Διάβασα τη χρονιά που φεύγει ένα ενδιαφέρον βιβλίο γραμμένο από τον άγνωστο - σε μένα τουλάχιστον - Αιγύπτιο συγγραφέα Γιάχια Χάκι. Πρόκειται για "
Το καντήλι της Ουμ Χασίμ" (Μαϊστρος, 2015), σε μετάφραση από τα αραβικά Ελένης Καπετανάκη. Η μεταφράστρια δίνει επίσης πολύ χρήσιμες πληροφορίες για αρκετά σημεία του έργου με σχόλια και επεξηγήσεις στο τέλος, καθώς και για τον συγγραφέα στο Επίμετρο.
Ο Γιάχια Χάκι (1905-1992) γεννήθηκε στο Κάιρο από γονείς τουρκικής καταγωγής, των οποίων μάλιστα οι πρόγονοι είχαν μεταναστεύσει στην Ελλάδα από την Τουρκία, ενώ ο παππούς του συγγραφέα είχε μεταναστεύσει στην Αίγυπτο στις αρχές του 19ου αιώνα.
Σπούδασε νομικά, εργάστηκε αρχικά ως δικηγόρος στην Αλεξάνδρεια, στη συνέχεια έγινε διπλωμάτης και μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο μετατέθηκε στο Παρίσι όπου και γνώρισε τη δεύτερη γυναίκα του, μια γαλλίδα ζωγράφο. Για το λόγο αυτό, αναγκάστηκε να παραιτηθεί από το διπλωματικό σώμα και επέστρεψε στην Αίγυπτο όπου ασχολήθηκε με τα γράμματα. Θεωρείται ένας από τους πρωτοπόρους των γραμμάτων στη χώρα του, οι οποίοι, μαζί με τον Μαχφούζ και άλλους, συνέβαλαν στη λογοτεχνική αναγέννηση της Αιγύπτου. Διετέλεσε διευθυντής του φιλολογικού τμήματος του Εθνικού Οργανισμού Βιβλίου, σύμβουλος της Εθνικής βιβλιοθήκης και εκδότης φιλολογικού περιοδικού (το οποίο απαγορεύτηκε από τον Νάσερ).
Κύριο στοιχείο γύρω από το οποίο πλέκεται η ιστορία στο Καντήλι της Ουμ Χασίμ είναι ο ρόλος του Ισλάμ ως θρησκεία και ως παράδοση, η δύναμη που έχει ώστε να επηρεάζει, να κατευθύνει και εντέλει να εξουσιάζει τις ζωές των ανθρώπων στην Αίγυπτο. Θα μπορούσα να σημειώσω ότι κύριο στοιχείο είναι η εξουσιαστική δύναμη της παράδοσης γενικά (για οποιαδήποτε θρησκεία), όμως νομίζω ότι ισχυρότερο ακόμη είναι το στοιχείο του Ισλάμ ως θρησκεία που δημιουργεί και επηρεάζει την παράδοση του τόπου με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.
Το μυθιστόρημα αναφέρεται στο νεαρό Αιγύπτιο Ισμαήλ που στέλνεται από τους γονείς του στην Αγγλία να σπουδάσει Ιατρική. Εκεί, ο Ισμαήλ έρχεται σ' επαφή με τη δυτική κουλτούρα στην οποία προσαρμόζεται, λησμονώντας για μερικά χρόνια τον τόπο και τους δικούς του. Ξέχασε τη συμβουλή που τού 'χε δώσει ο πατέρας του όταν έφευγε:
"Η συμβουλή που έχω να σου δώσω είναι να ζήσεις στα ξένα, όπως ακριβώς θα ζούσες κι εδώ. Να τηρείς το θρήσκευμα και τα καθήκοντά σου... Να προσέχεις να μη σε παρασύρουν οι Ευρωπαίες. Δεν είναι για σένα, ούτε εσύ είσαι γι' αυτές..."
Και γνώρισε την άλλη ζωή, παραστράτησε, μέθυσε, χόρεψε με κορίτσια, απόλαυσε την ομορφιά της φύσης και το ηλιοβασίλεμα, απόκτησε ζωντάνια και αυτοπεποίθηση, "ξεφορτώθηκε τη θρησκευτική πίστη βάζοντας στη θέση της μια δυνατότερη και εντονότερη πίστη στην επιστήμη".
Κάποια στιγμή, επιλέγει να επιστρέψει στην πατρίδα του, έχοντας τα μυαλά του κοσμοπολίτη γιατρού (οφθαλμίατρου) από τη Δύση και νομίζοντας ότι θα καταφέρει, όχι μόνο να επιβιώσει ο ίδιος όπως έκανε και στην Αγγλία, αλλά και να μεταφέρει αυτή την κουλτούρα στον τόπο του.
Βρήκε ανθρώπους και πράγματα τόσο αλλαγμένα! Και τη μάνα του γερασμένη.
"Δεν έχει μείνει ίχνος από την προσωπικότητά της. Είναι μόνο ένα σώμα που συμπεριφέρεται υποτακτικά!"
Έχει πολύ ενδιαφέρον το ξετύλιγμα της ιστορίας και οι εντυπώσεις που δημιουργούνται διαβάζοντάς το.
Τον πρώτο καιρό νόμιζε πως δεν θα υποχωρούσε απέναντι στις προκαταλήψεις και τις αγυρτείες που συναντούσε στο όνομα τήρησης των θρησκευτικών καθηκόντων.
"Δεν θα υποχωρούσε. Θα κάρφωνε το μαχαίρι του, δίνοντας το χαριστικό χτύπημα στην καρδιά της άγνοιας και της προκατάληψης. Ακόμα κι αν έχανε την ψυχή του".
Και παρακάτω:
"Ξυπνήστε! Ξυπνήστε επιτέλους από το λήθαργο, σταθείτε στα πόδια σας κι ανοίξτε τα μάτια σας! ... Ζείτε μέσα στις προκαταλήψεις, πιστεύετε στα είδωλα, προσκυνάτε τους τάφους και βρίσκετε καταφύγιο στους νεκρούς!"
Πάλεψε να μην απορρίψει την επιστήμη του, το επάγγελμά του, όπως το έμαθε στην Ευρώπη.
"Ποιος δεν γνώριζε τον πολιτισμό και την πρόοδο της Ευρώπης, την υπανάπτυξη, την άγνοια και τις αρρώστιες της Ανατολής; Η Ιστορία μας έχει προσφέρει σοφία κι αυτή η σοφία είναι αδιαμφισβήτητη. Αδύνατον να αρνηθούμε πως είμαστε ένα δέντρο που κάποτε άνθισε και έδωσε καρπούς, ύστερα όμως μαράθηκε".
Αρχικά, ένιωσα κάτι σαν ανακούφιση που ο συγγραφέας εκδήλωνε μια "προοδευτική" στάση απέναντι στο υπερσυντηρητικό περιβάλλον της πατρίδας του, στη συνέχεια ένιωσα να απογοητεύομαι όταν παρατήρησα μια μεταστροφή και μια υποχρέωση υπακοής του ήρωά του στις συνήθειες και στις παραδόσεις που υπαγορεύονται από τη θρησκεία κυρίως.
Όμως, μήπως ο συγγραφέας αυτό ακριβώς ήθελε να καταδείξει: τη δύναμη που έχει το Ισλάμ στις κοινωνίες αυτές, τη δυσκολία οι άνθρωποι να ξεφύγουν από τις προκαταλήψεις και τον συντηρητισμό που καλλιεργεί η ισλαμική παράδοση και θρησκεία, τον σκοταδισμό που γεννά η προσήλωση σε πεπαλαιωμένες αντιλήψεις; Η αλήθεια είναι ότι αυτά τα συμπεράσματα τα έβγαλα εγώ ως αναγνώστρια, δεν είμαι όμως σίγουρη αν αυτά ήθελε να πει και ο συγγραφέας ή μήπως θεωρούσε κι αυτός αναπόφευκτη την προσήλωση και την υποταγή τελικά στη δεδομένη κατάσταση.
Σε κάθε περίπτωση αξίζει να διαβαστεί. Έρχεται από έναν άλλο κόσμο, τόσο κοντινό μας γεωγραφικά και τόσο μακρινό μας πολιτισμικά, και μας χρειάζονται τέτοια διαβάσματα που μας βοηθούν να δουλέψουμε πάνω στην κατανόηση της διαφορετικότητας για να προχωρήσουμε, όταν χρειαστεί, και στην αποδοχή της.
Τέλος, θα ήθελα να υπογραμμίσω και την ποιότητα του βιβλίου ως εκδοτικού προϊόντος. Είναι μικρού μεγέθους 156 σελίδων, ιδιαίτερα καλαίσθητο και με χαρακτηριστικές ζωγραφιές στην αρχή κάθε κεφαλαίου.