.............................. .............................
άπλωσε το χέρι,
κυρά εσύ των σπόρων που είναι μέρες,
η μέρα υψούται στ’ άπειρο, βλασταίνει,
θνητή γεννιέται κι όμως δεν πεθαίνει,
κάθε μια μέρα είναι και γέννα, κάθε
ανατολή, σαν ανατέλλουμε όλοι
και ο ήλιος ανατέλλει με ήλιου πρόσωπο
κι ο γείτονας κι αυτός με το δικό του
το πρόσωπο, που είναι το πρόσωπο όλων,
πύλη του είναι, ανάτειλε, έλα,
κάνε να δώ την όψη αυτής της μέρας,
κάνε να δώ την όψη αυτής της νύχτας,
όλα συνέχονται, τα πάντα αλλάζουν,
αψίδα του αίματος, σφυγμών γεφύρι,
στην άλλη όχθη πάρε με της νύχτας,
όπου εγώ είμ’ εσύ και όλοι, ενωμένοι
στων αντωνυμιών μέσα το κράτος,
……………………………………..
(σε μετάφραση Κώστα Κουτσουρέλη)