Με αφορμή το πολύ ενδιαφέρον κείμενο του αρχιτέκτονα Χάρη Χεϊζάνογλου που αναρτήθηκε χθες στο ιστολόγιο του Βιβλιοθηκάριου με τίτλο "Οι βιβλιοθήκες ως χώροι κατανάλωσης", διατυπώνω λίγες σκέψεις ως πιθανή αφορμή για παραπέρα προβληματισμό και συζήτηση.
Η άποψη του γράφοντος έχει ενδιαφέρον, όταν μάλιστα είναι αρχιτέκτονας, δηλαδή άνθρωπος, καλύτερα επιστήμονας/επαγγελματίας/μελετητής του χώρου και των λειτουργιών του. Σημειώνει ότι " οι χώροι πια δεν ταυτοποιούνται τυπολογικά όπως στο παρελθόν, σύμφωνα με την λειτουργία τους, ούτε σχεδιάζονται ως τέτοιοι",κι ενώ οι βιβλιοθήκες, όπως και τα μουσεία, "εξακολουθούν να υφίστανται ως λειτουργίες, σχεδιάζονται πλέον ως δημόσιοι χώροι με μια κυρίαρχη λογική που
πριμοδοτεί ισχυρά το στοιχεία του θεάματος, της κατανάλωσης (εμπορικής
και οπτικής) και της συνάθροισης με στόχο τα παραπάνω".
Δεν είμαι ειδική σε θέματα του χώρου, τα οποία όμως παρακολουθώ, ακριβώς γιατί θεωρώ ότι ο χώρος αποτελεί στοιχείο της ζωής μας και του πολιτισμού μας, διαμορφώνει την καθημερινότητά μας, την κουλτούρα μας, τις συνθήκες που αυτά αναπτύσσονται και λειτουργούν. Και μιας και χρησιμοποίησα την έννοια της λειτουργίας που και ο συντάκτης του κειμένου επικαλείται συνεχώς, αναρωτιέμαι αν αρκεί αυτό για να δώσουμε χαρακτήρα σε ένα χώρο, και συγκεκριμένα στο χώρο της βιβλιοθήκης. Και ποιες είναι οι λειτουργίες αυτές σήμερα;
Η αλήθεια είναι ότι, ακριβώς και επειδή υπάρχει αυτή η εξέλιξη και "εισβολή" της τεχνολογίας, γίνεται διεθνώς μια κουβέντα για το τι είναι και τι κάνει μια βιβλιοθήκη σήμερα, ακόμη και πώς πρέπει να ονομάζεται πλέον (για παράδειγμα εδώ). Και δυστυχώς, εμείς δεν συμμετέχουμε σ' αυτό το διάλογο και τον προβληματισμό, αλλά οι μισοί απλά αντιγράφουμε/μεταφέρουμε αυτά που φαίνονται πιο "μοντέρνα" (όχι νεωτερικά) και οι άλλοι μισοί τα κρίνουμε ή τα απορρίπτουμε χωρίς όμως πολλή παραπέρα επεξεργασία της σκέψης μας. Η κάθε πλευρά λειτουργεί μόνη της. Δεν υπάρχει πεδίο διαλόγου, δεν προσφέρεται από τους θεσμικούς φορείς, είτε είναι επίσημοι, δημόσιοι, κρατικοί φορείς ή είναι εκπαιδευτικοί ή είναι συνδικαλιστικοί/επιστημονικοί φορείς.
Κι έτσι, αντιγράφονται μοντέλα, καλλιεργείται όντως μία κουλτούρα θεάματος και κατανάλωσης, οι βιβλιοθήκες μετατρέπονται σε χώρους παιδικής χαράς, σε χώρους "εργαστηρίων τεχνολογίας", όπου αναρωτιέται κανείς αν οι επισκέπτες ή χρήστες ή εν τέλει καταναλωτές τους, όπως τους ορίζει ο Χεϊζάνογλου, γνωρίζουν - τουλάχιστον - ότι η βιβλιοθήκη έχει και βιβλία, ότι δηλαδή οι χώροι που πηγαίνουν για να περιηγηθούν στους υπολογιστές ή για να χορέψουν ή για να μάθουν κηπουρική είναι - και - βιβλιοθήκες!
Θα έλεγα όμως από την άλλη ότι η βιβλιοθήκη είναι (ή πρέπει να είναι) ΚΑΙ ανοιχτός, δημόσιος, κοινωνικός χώρος, ένας "τρίτος χώρος", που όμως τα χαρακτηριστικά του δεν είναι είναι όπως αυτά του καφενείου ή του δημόσιου πάρκου (ή δεν μπορεί να είναι μόνο αυτά, ας αρχίσουμε να το συζητάμε και αυτό). Δανείζομαι τις ιδιότητες για το χώρο από τον David Harvey όταν ορίζει ότι ο δημόσιος χώρος είναι κατάλληλος για επικοινωνία και για κοινωνική συμμετοχή και παρέμβαση και από τον Ray Oldenburg όταν ορίζει τον τρίτο χώρο ως τον άτυπο δημόσιο χώρο πέραν της κατοικίας και της εργασίας και όπου περιλαμβάνει καφενεία, βιβλιοπωλεία, διάφορα στέκια, ακόμη και κομμωτήρια και στον οποίο εγώ θα πρόσθετα τη βιβλιοθήκη (αναφορές κάνω εδώ)
Κι επίσης, ας το συζητήσουμε, για ποιους είναι απαραίτητη η βιβλιοθήκη; Και ποιοι είναι οι εργάτες της γνώσης; Μήπως στενεύει την έννοια της βιβλιοθήκης ο περιορισμός αυτός;
Κι αφού καταθέτω μερικές σκέψεις και βάζω ερωτήματα, ας μου επιτραπεί να παραθέσω δυο τσιτάτα του Μανώλη Παπαδολαμπάκη (αρχτέκτονας επίσης, ήταν καθηγητής στο ΑΠΘ) από το βιβλίο του "Χώροι της ελευθερίας, 1. Δοκίμια για μια διαλεκτική της χωροποιητικής" (Εξάντας, 1988).
Το πρώτο αφορά τη δομή και τη μορφή του χώρου:
"Δείξε μου τη γεωμετρία σου
να σου πώ την ιδεολογία σου"
ενώ
το δεύτερο είναι ένα τρίπτυχο που χαρακτηρίζει την υποβάθμιση, όπως
λέει, της ποιότητας της καθημερινότητας και του χώρου της:
"Fast-food, Fast-love, Fast-culture"
Κι επειδή συμφωνώ ότι υπερέχει το θέαμα και το κλίμα ευφορίας και καταναλωτισμού, θα επικαλεστώ τον Zygmunt Bauman που στο εξαιρετικό βιβλίο του "Ζωή για κατανάλωση" (Πολύτροπον, 2008) - και στο οποίο δεν χαρίζεται ούτε στον καταναλωτισμό της πληροφορίας - γράφει για "μια νέα μορφή εκπολιτιστικής διαδικασίας, για ένα εναλλακτικό και φαινομενικά βολικότερο τρόπο επιτέλεσης του έργου της διαδικασίας αυτής", που θα είναι λιγότερο ευεπίφορος σε συγκρούσεις:
"... Ο νέος αυτός τρόπος, τον οποίο εφαρμόζει η ρευστή μοντέρνα κοινωνία των καταναλωτών, προκαλεί ελάχιστες ή μηδενικές αντιρρήσεις, αντιστάσεις ή εξεγέρσεις, χάρη στη μεθόδευση της παρουσίασης της νέας υποχρέωσης (της υποχρέωσης να επιλέγει κανείς) ως ελευθερίας επιλογής....".
Και βέβαια δεν πρέπει να παραλείψω ότι αν και δεν αναφέρθηκα εδώ καθόλου στη σημερινή δεινή κατάσταση που βιώνουμε στη χώρα μας ούτε και σε αιτίες κτλ (έχω εξάλλου αναφερθεί σε άλλες αναρτήσεις και αυτά ισχύουν), για τα όποια ερωτήματα και προβληματισμούς έθεσα, οπωσδήποτε οι σκέψεις και οι απαντήσεις δεν μπορούν να είναι σε άλλο, θεωρητικό, εκτός πραγματικότητας πλαίσιο.