Κλείνει μεθαύριο ένας χρόνος από τότε που έφυγε, στις 12 Νοεμβρίου 2013, ο Στυλιανός Αλεξίου, ένας σημαντικός και ξεχωριστός άνθρωπος των Γραμμάτων και της Κρήτης. Γεννημένος το 1921 στο Ηράκλειο της Κρήτης, ήταν γιος του Λευτέρη Αλεξίου, αδελφού της Έλλης Αλεξίου και της Γαλάτειας Καζαντζάκη. Ο Στυλιανός Αλεξίου ήταν φιλόλογος και αρχαιολόγος, διακεκριμένος μελετητής της ελληνικής γραμματείας όλων των εποχών. Υπήρξε, ανάμεσα στα πολλά άλλα, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και Έφορος Αρχαιοτήτων Κρήτης.
Με την ευκαιρία, ξεφυλλίζω από τη βιβλιοθήκη μου μερικά δικά του γραφτά.
Το 1990 είχε κυκλοφορήσει από το Σύνδεσμο Τοπικών Ενώσεων Δήμων & Κοινοτήτων Κρήτης (και με την εκδοτική φροντίδα της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης) ένα βιβλιαράκι (ως προς το μέγεθος και μόνο η αναφορά του υποκοριστικού) με τίτλο "Η Κρητική Λογοτεχνία κατά τη Βενετοκρατία". Το βιβλίο αυτό ήταν ενταγμένο στη σειρά "Κρήτη: Ιστορία και πολιτισμός" την επιμέλεια της οποίας είχε ο αείμνηστος Νικόλαος Μ. Παναγιωτάκης (τον είχα αναφέρει και εδώ). Όλες οι εργασίες της σειράς έχουν κυκλοφορήσει και μαζί σε συγκεντρωτική δίτομη έκδοση.
Το ενδιαφέρον στο βιβλίο αυτό είναι ότι ο Αλεξίου κάνει μια σύντομη ανασκόπηση όλων των έργων που γράφτηκαν στην Κρήτη κατά τη Βενετοκρατία, αφού βέβαια σημειώσει ότι και αυτά δεν ξεκινούν από τους πρώτους αιώνες της εγκατάστασης των Βενετών στο νησί, με δεδομένες τις κοινωνικές ανακατατάξεις και τις επαναστάσεις που προκάλεσε η έλευσή τους. Έτσι, δεν διαβάζουμε μόνο για τον Κορνάρο και τον Χορτάτση, ούτε μόνο για τον Ερωτόκριτο και την Ερωφίλη, αλλά και για τον Λινάρδο Ντελλαπόρτα, για τον Μπεργαδή, για τον Μαρίνο Φαλιέρο, για τον Ανδρέα Σκλέντζα, για τον Μάρκο Αντώνιο Φόσκολο, για τον Τζάνε Μπουνιαλή κ.ά. και για έργα όπως Διγενής Ακρίτης, Απόκοπος, Ριμάδα, Περί της ξενιτείας, Ζήνων, Βασιλεύς Ροδολίνος, Βοσκοπούλα, Φορτουνάτος και άλλα πολλά γραμμένα από επώνυμους αλλά και ανώνυμους Κρητικούς. Έχουν ενδιαφέρον οι αναφορές στις σχέσεις με τα Επτάνησα όπου κατέφευγαν για να γλυτώσουν από τη βενετική καταπίεση, καθώς και στις σχέσεις και επιδράσεις από την ιταλική λογοτεχνία της Αναγέννησης. Αναφέρεται επίσης στα γραμματολογικά χαρακτηριστικά των έργων αυτών και σημειώνει την ιδιαιτερότητα του λογοτεχνικού ύφους και της γλώσσας στα οποία είναι γραμμένα και που δεν είναι άλλη από την ζωντανή γλώσσα που μιλιόταν στην Κρήτη. Τελειώνοντας μάλιστα την παρουσίασή του, ο Αλεξίου σημειώνει τη στροφή στα θέματα παιδείας και γλώσσας που συντελέστηκε μετά την ανάπτυξη της τάξης των Φαναριωτών στην Κωνσταντινούπολη, όπου περιορίστηκε η διάδοση των κρητικών έργων πέραν της Κρήτης και των Επτανήσων (εδώ σημειώνεται η περίπτωση του Διονυσίου Σολωμού, τον οποίο μάλιστα ονομάζει "συνειδητό από ορισμένη άποψη συνεχιστή του Κορνάρου"). Και καταλήγει:
... Η ίδρυση του ελληνικού βασιλείου, τέλος, μετά την Επανάσταση, η επίσημη τώρα εκπαίδευση, η καθιέρωση ως κρατικής γλώσσας της καθαρεύουσας, η έκδοση εφημερίδων γραμμένων στη γλώσσα αυτή και η διαμόρφωση μιας νέας λογοτεχνίας από την πρώτη ρωμαντική "σχολή των Αθηνών", καθώς και η μεγάλη διάδοση γαλλικών μυθιστορημάτων μεταφρασμένων επίσης στην καθαρεύουσα και η εισαγωγή μιας νέας μορφής του θεάτρου, συντέλεσαν στην ακόμα μεγαλύτερη λήθη της κρητικής ποίησης που τη θεωρούσαν "λαϊκή"...
Με ανάλογο θέμα καταπιάνεται και στο άρθρο του με τίτλο "Στοιχεία ποιητικής του Ερωτόκριτου" που δημοσιεύτηκε στο αφιέρωμα Ερωτόκριτος του περιοδικού "Διαβάζω" (τεύχος 454, 9/2004). Ανάμεσα στ' άλλα, σημειώνει για τη γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Κορνάρος στον Ερωτόκριτο:
... Η ποιητική του Κορνάρου εισάγει , σε μεγάλη έκταση, για αισθητικούς λόγους, στον Ερωτόκριτο τη γλωσσική καθαρότητα. Ιταλικές λέξεις της καθημερινής πεζής ζωής και των συμβολαίων αποφεύγονται, ενώ οι στρατιωτικοί όροι μουράγια, ταμπούρλα, τρομπέτες εξελληνίζονται σε τειχιά, τύμπανα, σάλπιγγες....
Ο Στυλιανός Αλεξίου είχε ασχοληθεί βέβαια και με τα Ομηρικά έπη*. Λίγο πριν πεθάνει κυκλοφόρησε τη δική του μεταφραστική εκδοχή της Οδύσσειας, όπου δεν μεταφράζει ολόκληρο το ομηρικό έπος, αλλά επιλέγει την ανθολόγηση τμημάτων του πρωτοτύπου από όλες τις ραψωδίες, που ξεχωρίζουν ως αυτόνομα λυρικά ποιήματα, δίνουν όμως στο σύνολό τους την πλοκή ολόκληρου του έργου. Στα πολύ κατατοπιστικά εισαγωγικά κείμενα που παραθέτει, αναφέρεται αρχικά στις παλιότερες μεταφράσεις Πολυλά, Εφταλιώτη, Σίδερη, στη μετάφραση των Καζαντζάκη-Κακριδή, στη μετάφραση του Ψυχουντάκη τις οποίες αξιολογεί συνοπτικά για να διατυπώσει τη δική του οπτική στην τεχνική και στο ύφος που επιλέγει, ενώ συνεχίζει με αναφορές στο έργο "Οδύσσεια", στη γεωγραφία του και στη δομή του.
"τον πολυμήχανο ήρωα, τραγούδησέ μου, ω Μούσα,
τον άντρα που όταν κούρσεψε της Τροίας τ' άγιο κάστρο,
περιπλανήθη στα πελάγη κι είδε ανθρώπων χώρες
και γνώρισε τη σκέψη τους, και πόνεσε η ψυχή του,
ζητώντας ο ίδιος να σωθεί, να σώσει τους συντρόφους.
Όμως αυτοί δεν γλύτωσαν, όσο κι αν το ποθούσε,
καταστραφήκαν οι άμυαλοι, απ' την αποκοτιά τους,
όταν του Ήλιου του Υπερίονα έφαγαν τα βόδια
κι εκείνος τους αρνήθηκε του γυρισμού τη μέρα.
Απ' όπου θέλεις άρχισε, θεά, του Δία κόρη."
"τον πολυμήχανο ήρωα, τραγούδησέ μου, ω Μούσα,
τον άντρα που όταν κούρσεψε της Τροίας τ' άγιο κάστρο,
περιπλανήθη στα πελάγη κι είδε ανθρώπων χώρες
και γνώρισε τη σκέψη τους, και πόνεσε η ψυχή του,
ζητώντας ο ίδιος να σωθεί, να σώσει τους συντρόφους.
Όμως αυτοί δεν γλύτωσαν, όσο κι αν το ποθούσε,
καταστραφήκαν οι άμυαλοι, απ' την αποκοτιά τους,
όταν του Ήλιου του Υπερίονα έφαγαν τα βόδια
κι εκείνος τους αρνήθηκε του γυρισμού τη μέρα.
Απ' όπου θέλεις άρχισε, θεά, του Δία κόρη."
Το 2012 κυκλοφόρησε και η ποιητική του συλλογή "Στίχοι επιστροφής", επιστροφή στο βίωμα και στην οργανωμένη μορφή του λόγου, όπως ο ίδιος σημειώνει στον Πρόλογο. Κάθε ποίημα είναι μια ανάμνηση από στιγμές που έζησε, από τόπους που επισκέφθηκε και από ανθρώπους που γνώρισε: 1940, Στον εκτελεσμένο συμμαθητή Ι.Σ., Κράσι 1937/1943, Θολωτοί τάφοι Λέντα, Κορνάρος 1610, Αθήνα '47, Αργυρούπολη Ρεθύμνης, Καστοριά, Ελβίρα, Ηράκλειο, Στιγμές, Μάταλα, Νυχτερινά ταξίδια, Απολογισμός ...
Απολογισμός
Μέτρησα τη ζωή μου
με σερβιτόρων ζωές σ' εστιατόρια επαρχίας·
με γέρασμα ηθοποιών του κινηματογράφου,
επιδερμίδες υπερφυσικές,
μάτια, μαλλιά σαν χαίτη ζώου ακμαίου,
που ασκήμισαν αργά, χρόνο με χρόνο.
Μέτρησα τη ζωή μου,
με πάλιωμα βιβλίων, ερείπωση σπιτιών,
με πάλιωμα βιβλίων, ερείπωση σπιτιών,
παιδιά κι εγγόνια των παιδιών του '30.
Τέλος, η Αυγή είχε δημοσιεύσει στις 24 Νοεμβρίου 2013 ένα κείμενο του Αλεξίου που είχε πρωτοδημοσιευτεί στο περιδικό Παλίμψηστον της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης με τίτλο "Από την Οδύσσεια του Ομήρου" (Τεύχ. 2, 1986). Το άρθρο στην εφημερίδα είχε τίτλο Ο Ομηρικός "οίνοψ πόντος" και αναφερόταν στη σημασία της ομηρικής φράσης οίνοψ πόντος.
Πώς μετριέται η ζωή με πάλιωμα βιβλίων αλήθεια;
----------------------------------
"Κρήτη τις γαῖ’ ἔστι μέσῳ ἐνὶ οἴνοπι πόντῳ..." λέει ο Όμηρος στην Οδύσσεια, κοκκινωπός είναι ο πόντος λέει ο Αλεξίου, όπως το κόκκινο κρασί, πέλαο κρασάτο κατά Καζαντζάκη-Κακριδή. Ο Αλεξίου ασχολείται με τα χρώματα που παίρνει η θάλασσα τις διάφορες εποχές του χρόνου και ιδιαίτερα το καλοκαίρι και αρχές του φθινοπώρου, τότε που το φως του ήλιου είναι έντονο. Παραθέτει αποσπάσματα από ποιήματα του Καβάφη και του Σεφέρη με τις δικές τους εκδοχές για το χρώμα του πελάγους, αναφέρεται στους αρχαίους κλασικούς και στις δικές τους πάλι εκδοχές, κάνει μια στάση στους μεταφραστές του Ομήρου, φτάνει στους παλιότερους λεξικογράφους, Άγγλους, Γάλλους, Γερμανούς, που φαντάστηκαν σκοτεινό το πέλαγος (das dunkle meer), παρουσιάζοντας έτσι μια ενδιαφέρουσα και χρήσιμη (ως προς το περιεχόμενο αλλά και τη μεθοδολογία) διερεύνηση της ορολογίας των χρωμάτων. (Εδώ θα ήθελα να σημειώσω την εργασία πάνω στην ορολογία χρωμάτων που είχε κάνει ο πολύ καλός και αγαπητός συνάδελφος και από τους πρωτεργάτες της ελληνικής ορολογίας Βασίλης Φιλόπουλος. Αξίζει να παρατηρήσει κανείς ότι κάνοντας την ομαδοποίηση των χρωμάτων ο Φιλόπουλος, στην ομάδα "μαύρο και παραπλήσιες αποχρώσεις" εντάσσει και το χρώμα κρασάτο.)
Πώς μετριέται η ζωή με πάλιωμα βιβλίων αλήθεια;
* Ο Στυλιανός Αλεξίου είχε προλογίσει μάλιστα την εκδοχή της Οδύσσειας όπως την είχε μεταφράσει ο Γιώργος Ψυχουντάκης στην κρητική διάλεκτο. (Ο Ψυχουντάκης ήταν ο περίφημος μαντατοφόρος του Πάτρικ Λη Φέρμορ στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής στην Κρήτη, έχω διαβάσει το βιβλίο του: Psychoundakis, George. The Cretan Runner: His Story of the German Occupation. Patrick Leigh Fermor, tr. and intro. Annotated by the translator and Xan Fielding. London: John Murray, 1955). Σε εκπομπή της ΕΡΑ που άκουσα στις 27/7/2013 (ήταν σε επανάληψη, από τους απολυμένους της ΕΡΤ μετά το αντιδημοκρατικό κλείσιμο του Ιουνίου 2013) και ήταν παλιότερη συνέντευξη με το Νίκο Μαμαγκάκη (που είχε πεθάνει στις 24/7/2013 και κείνη τη μέρα γινόταν η κηδεία του στο Ρέθυμνο), ο μεγάλος συνθέτης είχε δηλώσει ότι ήθελε να μελοποιήσει την Οδύσσεια του Ψυχουντάκη, την οποία, είπε ο Μαμαγκάκης, ο Αλεξίου είχε θεωρήσει ως την καλύτερη μετάφραση. (Βέβαια, στην πραγματικότητα ο Αλεξίου κάνει μεν λόγο για το λαϊκό ταλέντο του Ψυχουντάκη, παρατηρεί όμως και πολλές αδεξιότητες και ασάφειες στη μετάφραση. Αυτά για την ιστορία.)