είναι καθοριστικός ο ρόλος των εκπαιδευτικών) και όταν οι δήμοι διαθέτουν τα κονδύλια για βιβλιοθήκες σε άλλα έργα ή εκδηλώσεις (θέλω να πιστεύω ότι δεν γίνεται πάντα έτσι, όσο για τις εκδηλώσεις, πραγματικά είναι υπό συζήτηση αυτός ο υπερκαταναλωτισμός εξωστρέφειας σε σχέση με την ίδια τη βιβλιοθήκη και το ρόλο της, χωρίς βέβαια να είμαι ενάντια σ’ αυτές).

Γράφει για το διανοούμενο, που ρόλος του είναι «να αντισταθεί στο ακατάσχετο ρεύμα χρηματισμού της ανθρώπινης ζωής, να διασώσει τη Μνήμη, να υπερασπιστεί την παγκόσμια πατρίδα των ανθρωπιστικών ιδεών, να χτυπήσει το ρατσισμό, το φασισμό, τον ιμπεριαλισμό... να δικεδικήσει περισσότερη ελευθερία...».

Γράφει για τον πολιτισμό, την «πολιτιστική εξίσωση», το αμερικάνικο όνειρο, τον μιμητισμό, την κυριαρχία «της μιας εικόνας, της μιας γλώσσας και του ενός εικονικού/αγοραίου πολιτισμού», παραπέμποντας μάλιστα σε δηλώσεις του γνωστού Μπρεζίνσκι στις οποίες έκανε λόγο για τον πολιτισμό των μαζών και την πολιτική δύναμη του μιμητισμού που αυξάνουν σημαντικά τον αμερικάνικο ρόλο. Και για την τέχνη γράφει, για το έργο τέχνης, την αναπαραγωγή του και τον δημιουργό του.

Γράφει για τον κυβερνοχώρο και για τον φυσικό χρόνο και χώρο που δεν έχει σημασία για το Διαδίκτυο και για την αξία όπως ορίζεται στο Φέισμπουκ και τα άλλα κοινωνικά δίκτυα με τα like. Αναφέρεται στην εμπορευματοποίηση του φυσικού κόσμου μέσα από τον ψηφιακό («το ψηφιακό μέσο είναι το μήνυμα») και στο ρόλο της πληροφορίας που, όπως η γη και το κεφάλαιο, αποτελεί μορφή ιδιοκτησίας που μονοπωλείται.
Μάλιστα, συγκρίνοντας την τηλεόραση με το Διαδίκτυο, σημειώνει ότι αυτό, ακόμη περισσότερο, πέτυχε να εντάξει την προσωπική ζωή στη σφαίρα της αγοράς, με την ψευδαίσθηση μάλιστα της οικειοθελούς ατομικής συμμετοχής. Παραπέμπει στο πραγματικά πολύ αξιόλογο βιβλίο των Nicholas Christakis και James Fowler "Συνδεδεμένοι: η εκπληκτική δύναμη των κοινωνικών δικτύων και πώς αυτά διαμορφώνουν τη ζωή μας" (το οποίο, κατά τη γνώμη μου, απαντά πολύ πειστικά στο φαινόμενο των «φίλων» του Φέισμπουκ).




Θα σταθώ ιδιαίτερα στην αναφορά που κάνει για τον ιστορικό της πληροφορίας και των επικοινωνιών Daniel Schiller και στο βιβλίο του "Digital Capitalism: Networking the Global Market System" (The MIT Press, 2000).  Είναι ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο, στο οποίο ο παλαίμαχος πλέον  καθηγητής Επιστήμης της Πληροφορίας στο Πανεπιστήμιο του Ιλλινόις συζητά και πλευρές της παγκόσμιας δικτύωσης και του Ίντερνετ άλλες από τις καθιερωμένες, χρησιμοποιώντας τον όρο «ψηφιακός καπιταλισμός». [Χαίρομαι ιδιαίτερα για τις αναφορές στον Schiller γιατί αυτό το βιβλίο το είχα διαβάσει ήδη από τότε που κυκλοφόρησε, ενώ του ίδιου έχω και τα "Theorizing Communication: A History" και “How to Think About Information”. Είναι πολυγραφότατος και παρεμβατικός και μπορεί κανείς να βρει πολλές ομιλίες του και άρθρα του, ενώ και στο ένθετο της Le Monde Diplomatique στην Αυγή της Κυριακής 3/3/2013 είχε δημοσιευτεί το άρθρο του «Ποιος θα ελέγξει το Διαδίκτυο;» (είχε ξαναμπεί σε πρόσφατο φύλλο).] 

Επειδή όμως είναι πάρα πολλά και χρήσιμα αυτά που μας μεταφέρει για προβληματισμό και αναστοχασμό ο Άρης Μαραγκόπουλος, θα σταματήσω με κάποια αποσπάσματα από ερωτήματα που θέτει στο κείμενο με τίτλο «Υπάρχει χρεία διανοουμένων;» και θα έλεγα, επειδή είχαν γραφτεί μέχρι τον Απρίλιο του 2014, ότι βοηθούν να τα βάζουμε αυτά τα ερωτήματα συνεχώς, για το παρελθόν και για το παρόν (θέλοντας να πιστεύω ότι υπάρχει κάποια θετική αναλαμπή):

·        Είδατε ποτέ κανέναν πολιτικό να συζητάει ουσιαστικά με διανοουμένους εν όψει των οποιωνδήποτε αποφάσεών του;
·    Προσέξατε μήπως κάποια μεταπολιτευτική κυβέρνηση να έκανε το παραμικρό για να έχουμε μια λειτουργική, σύγχρονη κλπ. Εθνική βΙβλιοθήκη, που να ενδιαφέρθηκε πραγματικά για τις δημόσιες βιβλιοθήκες αυτής της χώρας;
·  Αντιληφθήκατε μήπως να έχουν γίνει σοβαρές αλλαγές στους αρχαιολογικούς τόπους και τα αντίστοιχα μουσεία της χώρας...;
·         Διαπιστώσατε μήπως να λειτουργούν κανονικά οι σχολικές βιβλιοθήκες...;
·   Σας είναι άραγε γνωστή η κατάσταση του ενός σχολικού, γυμνασιακού, πανεπιστημιακού κλπ εγχειριδίου;
·         Γνωρίζετε καλά το επίπεδο της δημόσιας παιδείας;
·         Σας λέει τίποτε η λέξη «παπαγαλία»;


Έγραφε ο Άρης Μαραγκόπουλος το 1999 στην Αυγή: «Σε δέκα χρόνια, αν δεν αντισταθούμε σήμερα, τώρα, ακόμα και ο μολυσμένος αέρας θα μας έχουν πείσει ότι είναι πεντακάθαρος».!!!!!

Επίκαιρο παρά ποτέ!