Τετάρτη 13 Μαρτίου 2013

H τιμή του βιβλίου στην Ελλάδα της κρίσης και οι Βιβλιοθήκες που δημιουργούν αναγνώστες!

Οι Βιβλιοθήκες δημιουργούν αναγνώστες



"Μπορεί να μειωθεί  η τιμή των βιβλίων;


Εντεκα βιβλιοφιλικά μπλογκ με κοινή τους επιστολή προς τους εκδότες τούς ζήτησαν να μειώσουν τις τιμές των βιβλίων.  Η επιστολή είχε μεγάλη απήχηση και έκανε τον γύρο των κοινωνικών δικτύων.  Με αφορμή αυτή την επιστολή συζητάνε οι: Άγης Αθανασιάδης, (blog Librofilo), Βιβή Γεωργαντοπούλου (blog Λέσχη του Degas, συντάκτρια της επιστολής), Θοδωρής Βασιλόπουλος (ιδιοκτήτης βιβλιοπωλείων «Ευριπίδης»),  Νίκος Αργύρης (εκδόσεις Ίκαρος), Αργύρης Καστανιώτης (εκδόσεις Καστανιώτη).
Συντονίζει ο Γιάννης Ν. Μπασκόζος, δημοσιογράφος  στο ΒΗΜΑ"

Αυτή η συζήτηση παρουσιάζεται στη σελίδα του Βήματος με τον τίτλο H τιμή του βιβλίου στην Ελλάδα της κρίσης.

Όπως έχουμε ήδη γράψει, με πρωτοβουλία 11 ιστολογίων (μεταξύ των οποίων και του Καγκουρώ) έχει ξεκινήσει μια συζήτηση σχετικά με την τιμή των βιβλίων και κυρίως των νέων εκδόσεων. Στην ανοιχτή επιστολή που δημοσιεύτηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2013, διατυπώσαμε (κάνοντας κάποιες επιμέρους τροποποιήσεις κάποιοι από εμάς, ώστε να εκφράζουμε την προσωπική μας άποψη σε συγκεκριμένα σημεία, χωρίς να ξεφεύγουμε από το γενικό πλαίσιο αλλά και χωρίς τη διάθεση καθολικής επιβολής της άποψής μας στα σημεία αυτά)  ότι η τιμή των (νέων κύρια) βιβλίων είναι κατά μέσον όρο υψηλή, λαμβάνοντας υπόψη και τις σημερινές οικονομικές δυσκολίες που βιώνουμε όλοι μας.


Κάποιες εφημερίδες δημοσίευσαν την επιστολή, παίρνοντας ή όχι θέση πάνω στο θέμα, στο διαδικτυακό σταθμό Amagi Radio πραγματοποιήθηκε σχετική εκπομπή, ενώ ο φίλος Νίκος Σαραντάκος στο ιστολόγιό του "Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία"  διατύπωσε τις επιφυλάξεις του για την πρωτοβουλία, έδωσε όμως τη δυνατότητα πλατιάς ενημέρωσης και συζήτησης.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον επέδειξε ο Γιάννης Μπασκόζος του Βήματος με δύο άρθρα, όπου στο τελευταίο της περασμένης Κυριακής 10/3, πέραν της σύμφωνης γνώμης του για την πρωτοβουλία, εκφράζει απόψεις για την ανάγκη καλλιέργειας της φιλαναγνωσίας, για το ρόλο του σχολείου από τις πρώτες πρώτες βαθμίδες, για το ρόλο των βιβλιοθηκών και την ανάγκη ενίσχυσής τους.

Όπως φάνηκε στην παραπάνω συζήτηση στο Βήμα, τόσο οι εκδότες όσο και οι βιβλιοπώλες αρνούνται (γιατί αδυνατούν, όπως υποστηρίζουν) τη μείωση της τιμής, θέτοντας ως κύριο πρόβλημα το ύψος του ΦΠΑ (για τον οποίο υπάρχει πράγματι ένα πρόβλημα).

Διατηρώντας τις απόψεις μου και βασιζόμενη, πέραν της προσωπικής εμπειρίας σε στοιχεία από σχετικές έρευνες του ΕΚΕΒΙ και της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, τα οποία ανέφερα στην ανάρτησή μου, βρίσκω ότι το βιβλίο θα έπρεπε να είναι φτηνότερο, ώστε να είναι περισσότερο προσιτό σε αναγνώστες. Πιστεύω ότι το βιβλίο έχει έναν ξεχωριστό ρόλο, δεν μπορεί να θεωρείται απλά ένα εμπορικό/εμπορεύσιμο αγαθό και έτσι δεν μπορεί να λογαριάζεται από τους (όχι μόνο "βιβλιόφιλους") πολίτες ως προς το οικονομικό αντίκρυσμα που έχει για τους δημιουργούς και διακινητές του (εκδότες, βιβλιοπώλες, συγγραφείς).

Όχι πως δεν αναγνωρίζονται τα προβλήματα στους χώρους αυτούς, κάθε άλλο μάλιστα. Ορθά ζητείται και η εκδήλωση ειλικρινούς ενδιαφέροντος των αρμόδιων θεσμικών φορέων (ποιων, αυτών που έτσι απλά αποφάσισαν το κλείσιμο του ΕΚΕΒΙ υπακούοντας στο "πονάει δόντι, κόψει κεφάλι" ή αυτών που διέλυσαν τις σχολικές βιβλιοθήκες πριν τις ολοκληρώσουν καν ή κτλ κτλ.). Ορθά επισημαίνονται αδυναμίες και κακοδαιμονίες. Ορθά σημειώνεται ότι χρειάζεται πολλή δουλειά για να νιώσουν οι Έλληνες την ανάγκη να διαβάζουν, ότι το σχολείο πρέπει να παίξει τον καταλυτικό ρόλο και ότι είναι οι βιβλιοθήκες αυτές που δημιουργούν τους αναγνώστες.

Πραγματικά, εκτιμώ ιδιαίτερα ότι η άποψη αυτή, και παρά τις αντιρρήσεις του για το θέμα της τιμής, εκφράστηκε από εκπρόσωπο των εκδοτών. Και το εκτιμώ ακόμη περισσότερο, ενθυμούμενη ότι πριν πολλά χρόνια, ένας εκδότης μου είχε πει, όταν ζήτησα να μου στείλει στη Βιβλιοθήκη φυλλάδιο με τους τίτλους που εκδίδει (προ Διαδικτύου αυτά) για να κάνουμε αγορά (τότε ακόμη αγόραζαν βιβλία οι βιβλιοθήκες) είχε εκφράσει επιφυλάξεις γιατί, λέει, έτσι έχανε πελάτες!!!


 Αντιγράφω παρακάτω τα σχόλια που έκανα στη Λέσχη Degas και στο Διαβάζοντας, συμπληρωματικά της ανάρτησής μου και παίρνοντας υπόψη σχόλια που είχαν ήδη διατυπωθεί:

Τελικά η κουβέντα ποια είναι; Αν είναι το βιβλίο ακριβό; Άν μπορούν οι εκδότες να μειώσουν την τιμή; Άν έπρεπε να σταλεί η επιστολή στον αρμόδιο υπουργό; Άν μπορούν να ανοίγουν συζητήσεις μέσα από τα ιστολόγια; Η δική μου γνώμη είναι ότι σε αρκετές περιπτώσεις είναι ακριβό, δεν το συγκρίνω με άλλα αγαθά ή "μέσα ψυχαγωγίας" (εκεί, πιστέψτε με, θα βγει πολύ πιο φτηνό), σε αρκετές περιπτώσεις όντως οι εκδότες δεν μπορούν να κάνουν μείωση (εκτιμώ και συνιστώ σχετικά τη χθεσινή, πιστεύω ειλικρινή, συζήτηση στο Amagi Radio με τον εκδότη του Ικαρου, αλλά και παλιότερη συζήτηση στο ιστολόγιο της Ωκεανίδας), και ο χώρος όλων των συντελεστών του βιβλίου έχει προβλήματα, και όλη η κοινωνία έχουμε προβλήματα.

Νομίζετε είναι εύκολο να αγοράσει κανείς βιβλίο με 15 ευρώ; Και αν αγοράσει ένα, πόσα άλλα καινούρια θα "τολμήσει" να αγοράσει; Κάπως έτσι τα έγραψα και στο δικό μου ιστολόγιο, με κάποιες μικροαλλαγές στην αρχική επιστολή, αλλά στο πνεύμα, ας πούμε τη γνώμη μας, ας ανοίξουμε το θέμα, ας ακούσουμε και τους άλλους και τέλος πάντων ας ανοίξουμε και το άλλο πιο μεγάλο θέμα, αυτό της χαμηλής αναγνωσιμότητας, αυτό πώς θα το λύσουμε; Όχι οι ιστολόγοι βέβαια.

Και ας μη βαράνε όσοι δεν συμφωνούν, ας καταθέσουν κι αυτοί τις γνώμες τους, πολιτισμένα. Και μην ξεχνάμε, υπάρχουν και βιβλιοθήκες, επιμένω, και όχι κόντρα στα εκδοτικά και στα βιβλιοπωλεία.

Και μία συμπλήρωση σχετικά με τα άλλα μέσα ψυχαγωγίας, πέρα από την όποια διαφορά του είδους (άλλο θέμα συζήτησης, δεν το ανοίγω εδώ), να σημειώσω ότι στον κινηματογράφο θα δώσει ο καθένας 7 ευρώ, στο θέατρο 15-20 κτλ, δηλαδή από το ίδιο σπίτι ή την ίδα παρέα το σύνολο θα είναι πολλαπλάσιο. Όλοι αυτοί όμως θα διαβάσουν ένα αντίτυπο του βιβλίου. Δίνω ένα επιχείρημα στους εκδότες και στους βιβλιοπώλες, αλλά δεν είν' εκεί το θέμα."
 
Κάποια άλλα θέματα επίσης:

Το ζήτημα δεν είναι μόνο η ατομική θέση ενός εκδότη ή ενός βιβλιοπώλη. Και το ζήτημα δεν είναι μόνο τα βιβλιοπωλεία του κέντρου, αλλά και αυτά της συνοικίας και αυτά της περιφέρειας. Εάν το κάθε μεγάλο βιβλιοπωλείο του κέντρου έχει τη δυνατότητα να κάνει τις τρομερές εκπτώσεις (τις οποίες πράγματι απολαμβάνω κι εγώ), τα πράγματα δεν είναι πάντα το ίδιο εύκολα και για τα υπόλοιπα. Και δεν συμφωνώ με κατάργηση της ενιαίας τιμής του βιβλίου.

Το πρόβλημα στην τιμή, όπως φαίνεται και από τις σχετικές έρευνες, είναι ακόμη μεγαλύτερο στα μη λογοτεχνικά βιβλία, δοκίμια, ιστορικά, πολιτικά, επιστημονικά κτλ.  Επίσης, υπάρχουν πολλές διαφορές ανάμεσα στους εκδότες χωρίς αυτό να αιτιολογείται πάντοτε από ποιότητα, μέγεθος κτλ. Και συχνά διαφορές ανάμεσα σε ελληνικά και μεταφρασμένα, με μεγαλύτερη τιμή συχνά στα ελληνικά.

Το θέμα της τιμής  του βιβλίου δεν αφορά μόνο μια ελίτ αναγνωστών, που μπορεί να διατηρούν και κάποια ιστολόγια, ακόμη και αν είναι χαμηλό το γενικό ποσοστό αυτών που διαβάζουν, ακόμη και αν υπάρχει μεγάλο ποσοστό ζήτησης στα λεγόμενα ευπώλητα (τα οποία, ας το ομολογήσουμε, χρησιμοποιούν και τα ... σοβαρά βιβλιοπωλεία ως κράχτες πλέον). Και τελικά, πώς ορίζονται αυτά τα ευπώλητα, ή μάλλον πώς χωρίζονται οι αναγνώστες σε αναγνώστες καλών και αναγνώστες ευπώλητων βιβλίων; Και... ας μου επιτραπεί να διατυπώσω μια ίσως αιρετική ως προς τα παραπάνω άποψη. Το ζήτημα δεν (πρέπει να) αφορά μόνο και πολύ περισσότερο όσους από εμάς ... ρουφάμε τα βιβλία κατά δεκάδες (μήπως και αυτό καταντά τελικά καταναλωτική μανία;), αλλά τον καθένα και την καθεμιά που θέλει ή θα ήθελε ή θα μπορούσε να θέλει να διαβάσει ένα, μάλλον περισσότερα από ένα, βιβλίο.

Θεωρώ επίσης ότι εμάς τους αναγνώστες, δηλαδή τους πολίτες, μας ενδιαφέρει να έχουμε πρόσβαση στη γνώση, και αγοράζοντας βιβλία, αλλά και δανειζόμενοι βιβλία από βιβλιοθήκες (αλλά και από φίλους). Μας ενδιαφέρει να υπάρχει βιβλίο, να υπάρχει καλό βιβλίο, και σε αυτό δεν θα συμφωνήσω με απόψεις του να προχωρήσουν οι εκδότες στην παραγωγή φτηνού βιβλίου τσέπης όπως στην Αγγλία π.χ. (σε βάρος στοιχείων ποιότητας σε σχέση με τη γλώσσα, την αισθητική κτλ. και σε αυτό συμμερίζομαι την άποψη των εκδοτών που το επικαλούνται).

Έτσι, αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία, εν τέλει, είναι η τόνωση της χρήσης των βιβλίων, της ανάγνωσης δηλαδή και αυτό πρέπει να γίνει με όλους που έχουν σχέση, είναι εκδότες, είναι βιβλιοπώλες, είναι θεσμοί όπως το ΕΚΕΒΙ και οι βιβλιοθήκες, είναι οι λέσχες ανάγνωσης, είναι οι εκπαιδευτικοί, είναι τα διάφορα ιστολόγια (γιατί όχι), δηλαδή οι ενεργοί πολίτες. Σε αυτό το πλαίσιο, η τιμή του βιβλίου πρέπει να είναι προσιτή, λαμβάνοντας υπόψη και τις σημερινές δύσκολες συνθήκες, αλλά και τις διαπιστώσεις που όλοι κάνουμε για την αναγκαιότητα υποστήριξης της παιδείας, της καλλιέργειας, της ψυχαγωγίας, της αναγνωσιμότητας. 

Και μην ξεχνάμε: (και) οι βιβλιοθήκες δημιουργούν αναγνώστες, ας τις πλαισιώσουμε και ας τις υποστηρίξουμε!
 

Σάββατο 9 Μαρτίου 2013

Μάρκος Ζαβιτζιάνος, ο Κερκυραίος καλλιτέχνης, σοσιαλιστής, δημοτικιστής

(από την έκδοση του ΜΙΕΤ)


Το πρώτο βιβλίο που διάβασα τον καινούριο χρόνο (και πολύ το ευχαριστήθηκα) είναι ένα εξαιρετικό αφιέρωμα στον Κερκυραίο καλλιτέχνη (αλλά και έναν από τους πρώτους σοσιαλιστές και δημοτικιστές) Μάρκο Ζαβιτζιάνο (ή Ζαβιτσιάνο). Πρόκειται για το  "Μάρκος Ζαβιτζιάνος:  Έργα και κείμενα", που κυκλοφόρησε από το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης (ΜΙΕΤ) στο τέλος του 2012 με αφορμή την Έκθεση με χαρακτικά του (πραγματοποιήθηκε το φθινόπωρο 2012 στο βιβλιοπωλείο της Αθήνας και αρχές του 2013 επαναλαμβάνεται στη Θεσσαλονίκη). Αντιγράφω για τον Κερκυραίο καλλιτέχνη από τον ιστότοπο του ΜΙΕΤ:

Ο Μάρκος Ζαβιτσιάνος υπήρξε ένας από τους πιο λαμπρούς ζωγράφους και χαράκτες της νεοελληνικής τέχνης. Γεννήθηκε το 1884 στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν γόνος αρχοντικής οικογένειας με μητέρα γαλλικής καταγωγής που διέθετε καλλιτεχνική παιδεία και πατέρα γιατρό. Ο Ζαβιτσιάνος φοιτά στη Μεγάλη του Γένους Σχολή αλλά το 1902 η οικογένεια επιστρέφει και εγκαθίσταται μόνιμα στην Κέρκυρα. Το 1904 φεύγει για το Μόναχο όπου σπουδάζει ζωγραφική στην Ακαδημία του Μονάχου. Στο διάστημα της παραμονής στη Γερμανία συνδέεται με τον Κώστα Χατζόπουλο και ασπάζεται τις σοσιαλιστικές ιδέες. Νεότατος, μόλις είκοσι τριών ετών, θα λάβει μέρος στη συζήτηση που διεξάγεται από τις στήλες του Νουμά για το βιβλίο του Γ. Σκληρού «Το κοινωνικόν μας ζήτημα» (1907) και θα εκθέσει με πάθος και διαύγεια τις πολιτικές του πεποιθήσεις και τους οραματισμούς του για την ελληνική κοινωνία. Το 1911 βρίσκεται πάλι στην Κέρκυρα, όπου συνεργάζεται με τον Κωνσταντίνο Θεοτόκη για την ίδρυση του Σοσιαλιστικού Ομίλου. Το 1912 εκθέτει έργα του στο Ζάππειο, ενώ μετά από δυο χρόνια μετέχει στην καλλιτεχνική εταιρεία «Συντροφιά των εννιά» και συνεργάζεται με τον Κ. Θεοτόκη εικονογραφώντας με 6 χαρακτικά την πρώτη έκδοση του έργου του «Η τιμή και το χρήμα». Το 1915 συμμετέχει στην ιδρυτική ομάδα του δίμηνου περιοδικού «Κερκυραϊκή Ανθολογία», όπου και δημοσιεύει λογοτεχνικά και εικαστικά έργα του. Στα επόμενα χρόνια παρουσιάζει τα έργα του σε διάφορες εκθέσεις στην Αθήνα αλλά και σε έκθεση στο Παρίσι. Το 1923 και ενώ βρίσκεται στη Γενεύη προσβάλλεται από πνευμονία και αφήνει εκεί την τελευταία του πνοή. 

Ο Παλαμάς γράφει ένα άρθρο στη μνήμη του όπου μεταξύ άλλων σημειώνει: «Ο Μάρκος Ζαβιτσιάνος ήτο γνήσιος καλλιτέχνης εις την εκδήλωσιν και του έργου του και της ζωής του… Ο Μάρκος Ζαβιτσιάνος προς του καλλιτέχνου την έμπνευσιν συνέδεε την θεωρητικήν μόρφωσιν. Ήτο ικανός να χειρισθή του λογίου την πένναν δια να πραγματευθεί ζητήματα κ’ αισθητικής φύσεως και τάξεως κοινωνιολογικής…». Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου τον κρίνει ως «τον τελευταίον ίσως της σειράς του Πολυλά, του Καλοσγούρου, του Θεοτόκη και του Μαβίλη». Ο Μαρίνος Καλλιγάς τον χαρακτηρίζει ως «έναν στοχαστικό άνθρωπο που είχε συνείδηση της ευθύνης του πραγματικού καλλιτέχνη».

ΜΙΕΤ

Την επιμέλεια της έκδοσης έκανε ο (και Διευθυντής του ΜΙΕΤ) Διονύσης Καψάλης. Αντιγράφω από τον πρόλογό του:

Τη γνωριμία της με τον Μάρκο Ζαβιτσιάνο -ή Ζαβιτζιάνο, όπως υπέγραφε ο ίδιος- η δική μου γενιά την οφείλει στην αγάπη, το πάθος και την επιμονή του Φίλιππου Βλάχου. Ο αξέχαστος φίλος, όχι μόνο εκ γενετής αλλά και εκ πεποιθήσεως Κερκυραίος, αποδείχτηκε με τα χρόνια ακούραστος μνήμων και ευφρόσυνος συνεχιστής της πνευματικής Ιστορίας του νησιού του. Με το πρώτο κιόλας βιβλίο των "Κειμένων" το 1969, που ήταν, αν θυμάμαι σωστά, "Η τιμή και το χρήμα" του Κωνσταντίνου Θεοτόκη -σε μικρό σχήμα με κόκκινο βυσσινί εξώφυλλο-, ο Φίλιππος εγκαινίαζε τον καλό αγώνα, που δεν τον εγκατέλειψε ποτέ όσο ζούσε, να ανασυστήσει τις ευγενικές μορφές της κερκυραϊκής λογιοσύνης και τέχνης στην προσοχή ενός νεότερου αθηναϊκού κοινού, φανατικού για γράμματα, και πολιτικά νεοφώτιστου. Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης, ο Λορέντζος Μαβίλης και ο Μάρκος Ζαβιτσιάνος βρέθηκαν να ζουν ανάμεσά μας, συμμέτοχοι της ιστορικής στιγμής και κοινωνοί της αγωνίας μας. Κάποιος φύσηξε τη σκόνη από πάνω τους και τους είδαμε πάλι όπως ήταν: άφθαρτοι και λαμπεροί. 

Τα "Κείμενα" συνέχισαν να ποτίζουν με λησμονημένη λογοτεχνία τη διψασμένη αγορά, και ο ίδιος ο Φίλιππος δεν σταμάτησε στιγμή να δελεάζει από κοντά, με απρόσκοπτη κερκυραϊκή ευφράδεια, την πνευματική περιέργεια των κατά μία γενιά νεοτέρων του που σύχναζαν τότε στη φιλόξενη σοφίτα των εκδόσεών του. Σαν φυσική και ποθητή απόληξη της εκδοτικής γραμμής των "Κειμένων", εκδίδονται από το 1978 ως το 1982 τρία βιβλία του Θεοτόκη με τη συνοδευτική εικονογράφηση του Ζαβιτσιάνου. Σε τούτη τη μικρή γωνιά της ζωής η δικαιοσύνη είχε επιτέλους αποκατασταθεί. Τα χαρακτικά του Κερκυραίου καλλιτέχνη επαναπατρίζονταν στις ιστορίες του Θεοτόκη για τις οποίες φιλοτεχνήθηκαν, και ο Ζαβιτσιάνος είχε ενσωματωθεί οριστικά πια στη συνείδησή μας, μέρος μιας άλλης, τρυφερής όσο και εναντιωματικής, πατριδογνωσίας, που ο σπόρος της είχε πέσει στα μακρινά εκείνα χρόνια της δικτατορίας...
 
Και πραγματικά οι εικόνες του διηγούνται με άλλο τρόπο τις ιστορίες στα βιβλία του Κ. Θεοτόκη.

Μάρκος Ζαβιτζιάνος

Χαρακτηριστική εικόνα της παλιάς Κέρκυρας, 
με τα ελαιόδεντρα και τις σταμνοφόρες γυναίκες. 
Από το διήγημα "Υπόληψη" του Κων. Θεοτόκη.
 
 Ή, αν υποθέσουμε πως οι εικόνες λένε τις ιστορίες, νά πώς περιγράφει με λόγια  την εικόνα με τις σταμνοφόρες γυναίκες ο Κων. Θεοτόκης:

"... Κάθε βράδυ του χωριού οι γυναίκες, παντρεμένες και κοπέλες, ερχόνταν στα Λαγγάδια να πάρουν νερό από ένα μεγάλο πηγάδι, σιμά στου χωριού τα σπίτια, στο σώσμα ενός κατήφορου φυτεμένου μ' ελιές και με κυπαρίσσια, σ' ένα ξέφωτο σιάδι, που από ψηλά εβίγγλιζε το πέλαγο. Ένα σιάδι στα πλευρά μιανής ράχης, που, απόγκρεμη, γιομάτη πέτρες και ανακατωμένη, κατέβαινε ύστερα προς το γιαλό ακαλλιέργητη...Στο πηγάδι επηγαιοερχόταν, ανεβοκατεβαίνοντας ένα γουλοστρωμένον δρόμο, μπουλούκια, μπουλούκια, οι γυναίκες με τες ξέστες στο κεφάλι..."




Μάρκος Ζαβιτζιάνος
Άλλη μια εικόνα της παλιάς Κέρκυρας με τις γυναίκες στη χαρακτηριστική ενδυμασία του χωριού 
(Από την έκδοση του ΜΙΕΤ)


Το εξώφυλλο από τα "Διηγήματα [Κορφιάτικες Ιστορίες]" του Κων. Θεοτόκη, έκδ. Κείμενα, 1982

Μάρκος Ζαβιτζιάνος
Σχέδιο από το βιβλίο του M.M. Ellis, Iphigenie, Βερολίνο, 1924 (Από την έκδοση του ΜΙΕΤ)

 Το παραπάνω σχέδιο είναι από το βιβλίο Iphigenie του Manfred Maria Ellis. Σημειώνεται ότι το όνομα αυτό είναι ψευδώνυμο του σημαντικού Γερμανού συγγραφέα Werner Hegemann (1881-1936), ο οποίος έζησε μεγάλο διάστημα στην Αμερική όπου και πέθανε. Βρήκα ενδιαφέρον ένα άρθρο του David Midgley στο περιοδικό The Modern Language Review (Vol. 102, No. 3, Jul. 2007, pp. 901-903), στο οποίο, με αφορμή τη βιβλιοκριτική που κάνει σε δύο βιβλία για τον Hegeman, δίνει σημαντικές πληροφορίες για το Γερμανό διανοητή. Τον χαρακτηρίζει φιλελεύθερο αριστερό με σημαντική παρουσία στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Εμβληματικό ήταν το βιβλίο του Das steinerne Berlin: Geschichte der grössten Mietkasernenstadt der Welt (Το Πέτρινο Βερολίνο: η ιστορία της μεγαλύτερης πόλης στον κόσμο με μεγάλα συγκροτήματα εργατικών πολυκατοικιών) που κυκλοφόρησε το 1930. Ο Hegemann είχε γίνει στόχος των Ναζί και το Μάιο του 1933 έκαψαν τα βιβλία του σ' ένα συγκλονιστικό παραλήρημα σκοταδισμού και βίας των φασιστών του Χίτλερ. Λίγο καιρό πριν τον ίδιο χρόνο ο ίδιος είχε εγκαταλείψει οριστικά πλέον την πατρίδα του για να μεταβεί στη Νέα Υόρκη όπου και πέθανε.


Η εγγραφή για τον Ζαβιτσιάνο στον κατάλογο της Γερμανικής Εθνικής Βιβλιοθήκης με αναφορά στην παραπάνω έκδοση του Ellis (Hegermann)


Αλλά, ας επιστρέψουμε στην έκδοση του ΜΙΕΤ. Το βιβλίο περιέχει φωτογραφίες από τη ζωή του Ζαβιτσιάνου,  με την οικογένεια και με φίλους του (διαπρεπείς Κερκυραίους διανοούμενους της εποχής, Ειρήνη Δενδρινού, Λορέντζο Μαβίλη, Κωνσταντίνο Θεοτόκη κ.ά.), πολλές εικόνες από έργα του, καθώς και κείμενα για τον ίδιο με αφορμή εκθέσεις έργων του (των Ζαχαρία Παπαντωνίου, Κωστή Παλαμά, Μαρίνου Καλλιγά, Τώνη Σπητέρη, Νικολάου Βεντούρα, Κώστα Δαφνή). Γράφει ο Παλαμάς το 1922:

"... Ο κ. Ζαβιτζιάνος είναι καλλιτέχνης τον οποίον διακρίνει Παιδεία δίδω εις την λέξιν, της οποίας πολλή κατάχρησις γίνεται, την μάλλον χαρακτηριστικήν απόχρωσιντην αποτελεί μόρφωσις, διανοίγουσα τον νούν εις την αντίληψιν των ποικιλωτάτων εκδηλώσεων της ζωής και της τέχνης, και πειθαρχία..." , όπου δίνει και έναν βαθύ ορισμό της Παιδείας (που τόσο μας χρειάζεται και σήμερα...).

Τέλος, εξαιρετικό ενδιαφέρον έχουν επίσης κείμενα του ίδιου του Μάρκου Ζαβιτσιάνου που περιέχονται στο βιβλίο και στα οποία φαίνονται οι ιδεολογικές αντιλήψεις του και η στάση του απέναντι στα ζητήματα της εποχής. Επηρεασμένος κι αυτός από τις σοσιαλιστικές ιδέες των αρχών του 20ου αιώνα, από την ώθηση στις νέες αντιλήψεις που προκάλεσε το βιβλίο του Γεωργίου Σκληρού "Το Κοινωνικό μας ζήτημα", από την ένταση που πήρε το γλωσσικό ζήτημα την ίδια εποχή και από την επίδραση του περιοδικού "Νουμάς", είχε ενεργό παρουσία και συμμετοχή στα κοινά, εντάχθηκε στην ιδρυτική ομάδα της  Σοσιαλιστικής Δημοτικιστής Ένωσης το 1909 στο Μόναχο, αλλά και στη Σοσιαλιστική Ομάδα της Κέρκυρας το 1911.

Τα κείμενά του, και κύρια "Στους αριστοκράτες" και "Στους ιμπεριαλίστες" που δημοσίευσε το 1907 και 1908 αντίστοιχα στο Νουμά (από το Μόναχο που βρισκόταν τότε),  είναι γραμμένα στη δημοτική γλώσσα, με τις γλωσσικές υπερβολές (θα μπορούσε να πει κανείς σήμερα) της εποχής, οι οποίες όμως λειτουργούν και ως ενδείξεις της ιδεολογικής τοποθέτησης του συντάκτη τους.

Γράφει για τη δημοτική στους "Αριστοκράτες":

"... Της δημοτικής πρώτο καλό είναι που μας βάζει στα χέρια το μοναδικό όργανο για να συνεννοηθούμε με το λαό. Με τη δημοτική μόνο μπορούσαμε να ξυπνήσουμε τα πλήθια (εργάτες των πόλεων, χωριάτες, κλπ.) να ρίξουμε καινούρια προγράμματα, καινούριες ηθικές, καινούριες ιδέες. Να τους δείξουμε τη θεϊκιά ελεφτερία της αληθινής ζήσης. Να τους ανυψώσουμε την ψυχή και το σώμα που πρέπει να είναι ένα. Ποιος της αριστοκρατίας μας μίλησε του λαού; Ποιους δημοτικιστές, γιατρούς, τεχνίτες, επιστήμονες κάθε λογής, συνάρπαξε ο άγιος φανατισμός ν' ανυψώσουν την ηθική και πραχτική θέση των ταπεινωμένων; Αφτοί οι ταπεινοί θα σταθούν η βάση στα μελλούμενα..."

Στους "Ιμπεριαλίστες" γράφει γιατί του άρεσε το βιβλίο του Σκληρού, συγκρίνοντάς το μάλιστα με "τις σοσιαλιστικές φυλλάδες που κυκλοφορούνε στη Γερμανία" στις οποίες "βασιλέβει δημοκοπικό ύφος, θρησκεφτικοπροφητικές υπόσκεσες πιθανές, μα αναπόδειχτες, κούφιες ρητορίες ...":

"... Μας δείχνει πως το γλωσσικό κίνημα συνεδένεται στενά με το ξεκίνημα του λαού σ' αντίθεση της αστικής κρυστάλλωσης.Μας ελκύει την προσοχή σε ιστορικά γεγονότα περασμένα και τωρινά  σημειώνοντας πως αναγκαίο επακόλουθο της βιομηχανικής εκμετάλλεψης του κεφαλαίου  είναι η γέννηση μιας νέας τάξης..."

Αλλά και στο άρθρο του "Ανθρώπινες αντίληψες" γράφει:

"... Το κοινότερο ιδανικό του σοσιαλισμού είναι να οργανωθεί η όσο γίνεται τελειότερη συμμετοχή όλης της αθρωπότητας στην παραγωγή και στην ωφέλεια και να καταργηθούνε οι συνθήκες που αναγκάζουνε σπουδαίο μέρος της κοινωνίας να είναι σκλαβωμένο σε μια τάξη γεννημένων αρχόντων..."

Παρακάτω μάλιστα στο ίδιο κείμενο και σχολιάζοντας τον Πέτρο Βλαστό (γνωστό για ακραίες εθνικά απόψεις), λέει ότι "θα επιθυμούσε ένα "χειρούργημα" που να ξαφανίσει τις κατώτερες φυλές... ανάλογη κοσμοθεωρία δείχνουν οι πράξεις του Τσάρου και του Χαμίτη..."



[Αξίζει εδώ να αναφέρω ότι στο σύστημα Κοσμόπολις της εξαιρετικής Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Πατρών υπάρχουν σε ψηφιακή μορφή όλα τα τεύχη του Νουμά από το 1903 έως το 1931. Σε αυτά μπορούν να αναζητηθούν και να ανακτηθούν τα πλήρη κείμενα από τα άρθρα του Ζαβιτσιάνου, τα οποία είναι:

Τετάρτη 6 Μαρτίου 2013

Έξωση στα βιβλία της Βικελαίας από το δήμο!


«Εδώ είν' οι κήποι, οι ναοί και η αιτία που υπάρχουν οι ναοί
η μουσική που πρέπει, τα λόγια τα σωστά,
τα εξηντατέσσερα εξάγραμμα,
τελετουργίες - η μοναδική σοφία
που το Στερέωμα παραχωρεί στους ανθρώπους,
..........................
Με λένε Χσιάγκ. Φυλάω τα βιβλία,
Που ίσως είναι και τα τελευταία,
...............................
Εδώ είναι, στα ράφια ψηλά,
την ίδια ώρα μακρινά και κοντινά,
κρυφά και φανερά, όπως τα άστρα.
Εδώ είναι οι κήποι, οι ναοί.»

Ξαναθυμήθηκα το φύλακα των βιβλίων του Μπόρχες διαβάζοντας στην εφημερίδα Πατρίς του Ηρακλείου ότι αναζητούν στο Δήμο χώρο προκειμένου να πακετάρουν "προσωρινά" τα βιβλία, σε κάποιο υπόγειο, κάπου τέλος πάντων μακριά από τα μάτια των αναγνωστών.  Συμφωνώ με τα σχόλια του συντάκτη Κώστα Ανδρικάκη που θυμίζει λόγια ή αντιλήψεις του τύπου “τι μας αποφέρει οικονομικά ή Βικελαία”; ή “τι μας χρειάζεται σήμερα σε περιόδους ισχνών αγελάδων;”. Τι μας προσφέρουν οι βιβλιοθήκες, εμείς θέλουμε ανάπτυξη. Εμείς θέλουμε στάδια, θέλουμε δρόμους (βέβαια στην Κρήτη στάδια έκαναν, τους δρόμους ακόμη τους περιμένουμε!), θέλουμε εμίρηδες, θέλουμε χρυσό ...

 Έχω ξαναγράψει σχετικά σχόλια και μάλιστα και για τη Βικελαία που τη θεωρώ πραγματικά ναό της γνώσης (Βιβλιοθήκες σε κίνδυνο και Βιβλιοθήκες σε κίνδυνο (2) ή Βιβλιοθήκες και ... ανάπτυξη). Εκεί είναι οι κήποι, οι ναοί...

Διαβάζω στην Κρητική Εστία του 1950 άρθρο για τη Βικελαία Βιβλιοθήκη. Διευθυντής ήταν τότε ο Νίκος Σταυρινίδης (αναφορά από προσωπική εμπειρία γνωριμίας μαζί του έχει ο Αντ. Χελιδώνης στο ιστολόγιό του Εδώ είμαστε), η βιβλιοθήκη είχε τότε 17.000 τόμους. Στο τεύχος του Απριλίου 1967 πάλι στην Κρητική Εστία σε άρθρο για τις βιβλιοθήκες της Κρήτης αναφέρεται ότι η Βικελαία είχε τότε 51.800 τόμους βιβλίων! Εκεί είναι οι κήποι, οι ναοί...

Αντιγράφω ολόκληρο το άρθρο του Κώστα Ανδρικάκη γιατί πιστεύω ότι είναι ζήτημα αντίληψης η αντιμετώπιση των βιβλιοθηκών. Η Εθνική Βιβλιοθήκη όταν δημιουργήθηκε το 1829 περίπου ονομάστηκε Αποθήκη βιβλίων, όμως ήταν αυτός τότε ο ρόλος της, να συγκεντρώσει, να διαφυλάξει και να προστατεύσει τον παραγόμενο πνευματικό πλούτο στην επαναστατημένη Ελλάδα. Σήμερα, αυτό που λέγεται βιβλιοθήκη κάποιοι το εννοούν πολύ συχνά αποθήκη, δίνοντας τη σημασία του (σχεδόν) άχρηστου, αντιοικονομικού, ασύμφορου και τέλος πάντων όχι απαραίτητου ή αναγκαίου για άμεση χρήση! Είναι θέμα παιδείας κύριοι! Πού είναι οι κήποι, οι ναοί;

  Του Αλέκου Α. Ανδρικάκη andrikakis@patris.gr

Νέο κυνηγητό από τους δημοτικούς άρχοντες στους θησαυρούς της Βιβλιοθήκης του Ηρακλείου!

Βγάζουν τα βιβλία από την Αντιστάσεως (και αναζητούν αποθήκες στα …προπονητήρια του Παγκρητίου Σταδίου!),

επειδή έφυγε το Δημοτολόγιο και θέλουν να ξενοικιάσουν το κτίριο.

Κι όμως, έστω τώρα, θα μπορούσαν να αναπτύξουν τις βιβλιοθήκες σε όλο το οικοδόμημα, μέχρι να μεταφερθούν στο μέγαρο Αχτάρικα…

Τελικά οι άρχοντες αυτής της πόλης και οι συν αυτοίς φαίνεται ότι είναι διακηρυγμένοι εχθροί της γνώσης και του πολιτισμού… Και αυτή την απέχθεια τη δείχνουν πρώτα απ’ όλα με τη στάση τους απέναντι στην πολυτιμότερη κληρονομιά της πόλης, τους θησαυρούς της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης.

Δεν έφταναν οι ταπαλαιπωρίες και η συρρίκνωση της Βιβλιοθήκης επί 7 χρόνια, δεν αρκούσε η υποτίμηση του τεράστιου έργου της, αναγνωρισμένου όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλο τον κόσμο, δεν σταματούν στον κίνδυνο που έθεσαν επί τόσα χρόνια τις σπουδαίες βιβλιοθήκες του Βικέλα, του Ελύτη, της Έλλης Αλεξίου και τόσες άλλες που ήταν πεταμένες στα υπόγεια, παρέα με τα τρωκτικά. Τώρα ο δήμος σπεύδει να βγάλει τα πολύτιμα βιβλία από τις αποθήκες, που έστω “κρύβονται”, χωρίς να έχει ολοκληρωθεί το μέγαρο των Αχτάρικων! Ήδη ο αρμόδιος για τη δημοτική περιουσία αντιδήμαρχος Βαγγέλης Σισαμάκης έδωσε εντολή να φύγουν τα βιβλία από το κτίριο της λεωφόρου Αντιστάσεως, καθώς μετά τη μεταφορά του Δημοτολογίου στη στέγη του, στην πλατεία Δασκαλογιάννη, ο δήμος επιθυμεί να το ξενοικιάσει και να γλιτώσει χρήματα…

Ο αντιδήμαρχος της δημοτικής περιουσίας ξαφνικά εμφανίστηκε μέσα στη χορεία των “υπευθύνων” για τη Βικελαία, καλύτερα για την έξωση των βιβλίων της , κι έδωσε εντολή να αδειάσει άμεσα το κτίριο, χωρίς όμως να δώσει και λύση τι θα γίνουν τα βιβλία…

Τώρα για τους υπό έξωση (...) θησαυρούς της Βιβλιοθήκης αναζητείται και πάλι προσωρινός χώρος αποθήκευσης… Ο υπεύθυνος του δήμου για το Παγκρήτιο Στάδιο, Δ. Τσιράκος, προς το οποίο τέθηκε πρόταση μεταφοράς, αρνείται να τα δεχτεί, καθώς ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχουν χώροι. Ούτως ή άλλως, τι γυρεύουν ο Βικέλας, ο Ελύτης, η Αλεξίου στα προπονητήρια ενός σταδίου;

Μια άλλη πρόταση τέθηκε για τη μεταφορά στο Πολιτιστικό Κέντρο. Εκεί όμως άλλος δημοτικός υπεύθυνος, ο Π. Αναστασάκος, αρνήθηκε, με τη δικαιολογία ότι δεν υπάρχουν έτοιμοι χώροι. Προφανώς το Πολιτιστικό δεν είναι για τη γνώση και τον πολιτισμό, ούτε για προσωρινή αποθήκευση…

Και μόνο η κίνηση αυτή αποδεικνύει ότι τελικά το κτίριο της Αντιστάσεως, που είχε εξευρεθεί το 2006 για να στεγάσει τη Βικελαία, αλλά τελικά με άκομψο και περίεργο τρόπο δόθηκε για το Ληξιαρχείο και το Δημοτολόγιο, και απλά στα υπόγειά του αποθηκεύτηκαν δεκάδες χιλιάδες τόμοι σπάνιων βιβλίων, εφημερίδων και περιοδικών, ουδέποτε ήταν προτεραιότητα ως προσωρινή στέγη της Βικελαίας… Τώρα που οι ισόγειοι χώροι απελευθερώθηκαν, αντί ο δήμος να αναπτύξει σε όλο το οικοδόμημα τους θησαυρούς, μέχρι την τελική μεταφορά τους στον φυσικό τους χώρο, το μέγαρο Αχτάρικων, προχωρεί σε διωγμό βιβλίων, εφημερίδων και περιοδικών…
Η ιδιοκτησιακή αντίληψη…
Φυσικά η στάση αυτή δεν προκαλεί απορίες. Είναι η ίδια αντίληψη που οδήγησε στα υπόγεια, παρέα με τα ποντίκια, την πολιτιστική κληρονομιά του Ηρακλείου. Είναι η ίδια αντίληψη που εξέφραζαν ο δήμαρχος και οι συνεργάτες του, “τι μας αποφέρει οικονομικά ή Βικελαία”; ή “τι μας χρειάζεται σήμερα σε περιόδους ισχνών αγελάδων;”… Λες κι ένας λαός για να “σηκωθεί” όρθιος πρέπει να υποτιμήσει τη γνώση και την ιστορία, κι όχι να στηριχτεί ακριβώς σ’ αυτά τα στοιχεία…

Είναι η ίδια αντίληψη που βάζει “τον πολιτισμό του φραπέ” πάνω από τη γνώση, την ιστορία, τον πολιτισμό… Η ίδια αντίληψη που επιβάλλει, με συνοπτικές διαδικασίες, ότι τα ισόγεια, η βιτρίνα του κτιρίου της Βικελαίας, δεν θα δοθούν για τη Βιβλιοθήκη, αλλά για τη στέγαση καφέ και μπαρ…

Είναι η λογική των “εμπορείων”, όπως έγραφε από τις στήλες της “Π” πριν 50 και πλέον χρόνια ο μακαρίτης Κωστής Φραγκούλης, διαμαρτυρόμενος για την ανάλογη συμπεριφορά της τότε δημοτικής αρχής προς τη Βιβλιοθήκη…

Είναι -επιπλέον- η “ιδιοκτησιακή” αντίληψη πολλών δημοτικών παραγόντων απέναντι στα πράγματα της πόλης. Που θεωρούν ότι μπορούν να διαχειρίζονται ακόμη τα θέματα του Μεγάλου Κάστρου ως να ήταν της προσωπικής επιχείρησής τους… Είναι, τέλος, η ίδια εξοργιστική αντίληψη που υπαγορεύει στ΄αυτιά τοπικών δημοσιογράφων “επιχειρήματα” του τύπου “τόσα χρόνια στα υπόγεια του Αχτάρικα λειτουργούσε μπουζουκομάγαζο, τώρα μας ενοχλούν τα καφέ;”…

Τρίτη 5 Μαρτίου 2013

Άννα Αχμάτοβα, μια τραγική φιγούρα της Ρώσικης διανόησης


Άννα Αχμάτοβα (Πηγή εικόνας εδώ)

Μήνες τώρα δεκαεφτά είναι που σε φωνάζω
Στο σπίτι πίσω να γυρίσεις.
Γονατιστή τον δήμιο παρακαλώ
Γιόκα μ' εσύ την φρίκη να μη ζήσεις.
Μπλεγμένα όλα και θολά
Το κτήνος από την ανθρωπιά
Δεν μπορώ να ξεχωρίσω πια,
Η εκτέλεση θ' αργήσει;
Άνθη από την σκόνη πια βαριά,
Του θυμιατού η αγκομαχιά
Τα βήματα στο πουθενά
Να συντροφεύουν θέλουν.
Από ψηλά κατάματα κοιτάζει
Και μ' όλεθρο με απειλεί
Ένα πελώριο αστέρι.

(από το Ρέκβιεμ, μτφρ. Δημ. Τριανταφυλλίδης, εκδ. Αρμός, 2007)

Το απόσπασμα αυτό από το Ρέκβιεμ δίνει όλο το σπαραγμό της μάνας που έβλεπε το γιο της στη φυλακή, στην εξορία, καταδικασμένο για εκτέλεση. Μέσα έξω για χρόνια ο γιος της (Λέων Γκουμιλιόφ) από τα τέλη της δεκαετίας του '30 ως το '56 κι εκείνη μέχρι που αναγκάστηκε να γράψει ποίημα για το Στάλιν! Ήταν η μάνα, στημένη στη σειρά με τις άλλες γυναίκες, μανάδες, συζύγους κι αδερφές, που πήγαιναν να δούν τους καταδικασμένους σ' εκτόπιση και πολλούς σ' εκτέλεση από το σταλινικό καθεστώς. Το ίδιο και τους άντρες της λίγα χρόνια πριν που ο πρώτος εκτελέστηκε (Νικολάι Γκουμιλιόφ) κι ο δεύτερος πέθανε στην εξορία (Νικολάι Πούνιν). Και η ίδια γεύτηκε επανειλημμένα τα πάνω κάτω του σταλινικού καθεστώτος. Γιατί; Γιατί;

Τραγική μάνα η Άννα Αχμάτοβα, τραγική φιγούρα, από τους πρωτεργάτες της Ρώσικης διανόησης μαζί με τον Γκουμιλιόφ (ίδρυσαν την ομάδα των ακμεϊστών), τον Οσίπ Μαντελσταμ, τη Μαρίνα Τσβετάγεβα, τον Μπορίς Παστερνάκ κ.ά. (Να αναφέρω μερικά εξαιρετικά βιβλία από ή γι' αυτούς που έχω στη βιβλιοθήκη μου: Μια ζωή μέσα στη φωτιά : Εξομολογήσεις της Μαρίνα Τσβετάγιεβα, Ο ποιητής και ο χρόνος: Δοκίμιο για τη νεοτερικότητα της Μαρίνα Τσβετάγιεβα, Μαρίνα Τσβετάγιεβα :Η αιώνια επαναστάτρια του Ανρί Τρουαγιά, Η αλληλογραφία των τριών των Παστερνάκ, Τσβετάγιεβα, Ρίλκε, Όσιπ Μαντελστάμ: Στην Πετρούπολη θα σμίξουμε πάλι του Μήτσου Αλεξανδρόπουλου,  Ταξίδι στην Αρμενία του Όσιπ Εμίλιεβιτς Μαντελστάμ).

Κυκλοφορεί στα ελληνικά το πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του Βόλφγκανγκ Χέσνερ Άννα Αχμάτοβα: Η θυελλώδης ζωή μιας μεγάλης ποιήτριας (μτφρ. Ανίτα Συριοπούλου και Γιάννης Αντιόχου, εκδ. Μελάνι, 2007), στο οποίο, μέσα από την λεπτομερή διήγηση της ζωής της Ρωσίδας ποιήτριας, περιγράφεται ανάγλυφα (και αντικειμενικά κατά τη γνώμη μου) όχι μόνο το δικό της έργο αλλά επίσης το έργο, οι ιδέες και οι περιπέτειες των εκπροσώπων της Ρώσικης διανόησης πριν και μετά την Οκτωβριανή επανάσταση και κύρια την εποχή του Στάλιν. Και βέβαια, μέσα από την εξιστόρηση αυτή, περνά και η κοινωνική και πολιτική κατάσταση στην πολύπαθη Ρωσία την ίδια περίοδο.



 Η ζωή της στο παρακάτω ποίημα:
 
[Αυτή είμαι...]

Αυτή είμαι• σας εύχομαι μιαν άλλη, καλύτερη,
Δεν εμπορεύομαι πια την ευτυχία,
σαν τους τσαρλατάνους και τους χοντρέμπορους.
Όσο όλοι αναπαύονταν ειρηνικά στο Σότσι,
εμένα μ' επισκέπτονταν έρποντας τέτοιες νύχτες,
κι άκουγα να χτυπούν τέτοια κουδούνια!
Οι ανοιξιάτικες ομίχλες πάνω από την Ασία
και οι φοβερά ζωηρόχρωμες τουλίπες 
ύφαναν χαλί εκατοντάδες μίλια.
Ω, τι να την κάνω αυτή την αγν'ότητα
τι να την κάνω την απλή ακεραιότητα;
Ω, τι να κάνω μ' αυτούς τους ανθρώπους!
δεν τα κατάφερα ποτέ να μείνω θεατής,
για κάποιο λόγο πάντα εισερχόμουν 
στις πλέον απαγορευμένες ζώνες της ουσίας.
Ήμουν η θεραπεύτρια της τρυφερής ασθένειας,
η πιο πιστή φίλη των ξένων συζύγων
και πολλών συζύγων η απαρηγόρητη χήρα.
Το στεφάνι τα άσπρα μου μαλλιά δεν τ' απόκτησα ανάξια
και τα μάγουλα, καμένα από πυρκαγιά,
τρομάζουν τώρα τους ανθρώπους με το σκοτεινό τους χρώμα.
Πλησιάζει όμως το τέλος της περηφάνιας μου,
και θα χρειαστεί, όπως η άλλη - η μαρτυρική Μαρίνα -
να ξεδιψάσω πίνοντας το τίποτα...

(Το παραπάνω ποίημα σε μετάφραση της Τατιάνα Ντίκο είναι αντιγραφή από το ανθολόγιο Ξένη ποίηση του 20ού αιώνα, Ελληνικά Γράμματα, 2007).

Η Άννα Αχμάτοβα  πέθανε στις 5 Μαρτίου 1966.

Μερικές ηλεκτρονικές διευθύνσεις για την Αχμάτοβα: 

# Το Μουσείο Άννα Αχμάτοβα http://en.akhmatova.spb.ru/start.56.html   
# Anna Andreevna Akhmatova1889-1966 http://max.mmlc.northwestern.edu/~mdenner/Demo/poetpage/akhmatova.html  

# Anna Akhmatova’s Crucial Role in Modigliani’s Art (γνωστός ό έρωτας του Μοντιλιάνι για την Αχμάτοβα) http://www.modigliani-drawings.com/Akhmatova%27s%20crucial%20role.htm


Σάββατο 2 Μαρτίου 2013

Η τελευταία εργάσιμη, της Μαρινέλλας Βλαχάκη


 Ως συνέχεια της προηγούμενης ανάρτησης είδα το τελευταίο βιβλίο που μόλις διάβασα της Χανιώτισσας Μαρινέλλας Βλαχάκη ("Η τελευταία εργάσιμη", εκδ. Μετρονόμος, 2012). Πρόκειται για μια συλλογή σύντομων διηγημάτων, όπου θάλεγε κανείς πως η συγγραφέας ανακαλεί μνήμες από το παρελθόν και εικόνες από τα Χανιά προηγούμενων δεκαετιών (μπορεί και οποιασδήποτε άλλης μικρής πόλης, εμένα όμως μου φέρνει ίδιες εικόνες και ίδια συναισθήματα από τα Χανιά). Σαν να κοιτάζει παλιές φωτογραφίες και να διηγείται τις ιστορίες τους. Εικόνες οικογενειακές, εικόνες ανθρώπων στη φτώχεια μα στην αξιοπρέπεια, εικόνες από χρονιάρες μέρες (έχει ξαναγράψει για χρονιάρες μέρες σε προηγούμενη συλλογή διηγημάτων, οι χρονιάρες μέρες έχουν ν' αφήσουν πάντα στη μνήμη μας κάτι ξεχωριστό). Εικόνες μοναχικών ανθρώπων σαν της κυρίας Άννας που εξομολογείται τη ζωή της σ' ένα μικρό σπουργίτι:

"... Λαχταρούμε, βρε αδελφέ, να συναντηθούμε , να μοιραστούμε όνειρα, έγνοιες  και χαρές.
Ευτύχησα να δημιουργήσω σχέσεις με ανθρώπους που αισθάνονται τυχεροί και μόνο που υπάρχω στη ζωή τους...
... Ξέρω μόνο πως ετούτη η εξομολόγηση δε γίνεται από άνθρωπο σε άνθρωπο, γιατί τότε η πίκρα περισσεύει, γίνεται δυνατή βροχή και στάζει ασταμάτητα από τις χαραμάδες της σκεπής..."

Σαν την ηλικιωμένη κυρία που της άρεσε να παρατηρεί τα κουμπιά, είχε μάθει μοδιστρική και είχε πάρει ψαλίδι από την κυρία Δήμητρα (όπως και η δική μου μάνα που είχε πάρει ψαλίδι και είχε μάθει μοδιστρική από την κυρία Ζαμπιώ στη Νέα Χώρα). Κι εδώ ιστορία με κουμπιά, όπως η τελευταία συλλογή του Σωτήρη Δημητρίου "Το κουμπί και το φόρεμα", η συλλογή "Κουμπότρυπες" της επίσης Χανιώτισσας Ευτυχίας Καλλιτεράκη και το μυθιστόρημα "Το χαμένο κουμπί" της Ιωάννας Καρατζαφέρη!

Και μια ιστορία από τη Σπιναλόγκα (να θυμίσω πως η Βλαχάκη, σαν ηθοποιός, έπαιξε στη Σειρά το Νησί, ήταν η γυναίκα του δημάρχου). Μ' εντυπωσίασε η ιστορία ο Καργιάτζουλας  γιατί μου θύμισε λέξη που είχα ν' ακούσω πολλά χρόνια. Και τι είναι ο καργιάτζουλας που δεν την έχει κανένα λεξικό; Τον έχω στο μυαλό μου σαν ένα ζωύφιο τρομερό, ένα σκουλίκι (με δυο κεφάλια μου τον περιέγραψε η μάνα μου όταν τη ρώτησα), "έχεις καργιάτζουλα στην τσέπη" λένε για τον τσιγκούνη που δε βάζει το χέρι στην τσέπη, "έβγαλες καργιατζούλους από το καθισιό", λένε γι' αυτόν που όλο κάθεται και ... σκουλήκιασε.

Και σ' άλλα σημεία δίνει λέξεις από το τοπικό ιδίωμα, σαν το ... σφανταχτό στην Αναμνηστική φωτογραφία, που θα μπορούσε να 'ναι μέρος του αφιερώματος για τις παιδικές φωτογραφίες. Σφανταχτό λοιπόν, αυτό που ... σφαντάζει, που γυρνά σαν τ' αερικό, σαν το ... σφάνταγμα! "Θεός φυλάξοι... όπως το φοβόμουνα ... παλαβό είσαι κακορίζικο!" της είπε η θεία Σμαράγδη όταν είπε ότι δεν την 'άφηνε ο Βενιζέλος να κάνει κούνια. Αυτός που ... "στεκόταν ακόμα κουστουμαρισμένος, ατάραχος, πάντα στην ίδια θέση".

Το Πλύνε βάλε με τα ρούχα που άφηνε η θεία από την Αμερική μου θύμισε τη θεία μου τη Σοφία, κάθε καλοκαίρι που έρχονταν από τη Γερμανία μας έφερνε μια βαλίτσα ρούχα, κι έτσι το' χα παράπονο γιατί ποτέ μου μέχρι που μεγάλωσα για τα καλά δεν είχα φορέσει καινούριο ρούχο! Και βέβαια στο ίδιο λέει και νιώθω σαν να με αντιγράφει:

"Σας έλεγα λοιπόν πως μέρα με τη μέρα όλο και περισσότερο μοιάζω στη μητέρα μου και στη θεία Δήμητρα. Θυμάμαι και διηγούμαι, χαμογελώ και το πρόσωπό μου γίνεται πλισέ, όπως εκείνο το φόρεμα..."

Η Μαρινέλλα Βλαχάκη εκτός από συγγραφέας, είναι ποιήτρια, ηθοποιός, άνθρωπος του πολιτισμού για τα Χανιά. Έχει διασκευάσει και ανεβάσει καταπληκτικές παιδικές παραστάσεις γράφοντας η ίδια ή διασκευάζοντας παιδικά παραμύθια, από τα οποία έχω διαβάσει (και μόνο γι' αυτό ξεχωρίζω) τη "Μηλιά" του Εμμανουήλ Ροϊδη, το οποίο έχει εκδοθεί στα Χανιά από την Πολιτιστική Εταιρεία Κρήτης - Πυξίδα της Πόλης (εδώ για την παράσταση αρχές του χρόνου στην παιδική - εφηβική βιβλιοθήκη του Δήμου Χανίων). Ολόκληρο το αρχικό κείμενο του Ροϊδη έχει αναρτηθεί στο ιστολόγιο του Σαραντάκου εδώ.


Μου άρεσε επίσης όταν το είχα διαβάσει (στην πρώτη του έκδοση) το μυθιστόρημα Σιλάνς σιλβουπλέ, τόσο για τη θεματική του όσο και για το ιδιαίτερο στυλ γραψίματος που έχει (ξανακυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μετρονόμος). Νομίζω ετοιμάζεται για ταινία από τον Παπαδουλάκη. Μακάρι!

Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2013

Παιδικές φωτογραφίες και σκόρπιες μνήμες



Έπεσε η ιδέα από τον βιβλιοθηκάριο να διηγηθούμε κάτι μέσα από μια παιδική φωτογραφία. Ωραία ιδέα ... αρκεί να μην πέσουμε στη νοσταλγία ή και στη μελαγχολία, όταν μάλιστα έχουμε στην πλάτη κάποιες δεκαετίες και όταν οι θύμισες μας φέρνουν και κάποιες στεναχώριες.

Η παραπάνω φωτογραφία είναι η πρώτη μου, είμαι με την ξαδέλφη μου την Ελένη, εγώ περίπου ενός έτους, εκείνη κάτι μηνών. Οι μαμάδες μας (αδελφές μεταξύ τους) μας περιέγραψαν ότι μόλις μας είχαν ταϊσει ρύζι, λαπά σκέτο, είχαμε φάει μπόλικο, αυτό φαίνεται και από τις φουσκωμένες μας κοιλιές! Ξεχωρίζουν οι σταυροί, οι βαφτιστικοί μας, ήταν χρυσοί. Νονός μου ήταν ο Μάρακας, έχω ξεχάσει το μικρό του, ήταν αφεντικό του πατέρα μου, είχε μάντρα. Τη νονά μου τη λέγανε Αγλαϊα, είχανε σπίτι στα Παχιανά, ωραίο σπίτι για τα δεδομένα της εποχής και συγκρίνοντας με το δικό μας.

Συνήθως, μετά από μια τέτοια αρχή, ακολουθεί το  ... ήταν ωραία χρόνια τότε... Μιλάμε για μέσα της δεκαετίας του '50, μια δύσκολη δεκαετία. Εμείς μέναμε στα Χανιά, η θεία μου στο χωριό, το Κυρτωμάδω. Ο πατέρας μου εργάτης, σιδεράς, πολύ χαμηλό το μεροκάματο και κυνήγι. Εκείνος αριστερός, ο αδερφός του χωροφύλακας, αγαπημένοι όμως, κι όταν ερχόταν κανένας βουλευτής της ΕΔΑ, πήγαινε αποβραδίς στο σπίτι και παρακαλούσε τον πατέρα μου να μην πάει στη συγκέντρωση, θα γίνουν φασαρίες τούλεγε. Μα πού να τον ακούσει ο κυρ Αλέκος. Και φτώχεια, πολλή φτώχεια μα και πολλή αγάπη και γλέντια, πολλά γλέντια και χαρές στο σπίτι, με τους γειτόνους, με τους συγγενείς. Τα σπίτια ήταν πάντα ανοιχτά.

Κι εδώ η δεύτερη φωτογραφία της ζωής μου, μέσα στα λουλούδια, κρατώντας λουλούδια, κλασική πόζα!,
Μέναμε τότε στη συνοικία της Νέας Χώρας, Ακτή Κανάρη 27. Ήταν ένα σπίτι με πλάτος όσο ένα δωμάτιο, το ένα δωμάτιο πίσω από το άλλο, η σάλα (δηλαδή ένα τετράγωνο τραπέζι με 6 καρέκλες, ακόμα υπάρχουν στο πατρικό), η κρεβατοκάμερα, το δωμάτιο των παιδιών (τρία αδέρφια σ'ενα δωμάτιο) και η κουζίνα, όχι μεγάλα δωμάτια βέβαια, και το αποχωρητήριο έξω, στην εσωτερική αυλή. Δεν υπάρχει τώρα το σπίτι αυτό, έχει αλλάξει η εικόνα της γειτονιάς, δυσκολεύομαι ν' αναγνωρίσω ποιος έμενε πού. Η κυρά-Βάσω με τη γιαγιά Σταματικώ, η Μεσσαρίταινα, η Νίκη η Ξυφαντάραινα, ο κυρ Γιάννης πιο κάτω που μου τρύπησε τ' αυτιά με το καμινέτο και μια βελόνα. Το σπίτι της θείας Νίκης (ήταν ξαδέρφη της μαμάς μου) ήταν τρία σπίτια μετά το δικό μας. Κάθε πρωί που κάνανε δουλειές οι γυναίκες κι απλώνανε τα σεντόνια ν' αεριστούν, τραγουδούσαν κι όλας, φωναχτά, μάλλον ... δυνατά ν' ακούγονται σ' όλη τη γειτονιά. Θυμάμαι τη μάνα μου να τραγουδά και ν' απαντά η Ξυφαντάραινα και πάλι τα ίδια... Τραγουδούσαν κρητικά, τον Πραματευτή, αλλά και το "Ένα καράβι απ΄ τον Περαία" του Μητσάκη. Είχε ναυτικούς η γειτονιά, όπως ο άντρας της κυρά-Βάσως που έλιπε για χρόνια κάθε φορά και πάντα θαύμαζα τα δώρα που έφερνε στο σπίτι όταν ερχόταν, κυρίως εκείνα με τις κούκλες που γύριζαν κι ακουγόταν μουσική.

Μα να γυρίσω στην Ελένη. Έμεναν στο χωριό, πηγαίναμε συχνά. Το Κυρτωμάδω είναι δίπλα στην Αγιά και πιο πάνω ο Αλικιανός. Μικρό χωριό, γεμάτο ελιές, πορτοκαλιές και λεμονιές και με πολλά νερά, περνά ο "ποταμός" Κερίτης από μέσα και είναι ευλογία, όπως έλεγαν οι παλιότεροι. Το χωριό έχει παλιά ιστορία, το όνομά του προέρχεται από έναν Ενετό γαιοκτήμονα της περιοχής, τον κυρ-Θωμά, έτσι λέει ο Στέργιος Σπανάκης που έχει καταγράψει τα χωριά όλης της Κρήτης. Έχει και μνημείο, έγιναν κι εδώ εκτελέσεις από τους Γερμανούς, μαζέψανε τους άντρες και τους στήσανε στη σειρά, μπροστά από ένα ρέμα, απέναντι τα γυναικόπαιδα να βλέπουνε, τι έκαναν τα ζώα πώς να περιγραφεί με λίγα λόγια ...

Με την Ελένη είμασταν και είμαστε ακόμη πολύ αγαπημένες. Μεγαλώνοντας, εγώ έφυγα στην Αθήνα, εκείνη ζει στη Μακεδονία, μα κάθε χρόνο το καλοκαίρι έχουμε συνάθροιση στο χωριό, γονείς, αδερφοξάδερφα και τα παιδιά μας, μεγάλα πια κι εκείνα. Χρόνια τώρα αυτή η δουλειά. Κάποιοι έχουν φύγει, ο πατέρας μου και η θεία μου λείπουν από την αρχική εκείνη ομάδα της δεκαετίας του '50. Η ζωή προχωράει.


Εδώ,  στην παραλία της Νέας Χώρας το 1966 πια, είμαι 11 χρονών, με τα αδέλφια μου, τη θεία μου και τον ξάδελφό μου το Γρηγόρη
Και πάλι πίσω στη Νέα Χώρα. Η παραλία, μια απέραντη αμμουδιά. Όταν είμασταν παιδιά, φεύγαμε από το πρωί για τη θάλασσα, τα πόδια μας μουλιάζανε στο νερό. Εχω χρόνια να κολυμπήσω εκεί. Και να προσκυνήσω στο εικονοστάσι του Άη Γιάννη, που ήταν λίγο παρακάτω από το σπίτι, πάνω από την Καμήλα, το βράχο, δεν ξέρω αν υπάρχει ακόμα, υπάρχει; Πιο πέρα ο Βόλακας, και πιο μακριά ακόμη τα Λαζαρέτα, ένα μακρόστενο νησάκι (λέμε τώρα), σαν κροκόδειλος, έτσι μου φαινόταν.  Έχει αλλάξει και η Νέα Χώρα.

Ήταν ωραία τα χρόνια εκείνα τελικά; 
Ήταν τα παιδικά μας χρόνια. Αυτό.
 ----------------------------------------------------------------------

Στο αφιέρωμα συμμετέχουν τα παρακάτω ιστολόγια:

AnnaSilia: http://silia.wordpress.com/
Deva Aleema: http://www.baxalon.gr/index.php/grafoume/itemlist/user/47-devaaleema
Kidscloud: http://www.kidscloud.gr/
Nefosis και RoubinakiM: http://rubycloud.blogspot.gr/
Passionflower: http://www.purplepassionflower.blogspot.gr/
Polyanna: http://pollyannasdays.blogspot.gr/
Αναγεννημένη: http://anagennimeni.wordpress.com/
Βιβλιοθηκάριος: http://www.vivliothekarios.blogspot.gr/
Καγκουρώ: http://katerinatoraki.blogspot.gr/
Κόκκινο Καγκουρώ: http://redkangaroo.wordpress.com/
Κυνοκέφαλοι: http://kynokefaloi.blogspot.gr/
Ο Ήχος του Ανέμου: http://breezesound.blogspot.gr/
Σημειωματάριο: http://fvasileiou.wordpress.com/ 
Τσαλαπετεινός: http://tsalapetinos.blogspot.gr/

Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2013

Για την ΕΠΟΝ από την Άννα και τη Νίνα


Η Άννα Σολωμού με μία συναγωνίστριά της σε εξώφυλλο του περιοδικού της ΕΠΟΝ το 1945

Κλείνοντας σήμερα 70 χρόνια από την ίδρυση της ΕΠΟΝ, θυμήθηκα και άνοιξα τα χαρτιά που έχω φυλάξει από την Άννα Σολωμού και τη Νίνα Σκανδάλη. Είναι γραμμένα τον Ιούνιο 2002, της Άννας είναι η ομιλία με τίτλο "Μια διαδρομή στη ζωή μου" στην εκδήλωση που διοργάνωσε για εκείνην και για τη Νίνα η Ένωση Βιβλιοθηκαρίων εκείνο τον καιρό, ενώ της Νίνας είναι ένα κείμενο 20 σελίδων χωρισμένο σε δύο μέρη: το ένα έχει τίτλο "Μικρή ματιά στη μεγάλη Αντίσταση" και το άλλο "Αποβιβαζόμαστε στη Μακρόνησο (27 Ιανουαρίου 1950)" και το οποίο μας διάβασε στην εκδρομή που κάναμε στη Μακρόνησο μαζί τους μια παρέα φίλων και συναδέλφων τον Ιούνιο 2002 .

Η Άννα Σολωμού, Αννούλα ή Σολωμίτσα, όπως χαϊδευτικά και αγαπησιάρικα τη λέγαμε στη δουλειά, γεννημένη το 1929, ήταν μια γυναίκα με ανοιχτό μυαλό και δημοκρατικό πνεύμα, μια πεισματάρα αγωνίστρια, με δίψα για ζωή και δίψα για γνώση. Στο βιβλίο της "Μια ζωή μέσα από καταιγίδες... Νίκος - Άννα (1944-1996)" περιγράφει μέσα από τη ζωή τη δική της και του αγαπημένου της Νίκου Σολωμού τους αγώνες και τα βάσανα των ανθρώπων της Αριστεράς. 

Είπε στην ομιλία της για την περίοδο της νιότης της η Άννα:

"Στον εμφύλιο πόλεμο πιάστηκα στις 2 Νοεμβρίου 1948. Με συλλάβανε και σε συνέχεια δικάστηκα παμψηφεί σε θάνατο. Μόλις είχα πετύχει στις εισαγωγικές εξετάσεις του Πολυτεχνείου [είχε πετύχει στους Χημικούς Μηχανικούς!]. Η κατηγορία μου ήταν ότι ήμουνα Σύνδεσμος του Κεντρικού Συμβουλίου της ΕΠΟΝ....

Εδώ κάνω μια παρένθεση. Ήθελα πολύ να σπουδάσω. Είχα μπεί δεύτερη στις εξετάσεις στο Πολυτεχνείο. Ευτυχώς πρόλαβα και τέλειωσα το γυμνάσιο. Όμως εκείνα τα χρόνια, ας πούμε ότι ήτανε ηρωικά γι' αυτούς που πιστεύανε πως θα αλλάξουνε τον κόσμο. βγαίναμε από ένα πόλεμο με τεράστιες απώλειες και με ελπίδες. Και απέναντί μου εκτός από τους πολιτικούς αντιπάλους και οι δικοί μας ήτανε σκληροί. ΌΤαν βγήκα από τη φυλακή μετά 3 χρόνια και οκτώ μήνες, μου είπαν να μην συνεχίσω το Πολυτεχνείο, αλλά να βγώ στην παρανομία... Πήγα στη Σχολή Αναστασιάδη για Ραδιο-ηλεκτρολόγος. Βραβεύτηκα και πήρα υποτροφία. Αλλά με πιάσανε και με κατηγορούσανε ότι έφτιαχνα ασυρμάτους. Με στείλανε εξορία...

 Είχα 3 αδέρφια. Ο ένας μου αδελφός ήταν φοιτητής του Πολυτεχνείου: "Θανάσης Τεριακής". Το όνομά του είναι γραμμένο στη στήλη του Πολυτεχνείου. Πήρε μέρος στη διαδήλωση ενάντια στην κάθοδο των Βουλγαρικών δυνάμεων και σκοτώθηκε από τους Γερμανούς. [22 Ιουλίου 1943] Ήταν 21 χρονών. Στη διαδήλωση είχα πάρει μέρος κι εγώ ανεξάρτητα από τον αδελφό μου. Είχα κατέβει με τα πόδια από το Παγκράτι μέσα από τον Εθνικό Κήπο. Κρατούσα μια τσάντα γεμάτη προκηρύξεις που γράψαμε οι μαθήτριες της Σχολής Καλπάκα. Την πέταξα την τελευταία στιγμή όπως με συμβούλεψε ένας μεγαλύτερός μου όταν μας στρίμωξαν οι Γερμανοί. Οι άλλες συμμαθήτριές μου δεν ήλθαν γιατί μάλλον δεν τους άφησαν οι γονείς τους. Εγώ μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον που οι γονείς μου δεν με ελέγχανε πάρα πολύ. Πάντα ήμνουν ανεξάρτητη και πεισματάρα. Όταν έφτασα στην Πανεπιστημίου από το Σύνταγμα, είδα το πλήθος που ανέβαινε γοργά. Ήμουν παιδί και έμεινε τυπωμένη η διαδήλωση στη μνήμη μου. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτό το πλήθος. Ανακατεύθηκα με τους διαδηλωτές. Φώναζαν. Ρωτάω κάποιον. Τι να φωνάξω; Μου απαντά: "Ζήτω η Λευτεριά". Οι Γερμανοί μας επιτέθηκαν. Σκοτώθηκαν πολλοί νέοι: Ο αδελφός μου, ο Θωμάς Χατζηθωμάς, φοιτητής του Πολυτεχνείου, η Κούλα Λίλη που σκαρφάλωσε στο τανκς, η Παναγιώτα Σταθοπούλου και άλλοι...Οι Γερμανοί που πρέπει να ήταν SS μας πήγαν κομμαντατούρ και από κει μας οδήγησαν στις φυλακές Εμπειρίκου. Οι γονείς μου με αναζητούσαν σαν τρελοί...

Σε λίγες μέρες με αφήσανε. ξαναοργανώθηκα στην ΕΠΟΝ και συνέχισα τα ίδια. Αλλά την τάξη μου δεν την έχασα. Στη Σχολή Καλπάκα φοβηθήκανε και με διώξανε. Γράφτηκα στο Βυζάντιο. Συνέχισα να γράφω με άλλους και να μοιράζω προκηρύξεις. Μα πιο πολύ μου άρεσε να μιλάω με το χάρτινο χωνί. Ξεσηκωνόταν ο κόσμος."

Και κει η Άννα μας απήγγειλε Το Χωνί:
...
Μέσα απ' το χάρτινο χωνί σου
με κάποιες νότες μυστικές
Μιλά η αδούλωτη ψυχή σου
Που δεν σκλαβώθηκε ποτές
...

Η Νίνα Σκανδάλη, η κυρία Νίνα, μια ευγενική και ιδιαίτερα καλλιεργημένη φιγούρα, ήρεμη δύναμη αλλά με πολύ ισχυρή προσωπικότητα, με δίψα κι αυτή για ζωή και για γνώση, γεννημένη 5 χρόνια νωρίτερα όπως ... συνήθιζε να μας θυμίζει η Άννα για να δείξει ότι ήταν νεώτερη από τη φίλη της, γράφει:

"... Η δράση της ΕΠΟΝ δεν μπορεί να κλειστεί σε μια ομιλία. Τόμοι έχουν γραφτεί, λευκώματα έχουν τυπωθεί με φωτογραφικό και άλλο υλικό... Μουσείο έγινε το σπίτι, στο οποίο πραγματοποιήθηκε η μυστική σύσκεψη των αγωνιστών της νεολαίας, που συναποφάσισαν την ίδρυση της ΕΠΟΝ στις 23 Φεβρουαρίου 1943. ... Υπολογίζονται σε 600.000 οι νέοι που εντάχθηκαν και πολέμησαν μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ στις πόλεις και τα βουνά...

Θρύλοι έχουν γίνει μερικά τους κατορθώματα, όπως η ηρωική αντίσταση των τριών Επονιτών τον Απρίλη του 1944, που κράτησαν για 10 μέρες πολιορκία στη συνοικία του Υμηττού, από 300 Γερμανούς και Ταγματασφαλίτες. [Ήταν οι Δημήτρης Αυγέρης, Θάνος Κιοκμενίδης και Κώστας Φολτόπουλος] Το σπίτι όπου σκοτώθηκαν, το Κάστρο του Υμηττού ("κάστρο δεν ήταν μα άντεξε σαν κάστρο") θα πει ο ποιητής, αποτελεί σήμερα τόπο προσκυνήματος. [Το ποίημα ήταν της Σοφίας Μαυροειδή-Παπαδάκη] Το ίδιο θρυλική ήταν και η αντίσταση των 10 Επονιτών που έπεσαν λίγους μήνες αργότερα, υπερασπιζόμενοι το Φρουραρχείο του ΕΛΑΣ στην Καλλιθέα.

Η ΕΠΟΝ, σ' όλη τη διάρκεια της Κατοχής, πάλεψε και για τη μόρφωση. Για το άνοιγμα και τη λειτουργία σχολείων, που οι κατακτητές είχαν μετατρέψει σε στρατώνες ή φυλακές, και με τη βοήθεια προοδευτικών δασκάλων ...

Πολλοί έχουν πει: τόσες θυσίες χαμένες. Δε συμμερίζομαι την άποψη αυτή. Τίποτα δεν πάει χαμένο. Τίποτα δεν ξεκινά από το μηδέν. Εξάλλου και αυτοί που υπέφεραν και ταλαιπωρήθηκαν, δε βγήκαν τελείως χαμένοι. Στις 27 Φεβρουαρίου 1991, έγινε μια εκδήλωση στην αίθουσα τελετών του Πανεπιστημίου Αθηνών, για την επέτειο της ΕΠΟΝ. Μεταξύ άλλων μίλησε ο Απόστολος Λάζαε=ρης πρώην υπουργός. Είπε κάτι που βρίσκω πολύ όμορφο: "Το επονίτικο κίνημα έδωσε τότε ιδιαίτερο νόημα στην ύπαρξή μου και σημάδεψε ανεξίτηλα με τα ιδανικά του ολόκληρη την κατοπινή μου ζωή. Δεν θα ήταν νομίζω υπερβολή, να πω πως όλοι μας περισσότερα κερδίσαμε παρά δώσαμε σ' αυτόν τον αγώνα. Κερδίσαμε σε ψυχική ανάταση, σε πλάταιμα του προσωπικού μας ορίζοντα, κερδίσαμε από τη λυτρωτική γνώση της μεγαλοσύνης του ελληνικού λαού".

Είναι πολύ ωραίο και πολύ αληθινό αυτό. Και μ'΄αυτό θέλω να τελειώσω."

Και η Νίνα το 1950 πήρε το δρόμο για τη Μακρόνησο...

Με την Άννα και τη Νίνα το 2005 στο σπίτι μου

Η τιμή του ελληνικού βιβλίου στην εποχή της κρίσης


Ανοιχτή επιστολή στους Έλληνες εκδότες:

Ζητούμενο, τόσο για σας όσο και για μας τους βιβλιόφιλους ιστολόγους, είναι να αυξηθεί η αναγνωσιμότητα σε μια Ελλάδα.

Βασικό πρόβλημα τα τελευταία χρόνια είναι η κρίση. Μια κρίση οξύτατη και πολυεπίπεδη. Έχει εισβάλει στις επιχειρήσεις σας, αλλά διαστρωματωμένα αποτυπώνεται πλέον και στο μεγαλύτερο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας και επηρεάζει, αντιστοίχως αναλογικά και πάντως δραματικά, τη ζωή όλων μας. Όταν η ανεργία και η κάθετη πτώση του εισοδήματος έχουν εκτοξευθεί στους πιο υψηλούς δείκτες των τελευταίων δεκαετιών, η βασική βεβαίως προτεραιότητα δεν μπορεί παρά να είναι η υπεράσπιση της Αξιοπρέπειας στην καθημερινή διαβίωση με όλα όσα πρέπει αυτή να περιλαμβάνει σε συνθήκες Δημοκρατίας: Υγεία, Στέγη, Τροφή, Εκπαίδευση, Ελευθερία.

Για τους βιβλιόφιλους αυτής της χώρας, που στην πλειονότητά τους δεν είναι ένα προνομιούχο κομμάτι που ζει εκτός κοινής οικονομικής πραγματικότητας, αλλά και για όλους τους πολίτες, το βιβλίο αποτελεί ένα πολύ σημαντικό αγαθό ενταγμένο στα παραπάνω, το οποίο δεν μπορεί και δεν πρέπει να μπει στην λίστα εκείνων, που θα μειωθούν ή θα κοπούν εντελώς, επειδή η ακρίβεια το καθιστά συχνά απλησίαστο.

Αν με τις προσφορές και τα παζάρια διαφαίνεται μια καλή λύση για τα βιβλία παλιότερων ετών, τι θα γίνει με τους καινούργιους τίτλους;

Θα αφορούν όλο και πιο λίγους; Και αν παγιωθεί αυτό ως αναγκαστική συνθήκη στην κρίση, θα πάμε από την εκδοτική πλημμυρίδα σε μιαν εκδοτική άμπωτη, της οποίας τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά θα περιγράφονται με την φράση εκδίδουμε ό,τι μπορεί να αποσβέσει;
       
Το ίδιο ισχύει και για το ηλεκτρονικό βιβλίο. Εκεί που θα έπρεπε η τιμή να είναι πολύ χαμηλότερη, δεδομένου ότι τα έξοδα έκδοσης είναι μικρότερα, παρατηρούνται μικρές διαφορές σε σχέση με το έντυπο βιβλίο. Το λογικό θα ήταν ο αναγνώστης, που έχει την ανάλογη συσκευή, να παρακινηθεί να αγοράζει άυλα κείμενα, ενώ αυτός που δεν έχει, να βρει κίνητρο για να ακολουθήσει την εξέλιξη.

Πριν φτάσουμε στο θλιβερό και στρεφόμενο στην ουσία κατά του πολιτισμού μας σημείο, να εκμηδενιστεί δηλαδή εντελώς ο αριθμός των αναγνωστών, ας επιχειρήσετε εσείς, οι εκδοτικοί οίκοι, καθώς σ’ εσάς πέφτει πρωτίστως αυτή η υποχρέωση,ένα θαρραλέο βήμα: μείωση της τιμής των καινούργιων τίτλων, ώστε να μην ανακοπεί η δημιουργική έκφραση όλων αυτών, στους οποίους ανάμεσα, πάντοτε, υπάρχουν ταλέντα που δεν πρέπει να χαθούν, επειδή θα έχει προκριθεί λόγω ωμής ανάγκης, το εφήμερο και το ευπώλητο.

Το βιβλίο,σήμερα, είναι ακριβό και αποτρέπει την αγορά του. Αυτή είναι η πραγματικότητα  και σας καλούμε να εξετάσετε τη μείωση της τιμής, συμμεριζόμενοι πάντα και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο χώρος του βιβλίου (εκδότες, συγγραφείς κτλ.).

Αντιλαμβανόμαστε τις ποικίλες δυσκολίες από τις  υποχρεώσεις σας στους εργαζόμενους, το κόστος χαρτιού, τα βάρη των δικαιωμάτων, των μεταφράσεων κτλ., μέσα μάλιστα στις ιδιαιτερότητες της ελληνικής αγοράς με τους γλωσσικούς της περιορισμούς και τον ελάχιστο πληθυσμό, όμως και πάλι  το βιβλίο, ακριβώς στην παρούσα κρίση, οφείλουμε να το διαδώσουμε ως αγαθό και όχι ως πολυτέλεια των ολίγων.

Τα ιστολόγιά μας, πάντα φιλόξενα και χωρίς κανενός είδους αντάλλαγμα, λειτουργήσαμε και λειτουργούμε, εκ των πραγμάτων, ως… "διαφημιστές" βιβλίων, ειδικά μάλιστα εκείνων που υπερβαίνουν το εφήμερο… Και συνεχίζουμε, υπηρετώντας από κοινού με σας τη λογοτεχνία και κάθε άλλου είδους γραπτό λόγο και συμβάλλοντας στην επιβίωσή του. Όχι μόνο για μας όμως, μα για όλους, σας καλούμε να συμβάλετε κι εσείς στη διατήρηση και ανύψωση του πνευματικού επιπέδου του λαού μας, στην αύξηση της φιλαναγνωσίας και στην επικοινωνία με τον ελληνικό και τον παγκόσμιο πνευματικό και επιστημονικό πολιτισμό του σήμερα και του χθε. Σας καλούμε να προχωρήσετε σε χαμηλές τιμές σε όλα και ειδικότερα στα καινούργια βιβλία, χωρίς βέβαια αλλαγή στην αισθητική και την ποιότητά του,ς που αναμφισβήτητα υπάρχει και αναγνωρίζεται.

Η παραπάνω επιστολή (με κάποιες δικές μου μικροεπεμβάσεις) δημοσιοποιείται μετά από επικοινωνία κάποιων ιστολογίων που ενδιαφέρονται για το βιβλίο και την ανάγνωση, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι εξαντλείται ο αριθμός των βιβλιόφιλων ιστολογίων βέβαια, κάθε άλλο μάλιστα.  Αφορμή στάθηκαν δύο αναρτήσεις από τη Λέσχη Ανάγνωσης Degas και το Βιβλιοκαφέ και τα σχόλια που ακολούθησαν. Ούτε βέβαια σημαίνει ότι δεν μπορούν να είναι ευπρόσδεκτες αλλά και απαραίτητες οι όποιες παρατηρήσεις, επιφυλάξεις, αντιρρήσεις στα παραπάνω.

Έχει ξεκινήσει εδώ και καιρό μια συζήτηση για την τιμή των βιβλίων, κυρίως των νέων κυκλοφοριών για τα οποία ισχύει υποχρεωτικά η ενιαία τιμή (για το οποίο είμαι σύμφωνη), ενώ για τα παλιότερα βιβλία διαμορφώνονται ευνοϊκότερες συνθήκες δεδομένου ότι και οι εκδότες αλλά και οι βιβλιοπώλες προβαίνουν σε εκτεταμένες προσφορές για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της μειωμένης ζήτησης. Μια τέτοια συζήτηση για παράδειγμα είχε διεξαχθεί στο Διαδίκτυο και με τον εκδότη της Ωκεανίδας. Βέβαια, δεν παραγνωρίζω τις δυσκολίες του εκδοτικού χώρου (π.χ. ΦΠΑ, υποχρέωση προπληρωμής αγοράς χαρτιού, καταβολή μεταφραστικών δικαιωμάτων στον ξένο εκδότη κτλ.) αλλά και των συγγραφέων (π.χ. υποχρέωση ανοίγματος βιβλίων για κάθε νέο συγγραφέα κτλ.).

Προσωπικά, δεν κυνηγώ απαραίτητα τα καινούρια βιβλία μόνο, είμαι μανιώδης κυνηγός "ξεχασμένων" βιβλίων στα παζάρια, ενώ βέβαια υποστηρίζω την χρήση των βιβλιοθηκών (όπως εξάλλου έχω καταγράψει στις αναρτήσεις για τα Διαβάσματα 2012 και 2011, αυτό φαίνεται καθαρά).


Πάντως, σχετικά με την τιμή των ελληνικών βιβλίωντα τελευταία χρόνια γίνεται ετήσια έρευνα  από τη Μονάδα Διασφάλισης Ολικής Ποιότητας Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών (ΜΟΔΙΠΑΒ) που εδρεύει και υποστηρίζεται από τη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Έτσι, στην έρευνα για τα βιβλία που εκδόθηκαν το 2011 (βασιζόμενη σε στοιχεία της Biblionet), δίνονται οι παρακάτω μέσες τιμές των βιβλίων ανά θεματική κατηγορία. Όπως φαίνεται, ακριβότερα είναι τα βιβλία τεχνολογίας, πληροφορικής και γλώσσας, ενώ χαμηλότερη τιμή είχαν τα λογοτεχνικά βιβλία. 

Γενικά θέματα    20,6 €
Πληροφορική    31,27 €
Φιλοσοφία    18,66 €
Θρησκεία    17,89 €
Κοινωνικές Επιστήμες    20,1 €
Γλώσσα     23,64 €
Φυσικές Επιστήμες    21,38 €
Τεχνολογία    33,82 €
Καλές Τέχνες     19,45 €
Λογοτεχνία    13,01 €
Ιστορία & Γεωγραφία    18,22 €
ΣΥΝΟΛΟ :    18,7 €


Εξάλλου, σε σχετική έρευνα του ΕΚΕΒΙ για την αγορά του βιβλίου The BookMarket in Greece 2012 (την βρήκα μόνο στην αγγλική!) δίνονται τα παρακάτω στοιχεία  για την εξέλιξη της μέσης τιμής του βιβλίου από το 2002 μέχρι το 2011:

2001:  13,70
2002:  15,60
2008:  17,13
2009:  17,10
2010:  17,47
2011:  17,12


Θεωρώ, με βάση και τα παραπάνω, ότι η τιμή του βιβλίου είναι ιδιαίτερα υψηλή, γίνεται δε έως απαγορευτική όταν θελήσουμε ν' αναζητήσουμε βιβλία πολιτικά, κοινωνικά και άλλα μη λογοτεχνικά. Δεν κατανοώ επίσης τις διαφορές τιμών που έχουν συχνά βιβλία μεταξύ τους, όταν δεν μπορώ να το αιτιολογήσω με βάση την προέλευση (έλληνας συγγραφεάς ή μεταφραστής, αν και βέβαια υπάρχει μια απάντηση ως προς το κόστος των δύο), τον αριθμό των σελίδων (δεν είναι πάντα κριτήριο από μόνο του, αλλά συνυπολογιζόμενο με άλλα δεν μπορεί ν' αγνοηθεί), τον εκδοτικό οίκο (μερικές φορές - δυστυχώς - και αυτό το υπολογίζω) κτλ. κτλ.

Ως πολίτης λοιπόν, όχι μόνο ως βιβλιόφιλη και ως αναγνώστρια, συμμετέχω στην προσπάθεια που έχει ξεκινήσει από την ομάδα των ιστολογίων για συζήτηση και διεκδίκηση μείωσης της τιμής των βιβλίων, συμμεριζόμενη και υφιστάμενη τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε όλοι από την οικονομική κρίση (όλοι, και εμείς οι πολίτες, εργαζόμενοι, αναγνώστες, δάσκαλοι, γονείς, αλλά και οι επαγγελματίες κάθε κατηγορίας, εκδότες, βιβλιοπώλες, συγγραφείς, μεταφραστές, επιμελητές, διορθωτές, τυπογράφοι, άλλοι τεχνικοί κτλ. κτλ.). Μια ευκαιρία για διάλογο και παρέμβαση. Και ένα τελευταίο σημείο: οι βιβλιοθήκες δεν θεωρούνται ανταγωνιστικός χώρος των βιβλιοπωλείων.

..................................................
Την επιστολή, με μικροεπεμβάσεις ή στην αρχική της μορφή, συμφωνώντας ή διαφωνώντας στο πλαίσιο, αλλά συμμετέχοντας στη συζήτηση, έχουν αναρτήσει τα παρακάτω ιστολόγια: