Σπύρος Βασιλείου, Γαλαξειδιώτικο παράθυρο, 1975 |
La Recherche de la Vérité, 1963 |
Σπύρος Βασιλείου, Γαλαξειδιώτικο παράθυρο, 1975 |
René Magritte, La Recherche de la Vérité, 1963 |
Εκεί μεγάλωσε με τη γιαγιά του, δίπλα στο Νερό της Μεγάλης Θάλασσας, ο Χιαγουάθα, ο γιος της "όμορφης σαν το φως του φεγγαριού" και λυγερής Γουενονάχ και του άσπλαχνου Ζέφυρου, του Δυτικού Ανέμου, Μουτζικιαϊς. Λαϊκός ήρωας σαν τον Διγενή Ακρίτα ή ήρωας των μύθων από τη ζωή και την ιστορία των αυτόχθονων της Αμερικής, ο πραγματικός Χιαγουάθα, γηγενής από τη φυλή των Μοχώκων, έζησε τον 16ο αιώνα, πάλεψε και πέτυχε να ενώσει τις πέντε φυλές με τη Συμμαχία των πέντε Εθνών. Με το "Τραγούδι του Χιαγουάθα" που δημοσίευσε το 1855 ο Λονγκφέλλοου (1807-1882) γίνεται ο πρώτος Αμερικανός συγγραφέας που ασχολήθηκε με τους Ινδιάνους. Περιγράφει τη ζωή και τα έθιμα των Ινδιάνων και δίνει εικόνες με λεπτομέρειες από τη φύση, τη χλωρίδα και την πανίδα των περιοχών της Βόρειας Αμερικής.
Έχω στη βιβλιοθήκη μου έκδοση του 2007 στα ελληνικά με τίτλο "Το τραγούδι του Χιαγουάθα: Η Οδύσσεια ενός Ινδιάνου" από τις εκδόσεις Ηριδανός, σε μετάφραση Γλυκερίας Παπαγεωργίου. Είναι όμορφη έκδοση (όπως όλες του Ηριδανού), ενώ οι σημειώσεις στο τέλος δίνουν πολύ χρήσιμες πληροφορίες για σημεία του έργου - πρόσωπα, τοπωνύμια, λέξεις, έθιμα κτλ. - που δεν μας είναι οικεία. (Το ποίημα είχε μεταφραστεί για πρώτη φορά το 1881 από τον Ιωάννη Περβάνογλου, βλ. παρακάτω στο τέλος λίγα στοιχεία).
Ξεχωρίζει ο πρόλογος του Κώστα Γεωργουσόπουλου που συνδέει τον μύθο του Χιαγουάθα με το ήθος και την ιδεολογία του αμερικανικού λαού, με την "απωθημένη ιθαγένεια", με την πανσπερμία μεταναστών και τη γλωσσική, φυλετική και θρησκευτική βαβέλ. Γράφει:
[...]Η τόλμη του Λονγκφελλόου να γράψει ένα επικολυρικό ποίημα που να αποθεώνει τους γηγενείς ερυθρόδερμους, τους "ινδιάνους" αφήνοντας να εννοηθεί πως αυτοί είναι η ρίζα και ο αμερικανικός μύθος της ιθαγένειας ήταν πράγματι επαναστατικός, όταν τελικά σκεφτεί κανείς πως το τραγούδι "Χιαγουάθα" γράφτηκε το 1854 και δημοσιεύτηκε το 1855, όταν ο Λίνκολν τέθηκε επικεφαλής της πολιτικής και ηθικής εκστρατείας για την κατάργηση της δουλείας [...]
Κι έτσι, σαν αγάπησε την όμορφη Μινεχάχα, το Γελαστό Νερό, από τη φυλή των Ντακότα, ειρήνη έκαναν οι φυλές τους:
Στα δεξιά εικονίζεται η όμορφη Μινεχάχα |
Ο Χιαγουάθα με την αγαπημένη του Μινεχάχα (Πηγή: @glenn098776)
Ο Λονγκφέλλοου γεννήθηκε σαν σήμερα, 27 Φεβρουαρίου του 1807. Αφορμή για την ανάρτηση (πέρα από το ενδιαφέρον μου για "παλιές" ιστορίες που δείχνουν αφετηρίες και συνέχειες στους λαϊκούς πολιτισμούς) στάθηκε ένα τουίτ από άγνωστό μου Αμερικανό. Είχε δημοσιεύσει την παραπάνω φωτογραφία (την είχε τραβήξει ο ίδιος) στην οποία απεικονίζεται ο Χιαγουάθα με την αγαπημένη του Μινεχάχα σ΄ ένα χιονισμένο τοπίο. Το γλυπτό βρίσκεται στο πάρκο Μινεχάχα της Μινεάπολης στην πολιτεία Μινεσότα και δημιουργός του ήταν ο Jacob Fjelde, Νορβηγός μετανάστης (1859-1896). Συγκεκριμένα, βρίσκεται σ' ένα νησάκι στο ποταμάκι Creek της πόλης, όπως διαβάζω στις απαντήσεις του τουίτ. Το τραγούδι του Χιαγουάθα και ο θάνατος της Μινεχάχα ενέπνευσαν τους συνθέτες. Ο Στραβίνσκι εμπνεύστηκε θέματα για τη Συμφωνία του Νέου Κόσμου, ενώ άλλος συνθέτης που έγραψε όπερα ήταν ο Samuel Coleridge Taylor (τι σύμπτωση, όταν διάβαζα το ποίημα θυμόμουν τη Μπαλάντα του γέρο ναυτικού του λίγο παλιότερου Samuel Taylor Coleridge).
Λίγα για την πρώτη μετάφραση στα ελληνικά:
Η μετάφραση του Περβάνογλου είχε κυκλοφορήσει στο περιοδικό Έσπερος της Λειψίας με τον τίτλο «Το άσμα του Χιαβάθα [The Song of Hiawatha]» σε συνέχειες στα τεύχη 18-23 Ιούλιος 1881 έως Απρίλιος 1882 (η αναφορά από σχετική διπλωματική εργασία της Νίκης Μητροπούλου, δημοσιευμένη στον ιστότοπο της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Πατρών Νημερτής, το Ιδρυματικό Αποθετήριο που φιλοξενεί την πνευματική παραγωγή του Πανεπιστημίου). Ο Περβάνογλου, μάλιστα, ήταν ο εκδότης του περιοδικού.
Αξίζει να σημειώσω ότι δεν κατάφερα να ανακτήσω τα ψηφιοποιημένα τεύχη του Έσπερου, παρότι περιλαμβάνεται στο Ευρετήριο ψηφιοποιημένων περιοδικών της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Μέσω της πύλης αναζήτησης openarchives εντόπισα στο αποθετήριο Πλειάς της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Πατρών μια φιλολογική μελέτη της εποχής για το πόνημα του Περβάνογλου. Πρόκειται για εκτενή μελέτη του Κεφαλλωνίτη Επαμεινώνδα Άννινου που δημοσιεύτηκε σε τρεις συνέχειες στο περιοδικό Απόλλων το 1883 (τεύχη 6, 7 και 8) και ... όπου εις άπταιστον καθαρεύουσαν γλώσσαν δια τους ολίγους σημειώνει ότι "η ποίησις είναι ειδυλλιακή, αλλά δεν είναι ούτε θεόγνιος ουδέ θεοκρίτιος, είναι αυτόχρημα ινδική". Ο συντάκτης αναμιγνύει χριστιανισμό, λαούς, ιστορίες, μυθολογίες, δοξασίες απ' όλο τον κόσμο για να καταλήξει ότι το άσμα του Χιαβάθα παρουσιάζει τη δοκιμασία του ανθρώπου στη διαπάλη κατά της κακίας και της αδιαφορίας κατά τον πολυδαίδαλο βίο του.
Αντιγράφω κι ένα απόσπασμα του ποιήματος από παράθεση του Άννινου:
Οι βιβλιοθήκες, κάποιες υπολειτουργούν (αναγκαστικά) και κάποιες παραμένουν κλειστές. Κάποιες ακαδημαϊκές, αλλά και κάποιες δημόσιες, δημοτικές και ειδικές βιβλιοθήκες λειτουργούν στο πλαίσιο οδηγιών του ΕΟΔΥ, λαμβάνοντας τα ενδεδειγμένα μέτρα προστασίας για τους εργαζόμενους και για τους χρήστες και παρέχοντας κυρίως ηλεκτρονικές ή τηλεφωνικές εξυπηρετήσεις, καθώς και υπηρεσίες αποστολής υλικού με το ταχυδρομείο.
Στην ΚΥΑ που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 4899/Β/6-11-2020 με θέμα "Έκτακτα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού COVID-19 στο σύνολο της Επικράτειας για το διάστημα από το Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2020 έως και τη Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2020", περιλαμβάνονται και οι "Δραστηριότητες βιβλιοθηκών και αρχειοφυλακείων" στις δραστηριότητες των οποίων αναστέλλεται η λειτουργία σε όλη την Επικράτεια. Σίγουρα, οι βιβλιοθήκες, ως κλειστοί χώροι και χώροι με πολύ υλικό που μπορεί να περιέχει και να διατηρεί για μέρες ιικό φορτίο, δεν θα μπορούσαν να λειτουργούν κανονικά. Επειδή η σύνταξη του μεγαλύτερου μέρους αυτού του κειμένου έγινε αρχές Δεκεμβρίου (και παρέμεινε στα Πρόχειρα με πολλούς προβληματισμούς), δεν είμαι σίγουρη αν κυκλοφόρησε νεότερη διάταξη ή αν έχει παραταθεί η ισχύς της συγκεκριμένης.
Είναι αλήθεια ότι στον χώρο των βιβλιοθηκών έχουν αναληφθεί δράσεις, ατομικές (σε επίπεδο βιβλιοθήκης) ή συλλογικές γύρω από το θέμα της πανδημίας, τον ρόλο τους, την ενημέρωση και τα μέτρα προφύλαξης. Εδώ, θ' αναφερθώ σε κάποιες απ' αυτές.
Γενικά, οι βιβλιοθήκες,όπως σημείωσα και παραπάνω, άλλες λειτουργούν για το κοινό τους και άλλες όχι. Ήδη, αρκετές, κυρίως ακαδημαϊκές αλλά και ειδικές, δημοτικές κ.ά. δίνουν τη δυνατότητα στους χρήστες, πέρα από τις ηλεκτρονικές υπηρεσίες, να δανείζονται και φυσικό υλικό λαμβάνοντας συγκεκριμένα μέτρα προφύλαξης. Δηλαδή, κάνουν τηλεφωνικές εξυπηρετήσεις (π.χ. κρατήσεις για δανεισμό) και δανείζουν υλικό είτε με αποστολή ή με προσεκτική παραλαβή από τη βιβλιοθήκη. (Σχετικά με το σημαντικό έργο που έχουν επιτελέσει οι βιβλιοθήκες τα τελευταία χρόνια με την ψηφιοποίηση υλικού και την ανάπτυξη ηλεκτρονικών υπηρεσιών και τη χρησιμότητά τους τον καιρό αυτό της μεγάλης κρίσης είχα γράψει ήδη τον Μάρτιο στο πρώτο κλείσιμο: "Μένουμε σπίτι, και τώρα; Πάμε στις βιβλιοθήκες μας!". Οπωσδήποτε, βέβαια, δεν υπάρχει λόγος θριαμβολογίας, αντίθετα είναι μια ευκαιρία και ανάγκη αναστοχασμού και αξιολόγησης, εντοπισμού αδυναμιών και ελλείψεων και νέων σχεδιασμών.)
Στον ιστότοπο της Ένωσης Βιβλιοθηκονόμων και Επιστημόνων Πληροφόρησης έχει αναρτηθεί (6 Μαϊου 2020) κείμενο με τίτλο "COVID-19: Συστάσεις επαναλειτουργίας των Βιβλιοθηκών", το οποίο περιλαμβάνει συστάσεις που προετοιμάστηκαν από την Ένωση λαμβάνοντας υπόψη τις οδηγίες που ακολουθούνται από βιβλιοθήκες στην Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική, την Ασία και την Αυστραλία.
Διαβάζω τα παρακάτω στον ιστότοπο των Βιβλιοθηκών του ΕΚΠΑ (της οποίας μάλιστα μότο είναι η ρήση του τίτλου δανεισμένη από τον συγγραφέα του Τρίτου κύματος Άλβιν Τόφλερ):
Έτσι φαντάστηκε ο Μίνως Αργυράκης τον συγγραφέα αισθηματικών μυθιστορημάτων. Το σκίτσο δημοσιεύτηκε στο ιστορικό πια περιοδικό Διαβάζω, στο τεύχος 16, τον Ιανουάριο του 1979. Ο Αργυράκης συνεργάστηκε με το περιοδικό για μια σειρά τευχών όπου παρουσίαζε με την καυστική πένα του έναν τύπο συγγραφέα κάθε φορά, βγαλμένο από τη δική του, ιδιαίτερη, πρωτότυπη, "Πινακοθήκη των συγγραφέων".
Ο Αργυράκης είχε γεννηθεί το 1919 στο Αϊδίνι, βρέθηκε πρόσφυγας στον Βύρωνα χωρίς τον πατέρα του που τον είχαν σκοτώσει τη χρονιά που γεννήθηκε, δεν κατάφερε να μπει στην Καλών Τεχνών, ήταν μαθητής και φίλος του Τσαρούχη, κατατάχτηκε στην ΕΠΟΝ, έζησε μια γεμάτη ζωή στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, έκανε τέσσερις γάμους, συνεργάστηκε με τον Χατζηδάκι, με τον Σπαθάρη και άλλους, η χούντα έκλεισε τον χώρο τέχνης «Κιβωτός της Άμυ» που είχαν ανοίξει στην Πλάκα, έφυγε στο εξωτερικό, επέστρεψε μετά τη χούντα, ήταν φίλος με τον Γκάτσο, τη Μελίνα, τον Τάκι, είχε πλούσιο έργο, ζωγραφική, σκίτσο, σκηνογραφία, πέθανε το 1998 στην Αθήνα.
Κι όμως, την ίδια χρονιά, λίγο πριν πεθάνει, δήλωνε: «Τουλάχιστον, όμως, εγώ τη χάρηκα τη ρημάδα τη ζωή»... (Τα Νέα, 14 Φεβρουαρίου 1998, συνέντευξη στην Κάτια Πετροπούλου από το Γηροκομείο Αθηνών όπου πέθανε το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου).
Λίγο είναι ένας τέτοιος απολογισμός ζωής;
Στο περιοδικό Λέξη, Μάρτης-Απρίλης '83, στο αφιερωματικό τεύχος 23 για τον Καβάφη, o Μιχάλης Μερακλής υπέγραφε το άρθρο "Μπρεχτικός Καβάφης". Είχα γράψει πριν από μερικά χρόνια λίγα λόγια, όταν βρήκα το κείμενο μαζί με άλλα δικά του στον τόμο "Τέσσερα δοκίμια για τον Κ. Π. Καβάφη" (Καστανιώτης, 1985).
Με
αφορμή την επέτειο γέννησης, σαν σήμερα, του Μπέρτολτ Μπρεχτ (10 Φεβρουαρίου 1898), θυμήθηκα
εκείνο το κείμενο και ανέτρεξα στις χειρόγραφες σημειώσεις που είχα κρατήσει τότε
(το είχα διαβάσει στα τέλη του 2013) τις οποίες και παραθέτω εδώ αυτούσιες:
Στο "Μπρεχτικός Καβάφης" ο Μιχάλης Μερακλής αναφέρεται στους Γιάννη Δάλλα και Γιώργο Βελουδή που το 1974 και 1973 αντίστοιχα είχαν πρώτοι κάνει αναφορά σ' αυτό, ο πρώτος από φιλολογική σκοπιά και ο δεύτερος από θεατρική. Ο ίδιος, εδώ επιχειρεί "την εμπέδωση αυτής της ερμηνείας [της θεατρικής] του καβαφικού έργου με έμφαση στις θεατρικές δραματικές του διαστάσεις και προπαντός στη σημασία της χειρονομίας" (σελ. 46, σημ. 2).
Στο κείμενό του ο Μερακλής κάνει μια ωραία εισαγωγή στο μπρεχτικό θέατρο, στην τεχνική της αποξένωσης και στην απαλλαγή του θεατή από την ταύτιση, την ενσυναίσθηση, η οποία δεν του επιτρέπει την κριτική. Ο Μπρεχτ, γράφει, χρησιμοποιεί απλές καθημερινές εικόνες και πρόσωπα, όμως τους αφαιρεί την οικειότητα, ώστε ο θεατής να μην ταυτιστεί και, από απόσταση, να μπορεί να κρίνει. (σελ. 34-35).
Κάνει λόγο και για την χειρονομία που χρησιμοποιεί ο Μπρεχτ, το θέατρό του, γράφει, είναι "μια σπουδή της τέλειας χειρονομίας" που συνδυάζει "την τελειότητα της έκφρασης καθαυτήν και της έκφρασης του περιεχομένου" (σελ. 37).
Αναφέρεται και στη συμβολή του χορού στην αποξένωση, όπως γινόταν και στις τελετουργίες, "όπου επιδιωκόταν η επικοινωνία με τους "ξένους", απόμακρους από τους ανθρώπους θεούς και τις άλλες υπερφυσικές δυνάμεις" (σελ. 37). Κάνει δε συχνές αναφορές στο "Μικρό όργανο για το θέατρο" του Μπρεχτ.
Έτσι και ο Καβάφης είναι μπρεχτικός ποιητής που επιδιώκει την αποστασιοποίηση του αναγνώστη από τα παριστανόμενα, ώστε να τα δει ψύχραιμα και κριτικά (σελ. 40). Υπολογίζει πως από τα 154 ποιήματα της "στερεότυπης έκδοσης, μόνο τα 50 είναι καθαρά υποκειμενικά, χωρίς το στοιχείο της απόστασης. (σελ. 48, σημ. 17). Ως πιο καθαρά πολιτικό θεωρεί το ποίημά του "Εύνοια του Αλεξάνδρου Βάλα" (σελ. 45). Εδώ, γράφει, "μας ενδιαφέρει να προσέξουμε τη χειρονομία και τη θεαματική-θεατρική αξία του ποιήματος, τις κινήσεις ενός προκλητικού όμορφου αλλά κυνικού νέου, που ξεσκεπάζουν μια απαράδεκτη κοινωνική αταξία".
-------------------------------------------------------------------------------------------------
Σημείωση: Η παραπάνω εικόνα είναι η πρώτη σελίδα του άρθρου όπως πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Λέξη". Υπάρχει στη συλλογή ψηφιοποιημέννων περιοδικών του ΕΚΕΒΙ. (Αλήθεια, κανένα νέο για τον Οργανισμό Βιβλίου; Μπα... πού καιρός...). Οι σημειώσεις μου, πάντως, είναι από την έκδοση στο βιβλίο.
Αδριάντας του Κώστα Μουντάκη στο Ρέθυμνο (Pavlos 1988, https://commons.wikimedia.org/wiki/File:Kostas_Mountakis_statue_at_Rethymno.jpg) |
Και επάνω εις όλα τα κακά - ποιος θα το πιστέψη; - εβασίλευε από τότε πολυκέφαλο θεριό το ρουσφέτι. Ήταν αλήθεια αβάφτιστο τότε, αλλά ζωντανό, θεριωμένο, Δράκος όνομα και πράμμα.
Στο βιβλίο του ο συγγραφέας καταδεικνύει με πολλές αναλύσεις, αναφορές και παραδείγματα πώς η γλώσσα συμπιέζεται και διαμορφώνεται και πώς εντέλει εξορίζεται στο καταπιεστικό ναζιστικό καθεστώς και πώς οι άνθρωποι βιώνουν αντίστοιχα αυτές τις δυστοπίες.
Κάνει εκτεταμένες αναφορές στον Πάουλ Τσέλαν, στον οποίο αφιερώνει μάλιστα τη μελέτη αυτή, έναν ποιητή που, όπως πολλοί άλλοι αλλά ίσως περισσότερο τραγικά αυτός, βίωσε αυτή την εξορία της γλώσσας και τελικά δεν την άντεξε. Παραπέμπει επίσης συχνά στον επίσης τραγικό Πρίμο Λέβι, στον Ίμρε Κέρτες, στον Ζέμπαλντ, στον Άπελφελντ, στον ΄Άγκαμπεν, στον Αντόρνο, στη Χάνα Άρεντ και την περίιπτωση του Άιχμαν και σε πολλά άλλα πρόσωπα, στα έργα τους, στον τρόπο που αντιμετώπισαν το συγκεκριμένο ζήτημα χρήσης της γλώσσας "μετά το Άουσβιτς"και στη σχέση μεταξύ τους.
Σε θεωρητικό επίπεδο αναφέρεται στις ψυχαναλυτικές έννοιες που τον ενδιαφέρουν όπως αυτές της μεταβίβασης και αντιμεταβίβασης, σε έννοιες όπως η αμφιβολία, η ενοχή και η ντροπή, στη γλωσσολογία και τον πατέρα της γλωσσολογίας τον Σωσσύρ, στη μνήμη, στη λογοτεχνία, στην ποίηση, στην "αντίσταση εντός της γλώσσας", αλλά και στην "εχθρότητα προς την ποίηση της μετά το Άουσβιτς εποχής".
Είναι συγκλονιστικά αυτά που καταθέτει ο συγγραφέας για το πώς βίωσαν οι άνθρωποι τον βιασμό της μητρικής τους γλώσσας από το ναζισμό, πώς αρνούνται δεσμούς με τη γλώσσα τους όταν έχει υποστεί αυτό τον βιασμό ή αντίθετα πώς χρησιμοποιούν τη μητρική για να μην μείνει στους Ναζί ή πώς κρύβουν τη μητρική γλώσσα φοβούμενοι έναν τέτοιο βιασμό.
Πολλά μπορεί κανείς να μεταφέρει από το βιβλίο, γεμάτο σημειώσεις το δικό μου αντίτυπο, διαβασμένο από το '17 βέβαια, απλά εδώ μεταφέρω μόνο το γενικό κλίμα, τις θεματικές του, πραγματικά αξίζει να δει κανείς κι αυτή την πλευρά των αποτελεσμάτων από τη ναζιστική θηριωδία.
Ο Βικτόρ Κλεμπερέρ είναι ο πολύτιμος μάρτυρας και ο αντιστασιακός αυτής της γλώσσας, ο οποίος αντιλήφθηκε πολύ νωρίς την τύχη που της επιφύλασσε το ναζιστικό σύστημα· ήταν ίδια με την τύχη που επιφύλασσε σε όλους όσους δεν κατάφερνε να αφομοιώσει ο ναζισμός ή σε εκείνους που τους αντιστέκονταν: η εξορία στο στρατόπεδο συγκέντρωσης και στη συνέχεια, προοδευτικά, η εξόντωση. Η ευαισθησία του ως καθηγητή λογοτεχνίας, το "σημάδεμά" του ως Εβραίου και ο γάμος του με γυναίκα της άριας φυλής, που στάθηκε στο πλάι του, φαίνεται να υπήρξαν οι καθοριστικοί παράγοντες για την τοποθέτησή του σε αυτή την άκρως επικίνδυνη θέση, τη θέση του μάρτυρα της προοδευτικής εξορίας της γερμανικής γλώσσας εντός της ναζιστικής γλώσσας. Θέτοντας σε κίνδυνο τη ζωή τη δική του αλλά και της γυναίκας του, καταχώρισε στις σημειώσεις του, τις οποίες έκρυβε επισταμένως, την προοδευτική υποδούλωση των λέξεων, κι έπειτα ολόκληρης της γλώσσας, στο ναζιστικό σύστημα...
Έτσι αρχίζει το βιβλίο του Νασίκα. Ο Βίκτορ Κλέμπερερ, γερμανός φιλόλογος, από Εβραίους γονείς, δημοκράτης κυνηγημένος από τους Ναζί, κυκλοφόρησε το 1947 βιβλίο για τη γλώσσα του Γ' Ράιχ (πρωτότυπος τίτλος "LTI – Lingua Tertii Imperii: Notizbuch eines Philologen". * Πώς στη ναζιστική Γερμανία η γλώσσα της εποχής εμποτίζεται από τη ναζιστική ιδεολογία και θηριωδία. Αποκαλυπτικό.
Αυτό ήταν το θέμα της εικαστικής εγκατάστασης "Ο Κήπος του Φιλόλογου" της εικαστικού Ελένης Παπαϊωάννου που παρουσίασε το 2018 στον Κήπο του Επιγραφικού Μουσείου στην Αθήνα. Επιλέγει αποσπάσματα από το βιβλίο και μας καλεί να μελετήσουμε και να ερμηνεύσουμε τον ρόλο της γλώσσας μέσα ή έξω από τον αρχικό κόσμο της. όπως στην παραπάνω εικόνα που λέει: Η επιμονή είναι αρετή.
Άραγε, αναρωτιέται ο Νασίκας, οι λέξεις που είναι ξεκομμένες από την πραγματικότητα την οποία ονόμαζαν, εξακολουθούν να είναι λέξεις;
Και ο Τσέλαν **
----------------------------------------------------------------------------------------------------------
Παραπομπές και Σημειώσεις
* Για "τον Κλέμπερερ και τη γλώσσα του Τρίτου Ράιχ είχε γράψει ο Γεράσιμος Βώκος άρθρο στο Βήμα (24/11/2008). Επίσης, πολύ ενδιαφέρον έχει το άρθρο με τίτλο "Ενα πολύτιμο κόκκινο βιβλιαράκι" της Μικέλας Χαρτουλάρη στην Εφημερίδα των Συντακτών, στο οποίο παρουσιάζει το LTI-Λεξικό της Ελληνικής Στρατιωτικής Χούντας, παραπέμποντας στο βιβλίο του Κλέμπερερ. (Στοιχεία καταλόγου για το ελληνικό λεξικό: LTI – Lingua Tertii Imperii. Editor D. G. Andújar. Wörterbuch der griechischen Militärjunta / Glossary of the Greek Military Junta. Τρίγλωσση έκδοση (ελληνικά – γερμανικά – αγγλικά). Σελ. 190. Documenta 14 at Parko Eleftherias / Documenta und Museum, Kassel, 2016.)
** Το αντέγραψα από το βιβλίο του Νασίκα (σελ. 63). Παραπέμπει στο βιβλίο Paul Celan: Ποιητής, επιζών, Εβραίος του J. Felstiner (μτφρ. Ιωάννα Αβραμίδου, Νεφέλη 2008).
Σημείωση: Η εισαγωγή του Μπερνάρ Γκολς που υπάρχει στο βιβλίο έχει δημοσιευτεί ολόκληρη στο ηλεκτρονικό περιοδικό ο αναγνώστης.