Σελίδες

Πέμπτη 6 Ιουλίου 2017

Το βιβλίο, του Τζον Έιγκαρντ, που διηγείται όμορφα την ιστορία της ζωής του




Αν θέλουμε να φτιάξουμε μια λίστα διαβασμάτων για το καλοκαίρι (παρά τις επιφυλάξεις μου για διακρίσεις τύπου "βιβλία για το καλοκαίρι"), και μάλιστα αν απευθυνόμαστε σε παιδιά και έφηβους, θα πρότεινα και το βιβλίο του Τζον Έιγκαρντ (John Agard) Το βιβλίο: "Με λένε βιβλίο και θα σου πω την ιστορία της ζωής μου..." (εκδ. Πατάκη 2016 σε μετάφραση Γιάννη Δούκα και Βασιλικής Πέτσα και με εικονογράφηση του Νιλ Πάκερ).

Ο συγγραφέας, πιο σωστά το ίδιο το βιβλίο, αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο την ιστορία του σαν παραμύθι, ξεκινώντας από την πολύ παλιά εποχή που οι άνθρωποι τραγουδούσαν κι έλεγαν ιστορίες δίπλα στη φωτιά. 

Έψαλλαν και χόρευαν για να τιμήσουν τις εποχές. Και οι γεροντότεροι μετέφεραν τις παραδόσεις στους νεότερους από στόμα σε στόμα. Με τη δύναμη της μνήμης...

Τότε ακόμη δεν είχε γεννηθεί η γραφή. Μέχρι που ήρθαν οι Σουμέριοι και οι Αιγύπτιοι που έγραψαν, καλύτερα σχεδίασαν, πάνω σε πήλινες πινακίδες. Πριν από την "κανονική" γραφή, οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν άλλους τρόπους επικοινωνίας, όπως πραγματικά αντικείμενα, πραγματικά ζώα κτλ., με αποτέλεσμα βέβαια συχνά να παρερμηνεύονται οι συμβολισμοί των μηνυμάτων που αντάλλασσαν.




Μας δίνει το παράδειγμα του μηνύματος που έστειλαν οι Σκύθες στο Δαρείο όταν αυτός εισέβαλε στη χώρα τους. Το δέμα που μετέφερε το μήνυμά τους περιείχε έναν βάτραχο, ένα ποντίκι, ένα πουλί και τρία βέλη (αναφέρεται στον Ηρόδοτο, Ιστορίαι Δ), η ερμηνεία όμως που δόθηκε από τον παραλήπτη ήταν άλλη από το μήνυμα που έστελναν οι αποστολείς. 

Περιγράφει τα διάφορα εργαλεία και τις τεχνικές γραφής που κατά καιρούς χρησιμοποιήθηκαν, με ευχάριστο και ανάλαφρο λόγο και με πλούσια εικονογράφηση να συνοδεύει το κείμενο. Όπως η παραπάνω εικόνα που περιέχεται στο κεφάλαιο "Λόγια φτερωτά" και αναφέρεται στη χρήση γραφίδων από φτερά διάφορων πουλιών. Πρέπει, βέβαια, να επισημάνω ότι αυτή την ευχαρίστηση την απολαμβάνω ως αναγνώστρια του ελληνικού κειμένου, και σε αυτό έχει συμβάλει οπωσδήποτε και η καλή μετάφραση, έτσι και στα ελληνικά διαβάζουμε ένα βιβλίο με όμορφο, ευχάριστο, χαλαρό κείμενο, χωρίς να χάνεται η αξία του πλούσιου περιεχομένου του.



Πώς θα σου φαινόταν η ιδέα να είσαι μοναχός του Μεσαίωνα και, για ν' αποκτήσεις στυλό, να πρέπει να μαδήσεις πουλιά;

Και μας πληροφορεί ότι "τα φτερά κύκνου θεωρούνταν πολύτιμα για την ποιότητά τους, τα φτερά γαλοπούλας για την ανθεκτικότητά τους και τα φτερά κουρούνας για τη λεπτή μύτη της γραφίδας τους."

Μιλά για τους μοναχούς του Μεσαίωνα που αντέγραφαν και κλείδωναν τα βιβλία (που έτσι τα διέσωζαν κιόλας, βέβαια), για τον Γουτεμβέργιο και την τυπογραφία, για την παλαιά μορφή των βιβλίων σε μορφή κώδικα (codex), για την εξέλιξη στο δέσιμο των βιβλίων, για το κείμενο στο οπισθόφυλλο και την προέλευση της αγγλικής λέξης blurb (στα ελληνικά σημαίνει κάτι σαν διαφήμιση ή εγκώμιο για κάτι ή κάποιον, στα βιβλία είναι το κείμενο στο οπισθόφυλλο που δίνει πληροφορίες για το περιεχόμενο και για το συγγραφέα του και το λέμε συνήθως κείμενο οπισθόφυλλου, μια σχετική συζήτηση είχε γίνει προ ετών στη λεξιλογία).

Μας μιλά πολύ για τις βιβλιοθήκες, τους "οίκους μνήμης", τα "θεραπευτήρια ψυχής", τους "ωκεανούς πολύτιμων λίθων", επικαλούμενος χαρακτηρισμούς που έχουν δώσει διάφοροι αρχαίοι λαοί. Μιλά για τους Σουμέριους, τους Ασσύριους, τους Αιγύπτιους, τους Έλληνες, τους Ινδούς, τους Κινέζους, τους Ρωμαίους. Αναθυμάται την εποχή που στις βιβλιοθήκες υπήρχε η πινακίδα "Δεν επιτρέπονται παιδιά και σκύλοι", τώρα που ... έχουν αλλάξει οι καιροί:

Τώρα οι βιβλιοθήκες είναι για όλους και πραγματικά μου φτιάχνει τη διάθεση να δίνω χαρά στους ηλικιωμένους που έρχονται για να διαβάσουν ή να ζεσταθούν και να βρουν συντροφιά. Είχαν απόλυτο δίκιο οι αρχαίοι Έλληνες, όταν αποκαλούσαν τη βιβλιοθήκη "φαρμακείο της ψυχής".

(Πραγματικά, "ψυχής άκος" ονόμαζαν τις βιβλιοθήκες οι πρόγονοί μας, κι έτσι την είχαν οραματιστεί οι πιο κοντινοί πρόγονοί μας, στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν έφτιαξαν τη βιβλιοθήκη στις Μηλιές Πηλίου και κόσμησαν την επιγραφή της εισόδου με τα ίδια αυτά λόγια. Όσοι έχουμε πάει στις Μηλιές, ασφαλώς και την έχουμε δει από κοντά, όσοι δεν έχουν πάει, να μια καλή ευκαιρία!).

Μιλά για όλες τις περιόδους της ζωής του και τις αλλαγές που γνώρισε, μη παραλείποντας ν' αναφερθεί και στον κύριο Μπράιγ που γέμισε τις σελίδες του με μικρές ανάγλυφες κουκκίδες φτιάχνοντας ένα σύστημα για να διαβάζουν οι τυφλοί. Μιλά και για την εποχή που δακτυλογραφούσαν στη γραφομηχανή και οι συγγραφείς 'ακουγαν τις λέξεις τους "να χορεύουν κλακέτες επάνω στη λευκή σελίδα". Και φτάνει στη σημερινή εποχή που το βρίσκει να τσακώνεται με το ηλεκτρονικό βιβλίο που δεν ξέρει τι θα πει "χώνω τη μύτη μου σ' ένα βιβλίο", που δεν ξέρει από μυρωδιές

Και μίλησα στο eBook για τη ρωμαϊκή εποχή, όταν η περγαμηνή μου μύριζε ζαφορά, και τη βικτωριανή εποχή, όταν το χαρτί μου μύριζε αποξηραμένη λεβάντα και ροδοπέταλα.

Και τότε, το ηλεκτρονικό βιβλίο ζήτησε να διακόψουν για λίγο, γιατί η μπαταρία του χρειαζόταν φόρτιση, κι έπειτα έπρεπε να το "μπουτάρουν".

Τελειώνοντας την αφήγηση της ιστορίας του το βιβλίο, δεν παραλείπει να ευχαριστήσει όλους αυτούς που το φτιάχνουν και το φροντίζουν: αναγνώστες, βιβλιοδέτες, βιβλιοθηκάριους, βιβλιοπώλες, βιβλιόφιλους, γραφίστες, εικονογράφους, επιμελητές, κριτικούς, μεταφραστές, συγγραφείς, τυπογράφους.






Αναζήτησα στο Διαδίκτυο στοιχεία για τον συγγραφέα. Ο Τζον Έιγκαρντ (John Agard) είναι Αφρο-Γουιανέζος ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και συγγραφέας παιδικών βιβλίων. Ζει στην Αγγλία, αλλά γεννήθηκε το 1949 στη Βρετανική Γουιάνα, ένα κράτος της νότιας Αμερικής δίπλα στη Βραζιλία, τη Βενεζουέλα και το Σουρινάμ. Ονομαζόταν έτσι μέχρι το 1966 ως αποικία των Άγγλων, ενώ από το 1970 αποτελεί το κράτος της Γουιάνας, ανεξάρτητο αλλά μέλος της Βρετανικής Κοινοπολιτείας.

Διάσημο στην Αγγλία είναι το ποίημά του "Half-caste", που θα πει μιγάς, το άτομο που έχει μικτή προέλευση, και είναι όρος που χρησιμοποιείται με αρνητική σημασία, με χλευασμό, όπως θα λέγαμε στα ελληνικά "μπάσταρδος". Σημειώνεται ότι ο πατέρας του Έιγκαρντ ήταν μαύρος από την Καραϊβική και η μητέρα του Πορτογαλέζα, ήταν δηλαδή κι ο ίδιος "half-caste". Το ποίημα περιλαμβάνεται στην Ανθολογία της αγγλικής λογοτεχνίας που διδάσκεται στους μαθητές 14-16 ετών στα γυμνάσια της Αγγλίας. Με πολλές εργασίες και αναλύσεις που βρίσκουμε και στο διαδίκτυο, βλέπουμε ότι στόχος είναι τα παιδιά να διδάσκονται, να αναλύουν και να προβληματίζονται για αυτό "θέλει να πει ο ποιητής" και τελικά να οδηγούνται στο συμπέρασμα ότι πρέπει να υπάρχει προσοχή στη χρήση της γλώσσας, ώστε να μην στιγματίζονται αλλά ούτε και να προσβάλλονται και να νιώθουν άσχημα οι άθρωποι εξαιτίας της καταγωγής τους.

Παραθέτω μερικούς στίχους από το ποίημα του Έιγκαρντ, το οποίο είναι γραμμένο με ειρωνικό ύφος και σε αγγλικά με ιδιαίτερα ιδιωματικά στοιχεία:

Excuse me
standing on one leg
I’m half-caste.
Explain yuself 
wha yu mean
when yu say half-caste
yu mean when Picasso
mix red an green
is a half-caste canvas?
explain yuself
wha yu mean
when yu say half-caste
yu mean when light an shadow
mix in de sky
is a half-caste weather?
well in dat case
england weather
nearly always half-caste
in fact some o dem cloud
half-caste till dem overcast
so spiteful dem don’t want de sun pass
ah rass?
explain yuself
wha yu mean
when yu say half-caste
yu mean tchaikovsky
sit down at dah piano
an mix a black key
wid a white key
is a half-caste symphony?
............................. 
an when I sleep at night
I close half-a-eye
consequently when I dream
I dream half-a-dream
an when moon begin to glow
I half-caste human being
cast half-a-shadow
but yu must come back tomorrow
wid de whole of yu eye
an de whole of yu ear
an de whole of yu mind.
an I will tell yu 
de other half
of my story.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου