Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πολιτική βιβλιοθηκών. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πολιτική βιβλιοθηκών. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 22 Μαρτίου 2015

Εθνική Πολιτική Βιβλιοθηκών: το παράδειγμα της Φινλανδίας



Ψάχνοντας στο Διαδίκτυο για δημοσιεύματα σχετικά με τις πολιτικές βιβλιοθηκών, έπεσα σε ένα δημοσίευμα του 2011 για τις βιβλιοθήκες της Φινλανδίας από το περιοδικό Information Today. Το κείμενο υπογράφεται από την Barbro Wigell-Ryynänen, σύμβουλο πολιτιστικών υποθέσεων του Φινλανδικού Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού (έχουν και αυτοί ενιαίο Υπουργείο!)  με αφορμή τις συζητήσεις για εθελοντές βιβλιοθηκονόμους και το κλείσιμο βιβλιοθηκών στη Μεγάλη Βρετανία (αυτό το πρόβλημα είναι εξαιρετικά οξύ στη χώρα που κάποτε ήταν πρωτοπόρα και παράδειγμα).

Στο άρθρο αυτό, η συντάκτριά του έλεγε πολλά και αξιοπρόσεκτα πράγματα, που ίσως σε κάποιον που δεν ξέρει θα μπορούσαν να φανούν και υπερβολές!  Έλεγε λοιπόν, ανάμεσα στα άλλα, ότι στη χώρα της έχουν νόμο για τις Βιβλιοθήκες από το 1928, ότι έχουν Εθνική Πολιτική για τις Βιβλιοθήκες, ότι στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού υπάρχει υπηρεσία αρμόδια για  τη λειτουργία των δημόσιων βιβλιοθηκών (προϋπολογισμοί, εθνικές πολιτικές και προγράμματα, χορηγίες κτλ.), και ότι παρέχονται στους επισκέπτες/χρήστες των βιβλιοθηκών δωρεάν υπηρεσίες πρόσβασης σε δίκτυο ασυρματικής επικοινωνίας (WIFI). 

Επειδή το δημοσίευμα ήταν του 2011, ανέτρεξα στον επίσημο ιστότοπο των Φινλανδικών βιβλιοθηκών για να επιβεβαιώσω ή να εντοπίσω τυχόν μεταβολές. Εκεί βρήκα πληροφορίες για όλους τους τύπους βιβλιοθηκών της χώρας, για τις πολιτικές, τα προγράμματα και τις εκδόσεις τους, ενώ βρήκα και την Εθνική Πολιτική Βιβλιοθηκών (Finnish Public Library Policy 2015).

Θέλοντας να ορίσω την έννοια της εθνικής πολιτικής για τις βιβλιοθήκες, θα ξεκινούσα καταρχάς από την έννοια της πολιτικής για την πληροφόρηση, Η εθνική πολιτική πληροφόρησης, περιλαμβάνει αρχές, θεσμούς και κανόνες, ενέργειες και δράσεις σε εθνικό επίπεδο, για ζητήματα δημιουργίας, επεξεργασίας, ροής, πρόσβασης, διαχείρισης και χρήσης των πληροφοριών. Φυσικά, η πολιτική αυτή αφορά όλες τις πλευρές της δημόσιας ζωής - υγεία, ασφάλεια, εκπαίδευση, δημόσια διοίκηση κτλ. και θα ήταν αναγκαίο και χρήσιμο να υπάρχει ένας τέτοιος σχεδιασμός.  Η εθνική πολιτική βιβλιοθηκών είναι το πλαίσιο για τη σχεδιασμένη και συντονισμένη ανάπτυξη των βιβλιοθηκών μιας χώρας, το οποίο προτείνεται ή/και υιοθετείται από μια κυβέρνηση. Παίρνει στοιχεία από την πολιτική πληροφόρησης, αλλά και άλλες πολιτικές σε μια χώρα, όπως είναι οι πολιτικές για την παιδεία και για τον πολιτισμό.


Αντιγράφω παρακάτω (σε ελεύθερη μετάφραση) τα συμπεράσματα από την Έκθεση του NIDA (Network for Information and Digital Access) για τη διατύπωση ενός πλαισίου ανάπτυξης πολιτικής βιβλιοθηκών, ενώ παραδείγματα και παρουσίαση της μελέτης μπορεί κανείς να διαβάσει και σε εισήγηση της προέδρου του NIDA σε συνέδριο της IFLA (μάλιστα μία μελέτη περίπτωσης είναι και αυτή της Φινλανδίας):
  • Η εθνική πολιτική βιβλιοθηκών είναι μέρος ενός μεγαλύτερου μωσαϊκού πολιτικών που σχετίζονται με την πληροφορία αλλά ταυτόχρονα και με  άλλα ζητήματα όπως είναι η εκπαίδευση.
  • Η εθνική πολιτική βιβλιοθηκών σχετίζεται με τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες και συνθήκες  της χώρας.
  • Η νομοθεσία για τις βιβλιοθήκες καθορίζει  την ύπαρξη και τις αρμοδιότητες των βιβλιοθηκών, κάτι που διασφαλίζεται με την εθνική πολιτική βιβλιοθηκών.
  • Η εθνική πολιτική βιβλιοθηκών, αφού εγκριθεί από την κυβέρνηση, παρέχει το πλαίσιο για τη λειτουργία των βιβλιοθηκών (συμπεριλαμβανομένης και της οικονομικής υποστήριξης).
  • Η ύπαρξη αρμόδιου οργάνου εντός της κυβέρνησης για την ανάπτυξη των βιβλιοθηκών διευκολύνει τη διατύπωση μιας πραγματικά εθνικής πολιτικής βιβλιοθηκών.
  • Οι εθνικές στρατηγικές και πολιτικές για τις βιβλιοθήκες προσδίδουν στις βιβλιοθήκες αξιοπιστία και πολιτική ορατότητα, κάτι που συχνά λείπει. Έτσι, αναγνωρίζεται ο σημαντικός ρόλος που παίζουν οι βιβλιοθήκες στην ανάπτυξη και την ευημερία της κοινωνίας και ενσωματώνεται σε όλες τις κυβερνητικές  πολιτικές και κατευθύνσεις.


Πρέπει να ομολογήσω πως ήταν μια εκπληκτική σύμπτωση η ανάρτηση του Βιβλιοθηκάριου για το δίκτυο βιβλιοθηκών του Ελσίνκι. Έτσι, αντί να απαντήσω με σχόλιο που θα ήταν μακροσκελές, αποφάσισα να δώσω τις πληροφορίες εδώ, απαντώντας ταυτόχρονα και σε προγούμενη ανάρτησή του για την ανάγκη σχεδιασμού της πολιτικής βιβλθιοθηκών.

Φυσικά και συμφωνώ για την ανάγκη σχεδιασμού εθνικής πολιτικής και νομίζω αυτό που χρειάζεται είναι να καθήσουν κάποιοι σε ένα τραπέζι, να συζητήσουν, να καταγράψουν και να συναποφασίσουν. Το πρόσταγμα οφείλει να το δώσει το αρμόδιο Υπουργείο, που θα έχει και την ευθύνη/αρμοδιότητα υλοποίησης αυτής της πολιτικής. Από κει και πέρα, μπορούν να καθοριστούν, με καλή πίστη και συνεργασία, οι αρμοδιότητες και τα όρια δράσης κάθε πλευράς, τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα (και των χορηγικών ιδρυμάτων συμπεριλαμβανομένων βέβαια).


Σε αναμονή λοιπόν!

.................................................................................


Παλιότερες αναρτήσεις μου με αναφορές στην ανάγκη πολιτικής βιβλιοθηκών:

Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2014

Οι βιβλιοθήκες, ο Σύριζα και η βάσανος για μια πρόταση πάνω σε "χειροπιαστά οράματα"


"Σώστε όλες τις βιβλιοθήκες του Λίβερπουλ", γράφει ένα από τα πανώ της διαδήλωσης

Πριν από δύο μέρες διάβασα στην ηλεκτρονική έκδοση της Guardian την είδηση ότι αρκετοί συγγραφείς πρωτοστάτησαν στη διαδήλωση που έγινε στο Λίβερπουλ για να μην κλείσουν οι 11 από τις 18 δημοτικές βιβλιοθήκες, όπως, για οικονομικούς λόγους, αποφάσισε το Δημοτικό Συμβούλιο της πόλης. Και άλλες φορές έχουμε δει τα τελευταία χρόνια διαμαρτυρίες "επωνύμων" αλλά και απλών πολιτών (και ακτιβιστών όπως του Occupy London κ.ά.) στην Αγγλία, όταν επιχειρείται το κλείσιμο βιβλιοθηκών στο πλαίσιο πολιτικών λιτότητας, περιορισμού δαπανών κτλ. 

Και κάθε φορά, θυμάμαι, αναρωτιόμουν ποια μπορεί να ήταν άραγε η αντίδραση αντίστοιχα στον τόπο μας. Οι σκέψεις αυτές μου έρχονται και τώρα πάλι, έχοντας στο μυαλό μου την πρόταση του Σύριζα για τον πολιτισμό, όπου αναφέρεται και στις βιβλιοθήκες. 

Αν και δεν έχω αναστολές στη δημόσια έκφραση της άποψής μου, περίμενα για μερικές μέρες κάποια παρέμβαση, κάποιες αναφορές, ώστε να μην βγαίνω πάλι σαν μαϊντανός να γκρινιάζω δημόσια (σχεδόν) μόνη μου. Κι ενώ, δημόσια έχουν γραφτεί πολλά για την Πρόταση αυτή του Σύριζα, πουθενά όμως και κανείς δεν ασχολείται με τις βιβλιοθήκες. Ακόμη και η ανάρτηση του βιβλιοθηκάριου περιορίστηκε κύρια στους λόγους για τους οποίους σταμάτησε η στήλη του στην Αυγή (επίσης σοβαρό θέμα και πολιτισμού το ίδιο το γεγονός, ελπίζω να μην αποτελεί δείγμα γενικότερης νοοτροπίας και συμπεριφοράς).

Η αλήθεια είναι ότι μόλις ενημερώθηκα (από το Scoop.it της Δημόσιας βιβλιοθήκης Λειβαδιάς) για το κείμενο του Σύριζα, έστειλα (στις 29/9/2014) μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου το παρακάτω κείμενο (πρόχειρα και γρήγορα γραμμένο) σε μερικούς φίλους, με κάποιους από τους οποίους μοιραζόμαστε συχνά τις σκέψεις μας με ένα καφέ.

"Θεωρώ ότι είναι δύο ξεχωριστά θέματα, άλλο το βιβλίο και άλλο οι βιβλιοθήκες. Το βιβλίο έχει να κάνει με αυτά που ήδη αναφέρονται στο κείμενο έτσι κι αλλιώς και κυρίως – καλώς ή κακώς, αλλά πάντως, για να είμαστε και ρεαλιστές, αναγκαία – με ζητήματα οικονομίας, αγοράς κτλ. Οι βιβλιοθήκες  έχουν βέβαια σχέση με το βιβλίο, όχι όμως άμεσα με τα προβλήματα της αγοράς,  επίσης είναι και άλλα πράγματα οι βιβλιοθήκες και θα έπρεπε να έχουμε μπεί ενεργά σε αυτό το διάλογο. Και τα άλλα πράγματα δεν είναι μόνο η ψηφιοποίηση, που στο κάτω κάτω γίνεται. Ένα ζήτημα που δεν θίγεται καθόλου στο κείμενο για τις βιβλιοθήκες είναι οι άνθρωποι. Επίσης, οι βιβλιοθήκες έχουν καθοριστικό ρόλο και  λόγο στον πληροφοριακό αλφαβητισμό, στον ψηφιακό αλφαβητισμό  εμπλέκονται και άλλοι θεσμοί. Το κείμενο για την Εθνική πολιτική βιβλιοθηκών και για το Δίκτυο είναι σύντομο, αναρωτιέμαι αν έχει γίνει πιο αναλυτική επεξεργασία. Η συμβολή των βιβλιοθηκών  στην εκπαίδευση και στην έρευνα είναι καθοριστική επίσης."

Το κείμενο της Πρότασης (και) για τις βιβλιοθήκες είναι λες γραμμένο στο πόδι, κάτι σαν συρραφή προτάσεων και δεν ξέρει κανείς ποιοί τις διατύπωσαν, τι έχουν στο μυαλό τους, αν έχουν επεξεργασμένο υλικό στα συρτάρια και τέλος πάντων αν έχουν στη σκέψη τους αρχή, μέση και τέλος για το πώς θα αντιμετωπίσει ο Σύριζα, αν γίνει Κυβέρνηση, και τα ζητήματα των βιβλιοθηκών.

Δεν είναι δυνατόν στην παρούσα ανάρτηση να δώσω πλήρη παρουσίαση των σκέψεων που έκανα διαβάζοντας την Πρόταση (δεν λέω Θέσεις, γιατί υποτίθεται ότι είναι σε διαβούλευση - δεν ξέρω με ποιο τρόπο - αλλά και γιατί δεν μπορεί αυτό το κείμενο να είναι οι Θέσεις του Σύριζα). Έχω ήδη γράψει σε παλιότερες αναρτήσεις κάποιες σκέψεις μου σχετικά με μια Εθνική Πολιτική Βιβλιοθηκών (π.χ.: Για μια Εθνική πολιτική βιβλίου και βιβλιοθηκών (μερικές πρώτες σκέψεις και ως συμβολή στις συζητήσεις που έχει ξεκινήσει ο Σύριζα) στις 28/1/2014 και Δημόσιες βιβλιοθήκες και προϋποθέσεις για μια αριστερή πολιτική: συμβολής στο διάλογο συνέχεια... στις 5/2/2014).

Ξεκινώ από τις θέσεις ότι στην Ελλάδα υπάρχουν βιβλιοθήκες, ότι υπάρχουν και πολύ καλά οργανωμένες βιβλιοθήκες, ότι υπάρχουν βιβλιοθήκες διαφόρων κατηγοριών (ακαδημαϊκές, δημόσιες, δημοτικές, ειδικές, ιατρικές, κτλ.), ότι υπάρχει (και) πολύ καλά εκπαιδευμένο προσωπικό, ότι η τεχνογνωσία του προσωπικού (κύρια στις ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες, αλλά όχι μόνο) είναι "ευρωπαϊκού" επιπέδου, ότι έχουν γίνει σημαντικά πράγματα στις βιβλιοθήκες τα τελευταία 20-30 χρόνια (χάρη στη θέληση και στις άοκνες προσπάθειες των ανθρώπων που δούλευαν στο χώρο, αλλά και χάρη στα ευρωπαϊκά προγράμματα χρηματοδότησης, που όμως από μόνα τους, όπως φάνηκε, δεν αρκούν αφού δεν εξασφάλισαν τη συνέχιση της απασχόλησης των ανθρώπων και της λειτουργίας πολλών δραστηριοτήτων που είχαν ξεκινήσει). Υπάρχουν βέβαια και αρκετά σημεία με αρνητικό πρόσημο που σε μια άλλη  επεξεργασία θα μπορούσαν να παρουσιαστούν, δεν είναι όμως του παρόντος μια τέτοια αναφορά.

Μπορεί να υποθέσει κανείς ότι η συγκεκριμένη Πρόταση αφορά τις δημόσιες/δημοτικές (λαϊκές) βιβλιοθήκες αφού είναι πρόταση για τον Πολιτισμό (αν και είναι γνωστό ότι ακόμη και σε αυτό υπάρχει πρόβλημα αρμοδιοτήτων, πολλά εμπλεκόμενα υπουργεία κτλ.). Όμως, αναφέρονται κάπου αλλού οι άλλες κατηγορίες; Και πού τέλος πάντων αντιμετωπίζονται ως ολότητα, όταν το κείμενο ήδη κάνει λόγο για Εθνικό Δίκτυο Βιβλιοθηκών; Τελικά, τι είναι αυτό το Εθνικό Δίκτυο Βιβλιοθηκών; Υπάρχει επεξεργασμένο πρόγραμμα από το Σύριζα; Υπάρχει ομάδα που δουλεύει γι' αυτό; 

Κάναμε λόγο για Εθνικό Δίκτυο Βιβλιοθηκών στις αρχές της δεκαετίας του '80, όμως τότε δεν υπήρχε σχεδόν τίποτα οργανωμένο. Υπάρχει ήδη μια εμπειρία στην Ελλάδα από τη λειτουργία ομάδων βιβλιοθηκών, όπως είναι οι ακαδημαϊκές και οι δημόσιες. Έχουν γίνει κατά καιρού ενέργειες για τις ιατρικές, οικονομικές κτλ. Το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης έχει το λεγόμενο Εθνικό Δίκτυο Επιστημονικών και Τεχνολογικών Βιβλιοθηκών (ΕΔΕΤΒ), όπως έχει ονοματίσει το σύνολο των βιβλιοθηκών που συμμετέχουν στο συλλογικό κατάλογο περιοδικών (μια εξαιρετικά σημαντική και χρήσιμη δραστηριότητα του ΕΚΤ για τις βιβλιοθήκες, με πρωτεργάτη το σημερινό Γενικό Διευθυντή της Εθνικής Βιβλιοθήκης Φίλιππο Τσιμπόγλου και άλλους καλούς και άξιους βιβλιοθηκονόμους, κάποιοι από τους οποίους το λειτουργούν μέχρι και σήμερα). Δίκτυο έχει δημιουργήσει και το Ίδρυμα Νιάρχου με την ομάδα δημόσιων και δημοτικών βιβλιοθηκών που συμμετέχουν στο Future Library (ένα θέμα που δεν θίγεται καθόλου στο κείμενο, για το οποίο όμως χρειάζεται μια θέση, όχι απαραίτητα αρνητική, όμως μια θέση για μια στάση απέναντι στους μικρούς και τους μεγάλους χορηγούς και "ευεργέτες"). Πώς δένουν λοιπόν όλα αυτά με το προτεινόμενο Δίκτυο;

Πώς και γιατί ενεπλάκη η Βιβλιοθήκη της Βουλής στο ρόλο του συντονιστή μαζί με την Εθνική Βιβλιοθήκη; Και αν γίνει αυτό (που κατά τη γνώμη μου δεν χρειάζεται), ποιος θα είναι ο ρόλος της; Και μάλιστα, να σημειώσω εδώ ότι προτείνεται οι δύο αυτές βιβλιοθήκες "να λειτουργούν καθοδηγητικά για όλες τις υπόλοιπες, χωρίς όμως να τις υποκαθιστούν και να τις υποβαθμίζουν". Μα σε ποια εποχή βρισκόμαστε; Πώς θεωρούμε ότι λειτουργούν οι θεσμοί και οι άνθρωποι; Είναι δυνατόν ακόμη και η Εθνική Βιβλιοθήκη να καθοδηγεί; Ας το θεωρήσω κακή χρήση της ελληνικής γλώσσας (που δεν συγχωρείται βέβαια σε ένα τέτοιο κείμενο, γιατί φοβάμαι μην εκφράζει αντίληψη και οπωσδήποτε ελλιπή γνώση ή και άγνοια της κατάστασης).

Παρακάτω:

Τι σημαίνει "χάραξη και υλοποίηση Εθνικής Πολιτικής για τις Βιβλιοθήκες της χώρας" (μα αυτήν περίμενα να διατυπώνεται στην Πρόταση)

Τι σημαίνει "εφαρμογή των διεθνών προτύπων και πρακτικών" (εδώ πιάνω και αδιάβαστο τον συντάκτη, οι βιβλιοθήκες δεν μπορούν πλέον να δουλεύουν χωρίς την εφαρμογή προτύπων και αυτό κάνουν)

Τι σημαίνει "οργάνωση μιας πλατφόρμας συνεργασίας, συντονισμού και δικτύωσης όλων των κατηγοριών των βιβλιοθηκών μέσα στα όρια κάθε περιφέρειας και μέσα στο πλαίσιο αρμοδιοτήτων του Περιφερειάρχη της"  (!!!!)

Και το κεφάλαιο για τις Βιβλιοθήκες τελειώνει με ένα ευχολόγιο για τη χάραξη Εθνικής Πολιτικής, με τις βιβλιοθήκες ως 

"έργου βασικής υποδομής

·                  για όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης,
·                  τη διά βίου εκπαίδευση των πολιτών,
·                  την επαγγελματική πληροφόρηση και ενημέρωση,
·                  τον ψηφιακό αλφαβητισμό και την εξοικείωση με τις νέες τεχνολογίες,
·                  την πολιτισμική και πολιτιστική καλλιέργεια των πολιτών."


Αυτά για τις βιβλιοθήκες, παρακάτω όμως στις Νομοθετικές παρεμβάσεις για την εκδοτική αγορά, το κείμενο ξαναθυμάται τις βιβλιοθήκες:

"§     ψηφιοποίηση αρχείων-βιβλιοθηκών
§     διασφάλιση της δημόσιας διαχείρισης ψηφιακού υλικού Αρχείων – Βιβλιοθηκών"

§     ψηφιοποίηση αρχείων-βιβλιοθηκών
§     διασφάλιση της δημόσιας διαχείρισης ψηφιακού υλικού Αρχείων – Βιβλιοθηκών
- See more at: http://left.gr/news/i-protasi-toy-syriza-gia-ton-politismo#sthash.C1iFIE0b.dpuf


Ως κατακλείδα, πιστεύω ότι ο Σύριζα είναι καλό να δει με σοβαρότητα τον τομέα των βιβλιοθηκών (αν και ... "απλοϊκά" σκεπτόμενη, παραπέμπω και στην ανάρτηση  Ο Λένιν και οι βιβλιοθήκες: μία σχέση βαθειά και διαρκής, 21/1/2014), να τον δει χωριστά και ανεξάρτητα από τον τομέα του βιβλίου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν περιοχές με επικαλύψεις και κοινά ζητήματα. Αυτά θα φανούν στην πορεία και θα αντιμετωπίζονται από κοινού. Η αφετηρία όμως πρέπει να είναι διαφορετική. Επίσης, καλό είναι να μη δειλιάζει να ακού(σ)ει τους ανθρώπους του χώρου των βιβλιοθηκών (και όχι μόνο βέβαια), να έχει ανοιχτή και δημοκρατική ματιά στα πράγματα. Και ένα σημείο ακόμη: το Google δεν υποκατέστησε τις βιβλιοθήκες (όπως πολλοί, εκπαιδευτικοί και άλλοι λένε), όμως αυτό τι σημαίνει; Ξέρουμε;

Και για να επιστρέψω στην εικόνα από το Λίβερπουλ, πώς θα ήταν δυνατόν κι εμείς να κάνουμε το ίδιο, και να κάνουμε σημαία το σύνθημα "Πάμε βιβλιοθήκη"; Να μια ιδέα για την Εθνική ή όπως αλλιώς θέλετε να την πείτε Πολιτική Βιβλιοθηκών.


Υστερόγραφο

Πριν από ένα χρόνο, συγκεντρωθήκαμε κάποιοι άνθρωποι, εκτός κομματικών μηχανισμών και διαβουλεύσεων, με σκοπό και θέληση να δούμε τα ζητήματα αυτά (όπως κάναμε παλιά) με λεπτομέρειες, ώστε να είμαστε σε θέση να διατυπώσουμε (και να δώσουμε) κάποιες προτάσεις. Δυστυχώς δεν ενθαρρυνθήκαμε, αντίθετα μάλιστα, πήραμε ξαφνικά ένα απόγευμα την είδηση (πάλι από αλλού) ότι ο Σύριζα διοργανώνει από την επόμενη ημέρα ένα τριήμερο για το βιβλίο και τις βιβλιοθήκες. Έγινε κι εκεί μια συζήτηση, δεν υπήρξε όμως συνέχεια, και τελικά δημοσιεύτηκε τον Σεπτέμβριο η Πρόταση για τις βιβλιοθήκες! Κάτι δεν πάει καλά στο βασίλειο... Αγαπητέ βιβλιοθηκάριε, δεν φταίει (μόνο) η τυχόν έλλειψη συντονιστή. Δεν θα λύσει το πρόβλημα ένα περιοδικό. Εκεί που θα συμφωνήσω μαζί σου είναι ότι λείπουν οι συνεργασίες και οι επεξεργασίες. Τα χειροπιαστά οράματα (τί ωραία έκφραση, αλήθεια, την αντιγράφω κι εγώ κι ευγνωμονώ την καλή φίλη που πρώτη την είπε) θέλουν δουλειά, θέλουν μέτρο, θέλουν ήθος, θέλουν ανιδιοτέλεια, θέλουν δουλειά!

Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2014

Δημόσιες βιβλιοθήκες και προϋποθέσεις για μια αριστερή πολιτική: συμβολής στο διάλογο συνέχεια...



Είναι πολύ ενθαρρυντικό που γίνεται λόγος για τις βιβλιοθήκες και θα ήταν πολύ χρήσιμο να είχε ανοίξει πλατύτερα ένας διάλογος, αντί να βρισκόμαστε στη θέση να κρίνουμε (απ' έξω και θετικά ή αρνητικά) πράγματα που ήδη γίνονται. Οι συζητήσεις για τις βιβλιοθήκες έχουν ξεκινήσει τον τελευταίο καιρό με πρωτοβουλία του Τμήματος Πολιτισμού του Σύριζα σε συνδυασμό με τις συζητήσεις για το ΕΚΕΒΙ και γενικότερα για το βιβλίο και την πολιτική προάσπισής του. Έχουν πολύ ενδιαφέρον και είναι κρίμα που δεν έχει υπάρξει η ανάλογη συμμετοχή από χώρους που θα ήταν αναμενόμενο να έχουν παρουσία (βιβλιοθηκών, εκπαίδευσης κτλ.). Βέβαια, αυτό σε καμία περίπτωση δεν υποβιβάζει τη συμβολή που είχαν στις συζητήσεις τόσο οι εκπρόσωποι της Ένωσης Βιβλιοθηκονόμων (που πολύ εμπεριστατωμένα παρουσίασαν την κατάσταση και τις θέσεις για μια Εθνική Πολιτική Βιβλιοθηκών που έχουν ήδη από ετών επεξεργαστεί), όσο και οι άλλοι ομιλητές (κύρια συγγραφείς, οι οποίοι παρουσίασαν τη θετική τους εμπειρία από τις βιβλιοθήκες).

Βέβαια, οι συζητήσεις αυτές επικεντρώθηκαν κύρια στις δημόσιες / δημοτικές βιβλιοθήκες (τις λαϊκές), πράγμα που έχει και μεγαλύτερη συνάφεια με το γενικότερο θέμα των συζητήσεων γύρω από το βιβλίο. Δεν μπορούν όμως να καταλήξουν σε γενικότερα συμπεράσματα για την Εθνική Πολιτική Βιβλιοθηκών αν δεν ανοίξουν (στο χώρο του Σύριζα, επειδή αναφέρομαι σε αυτό το γύρο συζητήσεων εδώ, αλλά και γενικότερα) οι συζητήσεις συνολικά. 

Δηλαδή, τι γίνεται, πώς γίνεται τώρα και πώς πρέπει να γίνεται. Για τις ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες, έγινε μια σχετική προβολή την περίοδο κινητοποίησης των διοικητικών του Πανεπιστημίων, όμως, τώρα πώς πορεύονται; Τι γίνεται με τις ερευνητικές, υπάρχουν, χρειάζονται; Στα νοσοκομεία, ξέρουμε ότι κι εκεί κάτι κινείται (ή.. θα έπρεπε να κινείται); Για τις σχολικές, ακούγονται πολλά για το παρελθόν, τώρα τι λέμε; Για τις ειδικές (τι είναι αυτό πάλι;); Για την Εθνική; Να γίνει μια μεγάλη Δημόσια Βιβλιοθήκη; Και λοιπόν; Είναι Εθνική; Και τι κάνει μια Εθνική; Και τι κάνουν οι βιβλιοθήκες; Και τι έχουν κάνει μέχρι τώρα στην Ελλάδα; Ήταν ανύπαρκτες; Και το προσωπικό τους; Και η εκπαίδευσή τους; Και τί λένε για όλα αυτά οι εκπαιδευτικοί; Και τι κάνουν τα ιδρύματα (Νιάρχου, Ωνάση, Μποδοσάκη, Λάτση κτλ.); Και πώς εννοούμε τη λειτουργία της λαϊκής βιβλιοθήκης σήμερα; Και τι γίνεται με τα πνευματικά δικαιώματα και με το ηλεκτρονικό βιβλίο και με τη συντονισμένη αξιοποίηση του αρχειακού πλούτου;

Έχω ήδη εκφράσει κάποιες (απλουστευτικές για κάποιους) σκέψεις μου σε προηγούμενη ανάρτηση. Θα ήθελα εδώ να παραθέσω μερικά σημεία καλοπροαίρετης συμβολής  και συμπλήρωσης στο κείμενο του Άρη Μαραγκόπουλου που δημοσιεύτηκε στη χθεσινή Αυγή (αφού βέβαια παρατηρήσω ότι είναι από τους ένθερμους υποστηρικτές και γνώστες αυτού που ονομάζουμε ζητήματα γύρω από το βιβλίο και τις βιβλιοθήκες).

Κατ' αρχάς, συμφωνώ με την κριτική που κάνει στη φιλοσοφία του Future Library με τα Media Labs (να προσθέσω εδώ την παρατήρηση σχετικά με τη χρήση αγγλικών όρων, ένα επίσης σοβαρό θέμα για μένα, και που δεν αφορά βέβαια μόνο το εν λόγω Ίδρυμα, αλλά διαπερνά όλους τους χώρους, και του βιβλίου, βλέπε π.χ. περιδικά Athens Review of Books, Books' Journal, αλήθεια δεν μπορούσαν να δώσουν ελληνικούς τίτλους;). Χωρίς να παραγνωρίζω την αναγκαιότητα και τέτοιων δράσεων και ότι οι βιβλιοθήκες και διεθνώς παίζουν πλέον και τέτοιους ρόλους, αυτό που φοβάμαι ότι καλλιεργείται είναι η λειτουργία της βιβλιοθήκης με αυτούς τους ρόλους και μόνο, δηλαδή ως χώροι και ως τόποι αναψυχής, ψυχαγωγίας, ίσως και διασκέδασης. Όμως, αυτό μπορεί να γίνει και από/σε άλλους χώρους και τόπους, ενώ κάποια έστω στοιχεία από τις λειτουργίες των βιβλιοθηκών δεν μπορούν να γίνουν αλλού (ή μήπως κάνω λάθος;). Από την άλλη βέβαια, με το πρόγραμμα αυτό, οι βιβλιοθήκες που συμμετέχουν βγήκαν στο προσκήνιο, έγιναν γνωστές στις τοπικές κοινωνίες, εκτιμήθηκαν ίσως από τις δημοτικές αρχές (αρκεί να μην αποτελέσουν ... αφορμές προεκλογικής εκμετάλλευσης), δέχτηκαν και δέχονται μεγάλο αριθμό επισκεπτών στα προγράμματά τους (και μάλιστα παιδιών και νέων ανθρώπων). Αναρωτιέμαι όμως, πολλά από αυτά δεν θα μπορούσαν να τα κάνουν έτσι κι αλλιώς οι βιβλιοθήκες; Μήπως έτσι κι αλλιώς ο ρόλος τους δεν είναι η επαφή με τις κοινότητες, η ενημέρωση, η διάδοση της γνώσης, κατά μία έννοια και η μάθηση; Μήπως ο τονισμός των συγκεκριμένων δράσεων σχετίζεται και με μια ευκολία ή με μια αλλαγή ρόλων για το προσωπικό τους; Πάντως, η λειτουργία και η χρήση της βιβλιοθήκης (που δεν την έχουμε μάθει στην Ελλάδα) έχει κι άλλα στοιχεία πέραν της εικόνας της "πρωτοπορίας" και του πανηγυριού που (καμιά φορά, όχι πάντα) δίνεται. Και δεν τοποθετούμαι έτσι από διάθεση αντιπαράθεσης, αλλά από άποψη ιδεολογική και επιστημονική. Οι βιβλιοθήκες μπορούν ν' αποτελέσουν τον τρίτο τόπο (Third Place) ή το δημόσιο χώρο (Public Space), όπως το διατυπώνουν γνωστοί θεωρητικοί σχετικά με την αξιοποίηση του χώρου και του χρόνου των ανθρώπων. Το ζήτημα είναι να δούμε και πώς αξιοποιούμε το χώρο και το χρόνο μας οι άνθρωποι.

Συνεχίζοντας στις προτάσεις του Άρη Μαραγκόπουλου για το "τι να κάνουμε". Η αλήθεια είναι ότι σε μια πολιτική δημόσιων/δημοτικών βιβλιοθηκών δεν μπορεί να μπει ως κανόνας η απόκτηση κάθε νέου βιβλίου από όλες τις βιβλιοθήκες! Η πολιτική προσκτήσεων ανήκει στις βιβλιοθήκες τις ίδιες και υπάρχουν κριτήρια (εξάλλου, πέραν αυτού και πέραν του οικονομικού ζητήματος, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το πρόβλημα του φυσικού χώρου - αν εννοούσε έντυπα βιβλία, αλλά και τις δυνατότητες χρήσης ηλεκτρονικών βιβλίων). Από την άλλη, η δημιουργία κουλτούρας ανάγνωσης απαιτεί κινητοποίηση σε πολύ μεγάλο βαθμό του χώρου της εκπαίδευσης (σε συνεργασία με τους φορείς των βιβλίων και των βιβλιοθηκών). Πού είναι αυτός; Επίσης, απαιτείται δημιουργία κουλτούρας χρήσης των βιβλιοθηκών, και αυτών που υπάρχουν και που είναι δανειστικές και που έχουν ανοιχτή πρόσβαση στα βιβλιοστάσια (και που αν δεν το κάνουν - είτε δημόσιες/δημοτικές, είτε ακαδημαϊκές ή άλλες - να το καταγγείλουμε). Και υπάρχουν οι βιβλιοθήκες που είναι και δανειστικές και που προσπαθούν. Από κει και πέρα, η πρόταση για δημιουργία Δικτύου έπεται, δεν είναι αυτοσκοπός. Το Δίκτυο χρειάζεται για να επικοινωνήσουν οι βιβλιοθήκες μεταξύ τους και με τους χρήστες τους. Ομολογώ, δεν καταλαβαίνω πώς έχει κοστολογηθεί αφού δεν έχει οριστεί τι και πώς θα είναι αυτό το Δίκτυο. 

Σχετικά με τις συζητήσεις για τις βιβλιοθήκες στο πλαίσιο των συζητήσεων για το βιβλίο, φοβάμαι ότι εκ των πραγμάτων, η κουβέντα θα γίνεται κύρια γύρω από την απόκτηση βιβλίων, δηλαδή γύρω από τις σχέσεις των εκδοτών με τις βιβλιοθήκες. Καθόλου αμελητέο ως αντικείμενο, όμως δημιουργεί και "κινδύνους" που θα σχετίζονται με την καθόλα αναμενόμενη και επιτρεπτή επιθυμία των εκδοτών να πουλήσουν. Θα έλεγα ότι η συζήτηση πρέπει να γίνεται ξεχωριστά, να ανοίξει (και από το Σύριζα, πέραν του χώρου του Πολιτισμού και στους χώρους της παιδείας, της έρευνας, της τεχνολογίας, της οικονομίας), να (επιδιωχθεί να) συμμετέχουν και οι άλλοι εμπλεκόμενοι / αρμόδιοι / ενδιαφερόμενοι φορείς. 

Και πάντως, η καλοπροαίρετη συζήτηση, χωρίς ετικέτες και χωρίς επιθέσεις, μάλλον καλό κάνει στη δημοκρατία μας. Οι συζητήσεις που γίνονται αυτό τον καιρό κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση και απαντώντας σε παλιότερο σχόλιο για την Αριστερά που μόνο κουβεντιάζει, θέλω να πιστεύω ότι θα βρεθεί στη θέση να μπορεί να κάνει και πράξεις. Ε, κι ο χώρος των βιβλιοθηκών πρέπει να είναι ένας προνομιακός της χώρος, έτσι το βλέπω προσωπικά και ξέρω πως δεν είναι καθόλου ούτε απλό ούτε απλοϊκό το θέμα...

Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2014

Για μια Εθνική πολιτική βιβλίου και βιβλιοθηκών (μερικές πρώτες σκέψεις και ως συμβολή στις συζητήσεις που έχει ξεκινήσει ο Σύριζα)


Έγραψα τις προάλλες, με αφορμή τη μέρα θανάτου του Λένιν, για τη σχέση του με το βιβλίο, με την ανάγνωση και με τις βιβλιοθήκες. Η σχέση του ήταν βαθειά, συστηματική και διαρκής. Ο Ρώσος ηγέτης παρακολουθούσε τη διεθνή βιβλιογραφία, αναζητούσε τα βιβλία, εφημερίδες και περιοδικά που τον ενδιέφεραν και επισκεπτόταν τις ευρωπαϊκές βιβλιοθήκες προκειμένου να μελετήσει τα θέματά του. Και ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε με την Επανάσταση του Οχτώβρη, ήταν η υποστήριξη πολιτικής βιβλίου και βιβλιοθηκών, για την αναδιοργάνωση των βιβλιοθηκών στη Ρωσία, την ίδρυση κεντρικού συστήματος βιβλιοθηκών και για την εισαγωγή του Ελβετο-αμερικάνικου συστήματος σύμφωνα με τις πρακτικές που εφαρμόζονταν στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ελβετία. Ενώ, ήδη το Νοέμβριο 1917, διετύπωσε τους στόχους της Δημόσιας Βιβλιοθήκης στην Πετρούπολη που δεν υπολείπονται από τους στόχους που σήμερα θα πρέπει να βάζουν οι αντίστοιχες βιβλιοθήκες.

Η παράδοση αυτή συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια. Μάλιστα, βιβλίο του 1970 για τις υπηρεσίες παράδοσης βιβλίων στο σπίτι από δανειστικές βιβλιοθήκες στην Ευρώπη και στην Αμερική και που ξεκίνησαν το 1918 στην Ολλανδία, αναφέρεται σε ρώσικο περιοδικό του 1937 που κάνει λόγο ότι η αποστολή βιβλίων με το ταχυδρομείο είναι πρόσθετη υπηρεσία που παρέχεται στους Ρώσους αναγνώστες, οι οποίοι μπορούν να τηλεφωνούν ή να αποστέλλουν με το ταχυδρομείο το αίτημα τους στη βιβλιοθήκη, επιβαρυνόμενοι με το κόστος αποστολής. Πρέπει να προσθέσω επίσης ότι στο ίδιο βιβλίο αναφέρεται ότι οι δανειστικές υπηρεσίες της Βρετανικής Βιβλιοθήκης ξεκίνησαν το 1740, ενώ το 1765 δημιουργήθηκε η πρώτη αμερικάνικη δανειστική βιβλιοθήκη στη Βοστώνη. Οι συνδρομητικές βιβλιοθήκες εμφανίστηκαν το 19ο αιώνα οι οποίες παρείχαν υπηρεσίες απομακρυσμένης παράδοσης, ενώ το 1926 οι 37 από τις 44 ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες των ΗΠΑ παρείχαν αντίστοιχες υπηρεσίες. (Πηγή: Jordan, Robert Thayer, Tomorrow's Library: Direct Access and Delivery. New York: Bowker, 1970).

Έγραφα αλλού για τον Μάριο Βίττι και τη σχέση του συγγραφέα με τον αναγνώστη. Έλεγε σε μια συνέντευξή του το 1988 ο Μάριο Βίτι ότι συγγραφέας και αναγνώστης "επιζητούν μια αλληλεγγύη για το ίδιο αντικείμενο αγάπης". 

Η γνωστή Αμερικανίδα συγγραφέας Τόνυ Μόρρισον είχε δηλώσει σε συνέντευξή της το 1998 στο περιοδικό Vibe αναφερόμενη στη στάση ανδρών και γυναικών απέναντι στα βιβλία και την ανάγνωση: «… λέγανε κάποτε στις γυναίκες: “μην το διαβάζεις αυτό το πράγμα, θα σου βάλει ιδέες”…»

Αυτό το τελευταίο δένει με τα προηγούμενα και δένει πολύ καλά με την αντίληψη που έχω για το βιβλίο και για τους φορείς που το στηρίζουν και το υποστηρίζουν. Το βιβλίο βάζει ιδέες! Άραγε, γι’ αυτό δεν έχει υποστηριχθεί όσο πρέπει στον τόπο μας; Κάποιοι φοβούνται τις ιδέες; Ή μήπως, δεν εκτιμούν αυτό ακριβώς το πράγμα; Σε κάθε περίπτωση, η κατάσταση που έχει προκύψει εδώ και πάνω από ένα χρόνο με το ΕΚΕΒΙ, που το καταργεί ο ένας Υπουργός χωρίς άλλη συζήτηση (στην κυριολεξία, έτσι … χωρίς πρόγραμμα), για να υποσχεθεί ο επόμενος ότι δεν θα το καταργήσει (πάλι έτσι … χωρίς πρόγραμμα), για να το στείλει τελικά ο ίδιος σε έναν άλλο προβληματικό οργανισμό, στην ουσία καταργώντας το, αυτό που δείχνει τελικά είναι ότι υπάρχει πρόγραμμα και αυτό είναι ότι δεν ενδιαφέρει να έχουμε διακριτές δράσεις «που βάζουν ιδέες!».

Κι ένας τέτοιος θεσμός είναι το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου. Δεν εξετάζω εδώ τα λάθη και τις αδυναμίες και τα τυχόν μικρά ή μεγάλα ατοπήματα, εξάλλου, όπως είχα γράψει και παλιότερα, δεν γίνεται ν’ ακολουθούμε «πονάει δόντι, κόψει κεφάλι», ας τα διορθώσουν (π.χ. εδώ  και εδώ). 

Το ΕΚΕΒΙ είναι ένας προοδευτικός, ένας δημοκρατικός θεσμός, ξεχωριστός για τη χώρα μας, που μπορεί να παίζει ένα ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην πνευματική παραγωγή και εν τέλει στη διαμόρφωση κουλτούρας με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει ως έννοια και ως πρακτική στην καθημερινή ζωή κάθε ανθρώπου. Ξεφυλλίζω μια σειρά τευχιδίων που είχε εκδώσει το ΕΚΕΒΙ γύρω στο 1998 με τίτλο «φιλόβιβλον», καθένα από τα οποία περιέχουν αποσπάσματα κειμένων σχετικών με τα βιβλία και την ανάγνωση, γραμμένα από γνωστούς ξένους συγγραφείς. Την επιλογή και τη μετάφραση έχει κάνει ο Θανάσης Γιαλκέτσης. Ξεφυλλίζω μια άλλη σειρά τευχιδίων του ΕΚΕΒΙ με τις εισηγήσεις από το Συμπόσιο που οργάνωσε μαζί με το Τμήμα ΜΜΕ του Παντείου Πανεπιστημίου τον Μάιο 1998 με τίτλο «Βιβλίο και μέσα μαζικής επικοινωνίας».
 
Για το ΕΚΕΒΙ, η γνώμη μου είναι ότι πρέπει να υπάρχει ως ξεχωριστός φορέας βιβλίου, και όχι να μεταφερθεί σε άλλον. Εξάλλου, με τη συγχώνευσή του δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα από αυτά που μερικές φορές επικαλούνται για να δικαιολογήσουν την απαξίωσή του. Όπως μάλιστα έγραψα σε σχόλιο στη δημόσια διαβούλευση για το σχετικό άρθρο 9 στο νομοσχέδιο που καταργεί φορείς αδιακρίτως ρόλων, σημασίας, έργου, ανθρώπων κτλ.: «Το κύριο ζήτημα στο σχετικό άρθρο είναι η αναφορά κατάργησης του ίδιου του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου και δευτερευόντως η μεταφορά διαφόρων αρμοδιοτήτων, οι οποίες εξάλλου δεν αναφέρονται αναλυτικά. Όταν ορίζεται ότι μεταφέρονται διάφορες οικονομικές, δικονομικές και άλλες σχετικές εκκρεμότητες (χωρίς να λησμονείται το χαράτσι), δεν υπάρχει ιδιαίτερη αναφορά στο ίδιο το αντικείμενο του ΕΚΕΒΙ, δηλαδή στο βιβλίο και ούτε στους εργαζόμενους που απασχολούνται μέχρι τώρα. Τι θα γίνει με τους εργαζόμενους στο ΕΚΕΒΙ; Υπάρχει πολιτική βιβλίου; Όταν αναφέρεται ότι «οι μεταφερόμενες αρμοδιότητες κατανέμονται μεταξύ των υφιστάμενων οργανικών μονάδων του φορέα υποδοχής», δεν διασφαλίζεται ότι υπάρχουν διακριτές λειτουργίες σχετικές με τον φορέα του βιβλίου. Ποια θα είναι η τύχη της Biblionet; Και ξανά, οι εργαζόμενοι στο αντικείμενο του βιβλίου έχουν συγκεκριμένο αντικείμενο και ειδικότητα. Ποια θα είναι η τύχη τους;»
Υπάρχει και η συζήτηση για την ενιαία τιμή βιβλίου, όπου η Κυβέρνηση, μέσω άλλου Υπουργού τώρα, θέλει να καταργήσει την ενιαία τιμή βιβλίου, ευνοώντας έτσι τις μεγάλες αλυσίδες και αδιαφορώντας τόσο για τους μικρούς βιβλιοπώλες (κύρια στη συνοικία και στην περιφέρεια) όσο και για τους πολίτες, ως «καταναλωτές, ως υπαρκτούς ή δυνητικούς αγοραστές βιβλίων. 
Και ενώ οι περισσότεροι εκδότες έχουν εναντιωθεί στο ενδεχόμενο αυτό, μου είναι εξαιρετικά περίεργο και μου γεννά αρνητικές εντυπώσεις η πολεμική εκ μέρους συγκεκριμένου ιδιοκτήτη γνωστού ιστορικού βιβλιοπωλείου της Αθήνας (που σαν φοιτήτρια στη δεκαετία του ’70 το υπογειάκι στα Εξάρχεια ήταν η κύρια πηγή τροφοδότησής μου με πολιτικά και όχι μόνο βιβλία!). Αν και αυτά που καταγγέλλονται κι εδώ είναι σοβαρά, αυτό δεν σημαίνει ότι, για άλλη μια φορά, πρέπει να ξεριζώσουμε μια θετική ρύθμιση (κι εδώ μάλιστα, επίσης … με πρόγραμμα!). ¨Ετσι σχολίασα με αφορμή τη δημοσίευση του σχετικού αντίλογου: «Φοβάμαι ότι ο αντίλογος εξυπηρετεί ίδιους σκοπούς με αυτούς που επικαλείται για τους υπόλοιπους. Και φυσικά δεν απαντάει επί της ουσίας τι γίνεται με τα μικρά βιβλιοπωλεία (που, καλώς κάνουν και ξεφυτρώνουν εδώ κι εκεί) και ούτε με τους αναγνώστες, με τους βιβλιόφιλους ή με τους δυνητικούς βιβλιόφιλους τέλος πάντων. Γιατί δεν τα βρίσκουν μεταξύ τους οι εκδότες και βιβλιοπώλες, ώστε να μην υπάρχει αυτός ο ανταγωνισμός; Μήπως ο αντίλογος γίνεται για να γίνεται; Αυτή τη στιγμή, πάρα πολύ συχνά, πάμε στα διάφορα βιβλιοπωλεία, βλέπουμε, δεν αγοράζουμε αλλά πάμε σε ένα από εκείνα τα βιβλιοπωλεία που ξέρουμε ότι έχουν χαμηλότερη τιμή (για τα προ των δύο ετών βέβαια, προφανώς ο αντιλέγων θα ήθελε να μπορεί να έχει έκπτωση και στα νέα βιβλία). Για μας τους "πελάτες" εξυπηρετεί η ενιαία τιμή και ας βρουν το θεσμικό και δεοντολογικό πλαίσιο για ένα υγιή ανταγωνισμό, γιατί όντως αυτά που αναφέρονται είναι σοβαρά και σε σημεία μου θυμίζουν  το περίφημο "το νόμιμο είναι και ηθικό"!!!»

 Μετά από τα παραπάνω, νομίζω ότι χρειάζεται να διατυπωθεί μια πολιτική βιβλίου συγκεκριμένη, δηλαδή τι λέμε και τι κάνουμε για το βιβλίο. Δεν έχω μάλιστα πρόβλημα να την ονομάσω Εθνική Πολιτική Βιβλίου η οποία θα υλοποιεί μια Εθνική Στρατηγική για την Παιδεία και τον Πολιτισμό (όσο και αν αυτό από κάποιους μπορεί να χαρακτηριστεί υπερφίαλο, μη ρεαλιστικό κτλ.). Ξεκινάμε με αφετηρία ότι αντιμετωπίζουμε / εξετάζουμε το βιβλίο από διάφορες πλευρές, οι οποίες έχουν ή δεν έχουν σχέση μεταξύ τους, ανάλογα με τον τομέα δράσης και ανάλογα με τα εμπλεκόμενα μέρη. Έτσι, έχουμε το βιβλίο ως πνευματικό αγαθό και το βιβλίο ως εμπόρευμα. Κι έχουμε τους εκδότες που ενδιαφέρονται πρώτιστα για το βιβλίο ως εμπόρευμα (και όχι μόνο βέβαια, αλλά η διάκριση αυτή χρειάζεται αρχικά για λόγους ταξινόμησης), έχουμε τους συγγραφείς και λοιπούς πνευματικούς παραγωγούς (μεταφραστές, επιμελητές κτλ) οι οποίοι ενδιαφέρονται και για τις δύο επόψεις και έχουμε τέλος τις βιβλιοθήκες, τα σχολεία και την κοινωνία / όλους τους ανθρώπους που ενδιαφέρονται για το βιβλίο ως πνευματικό αγαθό (κι εδώ βέβαια ισχύει το ίδιο όπως με τους εκδότες). Κι έχουμε για το ίδιο το βιβλίο, ως έννοια και ως δημιούργημα, τις διάφορες εκφάνσεις μορφής, χρήσης, λειτουργίας κτλ. Σε κάθε μια από τις παραπάνω περιπτώσεις, χρειάζεται να διατυπωθεί συγκεκριμένη πολιτική, με αρχές και κανόνες, όπου θα λαμβάνονται υπόψη οι τοπικές ανάγκες και δυνατότητες μαζί με τις διεθνείς εμπειρίες και εξελίξεις.
Η εθνική πολιτική βιβλίου δεν είναι το ΕΚΕΒΙ, ή μάλλον δεν είναι μόνο το ΕΚΕΒΙ. Το ΕΚΕΒΙ όμως υλοποιεί στο μεγαλύτερο μέρος την πολιτική βιβλίου ή συντονίζει τις πολιτικές και τις δράσεις που σχετίζονται με αυτό. Και στο πλαίσιο αυτό, το ΕΚΕΒΙ οφείλει να συνεργάζεται με φορείς (δεν είμαι σίγουρη αν η μέχρι τώρα τυπική συμμετοχή εκπροσώπων φορέων έχει συμβάλει στο έργο τους ή αν επέτρεψαν οι κυβερνητικές παρεμβάσεις να έχουν συμβολή, για αυτό οι ίδιοι θα πρέπει να τοποθετηθούν ανοιχτά), όπως οι φορείς των παραπάνω κύριων εμπλεκόμενων μερών (εκδότες, βιβλιοθήκες, συγγραφείς, εκπαιδευτικά ιδρύματα κτλ.), αλλά και η Εθνική Βιβλιοθήκη, το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης, οι φορείς διαχείρισης δικαιωμάτων (π.χ. ΟΣΔΕΛ) κτλ.

Στο σημείο αυτό, δεν θα εξειδικεύσω τι σημαίνει καθένα από τα παραπάνω στοιχεία. Θα προχωρήσω παραπέρα, στο ζήτημα των βιβλιοθηκών. Και για τις βιβλιοθήκες χρειάζεται – επιτέλους – Εθνική Πολιτική Βιβλιοθηκών. Δεν είμαστε στην αρχή, έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς προτάσεις, έχουν γίνει ενέργειες, έχουν γίνει αρκετά πράγματα τα προηγούμενα χρόνια – ιδιαίτερα στις ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες αλλά και σε αρκετές δημόσιες και ειδικές κ.ά., κυρίως με τη συνδρομή των κονδυλίων από ευρωπαϊκά προγράμματα. Υπάρχουν πολλά προβλήματα και είναι πολύ σημαντικό να πούμε ότι σήμερα, εξ αιτίας της οικονομικής κρίσης συνολικά αλλά και εξ αιτίας των πολιτικών που εφαρμόζονται και των αντιλήψεων που υπάρχουν, οι βιβλιοθήκες και οι άνθρωποι που τις λειτουργούν όχι απλά δεν αποτελούν προτεραιότητα, μάλλον δεν ενδιαφέρουν. Έτσι, διώχνεται προσωπικό, κόβονται συνδρομές, υπηρεσίες και συστήματα που είχαν δημιουργηθεί από ανθρώπους με πολύ μεράκι, αγάπη και γνώση (πολύ σημαντική παράμετρος το διανοητικό κεφάλαιο που περικλείεται στις δράσεις αυτές) καταδικάζονται στην απαξίωση, στην αδράνεια, στη «διαθεσιμότητα» (νιώθω ότι αυτή τη λέξη βρήκαν για να αποδώσουν το αγγλικό obsolescence!), δηλαδή στην αχρήστευση. Αρκεί να ανατρέξει κανείς στον ιστότοπο της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κρήτης ή του Αριστοτέλειου Θεσσαλονίκης για να πάρει μια εικόνα του τι έχει γίνει.
Πάντως, η Εθνική Πολιτική Βιβλιοθηκών χρειάζεται και γενικά και για τους παραπάνω λόγους να διατυπωθεί από την αρχή. Η Πολιτική αυτή πρέπει να πάρει υπόψη της όλες τις κατηγορίες βιβλιοθηκών, τα ζητήματα εκπαίδευσης του προσωπικού τους, αλλά και εκπαίδευσης των πολιτών ως χρηστών τους (με ιδιαίτερη βαρύτητα στις μικρές ηλικίες αλλά και στο χώρο της εκπαίδευσης και της έρευνας). Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό είναι ότι δεν αφορά ένα συγκεκριμένο υπουργείο και γι’ αυτό η παρακολούθηση της υλοποίησής της δεν μπορεί να ενταχθεί κάτω από τη μία ή την άλλη Διεύθυνση Γραμμάτων οποιουδήποτε Υπουργείου. 

Χρειάζεται να οριστεί ο ρόλος των κεντρικών θεσμικών φορέων όπως είναι η Εθνική Βιβλιοθήκη (ο όρος Νέα Εθνική Βιβλιοθήκη δεν μου αρέσει, να θυμίσω εξάλλου ότι είχε ξαναγίνει μια τέτοια προσπάθεια, έτυχε να είμαι μέλος εκείνης της – άμισθης – ομάδας με μέλη και γνωστούς συγγραφείς, όμως δεν θυμάμαι να έγινε κάτι στη συνέχεια). Η γνώμη μου είναι ότι η Εθνική Βιβλιοθήκη χρειάζεται καταρχάς να παίζει το ρόλο της ως Εθνική Βιβλιοθήκη. Οι εξαγγελίες περί της μεγάλης Δημόσιας Βιβλιοθήκης στην Αθήνα δεν μπορώ να καταλάβω σε τι θα συμβάλει, όταν ως πολίτης, χρήστης βιβλιοθηκών ή πολύ περισσότερο δυνητικός χρήστης (με δεδομένο το χαμηλό ποσοστό χρήσης των βιβλιοθηκών στη χώρα μας αλλά και γενικότερα το χαμηλό ποσοστό ανάγνωσης βιβλίων), θέλω να έχω τη βιβλιοθήκη με ρόλο δημόσιας στη γειτονιά μου (κι εδώ δεν θα συμφωνήσω με το Γ. Τροχόπουλο που υποστήριξε σε κάποια συνέντευξή του περίπου ότι δεν πειράζει αν κλείσουν κάποιες δημοτικές βιβλιοθήκες, για μένα πειράζει και χρειάζεται και αυτό να συζητηθεί).
Υπάρχει επίσης το ζήτημα της υποστήριξης των βιβλιοθηκών από τους χορηγούς, κύρια από το Ίδρυμα Σταύρου Νιάρχου, που έχει αναλάβει έναν αριθμό δημόσιων και δημοτικών βιβλιοθηκών, καθώς και την Εθνική Βιβλιοθήκη. Δεν θα εκθέσω τώρα πλήρη άποψη για το θέμα, εξάλλου, προσωπικά και σε θεωρητικό επίπεδο κατ’ αρχήν, δεν έχω πλήρη αντίθεση στη συμβολή των ιδρυμάτων αυτών (να σημειώσω ότι επίσης τα Ιδρύματα Λάτση και Ωνάση έχουν αναλάβει σχετικές δράσεις, διατηρώντας όμως χαμηλότερους τόνους προβολής). Νομίζω όμως ότι χρειάζεται να αποσαφηνιστεί ο ρόλος των δύο μερών, να είναι διακριτός ο ρόλος της Πολιτείας και των θεσμικών φορέων της και βέβαια οι δράσεις να ανταποκρίνονται στο ρόλο των βιβλιοθηκών στη σημερινή εποχή, όπως ορίζονται από τον ίδιο το χώρο των βιβλιοθηκών και σε συνεργασία με τις κοινότητες των ανθρώπων στους οποίους απευθύνονται. 

Τελειώνοντας προς το παρόν, χωρίς να κλείνω το θέμα, θα ήθελα να σημειώσω ότι δεν είμαστε στην αρχή. Υπάρχουν βιβλιοθήκες στην Ελλάδα και υπάρχουν δανειστικές βιβλιοθήκες στην Ελλάδα (γιατί έχει ακουστεί και αυτό) και υπάρχει ένα σημαντικό ανθρώπινο κεφάλαιο (για να χρησιμοποιήσω … όρους οικονομικούς, αλλά που εγώ τους δίνω γενικότερη σημασία) που τις λειτουργεί (αρκεί να του δίνεται η δυνατότητα αυτή). 
Η Εθνική Πολιτική Βιβλιοθηκών δεν είναι ίδια με την Εθνική Πολιτική Βιβλίου, έχουν συνάφειες, όπως και την Εθνική Πολιτική για την Έρευνα και για την Παιδεία και για τον Πολιτισμό και κάθε μια πρέπει να παίρνει υπόψη της στοιχεία από τις άλλες. Έτσι, για να δέσω το θέμα και με το ΕΚΕΒΙ, θα αναφερθώ σε μια έρευνα που είχε γίνει το 1998 για το Παρατηρητήριο Βιβλίου του ΕΚΕΒΙ από το Τμήμα Αρχειονομίας – Βιβλιοθηκονομίας του Ιονίου Πανεπιστημίου και αφορούσε την καταγραφή των ελληνικών βιβλιοθηκών. Διαβάζω στην Τελική Έκθεση της έρευνας:

«… Ο χώρος των βιβλιοθηκών και των υπηρεσιών Πληροφόρησης στην Ελλάδα παρουσιάζει, όπως είναι γνωστό, σοβαρότατα προβλήματα, οφειλόμενα, σε μεγάλο βαθμό, στην καθυστερημένη, χαλαρή, χωρίς σύστημα, νομοθετικές προβλέψεις και προγραμματισμό διαμόρφωση του τομέα αυτού στη χώρα μας. Η από πολλούς και σε πολλά επίπεδα διαπιστωμένη απουσία ουσιαστικής υποστήριξης της έρευνας, της εκπαίδευσης, της επιμόρφωσης και της ψυχαγωγίας από ένα ικανοποιητικό αναπτυγμένο δίκτυο βιβλιοθηκών και υπηρεσιών πληροφόρησης οφείλεται σε πολλούς, ιστορικούς, κοινωνικούς και άλλους λόγους…
….Η ουσιαστική αντιμετώπιση του προβλήματος, ο σωστός σχεδιασμός και η διαμόρφωση και άσκηση της ανάλογης πολιτικής από όσους εμπλέκονται σα θέματα αυτά προϋποθέτει τη γνώση του χώρου ή, καλύτερα, τη γνώση του προβλήματος…»
Την επόμενη χρονιά, ο Μπεκατώρος έγραφε: "Εκπαίδευση των παιδιών μας ορθή (σε όλες τις  βαθμίδες), πολιτική για τον πνευματικό πολιτισμό και για την επιμόρφωση και καλλιέργεια του λαού μας, βιβλιοθήκες πάσης φύσεως (σχολικές/λαϊκές, πανεπιστημιακές, ειδικές, ερευνητικές κ.ά.) δεν πρόκειται να αποκτήσουμε αν δεν αλλάξουμε γραμμή πλεύσεως..."
Τα έχουν πει και η Ένωση Βιβλιοθηκονόμων και άλλοι μεμονωμένοι επαγγελματίες του χώρου. Αυτό που χρειάζεται είναι όντως ο σωστός σχεδιασμός, ο προγραμματισμός, οι νομοθετικές προβλέψεις, η διαμόρφωση και αυστηρή υλοποίηση πολιτικής. Ας πιάσουμε το νήμα από μια άκρη κι ας προχωρήσουμε. Είνα καλό να βάζουμε ιδέες στα κεφάλια των παιδιών μας κι ας το θεωρούν κάποιοι κακό πράγμα...


Υστερόγραφο
Στην έρευνα του Ιονίου Πανεπιστημίου, βασικοί συντελεστές ήταν ο Γιώργος Μπώκος, ομότιμος σήμερα καθηγητής του παραπάνω τμήματος και η Μαρία Σκεπαστιανού, τότε διδάσκουσα του τμήματος. Δυστυχώς, η δυναμική Μαρία έφυγε νωρίς. Ας αφιερώσω την ανάρτηση αυτή στη μνήμη της. Είναι τόσο λίγο για τα τόσα πολλά που πρόλαβε στο σύντομο βίο της.







Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2014

Ο Λένιν και οι βιβλιοθήκες: μία σχέση βαθειά και διαρκής



Το 2014 είναι η χρονιά που συμπληρώνονται 90 χρόνια από το θάνατο του Λένιν. Δεν έχω σκοπό να κάνω μια συνολική αποτίμηση της προσωπικότητάς του, με την ευκαιρία όμως της σημερινής αναφοράς ως ημέρας του θανάτου του, 21 Ιανουαρίου 1924, σκέφτηκα να παρουσιάσω λίγα στοιχεία από ένα συγκεκριμένο βιβλίο που έχω στη βιβλιοθήκη μου από το 1984. Πρόκειται για το βιβλίο "Lenin and Library organisation" (Progress Publishers 1983), αγγλική μετάφραση από το πρωτότυπο στη ρωσική που είχε εκδοθεί το 1977.

Το βιβλίο περιέχει συνολικά 154 κείμενα του Λένιν που αφορούν και αναφέρονται στη σχέση του ρώσου ηγέτη με το βιβλίο, την ανάγνωση και τις βιβλιοθήκες. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να διαβάζει κανείς πώς ο ξεχωριστός αυτός άνθρωπος αντλούσε στοιχεία για το αγροτικό ζήτημα, για την οικονομία, για την εκπαίδευση, για τα εργασιακά, πώς ενημερωνόταν από διάφορες πηγές και πώς αξιοποιούσε τα στοιχεία από τις άλλες χώρες, από την Ευρώπη αλλά και την Αμερική.


Η αίθουσα της Κρατικής Βιβλιοθήκης Λένιν (Ρωσική Κρατική Βιβλιοθήκη μετά το 1992), στην οποία μελετούσε ο Λένιν. Όπως αναφέρεται στο σχετικό φυλλάδιο της Βιβλιοθήκης (που μου χάρισαν σε επίσκεψή μου το 1982), το όνομα του Λένιν αναφέρεται στο βιβλίο καταχώρισης νέων μελών-αναγνωστών της Βιβλιοθήκης τον Αύγουστο 1893 (ως βοηθός δικηγόρου τότε), καθώς και στο βιβλίο επισκεπτών για τις ημέρες 19-21 Φεβρουαρίου 1897.

Ανάμεσα στα πολλά κείμενα που περιέχονται στο βιβλίο, υπάρχουν πολλές αναφορές από επισκέψεις σε βιβλιοθήκες τόσο της Ρωσίας όσο και πολλών ευρωπαϊκών χωρών, στις οποίες ο Λένιν μετέβαινε είτε ωε εξόριστος ή ακριβώς για να επισκεφεί αυτές τις βιβλιοθήκες προκειμένου να μελετήσει συγκεκριμένο ζήτημα. Περιέχονται επίσης επιστολές που αντάλλασσε με υπεύθυνους βιβλιοθηκών ή με άλλα πρόσωπα, ζητώντας πληροφορίες ή την άδεια να επισκεφθεί τη βιβλιοθήκη.

Έτσι, συνοπτικά να αναφέρω ότι έχει αναφορές για βιβλιοθήκες της Ευρώπης, όπως είναι οι Πανεπιστημιακές της Κρακοβίας, της Βέρνης, της Γενεύης και της Κοπεγχάγης, οι Εθνικές Βιβλιοθήκες της Γαλλίας, της Δανίας και της Ελβετίας, η Βιβλιοθήκη της Λαϊκής Ένωσης για μια Καθολική Γερμανία, η Βασιλική Βιβλιοθήκη της Στοκχόλμης, η Βιβλιοθήκη του Βρετανικού Μουσείου στο Λονδίνο, διάφορες άλλες βιβλιοθήκες στη Βέρνη, στη Γενεύη και στη Ζυρίχη κτλ.

Υπάρχουν επίσης αναφορές του 1912 και 1913 για τη Δημόσια Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης, όπου περιγράφονται οι χώροι και οι λειτουργίες της βιβλιοθήκης αυτής (όντως εντυπωσιακά) για να καταλήξει: "Αυτός είναι ο τρόπος που γίνονται τα πράγματα στη Νέα Υόρκη. Και στη Ρωσία;"

Αξίζει ν' ανατρέξει κανείς σε μερικά κείμενα από τις αναφορές του στις βιβλιοθήκες της Ευρώπης. Γράφει στη μητέρα του στην Πετρούπολη στις 12 Μαρτίου 1916: "...Αφήνουμε τώρα τη Ζυρίχη. Ήρθαμε εδώ να δουλέψουμε στις βιβλιοθήκες. Μας αρέσει εδώ η λίμνη πάρα πολύ και οι βιβλιοθήκες είναι πολύ καλύτερες από της Βέρνης, έτσι πιθανόν να μείνουμε περισσότερο από όσο υπολογίζαμε..."

Να σημειωθεί πως όταν ήταν στη Βέρνη, έπαιρνε τακτικά πληροφορίες από επιστημονικές βιβλιοθήκες της Γαλλίας και της Γερμανίας, καθώς και από βιβλιοθήκες άλλων ελβετικών πόλεων, όπως η Βασιλεία, το Λουγκάνο κ.ά. Όπως έγραψε στην αδελφή του στη Μόσχα στις 22 Δεκεμβρίου 1914, έχει κάνει  "αξιοπρεπείς ρυθμίσεις όσον αφορά τη χρήση των βιβλίων", ενώ και για την γυναίκα του την Κρούπσκαγια αναφέρει ότι "υπάρχει μια παιδαγωγική βιβλιοθήκη εδώ για τη Νάντια και γράφει κάτι γύρω από παιδαγωγικά θέματα".

Τον Απρίλιο του 1902 έστειλε επιστολή στο διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου προκειμένου να γίνει δεκτό το αίτημά του να επισκεφθεί το αναγνωστήριο του Μουσείου (συνοδεύτηκε από συστατική επιστολή το αίτημά του αυτό).

Του άρεσε για την εξαιρετική της οργάνωση η βιβλιοθήκη της Αναγνωστικής Εταιρείας της Γενεύης την οποία επισκεπτόταν συχνά μέχρι το 1908 που έφυγε στο Παρίσι. Εκεί, πήγαινε στην Εθνική Βιβλιοθήκη, στη Βιβλιοθήκη της Σορβόννης και αλλού, όμως η Κρούπσκαγια δεν ήταν ικανοποιημένη από τον τρόπο λειτουργίας των: "... Η βιβλιοθήκη κλείνει για το μεσημεριανό γεύμα. Η διαδικασία για το δανεισμό βιβλίων είναι μακρά και γραφειοκρατική..."

Τον Αύγουστο του 1910 έστειλε επιστολή σε σύντροφό του στην Κοπεγχάγη ζητώντας να τον πληροφορήσει ποια βιβλιοθήκη ήταν καλύτερη (η Εθνική ή η πανεπιστημιακή) και αν είναι ανοιχτή όλη μέρα. "Χρειάζομαι στοιχεία για τη γεωργία στη Δανία", έγραφε.

Για την πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη της Κρακοβίας έχει να πει τα χειρότερα, συγκρίνοντας με την το ίδιο κακά οργανωμένη Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας. Γράφει στην αδελφή του το 1914: "... Από όλα τα μέρη που πήγα στις περιπλανήσεις μου, θα επέλεγα Λονδίνο και Γενεύη, αν δεν ήταν τόσο μακριά. Η Γενεύη είναι ιδιαίτερα έξοχη για το γενικό πολιτιστικό της επίπεδο και τις ανέσεις που κάνουν τη ζωή ευκολότερη. Εδώ βέβαια [εννοεί στην Κρακοβία] δεν μπορεί να γίνεται κουβέντα για πολιτισμό - είναι σχεδόν το ίδιο όπως και στη Ρωσία - η βιβλιοθήκη είναι κακή και υπερβολικά άβολη, αν και σπάνια πηγαίνω ..."

Η προσωπική βιβλιοθήκη στο σπίτι που ζούσαν ο Λένιν και η Κρούπσκαγια από το 1888 μέχρι το 1900
Αφού είναι τόσο καλός και μανιώδης χρήστης των βιβλιοθηκών, έχει γράψει και πολλά κείμενα όπου περνάει αυτή την αντίληψη για την ανάγκη ύπαρξης και οργάνωσης των βιβλιοθηκών. Ως δείγμα αυτής της αντίληψης, θα παραθέσω μόνο ένα κείμενο, γραμμένο το Νοέμβριο 1917 και αφορά τους στόχους της Δημόσιας Βιβλιοθήκης στην Πετρούπολη:

"... Οι παρακάτω αλλαγές, βασισμένες σε αρχές που έχουν δοκιμαστεί επί μακρόν στις ελέυθερες χώρες της Δύσης, ιδιαίτερα στην Ελβετία και στις Ηνωμένες Πολιτείες, πρέπει να γίνουν αμέσως και άνευ όρων:
(1) Η δημόσια βιβλιοθήκη (πρώην αυτοκρατορική βιβλιοθήκη) πρέπει αμέσως να ξεκινήσει ανταλλαγή βιβλίων με όλες τις δημόσιες και κρατικές βιβλιοθήκες στην Πετρούπολη και στις επαρχίες καθώς και με ξένες βιβλιοθήκες (στη Φινλανδία, Σουηδία κτλ.).
(2) Η προώθηση βιβλίων από μία βιβλιοθήκη σε άλλη πρέπει με νόμο να γίνεται με δωρεάν ταχυδρομική αποστολή.
(3)  Το αναγνωστήριο της βιβλιοθήκης πρέπει να είναι ανοιχτό, όπως είναι η πρακτική στις ιδιωτικές βιβλιοθήκες και αναγνωστήρια για τους πλούσιους στις πολιτισμένες χώρες, από τις 8 το πρωί μέχρι τις 11 τη νύχτα καθημερινά, συμπεριλαμβανομένων Κυριακών και αργιών.
(4) Το απαιτούμενο προσωπικό πρέπει να μετακινηθεί αμέσως στη Δημόσια Βιβλιοθήκη από τα διάφορα γραφεία του Υπουργείου Παιδείας (με περισσότερες γυναίκες, δεδομένων των στρατιωτικών αναγκών σε άνδρες), όπου τα εννέα δέκατα του προσωπικού ασχολούνται όχι απλώς σε άχρηστη, αλλά σε εντελώς επιβλαβή εργασία".

Ο Λένιν κοινοποίησε στον κομισσάριο Παιδείας Λουνατσάρσκυ την απόφασή του για αναδιοργάνωση των βιβλιοθηκών στη Ρωσία, ζητώντας του να πάρει μέτρα για την ίδρυση κεντρικού συστήματος βιβλιοθηκών, καθώς και για την εισαγωγή του Ελβετο-αμερικάνικου συστήματος. Με το τελευταίο, εννοούσε όλα τα θετικά χαρακτηριστικά της οργάνωσης των βιβλιοθηκών στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ελβετία, και συγκεκριμένα: ταχεία εξυπηρέτηση, ελεύθερη πρόσβαση στα βιβλιοστάσια, διαδανεισμός μεταξύ βιβλιοθηκών, γενικοί κατάλογοι κτλ.

Και να τι είπε για τον βιβλιοθηκονόμο (ή βιβλιοθηκάριο) στο πρώτο Συνέδριο Βιβλιοθηκών του 1924, μιλώντας για τις βιβλιοθήκες που από νεκρές αποθήκες έντυπου υλικού θα μετασχηματιστούν σε πολιτισμική, κινητήρια δύναμη: "Ο βιβλιοθηκάριος-φροντιστής, ο βιβλιοθηκάριος-βιβλιοσκώληκας, ο οποίος διατηρεί αυτά τα βιβλία, δίνοντας το ένα ή το άλλο μόνο όταν ζητηθούν από εκείνους που τα χρειάζονται - αυτός ο βιβλιοθηκάριος θα σβήσει. όπως όλο το παλιό σύστημα θα σβήσει. Τώρα έχουμε ένα νέο τύπο βιβλιοθηκάριου. Είναι ένας πραγματικός εκπαιδευτής. Θα έλεγα ότι είναι ο κύριος εκπαιδευτής, είναι ο απαραίτητος σύνδεσμος ανάμεσα στις μάζες και στην επσιτήμη και κουλτούρα..."

Υπάρχουν και άλλα πολλά που θα μπορούσα να παραθέσω. Έτσι κι αλλιώς πάντως, η σχέση του Λένιν με τα βιβλία και με τις βιβλιοθήκες ήταν όντως βαθιά και διαρκής. 

Και ύστερα, κάνω σκέψεις πολλές. Τι έγινε μετά το 1924; Τι έγινε μετά το 1989; Τι γίνεται σήμερα στις χώρες εκείνες; 
Κι ακόμα σκέφτομαι και τι γίνεται αλλού και τι γίνεται στον τόπο μας. Ποια να είναι άραγε η σχέση των πολιτικών μας με το βιβλίο και με τις βιβλιοθήκες; Να μια καλή ερώτηση. Δεν είναι ντε και καλά αρνητική, δεν είναι τουλάχιστον για όλους, αυτό είναι σίγουρο. Κι έχω τέτοια δείγματα. Αλλά... στο σύνολο, ποια είναι τέλος πάντων; Και υπάρχει άραγε άποψη; Υπάρχει όραμα; Μακάρι να βγει κάτι από το πρόγραμμα συζητήσεων του Σύριζα για το βιβλίο που αρχίζει αύριο, μάλλον να ... ξεκινήσει μια κουβέντα. Γιατί οι ανακοινώσεις δεν φτάνουν.

Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2013

Οι βιβλιοθήκες, βάση για Εθνική Ανάπτυξη - από πάντα... ως αίτημα! Αφορμή για μια ιστορική αναδρομή.



Κι επειδή υπάρχει προβληματισμός και κινητικότητα τα τελευταία χρόνια γύρω από τις βιβλιοθήκες, γύρω από την τύχη τους και γύρω από την αναγκαιότητα ύπαρξής τους, 
αλλά κι επειδή κινδυνεύουν να κλείσουν ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες αφού τίθενται σε διαθεσιμότητα μεγάλο ή σε κάποιες το μεγαλύτερο μέρος του προσωπικού τους, 
επειδή εδώ κι ένα χρόνο ακούγονται φωνές για συγχώνευση και κλείσιμο δημόσιων και δημοτικών βιβλιοθηκών (γιατί ... πού να συζητήσουμε τώρα "αν είναι καλό ή κακό να κλείσουν"), 
επειδή οι σχολικές βιβλιοθήκες ανοιγοκλείνουν κάθε τόσο,
επειδή υπάρχει ή δεν υπάρχει ένα Εθνικό Κέντρο Βιβλίου,
επειδή υπάρχουν ή δεν υπάρχουν αρμόδιοι θεσμικοί φορείς,
επειδή υπάρχει ή δεν υπάρχει εθνική / δημόσια πολιτική και στρατηγική,
και όταν η απαξίωση φέρνει και στεναχώρια και απογοήτευση, μπορεί και μηδενισμό, αλλά μπορεί και θυμό και οργή,

θυμήθηκα πράγματα που λέγαμε χρόνια και χρόνια, εθνική πολιτική, δίκτυο βιβλιοθηκών, εθνικό δίκτυο βιβλιοθηκών κτλ κτλ. Υπήρξαν προβληματισμοί, έγιναν πράγματα, κι ας έμειναν πολλά προβλήματα άλυτα, κι ας έγιναν λάθη, όμως  μπήκαν βάσεις και τώρα είναι σαν να γκρεμίζονται όλα αυτά, σαν να μην καταλαβαίνει και να μη νοιάζεται η πολιτεία, σαν να μη θέλει να νοιαστεί. Απαξιώνονται οι άνθρωποι, απαξιώνονται οι θεσμοί, απαξιώνονται τα έργα της ίδιας της πολιτείας. Γιατί αλήθεια; Είμαστε τάχα ανίκανοι να διαχειριστούμε τις τύχες μας; Άλλος ένας λόγος να γυρίσω προς τα πίσω, να στοχαστώ και ν' αναστοχαστώ.

Ξεφυλλίζοντας τα χαρτιά μου, βρήκα το πρόγραμμα του 5ου Συνεδρίου της Ένωσης Ελλήνων Βιβλιοθηκαρίων που είχε θέμα "Βιβλιοθήκες - Υπηρεσίες Πληροφόρησης: Βάση για Εθνική Ανάπτυξη". Το Συνέδριο πραγματοποιήθηκε στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών τις ημέρες 30 Νοεμβρίου και 1 Δεκεμβρίου 1984. Πρόεδρος της Ένωσης ήταν τότε η Νίνα Σκανδάλη, εμβληματική μορφή, καθηγήτρια στο τμήμα Βιβλιοθηκονομίας των ΚΑΤΕΕ/ΤΕΙ Αθήνας. 

Στην Οργανωτική Επιτροπή του Συνεδρίου συμμετείχαν (σε αλφαβητική σειρά) οι: Σταυρούλα Γεροστάθη (ΤΕΕ), Νίκη Ζαχιώτη (Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών), Νίκη Κοντοπούλου (Εθνική Βιβλιοθήκη), Αλέξανδρος Κράους (Ιστορικό Αρχείο Εθνικής Τράπεζας), Ιωάννα Πολυδώρου (ΑΣΟΕΕ), Κατερίνα Τοράκη (ΤΕΕ), Καίτη Τσιμπογιάννη (Ένωση Ελλήνων Χημικών), Ρωξάννη Φέσσα (Ίδρυμα Ευγενίδου). Έχει ενδιαφέρον η αναφορά όχι μόνο των ονομάτων αλλά και των βιβλιοθηκών τους γιατί είναι και ενδεικτική της παρουσίας που είχαν εκείνη την εποχή και κυρίως του ρόλου που έπαιξαν οι βιβλιοθήκες αυτές στα πράγματα τα επόμενα χρόνια. 

Πρέπει επίσης να σημειώσω ότι η συμμετοχή του Αλέξη Κράους από το Αρχείο της ΕΤΕ, οι συμμετοχές από το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης που ήταν τότε στα πρώτα χρόνια λειτουργίας του, αλλά και οι συμμετοχές ομιλητών από άλλους - εκτός βιβλιοθηκών - χώρους, και φυσικά ο ίδιος ο τίτλος του Συνεδρίου αποτελούν δείγματα της στροφής των βιβλιοθηκών στον ευρύτερο χώρο της πληροφόρησης και των προσπαθειών για εξωστρέφεια και συμπόρευση με άλλους.

Ανέτρεξα στον τόμο των πρακτικών, 158 σελίδες, εκτύπωση offset. Αντιγράφω το πρόγραμμα του Συνεδρίου, έτσι για να θυμηθούμε λίγο τι λέγαμε τότε, προσθέτοντας και τις πληροφορίες για κάθε ομιλητή όπως αναγράφονται στη σελίδα της αντίστοιχης εισήγησης.
  •  Νίκη Κοντοπούλου (Εθνική Βιβλιοθήκη): Η προώθηση της συνήθειας για διάβασμα και ο ρόλος της Λαϊκής βιβλιοθήκης
  • Έλγκα Καββαδία-Χατζοπούλου (αυτή που εμπνεύστηκε και υλοποίησε το θεσμό των παιδικών βιβλιοθηκών στους δημόσιους κήπους και στις γειτονιές): Παιδικές βιβλιοθήκες
  • Μαρία Χατζάκη (φιλόλογος, 1ο Γυμνάσιο Νέων Λιοσίων): Οι σχολικές βιβλιοθήκες στη Δυτική Αττική σήμερα. Ένα παράδειγμα
  • Νίνα Σκανδάλη, Ιωάννα Πολυδώρου, Ελευθερία Χαλβαδάκη, Σταματίνα Τσάφου, Α. Βαζαίου, Έφη Καβαλιέρου (Αντιπροσωπεία της ΕΕΒ στο 50ο συνέδριο της IFLA στο Ναϊρόμπι, Αύγουστος 1984): Οι βιβλιοθήκες και οι υπηρεσίες πληροφόρησης - βάση για την εθνική ανάπτυξη
  • Έφη Καβαλλιέρου (Μονάδα Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης ΤΕΕ): Προώθηση της αναγνωστικής ικανότητας: ξένες εμπειρίες από το 50ο Συνέδριο IFLA
  • Ιωάννα Πολυδώρου (Βιβλιοθήκη ΑΣΟΕΕ): Επαγγελματική εκπαίδευση και επιμόρφωση στη βιβλιοθηκονομία και στην επιστήμη της πληροφόρησης συμπεριλαμβανομένης της μηχανογράφησης στις αναπτυσσόμενες χώρες (έκθεση αξιολόγηησς που υποβλήθηκε στο City University-Centre for Information Science, london 1982)
  • Κατερίνα Βουτέρη - Θανοπούλου (Βιβλιοθήκη Τράπεζας της Ελλάδος): Η συμβολή των βιβλιοθηκών και της πληροφόρησης στην εθνική ανάπτυξη - Ελλάδα
  • Αλέξανδρος Κράους (Ιστορικό Αρχείο Εθνικής Τράπεζας Ελλάδος): Ο ρόλος των αρχείων και των αρχειακών υπηρεσιών στην εθνική ανάπτυξη
  • Χρυσόθεμις Βασιλάκου (Βιβλιοθήκη Τράπεζας της Ελλάδος): Η συμβολή ενός κέντρου πληροφόρησης στην ανάπτυξη του θεσμού της Τοπικής Αυτοδιοίκησης
  • Ντίνα Γκόβελα (Παπαστράτειος Δημοτική Βιβλιοθήκη Αγρινίου): Αιτωλοακαρνανία: 23 βιβλιοθήκες αναζητούν συντονιστές
  • Στέφανος Ιωακειμίδης (Πολιτικός μηχανικός, Γενικός Γραμματέας  ΔΕ Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας): Λαϊκές βιβλιοθήκες - τεχνικές βιβλιοθήκες
  • Βασιλική Κωβαίου (Σπουδάστρια Γ' έτους Βιβλιοθηκονομίας ΤΕΙ Αθηνών): Σκέψεις και προτάσεις για την βελτίωση της λειτουργίας των Πανεπιστημιακών Βιβλιοθηκών στην Ελλάδα
  • Ρωξάννη Φέσσα (Βιβλιοθήκη Ιδρύματος Ευγενίδου), Γιόλα Νταή (Βιβλιοθήκη Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής), Ελευθερία Σπαγαδώρου (Βιβλιοθήκη Ιδρύματος Ευγενίδου): Συλλογική χρήση των πηγών και μέσων πληροφόρησης
  • Κατερίνα Τοράκη (Μονάδα Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης ΤΕΕ): Η σημασία και ο ρόλος της επιστημονικοτεχνικής πληροφόρησης στη σημερινή εποχή
  • Γιάννα Μανιάτη, Γιώργος Μπώκος (Εθνική Βιβλιοθήκη): Συνεργασία μεταξύ των βιβλιοθηκών και συνεργασία με τις βιβλιοθήκες στην Ελλάδα: προβλήματα και συνέπειες
  • Γιώργος Ζάχος (Βιβλιοθήκη Πανεπιστημίου Ιωαννίνων): Σχεδιασμός δικτύων βιβλιοθηκών και πληροφοριών
  • Θ. Αλεβίζος, Ε. Αλμυρούδη, Ν. Βλασταρίδης, Κ.Δημητρέλλου, Σ. Θεοδωράκη, Θ. Μελαχροινίδης, Ρ. Μελιανού, Μ. Σφακάκης, Ρ. Τσιφή, Π. Φαρφαρά, Μ. Φιλοπούλου (Ομάδα εργασίας Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης ΕΙΕ): Μηχανογραφημένος συλλογικός κατάλογος περιοδικών εκδόσεων
  • Νίκος Μανωλόπουλος (Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης ΕΙΕ): Προϋποθέσεις και προοπτικές ενός Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης
  • Λέλα Πουλακάκη, Φίλιππος Τσιμπόγλου (Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης ΕΙΕ): Κέντρο Τεκμηρίωσης: Η ροή επιστημονικών και τεχνολογικών πληροφοριών
  • Δημήτρης Καρακώστας (δεν γράφει, όμως ήταν στη Μονάδα Τεκμηρίωσης του ΕΛΚΕΠΑ, και είναι αυτός που είχε προτείνει την υιοθέτηση του όρου "πληροφοριολόγος" ως απόδοση του αγγλικού information scientist): Προβληματισμοί γύρω από την πληρωμή ή όχι των on line υπηρεσιών πληροφόρησης
  • Κλαίρη Λεντάρη (Δημόσια Επιχείρηση πετρελαίου), Βαρβάρα Μάζη (ΙΓΜΕ): Συμβολή των βιβλιοθηκών και υπηρεσιών πληροφόρησης στην έρευνα και αξιοποίηση του ορυκτού μας πλούτου
  • Άννα Σολωμού-Τεριακή (Μονάδα Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης ΤΕΕ): Η Τυποποίηση στην Τεκμηρίωση - Πληροφόρηση
  • Σταματίνα Τσάφου (Βιβλιοθήκη ΕΣΥΕ): Διεθνής τυποποιημένη αρίθμηση εκδόσεων (ISBN και ISSN)
  • Λουκία Δρούλια, Γιάννης Καρράς: Οι βιβλιοθήκες ως εστίες παιδείας και γνώσης κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας
  • Ζωή Βαλάση, Διονύσης Βαλάσης, Μένης Θεοδωρίδης: Το εξωσχολικό βιβλίο στο σχολείο.
Στο συνέδριο μίλησε ο Γενικός Γραμματέας της Διεθνούς Ομοσπονδίας Ενώσεων Βιβλιοθηκών (IFLA). Επίσης, έγινε ειδική αναφορά για τη συμμετοχή βιβλιοθηκονόμων από τις 38 δημόσιες βιβλιοθήκες που υπάγονταν στο Υπουργείο Πολιτισμού και σπουδαστών από το τμήμα Βιβλιοθηκονομίας των ΤΕΙ Αθήνας, ενώ υπήρξαν εκπρόσωποί τους στα Προεδρεία. Στο Συνέδριο (και στο Προεδρείο) συμμετείχε και ο Γεώργιος Μ. Κακούρης, άλλη μια εμβληματική μορφή στο χώρο της Βιβλιοθηκονομίας για τη χώρα μας.

Οι εισηγήσεις ήταν όλες γεμάτες αναλύσεις επιμέρους ζητημάτων, απόψεις, στοιχεία, προτάσεις, πλάνα. Το Διοικητικό Συμβούλιο στο άνοιγμα των εργασιών του Συνεδρίου υπογράμμισε γιατί χωρίς βιβλιοθήκες δεν μπορεί να υπάρχει εκπαίδευση, δεν μπορεί να υπάρξει επιστήμη και έρευνα, δεν μπορεί να υπάρχει διοίκηση, δεν υπάρχει λαϊκή επιμόρφωση και συνεχιζόμενη εκπαίδευση. 

Η Ομάδα των βιβλιοθηκονόμων που πήγε στην Κένυα προτείνει την ίδρυση ενιαίου φορέα που θα χαράζει την εθνική πολιτική πληροφόρησης, εκπόνηση βραχυπρόθεσμων, μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων προγραμμάτων, εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας, κτλ. Πρέπει, είπαν, "να συσπειρώσουμε όλους τους ενδιαφερόμενους παράγοντες (βιβλιοθηκάριους, εκδότες, βιβλιοπώλες, πνευματικούς ανθρώπους, συγγραφείς κλπ) ώστε οι προσπάθειες νάναι πολλές και συντονισμένες".

Η Κατερίνα Θανοπούλου (διετέλεσε και Πρόεδρος της Ένωσης) προτείνει ένα δεκαετές πρόγραμμα και διατυπώνει συγκεκριμένες προτάσεις για την πρώτη, καθοριστική όπως την ονομάζει, διετία.

Η Έλγκα Καββαδία περιγράφει αναλυτικά πώς λειτουργεί μια παιδική βιβλιοθήκη, ενώ η Ζωή Βαλάση (συγγραφέας παιδικών βιβλίων) παρουσιάζει με λεπτομέρειες ένα οπτικοακουστικό πρόγραμμα εισαγωγής της λογοτεχνίας στο σχολείο, που δημιούργησε μαζί με τους Διονύση Βαλάση (εικονογράφο, επιμελητή καλλιτεχνικών εκδόσεων, καθηγητή ΤΕΙ) και Μένη Θεοδωρίδη (σκηνοθέτη, εκπαιδευτικό).

Ο Στέφανος Ιωακειμίδης (ένας άνθρωπος με πολλή βαθειά μόρφωση) υπογράμμισε την ανάγκη "να ενισχυθεί η χαμηλή σήμερα έφεση των Ελλήνων προς το διάβασμα", τονίζοντας πως "η πολιτεία πρέπει να ενστερνισθεί βαθειά ότι οι δαπάνες που γίνονται για την Παιδεία και ειδικά για την Τεχνική Παιδεία είναι δαπάνες παραγωγικές ...".

Και οι άλλες εισηγήσεις ήταν πολύ ενδιαφέρουσες, για την εκπαίδευση, για τις ακαδημαϊκές, τις σχολικές, τις ειδικές και τις λαϊκές βιβλιοθήκες, για τα αρχεία και τα κέντρα τεκμηρίωσης, για τη συνεργασία και τα δίκτυα, για τα πρότυπα. Όλες κατέθεταν δράσεις κι εξέφραζαν ένα όραμα, έναν ενθουσιασμό, μια αγωνία μα και μια αγάπη, για το αντικείμενο το ίδιο και, κυρίως, μια αγάπη για τους ανθρώπους, μια προθυμία για δουλειά, για συνεισφορά, για να πάνε τα πράγματα μπροστά. Για να υπάρχει "εθνική ανάπτυξη". Γιατί έτσι πιστεύαμε. (Πόσο παρεξηγήθηκε - και διαστρεβλώθηκε τελικά - η έννοια της ανάπτυξης...)

Έτσι στοχάζομαι διαβάζοντάς τα μετά από τόσα χρόνια. Και αναστοχάζομαι. Ξέρω πως πρέπει να το κάνουμε κι αυτό. Για την ώρα, φέρνω μπροστά μου τη μορφή της Ιωάννας μόλις γύρισε από την Κένυα. Αγνώριστη. Είχε κάνει τα μαλιά της ράστα.  Ήταν μια πρωτοπόρα το 1984! Κι έτσι κλείνω τη θύμιση από το Συνέδριο του '84. Τώρα, τι κάνουμε και τι λέμε;

Τετάρτη 13 Μαρτίου 2013

H τιμή του βιβλίου στην Ελλάδα της κρίσης και οι Βιβλιοθήκες που δημιουργούν αναγνώστες!

Οι Βιβλιοθήκες δημιουργούν αναγνώστες



"Μπορεί να μειωθεί  η τιμή των βιβλίων;


Εντεκα βιβλιοφιλικά μπλογκ με κοινή τους επιστολή προς τους εκδότες τούς ζήτησαν να μειώσουν τις τιμές των βιβλίων.  Η επιστολή είχε μεγάλη απήχηση και έκανε τον γύρο των κοινωνικών δικτύων.  Με αφορμή αυτή την επιστολή συζητάνε οι: Άγης Αθανασιάδης, (blog Librofilo), Βιβή Γεωργαντοπούλου (blog Λέσχη του Degas, συντάκτρια της επιστολής), Θοδωρής Βασιλόπουλος (ιδιοκτήτης βιβλιοπωλείων «Ευριπίδης»),  Νίκος Αργύρης (εκδόσεις Ίκαρος), Αργύρης Καστανιώτης (εκδόσεις Καστανιώτη).
Συντονίζει ο Γιάννης Ν. Μπασκόζος, δημοσιογράφος  στο ΒΗΜΑ"

Αυτή η συζήτηση παρουσιάζεται στη σελίδα του Βήματος με τον τίτλο H τιμή του βιβλίου στην Ελλάδα της κρίσης.

Όπως έχουμε ήδη γράψει, με πρωτοβουλία 11 ιστολογίων (μεταξύ των οποίων και του Καγκουρώ) έχει ξεκινήσει μια συζήτηση σχετικά με την τιμή των βιβλίων και κυρίως των νέων εκδόσεων. Στην ανοιχτή επιστολή που δημοσιεύτηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2013, διατυπώσαμε (κάνοντας κάποιες επιμέρους τροποποιήσεις κάποιοι από εμάς, ώστε να εκφράζουμε την προσωπική μας άποψη σε συγκεκριμένα σημεία, χωρίς να ξεφεύγουμε από το γενικό πλαίσιο αλλά και χωρίς τη διάθεση καθολικής επιβολής της άποψής μας στα σημεία αυτά)  ότι η τιμή των (νέων κύρια) βιβλίων είναι κατά μέσον όρο υψηλή, λαμβάνοντας υπόψη και τις σημερινές οικονομικές δυσκολίες που βιώνουμε όλοι μας.


Κάποιες εφημερίδες δημοσίευσαν την επιστολή, παίρνοντας ή όχι θέση πάνω στο θέμα, στο διαδικτυακό σταθμό Amagi Radio πραγματοποιήθηκε σχετική εκπομπή, ενώ ο φίλος Νίκος Σαραντάκος στο ιστολόγιό του "Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία"  διατύπωσε τις επιφυλάξεις του για την πρωτοβουλία, έδωσε όμως τη δυνατότητα πλατιάς ενημέρωσης και συζήτησης.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον επέδειξε ο Γιάννης Μπασκόζος του Βήματος με δύο άρθρα, όπου στο τελευταίο της περασμένης Κυριακής 10/3, πέραν της σύμφωνης γνώμης του για την πρωτοβουλία, εκφράζει απόψεις για την ανάγκη καλλιέργειας της φιλαναγνωσίας, για το ρόλο του σχολείου από τις πρώτες πρώτες βαθμίδες, για το ρόλο των βιβλιοθηκών και την ανάγκη ενίσχυσής τους.

Όπως φάνηκε στην παραπάνω συζήτηση στο Βήμα, τόσο οι εκδότες όσο και οι βιβλιοπώλες αρνούνται (γιατί αδυνατούν, όπως υποστηρίζουν) τη μείωση της τιμής, θέτοντας ως κύριο πρόβλημα το ύψος του ΦΠΑ (για τον οποίο υπάρχει πράγματι ένα πρόβλημα).

Διατηρώντας τις απόψεις μου και βασιζόμενη, πέραν της προσωπικής εμπειρίας σε στοιχεία από σχετικές έρευνες του ΕΚΕΒΙ και της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, τα οποία ανέφερα στην ανάρτησή μου, βρίσκω ότι το βιβλίο θα έπρεπε να είναι φτηνότερο, ώστε να είναι περισσότερο προσιτό σε αναγνώστες. Πιστεύω ότι το βιβλίο έχει έναν ξεχωριστό ρόλο, δεν μπορεί να θεωρείται απλά ένα εμπορικό/εμπορεύσιμο αγαθό και έτσι δεν μπορεί να λογαριάζεται από τους (όχι μόνο "βιβλιόφιλους") πολίτες ως προς το οικονομικό αντίκρυσμα που έχει για τους δημιουργούς και διακινητές του (εκδότες, βιβλιοπώλες, συγγραφείς).

Όχι πως δεν αναγνωρίζονται τα προβλήματα στους χώρους αυτούς, κάθε άλλο μάλιστα. Ορθά ζητείται και η εκδήλωση ειλικρινούς ενδιαφέροντος των αρμόδιων θεσμικών φορέων (ποιων, αυτών που έτσι απλά αποφάσισαν το κλείσιμο του ΕΚΕΒΙ υπακούοντας στο "πονάει δόντι, κόψει κεφάλι" ή αυτών που διέλυσαν τις σχολικές βιβλιοθήκες πριν τις ολοκληρώσουν καν ή κτλ κτλ.). Ορθά επισημαίνονται αδυναμίες και κακοδαιμονίες. Ορθά σημειώνεται ότι χρειάζεται πολλή δουλειά για να νιώσουν οι Έλληνες την ανάγκη να διαβάζουν, ότι το σχολείο πρέπει να παίξει τον καταλυτικό ρόλο και ότι είναι οι βιβλιοθήκες αυτές που δημιουργούν τους αναγνώστες.

Πραγματικά, εκτιμώ ιδιαίτερα ότι η άποψη αυτή, και παρά τις αντιρρήσεις του για το θέμα της τιμής, εκφράστηκε από εκπρόσωπο των εκδοτών. Και το εκτιμώ ακόμη περισσότερο, ενθυμούμενη ότι πριν πολλά χρόνια, ένας εκδότης μου είχε πει, όταν ζήτησα να μου στείλει στη Βιβλιοθήκη φυλλάδιο με τους τίτλους που εκδίδει (προ Διαδικτύου αυτά) για να κάνουμε αγορά (τότε ακόμη αγόραζαν βιβλία οι βιβλιοθήκες) είχε εκφράσει επιφυλάξεις γιατί, λέει, έτσι έχανε πελάτες!!!


 Αντιγράφω παρακάτω τα σχόλια που έκανα στη Λέσχη Degas και στο Διαβάζοντας, συμπληρωματικά της ανάρτησής μου και παίρνοντας υπόψη σχόλια που είχαν ήδη διατυπωθεί:

Τελικά η κουβέντα ποια είναι; Αν είναι το βιβλίο ακριβό; Άν μπορούν οι εκδότες να μειώσουν την τιμή; Άν έπρεπε να σταλεί η επιστολή στον αρμόδιο υπουργό; Άν μπορούν να ανοίγουν συζητήσεις μέσα από τα ιστολόγια; Η δική μου γνώμη είναι ότι σε αρκετές περιπτώσεις είναι ακριβό, δεν το συγκρίνω με άλλα αγαθά ή "μέσα ψυχαγωγίας" (εκεί, πιστέψτε με, θα βγει πολύ πιο φτηνό), σε αρκετές περιπτώσεις όντως οι εκδότες δεν μπορούν να κάνουν μείωση (εκτιμώ και συνιστώ σχετικά τη χθεσινή, πιστεύω ειλικρινή, συζήτηση στο Amagi Radio με τον εκδότη του Ικαρου, αλλά και παλιότερη συζήτηση στο ιστολόγιο της Ωκεανίδας), και ο χώρος όλων των συντελεστών του βιβλίου έχει προβλήματα, και όλη η κοινωνία έχουμε προβλήματα.

Νομίζετε είναι εύκολο να αγοράσει κανείς βιβλίο με 15 ευρώ; Και αν αγοράσει ένα, πόσα άλλα καινούρια θα "τολμήσει" να αγοράσει; Κάπως έτσι τα έγραψα και στο δικό μου ιστολόγιο, με κάποιες μικροαλλαγές στην αρχική επιστολή, αλλά στο πνεύμα, ας πούμε τη γνώμη μας, ας ανοίξουμε το θέμα, ας ακούσουμε και τους άλλους και τέλος πάντων ας ανοίξουμε και το άλλο πιο μεγάλο θέμα, αυτό της χαμηλής αναγνωσιμότητας, αυτό πώς θα το λύσουμε; Όχι οι ιστολόγοι βέβαια.

Και ας μη βαράνε όσοι δεν συμφωνούν, ας καταθέσουν κι αυτοί τις γνώμες τους, πολιτισμένα. Και μην ξεχνάμε, υπάρχουν και βιβλιοθήκες, επιμένω, και όχι κόντρα στα εκδοτικά και στα βιβλιοπωλεία.

Και μία συμπλήρωση σχετικά με τα άλλα μέσα ψυχαγωγίας, πέρα από την όποια διαφορά του είδους (άλλο θέμα συζήτησης, δεν το ανοίγω εδώ), να σημειώσω ότι στον κινηματογράφο θα δώσει ο καθένας 7 ευρώ, στο θέατρο 15-20 κτλ, δηλαδή από το ίδιο σπίτι ή την ίδα παρέα το σύνολο θα είναι πολλαπλάσιο. Όλοι αυτοί όμως θα διαβάσουν ένα αντίτυπο του βιβλίου. Δίνω ένα επιχείρημα στους εκδότες και στους βιβλιοπώλες, αλλά δεν είν' εκεί το θέμα."
 
Κάποια άλλα θέματα επίσης:

Το ζήτημα δεν είναι μόνο η ατομική θέση ενός εκδότη ή ενός βιβλιοπώλη. Και το ζήτημα δεν είναι μόνο τα βιβλιοπωλεία του κέντρου, αλλά και αυτά της συνοικίας και αυτά της περιφέρειας. Εάν το κάθε μεγάλο βιβλιοπωλείο του κέντρου έχει τη δυνατότητα να κάνει τις τρομερές εκπτώσεις (τις οποίες πράγματι απολαμβάνω κι εγώ), τα πράγματα δεν είναι πάντα το ίδιο εύκολα και για τα υπόλοιπα. Και δεν συμφωνώ με κατάργηση της ενιαίας τιμής του βιβλίου.

Το πρόβλημα στην τιμή, όπως φαίνεται και από τις σχετικές έρευνες, είναι ακόμη μεγαλύτερο στα μη λογοτεχνικά βιβλία, δοκίμια, ιστορικά, πολιτικά, επιστημονικά κτλ.  Επίσης, υπάρχουν πολλές διαφορές ανάμεσα στους εκδότες χωρίς αυτό να αιτιολογείται πάντοτε από ποιότητα, μέγεθος κτλ. Και συχνά διαφορές ανάμεσα σε ελληνικά και μεταφρασμένα, με μεγαλύτερη τιμή συχνά στα ελληνικά.

Το θέμα της τιμής  του βιβλίου δεν αφορά μόνο μια ελίτ αναγνωστών, που μπορεί να διατηρούν και κάποια ιστολόγια, ακόμη και αν είναι χαμηλό το γενικό ποσοστό αυτών που διαβάζουν, ακόμη και αν υπάρχει μεγάλο ποσοστό ζήτησης στα λεγόμενα ευπώλητα (τα οποία, ας το ομολογήσουμε, χρησιμοποιούν και τα ... σοβαρά βιβλιοπωλεία ως κράχτες πλέον). Και τελικά, πώς ορίζονται αυτά τα ευπώλητα, ή μάλλον πώς χωρίζονται οι αναγνώστες σε αναγνώστες καλών και αναγνώστες ευπώλητων βιβλίων; Και... ας μου επιτραπεί να διατυπώσω μια ίσως αιρετική ως προς τα παραπάνω άποψη. Το ζήτημα δεν (πρέπει να) αφορά μόνο και πολύ περισσότερο όσους από εμάς ... ρουφάμε τα βιβλία κατά δεκάδες (μήπως και αυτό καταντά τελικά καταναλωτική μανία;), αλλά τον καθένα και την καθεμιά που θέλει ή θα ήθελε ή θα μπορούσε να θέλει να διαβάσει ένα, μάλλον περισσότερα από ένα, βιβλίο.

Θεωρώ επίσης ότι εμάς τους αναγνώστες, δηλαδή τους πολίτες, μας ενδιαφέρει να έχουμε πρόσβαση στη γνώση, και αγοράζοντας βιβλία, αλλά και δανειζόμενοι βιβλία από βιβλιοθήκες (αλλά και από φίλους). Μας ενδιαφέρει να υπάρχει βιβλίο, να υπάρχει καλό βιβλίο, και σε αυτό δεν θα συμφωνήσω με απόψεις του να προχωρήσουν οι εκδότες στην παραγωγή φτηνού βιβλίου τσέπης όπως στην Αγγλία π.χ. (σε βάρος στοιχείων ποιότητας σε σχέση με τη γλώσσα, την αισθητική κτλ. και σε αυτό συμμερίζομαι την άποψη των εκδοτών που το επικαλούνται).

Έτσι, αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία, εν τέλει, είναι η τόνωση της χρήσης των βιβλίων, της ανάγνωσης δηλαδή και αυτό πρέπει να γίνει με όλους που έχουν σχέση, είναι εκδότες, είναι βιβλιοπώλες, είναι θεσμοί όπως το ΕΚΕΒΙ και οι βιβλιοθήκες, είναι οι λέσχες ανάγνωσης, είναι οι εκπαιδευτικοί, είναι τα διάφορα ιστολόγια (γιατί όχι), δηλαδή οι ενεργοί πολίτες. Σε αυτό το πλαίσιο, η τιμή του βιβλίου πρέπει να είναι προσιτή, λαμβάνοντας υπόψη και τις σημερινές δύσκολες συνθήκες, αλλά και τις διαπιστώσεις που όλοι κάνουμε για την αναγκαιότητα υποστήριξης της παιδείας, της καλλιέργειας, της ψυχαγωγίας, της αναγνωσιμότητας. 

Και μην ξεχνάμε: (και) οι βιβλιοθήκες δημιουργούν αναγνώστες, ας τις πλαισιώσουμε και ας τις υποστηρίξουμε!