Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2017

Ανδρέας Γεωργιάδης ο Κρής: ο ... "παρ' ολίγον μοντέρνος" Χανιώτης ζωγράφος



Στην αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου "Χρυσόστομος" στα Χανιά, βρίσκονται σε μόνιμη έκθεση πίνακες του Χανιώτη ζωγράφου Ανδρέα Γεωργιάδη (1892-1981, ο ίδιος ήθελε να ονομάζεται Ανδρέας Γεωργιάδης ο Κρης).

Από την έκθεση ξεχώρισα τέσσερα πορτραίτα ανδρών που απεικονίζουν τέσσερις διαφορετικές ιδιότητες: έναν μηχανικό, έναν νομικό, έναν ποιητή και έναν πολίτη του κόσμου. Μου κίνησαν την περιέργεια κυρίως τα δύο πρώτα, γιατί δείχνουν την αντίληψη του καλλιτέχνη, αλλά όχι μόνο θα έλεγα, για την εμφάνιση των εκπροσώπων των δύο αυτών επαγγελματικών κατηγοριών. Με απλή σπορ εμφάνιση ο μηχανικός (αφήνει μάλιστα να φανεί και το λευκό φανελάκι του), με κοστούμι, γιλέκο και γραβάτα ο νομικός. Δύο κόσμοι; Άλλοι κόσμοι... Και τώρα; 

Πορτραίτο μηχανικού (λάδι σε μουσαμά, 1946)

Πορτραίτο νομικού (λάδι σε μουσαμά 1947)

Ο ποιητής (λάδι σε μουσαμά, 1954)

Πολίτης του κόσμου (λάδι σε μουσαμά, 1966)


Βέβαια, στο έργο του Γεωργιάδη συνολικά, πέρα από τα πολύ περισσότερα πορτραίτα, μπορεί κανείς να βρει και άλλα χαρακτηριστικά, όπως τη μεγάλη επίδραση από τους Γκρέκο και Ρούμπενς που φαίνεται και με τη δημιουργία έργων αντιγράφων των καλλιτεχνών της Αναγέννησης. Ενδιαφέροντα στοιχεία για τον ζωγράφο και το έργο του δίνονται στη σελίδα της Δημοτικής Πινακοθήκης Χανίων από τους Αντώνη Πετρουλάκη, ζωγράφο και Κωνσταντίνο Πρώιμο, κριτικό τέχνης, στο πλαίσιο της έκθεσης που είχε διοργανωθεί στα Χανιά το 2007 με τίτλο: "Ανδρέας Γεωργιάδης ο Κρης : Το πολύπτυχο της μνήμης". 

Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου τον είχε χαρακτηρίσει ως έναν "παρ' ολίγον μοντέρνο" και οι ειδήμονες μπορούν να το ερμηνεύσουν. Όπως γράφει ο Αντώνης Πετρουλάκης παραπάνω:

...[η επίδραση Γκρέκο και Ρούμπενς] είναι ένα παράδοξο της ζωγραφικής του Γεωργιάδη το οποίο έχει επισημανθεί από τους περισσότερους και επιφανέστερους μελετητές του, τον Ζαχαρία Παπαντωνίου, την Αγγέλα Ταμβάκη, τον Στέλιο Λυδάκη, τον Μιχάλη Δουλγερίδη και άλλους, το γεγονός ότι ο ζωγράφος ο οποίος ζει την κατακλυσμιαία επιβολή της μοντέρνας τέχνης στη γενιάς του 30, ζωγραφίζει με κύριες πηγές έμπνευσης τον μανιερισμό και το μπαρόκ...

Πληροφορίες για τον Γεωργιάδη μπορούν επίσης να αντληθούν, ενδεικτικά, από την ανάρτηση "Ανδρέας Γεωργιάδης ο Κρης …1892 - 11 Αυγούστου 1981", από ιστολόγιο με πληροφορίες ειδικά για το ζωγράφο, καθώς και από τη Βικιπαίδεια. Επίσης, από το βιβλίο "Ανδρέας Γεωργιάδης ο Κρής: 1892-1981" του Στέλιου Λυδάκη, έκδοση Φιλολογικού. Συλλόγου Χανίων Ο Χρυσόστομος, Χανιά, 1999.


Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2017

Ο Κατάδεσμος, του Θωμά Κοροβίνη




Κατάδεσμος είναι τα μαγικά, τα ξόρκια που ένας άνθρωπος απευθύνει σε κάποιον άλλο για να του κάνει κακό. Στα λεξικά διαβάζουμε ότι είναι η μαγική πράξη που πιστεύεται ότι προκαλεί εμπόδιο ή βλάβη σε κάποιον ή ότι τον αναγκάζει να κάνει κάτι (Λεξικό Μπαμπινιώτη), ότι είναι η μαγική ενέργεια που έχει ως σκοπό να βλάψει κάποιον ή να αποτρέψει κάποιο κακό (Λεξικό Τριανταφυλλίδη). Είναι δηλαδή τα μάγια με τα οποία κανείς δένει κάποιον άλλο, όχι βέβαια για καλό (τον έδεσε με τα μάγια της, λένε...).

Στο τελευταίο βιβλίο του Θωμά Κοροβίνη "Κατάδεσμος" (Άγρα, 2016), μια γυναίκα απευθύνει έναν χειμαρρώδη μονόλογο στον άντρα της και του αποδίδει όλα τα κακά του κόσμου. Όχι βέβαια πως ήταν καλύτερη κι αυτή, όμως ... "καλύτερα πουτάνα παρά πουριτάνα", ήταν και ... αριστερή (λέμε τώρα) κι έτσι δικαιολογούσε όλες τις δικές της πράξεις.

Ζηνοβία τ' όνομά της. Αναρωτιέμαι αν τυχαία έδωσε το όνομα αυτό στην ηρωίδα του ο Κοροβίνης. Αλλά μάλλον θέλει να δηλώσει αντιστοιχίες με τη δυναμική, μα καθόλου "φρόνιμη" βασίλισσα της Παλμύρας Ζηνοβία.

Πολύ ευχάριστος αλλά και χαρακτηριστικός ο διάλογος ανάμεσα στον Χαμουραμπί, τον παλιάνθρωπο, τον δημόσιο κίνδυνο, τον μπατιρόσπορο, τον χασοβράκη, τον φαρισαίο (και με χίλιους δυο ακόμη τολμηρούς για τον ... "πουριτανισμό" μου χαρακτηρισμούς, αλλά ομολογουμένως έξυπνους στο λόγο και στην επινόηση), στον σύζυγο καλέ, που κάνει και τον κουλτουριάρη και στη Ζηνοβία, τη σύζυγο, που δεν είναι σαν "κάτι ανεπρόκοπες και κάτι χαρχάλες", αλλά είναι γυναίκα με τα ούλα της, "θεωρητικιά, ευγενής, κοινωνική, φωνάρα και ... [μπιπ]":

-Να καλέ, σε πήρα ένα δώρο, έργο τέχνης! – Τί τέχνης; - Καλέ έναν Βιετκόγκ, τί να σε ψώνιζα! – Τί; Βιετκόγκ; - Για πάρτη σου έφαγα τον κόσμο να σου βρω κάτι καλό. Και μ’ έστειλε ένας φίλος μου στο Καπάνι, σ’ ένα ψιλικατζίδικο, απ’ αυτά που πουλάνε κατσαρολικά και λεκάνες και ανθοδέσμες πλαστικές μαζί με έργα τέχνης. – Μάλιστα! – Παρακαλώ, λέω, με δίνετε έναν Βιετκόγκ! – Ορίστε, με λέει, και μου κοτσάρει έναν Βιετκόγκ με το κομμένο αυτί, που είναι τραυματισμένος, με το μούσι. – Όχι, τον λέω, όχι αυτόν με το κομμένο αυτί, με είχε ορμηνέψει από πριν το φιλαράκι μου, δε θέλω αυτόν, θέλω τον άλλο τον Βιετκόγκ, εκείνον με την πίπα. Τον πλήρωσα μια πενηντάρα. Και ιδού!

Κόπρε, κόπρε, κόπρε! Άσχετε και αδιόρθωτε! Όλα ίδια τά ‘χεις εσύ! Τι Βαν Γκόγκ, τι Βιετκόγκ, τι Κινγκ Κόνγκ!

"Θέλω τον άλλο τον Βιετκόγκ, εκείνον με την πίπα..." (Πηγή εικόνας)

Τον ήξερε τον Βαν Γκογκ λοιπόν η Ζηνοβία. Του δημοτικού ήταν, μάλλον δευτέρα γυμνασίου στα μισά τα παράτησε...

Έλα όμως που μ’ έκοψε το ξερό μου και αξιοποίησα τα λίγα μου κολυβογράμματα και το ΄ριξα στην ανάγνωση, και στη μελέτη, οτιδήποτε σε σύγγραμμα και εφημερίδα πέσει στα χέρια μου, ακόμη και αθλητικές, και κατινίστικες, και περιοδικά κομμωτηρίου, έντυπα έστω γάμα διαλογής, χώρια το τί τσιμπάω από δανειστικές βιβλιοθήκες, και χώρια από γειτόνισσες ημιεγγράμματες και κάθε δεκαπέντε μέρες ενημέρωση στου «Ραγιά» το βιβλιοπωλείο, όπου ξόδευα πάντοτε σεβαστό ποσό απ’ τον ταπεινό μου κορβανά. Έτσι με βλέπεις και χρησιμοποιώ αραιά και πού φράσεις μεγάλων συγγραφέων, όχι για επίδειξη, αλλά να, απλά όπως μιλάω, και βέβαια παροιμίες του ελληνικού λαού. Μαζί με μπόλικα μπινελίκια που ρίχνω...

Κι ενώ προχωρούσα την ανάγνωση, όλο και περισσότερα στοιχεία έβρισκα για να αιτιολογήσω το όνομα της ηρωίδας, τελικά την πήρα την απάντηση από τον συγγραφέα μέσω των ηρώων του. Λίγο πριν το τέλος του κατάδεσμου, ο σύζυγος συγκρίνει τη Ζένια, τη Ζενούλα του με τη Ζηνοβία της Φλαμύρας και τη βγάζει βέβαια ... καλύτερη (ας μην μεταφέρω τον ακριβή χαρακτηρισμό εδώ!),

«γαμώ τη μαύρη μου τη μοίρα, είδα, λέει το άγαλμά της σε φωτογραφία και ήταν κούκλα η αρχαία βασίλισσα με τα πολλά τα μενταγιόν, μα εσύ την τρως λάχανο, μουράκλα μου...»

"Κούκλα η αρχαία βασίλισσα"
(εδώ, η Ζηνοβία ατενίζει για τελευταία φορά την Παλμύρα στον πίνακα του Herbert Schmalz - Πηγή εικόνας)

Δεν τον καταριέται ακριβώς τον άντρα της η Ζηνοβία, γι’ αυτό και τον κατάδεσμο για να του σούρνει «όσα δε σέρνει η σκούπα» και θα συνεχίσω να το κάνω, λέει, «για να ξεφορτωθώ από πάνω μου αυτό το άχθος, ώ, άχθος αρούρης εσύ, το σαμάρι που μου φόρτωσες...». *

Εντέλει, αυτό που απολαμβάνει κανείς σ’ αυτό το βιβλίο είναι ο χειμαρρώδης λόγος, οι ευρηματικοί χαρακτηρισμοί, οι έξυπνες μεταφορές, η εκπληκτική ικανότητα του Κοροβίνη για έναν συνεχή, ασταμάτητο, ασθμαίνοντα, τολμηρό, σαρκαστικό, θυμωμένο (;) λόγο, γεμάτο αναφορές και νύξεις σε στιγμές της ιστορίας και σε κακοδαιμονίες της κοινωνίας μας. Προσωπικά, μερικές φορές ένιωθα να "μπούκωνα" από τον τόσο τολμηρό του λόγο (και  ... μην βιαστείτε να με πείτε πουριτάνα, πολύ τολμηρός σας λέω), αλλά ήταν σαν νάθελε, μέσα από αυτή την υπερβολή του λόγου του, να θίξει καταστάσεις που υπάρχουν. 

-------------------------------------------------------------------------------------------------------------



* Ενδιαφέρουσα η αναφορά της φράσης "΄άχθος αρούρης" που θα πει ο τεμπέλης, ο άχρηστος, ο χαραμοφάης (στην κυριολεξία είναι το βάρος, το φορτίο της γης, από τα άχθος - βάρος - και άρουρα - γη, χώμα), θυμίζοντάς μου τον πολύ καλό μου φίλο, συνάδελφο και συναγωνιστή Μίμη Σαραντάκο (εδώ σχετικά για τον "Άχθο Αρούρη" του από τον γιο του Νίκο, καθώς και δημοσίευση σε συνέχειες εδώ).

Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2017

Επιφυλάσσομαι ελπίζοντας ή μια ζωή θα ψειρίζω τη μαϊμού;


Πριν από δυό χρόνια, παραμονές των εκλογών Γενάρη του 2015, παρέθετα σε ανάρτηση με τίτλο "Στο δρόμο της ελπίδας και της αξιοπρέπειας, στο δρόμο της Αριστεράς!" λίγα αποσπάσματα από το βιβλίο των σοφών Γάλλων γεράκων (ας μου επιτραπεί αυτός ο τρυφερός χαρακτηρισμός γιατί έχω μεγάλη εκτίμηση στο πνεύμα και των δύο) Στεφάν Εσσέλ (1917-2013) και Εντγκάρ Μορέν (1921- ) "Ο δρόμος της ελπίδας". 

Οι έννοιες που ξεχωρίζουν στο μικρό αυτό βιβλίο-μανιφέστο είναι ελπίδα, αξιοπρέπεια, αγάπη, συμπόνοια, αλληλεγγύη, κατανόηση, ελευθερία, γνώση, αισθητική, παιδεία.

Αναφέρθηκα σ' αυτό τότε γιατί ένιωθα ότι σε λίγες σελίδες συμπυκνώνονται με απλό τρόπο οι έννοιες και οι ιδέες που (πρέπει να) υπηρετεί η Αριστερά. Και σε αυτές τις ιδέες στηρίξαμε τις ελπίδες μας όσοι ψηφίσαμε τον Σύριζα (και τότε) και σε αυτές τις ιδέες - θέλω να πιστεύω - στηρίζεται η αριστερή Κυβέρνηση του Σύριζα (παρά τις ... παρασπονδίες καμιά φορά).

Σήμερα, δυο χρόνια μετά, ο απολογισμός. Πολύ μελάνι, πολλή πόλωση, πολύς ο χωρισμός και το μίσος, καμιά ανοχή, ενώ, δυστυχώς, υπάρχουν πολλά ακόμη προβλήματα, πολλές ακόμη δυσκολίες, πολλές αδυναμίες, πολλά τα μέτωπα, και υπάρχουν βέβαια επιφυλάξεις, προβληματισμοί, διάφορες απόψεις. Αλλά έτσι είναι η δημοκρατία. Η ελευθερία να έχεις τις απόψεις σου και να μπορείς να τις λες δημόσια και ανοιχτά (σε ορισμένο πλαίσιο βέβαια, όμως μεγάλη κουβέντα αυτή), να μπορείς να διαφωνείς και οι άλλοι να σε ακούνε. Είναι μόνο αυτό όμως; Και το ψέμα, η έπαρση, η άγνοια, η αμορφωσιά (όχι αυτών που δεν έβγαλαν πανεπιστήμια αλλά αυτών που, όπως έλεγε ο πατέρας μου, δεν έχουν "κοινωνική μόρφωση", έννοια που ακόμη αναζητώ να ορίσω...), ο ξερολισμός όσων αρέσκονται να μένουν στην άκρη "ψειρίζοντας τη μαϊμού"; Αυτά, δυστυχώς, είναι κάποια από τα φαινόμενα της πολιτικής μας ζωής τα τελευταία δύο χρόνια.

Δεν θα κάνω εδώ δική μου αποτίμηση για την Κυβέρνηση των δύο χρόνων (παρά το ότι θα είχα θετικά και αρνητικά στοιχεία να επισημάνω, αλλά αυτό μπορώ και σε άλλες ευκαιρίες και δεν έχω πρόβλημα), όμως, επειδή και προβληματισμούς, αλλά και προσδοκίες έχω, θα παραπέμψω σε δυο παλιότερα κείμενα του Δημήτρη Σεβαστάκη, νυν βουλευτή Σάμου του Σύριζα, ο οποίος, πάντα κριτικός και ειλικρινής, θέτει σοβαρά ζητήματα για την Αριστερά, λέει αλήθειες για τις παθογένειες και της Αριστεράς και της ελληνικής κοινωνίας και μακάρι αυτές να εισακούονται (και το σημαντικό είναι ότι αποδέκτες των αληθειών αυτών δεν είναι μόνο οι έχοντες υπεύθυνη διοικητική θέση, αλλά και καθένας και καθεμιά μας, ας μην το παραβλέπουμε και αυτό το στοιχείο). 

Έγραφε λοιπόν τον Σεπτέμβριο του 2014 στην Αυγή ο Σεβαστάκης, τότε που ήδη διαφαινόταν η εκτόξευση του Σύριζα προς κυβερνητικά ποσοστά, για το χαρούμενο και λυπηρό στρίμωγμα της Aριστεράς και με, δυστυχώς, οικεία μας αν και υποθετικά (δήθεν) παραδείγματα έδινε το στίγμα της Αριστεράς και κυρίως του αριστερού!

Παλιότερα, στις 6 Μαϊου του 2012, ημέρα των εκλογών του '12, έγραφε στην Αυγή πώς οραματίζεται την Αριστερά: "ερωτεύσιμη και φρέσκια, αλλά κυρίως έξυπνη και έντιμη". Και καταλήγει: Η αριστερά ή εξασφαλίζει το βαθύ νόημα για τους απαρηγόρητους ή απλώς κάνει καριέρα. Εκείνη, αλλά κι εμείς διαλέγουμε…

(Δεν θα ήθελα εδώ να σκεφτώ "Ακούει κανείς;", εμπιστεύομαι την εντιμότητα και την ανιδιοτέλεια).

Θα ήθελα όμως να παραπέμψω και σε ένα πολύ πρόσφατο κείμενο του μηχανικού Σπύρου Κανιώρη από την Πρέβεζα (δραστήριος μηχανικός, υπήρξε και πρόεδρος της Ν.Ε Πρέβεζας του ΤΕΕ Ηπείρου), ο οποίος σε άρθρο του με τίτλο "Επτά χρόνια αρκετά" στο artinews γράφει :

Τον άλλο κόσμο “τον εφικτό” και «ισορροπημένο» επιζητούμε, αλλά δεν τον βλέπουμε ακόμη, αφού οι άνθρωποι όταν θυμώνουν πολύ, χάνουν τον αυτοέλεγχο (συνήθως μεθοδεύεται) και επιλέγουν …πόλεμο με βαρβαρότητα (θα τον αποφύγουμε;).

Κι επίσης:

Η Ελληνική κυβέρνηση εύχομαι να συνενωθεί με την κοινωνία και τις πολιτικές δυνάμεις της λογικής, κόντρα στην διαπλοκή και τη διαίρεση (δεν φτάνει ενάμιση κόμμα γι αυτά), γιατί ο κόσμος … καταρρέει και απαιτείται αλήθεια, αυτοπεποίθηση και ενότητα!

Λέει κι άλλες αλήθειες, αξίζει να διαβαστεί όλο και με προσοχή.

Ο Σεβαστάκης, πάλι, τελείωνε το άρθρο του 2014 με τη φράση:

Επιφυλάσσομαι, ελπίζοντας.

Κι εγώ εξακολουθώ να κάνω το ίδιο, γιατί πια βαρέθηκα να ψειρίζω τη μαϊμού, πάλι ψείρες γεμίζει...
Γιατί συμφωνώ με τους σοφούς Γάλλους παππούδες, που έγραφαν:

"Το αστραφτερό μέλλον έχει πεθάνει, μπορούμε όμως ν' ανοίξουμε το δρόμο στο εφικτό μέλλον".

Μακάρι οι νεότεροι να μπορέσουν να βρουν έναν καλύτερο και πιο εύκολο δρόμο, για ένα, γιατί όχι, πιο αστραφτερό μέλλον!
Μαζί τους τότε!

Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2017

Γιάννης Κοντός (1943-2015)


Με είχε εντυπωσιάσει η ποιητική συλλογή του Γιάννη Κοντού "Ο αθλητής του τίποτα" (Κέδρος 1997) από τον τίτλο ακόμη.

Τρέχει. Τρέχει με αντίθετο άνεμο.
Περνά βουνά, λίμνες, πόλεις. Δυσκολίες
και δυσκολίες. Φωτιές, πολέμους, γκρίνιες, οικογένειες.
Λίγες ομορφιές όταν σταματάει να πιει νερό.
Τις βλέπει για λίγο, τις πιάνει, ξεχνιέται.
Και πάλι το κυνηγητό, η κομμένη ανάσα,
οι αποσπασματικές εικόνες, τραίνα που περνάν
με χαρούμενους ανθρώπους. Και αυτός
σαν κυνηγημένος να προσπαθεί ταυτόχρονα
και άλλα αθλήματα. Να έρχεται τελευταίος
με την ψυχή στο στόμα, να μην τον βλέπει
κανείς, γιατί οι θεατές έχουν ήδη διαλυθεί.
Με βροχές, με χιόνια, με ήλιους, το σώμα
αντέχει, το μυαλό πετάει. Άλλοτε ξεχνάει –
άλλοτε θυμάται. Σε μια στάση για να δει
το φεγγάρι, συνέχεια σκέπτεται: το βιολέ
απόβραδο, τα χάδια και τις υποσχέσεις.
Και τρέχει, τρέχει, ενώ οι άλλοι συναθλητές του
έχουν τερματίσει και σάρωσαν βραβεία
και ιαχές. Αυτός μόνος τον κύκλο
του χρόνου τρέχει. Χρόνος σε ευθεία
ή τεθλασμένη ή σπείρα. Δεν κοιτάζει
πίσω το ποίημα, γιατί τον ακολουθούν μύγες, ακρίδες
και μολυσμένος αέρας του πολιτισμού.
Περνώντας βλέπει δέντρα και ουρανό,
βλέπει πουλιά, χαμογελά και λέει
να δραπετεύσει, να πετάξει.
Αλλά δεν γίνεται, είναι προγραμματισμένος
γι’ αυτόν το ρόλο. Το ρόλο του δρομέα
με το άγνωστο τέρμα.
........................................

Στην ποίησή του όλη αναμετριέται με το χρόνο, με τις μνήμες, με τα δέντρα και τα φυτά, με την καθημερινότητα, με τη μοναξιά και με τους ήχους της πόλης που αγαπά.

Το χρονόμετρο (της Ελπίδας μου)

Όπως γυρίζει η νύχτα μέσα μου
φέρνει πνιγμένους στην επιφάνεια.
-Το στήθος κλείνει για να κρατήσει
ό,τι προλάβει-

Έρχεται η μέρα.
Αλλά τι μέρα –τυλιγμένη σαν μπαμπάκι
γύρω στα δένδρα, σε μια γη
κρεμασμένη από κλωστή που είναι
έτοιμη να σπάσει.




Τραγούδησε για την καθημερινότητα που την ονειρεύεται μακριά από "ψεύτικους ουρανούς και πολιτικές εξουσίες":

Πειραματόζωο

Πίσω από τα καθημερινά πράγματα
υπάρχει ένα καθημερινό όνειρο:
να πάρεις το λεωφορείο, να πιείς καφέ,
να αποστρέψεις τα μάτια από ψεύτικους
ουρανούς, πολιτικές εξουσίες.

Εξουσίες-ξυράφια.

Η λέξη στο μαχαίρι.

Τα μυστικά στους δρόμους.

Γυρνάς την τσέπη σου ανάποδα
και έρχεται το βράδυ καυτή πίσσα.
Βρίσκεσαι σπίτι. Προσπαθείς να στηρίξεις
το ταβάνι με τους καπνούς του τσιγάρου
και την έρμη την ποίηση.

(Στο βίντεο τραγουδά η Αφροδίτη Μάνου, όπου το παραπάνω ποίημα γίνεται το τραγούδι "Πίσω από τα καθημερινά" για το δίσκο "Απόπειρα" σε μουσική Νίκου Καλλίτση, Lyra 1981).

Άνθρω­πος της πό­λης ο Κο­ντός, ποιη­τής και πε­ζο­πό­ρος, μα­κράν του πλή­θους των ε­πο­χού­με­νων, πα­ρα­τη­ρεί στο πε­ζο­δρό­μιο “σε μια στα­λί­τσα χώ­μα”, "ένα φυ­τό του δρό­μου". Έτσι τον περιγράφει η Μάρη Θεοδοσοπούλου σε άρθρο της στην εφημερίδα Εποχή (30/11/2014)  για το βιβλίο του "Μυ­στι­κά το­πία. Κεί­με­να για πρό­σω­πα, για τη ζω­γρα­φι­κή, για το θέ­α­τρο, για βι­βλία" (Τόπος, 2014).

Αντιγράφω από εδώ το ποίημα του Γιάννη Κοντού που υπάρχει εν είδει επιμέτρου στο παραπάνω βιβλίο του:

Ο σκουπιδιάρης
ή
το πρωτογενές πλεόνασμα της οικονομίας

Μήπως είναι αυτός που μες στη νύχτα μαζεύει
τα όνειρά μας σε σακούλες ή χύμα, και τα πετάει
στη μεγάλη χωματερή του ουρανού;
Βράζει ή παγώνει η νύχτα και τον ακολουθεί.
Από κάπου ακούγεται η πρώτη συμφωνία
του Γούσταβ Μάλερ. Οι δρόμοι βρεγμένοι, γεμάτοι
ρακοσυλλέκτες, ταιριάζουν τα ανόμοια.
Ο γαλαξίας κλεισμένος σε παλιά μπουκάλια μπίρας
βγάζει καπνούς, νοσταλγίες και πάει λέγοντας…
Αυτός -ας πούμε- ο θάνατος φωτογραφίζει τοπία
της αγάπης σου και τα ταχυδρομεί στο πουθενά.
Η νύχτα προχωρά, τελειώνει και αυτός ο επίορκος
συσσωρεύει τα σκουπίδια μπροστά σε ένα άγαλμα
του καθημερινού ανθρώπου. Άγαλμα από γυαλί, φως
και παρελθόν. Πώς περνούν οι ώρες;
Πώς μας δείχνουν οι δείχτες ξυράφια την εφορία
και το Υπουργείο Οικονομικών. Οι πεθαμένοι δεν μιλάνε
και αυτός διαλαλεί τον θάνατο και τα κενά του χρόνου
σε ληγμένα γραμμάτια της συμφοράς.

Ο Γιάννης Κοντός έφυγε μια μέρα σαν τη σημερινή πριν από δύο χρόνια. Θα τον θυμόμαστε με το κασκόλ πάντα γύρω από το λαιμό.