Σάββατο 20 Ιουλίου 2013

Ιστορίες του Χαλ, του Γιώργου Μητά

Στην ανατολική ακτή, στο ύψος του Γιόρκσαϊρ, η Βόρεια Θάλασσα εισχωρεί για σαράντα περίπου χιλιόμετρα μέσα στη γη, δημιουργώντας μια μεγάλη υδάτινη έκταση με υφάλμυρα νερά και ισχυρές παλίρροιες, το δέλτα του Χάμπερ. Στις όχθες του είναι χτισμένο το λιμάνι του Χαλ· στο ίδιο σημείο, χωρίζοντας την πόλη στα δύο, εκβάλλουν τα νερά του ομώνυμου ποταμού...Έτσι περιγράφει ο συγγραφέας τα παράλια της πόλης. Η φωτογραφία από το παλιό λιμάνι είναι δική του.



Ήταν μια ευχάριστη έκπληξη η ανάγνωση των Ιστοριών του Χάλ του Γιώργου Μητά (Κίχλη, 2012). Βιολόγος από τη Λιβαδιά, βρέθηκε στο Χάλ για μεταπτυχιακές σπουδές. Και βρέθηκε να παρατηρεί την αγγλική πόλη (Κίνγκστον απόν Χάλ) στα ανατολικά παράλια του Γιορκσάιρ, να περιδιαβαίνει τους δρόμους της, να γνωρίζει τα στέκια της, να πηγαίνει σινεμά στην Κινηματογραφική Λέσχη της Δημόσιας Βιβλιοθήκης, να καμαρώνει το λιμάνι και το ποτάμι της, να τριγυρνά στο Πανεπιστήμιο. Παρατηρεί και συναντιέται με ανθρώπους της πόλης. Παρατηρεί και περιγράφει το κλίμα, το περιβάλλον, το ιδιαίτερο τοπίο της αγγλικής πόλης. Όμορφη χωρίς περιττά φτιασίδια γλώσσα, ειλικρινής περιγραφή ανθρώπων, τόπων και πραγμάτων (αληθινή, και με δόσεις νοσταλγίας, για όσους έχουμε γνωρίσει αντίστοιχες εικόνες), ευαίσθητη και ανθρώπινη προσέγγιση μοναχικών ψυχών, λες και ταυτίζονται με το μουντό τοπίο της αγγλικής περιφέρειας.


Οι δρόμοι του Χάλ το βράδυ είναι έρημοι και παγωμένοι. Τον ξένο που θα βγει να περπατήσει στην Cottingham Road μετά τη δύση του ηλίου τον συντροφεύουν η ομίχλη, το τσουχτερό κρύο και τα σιωπηλά αιωνόβια δέντρα, που υψώνουν τα μπλεγμένα κλαδιά τους στον σκοτεινό ουρανό...

Τρία διηγήματα, τρεις μικρές νουβέλες, με τις ιστορίες τριών μοναχικών ανθρώπων και ακόμα τριών άλλων που τελικά “έχουν την ίδια ανάγκη για συντροφιά” μ' εκείνους.

Η ηλικιωμένη κυρία Ρότζερς, ταξιθέτρια στην Κινηματογραφική Λέσχη της Κεντρικής Βιβλιοθήκης που την επισκέπτεται ο νεαρός Βέλγος κινηματογραφιστής (όπως εκείνη νόμιζε) ή πιο σωστά ο νεαρός Ισπανός που ήρθε “σ' αυτή τη βορινή γωνιά της Ευρώπης να μελετήσει το παρελθόν” (σε επόμενη ιστορία τον ξαναβρίσκουμε ως Λουίς, κάνει μεταπτυχιακό στην παλαιοντολογία). Μια απρόσμενη ζεστασιά απλώθηκε στους γερασμένους τοίχους.

Δεν ήξερε τι ώρα ήταν. Κάποια στιγμή, ενώ μιλούσε κρατώντας το τρίτο ποτήρι κονιάκ, θυμήθηκε το κέικ πορτοκάλι. Δεν θα αποτολμούσε να σηκωθεί τώρα, ούτε βέβαια να σερβίρειμπορούσαν να κάνουν και χωρίς αυτό. Εν τω μεταξύ η συζήτηση είχε ανάψει, ο νεαρός Ισπανός τη διέκοπτε, έπαιρνε τον λόγο, για να τον ξαναπάρει μετά από λίγο πάλι εκείνη· αστειεύτηκαν, γέλασαν, ύψωσαν τον τόνο, ξανάπιασαν την κουβέντα από εκεί που την είχαν αφήσει.

Ο δεκαεννιάχρονος Ντόναλντ, ο τυφλός φοιτητής από το Εδιμβούργο με την Τζόυ, το σκύλο-οδηγό και η συνάντηση με τον αφηγητή.

Άρχισα να τρώω και συγχρόνως να μιλάω. Του μίλησα για τη δυσκολία να έρχεσαι από την Ελλάδα στο βόρειο Γιορκσάιρ και να βρίσκεσαι μόνος, χωρίς γλώσσα, χωρίς να γνωρίζεις κανένα, σ' έναν ολότελα άγνωστο, ανοίκειο κόσμο· για τις καθημερινές, ανεξέλεγκτες εναλλαγές διάθεσης των πρώτων εβδομάδων, από τον καθαρό τρόμο και την απελπισία μιας πρωτόγνωρης μοναξιάς στην άγρια και τη μεθυστική αίσθηση της προοπτικής μιας καινούριας ζωής· για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζα στην προσπάθειά μου να γνωριστώ και να κάνω παρέα, ιδίως με τους αγγλόφωνους φοιτητές· για το ποδήλατό μου και τις πρώτες μοναχικές εξερευνήσεις στο κέντρο και τα περίχωρα της πόλης, για την ατέλειωτη συννεφιά και το πρωτοφανές κρύο... για τις ήδη αρκετές μπίρες που είχα πιει μόνος τα σαββατόβραδα στην ντίσκο του πανεπιστημίου, καθώς και στην παμπ στη διασταύρωση της Cottingham με την Beverley Road.
Ένα συγκρατημένο, τρυφερό χαμόγελο ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του Ντόναλντ. “Νομίζω πως σε καταλαβαίνω. Έχω πιει κι εγώ κάμποσες μπίρες μόνος.”

Ο ασπρομάλλης (πενηντάρης) γίγαντας Στηβ που διηγείται ταξίδια και περιπέτειες στο συγκάτοικό του, τον Τούρκο φοιτητή Αζίζ.

Ήταν ένα είδος πολυτεχνίτη του Γιόρκσαϊρ: τα είχε σχεδόν όλα δοκιμάσει στην πολυκύμαντη ζωή του. Είχε ταξιδέψει σε ολόκληρο τον κόσμο – πότε ήταν αχθοφόρος σε κρουαζιερόπλοιο στην Καραϊβική, πότε προσωπικό ασφαλείας σε κλαμπ του Άμστερνταμ, πότε καταπιανόταν με αγροτικές εργασίες στην Κρήτη, πότε έχτιζε πέτρινα σπίτια στα περίχωρα της Κοπεγχάγης.

Ο μυστηριώδης και πληθωρικός γέρο-Άγγλος διηγείται χωρίς σταματημό τις ιστορίες του στο μικρό του φίλο. Είναι αληθινές οι ιστορίες του γιγαντόσωμου Στήβ; Ένα μυστήριο για τον Αζίζ που θέλει να το ξεδιαλύνει.

Ένα σύννεφο ήρθε κι έκρυψε το φεγγάρι. Το σκοτάδι απλώθηκε σαν κακοποιό πνεύμα. Ο Αζίζ ρίγησε. Συνειδητοποίησε ότι ότι ένιωθε φόβο, καθαρό φόβο. Μερικά βήματα ακόμα. Είχε διπλωθεί σχεδόν στα δύο μες στο παλτό του. Μέχρις εδώ. Δεν θα συνέχιζε άλλο. Και τότε, λίγα μέτρα μπροστά του, ο Άγγλος έστριψε· σαν δύσμορφη σκιά πέρασε μπροστά από μια γιορτινή τζαμαρία. Ο Στηβ ακολουθούσε τον δρόμο που τρία εικοσιτετράωρα πριν είχε γοητεύσει τον φοιτητή...

Οι περιγραφές από το λιμάνι είναι πολύ δυνατές. Δεν παραλείπει να μιλήσει και για την αλιεία στην περιοχή, για το κυνήγι της φάλαινας, για τον αγγλοϊσλανδικό πόλεμο του μπακαλιάρου και για τον αφανισμό της αλιευτικής βιομηχανίας τη δεκαετία του '70.

Οι εγκαταστάσεις στις όχθες του ποταμού εγκαταλείφθηκαν· ολόκληρες γειτονιές σκόρπισαν, και τελικά ρήμαξαν· τα πολύβουα στέκια των ψαράδων ερήμωσαν.
Τις φεγγαρόλουστες νύχτες, όταν η φουσκονεριά τυλίγει τις σιωπηλές αποβάθρες, κάποιοι ισχυρίζονται ότι, ανάμεσα στους παφλασμούς του νερού, μπορούν ν' ακούσουν τον απόηχο του στόλου που αποπλέει ή τις ζητωκραυγές εκείνων που επιστρέφουν – αλλά και τις οιμωγές των ανδρών που χάθηκαν για πάντα στη θάλασσα.

Όμορφη γλώσσα, Όμορφες οι ιστορίες από το Χαλ του Γιώργου Μητά. Ίσως μια αμηχανία στο τελείωμα των ιστοριών, ίσως και να θέλει να μας υποβάλει στη “βάσανο” της αναζήτησης. Εγώ έτσι ένιωσα, ιδιαίτερα μάλιστα στην τρίτη ιστορία. Έτσι κι αλλιώς πάντως, μας μένουν οι συγκινήσεις και η ζεστασιά που νιώσαμε διαβάζοντάς τις, μας μένουν οι δυνατές περιγραφές, σε μια, τολμώ να πω, κινηματογραφική αποτύπωση του χώρου και των ανθρώπων.

Υ.Γ. Κι ενώ το είχα τελειώσει, ένας φίλος μου δάνεισε το τελευταίο βιβλίο της Έλενας Χουζούρη “Δυο φορές αθώα” (Κέδρος, 2013). Στην τελευταία σελίδα η συγγραφέας αναφέρει τα βιβλία με τα οποία “συνομιλεί” στο δικό της βιβλίο. Πρώτο πρώτο έχει τις Ιστορίες του Χαλ. Κάποιος διαδικτυακός φίλος κάποια στιγμή έκανε λόγο για την ομορφιά της διακειμενικότητας...

Τρίτη 16 Ιουλίου 2013

Είμαστε ακόμα ζωντανοί!

Αντί άλλου σχολίου, αφιερωμένο "εξαιρετικά" σε αυτούς που νομίζουν ότι μπορούν να κανονίζουν τις τύχες μας με το έτσι θέλω:
Ετικέτες


Κι είμαστε ακόμα ζωντανοί
στη σκηνή σαν ροκ συγκρότημα.

Με κοιτάς σε κοιτώ
και μετά σιωπή
κάτι θα κοπεί
στην καρδιά στο μυαλό.

Με κοιτάς σε κοιτώ
και μελαγχολείς
ο καιρός πολύς
μ’ αγαπάς σ’ αγαπώ.

Κι είμαστε ακόμα ζωντανοί
στη σκηνή σαν ροκ συγκρότημα
κι αν μας αντέξει το σκοινί
θα φανεί στο χειροκρότημα.

Με κρατάς σε κρατώ
και μετά γκρεμός
και μετά το τέρμα
και κανείς κανενός.

Με κρατάς σε κρατώ
και παντού σκιές
και παντού καθρέφτες
για θεούς κι εραστές.

Το τραγουδάμε κι όλας http://www.youtube.com/watch?v=D_tLdLWsP7c

(Στίχοι: Λίνα Νικολακοπούλου, Μουσική: Δήμητρα Γαλάνη.)

Δευτέρα 1 Ιουλίου 2013

Να κάνουμε του κόσμου κατοχή, παιδιά, με το τραγούδι!

14 μέρες έκλεισαν που έχουμε μαύρο. Μαύρο στο κουτί της δημόσιας τηλεόρασης, μαύρο στις ψυχές μας. Η δημοκρατία σε κίνδυνο. Δεν φτάνουν τα χαράτσια, η απαξίωση, η απόδοση της συλλογικής ευθύνης, η τρόικα, η Μέρκελ, ο μερκοζισμός και ο μερκολαντισμός, βάζουν χέρι στον πολιτισμό, κλείνουν το ΕΚΕΒΙ, συγχωνεύουν βιβλιοθήκες κι άλλες αφήνουν να μαραζώσουν, κλείνουν το Κέντρο Κινηματογράφου, βάζουν στο στόχο τα θέατρα, κλείνουν την ΕΡΤ. Κι όλα αυτά στο όνομα της δικής μας ευθύνης και της δικής μας σωτηρίας! Εμείς φταίμε που φτάσαμε ως εδώ, εμείς, εμείς, εμείς... Θέλουν να μας τσακίσουν. Το δόγμα του σοκ σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια! Μαυρίζουν την οθόνη, γυρίζουν το κουμπί να σιγήσει το ραδιόφωνο. Κι ένας πρωθυπουργός που μας μαλώνει άγρια, κακά, εσείς φταίτε, μας λέει κουνώντας το δάχτυλο, θα σας κάνω και θα σας δείξω. Μόνο τον Ερντογάν είδα να κάνει τα ίδια, μόλις γύρισε από το ταξίδι του, απευθυνόμενος στους αγανακτισμένους κι εκεί πολίτες της Τουρκίας. Και μόνο τον Παπαδόπουλο θυμάμαι να βροντοφωνάζει για την ανάγκη ακινητοποίησης του ασθενούς στο χειρουργικό τραπέζι, κι αυτός για τη σωτηρία μας μίλαγε!!!

Η δημοκρατία σε κίνδυνο; Ναί. Δεν είναι μόνο γιατί εγώ προσωπικά δεν έχω τίποτα να δω στην τηλεόραση, γιατί μου λείπουν εκείνες οι μουσικές εκπομπές που άκουγα χρόνια τώρα από το Β' πρόγραμμα, γιατί δεν έχω πια το Κόσμος ούτε το Τρίτο. Βρέθηκα στο χωριό τη βραδυά που μαύρισε η ΕΡΤ και τις επόμενες ημέρες, και χωρίς ιντερνετ, τις πρώτες μέρες δεν υπήρχε καμιά ενημέρωση (μερικές φορές έπιανα το πρόγραμμα των εργαζομένων της ΕΡΤ, κάποια μέρα χάθηκε κι αυτό). Δεν ήταν εύκολη κατάσταση για τον κόσμο του χωριού που έχει μάθει να βλέπει τηλεόραση και - πολύ σημαντικό - έχει μάθει ότι η ΕΡΤ είναι εκεί δίπλα, ακόμη κι αν δεν την παρακολουθεί πάντα. Το διαδίκτυο δεν είναι πάντα η λύση, όσο φεύγουμε από τα αστικά κέντρα και όσο ... μεγαλώνουμε. Η πληροφόρηση είναι θεμελιώδες δημοκρατικό δικαίωμα. Θέλησαν να μας το αφαιρέσουν.

http://www.ertopen.com/
Η δημοκρατία σε κίνδυνο; Ναί. Αφήνω εκείνα τα κακόβουλα, πικρόχολα σχόλια κάποιων "επωνύμων" (βλέπε Θεοδωρόπουλος, Κανέλλης κ.ά.) για τη συγκέντρωση κόσμου στην ΕΡΤ (εξάλλου, αυτοί οι άνθρωποι πια εκτός από ειρωνείες και κακίες και ελιτίστικη αντιμετώπιση κάθε συλλογικής πρωτοβουλίας, μήπως θα μπορούσαν να μας πουν οι ίδιοι πώς θα ήθελαν την ενημέρωση, το χώρο του βιβλίου, το χώρο των βιβλιοθηκών, το χώρο του πολιτισμού, ακόμη ακόμη και το χώρο που ανασαίνουμε, μήπως και περισσεύει;). 'Ολος αυτός ο κόσμος, ακόμη κι αν δεν έβλεπε ΕΡΤ κι αν δεν άκουγε ραδιόφωνο, έδειξε ότι είχε ανάγκη να βγει από το καβούκι του, είχε ανάγκη να εκφραστεί, να επικοινωνήσει και του δόθηκε αυτή η ευκαιρία. Και είχε ανάγκη να δείξει ότι δεν συμφωνεί με την άγρια, βίαιη, αυταρχική, αντιδημοκρατική συμπεριφορά αυτών που μας κυβερνούν. Με το ξαφνικό μαύρισμα της οθόνης το ποτήρι ξεχείλισε.

Κι ευτυχώς υπάρχουν ακόμη αυτοί που αντιστέκονται κι αυτοί που παραστέκονται. Μια τέτοια βραδυά ήταν η αποψινή με τον Μάνο Μουντάκη και την παρέα του (εμείς οι Κρητικοί έχουμε βάλει σε ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μας τον Κώστα Μουντάκη, αλλά το ίδιο αξιόλογος είναι και ο γιος του ο Μάνος). Στα τόσα που τραγούδησαν απόψε και που ο κόσμος χόρεψε και ξαναχόρεψε, τραγούδησαν και το Πότε θα κάνει ξαστεριά, τραγούδησαν και την επίκαιρη Μπαλάντα του κυρ Μέντιου του Κώστα Βάρναλη (Mεροδούλι, ξενοδούλι! / Δέρναν ούλοι: αφέντες, δούλοι·/ ούλοι: δούλοι, αφεντικό / και μ' αφήναν νηστικό). Και τελειώνοντας χρησιμοποίησε  εκείνο το φοβερό στίχο του Νίκου Καζαντζάκη από την Οδύσσεια: "... ας κάμουμε του κόσμου κατοχή, παιδιά, με το τραγούδι".


Όμως, στην Αγία Παρασκευή απόψε είχαμε ακόμα μία μουσική εκδήλωση. Ήταν η εναρκτήρια του πολιτιστικού δεκαήμερου της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Αγίας Παρασκευής. Όπως κάθε αρχή καλοκαιριού, έτσι και φέτος, η αυλή της Βιβλιοθήκης/Μουσείου Αλέκου Κοντόπουλου γεμίζει κόσμο που ανταποκρίνεται στο κάλεσμα του αξιόμαχου και φιλόξενου προσωπικού της Βιβλιοθήκης. Το πρόγραμμα είναι ενδιαφέρον, περιλαμβάνει μουσική και θέατρο, ενώ υπάρχει επίσης Έκθεση φωτογραφίας από τη θεραπευτική κοινότητα Στροφή του ΚΕΘΕΑ. Απόψε στην εναρκτήρια εκδήλωση είχε το Μίμη Πλέσσα με τρεις νέους καλλιτέχνες, ο κήπος είχε γεμίσει όλος, είχε όρθιους, είχε κόσμο στο δρόμο κρεμασμένο στα κάγκελα, ο Σπύρος Κλείσσας και η Φιντέ Κόκσαλ τραγούδησαν πολλά γνωστά τραγούδια του συνθέτη (η Κοκσάλ τραγούδησε και στα τουρκικά, πολύ όμορφα), ο κόσμος τραγουδούσε μαζί τους, η βραδυά ήταν πραγματικά πολύ όμορφη.

Τραγούδησαν και αποθεώθηκαν στο Άγαλμα: "Με το άγαλμα ως το δρόμο προχωρήσαμε / μου εσκούπισε τα μάτια και χωρίσαμε". Και στο Έπεφτε βαθιά σιπωπή: "Κάποια κόκκινη πληγή / που δεν λέει να κλείσει..." Και σ' άλλα πολλά...

Οι εκδηλώσεις έχουν κι ένα πρόσθετο στοιχείο, ο καλεσμένος έχει να αναφερθεί σ' ένα βιβλίο που του αρέσει. Ο Μίμης Πλέσσας αναφέρθηκε στο σπουδαίο Γιώργο Γραμματικάκη και στο βιβλίο του "Ένας αστρολάβος του ουρανού και της ζωής" (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2012), ένα δύσκολο βιβλίο, όπως είπε, αλλά όπου βρήκε μέσα ένα κοινό ήρωα των παιδικών χρόνων, τον Αντουάν Σεντ-Εξπερύ. 



Και με όλα τα παραπάνω που έγιναν το ίδιο βράδυ, σκέφτομαι ποια η σχέση των δύο εκδηλώσεων; Ή μάλλον, στη δεύτερη εκδήλωση (που χρονικά προηγήθηκε λίγο) γιατί σιώπησαν για την ΕΡΤ που είναι δίπλα, που το μαύρισμά της καταμαρτυρεί ένα σοβαρότατο έλλειμμα δημοκρατίας, που γίνεται ένας αγώνας, που είναι μία κοιτίδα πολιτισμού, που έχει σοβαρότατη συμβολή και στα μουσικά πράγματα της χώρας (και με τα Μουσικά της σύνολα και με τις εκπομπές της και με τις παραγωγές της), που και οι παριστάμενοι καλλιτέχνες (και πολύ καλώς) είχαν/έχουν να δώσουν και να πάρουν από την δημόσια ραδιοτηλεόραση (ο Μίμης Πλέσσας το γνωρίζει αυτό πολύ καλά).

Ηθική βαρβαρότητα, κατά το Γιώργο Γραμματικάκη. Κι όμως δεν βρέθηκε κανένας από τους ομιλητές να κάνει έστω μια αναφορά. Δεν έκανε αναφορά ο Δήμαρχος (που μίλησε πάντως απαξιωτικά για τη γενιά του Πολυτεχνείου, για την οποία είπε ότι ο ίδιος δεν ντρέπεται για τον εαυτό του, ούτε κι εγώ του απαντώ, άρα, ποιος ο λόγος αυτής της αναφοράς αλήθεια;) παρότι έχει εκδόσει ανακοίνωση με την οποία καταδικάζει το κλείσιμο της ΕΡΤ, δεν έκανε αναφορά η Πρόεδρος της Βιβλιοθήκης και δεν έκανε καμία αναφορά ο Μίμης Πλέσσας. Και βέβαια δεν θα συμφωνήσω με την αποστροφή του για τις "πράσινες, τις κόκκινες, τις θαλασσιές σου  χάντρες" με αφορμή το ομώνυμο τραγούδι. Δεν συμφωνώ με την δήθεν απολίτικη, δήθεν ουδέτερη στάση, είναι η αντίστοιχη του "μαζί τα φάγαμε", είναι αυτή της συλλογικής ευθύνης και συλλογικής ενοχής, των ίσων αποστάσεων, της απαξίωσης και τελικά του ωχαδερφισμού. Άσε τους άλλους να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά, εμείς τραγουδάμε.

Κύριε Πλέσσα, με όλο το σεβασμό στο πρόσωπό σας και με όλη την αγάπη στο έργο σας (η αναφορά σας στην αγαπημένη μου Δανάη εξάλλου με συγκίνησε), κι εμείς τραγουδάμε. Ας κάνουμε, λοιπόν, του κόσμου κατοχή με το τραγούδι! Αλλά...  υπάρχει κάποια κόκκινη πληγή που δεν λέει να κλείσει...

Κυριακή 16 Ιουνίου 2013

Bloomsday και Δουβλινιάδα σήμερα


Μέρα γιορτής η σημερινή για τους Ιρλανδούς. Είναι η Bloomsday, σε ανάμνηση μιας μέρας - 16 Ιουνίου 1904 - από τη ζωή του Μπλουμ, του ήρωα του Τζέιμς Τζόυς στον Οδυσσέα του. Σήμερα το Δουβλίνο γιορτάζει. Αλλά, και σε όλο τον κόσμο, η Bloomsday γιορτάζεται, πολλές πόλεις συμμετέχουν στην ανάγνωση κειμένων του σπουδαίου Ιρλανδού συγγραφέα (όχι, η Αθήνα δεν συμμετέχει).

Είχα ξαναγράψει πριν δυο χρόνια (http://katerinatoraki.blogspot.gr/2011/06/16-1904.html) για την ημέρα αυτή γιατί με εντυπωσιάζει η τόση δραστηριοποίηση (παρά και τον εμπορικό χαρακτήρα που μπορεί να προσλαμβάνει και την ίσως  υπερβολική έκθεση του θέματος αλλά και του σπουδαίου συγγραφέα). 

Όμως, δεν μπορώ να μη σκεφτώ, τι κάνουμε εμείς για τον Καβάφη (έχουμε και Έτος φέτος), τι κάνουμε για τον Καζαντζάκη, για να αναφέρω μόνο δύο μεγάλους μας λογοτέχνες που έχουν και ιδιαίτερη διεθνή απήχηση. Και βέβαια, μου δίνεται και πάλι η ευκαιρία να διαμαρτυρηθώ για το κλείσιμο του ΕΚΕΒΙ, είχαμε ένα θεσμό που με όλα τα στραβά (που ας τα διορθώσουν), μπορούσε να πάρει πάνω του τέτοιες πρωτοβουλίες. Όμως τι λέω τώρα, πονάει δόντι, κόψει κεφάλι, το έκαναν στο ΕΚΕΒΙ, το κάνουν στις δημόσιες και δημοτικές βιβλιοθήκες,  το έκαναν στην ΕΡΤ, το κάνουν στην κοινωνία όλη!

Το σπίτι στο Παρίσι όπου ο Τζέημς Τζόυς ολοκλήρωσε τον Οδυσσέα του (φωτογραφία από ταξίδι μου στο Παρίσι)
Με την ευκαιρία της μέρας, προτείνω για ανάγνωση το μυθιστόρημα  Δουβλινιάδα του Ενρίκε Βίλα - Μάτας (Εκδόσεις Καστανιώτη, 2011, μετάφραση Νάννα Παπανικολάου). Πολλοί εκδότες θα βρουν τον εαυτό τους στο έργο αυτό του Ισπανού λογοτέχνη (και ίσως μελαγχολήσουν μάλιστα, βρίσκοντας αντιστοιχίες και με την εποχή και την κατάσταση στη χώρα μας). Και πολλοί αναγνώστες θα βρουν τον εαυτό τους, ως βιβλιόφιλοι, ως εραστές της ιρλανδικής και της παγκόσμιας λογοτεχνίας, αλλά και ως εραστές της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Για όλα έχει αναφορές ο Βίλα-Μάτας, ένας σπουδαίος λογοτέχνης και διανοητής, που αξίζει κανείς να δει τη συζήτηση που είχε με τον Ανταίο Χρυσοστομίδη και τη Μικέλα Χαρτουλάρη για την καταπληκτική σειρά εκπομπών "Οι κεραίες της εποχής μας" (δυστυχώς και το Αρχείο της ΕΡΤ έχει μαύρο τώρα, File not Found, με τις εντολές του Αντώνη Σαμαρά και την ανοχή τουλάχιστον των άλλων εταίρων, η πληροφόρηση φιμώνεται, μια εγκληματική, σκοταδιστική, αντιδημοκρατική στιγμή της ιστορίας μας).

Στη δική του Δουβλινιάδα, ο Βίλα-Μάτας περιγράφει έναν συνταξιούχο Ισπανό εκδότη, με εμμονές στον Τζέημς Τζόυς, με σφοδρή επιθυμία να επισκεφθεί την πόλη του το Δουβλίνο και τα μέρη που σύχναζε (αυτός ή οι ήρωές του, ένα και το αυτό εξάλλου πια), με προβληματισμούς για τη νέα εποχή της τυπογραφίας, και ο οποίος σχεδιάζει να γιορτάσει το τέλος της εποχής του Γουτεμβέργιου στην πατρίδα του αγαπημένου του συγγραφέα. (Θυμίζω ότι για το τέλος ή το επόμενο βήμα της εποχής Γουτεμβέργιου προβληματίζεται και η Χριστίνα Μπάνου στο βιβλίο της που παρουσίασα πρόσφατα). Και ξεκινά έτσι ένα ταξίδι λόγου, αναμνήσεων, αναφορών, αναδρομών, ένα όμορφο ταξίδι στον λόγο και στο πνεύμα και άλλων σπουδαίων συγγραφέων από την αρχαιότητα μέχρι τις μέρες μας. 

Μου άρεσε το ταξίδι του Βίλα-Μάτας στον κόσμο του Τζέημς Τζόυς, στον κόσμο των συγγραφέων (έχει ονομαστεί εξάλλου και συγγραφέας των συγγραφέων), στους προβληματισμούς για το βιβλίο, τις εκδόσεις, την ψηφιακή εποχή. Και πολύ μου άρεσε το ταξίδι στο Δουβλίνο!

Κυριακή 9 Ιουνίου 2013

Ένα αφιέρωμα από καρδιάς

Αφιερωμένη η ανάρτηση στο βιβλιοθηκάριο που σήμερα έχει γενέθλια. Πολύχρωμες χαρές Γιώργο! (Πηγή εικόνας: καρτ-ποσταλ από τη συλλογή μου, είναι το έργο "walking tour in the night" του Ούγγρου  καλλιτέχνη Károly Reich)

Μου ζητήθηκε να συμμετέχω στα ... Κατσαμάκεια 2013, δηλαδή να γιορτάσουμε τα σημερινά γενέθλια του βιβλιοθηκάριου με ένα διιστολογικό αφιέρωμα. 

Είπα ναι, γιατί όχι;

Μετά... σκέφτηκα ότι δεν μου πάει να κάνω προσωπικές αναφορές, και μάλιστα με αυτό το ... βαρύγδουπο "κατσαμάκεια" (παρολίγον να σκεφτώ "είμαι και κάποιας ηλικίας!").  Ετοίμασα ένα κείμενο - για τον αγαπημένο του χώρο των βιβλίων - και σκόπευα να του το αφιερώσω. Αλλά, δε μου βγήκε. Ήθελα τελικά να γράψω και για τον ίδιο, γαιτί όχι, κάποιες σκέψεις που μου ήρθαν.

Κατσαμάκεια 2013 λοιπόν!

 Έχουμε Κατσαμάκηδες στο χωριό, στο Νίππος Αποκορώνου, μα ο Γιώργος δεν είναι Κρητικός.

Τον γνώρισα τη δεκαετία του 90, τον είχα φοιτητή και αυτόν και την καλή του (το καλλιοπάκι του, γιόρταζε χθες, να τη χαίρεσαι Γιώργο), τους ξεχώριζα από τότε, η αλήθεια να λέγεται. Τους έχασα κάποια χρόνια, μέχρι που η πολύ καλή μου φίλη η Νανά μου μίλησε για τα Κατσαμάκια, είχαν τα παιδιά τους λέει στον παιδικό σταθμό της Νανάς και του Νίκου (έχει γράψει μια καταπληκτική και συγκινητική ανάρτηση για το Νίκο και τη Νανά ο Γιώργος) και η κουβέντα τους έφερε σε μένα (και τα δικά μου παιδιά είχαν πάει στη Νανά, ήταν στα πρώτα χρόνια του σταθμού, η Νανά ακόμη διηγείται ιστορίες με το μεγάλο!). Ο ενθουσιασμός μου δεν περιγράφεται!

Και ήρθε το διαδίκτυο και τα ιστολόγια. Παρακολουθώ ένα μαχητικό, καλλιεργημένο, ευθύ και έντιμο νέο άνθρωπο να παρεμβαίνει. Τι καλύτερο, τι πιο όμορφο, τι πιο παρήγορο για μένα, που ανήκω σε μια προηγούμενη γενιά, που προβληματίστηκε, που πίστεψε, που διεκδίκησε, που αμφισβήτησε, που υποχώρησε, που συμβιβάστηκε ή κλείστηκε στον εαυτό της, που ξαναπροβληματίζεται, ξαναδιεκδικεί, ξαναμάχεται, ξαναπιστεύει. Και που πλέον περιμένει από τους νεότερους γιατί - ευτυχώς - είναι και καλύτεροι.

Δυσκολεύομαι να συνεχίσω, ας αφιερώσω στο Γιώργο, αλλά και σε όλους που συμμετέχουν στο αφιέρωμα, μια μαντινάδα του Αριστείδη Χαιρέτη:

Ως και το πικραμύγδαλο,
που εκ φύσεως πικραίνει,
σαν είναι από τα χέρια σου, 
ω Θέ μου πώς γλυκαίνει!


Πολύχρωμες στιγμές λοιπόν!
  ___________________________


Στο διιστολογικό αφιέρωμα συμμετέχουν επίσης τα παρακάτω ιστολόγια (βλ. και #katsamakeia2013  στο twitter):



Ερυθρό Καγκουρώ: Αντί πινακίου φακής…


silentcrossing ρόλερ κόστερ στη βιβλιοθήκη 

κόκκινο  μπαλόνι:Για το βιβλιοθηκάριο της καρδιάς μας

Poyanna: Να κάνουμε αφιέρωμα με θέμα...

Ψαροκόκκαλο: Ευχές σε έναν άγνωστο

Τσαλαπετεινός  Kaçamakεια 2013

Anna Silia: Όταν ήμουν...βιβλιοθηκάριος

Σελιτσάνος: Το φως

Κουπέπκια: Κατσαμάκεια συνωμοσιολογία

Kizil kum: τσακμακ

γρηγόρης στ.: γρηγόρης στ είπε...

Παρασκευή 7 Ιουνίου 2013

Οι Υπνοβάτες, του Άρθουρ Καίσλερ: εις μνήμην Ιωάννας Χατζηνικολή




Έφυγε σήμερα η Ιωάννα Χατζηνικολή, μια σημαντική μορφή από το χώρο του βιβλίου, ιδιοκτήτρια του ομώνυμου εκδοτικού οίκου και μεταφράστρια. Στα μέχρι αυτή τη στιγμή δημοσιεύματα που έχω δει με αφορμή αυτό το γεγονός, όταν αναφέρουν μεταφράσεις που είχε κάνει, παρατηρώ ότι λείπει - από όλα -  η αναφορά στο βιβλίο "Υπνοβάτες: Μια ιστορία της αλλαγής του κοσμικού οράματος του ανθρώπου (Πυθαγόρας - Κοπέρνικος - Κέπλερ - Γαλιλαίος - Νεύτωνας)" του Άρθουρ Καίσλερ, εκδόσεις Χατζηνικολή, 1975 (The sleepwalkers, 1959).

Το βιβλίο είναι ένα απολαυστικό ανάγνωσμα, αφού βέβαια λάβουμε υπόψη ότι γράφτηκε το διάστημα 1955-1958 κι επομένως οι γνώσεις και η αφομοίωσή τους γύρω από τις νέες εξελίξεις στις Θετικές Επιστήμες και κύρια στη Φυσική αλλά και στην Τεχνολογία ήταν σε πρώιμο στάδιο (παρόλο που ο Μπορ και ο Αϊνστάιν είχαν ήδη αμφισβητήσει την  κλασική θεωρία της νευτώνειας φυσικής).

Ο Καίσλερ ασχολείται με την ιστορία της κοσμολογίας από τα πολύ παλιά χρόνια μέχρι το Νεύτωνα. Και λέω πολύ παλιά χρόνια γιατί ξεκινά τις αφηγήσεις του για τον Κόσμο, τον κόσμο του Σύμπαντος από την "Αυγή", με αναφορές στους Χαλδαίους, στους Βαβυλώνιους, στους Αιγύπτιους, στους Εβραίους για να περάσει στους Έλληνες όπου, ξεκινώντας από τους Ίωνες φιλοσόφους και κάνοντας πολλές ιδιαίτερες αναφορές σε πρόσωπα, ασχολείται ιδιαίτερα με τον Πυθαγόρα και το όραμά του για το Σύμπαν.

Προχωρά στα ελληνορωμαϊκά και πρώτα χριστιανικά χρόνια και φτάνει στο Μεσαίωνα. Αφιερώνει ολόκληρο κεφάλαιο στον Κοπέρνικο, τον ντροπαλό εφημέριο, όπως τον ονομάζει. Στη συνέχεια ασχολείται με τον Κέπλερ και το κοσμικό μυστήριο, με τον Τύχο, με τον Γαλιλαίο και τη δίκη του, ενώ τελειώνει με το Νεύτωνα, με τον οποίο "θα πρέπει να κλείσει και η αφήγησή μας της αλλαγής του κοσμικού οράματος του ανθρώπου" (σελ. 376).

Όλοι αυτοί, λέει ο Καίσλερ, είχαν ως σκοπό όχι την κυριαρχία της φύσης, αλλά την κατανόησή της. Όταν λέει ότι ασχολείται με την κοσμολογία, εννοεί ότι ασχολείται "με την εξέλιξη του οράματος που είχε ο άνθρωπος για το σύμπαν που τον περιέβαλλε". Ασχολείται με τα παραπάνω πρόσωπα, αναζητά στοιχεία από τη ζωή τους και φτιάχνει τους μύθους τους.

Κι έτσι πρέπει να διαβαστεί. Ο ίδιος λέει στην εισαγωγή ότι "δεν είναι ένα εκλαϊκευμένο επιστημονικό βιβλίο αλλά μια προσωπική και θεωρητική αφήγηση ενός αντιφατικού θέματος". Σταματά στο Νεύτωνα γιατί, όπως λέει, "βασικά εξακολουθούμε να ζούμε μέσα σ' έναν Νευτωνικό κόσμο" (ποιος ξέρει αν το 1959 είχε ακούσει για τα κβάντα...). 

Και βέβαια όταν στον Επίλογο κάνει λόγο για την πρόοδο της επιστήμης (της φιλοσοφίας της φύσης, όπως λέει) που δεν ήταν συνεχής και που αναπτύχθηκε "με συμπτωματικούς πήδους και γκέλ που εναλλάσονταν με απατηλές αναζητήσεις, αδιέξοδα, κάμψεις, περιόδους τύφλωσης και αμνησίας" (σελ. 381), δεν γνώριζε τίποτα για την εκθετική ανάπτυξη της επιστήμης, όπως διατυπώθηκε το 1963 στο βιβλίο "Little Science, Big Science" από τον σπουδαίο ιστορικό της επιστήμης Derek J. de Solla Price (και ιστορικό της τεχνολογίας - όσοι πήγαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο να δούν την Έκθεση για το Μηχανισμό των Αντικυθήρων θα είδαν ότι ήταν κεντρικό πρόσωπο στην έναρξη μελέτης του τεχνολογικού αυτού επιτεύγματος - αλλά και θεμελιωτή των απόψεων για την εξέλιξη της επιστημονικής πληροφόρησης και των σχετικών εφαρμογών, όπως είναι η ανάλυση των βιβλιογραφικών παραπομπών και η επιστημομετρία).

Αν και ξεπερασμένο, δεν παύει να είναι ενδιαφέρον και κυρίως απολαυστικό. Αλλά και προφητικό: "...  μέσα σ' ένα πολύ κοντινό μέλλον, ο άνθρωπος ή θα καταστρέψει τον εαυτό του ή θα ξεκινήσει για τ' άστρα".  

Αλήθεια, τι έγινε τελικά;

--------------------------------------------
Υστερόγραφο: Ομολογώ ότι τον Καίσλερ τον είχα γνωρίσει από νωρίς με το βιβλίο του "Το μηδέν και το άπειρον" (από τις εκδόσεις Ηριδανός, σε μετάφραση Αλέξανδρου Κοτζιά). Έφτασα στους Υπνοβάτες του όταν πριν λίγα χρόνια διάβασα το βιβλίο Η τριλογία των επαναστάσεων: Δόκτορ Κοπέρνικος. Κέπλερ. Το γράμμα του Νεύτωνα του Τζων Μπάνβιλ (Κέδρος, 2008). Τότε με ξένισε ο τίτλος γιατί είχα μόλις διαβάσει  και την τριλογία "Υπνοβάτες" του Χέρμαν Μπροχ Είναι η περιπέτεια της ανάγνωσης, κάτι σαν το "Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης"... Είναι το υπέροχο ταξίδι στα βιβλία...

Κυριακή 2 Ιουνίου 2013

Να σώσουμε τις βιβλιοθήκες γιατί τις αγαπάμε και γιατί τις χρειαζόμαστε!


Συμβολικά, μα όχι μόνο, επέλεξε τις βιβλιοθήκες η Κυβέρνηση για να ξεκινήσει την εφαρμογή της πολιτικής  που της υπαγορεύει η τρόικα, της πολιτικής που δεν υπολογίζει, που απαξιώνει, που αγνοεί ανθρώπους, θεσμούς, αξίες, στο όνομα του "όλοι φταίτε", "άχρηστοι", "διεφθαρμένοι", "θα σας δείξω εγώ", "κακό κράτος", "δημόσιο=κακό". Κι έτσι άφησε να διαρρεύσει στην αρχή (ώστε να προετοιμάζει το έδαφος) και δημοσιοποίησε στη συνέχεια τη λίστα με 17 οργανισμούς (κάποιους απίθανους, αλήθεια ποιοί ... τους έφτιαξαν;) ανάμεσά τους όμως και το ΕΚΕΒΙ (είπαμε, η διάλυσή του έργο ζωής για τον κ. Τζαβάρα) και 46 βιβλιοθήκες οι οποίες, λέει, συγχωνεύονται. Τι εννοεί εδώ ο αρμόδιος Διοικητικής Μεταρρύθμισης (που θα ... παραιτούνταν αν επέμενε η όποια τρόικα να γίνουν απολύσεις στο δημόσιο), συγχωνεύονται μεταξύ τους (δηλαδή η Κέρκυρας με την Ανδρίτσαινας και με της Χίου;) ή πώς τέλος πάντων; Μου θυμίζει τη λύση που πήγαν να εφαρμόσουν σε κάποια ΤΕΙ προ μηνών, η πάνσοφη Αθηνά βάζει παντού το χέρι της λοιπόν!

Εδώ δεν θα σταθώ άλλο στο ίδιο το πρόβλημα τώρα (χωρίς σε καμία περίπτωση να το υποτιμώ βέβαια), αν τελικά η Βιβλιοθήκη της Ανδρίτσαινας σωθεί ή όχι όπως διαβεβαίωσε ο κ. Τζαβάρας, αν και πόσο χρήσιμες είναι οι δημόσιες βιβλιοθήκες, αν και τι έργο προσφέρουν ή έχουν μέχρι τώρα προσφέρει κτλ κτλ. Ευτυχώς, έχουν αρχίσει ν΄ακούγονται φωνές, και για την Ανδρίτσαινα και για την Κοραή της Χίου και για την Κέρκυρας και για τη Λιβαδειάς και για τη Ναυπάκτου και για τη Λαμίας και για τη Μυτιλήνης κ.ά. Και είναι παρήγορο αυτό.

Έχω όμως ένα προβληματισμό γενικότερο. Στ' αλήθεια τις αγαπάμε τις βιβλιοθήκες; Στ' αλήθεια, νιώθουμε να τις χρειαζόμαστε τις δημόσιες (και τις δημοτικές) βιβλιοθήκες; Εμείς οι πολίτες, οι κάτοικοι της πόλης, της γειτονιάς που έχει βιβλιοθήκη, ξέρουμε τι κάνει αυτή η βιβλιοθήκη; Την έχουμε ποτέ επισκεφθεί; Έχουμε νιώσει ντην ανάγκη να το κάνουμε; Αλλά κι έχουμε βρει μπροστά μας κάποια ανακοίνωση, κάποια αφίσα της βιβλιοθήκης;

Κι αν είμαστε γονείς, έχουμε πάει τα παιδιά μας στη βιβλιοθήκη της γειτονιάς; 
Κι αν είμαστε δάσκαλοι, έχουμε πάει τους μαθητές μας στη βιβλιοθήκη της γειτονιάς;

Μα κι αν είμαστε γονείς, μας έχουν δει τα παιδιά μας να διαβάζουμε; Κι έχουμε διαβάσει παραμύθια στα παιδιά μας σήμερα για να διαβάσουν μόνα τους αύριο;
Κι αν είμαστε δάσκαλοι, έχουμε συστήσει στους μαθητές μας βιβλία για διάβασμα κι έχουμε παρακολουθήσει την πορεία της ανάγνωσης και τους έχουμε ζητήσει να γράψουν έκθεση κι έχουμε συζητήσει για βιβλία και τα έχουμε βάλει να ψάξουν σε βιβλιοθήκες (και στη βιβλιοθήκη του σχολείου, όχι στο Ιντερνετ) για ένα θέμα;

Κι αν είμαστε βιβλιοθηκονόμοι, διαφημίζουμε τη βιβλιοθήκη μας; Έχουμε αναγνωστική πολιτική (επί της ουσίας, όχι ... πανηγυριώτικη); Δημιουργούμε λέσχες ανάγνωσης με σχέδιο, προγραμματισμό, ποιότητα; Μελετάμε την κοινότητά μας και ανάλογα λειτουργούμε;

Δεν έβαλα τα ερωτήματα για ... εξυπνάδα, ούτε γιατί έχω αρνητική απάντηση. Αντίθετα, επειδή ξέρω (ή πιστεύω έστω) ότι στα παραπάνω ερωτήματα υπάρχουν σε μεγάλο ποσοστό θετικές απαντήσεις, αυτό που χρειάζεται είναι μια εγρήγορση, μια κινητοποίηση και μια διεκδίκηση, προς την πολιτεία, προς τους συλλογικούς /θεσμικούς φορείς που δεν καταλαβαίνουν και προς όσους από τις παραπάνω κατηγορίες δεν αντιστοιχεί το θετικό πρόσημο της απάντησης. 
Η διεκδίκηση είναι να σώσουμε τις βιβλιοθήκες μας γιατί τις αγαπάμε και γιατί τις χρειαζόμαστε.

Έτσι, ξεκινώντας από την παρότρυνση της δυναμικής Κατερίνας Κεράστα με το θαυμάσιο λογότυπο "Αγαπώ τη βιβλιοθήκη μου", προτείνω να πάμε ακόμη παραπέρα. Γιατί, ακόμη και αν δεν... "συγχωνευθεί" τελικά η Βιβλιοθήκη της Ανδρίτσαινας ή της Κέρκυρας ή της Χίου, το πρόβλημα εξακολουθεί να υπάρχει. Και για εκείνους που σκέφθηκαν την όποια λύση μόνο με οικονομίστικα ή δεν ξέρω τι άλλα κριτήρια, αλλά και για εμάς που δεν απαντάμε ναι στα παραπάνω ερωτήματα.


Και αντί να προτείνω εδώ, τώρα και μόνη μου τρόπους ενεργοποίησης, σκέφτηκα να παραθέσω μερικές περιπτώσεις αντίστοιχων δράσεων σε άλλες χώρες. Ας τις περιδιαβούμε κι ας πάρουμε ιδέες, δεν είναι κακό.

Στη Μεγάλη Βρετανία οι περικοπές στους προϋπολογισμούς των βιβλιοθηκών έχουν γίνει κανόνας. Ταυτόχρονα όμως, έχει αναπτυχθεί πλατύ κίνημα υποστήριξης των βιβλιοθηκών, όχι μόνο από τους ίδιους τους βιβλιοθηκονόμους, αλλά και από τους πολίτες που χρησιμοποιούν τις βιβλιοθήκες και νοιάζονται για την ύπαρξή τους.


Εδώ και δυο χρόνια υπάρχει η καμπάνια "Save our libraries" που πέραν του γενικού αιτήματος, εξειδικεύεται και σε κάθε βιβλιοθήκη χωριστά, δίνοντας τη δυνατότητα της ενεργοποίησης και της κινητοποίησης των κατοίκων κάθε περιοχής. Συχνές αναφορές βρίσκονται στην εφημερίδα Guardian. Για παράδειγμα, μια ενδιαφέρουσα αναδρομή στον ένα χρόνο της καμπάνιας αυτής δίνεται σε άρθρο της  του 2012.



Ενδιαφέρον έχει και η συλλογικότητα "Voices for the Library" η οποία δίνει βήμαγια προβλή ζητημάτων σχετικών με τις δημόσιες βιβλιοθήκες.






Εξίσου ενδιαφέρον παρουσιάζει η συλλογικότητα "The Library Campaign", η οποία έχει σκοπό την υποστήριξη των βιβλιοθηκών μέσω δράσεων από φίλους και ομάδες χρηστών.



Αντίστοιχες καμπάνιες υπάρχουν και σε άλλες χώρες, όπως η καμπάνια "Σώστε τις βιβλιοθήκες" στις ΗΠΑ και η καμπάνια για τις βιβλιοθήκες και τα αρχεία στον Καναδά.










Να σημειώσω επίσης ότι στο πλαίσιο του κινήματος Occupy στη Νέα Υόρκη και σε άλλες πόλεις δημιουργήθηκαν βιβλιοθήκες (The People's Library) με σκοπό και λειτουργία ανάλογα με τις "κανονικές" βιβλιοθήκες (τελικά οι λέξεις κανονικός και κανονικότητα πάει να μας στοιχειώσει...).

Πηγή της φωτογραφίας: http://socialistworker.org/2013/04/17/justice-for-the-peoples-library
Να σημειώσουμε μάλιστα ότι εθελοντές του κινήματος Occupy στο Λονδίνο το περασμένο φθινόπωρο πήραν την πρωτοβουλία να λειτουργήσουν τη δημοτική βιβλιοθήκη του Camden μαζί με κατοίκους της περιοχής, όταν ο δήμος την έκλεισε εξαιτίας οικονομικών προβλημάτων. Αξίζει να δει κανείς φωτογραφίες από τη λειτουργία της στο διάστημα μέχρι την τελική επίλυση του προβλήματος.


Κάτοικοι του Camden μαζί με τους ακτιβιστές του Occupy London έσωσαν τη Βιβλιοθήκη του Friern Barnet (Πηγή)


*** Όσο για την Εθνική Βιβλιοθήκη, διάβασα το σημερινό άρθρο του Σταύρου Ζουμπουλάκη στην Καθημερινή κι εύχομαι πραγματικά να βρει την άκρη. Διαβάζοντας την αναφορά του στο Ροϊδη, θυμήθηκα τι είχα γράψει το Φεβρουάριο εδώ.

Τρίτη 28 Μαΐου 2013

"Το επόμενο βήμα του Γουτεμβέργιου" της Χριστίνας Μπάνου: μια εξαιρετική αποτύπωση της εκδοτικής κατάστασης στην Ελλάδα διαχρονικά και στην εποχή της κρίσης


Πολύς λόγος γίνεται για το βιβλίο, μόλις που τελείωσε η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου στη Θεσσαλονίκη και μόλις που ανακοινώνεται το κλείσιμο οργανισμών και μαζί μ' αυτούς και του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου, γιατί κατά τον αρμόδιο υπουργό δεν φαίνεται να έχει λόγο ύπαρξης (τον είπαν και υπουργό της καταστροφής).

Σήμερα ακούσαμε για 46 δημόσιες βιβλιοθήκες που θα συγχωνευθούν (για να δοθεί ευκαιρία, λέω εγώ και όχι μόνο εγώ, να απολυθούν εργαζόμενοι), προ καιρού έκλεισε το ιστορικό βιβλιοπωλείο της Εστίας, ακούμε κατά καιρούς για εκδοτικούς οίκους και για βιβλιοπωλεία που δεν πάνε καλά, κάποια ιστολόγια πήραν πρωτοβουλία και διεκδίκησαν μείωση της τιμής του βιβλίου, οι βιβλιοθήκες δυσκολεύονται ή δεν αγοράζουν καθόλου νέα βιβλία, για σχολικές βιβλιοθήκες ούτε λόγος, οι ακαδημαϊκές στενάζουν, πολιτική καλλιέργειας της αγάπης στο βιβλίο και στην ανάγνωση δεν υπάρχει, πολιτική βιβλίου γενικότερα δεν υπάρχει. Ποικίλα τα προβλήματα, λοιπόν, στο χώρο του βιβλίου.

Στο βιβλίο της  "Το επόμενο βήμα του Γουτεμβέργιου: Οι εκδοτικοί οίκοι στην Ελλάδα στις αρχές του 21ου αιώνα" (εκδόσεις Παπαζήση 2012), η Χριστίνα Μπάνου αποπειράται και επιτυγχάνει να καλύψει, να αποκαλύψει, να περιγράψει και να ερμηνεύσει το χώρο του βιβλίου, κυρίως από την πλευρά των εκδοτών, δίνοντας στους αναγνώστες πολύτιμες πληροφορίες και στοιχεία.

Το θέμα του βιβλίου ανήκει στα επιστημονικά και ερευνητικά ενδιαφέροντα της συγγραφέως (είναι επίκουρος καθηγήτρια στο Τμήμα Αρχειονομίας - Βιβλιοθηκονομίας του Ιόνιου Πανεπιστημίου), ενώ η παρούσα έκδοση μπορεί να θεωρηθεί ως συνέχεια του προηγούμενου βιβλίου της "Διαχρονικά γνωρίσματα της εκδοτικής βιομηχανίας στον δυτικό πολιτισμό" (Κότινος 2008), το οποίο ασχολείται με τη διαμόρφωση και τα γνωρίσματα της εκδοτικής βιομηχανίας από τον Άλδο Μανούτιο και τον Le Breton μέχρι σήμερα, όπως χαρακτηριστικά γράφει η ίδια.


Το παρόν βιβλίο ασχολείται με την κατάσταση της εκδοτικής βιομηχανίας στην Ελλάδα, κυρίως τα τελευταία χρόνια. Ξεκινά με σύντομη καταγραφή της αντίστοιχης εικόνας διεθνώς, γύρω από το εκδοτικό σκηνικό και τις σχέσεις ανάμεσα στους μεγάλους και τους μικρούς εκδοτικούς οίκους (κυριαρχία, εξάρτηση, εξαγορές, συγχωνεύσεις, αλυσίδες, πολιτική προώθησης, ευπώλητα κτλ.), βιβλιοπαραγωγή, βιβλιοπωλεία, νέες τεχνολογίες, επίδραση της οικονομικής ύφεσης.

Όλα τα παραπάνω ζητήματα μεταφέρονται και στη συζήτηση για τα γνωρίσματα της ελληνικής εκδοτικής βιομηχανίας. Τα στοιχεία που δίνει η συγγραφέας είναι πολλά, βασίζονται σε έρευνες που έχει κάνει η ίδια στο πλαίσιο των διδακτικών και ερευνητικών της δραστηριοτήτων, αλλά και σε αναφορές από πληθώρα ελλήνων και ξένων ειδικών. Εξάλλου, είναι εντυπωσιακά πολλές οι αναφορές σε δημοσιεύματα ελληνικών εφημερίδων για τα θέματα αυτά (πράγμα που μαρτυρεί τη συνεπή παρακολούθηση του τύπου πέραν της επιστημονικής βιβλιογραφίας), ενώ πρέπει να επισημάνω και τον  τρόπο με τον οποίο αξιοποιούνται οι αναφορές αυτές, δίνοντας το λόγο σε εκδότες, συγγραφείς ή δημοσιογράφους να μιλούν, στο κατάλληλο σημείο, επανειλημμένα και εναλλακτικά, για τα διάφορα και πολλά ζητήματα με τα οποία καταπιάνεται.

Σημαντικό συστατικό της εργασίας είναι ότι για κάθε ζήτημα, πέραν της αναλυτικής παρουσίασης των στοιχείων μέσα στο κείμενο (όπου βρήκα πολύ ενδιαφέρουσα την παράθεση κάθε φορά των κριτηρίων ή των παραγόντων επίδρασης, στοιχεία που δίνουν τροφή για περαιτέρω ανάλυση και διερεύνηση), στη συνέχεια ανακεφαλαιώνει εκθέτοντας συνοπτικά τα προηγουμένως λεχθέντα, ενώ επίσης πολύ συχνά χρησιμοποιεί πίνακες για την παρουσίαση κριτηρίων, εναλλακτικών περιπτώσεων, δυνατών και αδύνατων σημείων κατά περίπτωση κτλ.
Στον παραπάνω πίνακα αναλύονται τα κριτήρια με βάση τα οποία οι έλληνες εκδότες επιλέγουν κείμενα για έκδοση

Είναι δύσκολο να αναφερθώ διεξοδικά στα περιεχόμενα του βιβλίου, μπορώ όμως να επισημάνω μερικά σημεία. Κατ' αρχήν, όσον αφορά τα περιεχόμενα συνολικά, το βιβλίο ασχολείται με ζητήματα που διαμορφώνουν την ταυτότητα των εκδοτικών οίκων στην Ελλάδα τις αρχές του 21ου αιώνα, όπως: βιβλιοπαραγωγή, αριθμός και οργάνωση των εκδοτικών οίκων, γνωρίσματα μικρών, μεσαίων και μεγάλων, διαφορές, ρόλος του εκδότη και του επιμελητή, κριτήρια επιλογής κειμένων για έκδοση, μηχανισμοί παραγωγής και ανάδειξη βιβλίων-επιτυχιών ("ευπώλητων"), τιμή βιβλίου, νέες τεχνολογίες, αναγνωστική συμπεριφορά, ρόλος του κράτους, αισθητική ταυτότητα εκδοτικού οίκου, προώθηση και διαφήμιση, πανεπιστημιακά συγγράμματα, επίδραση της οικονομικής κρίσης. Για να φτάσει στο σήμερα, κάνει μια αναδρομή, από τα τέλη του 19ου αιώνα, στους σταθμούς της εκδοτικής παραγωγής με τα χαρακτηριστικά της κάθε περιόδου: πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, οικονομική κρίση της δεκαετίας του '30 (πολύ χρήσιμη η συσχέτιση με την σημερινή κρίση ως προς τις δυνατότητες ερμηνείας αντίστοιχων ζητημάτων), δικτατορία του Μεταξά, Κατοχή, δεκαετίες 1950 και 1960, δικτατορία, πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, δεκαετία 1980 μέχρι σήμερα.

Πώς είναι η βιβλιοπαραγωγή στην Ελλάδα τα τελευταία 15 χρόνια και ποια μεταβολή παρατηρείται στα χρόνια της κρίσης; Τι προβλήματα αντιμετωπίζουν οι εκδοτικοί οίκοι, στην πλειονότητά τους οικογενειακές επιχειρήσεις, τι απόψεις εκφράζουν γύρω από τα κριτήρια επιλογής, το οικονομικό όφελος, την παραγωγή μεγάλου ή μικρού αριθμού τίτλων ετησίως, τα "ευπώλητα" (best-sellers) και τα μακράς πνοής (long-sellers), τη νέα τεχνολογία, την αισθητική, τις μεταφράσεις, τις σχέσεις με τους συγγραφείς, την τιμή του βιβλίου. Πώς εντοπίζεται και πώς αντιμετωπίζεται το αναγνωστικό κοινό και τι σημαίνει ο όρος "δημιουργία και επινόηση του κοινού"; Τι γίνεται με τα βιβλιοπωλεία, τις αλυσίδες και τα παραδοσιακά; Τι γίνεται με τις βιβλιοθήκες, αν και πώς στηρίζουν τους εκδοτικούς οίκους και ασκούν αναγνωστική πολιτική; (Δεν έχουν κατορθώσει να διαδραματίζουν τέτοιο ρόλο στην Ελλάδα οι βιβλιοθήκες, αλλά ούτε και οι λέσχες ανάγνωσης, υποστηρίζει η συγγραφέας, και συμφωνώ μαζί της, όμως αν αυτό δεν γινόταν τα προηγούμενα χρόνια, πολύ περισσότερο τώρα που δεν υπάρχει μέριμνα και πολιτική, κατ' αρχήν από το κράτος).

Ποιος είναι ο αντίκτυπος της οικονομικής κρίσης; Αναφέρονται προβλήματα ρευστότητας, μείωση παραγωγής, πτωχεύσεις, επαναπροσδιορισμός πολιτικών, μείωση προσωπικού (υπάρχουν εκδότες που τυπώνουν στο εξωτερικό, ενώ συχνά προτιμάται η διεκπεραίωση κάποιων εργασιών με εξωτερικούς συνεργάτες).

Η εκδοτική βιομηχανία είναι "υψηλού ρίσκου", αλλά και "υψηλού επιπέδου", ασχολούμενη με ένα "ιδιαίτερο" και "εύθραυστο" προϊόν, όπως είναι το βιβλίο. Έτσι, και όποιος ασχολείται με τα ζητήματα αυτά, χρειάζεται να τα προσεγγίσει με γνώση, με ιδιαίτερο σεβασμό και ευαισθησία. Νομίζω αυτό κάνει η Χριστίνα Μπάνου. Εγώ, πέραν των χρήσιμων στοιχείων που πήρα, πέραν της αναγνωστικής απόλαυσης που πραγματικά εισέπραξα διαβάζοντας το βιβλίο, σημείωσα και πολλές αναφορές που θα αναζητήσω για ανάγνωση (εκτός βέβαια από το πολύ καλό βιβλίο του Λουκά Αξελού που ήδη έχω κι έχω διαβάσει "Εκδοτική δραστηριότητα και κίνηση των ιδεών στην Ελλάδα", Στοχαστής, 2008). Νιώθω επίσης την ανάγκη να διαβάσω ένα βιβλίο που έχω στη βιβλιοθήκη μου αλλά δεν το έχω ακόμη διαβάσει και στο οποίο αναφέρεται συχνά: "Οι μέλισσες και η σφήκα" του François Maspero (Σοκόλη 2005).

Αξίζει επίσης να αναφέρω ότι αναφέρεται συχνά στη συμβολή του ΕΚΕΒΙ στην καλλιέργεια και προώθηση του βιβλίου και της αναγνωστικής πολιτικής, ενώ σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιεί στοιχεία από έρευνές του για να στηρίξει και να ερμηνεύσει τις δικές της τοποθετήσεις. Αναφέρεται επίσης σε σχετικές έρευνες της Μονάδας Διασφάλισης Ποιότητας Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών.

Αναμφισβήτητα το βιβλίο μπορεί να διαβαστεί από οποιονδήποτε ενδιαφέρεται να δει πώς συγκροτείται και πώς λειτουργεί ο εκδοτικός χώρος στην Ελλάδα. Παράλληλα όμως, με τον πλούτο των ζητημάτων που ανοίγει, μπορεί να λειτουργήσει ως ένας οδηγός ερευνητικών εργασιών γύρω από τα θέματα του βιβλίου, της ανάγνωσης, της συγγραφής, των βιβλιοθηκών, του πολιτισμού κτλ. Και μία πρόταση. Το βιβλίο ασχολείται κυρίως με εκδοτικούς οίκους - ιδιωτικές επιχειρήσεις, κάνει μικρή αναφορά σε οργανισμούς, θα είχε ενδιαφέρον η αντίστοιχη λεπτομερής αποτύπωση. Θα ... περιμένουμε.

Και τελικά, ποιο θα είναι το επόμενο βήμα του Γουτεμβέργιου; Η συγγραφέας, αφού συνδέει την εκδοτική βιομηχανία με την παγκοσμιοποίηση και την οικονομική κρίση, κάνει προβλέψεις, μιλά για την αναγκαία αυτο-κριτική του κλάδου και κάνει λόγο για το άμεσο στοίχημα που είναι "η οικονομικότερη μορφή και η χαμηλότερη τιμή του βιβλίου, καθώς και οι απ' ευθείας πωλήσεις". Και αναφερόμενη στη λέξη "επανάσταση" σχετικά με το βιβλίο, τη θεωρεί πως έχει πάντα νόημα, τη συνδέει με την επανάσταση της πληροφόρησης, συνδέει το βιβλίο και τις βιβλιοθήκες με τη μνήμη, τη δική μας την προσωπική και τη μνήμη της ανθρωπότητας και καταλήγει, χρησιμοποιώντας και φράση του Μπόρχες :

Συνεπώς, το επόμενο βήμα του Γουτεμβέργιου - ούτως ή άλλως σημαντικό και κατ' αρχήν κάπως μετέωρο σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον - όπως το προσδιορίζει η διαδοχή των επαναστάσεων, δεν μπορεί παρά να είναι ένα βήμα κατάφασης στις βεβαιότητες του εντύπου, που θα οδηγήσει στη "φιλική βαρύτητα του βιβλίου", γιατί το "βιβλίο αποτελεί μια από τις δυνατότητες ευτυχίας που έχουμε εμείς οι άνθρωποι".


Στο συλλογικό έργο "Ιστορία της ανάγνωσης στον Δυτικό κόσμο" (Μεταίχμιο 2008) με κείμενα ειδικών στην ανάγνωση επιστημόνων, η Χριστίνα Μπάνου έχει κάνει την επιμέλεια