Πάει καιρός που το ταβάνι στάζει μνήμες...
Άλλη μια ποιητική συλλογή του Λεωνίδα Κακάρογλου γεμάτη με εικόνες και γεμάτη μνήμες. Ο χρόνος και οι μνήμες διαπερνούν όλο το έργο του, ο χρόνος και οι μνήμες κι εδώ, σα φαντάσματα που νανουρίζουν τις τίγρεις των δωματίων (Εστία, 2017).
... Το αεράκι που μου χαϊδεύει τα μαλλιά
Στέλνει την μνήμη
Στα αζήτητα
Και δεν θυμάμαι
Τι νούμερο παπούτσια
Φόραγες
Για να ταιριάζω τις πατημασιές
Της σκόνης
Στα πόδια σου
Κάποια ποιήματα είναι αφιερωμένα, στον Γιώργη Μανουσάκη, στον Χρίστο Βακαλόπουλο, στον Γιώργο Ίκαρο Μπαμπασάκη, στον αδελφό του. Το ποίημα Περιπέτεια το αφιερώνει στη Μαρία Σερβάκη, την ποιήτρια από την Κρήτη που πέθανε πριν από δυο χρόνια στα 85 της.
Τα βράδια περνώ από το σπίτι σου
Σκοτεινό θηρίο που τρομάζει τους περαστικούς
Δεν χτυπώ το κουδούνι
Εκ άλλου ποιος θα τ' ακούσει
Όλοι κοιμήθηκαν
Οι γάτες περιφέρονται στην αυλή
Ψάχνουν να βρουν πού χάθηκες...
Μνήμες και μοναξιά
...Κι άλλο φθινόποωρο
Δεν άνοιξα
την καγκελόπορτα του κήπου
Τα φύλλα απάτητα στις περασιές...
και νοσταλγία
Καμιά φορά ονειρεύομαι
Μιαν όμορφη νύχτα
Που θα 'μαστε πάλι όλοι μαζί...
και εικόνες
Στο μισοφωτισμένο δωμάτιο
Βλέπω τα μηρμύγκια
Που διασχίζουν το τραπέζι με τα βιβλία
Το σαμιαμίδι...
και προσπάθεια για λίγη χαρά μέσα από τις μνήμες
Σ' άλλες μέρες χαρούμενες θα προστρέξω
Δεν θ' αφεθώ να γονατίσω
Στο λυπημένο απόβροχο...
Πήρε την ιδέα για τον τίτλο της συλλογής και για το ομώνυμο, τελευταίο στη σειρά, ποίημα "Οι τίγρεις των δωματίων" από το ποίημα Η τίγρη της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ, όπως ο ίδιος μας πληροφορεί παραθέτοντας ένα απόσπασμα. Το αντιγράφω ολόκληρο από τη σελίδα του ποιείν (με εντονότυπα οι στίχοι που παραθέτει ο Λεωνίδας):
νυχιές στο χώμα και τις στάλες βροχής απ΄τη μουσούδα της.
Όπως σηκώνει το πόδι και διαλέγει το φύλλο
ή σκύβει στο ζώο το συντροφεύει ως την εξαφάνιση και φοβάται το φως
- τοπία ξεχασμένα πίσω απ΄τις φωνές της λείας και του έρωτα -
την τίγρη τη νυχτερινή τη μάνα πώς ελαφροπατεί
και την ημέρα σε λήθαργο ονειρεύεται τ αστέρια…
Η πλάτη της ξεδιπλώνει όπως ο νοτιάς.
Άγνωστη η θάλασσα στην τίγρη
κι όμως ωραία τής μοιάζει στην κίνηση,
στα μάτια που έρχονται πάντα από πέρα.
Το φεγγάρι! Και τινάχτηκε. Όλο και πιο πολύ κατεβαίνει στα μυστικά…
Βρίσκει τη σιωπή τη σηκώνει με το νύχι την τοποθετεί σε ό, τι αγγίζει.
Τι τρυφερή η τίγρη στη σιωπή!
Ποια μουσική ακούει με το τέταρτο πόδι στον αέρα…
Σταματά το χρόνο μπρος στην πεταλούδα πηδάει
έπειτα στη μέση του κύκλου δροσιά, μεσάνυχτα δίψα και ξημερώματα.