Μια ιστορική συνάντηση πραγματοποιήθηκε στην Κέρκυρα το τριήμερο 13-15 Νοεμβρίου 2015. Η Εταιρεία
Κερκυραϊκών Σπουδών και το Μουσείο Σολωμού οργάνωσαν ένα επιστημονικό συνέδριο,
αφιερωμένο στις τρεις κορυφαίες σύγχρονες πεζογράφους μας, δίνοντας την ευκαιρία για ένα
ζεστό συναπάντημα στο νησί της Καλυψούς, αλλά και νησί του Κωνσταντίνου Θεοτόκη,
του Μάρκου Ζαβιτσιάνου, του Νικόλαου Μάντζαρου, του Ευγένιου Βουλγάρεως, των
μηχανικών Χρόνη και Παρμεζάν, της Ιονίου Πολιτείας, το νησί που διάλεξαν οι
κορυφαίοι μας ποιητές Διονύσιος Σολωμός και Ανδρέας Κάλβος να περάσουν μεγάλο
μέρος της ζωής τους, το νησί των φιλαρμονικών, της μουσικής, του πολιτισμού.
Ήταν ένα πολύ σφιχτό, καλά οργανωμένο συνέδριο με
πολλές και πολύ ενδιαφέρουσες εισηγήσεις από ομιλητές που ήρθαν από όλα τα μέρη
της Ελλάδας, από τα Πανεπιστήμια της Κρήτης και της Αθήνας, από το Ιόνιο, το
Αριστοτέλειο, το Δημοκρίτειο, αλλά και από το Πανεπιστήμιο του Κιέλου της
Γερμανίας, από το Σύλλογο Φιλολόγων Χανίων κτλ κτλ. Το πρόγραμμα μπορεί να βρεθεί εδώ: http://www.ionio.gr/central/download.php?f=07000-07999/IU-nf-07612-88421-gr.pdf).
Ήταν μια ευτυχής συγκυρία να έχουμε μαζί τις Ρέα Γαλανάκη, Μάρω Δούκα και Ιωάννα Καρυστιάνη. Ακούγοντάς τις στο στρογγυλό τραπέζι την Κυριακή το μεσημέρι να ξεδιπλώνουν τις σκέψεις τους, γιατί γράφουν, πώς ξεκίνησαν, πώς βλέπουν τον κόσμο, ο νους μου πήγαινε στα έργα τους, στα σημεία εκείνα που με είχαν αγγίξει ιδιαίτερα.
Από την
Κρήτη και οι τρεις, η Κρήτη είναι παντού, στο έργο τους, στον τρόπο που
σκέφτονται, που βλέπουν τη ζωή. Ήταν συγκινητικό όταν η Καρυστιάνη μετέφερε τις
εικόνες του γενέθλιου τόπου σε άλλους τόπους που αγαπά, όταν έδεσε τα Χανιά με
τη Σκιάθο κι ας μην έχει πάει ποτέ όπως είπε κι όταν αναφέρθηκε στης Χαλέπας τις αυλές με
τα γιασεμιά που της θυμίζει η Άνδρος. Ήταν ενδιαφέρον όταν η Γαλανάκη όρισε τη
λογοτεχνία ως σπουδή στην παραβίαση των ορίων. Και ήταν σημαντικό όταν η Δούκα
είπε, ότι συνομιλώντας με την ιστορία, προσπαθεί να την εξανθρωπίσει, να την
ενσωματώσει στην καθημερινή πράξη.
Προσωπικά, και για τις τρεις πεζογράφους μας, έχω θαυμασμό και εκτίμηση στο έργο τους. Αν μου ζητούσαν να ξεχωρίσω ένα, θα ήταν σίγουρα δύσκολο, θα μπορούσα όμως να προτείνω από τη Γαλανάκη το "Θα υπογράφω Λουί", από τη Δούκα το "Έλα να πούμε ψέματα", από την Καρυστιάνη το "Μικρά Αγγλία".
Βέβαια, το "Ελένη ή ο Κανένας", το πρώτο της Γαλανάκη που διάβασα, ήταν μια αποκάλυψη, όπως και το "Βίος του Ισμαήλ Φερίκ Πασά" ήταν μια δυνατή ιστορία, δεμένη με την ιστορία και τη μοίρα της Κρήτης. Το "Αθώοι και φταίχτες" της Δούκα, πέρα από τις νοσταλγικές, για μένα, εικόνες της κοινής μας γενέτειρας πόλης, έφερε στην επιφάνεια το ζήτημα των Τουρκοκρητικών και της συμβίωσης τις τελευταίες δεκαετίες πριν από την Ένωση. Ενώ με το δεύτερο της τριλογίας της, "το Δίκιο είναι ζόρικο πολύ", αποκάλυψε το ρόλο των Άγγλων και των ντόπιων φίλων τους στην παράταση παραμονής των Γερμανών στη Δυτική Κρήτη, συνομιλώντας πάντα με την ιστορία και με τους ανθρώπους, πραγματικούς ή επινοημένους, που την γράφουν. Στην Καρυστιάνη, θα πρέπει να πω ότι το "Σουέλ" με εντυπωσίασε για το θέμα και τις λεπτομέρειες που το περιγράφουν, αλλά και για τις εκπλήξεις που επιφυλάσσει στον αναγνώστη στην εξέλιξη της ιστορίας, ενώ τα "Σακιά" είναι δυνατό έως υποβλητικό, βάζοντας την αναγνώστρια στη θέση της ηρωίδας.
Προσωπικά, και για τις τρεις πεζογράφους μας, έχω θαυμασμό και εκτίμηση στο έργο τους. Αν μου ζητούσαν να ξεχωρίσω ένα, θα ήταν σίγουρα δύσκολο, θα μπορούσα όμως να προτείνω από τη Γαλανάκη το "Θα υπογράφω Λουί", από τη Δούκα το "Έλα να πούμε ψέματα", από την Καρυστιάνη το "Μικρά Αγγλία".
Βέβαια, το "Ελένη ή ο Κανένας", το πρώτο της Γαλανάκη που διάβασα, ήταν μια αποκάλυψη, όπως και το "Βίος του Ισμαήλ Φερίκ Πασά" ήταν μια δυνατή ιστορία, δεμένη με την ιστορία και τη μοίρα της Κρήτης. Το "Αθώοι και φταίχτες" της Δούκα, πέρα από τις νοσταλγικές, για μένα, εικόνες της κοινής μας γενέτειρας πόλης, έφερε στην επιφάνεια το ζήτημα των Τουρκοκρητικών και της συμβίωσης τις τελευταίες δεκαετίες πριν από την Ένωση. Ενώ με το δεύτερο της τριλογίας της, "το Δίκιο είναι ζόρικο πολύ", αποκάλυψε το ρόλο των Άγγλων και των ντόπιων φίλων τους στην παράταση παραμονής των Γερμανών στη Δυτική Κρήτη, συνομιλώντας πάντα με την ιστορία και με τους ανθρώπους, πραγματικούς ή επινοημένους, που την γράφουν. Στην Καρυστιάνη, θα πρέπει να πω ότι το "Σουέλ" με εντυπωσίασε για το θέμα και τις λεπτομέρειες που το περιγράφουν, αλλά και για τις εκπλήξεις που επιφυλάσσει στον αναγνώστη στην εξέλιξη της ιστορίας, ενώ τα "Σακιά" είναι δυνατό έως υποβλητικό, βάζοντας την αναγνώστρια στη θέση της ηρωίδας.
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσες, αλλά επίσης ελπιδοφόρες και συγκινητικές ήταν οι παρουσίες των νέων που συμμετείχαν στο συνέδριο, παρουσιάζοντας πρωτότυπες αναλύσεις για το έργο των τριών πεζογράφων μας.
Οι χώροι του Μουσείου Σολωμού όπου πραγματοποιήθηκε το Συνέδριο ήταν μικροί για τις συγκεκριμένες εκδηλώσεις, ήθελαν όμως οι οργανωτές να γίνουν στο σπίτι του μεγάλου ποιητή Διονυσίου Σολωμού. Αξίζει μια επίσκεψη στο Μουσείο αυτό. Περιδιαβαίνοντας τις αίθουσες με τους πίνακες και με τις προθήκες με το ιστορικής αξίας αρχειακό και βιβλιακό υλικό που εκτίθεται, δεν έχω παρά να σκεφτώ πόσο σημαντικό ρόλο στα ελληνικά γράμματα, στην εκπαίδευση αλλά και στην επιστήμη έπαιξαν τα Επτάνησα και μάλιστα η Κέρκυρα και μάλιστα η Ιόνιος Ακαδημία, αλλά και γενικότερα οι θεσμοί και οι άνθρωποι που έζησαν και έδρασαν στο νησί.
Βέβαια, δεν μπορώ να μην αναλογιστώ και τους "μοναχικούς μαυροντυμένους περιπατητές της Κέρκυρας", μαζί τον Κάλβο και το Σολωμό, που, όπως περιγράφει ο Σωκράτης Καψάσκης, δεν αντάλλαξαν ούτε μία κουβέντα όλα τα χρόνια που ζούσαν στο νησί (και ήταν πολλά αυτά τα χρόνια).
Ας έρθω στο σήμερα όμως, για ν' αναφερθώ στη συνέχεια της παράδοσης πολιτισμού στην Κέρκυρα. Και θα σταθώ μόνο στο εξαιρετικό λογοτεχνικό περιοδικό "Πόρφυρας", βασικοί συντελεστές του οποίου είναι οι κ. Παγκράτης και Κονιδάρης, Πρόεδρος και Γραμματέας της Εταιρείας Κερκυραϊκών Σπουδών. Και να παραθέσω ένα μικρό απόσπασμα από το ομώνυμο ποίημα του Διονυσίου Σολωμού (το έγραψε μετά το περιστατικό στην Κέρκυρα, όπου ένας πόρφυρας - καρχαρίας - κατασπάραξε έναν Άγγλο στρατιώτη):
«Φιλώ τα χέρια μ' και γλυκά το στήθος μ' αγκαλιάζω.
Ανοιχτά πάντα κι άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου.
Ποια πηγή τάχα σε γεννά, χαριτωμένη βρύση;»
Αλλά, δεν μπορώ να μην αναφερθώ και στον Κερκυραίο ποιητή Ορέστη Αλεξάκη, που έφυγε πριν λίγους μήνες:
"...
ας προχωρήσομεανοίγοντας ένα φεγγίτη στην κατάκλειστη κάμαρα
ανάβοντας ένα καντήλι στο αφάλι του μεσονυχτιού
σκάβοντας μια σήραγγα πίστης μέχρι το εύφλεκτο
κοίτασμα
πυρπολώντας τον έγκλειστο ορίζοντα με μιαν έκρηξη
ελπίδας
ας προχωρήσαμε λοιπόν - ας προχωρήσομε
ρ υ μ ο υ λ κ ώ ν τ α ς τ η ν Ε ξ ο δ ο π ρ ο ς τ α τ ε ί χ η".
(Απόσπασμα από το ποίημα "Οι Κόνδορες", Πηγή: http://poema.gr/dokimio.php?id=300&pid=29)
Όπως, όταν κοιτάζεις από το παράθυρο του Μουσείου Σολωμού τη θάλασσα ν' απλώνεται μπροστά σου και το νησάκι του Βίδο απέναντι, κι αφήνεις τη σκέψη ελεύθερη να σε ταξιδέψει... Όπως μας ταξιδεύουν η Γαλανάκη, η Δούκα και η Καρυστιάνη με το λόγο τους, που, είτε είναι λόγος νοσταλγικός ή αγαπητικός ή συνομιλία ή παραβίαση ορίων, είναι όμως λόγος ανθρώπινος και λόγος ανθρωπιάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου