|
Το εξώφυλλο του βιβλίου στις εκδόσεις Εκάτη |
Μου αρέσουν οι διηγήσεις παλαιοτέρων ετών που δίνουν την εικόνα της εποχής και των τόπων που περιγράφουν. Τέτοιο είναι το βιβλίο του Δημητρίου Βικέλα "Από Νικοπόλεως εις Ολυμπίαν". Το βιβλίο είναι η επιστολή που έστειλε ο συγγραφέας σε Γάλλο φίλο του, φιλέλληνα, όπου του περιγράφει το ταξίδι που έκανε το 1884 μαζί με φίλους του στην Ελλάδα της εποχής. Ξεκίνησαν από τον Πειραιά με το πλοίο "Θεσσαλία", πέρασαν τον Ισθμό, έφτασαν στο Ρίο, άλλαξαν πλοίο, επιβιβάστηκαν στο "Θησέας", πέρασαν από τις Εχινάδες νήσους, επισκέφθηκαν το Μεσολόγγι, την Άρτα και την Πρέβεζα, έφτασαν βόρεια μέχρι την αρχαία ρωμαϊκή πόλη Νικόπολη και στη συνέχεια κατηφόρισαν μέχρι την Ολυμπία.
Για κάθε τόπο, περιγράφει τι είδαν, μιλά για την ιστορία και για τα έθιμα, δίνει ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τον πολιτισμό εκείνης της εποχής. Είναι υπέρμαχος της φουστανέλας, δεν του αρέσει που συναντούν δήμαρχο με ... δυτική ενδυμασία, γράφει όμως: "Ανάγκη να το παραδεχθώμεν, ότι η πρόοδος δεν συμβιβάζεται με την φουστανέλαν, ότι ο εξευρωπαϊσμός δεν την ανέχεται". Δεν συμφωνεί με τις αλλαγές που έγιναν σε τοπωνύμια, δεν του αρέσει που το Βραχώρι τώρα λέγεται Αγρίνιο, ενώ χαίρεται που ο Καρβασαράς δεν ακούγεται ως Άργος Αμφιλοχικόν.
Κάνει λόγο για τη μετανάστευση που είχε ήδη αρχίσει προς την Αμερική, την Αίγυπτο αλλά και τη μακρινή Αυστραλία. Συνάντησε στο πλοίο κάποιον που ήλθε "από το Σικάγον, εις τα βάθη της Αμερικής, όπου διέμενε επί δεκατέσσερα έη, άνευ ειδήσεων εξ Ελλάδος, επιστρέφει δε εις το χωρίον του διά να ίδη εάν η μήτηρ του ζή..."
Και παρακάτω, γράφει:
"Εκ των σημερινών φίλων μου άλλος, παντοπώλης εγκατεστημένος εις χωρίον της Αιγύπτου, - του οποίου δεν εγνώριζα, ούτε σύ, υποθέτω, γνωρίζεις την ύπαρξιν και το όνομα, - επανέρχεται εις την πατρίδα διά να νυμφευθή. Μετά τον γάμον θα επιστρέψη εις το παντοπωλείον του, αλλ' από καιρόν εις καιρόν εάν οι υποθέσεις το επιτρέπωσι, σκοπεύει να ταξειδεύη προς επίσκεψιν της νεαράς συζύγου του, ότε δ' αποκτήση τα ικανά του, θα παραιτήση τα ξένα και θα έλθη να διαβιώση εν τ ω μέσω της οικογενείας , την οποίαν εις το μεταξύ θ' αποκτήση κατά τας περιοδικάς του επισκέψεις εις την πατρίδα... Όλοι σχεδόν οι παντοπώλαι της Κωνσταντινουπόλεως, της Μικράς Ασίας και της Αιγύπτου είναι Έλληνες εκ Πελοποννήσου ή της Ηπείρου...."
Μου θύμισε ένα δικό μου φίλο, το Φώτη, από ένα χωριό της Παραμυθιάς, που είχε φτιάξει ένα μικρό τοπικό μουσείο με αντικείμενα από συχωριανούς του που είχαν πάει στην Αίγυπτο και θυμάμαι τα ντεφτέρια με τα βερεσέδια και τα αντικείμενα από τα καταστήματά τους, τα παντοπωλεία που αναφέρει ο Βικέλας. Είχα τότε εντυπωσιαστεί πώς οι Ηπειρώτες είχαν βρεθεί στην Αίγυπτο!
Αναφέρεται στην κακή διοίκηση και σε πολλά σημεία κάνει λόγο για τον τρόπο λειτουργίας (ή μη λειτουργίας) της δικαιοσύνης. "Ενίοτε ο φυγόδικος υποβάλλεται εις προφυλάκισιν μακροτέραν της φυλακίσεως την οποίαν συνεπάγεται η καταδίκη. Εις οποίας δε φυλακάς κλείονται οι δυστυχείς!.."
Όταν φτάνει στην Ολυμπία, αναφέρεται στο Μουσείο που οικοδομείται επί της κορυφής λοφίσκου κοντά στον Πύργο, χάρι "στη γενναιοδωρία του κ. Συγγρού" (σήμερα, βέβαια, έχουμε πληρέστερη εικόνα για την προσωπικότητα του συγκεκριμένου ευεργέτη). Και για τα τοπικά μουσεία εκφράζεται: "Δεν αγνοώ τα λεχθέντα υπέρ και κατά της συστάσεως επαρχιακών μουσείων εν Ελλάδι, παραδέχομαι δ' εν μέρει το ορθόν όσων ενστάσεων προεκάλεσεν η ανέγερσίς των, ενόσω λαμβάνονται υπ' όψιν αι αξιώσεις μόναι των αρχαιολόγων και ενόσω πρόκειται περί αντικειμένων μικρού μεγέθους και σημασίας αποκλειστικώς επιστημονικής. Αλλά το ζήτημα δύναται να εξετασθή υπό ποικίλας επόψεις, φρονώ δε ότι έχει τις ν' αντιτάξη διάφορα επιχειρήματα εις τους θέλοντας την εις Αθήνας συγκέντρωσιν όλων των αρχαιολογικών θησαυρών της Ελλάδος..."
Θαυμάζει την τοποθεσία της Ολυμπίας που την περιγράφει ως "μέγιστον αμφιθέατρον", όπου "εν τω μέσω ετελείτο το θέαμα, οι πέριξ λόφοι αποτελούν τα βαθμίδας, οι θεαταί συνωθούμενοι υπό την σκιάν των δένδρων έβλεπον υψόθεν την λαμπράν τελετήν των αγώνων".
Στον Πύργο συναντούν θίασο "Καφέ - Αμάν", που ονομάζεται έτσι για να διακρίνεται από το "Καφέ - σαντάν". "Ο δεύτερος εκπροσωπεί τον πολιτισμόν της Δύσεως, δια του Καφέ - αμάν επιστρέφομεν, ή μάλλον, ειπείν, μένομεν εις την Ανατολή".
Περιγράφει τα μικρά παιδιά που στέλνονται στην Αθήνα να δουλέψουν και να στείλουν λεφτά στην οικογένειά τους, και τα οποία "αποτελούν τάξιν ιδίαν εις Αθήνας". Τα περισσότερα από αυτά κατάγονται από την Πελοπόννησο, όπως μας πληροφορεί. "Ο μικρός απέρχεται διά να καθαρίζη υποδήματα, ή να πωλή εφημερίδας, ή να μεταφέρη μηνύματα και μικρά βάρη, μακράν - πολύ μακράν της πατρίδος του. Ενίοτε ο πατήρ, ή η μήτηρ, ή και ο μικρός αυτός συνομολογούν συμβόλαιον μετ' εργολάβων μετερχομένων το επάγγελμα τούτο. Ο εργολάβος προκαταβάλλει ποσόν τι επί τω όρω του να φέρη προς αυτόν ο μικρός ό,τι κερδίσεη εντός της ημέρας, υποχρεωμένου του εργολάβου να παρέχη τροφήν, κατοικίαν και ενδυμασίαν εις τον παίδα. .."
Και αναφέρεται στις ενέργειες του Αθηναϊκού Συλλόγου Παρνασσός να προστατεύσει αυτά τα παιδιά συστήνοντας "
Σχολάς των απόρων παίδων".
Παρατηρεί ότι τον Μάιο δεν τελούνται γάμοι, χωρίς αυτό να υπαγορεύεται ούτε από το Νόμο ούτε από την Εκκλησία, όπως λέει (ο Σουρής νομίζω δεν είχε γράψει κάτι σχετικό στο Ρωμιό;).
|
Η πρώτη έκδοση του βιβλίου είχε γίνει το 1886 από τον Σύλλογο προς διάδοσιν ωφελίμων βιβλίων. Εδώ, το εξώφυλλο της επανέκδοσης του 1979 |
Αξίζει να διαβάσει κανείς το βιβλίο, ας είναι γραμμένο στην καθαρεύουσα, είναι ενδιαφέρον. Το είχα διαβάσει στην
έκδοση του Συλλόγου προς διάδοσιν ωφελίμων βιβλίων, δανεισμένο από τη Βιβλιοθήκη του Ιδρύματος Ευγενίδη (στην έκδοση του 1979). Υπάρχει πάντως και
νεώτερη έκδοση, του 1991, από τις εκδόσεις Εκάτη.
Υ.Γ. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η εξαιρετική δημοτική βιβλιοθήκη του Ηρακλείου Κρήτης ονομάζεται
Βικελαία από τον Δημ. Βικέλα που δώρισε τη συλλογή του στο Δήμο Ηρακλείου για να δημιουργηθεί μια από τις καλύτερες βιβλιοθήκες της χώρας. Τόσο οι συλλογές της, όσο και οι εκδόσεις της είναι ανεκτίμητος πνευματικός θησαυρός.