Κυριακή 13 Μαρτίου 2022

Πότες θα κάμει ξεστεριά, του Βαγγέλη Κακατσάκη

Μνήμες μιας άλλης εποχής και μιας άλλης Κρήτης μας μεταφέρει ο Βαγγέλης Κακατσάκης στο τελευταίο βιβλίο του, τη συλλογή διηγημάτων Πότες θα κάμει ξεστεριά.... (Χανιώτικα νέα και του Μουσείο Τυπογραφίας Γιάννη και Ελένης Γαρεδάκη, 2021). Όπως γράφει εν είδει επιλόγου στο τελευταίο διήγημά του «Ο εθελοντής»:

Η θύμιση έχει να κάνει με τις ιστορίες που άκουγα από τη γιαγιά μου, στα μικράτα μου. Για τα κομμένα κεφάλια των επαναστατών που περιέφεραν οι Τούρκοι στα χωριά του Αποκόρωνα πάνω στις τουφεκόβεργες, ένα από αυτά κι ενός παππού καπετάνιου. 

Δεν είναι ιστορία η λογοτεχνία, λένε όμως για τη δύναμη που έχει ν' αγγίξει, να μεταδώσει, να δώσει το ερέθισμα ώστε ακόμη και να στραφεί ο αναγνώστης και η αναγνώστρια στο ενδιαφέρον για τα ιστορικά γεγονότα, στα αίτια και στις συνέπειες. Αυτό κάνουν και τα διηγήματα του Βαγγέλη Κακατσάκη, του Νιππιανού δασκάλου, συγγραφέα, δημοσιογράφου στα Χανιώτικα Νέα για τέσσερις δεκαετίες, ενεργού πολίτη στα δρώμενα του τόπου.

Τα διηγήματα αναφέρονται στην περίοδο της Επανάστασης του 21 και της Τουρκοκρατίας στην Κρήτη και ιδιαίτερα στα χωριά του Αποκόρωνα. Ήρωές του πρόσωπα αληθινά, που υπήρξαν, και άλλα επινοημένα, που καημός κι αγώνας τους ήταν να λευτερωθεί η Κρήτη και τότε θα «λευτερωνόταν κι εκείνων η καρδιά τους».

Άλλα δίνουν πληροφορίες για γεγονότα που συνέβησαν, όπως «Ο εθελοντής» που αναφέρεται στη Μάχη του Βαφέ, τον Αύγουστο του 1866. Διαβάζουμε για τον Ιωάννη Ζυμβρακάκη και πάμε πίσω στον πατέρα του Εμμανουήλ που σφαγιάστηκε το 1821 και ύστερα στους άλλους της ιστορικής οικογένειας που ακολούθησαν (υπάρχει εξάλλου η οδός Ζυμβρακάκηδων στην πόλη). Και για τους εθελοντές που ήρθαν ν' αγωνιστούν μαζί με τους ντόπιους, κι ανάμεσά τους το νεαρό δικηγόρο Έσλιν που έπεσε μαχόμενος την ίδια χρονιά, κι ήταν μόλις 24 χρονών.

 

Κι άλλα βάζουν τις σκέψεις και τη φαντασία του συγγραφέα να συμπληρώνουν τις ιστορίες που άκουγε μικρός, κι εκεί ξεχειλίζει η ευαισθησία, η αγάπη για τον τόπο κι η αγάπη για την ιστορία. Γιατί και τα τρία αυτά στοιχεία φανερά χαρακτηρίζουν το Βαγγέλη Κακατσάκη. «Το τέλος» είναι ένα από αυτά τα διηγήματα που με συγκίνησε ιδιαίτερα, για τη Μαριγώ τη χήρα, που «ήταν η μόνη στο χωριό, που όχι κανίσκια δεν κουβάλησε στον αγά, αλλά ούτε και καταδέχτηκε να πάει στο κονάκι του να τον παρακαλέσει για τον μοναχογιό της, σαν ακούστηκε το φοβερό άκουσμα, πως από μέρα σε μέρα οι Τούρκοι θα 'παιρναν τα σερνικά του χωριού».

Είναι φορές που οι περιγραφές αγγίζουν σιγά σιγά, μεθοδικά λες, τις λεπτές χορδές των συναισθημάτων μας.

Ξημέρωνε! Τα μπουμπούκια τίναζαν τα κεφαλάκια τους κι ετοιμάζονταν να πουν καλημέρα στον ήλιο. Για μια στιγμή της πέρασε η ιδέα να πάρει τον κατήφορο, να γυρίσει στο σπίτι της. Οι δουλειές είχαν απομείνει πίσω. Οι όρνιθες ατάιστες. Τα κρεβάτια ξέστρωτα. Το σπίτι άνω-κάτω. Μα τα πόδια της ήταν τόσο βαριά, για να κάμουν ένα τόσο μεγάλο δρόμο.

Ο γκρεμνός έχασκε δυο βήματα μπροστά της και περίμενε το τέλος …

 

Τον φαντάζομαι στην τάξη, δάσκαλο, να λέει ιστορίες στα παιδιά, και να λέει και να λέει, και να βρίσκει τα λόγια που θα κάνουν τα παιδιά να θέλουν ν' ακούσουν κι άλλα, να ρωτάνε, έγινε τούτο, πώς έγινε τ' άλλο, αλήθεια γινόταν αυτό και τότε, και τι πα να πει ζορμπάδες, και πού είναι κείνο το χωριό, και γιατί παίρναν τ' αγόρια, κι άλλα κι άλλα, και να θέλουν να ψάξουν κι άλλο, τι έγινε την εποχή εκείνη, τι λένε τα βιβλία για τούτο και για κείνο.

Ένα από τα χαρίσματα του βιβλίου είναι η χρήση της γλώσσας, του τοπικού ιδιώματος.  Λέει η Μαριγώ στο γιο της όταν περιγράφει τον Κωνσταντή τον πατέρα του που δεν είχε γνωρίσει:

Ψηλός, γιε μου, πολύ ψηλός κι όμορφος! Σαράντα πήχες ήταν στο μέγαλος. Σπίτι δεν τον εχώριε...

 Κι όταν περιγράφει τον «θεορατικό» παπα-Μανόλη: 

Ένα κακουδέρικο μαυριδερό ανθρωπάκι ήταν, που 'χε καβαλικέψει τα εβδομήντα και το μόνο χαρακτηριστικό που τον έκανε να φαίνεται αλλιώτικος, χώρια βέβαια απ' τα ράσα που φορούσε, ήταν τα μάτια του.

Κι όταν λέει «η λύρα αυτή θα 'ναι που θα στραβώσει τους ζορμπάδες», βρίσκω μια καλή ευκαιρία να ψάξω τη σημασία της λέξης και να θυμίσω το βιβλίο του Νίκου Σαραντάκου «Το ζορμπαλίκι των ραγιάδων» (είχα γράψει εδώ: https://katerinatoraki.blogspot.com/2021/01/blog-post_18.html).

Για τα παραπάνω και για συνολικά 82 λέξεις υπάρχει γλωσσάρι στο τέλος του βιβλίου, μια αξιέπαινη πρωτοβουλία του συγγραφέα, γιατί όχι μόνο δίνει τις σημασίες λέξεων που ίσως δεν είναι γνωστές σε όλους, αλλά ακόμη περισσότερο γιατί έτσι κατατίθεται και διασώζεται ο τοπικός γλωσσικός πλούτος, η γλωσσική κληρονομιά μας (έχουν γίνει σημαντικές μελέτες, εξάλλου, που υπογραμμίζουν τη σημασία των λεγόμενων «κρυμμένων» γλωσσαρίων, των γλωσσαρίων δηλαδή που βρίσκονται ενσωματωμένα  σε βιβλία και άλλα δημοσιεύματα).

Και να σημειώσουμε, επίσης, ότι και ο τίτλος του βιβλίου υπακούει σ' αυτή την ανάγκη του συγγραφέα να θυμίσει και να κρατήσει τα τοπικά γλωσσικά στοιχεία. Ο αρχικός τίτλος του γνωστότατου ριζίτικου τραγουδιού ήταν όντως «Πότες θα κάμει ξεστεριά». (Υπάρχουν πολλές πηγές γι' αυτό, όπως για παράδειγμα εργασίες των Ερατοσθένη Καψωμένου, Γιώργου Ανδρειωμένου και άλλων. Όσο δε για τη λέξη ξεστεριά, σημειώνω ότι ήδη αναφέρεται στο Αγγλοελληνικό λεξικό του Νικ. Κοντόπουλου που εκδόθηκε στη Σμύρνη το 1869 παραπέμποντας στη λέξη ξαστεριά και που μπορεί κανείς να το βρει στην Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Ανέμη του Πανεπιστημίου Κρήτης - https://anemi.lib.uoc.gr/).

 

Θα ήθελα, επίσης, να προσθέσω ότι το βιβλίο, πέρα από το περιεχόμενο, είναι ένα ωραίο βιβλίο, ως προς την εμφάνιση, την εκτύπωση, το χαρτί, τη σελιδοποίηση. Κι αυτό, χάρη σε όλους τους συντελεστές του. Χάρη στα σκίτσα του Νίκου Μπλαζάκη που κοσμούν το εξώφυλλο και όλα τα διηγήματα (όπως τα παραπάνω). Και χάρη στην ωραία, ποιοτική έκδοση-εκτύπωση από το Μουσείο Τυπογραφίας Γιάννη και Ελένης Γαρεδάκη (http://www.typography-museum.gr/). Αξίζει η μνεία στο μουσείο αυτό των Χανίων, ένα σύγχρονο, πρωτοποριακό μουσείο, το πρώτο στη χώρα αφιερωμένο εξολοκλήρου στην Τυπογραφία.

Το τελευταίο βιβλίο του Βαγγέλη Κακατσάκη, βγαλμένο από παλιές ιστορίες που έλεγε η γιαγιά του η Στυλιανίτσα δίπλα στην παρασιά τις χειμωνιάτικες νύχτες, είναι ένα τεκμήριο τοπικής κληρονομιάς, τοπικής ιστορίας, παράδοσης και γλώσσας. Τον ευχαριστούμε.


Τετάρτη 9 Μαρτίου 2022

Αικατερίνη Κουμαριανού: «η αφοσιωμένη του Διαφωτισμού»

 

Με αφορμή τη χθεσινή μέρα της γυναίκας, βρήκα την ευκαιρία να γράψω δυο λόγια για μια σημαντική γυναίκα των γραμμάτων. Το είχα εδώ και χρόνια κάτι σαν οφειλή για την αξία γνωριμίας μαζί της μέσα από δυο μικρά μα σπουδαία βιβλία που διάβασα για και από αυτήν. Αφιερώνω αυτή την ανάρτηση στην Αικατερίνη Κουμαριανού (1919-2012), σπουδαία ιστορικό, «αφοσιωμένη στον Διαφωτισμό» όπως την είχε χαρακτηρίσει ο άλλος σπουδαίος ιστορικός Βασίλης Παναγιωτόπουλος (1932- ).

Αξίζει να σημειώσω, όχι μόνο λόγω της ημέρας, ότι στο Μαράσλειο που τελείωσε το γυμνάσιο η Κουμαριανού, είχε καθηγήτριες τη Ρόζα Ιμβριώτη και τη Μαρία Πολυμενάκου, τις πρώτες γυμνασιάρχισσες στην Ελλάδα στα μέσα της δεκαετίας του 30, στο Κιλκίς η μία, στη Λακωνία η άλλη. Για την Ιμβριώτη είχε πει σε συζήτηση με Καραμανωλάκη και Χριστοδούλου: «ήταν άνθρωπος που σου άνοιγε δρόμους». (Έχω μια ωραία ανάμνηση από τη Ρόζα Ιμβριώτη, είχα πάει σπίτι της και κουβέντιασα μαζί της στα μέσα της δεκαετίας του 70 λίγο πριν από τον θάνατό της).

Το αρχείο της Κουμαριανού βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη του Ιδρύματος Λασκαρίδη (εκεί επίσης βρίσκονται τα αρχεία και πολλών άλλων σημαντικών προσώπων, βλ. https://laskaridisfoundationarchives.org/). Κάποιες γενικές πληροφορίες μπορεί να βρει κανείς στη σχετική σελίδα της Βιβλιοθήκης (https://laskaridisfoundationarchives.org/archive-descriptions/20), καθώς και στη σελίδα των ΓΑΚ (https://greekarchivesinventory.gak.gr/index.php/u-3578).

Το βιβλίο για την Κουμαριανού που παρουσιάζω σήμερα έχει τον τίτλο Αικατερίνη Κουμαριανού. Σελίδες για τη ζωή και το έργο της (Βιβλιοθήκη Μουσείου Μπενάκη, 2016). Περιλαμβάνει τα κείμενα που εκφωνήθηκαν στις 30 Σεπτεμβρίου 2014 στην εκδήλωση για την παρουσίαση του βιβλίου της Άνθρωποι και ιδέες. Κείμενα για τον διαφωτισμό και τον ελληνικό κόσμο (18ος-20ός αι.) το οποίο εκδόθηκε το 2013 στη σειρά «Βιβλιοθήκη του Μουσείου Μπενάκη». (Το δεύτερο βιβλίο που έχω διαβάσει, αυτό γραμμένο από την Κουμαριανού, είναι το
Καϊρικά μελετήματα, Καΐρειος Βιβλιοθήκη, Άνδρος 2007, επιμ. Νικήτας Σινιόσογλου, αναφερόμενενο στον Θεόφιλο και την Ευανθία Καΐρη).

Ανακοινώσεις κάνουν ο Δημήτρης Αρβανιτάκης, με τίτλο «Αικατερίνη Κουμαριανού: Ένας πνευματικός άνθρωπος εν εγρηγόρσει», η Ελίζα-Άννα Δελβερούδη «Για την Αικατερίνη», ο Εμμ. Ν. Φραγκίσκος «Από τον Κοραή και τους λογίους του Διαφωτισμού, στον περιοδικό Τύπο και το βιβλίο. Ένα οξύ βλέμμα στην ιστορία προσώπων, έργων και ιδεών», ο Γιώργος Τόλιας «Ο χώρος της Ιστορίας - η ιστορία του χώρου» και ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης με την Αγγελική Χριστοδούλου «Συζητώντας με την Αικατερίνη Κουμαριανού».

Μιλούν για την προσωπικότητά της, «τη στοχαστική ανεκτικότητα, τη γαλήνια ματιά, την αρετή της συμπάθειας» και για το έργο της «για την έρευνά της, τη σοβαρότητα του έργου της, τον πολύτροπο κόπο της» (Αρβανιτάκης).

«Η Αικατερίνη έγινε η δασκάλα μας», λέει η Δελβερούδη. «Μαθήτρια της Ρόζας Ιμβριώτη η ίδια, έφερνε τους απόηχους αυτής της μοναδικής προσωπικότητας ως χειροθεσία. [...] Καθοδήγηση στις πηγές, αναζήτηση, διασταύρωση, επιφύλαξη, πολλαπλή τεκμηρίωση, ερμηνεία. Καμία συγκέντρωση υλικού δεν ήταν αρκετή, αν δεν περιλάμβανε την ερμηνεία των στοιχείων. Τόσο αυτονόητα πράγματα, που ωστόσο κάποιος έπρεπε να μας τα πει και να μας οδηγήσει στο σημείο να τα κατακτήσουμε».

Προετοιμαζόταν σχολαστικά, όχι μόνο τότε που ξεκινούσε το διδακτικό της έργο, αλλά και τριάντα χρόνια αργότερα. Μοιραζόταν ανεπιφύλακτα τις γνώσεις και το υλικό της. Μοιραζόταν και τις επιστημονικές επαγγελματικές και φιλολογικές γνωριμίες και φιλίες της. Δεν είχε την τάση της ιδιοκτησίας, έδειχνε την ψυχολογική ασφάλεια, την εμπιστοσύνη, την απουσία ανταγωνισμού προς τους νεότερους. Τα ενδιαφέροντά της δεν περιορίζονταν στο στενό ακαδημαϊκό πλαίσιο, αλλά απλώνονται και ευρύτερα σε λογοτεχνία και συγγραφείς, κινηματογράφο, θέατρο, εκθέσεις, είναι homo universalis, όπως την χαρακτηρίζει η Δελβερούδη.

Ο Εμμ. Φραγκίσκος στέκεται στο έργο της για τον Κοραή και συνολικά για τον Διαφωτισμό, τον «ελληνικό διαφωτισμό» όπως τον ονόμασε ο Δημαράς. Αναφέρθηκε στην καθοριστική συμβολή της τόσο στο περιοδικό Ερανιστής, όσο και στον Όμιλο Μελέτης του Ελληνικού Διαφωτισμού (μαζί με Άλκη Αγγέλου, Φίλιππο Ηλιού, Ευγενία Χατζηδάκη κ.ά.).

Στα ενδιαφέροντα της Αικατερίνης Κουμαριανού ήταν και τα θέματα του χώρου και της ιστορίας του. Το πεδίο, λέει ο Γιώργος Τόλιας, «αναδύεται ως κοινός τόπος ποικίλων θεματικών που συγκλίνουν, όπως οι αφηγηματικές περιηγητικές μαρτυρίες, οι λόγιες γεωγραφικές συνθέσεις και ο θεωρητικός στοχασμός, η επιστολική επικοινωνία μεταξύ γεωγράφων, η χαρτογραφική αναπαράσταση και η φωτογραφική μαρτυρία». Ο ίδιος αναφέρεται στις επιδράσεις που δέχτηκε η Κουμαριανού από τους Furet, Mandrou, Braudel (το μνημειώδες έργο τους για τη Μεσόγειο).

Την ενδιαφέρουν η χωρική διάσταση των φαινομένων, «τα φαινόμενα δικτύωσης και γεωγραφικής διάχυσης των μορφωτικών και ιδεολογικών φαινομένων, όπως η γεωγραφία του τύπου και του εντύπου, οι μηχανισμοί διάδοσης και εξάπλωσης των επαναστατικών ιδεών και οι κατά τόπους εκδηλώσεις τους, ο ρόλος των αστικών κέντρων», αλλά και η μελέτη του κοινωνικού και πολιτιστικού χώρου όπως «οι μηχανισμοί συγκρότησης της δημόσιας σφαίρας, της κοινής γνώμης, του κοινού"».

Η Αικατερίνη Κουμαριανού ήταν για πολλά χρόνια πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Χαρτογραφίας, ενώ στα μεγάλα συνέδρια που διοργανώθηκαν τότε, το 1989 και το 1999, για πρώτη φορά, όπως γράφει ο Γ. Τόλιας, «ακούσαμε στην Αθήνα ότι οι έννοιες του χώρου δεν αποτελούν απόλυτες ή σταθερές αντικειμενικές αξίες αλλά πολιτιστικές συμβάσεις, κοινωνικές και πολιτισμικές κατασκευές, κι ότι μπορούμε να τις αναλύσουμε όπως κάθε ιδέα».

Ο Βαγγέλης Καραμανωλάκης και η Αγγελική Χριστοδούλου αναφέρθηκαν στις συζητήσεις που είχαν στο σπίτι της το 2009 και το 2011. Κωσνταντινουπολίτες οι γονείς της, αστοί αλλά φιλελεύθεροι όπως λέει, Πετυχάκη το πατρικό της, το Κουμαριανού είναι από τον σύζυγό της. Ήταν στην Αριστερή Παράταξη σαν φοιτήτρια, αποβλήθηκε μάλιστα από το Πανεπιστήμιο για δυο χρόνια. Πήρε μέρος στο παγκόσμιο αντιφασιστικό συνέδριο φοιτητών που διοργανώθηκε τον Δεκέμβριο του 1934 στις Βρυξέλλες. Δεν εντάχθηκε στην ΟΚΝΕ και αργότερα σταμάτησε, όπως είπε, τη δράση, κράτησε όμως τις φιλίες, όπως με τον Μπάμπη Δρακόπουλο, τον Τάσο Βουρνά, το Νίκο Μπελογιάννη, την Έλλη Παππά, τον Γιώργο Τσιτήλο (που εκτελέστηκε στην Κρήτη στη διάρκεια του εμφυλίου). Έχει πολύ ενδιαφέρον όλο το κείμενο και οι αναφορές της στον Δημαρά και στο έργο του, αλλά και στον Δετζώρτζη, στον Άλκη Αγγέλου (τον «πανύψηλο»), στη Λουκία Μαγκιώρου, στον Δοξιάδη, στον Κορνούτο (διευθυντή χειρογράφων στο ΕΙΕ), στον Φίλιππο Ηλιού, στον Ασδραχά, στη Λουκία Δρούλια, στον Μουλλά, στην Ελένη Πετροπούλου, στον Αλέξη Πολίτη και σε πολλούς άλλους και άλλες. 
 
Θα σταθώ στην απάντηση που έδωσε όταν τη ρώτησαν πώς βλέπει τη διαδρομή της Αριστεράς στην Ελλάδα:

Η αριστερά θα έπρεπε, μετά τον πόλεμο, να εκσυγχρονιστεί, με την καλή έννοια του όρου, δηλαδή να έχει πάρει τη γνώση από την εμπειρία όλων όσων συνέβησαν, από τα τεράστια λάθη που έγιναν. Ας σκεφτούμε τον Γιώργη Σιάντο, που έλεγε ότι «Εμείς τα όπλα δεν τα δίνουμε» και ότι «Θα υπάρξει ένα κράτος με δύο στρατούς»". Μέσα στην κατοχή έβλεπα κάποιους ανθρώπους και αναρωτιόμουν πώς αυτοί οι άνθρωποι θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τους άλλους; Οι πρώτοι ήταν άνθρωποι της παρανομίας, δεν είχαν περάσει από τη Σταδίου επί χρόνια, απομονωμένοι, κατά διωγμένοι, κυνηγημένοι, φυλακισμένοι. Από την άλλη ήταν οι άλλοι, όλοι αυτοί οι Παπανδρέου, οι πολιτικάντηδες που παίζανε στα δάχτυλα την ίντριγκα και την παλιανθρωπιά και τη βρομιά. Αυτό που έλεγα εγώ, νέα πολύ, ήταν:
«Μα είναι δυνατόν, άνθρωποι σαν τον Ζέβγο να τους αντιμετωπίσουν αυτούς; Ένας άνθρωπος ιδεαλιστής αγνός... Πώς θα τα βγάλουν πέρα με τα κοράκια;» Και δεν τα βγάλανε γιατί κάνανε και τρομερά λάθη.

Τελειώνοντας τις αναφορές της στον Δημαρά, είπε ότι στον εμφύλιο είχε υπογράψει εναντίον του Ν. 509, κάτι που αποσιωπήθηκε (πρόκειται για τον Αναγκαστικό Νόμο 509, «Περί μέτρων ασφαλείας του Κράτους, του Πολιτεύματος, του Κοινωνικού Καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών», που έθεσε εκτός νόμου το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και την Εθνική Αλληλεγγύη). Και καταλήγει:

Για αυτό συνεργάστηκα μαζί του και στράφηκα προς τον Διαφωτισμό. Όταν είσαι ένας άνθρωπος με προοδευτικές ιδέες, φυσικά που θα πας; Προς τα εκεί θα πας. Δεν θα πας προς αλλού. Φυσικά, αλλά νομίζω ότι τουλάχιστον για μένα προσωπικά προηγήθηκε λίγο αυτό το ανακάτεμα προς την Αριστερή Παράταξη, εκεί με ωθούσε άλλωστε ο άλλος μου εαυτός, η προσωπικότητά μου. Όση είχα τότε. Και βέβαια, μετά που θα πας; Θα πας εκεί που βρίσκεις ανταπόκριση σε όσα πράγματα έχεις μέσα σου και σκέφτεσαι για τον κόσμο, για τους ανθρώπους, για την Ιστορία.
 
Και τελικά, από όλα τα σπουδαία που βρίσκει κανείς στους ανθρώπους, ο Αρβανιτάκης είπε το πιο σπουδαίο για την Αικατερίνη Κουμαριανού:

Της χρωστάμε κυρίως για το ήθος του παραδείγματός της.

Κυριακή 6 Μαρτίου 2022

Είχαν καμήλες τα Χανιά;


Πάντα νόμιζα ότι στα Χανιά υπήρχαν καμήλες, δηλαδή είχα εικόνα από τα παιδικά μου χρόνια μια καμήλα να περπατά στους δρόμους της πόλης και κάποιος να τη σέρνει από το λουρί. Ήταν μάλλον Απόκριες. Έμεινα για χρόνια πολλά με την εικόνα της καμήλας στην πόλη μου και με τη σιγουριά πως την είχα δει, το είχα διηγηθεί σε φίλους (!), την είχα ζήσει, υπήρξε όπως υπήρξε και η αρκούδα με τον αρκουδιάρη. Αλλά, τελικά, μπορεί να ήταν αληθινή καμήλα;

Μεγαλώνοντας, διάβασα για τα έθιμα της Αποκριάς κι εκεί βρήκα την καμήλα μου! Μάλλον αυτήν θυμάμαι, αυτήν που περιγράφουν ο λαογράφος Σταμάτης Αποστολάκης, ο συγγραφέας Νίκος Ψιλάκης και άλλοι  (είδατε, λέω μάλλον, δεν είμαι ακόμη σίγουρη, οι παιδικές εικόνες έχουν τόση δύναμη!). 

Αφορμή στάθηκε το ωραίο άρθρο των  Δημήτρη Μαριδάκη, Γιάννη Λυβιάκη και Γιάννας Μαρουλοσηφάκη στα Χανιώτικα Νέα της προηγούμενης εβδομάδας με τίτλο «Έθιμα και αναμνήσεις από τις απόκριες του παρελθόντος». Γράφουν για την Καμήλα,«μια διονυσιακή γιορτή απελευθέρωσης» μεταφέροντας στο χαρτί μνήμες από τον δάσκαλο και λαογράφο Σταμάτη Αποστολάκη, τον παλιό δημοσιογράφο και τυπογράφο Γιώργο Μαρουλοσηφάκη και τον πρόεδρο του Πολιτιστικού Συλλόγου Κάινας Μαθιό Σταυρουλάκη:

Το αποκριάτικο έθιμο της “καμήλας” χρονολογείται από τον 19ο αιώνα ενώ οι ρίζες του “κρατάνε” από τον Διόνυσο.
Στην “καμήλα” μπαίνουν συνήθως τρεις άνθρωποι. Ένας κρατάει το κεφάλι στερεωμένο σε ένα ξύλο, και οι άλλοι δύο με τη βοήθεια των καλαθιών σχηματίζουν τις καμπούρες της.

[...] Η “καμήλα” αποτελούσε διαχρονικά μια αφορμή απελευθέρωσης από τις κοινωνικές συμβάσεις και τα “στεγανά” της καθημερινότητας και των υποχρεώσεων. [...] Το έθιμο γίνονταν και γίνεται κάθε Καθαρά Δευτέρα. Έχει διονυσιακές ρίζες και οι άνθρωποι που συμμετείχαν από παλιά και συμμετέχουν και σήμερα νιώθουν σαν να απελευθερώνονται για λίγες στιγμές από τα “πρέπει”.

 

Η Καμήλα στην Κάινα του Αποκορώνου
 

Το έθιμο ήταν ιδιαίτερα προσφιλές στην Κάινα του Αποκορώνου και στις Στέρνες Ακρωτηρίου. Αλλά και στην πόλη τριγυρνούσε μια Καμήλα (λέτε αυτήν να θυμάμαι;):

Στα Χανιά μέχρι και τη δεκαετία του 1950 είχαμε και το έθιμο της καμήλας.
Χανιώτες έφτιαχναν μια καμήλα με σκελετό από καλάμια και πάνω έριχναν κουρέλια που έφταναν μέχρι το οδόστρωμα.
Μέσα έμπαιναν δύο άτομα και ο ένας κρατούσε ένα κοντάρι που στην άκρη του είχε δεμένη, μία μεγάλη γαϊδάρου.
Την είχαν μαζέψει από τα ψόφια ζώα που πετούσαν την εποχή εκείνη στον Κλαδισό.
Συνοδοί της καμήλας ήταν ένας Χανιώτης που κτυπώντας ένα ταμπούρλο τραγουδούσε.
Ντε – ντε – ντε καμήλα ντε και αυτοί που ήταν μέσα στη καμήλα χόρευαν.
Μια γυναίκα – συγγενής των καμηλιέρηδων κρατούσε ένα μεγάλο κόσκινο και ζητούσε τον “οβολό” του κοινού.

Η Καμήλα στις Στέρνες Ακρωτηρίου

Τα ίδια γράφει και ο συγγραφέας Νίκος Ψιλάκης σε παλιότερο κείμενό του για τις Απόκριες στην Κρήτη:

Μια από τις πιο παλιές αποκριάτικες μεταμφιέσεις, διαδεδομένη μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα. Ένα κρανίο από γάιδαρο ή μουλάρι που με μηχανικό τρόπο ανοιγοκλείνει το στόμα του και ένα παλιό ύφασμα (συνήθως σεντόνι) αρκούν για να δημιουργήσουν ένα τερατοειδές σχήμα. Συνήθως η καμήλα, όπως ονομαζόταν στις περισσότερες περιοχές, βγαίνει σε μια καθιερωμένη ετήσια παρέλαση όχι μόνο στον αγροτικό χώρο αλλά και στις πόλεις. Με ειδικούς χειρισμούς το κρανίο στρέφεται εναντίον των θεατών, η κάτω σιαγόνα που ανοιγοκλείνει μπορεί να «δαγκώσει» κάποιο χέρι ή να «αρπάξει» κάποιο μαντήλι δημιουργώντας πανδαιμόνιο.

Πάντως, ο Πέτρος Μανταίος έγραφε πρόπερσι στην Εφημερίδα των Συντακτών (απ' όπου και η πρώτη εικόνα):

Γνώριζα (έχω υπόψη και σχετικές γκραβούρες) ότι η καμήλα, επί τουρκοκρατίας, αλλά και αργότερα, σε πολλά μέρη της ελεύθερης πλέον χώρας, στην Αθήνα για παράδειγμα ή στο Ναύπλιο, ήταν χρήσιμη στις μεταφορές, όσο και τα άλογα και τα μουλάρια, ιδίως στις ορεινές περιοχές. Ζώο δυνατό, παροιμιώδους υπομονής, αντοχής και λιτοδίαιτο, το συμπάθησαν οι αγωγιάτες και η λαογραφία, με εύρος εθίμων, μιμητικών και παραστατικών, «της καμήλας», Αποκριάς και Καθαρής Δευτέρας.

Πάλι μπερδεύτηκα. Θα το ψάξω. Για την ώρα, μια ευχή: του χρόνου καλύτερα, η Αποκριά να είναι μια γιορτή χαράς κι ελπίδας κι ομορφιάς κι απελευθέρωσης, χωρίς πολέμους, χωρίς πανδημίες, χωρίς στραβά κι ανάποδα...

Καμήλα στην Άμφισσα (Γκραβούρα στο Ίδρυμα Αικ. Λασκαρίδη)

-------------------------------------------------

Άλλες αναρτήσεις για τις Απόκριες, για τα έθιμα στην πόλη, για τους κουκουγέρους, για τον πατέρα μου, για τον Παπαδιάμάντη και το Τριώδιο είναι εδώ.

Σάββατο 5 Μαρτίου 2022

Μακριά σ' έν' άλλο κόσμο γίνηκε αυτή η αποκριά, ο Πόλεμος δεν τέλειωσεν ακόμα κι αύριο είναι Κυριακή!

 
Μακριά σ' έν' άλλο κόσμο γίνηκε αυτή
                                                 η αποκριά

το γαϊδουράκι γύριζε μες στους έρημους δρόμους
όπου δεν ανάπνεε κανείς
πεθαμένα παιδιά ανέβαιναν ολοένα στον ουρανό
κατέβαιναν μια στιγμή να πάρουν τους αετούς τους
                                                που τους είχαν ξεχάσει
έπεφτε χιόνι γυάλινος χαρτοπόλεμος
μάτωνε τις καρδιές
μια γυναίκα γονατισμένη
ανάστρεφε τα μάτια της σα νεκρή
μόνο περνούσαν φάλαγγες στρατιώτες εν δυο
εν δυο με παγωμένα δόντια

Το βράδυ βγήκε το φεγγάρι
αποκριάτικο
γεμάτο μίσος
το δέσαν και το πέταξαν στη θάλασσα
μαχαιρωμένο
Μακριά σ' έν' άλλο κόσμο γίνηκε αυτή
                                                          η αποκριά.

 

Το ποίημα Η Αποκριά είναι του Μίλτου Σαχτούρη, γράφτηκε πολλά χρόνια πριν, δυστυχώς είναι σαν να γράφτηκε για σήμερα. Τελικά, όπως είπε και ο μεγάλος Μανόλης Αναγνωστάκης στο ποίημά του «Ο πόλεμος», κανένας πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ.


Οι δείχτες κοκαλιάσανε κι αυτοί στην ίδια ώρα.
Όλα αργούν πολύ να τελειώσουνε το βράδυ, όσο
κι αν τρέχουν γρήγορα οι μέρες και τα χρόνια
Έχει όμως κανείς και τις διασκεδάσεις του, δεν μπορείς να πεις· απόψε λ.χ. σε τρία θέατρα πρεμιέρα.
Εγώ, συλλογίζομαι το γέρο συμβολαιογράφο του τελευταίου πατώματος, με το σκοτωμένο γιο, 
                    που δεν τον είδα ούτε και σήμερα. Έχει μήνας να φανεί.
 
Στο λιμάνι τα μπορντέλα παραγεμίσανε από το πλήρωμα των καινούριων αντιτορπιλικών κι οι μάρκες 
                πέφτουνε γραμμή.

Η θερμάστρα κουρασμένη τόσα χρόνια έμεινε πάλι φέτος σε μια τιμητική διαθεσιμότητα.
«Το πολυαγαπημένο μας αγγελούδι (εδώ θα μπει το όνομα, που για τώρα δεν έχει σημασία), ετών 8 κτλ. κτλ.»
Στην οδό Αιγύπτου (πρώτη πάροδος δεξιά) τα κορίτσια κοκαλιασμένα περιμένανε απ’ ώρα τον Ισπανό με τα τσιγαρόχαρτα.
Κι εγώ ο ίδιος δεν το πιστεύω αλλά προσπαθώ να σε πείσω οπωσδήποτε, πως αυτό το πράγμα στη γωνιά ήτανε κάποτε σαν κι εσένα. Με πρόσωπο και με κεφάλι.
 
Οσονούπω όμως, ας τ’ ομολογήσουμε, ο καιρός διορθώνεται και νά που στο διπλανό κέντρο άρχισαν κιόλας οι δοκιμές.
Αύριο είναι Κυριακή.
 
Σιγά σιγά αδειάσανε οι δρόμοι και τα σπίτια, όμως ακόμη κάποιος έμεινε και τρέχει να προφτάσει
Και ρυθμικά χτυπήσανε μια μια οι ώρες κι ανοίξανε πόρτες και παράθυρα μ’ εξαίσιες αποκεφαλισμένες 
                μορφές
Ύστερα ήρθανε τα λάβαρα, οι σημαίες κι οι φανφάρες κι οι τοίχοι γκρεμιστήκανε απ’ τις άναρθρες 
                κραυγές
 
Πτώματα ακέφαλα χορεύανε τρελά και τρέχανε σα μεθυσμένα όταν βαρούσανε οι καμπάνες
Τότε, θυμάσαι, που μου λες: Ετέλειωσεν ο πόλεμος!

Όμως ο Πόλεμος δεν τέλειωσεν ακόμα.
Γιατί κανένας πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ

--------------------------------------------------------------------------------------

Σημειώσεις

1. Ο πίνακας είναι του Πικάσο και έχει τον τίτλο «Οι δύο σαλτιμπάγκοι» ή »Ο Αρλεκίνος και η παρέα του» (τι σου είναι οι συμπτώσεις της εποχής!). Είχε ζωγραφίσει πολλούς αρλεκίνους ο Πικάσο. Αυτός εδώ βρίσκεται στο Μουσείο Πούσκιν της Μόσχας, όπως διαβάζουμε στη σελίδα της Βικιπαίδειας απ' όπου πήρα και την εικόνα (δεν είμαι όμως σίγουρη αν είναι σωστή η πληροφορία, γιατί από ένα γρήγορο ψάξιμο που έκανα στη σελίδα του ρωσικού μουσείου, δεν το βρήκα, υποθέτω ότι το ... cancel culture των ευρωπαίων υπουργών μας του Πολιτισμού  δεν έχει προλάβει να βάλει το χέρι του).

2. Το ποίημα του Μίλτου Σαχτούρη περιέχεται στη συλλογή «Με το πρόσωπο στον τοίχο» που κυκλοφόρησε το 1952 και προφανώς αναφέρεται στα τραύματα της εποχής, στον εμφύλιο. Το ποίημα του Μανόλη Αναγνωστάκη περιέχεται στη συλλογή «Εποχές» (το έχω στην έκδοση «Τα ποιήματα 1941-1971», Στιγμή 1992). Αντέγραψα και τα δύο ποιήματα από τον ιστότοπο του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας (https://www.greek-language.gr/digitalResources/literature/tools/concordance/browse.html?cnd_id=8&text_id=2780  και https://www.greek-language.gr/digitalResources/literature/tools/concordance/browse.html?text_id=16&hi=1997&cnd_id=2 αντίστοιχα).

Τρίτη 1 Μαρτίου 2022

Κίτρινα αερόπλοια γέμισαν τον ουρανό κι η πληγωμένη Άνοιξη τεντώνει τα λουλούδια της

 
Κίτρινα αερόπλοια ξάφνου γέμισαν τον ουρανό
άλλα μικρά κι άλλα μεγάλα
κίτρινοι σκελετοί κούναγαν τα χέρια
                                      και ουρλιάζαν
όπως και κίτρινες κανάρες μεγάλες
πεταλούδες με πόδια μικρών παιδιών που
κρέμονταν
μαζί μ’ αστέρια κίτρινα που δεν τα γνώριζαν
                             και τα μισούσαν 

από τη γη κοίταζαν κίτρινοι
                                 οι αστροναύτες

δεν το περίμεναν

Μίλτου Σαχτούρη "Σημάδια κίτρινα" από τη συλλογή «Χρωμοτραύματα» (1980) που βρίσκεται στον συλλογικό τόμο Ποιήματα (1980-1998).

Η πληγωμένη Άνοιξη τεντώνει τα λουλούδια της
οι βραδινές καμπάνες την κραυγή τους
κι η κάτασπρη κοπέλα μέσα στα γαρίφαλα
συνάζει στάλα στάλα το αίμα
απ’ όλες τις σημαίες που πονέσανε
από τα κυπαρίσσια που σφαχτήκαν
για να χτιστεί ένα πύργος κατακόκκινος
μ’ ένα ρολόγι και δυο μαύρους δείχτες
κι οι δείχτες σα σταυρώνουν θα ’ρχεται ένα σύννεφο
κι οι δείχτες σα σταυρώνουν θα ’ρχεται ένα ξίφος
το σύννεφο θ’ ανάβει τα γαρίφαλα
το ξίφος θα θερίζει το κορμί της

Μίλτου Σαχτούρη «Η πληγωμένη Άνοιξη», από τη συλλογή «Παραλογαίς» 1948.

Καλό μήνα. Μπήκε η Άνοιξη. Χειμώνας στον κόσμο! Εκρήξεις.

Κι εμείς, καθισμένοι και καθισμένες στον καναπέ του σαλονιού μας, κάνουμε λίγα δευτερόλεπτα σιγή ν' ακούσουμε τις εκρήξεις από την τηλεόραση! Τι ωραίο πλιάτσικο!!! (συγγνώμη, θέαμα ήθελα να πω, ή μήπως το ίδιο κάνει;)

--------------------------------------------------------------

Σημειώσεις
 
1. Η πρώτη εικόνα είναι το έργο Explosion (Έκρηξη) της Γιάννας Περσάκη, σημαντικής ζωγράφου αφηρημένης τέχνης. Ήταν και η σύντροφος του Μίλτου Σαχτούρη. 
 
2. Το σχέδιο της δεύτερης εικόνας είναι του Μίλτου Σαχτούρη και περιέχεται στον τόμο Ποιήματα (1980-1998), από τις εκδόσεις Κέδρος, 2002. 
 
3. Η φράση "Τι ωραίο πλιάτσικο" είναι δανεισμένη από τον μεταφρασμένο τίτλο μυθιστορήματος του σημαντικού σύγχρονου Άγγλου συγγραφέα Τζόναθαν Κόου. Μου ταίριαξε σ' αυτά που συμβαίνουν αυτές τις μέρες, με την εισβολή της Ρωσίας του Πούτιν σε μια άλλη χώρα την Ουκρανία, με την υποκρισία των Αμερικανών ότι δεν επιτρέπουν εισβολές σε άλλες χώρες (θε μου τι ακούμε και διαβάζουμε αυτές τις μέρες μας), με την "οργή" των Ευρωπαίων που δεν ξέρουν τίποτα και πρώτη φορά μετά το '45 έγινε πόλεμος στην Ευρώπη (και βέβαια η Γιουγκοσλαβία και ο διαμελισμός της έγιναν σε μια άλλη ήπειρο και καμιά ευρωπαϊκή χώρα δεν ξέρει τίποτα ούτε καν η Γερμανία), με μας που τρέξαμε από τους πρώτους να στείλουμε πολεμικό υλικό και με τους ανθρώπους της Ουκρανίας στη μέση, να βιώνουν πόλεμο, ανασφάλεια, ξεκλήρισμα των οικογενειών τους, καταστροφή και να προστίθενται στους χιλιάδες πρόσφυγες που αναζητούν καινούριο σήμερα. 
 
4. Τα παιδάκια σήμερα κι εκεί θα φόραγαν την κόκκινη κλωστή να μην τα κάψει ο Μάρτης...

Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2022

Τα σκολειά χτίστε, στον τόπο απάνου όχι πολέμων κάστρα και τα βιβλία σαν τα τραγούδια να είναι!

Με τη φλόγα που ψαίνει και που πλάθει,
με της καρδιάς τη φλόγα, με του Λόγου
τη δύναμη, ξεσκέπαστα, καθάρια,
και με τα χέρια, και με τα μαχαίρια,
τον τόπο πάρτε.


Κάτου σημάδια που έμπηξε το ψέμα!
Τα ταξίματα φέρτε στης Αλήθειας
της ιερής το βωμό και τα σφαχτάρια.
Στον τόπο απάνου όχι πολέμων κάστρα
·

τα σκολειά χτίστε!


Λιτά χτίστε τα, απλόχωρα, μεγάλα,
γερά θεμελιωμένα, από της χώρας
ακάθαρτης, πoλύβοης, αρρωστιάρας
μακριά μακριά τ' ανήλιαγα σοκάκια,
τα σκολειά χτίστε!


Και τα πορτοπαράθυρα των τοίχων
περίσσια ανοίχτε, νάρχεται ο κυρ Ήλιος,
διαφεντευτής, να χύνεται, να φεύγει,
ονειρεμένο πίσω του αργοσέρνοντας
το φεγγάρι.


Γιομίζοντάς τα να τα ζωντανεύουν
μαϊστράλια και βοριάδες και μελτέμια
με τους κελαϊδισμούς και με τους μόσκους
·
κι ο δάσκαλος, ποιητής και τα βιβλία
να είναι σαν κρίνα.


Του τραγουδιού τη γλώσσα αντιλαλώντας,
και τα βιβλία σαν τα τραγούδια να είναι!
Στη γη της ομορφιάς, αρματωμένη
την Επιστήμη, η Ομορφιά, χαρά της!
αρχή σοφίας!


Τα σκολειά χτίστε, υψώστε τα πλατάνια
για το δροσό στης ρεματιάς τη χάρη,
για τον καρπό σπάρτε τα αμπέλια, ας είναι
τ' αγαθά τους αγνά κρασιά, και ας είναι
γούρμα σταφύλια,
λογής, κεχριμπαρένια, άλικα, μαύρα.


Όπου απλωσιά, όπου ψήλωμα, όπου υγεία,
στα πέλαα ν' αγναντεύουν τα καράβια
και τους αϊτούς να λαχταράν και τ' άστρα
στα ουράνια πλάτια.


Και βαθιούς τράφους γύρω γύρω σκάφτε
και πύργους πολεμόχαρους υψώστε
και βαρδιατόρους βάλτε να κρατάνε
μακριά μακριά τον ψεύτη και τον πλάνο
της Ρωμιοσύνης.


Ξόβεργα και καρφιά κρατά και πάει
και πιάνει και καρφώνει και σκοτώνει
·
του φτερωτού πιο απ' όλα κυνηγάρης,
αρχίζοντας από τις πεταλούδες,
φτάνει στη Σκέψη. 

 

Το παραπάνω ποίημα με τίτλο «Τα σκολειά χτίστε!» είναι του Κωστή Παλαμά και περιέχονται στη συλλογή του «Η Πολιτεία και η Μοναξιά» (η αντιγραφή έγινε από τον ιστότοπο του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας). Ο ποιητής έφυγε σαν σήμερα, 27 Φλεβάρη του 1943, μέσα στη μαύρη καταχνιά της γερμανικής κατοχής.  

Ο σπουδαίος ελληνιστής και φιλέλληνας Έντμουντ Κίλι (που έφυγε πριν από λίγες ημέρες) αφιερώνει δυο σελίδες για την κηδεία του ποιητή στο βιβλίο του με τίτλο «Αναπλάθοντας τον παράδεισο: το ελληνικό ταξίδι 1937-1947» (έχω την παλιότερη έκδοση του Εξάντα 1999 σελ. 270-271, υπάρχει και νεότερη  του 2019 από τον Πατάκη). Αναφερόμενος στα γεγονότα στη διάρκεια της τελετής και ειδικότερα στον «Κολοσσό», όπως ονομάζει τον Κατσίμπαλη, που ήταν από τους επικεφαλής της νεκρικής πομπής, μεταφέρει και την εκδοχή που τρία χρόνια αργότερα αφηγήθηκε ο Λόρενς Ντάρελ στον Χένρι Μίλερ. Σύμφωνα με αυτή την αφήγηση, ο Κατσίμπαλης, αφού έβρισε τον εκπρόσωπο της γερμανικής πρεσβείας που είχε πάει να καταθέσει στεφάνι, «άρχισε μετά να ψέλνει τον εθνικό ύμνο, ο οποίος, όπως ο ίδιος επισήμανε, απαγορευόταν επί ποινή θανάτου». Κι ενώ στην πρώτη στροφή δεν τον συνόδευε ούτε ένας κι εκείνος έτρεμε σύγκορμος και οι Γερμανοί κοίταζαν ολόγυρα αγριεμένοι, και η γυναίκα του προσπαθούσε να του κλείσει το στόμα και η Ιωάννα Τσάτσου τον τραβούσε από το μανίκι να σταματήσει, 

«ξαφνικά τον ύμνο έπιασε κι ένας χοντρός Κερκυραίος φίλος που του έκανε ντουέτο με τη βαθιά φωνή του, βοηθώντας τον να τελειώσει τη δεύτερη στροφή. Και μετά, εξιστορούσε ο Κατσίμπαλης, "σα να είχες γυρίσει ένα διακόπτη", έπιασε και ο κόσμος βροντοφωνάζοντας τον ύμνο "με τα δάκρυα να τρέχουν ποτάμι στα πρόσωπά μας"».

 

 
Στη μνήμη του ποιητή, το τεύχος Ιαν. - Φεβρ. 1976 του περιοδικού Γράμματα κυκλοφόρησε με μια ανθολόγηση του έργου του με τίτλο «Παλαμική ανθολογία 1886 - 1940» (έχω σημειώσει ημερομηνία απόκτησης 2-6-1977). Στην εισαγωγή του ο διευθυντής του περιοδικού Φ. Ηλιάδης παραθέτει ένα απόσπασμα από κείμενο του Αιμίλιου Χουρμούζιου σχετικά με τη συμβολή του Παλαμά, του μεγάλου Άγνωστου των ελληνικών γραμμάτων όπως τον χαρακτήριζε, ενώ αναφέρεται και  στην τρίτομη μελέτη του Χουρμούζιου με τίτλο «Ο Παλαμάς και η εποχή του». Ανάμεσα στα ποιήματα που ανθολογούνται είναι και ορισμένες μεταφράσεις του Παλαμά, και είναι αξιοσημείωτο ν' αναφέρουμε ότι έχει αφήσει και μεταφράσεις ποιημάτων του Ουγκώ, του Ρίλκε, του Βερλέν κ.ά., όπως η παρακάτω στροφή από ποίημα του Βερλέν:

Χωρίς πατρίδα, χωρίς να ΄χω βασιλιά,
κι ακόμα δίχως να είμαι παλικάρι,
πήγα στον πόλεμο για να πεθάνω· αλλά
κι ο θάνατος δε μούκαμε τη χάρη.
 
Και πάλι για τον ποιητή, δυο λόγια για την εικόνα (αντιγραμμένη από τον ιστότοπο των Ατενίστας με τα γλυπτά της Αθήνας). Πρόκειται για τον αδριάντα του ποιητή που βρίσκεται έξω από το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων. Στήθηκε αρχές Μαρτίου του 1975. Αυτό καταλαβαίνουμε διαβάζοντας το ημερολόγιο του πρωτοετή τότε φοιτητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιάννη Κόκκωνα. Κείνη τη μέρα ο Γιάννης, όπως γράφει στο ημερολόγιό του, 8 του Μάρτη 1975, στις 11 το πρωί παρακολούθησε το πρώτο αντιμάθημα ψυχολογίας:
 
[...] Σαν πρώτο βήμα καλά πήγαμε. Πηγαίνοντας στη λέσχη για Αγγλικά είδα ένα άγαλμα που ασπροβόλαγε στη γωνία Ασκληπιού και Ακαδημίας, πάνω στο γρασίδι. Είναι ένα καινούργιο, του Παλαμά. Τώρα κατάλαβα γιατί στολίσανε με σημαίες τις κολώνες. Είχε γίνει η τελετή της αποκάλυψης. Κατά τις 6.30 ήμουνα στα Ιλίσια [...]
 
Πράγματι, η τελετή έγινε στις 6 Μαρτίου, όπως επιβεβαιώνει ο επιμελητής του ημερολογίου Κώστας Κατσάπης, στο πρωτότυπο στη σύλληψη αλλά και πολύ ενδιαφέρον βιβλίο «Λέξεις της φωτιάς: νεανική ριζοσπαστικοποίηση και ημερολογιακή γραφή την αυγή της μεταπολίτευσης» (Μωβ Σκίουρος, 2020), ο οποίος με βάση τις ημερολογιακές καταγραφές του νεαρού τότε φοιτητή αναζητεί τα γεγονότα, τα επιβεβαιώνει από τις πηγές της εποχής και τα περιγράφει (σίγουρα αξίζει μια ξεχωριστή ανάρτηση και θα το κάνω).
  
Για τον Κωστή Παλαμά έχω ξαναγράψει. Σ' αυτό το ποίημα, με την χαρακτηριστική παλαμική γλώσσα, στέκω στους δυο στίχους όπου εκφράζει την αγωνία του, τον ουμανισμό του, την πίστη του ότι χρειαζόμαστε σχολεία και όχι πολέμους:

Στον τόπο απάνου όχι πολέμων κάστρα.

Τα σκολειά χτίστε! 

Πόσο πάντα επίκαιρος!

Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2022

Χαίρε κεχαριτωμένη υπόσχεση του ανέλπιστου: Εις μνήμην Κικής Δημουλά και Λάκη Σάντα

   

[...] Χαίρε συνέπεια λουλουδιών

προς την τακτήν επιστροφή σας

χαίρε συνέπεια του ανεπίστρεπτου

τήρησες κατά γράμμα τους νεκρούς.

Χαίρε του σκοταδιού το σφιχταγκάλιασμα

που δέχεσαι το δικαιολογημένο

έχει να σε δει πρν τη γέννησή σου.

Χαίρε των ματιών σου η ανοιχτοφοβία

χαίρε κεχαριτωμένη υπόσχεση του ανέλπιστου

πως βλέμμα σου θα ξεθαρρέψει πάλι κάποτε\να ξανοιχτεί προς έντρομο δικό μου.

Χαίρε των ματιών σου η ανοιχτοφοβία

- της μνήμης το «ελευθέρας» να πηγαίνει

όποτε θέλει να τα βλέπει

αυγή χαμένης μέρας.


Όσο για σένα κόσμε

που καταδέχεσαι να ζεις

όσο έχει την ανάγκη σου η τύχη

για να καρπούνται τα δεινά την εύφορη αντοχή σου,

που εξευτελίζεσαι να ζεις

για να σου πει μια καλησπέρα το πολύ

κατά τον διάπλου

ένα εγγαστρίμυθα ολόγιομο φεγγάρι

τι να σου πω

χαίρε κι εσύ.


Σαν σήμερα πριν από δυο χρόνια έφυγε η Κική Δημουλά, η ποιήτρια που κέντησε τον ποιητικό λόγο με στολίδια καθημερινών πραγμάτων, που ύμνησε τη λήθη για να παραμένει ζωντανή η μνήμη, η γυναίκα που θα ήθελε

«κάπως αλλιώς ν' αγαπιούνται τα πράγματα». *
 
Το παραπάνω απόσπασμα είναι από το ποίημα Χαίρε ποτέ της ομώνυμης συλλογής της ποιήτριας (Στιγμή, 1991).**

Ο κολοφώνας της έκδοσης «Χαίρε ποτέ», Στιγμή 1991

Κι από την άλλη, σαν σήμερα πριν από 100 ακριβώς χρόνια γεννήθηκε ένας άλλος ωραίος άνθρωπος, ο Λάκης Σάντας, εκείνος που μαζί με τον Μανώλη Γλέζο, στις 30 Μαίου του 1941, λίγο μετά τη Μάχη της Κρήτης,
νεαρά παιδιά στα 19 τους χρόνια, κατέβασαν από τον βράχο της Ακρόπολης τη γερμανική σημαία με τη σβάστικα των ναζί κατακτητών. 
 
«Είμαστε αποφασισμένοι ότι εάν μας ανακάλυπταν θα πέφταμε από την Ακρόπολη να σκοτωθούμε. Δεν διστάσαμε στιγμή για αυτό. Πάνω στον Ιερό Βράχο αισθανθήκαμε την Ιστορία μας και το καθήκον του Αγώνα για τα Ιερά της Πατρίδας μας», είχε πει σε συνέντευξή του σε εφημερίδα της Λευκάδας, του γενέθλιου τόπου. 
 
Τα είχε γράψει και στο βιβλίο του «Μια νύχτα στην Ακρόπολη» (Βιβλιόραμα, 2010). Τάχε διηγηθεί μαζί με τον Μανώλη Γλέζο στον Φρέντυ Γερμανό σε μια ιστορικής αξίας συζήτηση το 1982 στην ΕΡΤ (https://archive.ert.gr/73796/).

Ήταν ένα τέταρτο φεγγάρι, έτσι Μανώλη;

Το 2009, σε συνέντευξή του στο Έψιλον της Ελευθεροτυπίας ο Λάκης Σάντας έλεγε:
 
«Εμείς είμαστε δρακογενιά. Κοιμηθήκαμε πάνω στο χιόνι κι ανάμεσα στα σκίνα, δεχτήκαμε ιατρικές επεμβάσεις χωρίς αναισθητικό, ζήσαμε στα ξερονήσια και τις φυλακές, μάθαμε εν ολίγοις ν’ αντέχουμε».
 
Χαίρε Λάκη Σάντα, χαίρε κι εσύ Κική Δημουλά!

.......................................................................................................................

* Ο στίχος είναι από την ποιητική συλλογή της Κικής Δημουλά «Άνω Τελεία».

** Νιώθω την ανάγκη να σημειώσω λίγα για τις πληροφορίες έκδοσης του βιβλίου. Το εξώφυλλο είναι έργο του σπουδαίου ζωγράφου μας Σωτήρη Σόρογγα, ενώ, όπως διαβάζουμε στον κολοφώνα, το αντίτυπο που έχω στη βιβλιοθήκη μου (αγορασμένο, όπως έχω σημειώσει στη σελίδα του τίτλου, στις 10 Φεβρουαρίου 1993) έχει αριθμό έκδοσης 77 και είναι η δεύτερη ανατύπωση (εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1988) που έγινε τον Μάιο 1991 σε δυο χιλιάδες αντίτυπα στο λιθογραφείο Ζαχαρόπουλος-Σιταράς. Οι εκδόσεις Στιγμή μας δίνουν πάντα όμορφες και ιδιαίτερες ποιοτικά, τόσο ως προς το περιεχόμενο όσο και ως προς την αισθητική, εκδόσεις, όπου την τυπογραφική επιμέλεια έχει ο επίσης σπουδαίος Αιμίλιος Καλιακάτσος.

Δευτέρα 7 Φεβρουαρίου 2022

Λαέ της Λιλιπούπολης, αποχαιρετούμε τη Μαριανίνα Κριεζή

 


Λαέ της Λιλιπούπολης, σήκωσε πια παντιέρα,
με το Χαρχούδα δήμαρχο δε βλέπεις άσπρη μέρα.
Κι αν ήσουνα Χαρχουδικός, καιρός να μετανιώσεις,
γίνε Δυστροποπιγκικός, αν θέλεις να προκόψεις.

Εβγάλαν οι Χαρχουδικοί δήμαρχο το Χαρχούδα
και τη ζωή μας κυβερνά μια αρκουδοπεταλούδα.
Όμως στις άλλες εκλογές η ρόδα θα γυρίσει
κι όλη η Λιλιπούπολη εμένα θα ψηφίσει.

Το τραγούδησαν τα παιδιά μας, μαζί κι εμείς, το τραγουδούν τα εγγόνια μας, πάλι κι εμείς μαζί. Αποχαιρετούμε την σπουδαία, την εμβληματική Μαριανίνα Κριεζή με νοσταλγία, με γλύκα, μ' ευγνωμοσύνη γιατί έκανε τον κόσμο των παιδιών, τον κόσμο μας, καλύτερο. Αξίζει να σκύψει κανείς στους στίχους των τραγουδιών.
 
 
Κοιτάζοντας τον δίσκο LP της EMI που έχω στο σπίτι με τα μέρη «Η κλειδωμένη τουαλέτα - Το πετρωμένο δάσος - Ρόζα Ροζαλία - Το ροζ χρώμα», στέκομαι στους συντελεστές, γιατί η Λιλιπούπολη ήταν μια συλλογική δουλειά σπουδαίων ανθρώπων. Εκτός από τη Μαριανίνα Κριεζή που έγραψε τους στίχους των τραγουδιών, τα κείμενα του έργου έγραψε η ίδια μαζί με τις Αννα Παναγιωτοπούλου και Ρεγγίνα Καπετανάκη. 
Η μουσική είναι από τους Νίκο Κυπουργό, Λένα Πλάτωνος, Νίκο Χριστοδούλου, Δημήτρη Μαραγκόπουλο. 
Διεύθυνση ορχήστρας από Μάνο Χατζηδάκι και Βύρωνα Φιδετζή. 
Τραγουδούν Νίκος Τσιλούλης, Σταμάτης Φασουλής, Λάμπρος Τσάγκας, Σπύρος Σακκάς, Λένα Πλάτωνος και Σαββίνα Γιαννάτου, ενώ σε έκτακτη συμμετοχή ακούγεται η Λιζέτα Νικολάου. 
Έπαιξαν οι ηθοποιοί: Βασίλης Μπουγιουκλής (Χαρχούδας), Νίκος Τσιλούνης (Μπρίνης – Δρ. Δρακατόρ), Ράνια Οικονομίδου (Πιπινέζα), Αννα Παναγιωτοπούλου (Χιονάτη), Λευτέρης Βογιατζής (Πρίγκιπας του Παραμυθιού), Πέπη Οικονομοπούλου (Οφη – Σόφη), Θοδωρής Μπογιατζής (Δυστροπόπιγγας), Δημήτρης Χρυσομάλλης (Κουκουτούζ), Λάμπρος Τσάγκας (Παπαγάλος – Γλυκόσαυρος), Σταμάτης Φασουλής (Μπιξ - Μπιξ), Μίρκα Παπακωνσταντίνου (Μπομπίλα).

Αχ Ρόζα, Ρόζα Ροζαλία
πάμε μαζί στη συναυλία,
ν’ ανθίσει μ’ όλα τα βιολιά
μια ροζ μεγάλη βυσσινιά
στο πρώτο μας φιλί. 

Συμπτωματικά, σε πρόσφατη παρουσίαση για ψηφιακές βιβλιοθήκες κτλ, παρουσιάζοντας την εφαρμογή "Ευτέρπη" της Βιβλιοθήκης του Μεγάρου Μουσικής έδωσα ως δείγμα το τραγούδι "Μες στο μουσείο" σε μουσική Νίκου Κυπουργού:

μες το μουσείο
μες το μουσείο
μια μέρα μπήκα με φόρα κι εγώ
μη με τραβάτε, μη μου κολλάτε
απ' το μουσείο δε θέλω να βγω...

ηχητικό

 
Ανάμεσα στα τραγούδια της Λιλιπούπολης ήταν και  «το τσιφτετέλι της γρίππης» που το τραγούδησε η Σαββίνα Γιαννάτου:
 
Είμαι μία Ασιατική γρίπη
έρχομαι απ’ την ανατολή,
ταξιδεύοντας μέρα και νύχτα
πάνω σ’ ένα μαγικό χαλί.

Μια πενικιλίνη προτιμάω (έλα έλα)
δυο κινίνα δίκταμο ζεστό
κι αν σας βρίσκεται καμιά ασπιρίνη,
θα την πάρω σας ευχαριστώ.

Είμαι μία Ασιατική γρίπη
πάω πίσω στην ανατολή,
με αξέχαστες εντυπώσεις
από την πανέμορφή σας Λιλιπούπολη.
 
Δεν ξεχνάμε πως η Λιλιπούπολη ήταν ραδιοφωνική εκπομπή του Τρίτου προγράμματος την περίοδο 1976-1980, όταν διευθυντής ήταν ο Μάνος Χατζηδάκις.
 
Κι επίσης, δεν ξεχνάμε πως η Μαριανίνα Κριεζή έγραψε στίχους για πολλά τραγούδια που συνέθεσαν ο Λάκης Παπαδόπουλος, η Δήμητρα Γαλάνη, η Αρλέτα, ο Τάκης Μουσαφίρης και πολλοί άλλοι.
 
Τώρα που πας κι εσύ στη Λιλιπούπολη 
χαιρέτησέ μου το δήμαρχο Χαρχούδα,
την Πιπινέζα, τον Δυστροπόπιγγα 
και τον δόκτωρα Δρακατόρ.
 
Κι αν δεις τον Άσπρο Μπέμπαντα 
πες του πως δεν τον ξέχασα, 
μα όπως πάντα τον θυμάμαι 
όσα χρόνια κι αν περνάνε. 
 
Τώρα που πας κι εσύ στη Λιλιπούπολη 
χαιρέτησέ μου τον Μπρίνη, την Μπομπίλα, 
την Όφη - Σόφη, το Γλυκόσαυρο, τον Μπιξ-Μπιξ 
και τον Κουκουτούζ. 
 
 Κι αν δεις τον Άσπρο Μπέμπαντα 
πες του πως δεν τον ξέχασα, 
μα όπως πάντα τον θυμάμαι 
όσα χρόνια κι αν περνάνε.