Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2017

Επιφυλάσσομαι ελπίζοντας ή μια ζωή θα ψειρίζω τη μαϊμού;


Πριν από δυό χρόνια, παραμονές των εκλογών Γενάρη του 2015, παρέθετα σε ανάρτηση με τίτλο "Στο δρόμο της ελπίδας και της αξιοπρέπειας, στο δρόμο της Αριστεράς!" λίγα αποσπάσματα από το βιβλίο των σοφών Γάλλων γεράκων (ας μου επιτραπεί αυτός ο τρυφερός χαρακτηρισμός γιατί έχω μεγάλη εκτίμηση στο πνεύμα και των δύο) Στεφάν Εσσέλ (1917-2013) και Εντγκάρ Μορέν (1921- ) "Ο δρόμος της ελπίδας". 

Οι έννοιες που ξεχωρίζουν στο μικρό αυτό βιβλίο-μανιφέστο είναι ελπίδα, αξιοπρέπεια, αγάπη, συμπόνοια, αλληλεγγύη, κατανόηση, ελευθερία, γνώση, αισθητική, παιδεία.

Αναφέρθηκα σ' αυτό τότε γιατί ένιωθα ότι σε λίγες σελίδες συμπυκνώνονται με απλό τρόπο οι έννοιες και οι ιδέες που (πρέπει να) υπηρετεί η Αριστερά. Και σε αυτές τις ιδέες στηρίξαμε τις ελπίδες μας όσοι ψηφίσαμε τον Σύριζα (και τότε) και σε αυτές τις ιδέες - θέλω να πιστεύω - στηρίζεται η αριστερή Κυβέρνηση του Σύριζα (παρά τις ... παρασπονδίες καμιά φορά).

Σήμερα, δυο χρόνια μετά, ο απολογισμός. Πολύ μελάνι, πολλή πόλωση, πολύς ο χωρισμός και το μίσος, καμιά ανοχή, ενώ, δυστυχώς, υπάρχουν πολλά ακόμη προβλήματα, πολλές ακόμη δυσκολίες, πολλές αδυναμίες, πολλά τα μέτωπα, και υπάρχουν βέβαια επιφυλάξεις, προβληματισμοί, διάφορες απόψεις. Αλλά έτσι είναι η δημοκρατία. Η ελευθερία να έχεις τις απόψεις σου και να μπορείς να τις λες δημόσια και ανοιχτά (σε ορισμένο πλαίσιο βέβαια, όμως μεγάλη κουβέντα αυτή), να μπορείς να διαφωνείς και οι άλλοι να σε ακούνε. Είναι μόνο αυτό όμως; Και το ψέμα, η έπαρση, η άγνοια, η αμορφωσιά (όχι αυτών που δεν έβγαλαν πανεπιστήμια αλλά αυτών που, όπως έλεγε ο πατέρας μου, δεν έχουν "κοινωνική μόρφωση", έννοια που ακόμη αναζητώ να ορίσω...), ο ξερολισμός όσων αρέσκονται να μένουν στην άκρη "ψειρίζοντας τη μαϊμού"; Αυτά, δυστυχώς, είναι κάποια από τα φαινόμενα της πολιτικής μας ζωής τα τελευταία δύο χρόνια.

Δεν θα κάνω εδώ δική μου αποτίμηση για την Κυβέρνηση των δύο χρόνων (παρά το ότι θα είχα θετικά και αρνητικά στοιχεία να επισημάνω, αλλά αυτό μπορώ και σε άλλες ευκαιρίες και δεν έχω πρόβλημα), όμως, επειδή και προβληματισμούς, αλλά και προσδοκίες έχω, θα παραπέμψω σε δυο παλιότερα κείμενα του Δημήτρη Σεβαστάκη, νυν βουλευτή Σάμου του Σύριζα, ο οποίος, πάντα κριτικός και ειλικρινής, θέτει σοβαρά ζητήματα για την Αριστερά, λέει αλήθειες για τις παθογένειες και της Αριστεράς και της ελληνικής κοινωνίας και μακάρι αυτές να εισακούονται (και το σημαντικό είναι ότι αποδέκτες των αληθειών αυτών δεν είναι μόνο οι έχοντες υπεύθυνη διοικητική θέση, αλλά και καθένας και καθεμιά μας, ας μην το παραβλέπουμε και αυτό το στοιχείο). 

Έγραφε λοιπόν τον Σεπτέμβριο του 2014 στην Αυγή ο Σεβαστάκης, τότε που ήδη διαφαινόταν η εκτόξευση του Σύριζα προς κυβερνητικά ποσοστά, για το χαρούμενο και λυπηρό στρίμωγμα της Aριστεράς και με, δυστυχώς, οικεία μας αν και υποθετικά (δήθεν) παραδείγματα έδινε το στίγμα της Αριστεράς και κυρίως του αριστερού!

Παλιότερα, στις 6 Μαϊου του 2012, ημέρα των εκλογών του '12, έγραφε στην Αυγή πώς οραματίζεται την Αριστερά: "ερωτεύσιμη και φρέσκια, αλλά κυρίως έξυπνη και έντιμη". Και καταλήγει: Η αριστερά ή εξασφαλίζει το βαθύ νόημα για τους απαρηγόρητους ή απλώς κάνει καριέρα. Εκείνη, αλλά κι εμείς διαλέγουμε…

(Δεν θα ήθελα εδώ να σκεφτώ "Ακούει κανείς;", εμπιστεύομαι την εντιμότητα και την ανιδιοτέλεια).

Θα ήθελα όμως να παραπέμψω και σε ένα πολύ πρόσφατο κείμενο του μηχανικού Σπύρου Κανιώρη από την Πρέβεζα (δραστήριος μηχανικός, υπήρξε και πρόεδρος της Ν.Ε Πρέβεζας του ΤΕΕ Ηπείρου), ο οποίος σε άρθρο του με τίτλο "Επτά χρόνια αρκετά" στο artinews γράφει :

Τον άλλο κόσμο “τον εφικτό” και «ισορροπημένο» επιζητούμε, αλλά δεν τον βλέπουμε ακόμη, αφού οι άνθρωποι όταν θυμώνουν πολύ, χάνουν τον αυτοέλεγχο (συνήθως μεθοδεύεται) και επιλέγουν …πόλεμο με βαρβαρότητα (θα τον αποφύγουμε;).

Κι επίσης:

Η Ελληνική κυβέρνηση εύχομαι να συνενωθεί με την κοινωνία και τις πολιτικές δυνάμεις της λογικής, κόντρα στην διαπλοκή και τη διαίρεση (δεν φτάνει ενάμιση κόμμα γι αυτά), γιατί ο κόσμος … καταρρέει και απαιτείται αλήθεια, αυτοπεποίθηση και ενότητα!

Λέει κι άλλες αλήθειες, αξίζει να διαβαστεί όλο και με προσοχή.

Ο Σεβαστάκης, πάλι, τελείωνε το άρθρο του 2014 με τη φράση:

Επιφυλάσσομαι, ελπίζοντας.

Κι εγώ εξακολουθώ να κάνω το ίδιο, γιατί πια βαρέθηκα να ψειρίζω τη μαϊμού, πάλι ψείρες γεμίζει...
Γιατί συμφωνώ με τους σοφούς Γάλλους παππούδες, που έγραφαν:

"Το αστραφτερό μέλλον έχει πεθάνει, μπορούμε όμως ν' ανοίξουμε το δρόμο στο εφικτό μέλλον".

Μακάρι οι νεότεροι να μπορέσουν να βρουν έναν καλύτερο και πιο εύκολο δρόμο, για ένα, γιατί όχι, πιο αστραφτερό μέλλον!
Μαζί τους τότε!

Σάββατο 21 Ιανουαρίου 2017

Γιάννης Κοντός (1943-2015)


Με είχε εντυπωσιάσει η ποιητική συλλογή του Γιάννη Κοντού "Ο αθλητής του τίποτα" (Κέδρος 1997) από τον τίτλο ακόμη.

Τρέχει. Τρέχει με αντίθετο άνεμο.
Περνά βουνά, λίμνες, πόλεις. Δυσκολίες
και δυσκολίες. Φωτιές, πολέμους, γκρίνιες, οικογένειες.
Λίγες ομορφιές όταν σταματάει να πιει νερό.
Τις βλέπει για λίγο, τις πιάνει, ξεχνιέται.
Και πάλι το κυνηγητό, η κομμένη ανάσα,
οι αποσπασματικές εικόνες, τραίνα που περνάν
με χαρούμενους ανθρώπους. Και αυτός
σαν κυνηγημένος να προσπαθεί ταυτόχρονα
και άλλα αθλήματα. Να έρχεται τελευταίος
με την ψυχή στο στόμα, να μην τον βλέπει
κανείς, γιατί οι θεατές έχουν ήδη διαλυθεί.
Με βροχές, με χιόνια, με ήλιους, το σώμα
αντέχει, το μυαλό πετάει. Άλλοτε ξεχνάει –
άλλοτε θυμάται. Σε μια στάση για να δει
το φεγγάρι, συνέχεια σκέπτεται: το βιολέ
απόβραδο, τα χάδια και τις υποσχέσεις.
Και τρέχει, τρέχει, ενώ οι άλλοι συναθλητές του
έχουν τερματίσει και σάρωσαν βραβεία
και ιαχές. Αυτός μόνος τον κύκλο
του χρόνου τρέχει. Χρόνος σε ευθεία
ή τεθλασμένη ή σπείρα. Δεν κοιτάζει
πίσω το ποίημα, γιατί τον ακολουθούν μύγες, ακρίδες
και μολυσμένος αέρας του πολιτισμού.
Περνώντας βλέπει δέντρα και ουρανό,
βλέπει πουλιά, χαμογελά και λέει
να δραπετεύσει, να πετάξει.
Αλλά δεν γίνεται, είναι προγραμματισμένος
γι’ αυτόν το ρόλο. Το ρόλο του δρομέα
με το άγνωστο τέρμα.
........................................

Στην ποίησή του όλη αναμετριέται με το χρόνο, με τις μνήμες, με τα δέντρα και τα φυτά, με την καθημερινότητα, με τη μοναξιά και με τους ήχους της πόλης που αγαπά.

Το χρονόμετρο (της Ελπίδας μου)

Όπως γυρίζει η νύχτα μέσα μου
φέρνει πνιγμένους στην επιφάνεια.
-Το στήθος κλείνει για να κρατήσει
ό,τι προλάβει-

Έρχεται η μέρα.
Αλλά τι μέρα –τυλιγμένη σαν μπαμπάκι
γύρω στα δένδρα, σε μια γη
κρεμασμένη από κλωστή που είναι
έτοιμη να σπάσει.




Τραγούδησε για την καθημερινότητα που την ονειρεύεται μακριά από "ψεύτικους ουρανούς και πολιτικές εξουσίες":

Πειραματόζωο

Πίσω από τα καθημερινά πράγματα
υπάρχει ένα καθημερινό όνειρο:
να πάρεις το λεωφορείο, να πιείς καφέ,
να αποστρέψεις τα μάτια από ψεύτικους
ουρανούς, πολιτικές εξουσίες.

Εξουσίες-ξυράφια.

Η λέξη στο μαχαίρι.

Τα μυστικά στους δρόμους.

Γυρνάς την τσέπη σου ανάποδα
και έρχεται το βράδυ καυτή πίσσα.
Βρίσκεσαι σπίτι. Προσπαθείς να στηρίξεις
το ταβάνι με τους καπνούς του τσιγάρου
και την έρμη την ποίηση.

(Στο βίντεο τραγουδά η Αφροδίτη Μάνου, όπου το παραπάνω ποίημα γίνεται το τραγούδι "Πίσω από τα καθημερινά" για το δίσκο "Απόπειρα" σε μουσική Νίκου Καλλίτση, Lyra 1981).

Άνθρω­πος της πό­λης ο Κο­ντός, ποιη­τής και πε­ζο­πό­ρος, μα­κράν του πλή­θους των ε­πο­χού­με­νων, πα­ρα­τη­ρεί στο πε­ζο­δρό­μιο “σε μια στα­λί­τσα χώ­μα”, "ένα φυ­τό του δρό­μου". Έτσι τον περιγράφει η Μάρη Θεοδοσοπούλου σε άρθρο της στην εφημερίδα Εποχή (30/11/2014)  για το βιβλίο του "Μυ­στι­κά το­πία. Κεί­με­να για πρό­σω­πα, για τη ζω­γρα­φι­κή, για το θέ­α­τρο, για βι­βλία" (Τόπος, 2014).

Αντιγράφω από εδώ το ποίημα του Γιάννη Κοντού που υπάρχει εν είδει επιμέτρου στο παραπάνω βιβλίο του:

Ο σκουπιδιάρης
ή
το πρωτογενές πλεόνασμα της οικονομίας

Μήπως είναι αυτός που μες στη νύχτα μαζεύει
τα όνειρά μας σε σακούλες ή χύμα, και τα πετάει
στη μεγάλη χωματερή του ουρανού;
Βράζει ή παγώνει η νύχτα και τον ακολουθεί.
Από κάπου ακούγεται η πρώτη συμφωνία
του Γούσταβ Μάλερ. Οι δρόμοι βρεγμένοι, γεμάτοι
ρακοσυλλέκτες, ταιριάζουν τα ανόμοια.
Ο γαλαξίας κλεισμένος σε παλιά μπουκάλια μπίρας
βγάζει καπνούς, νοσταλγίες και πάει λέγοντας…
Αυτός -ας πούμε- ο θάνατος φωτογραφίζει τοπία
της αγάπης σου και τα ταχυδρομεί στο πουθενά.
Η νύχτα προχωρά, τελειώνει και αυτός ο επίορκος
συσσωρεύει τα σκουπίδια μπροστά σε ένα άγαλμα
του καθημερινού ανθρώπου. Άγαλμα από γυαλί, φως
και παρελθόν. Πώς περνούν οι ώρες;
Πώς μας δείχνουν οι δείχτες ξυράφια την εφορία
και το Υπουργείο Οικονομικών. Οι πεθαμένοι δεν μιλάνε
και αυτός διαλαλεί τον θάνατο και τα κενά του χρόνου
σε ληγμένα γραμμάτια της συμφοράς.

Ο Γιάννης Κοντός έφυγε μια μέρα σαν τη σημερινή πριν από δύο χρόνια. Θα τον θυμόμαστε με το κασκόλ πάντα γύρω από το λαιμό.

Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2017

Τάκης Καρβέλης (1925-2017)




Πριν από ένα χρόνο, τέτοιες μέρες ήταν, γνώρισα από πιο κοντά μέρος από το έργο του φιλόλογου και ποιητή Τάκη Καρβέλη. Διάβασα τις ποιητικές συλλογές "Μετάφαση" (Κείμενα, 1972) και "Η μνήμη μισοφέγγαρο" (Γνώση, 1983), καθώς και το λογοτεχνικό δοκίμιο "Η γενιά του 1880" (Σαββάλας, 2003).

Η συλλογή "Μετάφαση" περιέχει είκοσι ποιήματα, χωρίς τίτλους, με αρίθμηση ένα έως είκοσι. Γραμμένα μέσα στη δικτατορία, εκφράζουν μια θλίψη, μια απογοήτευση, ίσως σε κάποιους στίχους να βρίσκεις νύξεις για την κατάσταση στον τόπο και στις ψυχές των ανθρώπων εκείνη την εποχή. Γράφει στην αρχή της συλλογής:

Τώρα που χάσαμε την ευθεία οδό
τίποτε πια δε μας σώζει.

Στο ποίημα 1:

... Σ' αυτούς τους δρόμους πώς να περπατήσεις
μες στα διασταυρούμενα συρίγματα των ερπετών
φωνάζεις κι έρχονται πίσω οι λέξεις
αλλοιωμένες κούφιες αντηχήσεις...

Στο ποίημα 2:

Οι δρόμοι αυτοί δεν είναι πια δικοί μου
        ούτε δικοί σας
σαν τους περνάς βρέχουν μια τέτοια θλίψη
οι δρόμοι αυτοί κάπου γυρνούν σαν ίσκιοι...

Στο ποίημα 15:

... Όπου κι αν σκάψεις
και μια μαχαιρωμένη γλυκύτητα.

Και στο 18:

... κ' είν' η ψυχή μου ένα λιβάδι απ' αγκάθια.

Και η μνήμη παίζει τα παιχνίδια της στην ποίηση του Καρβέλη. Γράφει στο ποίημα 3:

Η μνήμη είναι από πηλό
φλεγομένη βάτος
βουίζει μες στην έρημο
στα μάτια μας καμμένη άμμος.
Η μνήμη είναι η ερημιά του χρόνου
μια κατακόρυφη πτώση
στα νεύρα μας.

Στη μνήμη είναι αφιερωμένη και ολόκληρη η συλλογή "Η μνήμη μισοφέγγαρο". Ποιητικά πεζά θα χαρακτήριζα τα κείμενα. Και γράφει:

Το κέφι έχει κατακάτσει κι η μνήμη αρχίζει το σκάψιμο. Έξαφνα νιώθεις πως κάτι μετατοπίζεται μέσα σου· η πλατεία αδειάζει κι εκεί που χόρευαν οι ζωντανοί τώρα πέφτει ασταμάτητα μια σιγανή βροχή.
....
Καθώς το τρένο έστριβε οι κρεμασμένοι φάνηκαν στη θέση τους με το σκοτάδι στο πρόσωπο. Έπειτα το τρένο προχώρησε. Μα η μνήμη μένει, αυτή δεν προχωρεί κόκκινο στίγμα στους εφιάλτες μου.
...
Το χιόνι φυτεύει τη σιωπή
ναρκώνει τις αισθήσεις.
Μιλάω όταν η σιωπή περσεύει γύρω μου.
Τότε βγαίνουν στην επιφάνεια
πρόσωπα, παγιδευμένα
ανοίγουν χάσματα
που ευθύς γεμίζουν άνθη εφηβικά.
...

Στο βιβλίο για τη γενιά του 1880, ο συγγραφέας ασχολείται με τη γενιά που προέκυψε, όπως γράφει, ύστερα από 50 χρόνια στασιμότητας και η οποία αναπτύχθηκε κάτω από την επιρροή του δημοτικιστικού κινήματος και προετοίμασε το έδαφος για τη γενιά του 1930. Το βιβλίο έχει πολύ ενδιαφέρον γιατί ασχολείται με τα γενικά χαρακτηριστικά της εποχής και της γενιάς του 1880 (ονομασία που έδωσε ο Κλέων Παράσχος, χαρακτηρίζοντας όσους προσπάθησαν ν' ανοίξουν δρόμους στην ποίηση, την πεζογραφία και την κριτική), αλλά και με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των επιμέρους εκπροσώπων της (αλλά και των επιγόνων της). 

Αναφέρεται στα προηγούμενα 50 χρόνια, όπου κυριαρχεί ο ρομαντισμός και για τούτο ανθίζει περισσότερο η ποίηση και πολύ λιγότερο η πεζογραφία, ενώ αφιερώνει μεγάλο μέρος στη γλώσσα και στη διχοτόμηση της πεζογραφικής γενιάς, καθώς και στην ηθογραφία (ο συγγραφέας παραπέμπει στον ορισμό της από τον Π. Μουλλά, ενώ εγώ, με την ευκαιρία, πολύ ταπεινά, θα παραπέμψω συμπληρωματικά και στις αναφορές που έκανε για το θέμα η πρόωρα και ξαφνικά θανούσα Μάρη Θεοδοσοπούλου στην Εποχή 24/1/2016).

Ο Τάκης Καρβέλης κάνει κρίσεις για τους λογοτέχνες της εποχής, γράφοντας π.χ. για τον Σουρή ότι ανήκει σε αυτούς που δεν έχουν ιδιαίτερη ανησυχία για την ποιότητα της ποίησής τους και για τον Πολέμη ότι είναι ο ποιητής του κοινού γούστου, με αποτέλεσμα τη δυσαρμονία "ανάμεσα στο κοινό αίσθημα που θέλγεται από τη ρηχή ποίηση Σουρή, Πολέμη και δυσκολεύεται να παρακολουθήσει τις συντελούμενες αλλαγές στο χώρο της ποίησης (Παλαμάς, Σικελιανός)".

Συγκρίνοντας Δροσίνη με Παλαμά, υπογραμμίζει ότι "ο πρώτος δεν τόλμησε να καινοτομήσει όπως ο άλλος, δεν ριψοκινδύνευε σε εκφραστικά ανοίγματα".

Αφιερώνει μεγάλο μέρος στον Παπαδιαμάντη, στο έργο του οποίου κεντρικό ρόλο παίζει η μνήμη (συγκρίνοντας με τον Καρκαβίτσα όπου είναι η παρατήρηση, ενώ και για τους δύο γράφει ότι συνέβαλαν, μαζί με το Βιζυηνό, "στην απαγκίστρωση της πεζογραφίας από την ειδυλλιακή φάση για να περάσει στη ρεαλιστική"), ενώ επίσης γράφει για Μητσάκη, Καμπά, Κονδυλάκη, Βλαχογιάννη, Εφταλιώτη, Μωραϊτίδη, Πορφύρα, Χατζόπουλο και πολλούς άλλους. 

Ταγός της γενιάς του 1880 για τον Καρβέλη είναι ο Κωστής Παλαμάς, "πνεύμα ανήσυχο και αναζητητικό". Τον θεωρεί ως τον πιο αξιόλογο Έλληνα ποιητή και ηγέτη στον αγώνα για την επικράτηση της δημοτικής και το άνοιγμα της ελληνικής λογοτεχνίας προς τα σύγχρονα ευρωπαϊκά ρεύματα.

Αξιολογώντας τη γενιά του 1880, ο Τάκης Καρβέλης γράφει ότι πρέπει να εκτιμηθεί η προσφορά και η δυναμική της. Η προσφορά της έχει σχέση με το άνοιγμα στην ευρωπαϊκή πνευματική παραγωγή, στη φιλοσοφία, στην επιστήμη και στη λογοτεχνία, καθώς και με το κίνημα του δημοτικισμού, έναν "δυναμογόνο μοχλό εναντίον της προγονοπληξίας και του λογιοτατισμού". Η δε δυναμική της εκτείνεται μέχρι το 1930, θεωρώντας ότι το ηθογραφικό διήγημα που καλλιέργησαν οι Θεοτόκης και Χατζόπουλος και ενθαρρύνθηκε από τη "σοσιαλιστική ιδεολογία", είχε και ως αρνητική συνέπεια την επιβράδυνση καλλιέργειας του μυθιστορηματικού είδους επικεντρωμένου στο αστικό περιβάλλον.

Αν και όχι ειδική στα θεωρητικά της φιλολογίας, καταθέτω τα παραπάνω στη μνήμη του Τάκη Καρβέλη, που έφυγε χθες στα 92 του χρόνια.

.................................................
Σημ. Με την ευκαιρία, θα ήθελα να σημειώσω θετικά την ταχύτητα ενημέρωσης της βάσης Biblionet για τον θάνατο του Τάκη Καρβέλη (αν και, όμως, δεν είναι ενημερωμένη για όλο το έργο του, όπως συμβαίνει και σε πολλά άλλα λήμματα συγγραφέων). Επίσης, να παραπέμψω στο πολύ καλό σημείωμα για τον ποιητή που υπάρχει στον ιστότοπο της Παπαχαραλαμπείου Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ναυπάκτου (ο Τάκης Καρβέλης καταγόταν από το Αιτωλικό).

Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2017

Πολιτική βιβλιοθηκών στην Ελλάδα: λίγα σχόλια με αφορμή μια συνέντευξη


Πολύ ενδιαφέρουσα και μεστή η συνέντευξη του κ. Κωνσταντίνου Στάικου στο περιοδικό «ο αναγνώστης» και στο Γιάννη Μπασκόζο και δεν θα μπορούσε να μην είναι άλλωστε. Είναι ο άνθρωπος, ο ακάματος ερευνητής της ιστορίας του βιβλίου και των βιβλιοθηκών, που μας έχει φωτίσει με τον πλούτο που κουβαλούν οι βιβλιοθήκες στο διάβα των αιώνων. Θα ήθελα εδώ, με κάθε σεβασμό στην άποψη και στο έργο του, να παραθέσω, ως αφορμή, λίγα σύντομα και καλοπροαίρετα σχόλια: 

  • Συμφωνώ απόλυτα ότι η ελληνική πολιτεία δεν υποστήριξε τις βιβλιοθήκες ουσιαστικά, δεν υπήρξε εθνική πολιτική βιβλιοθηκών ποτέ (ακόμη και τότε που έρεαν τα χρήματα από τα ευρωπαϊκά προγράμματα) και φτάσαμε σήμερα ν' αναρωτιόμαστε ποιος είναι ο ρόλος των βιβλιοθηκών (σήμερα βέβαια είναι ένα υπαρκτό ερώτημα και θα έπρεπε κι εμείς να έχουμε σοβαρούς προβληματισμούς όντως), αν πρέπει να πηγαίνουμε σε βιβλιοθήκη ή σε βιβλιοπωλείο κτλ. κτλ. 
  • Συμφωνώ ότι οι ελληνικές βιβλιοθήκες δεν έχουν όλο τον πλούτο που χρειάζονται οι ερευνητές. Η αλήθεια είναι ότι δεν θα μπορούσαν κιόλας, φαντάζομαι ότι δεν εννοεί αυτό ακριβώς ο κ. Στάικος, άλλωστε γι' αυτό οι βιβλιοθήκες σε όλο τον κόσμο κάνουν λόγο για την ανάγκη επικοινωνίας, δικτύων κτλ. Ας μην υποτιμούμε πάντως την ανάγκη συγκέντρωσης και διάσωσης της "τοπικής βιβλιογραφικής παράδοσης", που όντως, όπως κι ο ίδιος λέει, μπορεί να είναι ελλιπής σε πολλές περιπτώσεις (ή αναξιοποίητη σε περισσότερες, δυστυχώς). Πάντως, για να μην παρεξηγούμαστε, οι δημόσιες βιβλιοθήκες ανά τον κόσμο δεν είναι και δεν (μπορούν να) έχουν ως μοντέλο τη New York Public Library. 
  • Σχετικά με τη μεταφορά της Εθνικής Βιβλιοθήκης και όλο αυτό το πανηγύρι, νομίζω νωρίτερα, χρόνια πριν, τότε έστω που παρουσιαζόταν η άποψη (ως δεδομένη όμως, και χωρίς ουσιαστική διαβούλευση) στα αμφιθέατρα (ΕΙΕ π.χ.), τότε θα μπορούσε κάτι να γίνει. Τώρα, νομίζω θα πρέπει όλοι να υποστηρίξουμε καταρχάς το προσωπικό και το Διευθυντή της Εθνικής Βιβλιοθήκης που έχουν επωμιστεί τεράστιο έργο και που η τυχόν αποτυχία του θα βαρύνει τις δικές τους πλάτες (η εύκολη λύση), να δηλώσουμε διαθέσιμοι και αυτοί να βρουν τρόπους να αξιοποιήσουν όσες δυνάμεις θέλουν και μπορούν! Μακάρι και η Πολιτεία να το έχει αντιληφθεί αυτό (επί της ουσίας, όχι - μόνο - ως υποχρέωση στον χορηγό).
  • Ας μου επιτραπεί επίσης ένα σχολιάκι στην πρόταση «Η γλώσσα μας συνεχώς συρρικνώνεται, όμως, η αρχαιότητα εξακολουθεί να παραμένει στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος σε κάθε επίπεδο: αρχαιολογικό, λογοτεχνικό, φιλοσοφικό, κοινωνικό, πολιτικό, καλλιτεχνικό κ.α.». Αν και είναι μεγάλο θέμα και δεν είμαι καθόλου ειδική να μιλήσω για τις σπουδές που σχετίζονται με την αρχαιότητα, θα ήθελα μόνο να επισημάνω ότι το σημείο «συρρίκνωση μιας γλώσσας» θέλει βασάνισμα, ότι η μη χρήση της εθνικής γλώσσας στη διεθνή έρευνα δεν είναι ελληνικό φαινόμενο και να παραπέμψω, ως ενδεικτικό παράδειγμα, στην ημερίδα και στα συμπεράσματά της που οργανώθηκε στην Αθήνα το 2013 από την Ελληνική Εταιρεία Ορολογίας (ΕΛΕΤΟ) και την αντίστοιχη Ευρωπαϊκή Ένωση (EAFT) με θέμα "Οι Εθνικές Γλώσσες και η Ορολογία στην Ανώτατη Εκπαίδευσηστην Επιστήμη και στην Τεχνολογία" (σύντομη παρουσίαση εδώ). Δυστυχώς, το πρόβλημα είναι πολυδιάστατο (και δείτε τώρα με το Brexit που απασχολεί τι θα γίνει με την αγγλική γλώσσα!!!).
Αλλά, για να ξαναγυρίσω στις βιβλιοθήκες και στη συνέντευξη του κ. Στάικου, επειδή, δυστυχώς, λέει αλήθειες, καλό θα ήταν να τις πάρουμε υπόψη (σε επίπεδο πολιτείας, αλλά και σε επίπεδο βιβλιοθήκης, δεν είπε κανείς ότι όλα και παντού τα πράγματα λειτουργούν ρολόι). Αυτό που λείπει νομίζω είναι να γνωρίζουμε και να καταλήξουμε τι θέλουμε και/ή τι μπορούμε ν’ αντέξουμε. Το κάνουμε;

Επίσης, ας μου επιτραπεί ένα τελευταίο σχόλιο, τώρα στο (πολύ καλό κατά τη γνώμη μου) περιοδικό. Ο τίτλος "Κ. Στάικος: Οι δημόσιες βιβλιοθήκες της χώρας ήταν πάντα ανεπαρκείς (συνέντευξη στον Γ.Ν.Μπασκόζο)" νομίζω αδικεί και τον κ. Στάικο και το περιοδικό και στέλνει ένα πολύ αρνητικό νόημα. Αναρωτιέμαι αν αυτό ήθελε να βγάλει ο συνεντευξιαζόμενος ή το περιοδικό.

Σάββατο 7 Ιανουαρίου 2017

Διαβάσματα 2016

Γεώργιος Ιακωβίδης, Το κορίτσι που διαβάζει, 1882

Κάνοντας τον αναγνωστικό απολογισμό της χρονιάς, κατέγραψα βιβλία που διάβασα το 2016 (ή και ξαναδιάβασα για διάφορους λόγους, π.χ. με αφορμή το έτος Σαίξπηρ, την επίσκεψη Ομπάμα στην Αθήνα, την παρουσίαση βιβλίου για την ανάγνωση κτλ.). Η καταγραφή με βοηθά να ξαναθυμηθώ τι διάβασα και να αναστοχαστώ πάνω στα διαβάσματα αυτά, ξεφυλλίζοντας παράλληλα και τις χειρόγραφες σημειώσεις που κρατώ για κάθε βιβλίο.

Δεν ξέρω αν και πόσο είναι χρήσιμη η λίστα αυτή για τους άλλους. Ίσως το κάνω, ορμώμενη από τη δική μου διάθεση να παρακολουθώ σ' εφημερίδες και περιοδικά, αλλά και σε ιστολόγια και σε λέσχες ανάγνωσης κτλ., τα αφιερώματα για βιβλία (λίστες νέων εκδόσεων, ανάγνωσης, θεματικές και άλλες). Θα είχε πάντως ενδιαφέρον να άνοιγε συζήτηση είτε γενική σχετικά με τις λίστες βιβλίων ή ειδική για οποιοδήποτε από τα βιβλία που διάβασα. Για μερικά από αυτά έχω κάνει ολόκληρη ανάρτηση ή απλή αναφορά με αφορμή κάποιο θέμα που αναπτύσσω. Φυσικά, δεν διεκδικώ δάφνες φιλόλογου (δεν είμαι), ούτε κριτικού (δεν είμαι), μια απλή αναγνώστρια είμαι που επέλεξα να εξωτερικεύω και να δημοσιοποιώ κάποια πράγματα που είναι στο κεφάλι μου (συχνά πάντως αναρωτιέμαι αν ήταν και απαραίτητο, αλλά αυτή είναι μια άλλη κουβέντα, μάλλον ... φιλοσοφικοκοινωνικοϋπαρξιακής υφής).

Από τα βιβλία που διάβασα, παραπάνω από τα δύο τρίτα είναι δικά μου, αγορασμένα σε διάφορες περιόδους με το παλιότερο να είναι από το 1981, ενώ περίπου 20 βιβλία είχα δανειστεί από βιβλιοθήκες ή φίλους. Θα ήθελα να σημειώσω επίσης, και για να προλάβω τυχόν ... βιβλιοθηκονομικές παρατηρήσεις, ότι η λίστα που παραθέτω δεν ακολουθεί τους τυποποιημένους κανόνες μιας βιβλιογραφικής λίστας (σειρά: συγγραφέας-τίτλος-πληροφορίες έκδοσης, άρθρα στην αρχή του τίτλου εκτός αλφαβητικής κατάταξης, τίτλος σε πλάγια ή εντονότυπη γραφή) γιατί έκρινα ότι με τον τρόπο αυτό είναι πιο εύκολο να διατρέξει κανείς τους τίτλους που καταγράφονται (χωρίς να επιμένω ότι είναι και ο καλύτερος), αλλά και γιατί το όχι και τόσο καταπληκτικό τελικά πρόγραμμα που χρησιμοποιώ για την οργάνωση της προσωπικής μου βιβλιοθήκης δεν έχει πολλές δυνατότητες και θα έπρεπε να δουλέψω με το χέρι(!).

Franz Dvorak (1862–1927), Thoughtful Reader (Πηγή εδώ)


  • Homo Americanus: Τα χαρακτηριστικά της αμερικανικής ιδιαιτερότητας, Γιώργος Χ. Παπασωτηρίου, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2008.
  • Trolls, Rolf Lidberg, Jan Lööf, Kari Engen (transl.), 1991.
  • Αμέρικους, Lawrence Ferlinghetti, Οδός Πανός, 2008 (μτφρ. Ειρήνη Α. Βρης).
  • Άμλετ, William Shakespeare, Επικαιρότητα, 1994 (μτφρ. Βασίλης Ρώτας).
  • Άμλετ, Πρίγκηπας της Δανίας: Δράμα σε πέντε πράξεις και είκοσι σκηνές, William Shakespeare, Κέδρος, 1988 (μτφρ. Γιώργος Χειμωνάς).
  • Αντιδάνεια: Ξένες λέξεις με ελληνική καταγωγή, Άννα Ιορδανίδου, Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη, 2013.
  • Αντίδωρο για τον Ανταίο Χρυσοστομίδη, Μικέλα Χαρτουλάρη (επιμ.), Άγρα, 2016.
  • Άνω τελεία, Κική Δημουλά, Ίκαρος, 2016.
  • Βγερού γλυκά φανού, Γιώργος Χατζόπουλος, Αιώρα, 2015.
  • Γεώργιος Σαμαρτζής: από τις συλλογές της Κέρκυρας, Πινακοθήκη Δήμου Κέρκυρας, 2015.
  • Γκιακ, Δημοσθένης Παπαμάρκος, Αντίποδες, 2014.
  • Δεκατρείς τρόποι να κοιτάς ένα κοτσύφι και άλλα ποιήματα, Adagia: Θραύσματα ποιητικής, Wallace Stevens, Άγρα, 2007 (μτφρ. Χάρης Βλαβιανός).
  • Η αναγκαιότητα της ανάγνωσης, Νίκος Σιδέρης, Σιδέρη Μιχάλη, 2016.
  • Η γενιά του 1880, Τάκης Καρβέλης, Σαββάλας, 2003.
  • Η γιασεμιά και τ' αστεράκια, Ευδοκία Σκορδαλά – Κακατσάκη, Κόκκινη Κλωστή Δεμένη, 2016.
  • Η κρητική διάλεκτος: Ιστορία - εξέλιξη και νεώτερη μορφή της στο γραπτό και προφορικό λόγο. Συνημμένη βιβλιογραφία, Κοντοσόπουλος Νικόλαος Γ., Βιβλιοεπιλογή, 2015.
  • Η λήθη: Ψιχία δοκιμίου, Georges Banu, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2013 (μτφρ. Δημήτρης Κοσμίδης, Δηώ Καγγελάρη).
  • Η μνήμη μισοφέγγαρο, Τάκης Καρβέλης, Γνώση, 1983.
  • Η νεοκρητική λογοτεχνική σχολή, Αντώνης Κ Σανουδάκης, Κνωσός, 1978.
  • Η πρώτη φλέβα, Γιάννης Μακριδάκης, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2016.
  • Η τέχνη της ανάγνωσης: προσέγγιση και αποδοχή του κειμένου, Το Δέντρο, 2005.
  • Ισλαμικές αδελφότητες στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη, Χρήστος Π Φραδέλλος, CaptainBook.gr, 2015.
  • Ισλανδικές σάγκες, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1989 (μτφρ. Σωκράτης Λ. Σκαρτσής).
  • Ιστορία ευνούχου, Μάνος Κοντολέων, Εκδόσεις Πατάκη, 2000.
  • Ιστορία της ελληνικής γλώσσας, Νικόλαος Π. Ανδριώτης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, 2005.
  • Ιστορία του γερασμένου παιδιού, Jenny Erpenbeck, Ίνδικτος, 2004 (μτφρ. Αλέξανδρος Κυπριώτης).
  • Καρυότυπος, Άκης Παπαντώνης, Κίχλη, 2014.
  • Κατεβαίνει ο Καμουζάς στους φούρνους, Μαριλένα Παπαϊωάννου, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2016.
  • Κέρκυρα, Νινέττα Χ Λάσκαρι, Ποταμός, 2016.
  • Λόγιοι και δημοτικισμός, Εμμανουήλ Κριαράς, Εκδοτική Αθηνών, 1987.
  • Μετάφαση, Τάκης Καρβέλης, Κείμενα, 1972.
  • Μικρό ερμηνευτικό λεξικό της ξύλινης γλώσσας, Αριστείδης Γ Ρωμανός, Ποταμός, 2010.
  • Μίλα μου για γλώσσα, Φοίβος Παναγιωτίδης, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης, 2013.
  • Μόνο ο αέρας ακουγόταν, Ευγενία Μπογιάνου, Μεταίχμιο, 2016.
  • Μουτζουρωτής χαρτιών, Μαρινέλλα Βλαχάκη, Βιολέττα, 2013.
  • Νανουρίσματα, ταχταρίσματα, παιχνιδάκια: ανθολόγημα με σημειώσεις Φανής Σαρεγιάννη, Νεοελληνική Βιβλιοθήκη , 1953.
  • Νεκροταφείο πιάνων, Jose Luis Peixoto, Ελληνικά Γράμματα, 2009 (μτφρ. Αθηνά Ψυλλιά).
  • Ο αχός της εποχής, Julian Barnes, Μεταίχμιο, 2016 (μτφρ. Θωμάς Σκάσσης).
  • Ο Κρητικός τραγουδιστής, Παντελής Π Βαβουλές, Ιστορική Λαογραφική και Αρχαιολογική Εταιρεία Κρήτης, 2003.
  • Ο λαγός με τα κεχριμπαρένια μάτια, Edmund Arthur Lowndes de Waal, Gema, 2013 (μτφρ. Τίλλα Μπαλλή).
  • Ο μικρός ναυτίλος, Οδυσσέας Ελύτης, Ίκαρος, 1992.
  • Ο πατέρας, August Strindberg, Δωδώνη, 1985 (μτφρ. Ανδρέας Μαραγκός).
  • Ο ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης και η μεταπολεμική αριστερή διανόηση, Εκδόσεις διαπολιτισμός-Μελέτες, 2016.
  • Ο Σαίξπηρ πάλι: Επιφυλλίδες στην εφημερίδα Το Βήμα, 1948-1964, Διονύσης Καψάλης (επιμ.), Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 2014 (φυλλάδιο Αντί ευχών).
  • Ο Τράικο: αφήγημα, Βικτωρία Θεοδώρου, Κέδρος, 1982.
  • Οι απροσανατόλιστοι, Amin Maalouf, Εκδόσεις Πατάκη, 2015 (μτφρ. Νίκη Καρακίτσου - Dougé, Μαρία Κασαμπαλόγλου – Ρομπλέν).
  • Οι δώδεκα, Aleksandr Aleksandrovich Blok, Σταύρος Ζουμπουλάκης (επιμ.), Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, 1997 (μτφρ. Πέτρος Κολακλίδης).
  • Παραμύθια από την Κρήτη, Αγλαΐα Κυρμιζάκη, Νόβολι, 2011.
  • Περιπέτειες του βιβλίου στην Ελλάδα 1880-1940, Αγγελική Πασσιά, Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, 1998.
  • Ποιήματα, Edward Estlin Cummings, Ηριδανός, 2007 (μτφρ. Γιάννης Λειβαδάς).
  • Πορτοκαλί παραμύθια, Θούλη Στάικου, Εύμαρος, 2015.
  • Ριπ Βαν Ουίνκλ. Ο μύθος της κοιμισμένης κοιλάδας, Washington Irving, Στοχαστής, 1982 (μτφρ. Θάνος Σακκέτας).
  • Σαν ένα μυθιστόρημα, Daniel Pennac. Εκδόσεις Καστανιώτη, 1999 (μτφρ. Ρένα Χατχούτ).
  • Σε ποιον ανήκει η Κέρκυρα;, Ευγένιος Αρανίτσης, Νεφέλη, 1999.
  • Συνοπτική ιστορία της Κέρκυρας, Ανδρέας Μ. Ιδρωμένος, Απόστροφος, 1999.
  • Τέσσαρα διηγήματα, Anton Pavlovich Chekhov, Δόμος, 2002 (μτφρ. Αλ. Παπαδιαμάντης).
  • Τέτοια ζωή!...: διήγημα, Εμμανουήλ Κριαράς, Γιώργος Πιτσιτάκης (επιμ.), Χανιώτικα Νέα, 2015.
  • Τίποτα δεν χαρίζεται, Μάρω Δούκα, Εκδόσεις Πατάκη, 2016.
  • Το βιβλίο των βιβλίων, Κυριάκος Ντελόπουλος, Σοφία Ζαραμπούκα (εικ.), Κέδρος, 1981.
  • Το καντήλι της Ουμ Χασίμ, Γιάχια Χάκι, Μαΐστρος, 2015 (μτφρ. Ελένη Καπετανάκη).
  • Το λογοτεχνικό Ηράκλειο του μεσοπολέμου: Κείμενα, έντυπα, δημιουργοί, Αντώνης Καρτσάκης, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, 2014.
  • Το μέγα ύδωρ, Emily Dickinson, Άγρα, 2004 (μτφρ. Διονύσης Καψάλης.).
  • Το μυθιστόρημα του δον Σανδάλιο, σκακιστή, Miguel de Unamuno, Άγρα, 2015 (μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης).
  • Το παγοδρόμιο, Roberto Bolaño, Άγρα, 2016 (μτφρ. Κρίτων Ηλιόπουλος).
  • Το ταξίδι στην Ελλάδα, Δημήτρης Νόλλας, Ίκαρος, 2013.
  • Το τραγούδι του εαυτού μου, Walt Whitman, Ηριδανός, 2006 (μτφρ. Ζωή Ν. Νικολοπούλου).
  • Τραγουδώντας τον εθνικό ύμνο: Γλώσσα, πολιτική και το δικαίωμα του ανήκειν, Judith Butler, Gayatri-Chakravorty Spivak, Τόπος, 2015 (μτφρ. Μίνα Καραβαντά).
  • Χανιά 1898-2008: Ύπατοι αρμοστές, γενικοί Διοικητές, Νομάρχες, Αντώνης Μυρ. Βαρουχάκης, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Χανίων, 2009.
  • Χτίζω λέξεις: Πώς σχηματίζονται οι νεοελληνικές λέξεις, Άννα Ιορδανίδου, Κοντύλι, 2010.
  • Ψηλαφίζοντας το γραπτό και προφορικό λόγο στην Ανατολική Κρήτη: Πρακτικά 1ης μέρας του συνεδρίου "Η λαϊκή ποίηση και η λογοτεχνία στην Ανατολική Κρήτη", Σητεία (31/7/2015), Δήμος Σητείας, 2015.
  • Ψυχολογία του αναγνώστη, ψυχολογία της ανάγνωσης, Μαρία Γρ. Καζάζη, Έλλην, 2003.







Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2017

Η Γιασεμιά και τ’ αστεράκια, της Ευδοκίας Σκορδαλά - Κακατσάκη



"Μια φορά κι έναν καιρό ένας άνθρωπος φύτεψε στην άκρη του κήπου του, πλάι σ' έναν γέρο ξύλινο φράχτη, μια μικρή γιασεμιά... Ο φράχτης καταχάρηκε που την είδε. Άρχισε μάλιστα να κάνει όνειρα. Φαντάστηκε το κλαράκι να μεγαλώνει, να πετάει φύλλα και κλαριά, να ψηλώνει, να ανθίζει, να σκαρφαλώνει πάνω του ...."




Γη και ουρανός, πουλιά και λουλούδια, τ’ αστέρια και το φεγγάρι… κι η άνοιξη. Όλα συνυπάρχουν αρμονικά σε τούτο το παραμύθι, που περιγράφει τη ζωή μιας γιασεμιάς, την τρυφερή φιλία της μ’ έναν γέρο ξύλινο φράχτη κι έναν μικρούλη ονειροπόλο άνεμο… και μας αποκαλύπτει τα όνειρα, τις προσδοκίες και τις λαχτάρες τους. Ο φράχτης, λέει, λαχταρά να νιώσει πάλι όμορφα, όπως μια φορά που ήταν δέντρο στο δάσος… Ο μικρούλης άνεμος ονειρεύεται να γίνει ποιητής. Κι η Γιασεμιά; Χμ… η Γιασεμιά όχι μόνο λαχταρά και ονειρεύεται, αλλά είναι σίγουρη ότι κάποια νύχτα θα πέσει στην αγκαλιά της ένα … αστέρι! [*]

Χιλιάδες πεφταστέρια σήμερα στον ουρανό, σαν τ' αστεράκια της Γιασεμιάς που κατεβαίνουν στη γη και κάνουν παρέα στα παιδιά του κόσμου!

Στα παιδιά του κόσμου που κάνουν όνειρα. Και γιορτάζουν.

Όπως γιορτάζει το φεγγάρι που έχει γενέθλια κι έρχονται να του ευχηθούν. Και όπως τα λουλούδια του κήπου που κάνουν διαγωνισμό για το πιο όμορφο απ΄όλα, έχοντας σαν κριτική επιτροπή μια γριά Ελιά, έναν χοντρό Κάκτο κι έναν σγουρό Βασιλικό.

Και τι μυρωδιές, τι χρώματα, πόση ομορφιά και πόση αγάπη! Πόσα όνειρα δεν κάνουν τα παιδιά!




Η Γιασεμιά και τ' αστεράκια. Άλλο ένα όμορφο παραμύθι από την Ευδοκία Σκορδαλά - Κακατσάκη (Κόκκινη κλωστή δεμένη, 2016), που θα ταξιδέψει τα παιδιά σε κόσμο ονειρικό και αγαπητικό, σε κόσμο με όνειρα όμορφα και χρωματιστά. Και μην ξεχάσω να παραλείψω την ιδιαίτερα πλούσια σε ιδέες, σε χρώματα και σε ομορφιά εικονογράφηση της Κριστίν Μενάρ.




Νύχτα με πεφταστέρια η αποψινή, άραγε θα πέσει και στη δική μας αγκαλιά κάποιο από τ' αστεράκια της Γιασεμιάς;

Θα πέσει, θα πέσει, είπαν στη Γιασεμιά οι φίλοι της.
Και τι θα γίνει τότε;

Αλήθεια, τι θα γίνει;

Ας κάνουμε μια ευχή. Απόψε, λέει, οι ευχές μας πιάνουν.

Ας ευχηθούμε αγάπη...
Ας ευχηθούμε ειρήνη...
Ας ευχηθούμε ανθρωπιά...
Ας ευχηθούμε ταπεινότητα...




----------------------------------------------------------------------------------------
[*] Το κείμενο της παραγράφου αυτής είναι αντιγραφή από το οπισθόφυλλο του βιβλίου

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2016

Το βλέμμα γύρω, και καλή καλύτερη χρονιά!




Το βλέμμα γύρω

Μεγάλες ώρες της γης που αποδημούνε

Σε δευτερόλεπτα των χωραφιών.

Εδώ χτύπος του ρολογιού κανένας.

Κανένα έμφυτο ωράριο.

Οι λόφοι, τα βουνά δείχνουν δώδεκα.

Ο κάμπος αθέριστο μεσημέρι.

Μα τα χνάρια από τις πατημασιές στα ουράνια

Δείχνουν πως τρέχει να γλιτώσει τη δίκη του

Ο Μεσσίας.

(της Δήμητρας Χριστοδούλου, από τη συλλογή "Λιμός", Νεφέλη 2007)



Καλή, καλύτερη χρονιά!

--------------------------------

Σημείωση: Την ιδέα για την εικόνα με τα ρόδια την πήρα από τη σχετική ανάρτηση της διαδικτυακής φίλης Βιβής Γ.  (Λέσχη ανάγνωσης του Degas), ενώ τη συγκεκριμένη εικόνα με τα ρόδια του Χρήστου Μποκόρου την αντέγραψα από ανάρτηση της Ειρήνης Συκά εδώ).

Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2016

Το καντήλι της Ουμ Χασίμ, του Γιάχια Χάκι




Διάβασα τη χρονιά που φεύγει ένα ενδιαφέρον βιβλίο γραμμένο από τον άγνωστο - σε μένα τουλάχιστον - Αιγύπτιο συγγραφέα Γιάχια Χάκι. Πρόκειται για "Το καντήλι της Ουμ Χασίμ" (Μαϊστρος, 2015), σε μετάφραση από τα αραβικά Ελένης Καπετανάκη. Η μεταφράστρια δίνει επίσης πολύ χρήσιμες πληροφορίες για αρκετά σημεία του έργου με σχόλια και επεξηγήσεις στο τέλος, καθώς και για τον συγγραφέα στο Επίμετρο.

Ο Γιάχια Χάκι (1905-1992) γεννήθηκε στο Κάιρο από γονείς τουρκικής καταγωγής, των οποίων μάλιστα οι πρόγονοι είχαν μεταναστεύσει στην Ελλάδα από την Τουρκία, ενώ ο παππούς του συγγραφέα είχε μεταναστεύσει στην Αίγυπτο στις αρχές του 19ου αιώνα.

Σπούδασε νομικά, εργάστηκε αρχικά ως δικηγόρος στην Αλεξάνδρεια, στη συνέχεια έγινε διπλωμάτης και μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο μετατέθηκε στο Παρίσι όπου και γνώρισε τη δεύτερη γυναίκα του, μια γαλλίδα ζωγράφο. Για το λόγο αυτό, αναγκάστηκε να παραιτηθεί από το διπλωματικό σώμα και επέστρεψε στην Αίγυπτο όπου ασχολήθηκε με τα γράμματα. Θεωρείται ένας από τους πρωτοπόρους των γραμμάτων στη χώρα του, οι οποίοι, μαζί με τον Μαχφούζ και άλλους, συνέβαλαν στη λογοτεχνική αναγέννηση της Αιγύπτου. Διετέλεσε διευθυντής του φιλολογικού τμήματος του Εθνικού Οργανισμού Βιβλίου, σύμβουλος της Εθνικής βιβλιοθήκης και εκδότης φιλολογικού περιοδικού (το οποίο απαγορεύτηκε από τον Νάσερ).

Κύριο στοιχείο γύρω από το οποίο πλέκεται η ιστορία στο Καντήλι της Ουμ Χασίμ είναι ο ρόλος του Ισλάμ ως θρησκεία και ως παράδοση, η δύναμη που έχει ώστε να επηρεάζει, να κατευθύνει και εντέλει να εξουσιάζει τις ζωές των ανθρώπων στην Αίγυπτο. Θα μπορούσα να σημειώσω ότι κύριο στοιχείο είναι η εξουσιαστική δύναμη της παράδοσης γενικά (για οποιαδήποτε θρησκεία), όμως νομίζω ότι ισχυρότερο ακόμη είναι το στοιχείο του Ισλάμ ως θρησκεία που δημιουργεί και επηρεάζει την παράδοση του τόπου με τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά.

Το μυθιστόρημα αναφέρεται στο νεαρό Αιγύπτιο Ισμαήλ που στέλνεται από τους γονείς του στην Αγγλία να σπουδάσει Ιατρική. Εκεί, ο Ισμαήλ έρχεται σ' επαφή με τη δυτική κουλτούρα στην οποία προσαρμόζεται, λησμονώντας για μερικά χρόνια τον τόπο και τους δικούς του. Ξέχασε τη συμβουλή που τού 'χε δώσει ο πατέρας του όταν έφευγε:

"Η συμβουλή που έχω να σου δώσω είναι να ζήσεις στα ξένα, όπως ακριβώς θα ζούσες κι εδώ. Να τηρείς το θρήσκευμα και τα καθήκοντά σου... Να προσέχεις να μη σε παρασύρουν οι Ευρωπαίες. Δεν είναι για σένα, ούτε εσύ είσαι γι' αυτές..."

Και γνώρισε την άλλη ζωή, παραστράτησε, μέθυσε, χόρεψε με κορίτσια, απόλαυσε την ομορφιά της φύσης και το ηλιοβασίλεμα, απόκτησε ζωντάνια και αυτοπεποίθηση, "ξεφορτώθηκε τη θρησκευτική πίστη βάζοντας στη θέση της μια δυνατότερη και εντονότερη πίστη στην επιστήμη".

Κάποια στιγμή, επιλέγει να επιστρέψει στην πατρίδα του, έχοντας τα μυαλά του κοσμοπολίτη γιατρού (οφθαλμίατρου) από τη Δύση και νομίζοντας ότι θα καταφέρει, όχι μόνο να επιβιώσει ο ίδιος όπως έκανε και στην Αγγλία, αλλά και να μεταφέρει αυτή την κουλτούρα στον τόπο του.

Βρήκε ανθρώπους και πράγματα τόσο αλλαγμένα! Και τη μάνα του γερασμένη.

"Δεν έχει μείνει ίχνος από την προσωπικότητά της. Είναι μόνο ένα σώμα που συμπεριφέρεται υποτακτικά!"

Έχει πολύ ενδιαφέρον το ξετύλιγμα της ιστορίας και οι εντυπώσεις που δημιουργούνται διαβάζοντάς το. 

Τον πρώτο καιρό νόμιζε πως δεν θα υποχωρούσε απέναντι στις προκαταλήψεις και τις αγυρτείες που συναντούσε στο όνομα τήρησης των θρησκευτικών καθηκόντων.

"Δεν θα υποχωρούσε. Θα κάρφωνε το μαχαίρι του, δίνοντας το χαριστικό χτύπημα στην καρδιά της άγνοιας και της προκατάληψης. Ακόμα κι αν έχανε την ψυχή του".

Και παρακάτω:

"Ξυπνήστε! Ξυπνήστε επιτέλους από το λήθαργο, σταθείτε στα πόδια σας κι ανοίξτε τα μάτια σας! ... Ζείτε μέσα στις προκαταλήψεις, πιστεύετε στα είδωλα, προσκυνάτε τους τάφους και βρίσκετε καταφύγιο στους νεκρούς!"

Πάλεψε να μην απορρίψει την επιστήμη του, το επάγγελμά του, όπως το έμαθε στην Ευρώπη.

"Ποιος δεν γνώριζε τον πολιτισμό και την πρόοδο της Ευρώπης, την υπανάπτυξη, την άγνοια και τις αρρώστιες της Ανατολής; Η Ιστορία μας έχει προσφέρει σοφία κι αυτή η σοφία είναι αδιαμφισβήτητη. Αδύνατον να αρνηθούμε πως είμαστε ένα δέντρο που κάποτε άνθισε και έδωσε καρπούς, ύστερα όμως μαράθηκε".

Αρχικά, ένιωσα κάτι σαν ανακούφιση που ο συγγραφέας εκδήλωνε μια "προοδευτική"  στάση απέναντι στο υπερσυντηρητικό περιβάλλον της πατρίδας του, στη συνέχεια ένιωσα να απογοητεύομαι όταν παρατήρησα μια μεταστροφή και μια υποχρέωση υπακοής του ήρωά του στις συνήθειες και στις παραδόσεις που υπαγορεύονται από τη θρησκεία κυρίως.

Όμως, μήπως ο συγγραφέας αυτό ακριβώς ήθελε να καταδείξει: τη δύναμη που έχει το Ισλάμ στις κοινωνίες αυτές, τη δυσκολία οι άνθρωποι να ξεφύγουν από τις προκαταλήψεις και τον συντηρητισμό που καλλιεργεί η ισλαμική παράδοση και θρησκεία, τον σκοταδισμό που γεννά η προσήλωση σε πεπαλαιωμένες αντιλήψεις; Η αλήθεια είναι ότι αυτά τα συμπεράσματα τα έβγαλα εγώ ως αναγνώστρια, δεν είμαι όμως σίγουρη αν αυτά ήθελε να πει και ο συγγραφέας ή μήπως θεωρούσε κι αυτός αναπόφευκτη την προσήλωση και την υποταγή τελικά στη δεδομένη κατάσταση.

Σε κάθε περίπτωση αξίζει να διαβαστεί. Έρχεται από έναν άλλο κόσμο, τόσο κοντινό μας γεωγραφικά και τόσο μακρινό μας πολιτισμικά, και μας χρειάζονται τέτοια διαβάσματα που μας βοηθούν να δουλέψουμε πάνω στην κατανόηση της διαφορετικότητας για να προχωρήσουμε, όταν χρειαστεί, και στην αποδοχή της.

Τέλος, θα ήθελα να υπογραμμίσω και την ποιότητα του βιβλίου ως εκδοτικού προϊόντος. Είναι μικρού μεγέθους 156 σελίδων, ιδιαίτερα καλαίσθητο και με χαρακτηριστικές ζωγραφιές στην αρχή κάθε κεφαλαίου. 

Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2016

Άνω τελεία, της Κικής Δημουλά

Σε ετοιμότητα


Μου είπες "αύριο θα 'ρθω να σε δω
τι προτιμάς μεσημεράκι ή απόγευμα;"

Όποτε θέλεις σου απάντησα
εμένα μου αρκεί ένα περίπου πότε.
Κι αν στο ζητώ
είναι για να γλιτώνω καύσιμο
χρόνο - δυσεύρετη πλέον πανάκριβη
αυτή η κινητήρια δύναμη - τη σπαταλώ

γιατί περιμένοντάς σε απ' το χάραμα
κρατάω ώρες αναμμένη τη μηχανή
να ξεκινήσω αμέσως μόλις ακουστεί
από μακριά ο ερχομός σου ώστε
στιγμή να μην καθυστερήσω να χαρώ.


Είναι σαν ν' ακούω τη φωνή της μάνας μου. Της το αφιερώνω. Η Κική Δημουλά το αφιερώνει στην κόρη της.

Το παραπάνω ποίημα είναι από την τελευταία ποιητική της συλλογή "Άνω τελεία" (Ίκαρος 2016). Κι εδώ, κυρίαρχα στοιχεία στην ποίησή της είναι 

ο χρόνος, 

Όσο μπορείς, Νεότητα, απόφευγε
την πείρα.
Είναι μια γριά ζηλότυπη, ανέραστη.
Μόνον ο χρόνος ο πολύς
τη γλυκοκοιτάζει...

η μνήμη και η λήθη, 

Πληκτικό.
Πάλι μνήμη πάλι λήθη.
Διαρκώς τις ίδιες λέξεις χρησιμοποιώ.

Κι ο βίος ο πολυλογάς
σ' αυτές τις δύο λέξεις αρκείται
εντέλει, μνήμη και λήθη...

και οι έννοιες με τις πολλές μεταφορές, συχνά και με ανθρώπινα χαρακτηριστικά.

Θα ήθελα 
κάπως αλλιώς ν' αγαπιούνται τα πράγματα
....................
Θα ήθελα;
Και πού θα κοιμάται η προσποίηση;
αγκαλιά με την αγάπη;

Και βγάζουν μια πικρία τα λόγια της

Και συ λήθεια γιατί λες τόσα ψέματα;
Κι εσύ Ψέμα γιατί δεν αληθεύεις ποτέ;

και μια ίσως προσμονή ή αποδοχή αυτού που δεν μπορούμε ν' αποφύγουμε; Γράφει στο τελευταίο ποίημα της συλλογής, το "Ανω τελεία":

Ναι το έχω ξαναπεί

κι όσο οι λέξεις θα με αφήνουν 
ακόμα να μιλώ, θα το υπενθυμίζω
φωναχτά ότι οι μλέξεις φταίνε
αν όχι για όλα
πάντως για τ' αξεπέραστα

σκέψου τη λέξη "φεύγω"
πόσα "θα μείνω" γκρέμισε
......................
κι αυτά δεν είναι τίποτα
σε σχέση με το αίφνης θα πάψω να μιλώ

όταν διαμιάς θα φύγουν όλες
οι λέξεις από μέσα μου με πρώτη
πρώτη πρώτη απ' όλες τη λέξη Υπάρχω,
..........................


Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2016

Ένας λόγιος σπουργίτης στην Εθνική Βιβλιοθήκη!


Ο λόγιος σπουργίτης

Το τελευταίον ψύχος ηύξησε τους θαμώνας όχι μόνον των καφενείων, αλλά και της Εθνικής Βιβλιοθήκης.

Δεν γνωρίζω αν την αναπτυχθείσαν θερμότητα εν τω αναγνωστηρλιω, ή τα φώτα των μελετητών, ζηλεύσας ένας σπουργίτης, εισήλθε και αυτός εις την αίθουσαν.


Κατόπιν ήρχισε να πετά από διαμερίσματος εις διαμέρσμα και να επισκέπτεται τα διάφορα τμήματα της Βιβλιοθήκης, επικαθήμενος δε εις το κατακόρυφον σημείον εκάστης θήκης βιβλίων, να τσιρίζη, εκφράζων βεβαίως ούτω τον θαυμασμόν του διά την καταπληκτικήν πρόοδον των επιστημών και της φιλολογίας εν τη πατρίδι ημών. 

Εις το τμήμα της Θεολογίας μάλιστα ετσίρισε παρατεταμένως και ερρίνως.

Όταν δε έφθασεν εις το τμήμα της Νεοελληνικής φιλολογίας, παρέμεινε και καθήσας επί προεξέχοντος τομιδίου ποιημάτων νεοεβραϊκής εμπνεύσεως εναπέθηκε συμβολικώτατα τον θαυμασμόν του...

Αλλ' η Βιβλιοθήκη ήτο ώρα να κλείση πλέον. Ο γέρων θυρωρός έθεσε τότε εις μίαν γωνίαν ολίγα σκύβαλα και ολίγον νερό δια τον σπουργίτην και απήλθε τελευταίος.

Οίμοι! την επιούσαν, όταν δι' ολίγον ήνοιξεν η Βιβλιοθήκη, διότι επέκειντο αι εορταί, των Χριστουγέννων, ο σπουργίτης κατέκειτο νεκρός πλησίον της τροφής του, την οποίαν ούτε ήγγισε καν.

Ενηργήθη τότε πρόχειρος αυτοψία υπό φοιτητού της ιατρικής, και απεδείχθη ότι ο μσπουργίτης απέθανε διότι ήπιε ... μελάνι.

Ώστε αναμφισβητήτως όπως μυηθή των μυστηρίων της νεωτέρας ποιήσεως είχεν εισέλθη εις την Βιβλιοθήκην ο μαλλιαρώτατος· θελήσας δε να γράψη και αυτός, ερρόφησε τα σκοτεινά της ποιήσεως ταύτης νάματα και δηλητηριασθείς απέθανε.

Κάποιος όμως εκ των παρισταμένων, διιισχυρισθείς ότι απέθανεν απλώς από την πείνα, ανεφώνησε.
- Τι ήθελες, χριστιανέ, νανακατευθής με μελάνια!;

                                                                                                                                   Δ. Γρ. Κ.





Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύτηκε στο αφιερωματικό φύλλο με τίτλο "Χριστούγεννα 1898-1899" της καθημερινής εφημερίδας Εστία (την οποία μέχρι το 1898 διηύθυνε ο Γ. Δροσίνης) και υπογράφεται από τον Δ. Γρ.. Κ. (προφανώς πρόκειται για τον Δημήτριο Καμπούρογλου ή Καμπούρογλους όπως υπέγραφε ο ίδιος, πατρός Γρηγορίου). Το ανέσυρα από την ψηφιακή εφαρμογή Ανέμη της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κρήτης.

Πολλά τα μηνύματα από την ιστορία του λόγιου σπουργίτη.

Χρόνια πολλά και καλά!

----------------------------------------------

Σημείωση


Παραθέτω σε εικόνες τις δύο σελίδες από την Εστία, κυρίως για να δείξω όχι μόνο το κείμενο αλλά και όλο το περιεχόμενο, όπου φαίνεται η τέχνη που έβαζαν στο χαρτί για τη δημιουργία του έντυπου. Στις σελίδες ξεχωρίζουν τα διακοσμητικά μοτίβα στην αρχή και στο τέλος κάθε άρθρου, καθώς και τα πλουμιστά πρωτογράμματα στην αρχή κάθε άρθρου. Ήθελε μεράκι και υπομονή, τα είχαν φαίνεται ...

Στο ίδιο φύλλο γίνεται πολλή αναφορά στην Κρήτη, δεδομένου ότι εκείνη την περίοδο λύθηκε (κατά μία έννοια) το Κρητικό ζήτημα, έληξε η πολυετής Κρητική Επανάσταση (με τη συμβολή και του σχετικά νέου ακόμη Ελευθερίου Βενιζέλου), αποχώρησαν οι Τούρκοι και αυτονομήθηκε το νησί (Αυτόνομη Κρητική Πολιτεία), ενώ τον Δεκέμβριο 1898 κατέβηκε στα Χανιά ο πρίγκηπας Γεώργιος ως Ύπατος Αρμοστής Κρήτης. 

Θα ήθελα με την ευκαιρία να κάνω μια παρένθεση αντιγράφοντας μια πρόταση από το βιβλίο "Χανιά 1252-1940" του Γιάννη Τσίβη (έχω την 3η έκδοση του 1993 από τη "Γνώση", επανεκδόθηκε το 2014 από το "Έρεισμα"). Στο κεφάλαιο όπου περιγράφει τα παραπάνω γεγονότα και αφού αναφέρει την πρόταση της Ρωσίας να αυτονομηθεί η Κρήτη και να οριστεί Ύπατος αρμοστής ο οποίος θα διορίζεται από τις 4 Μεγάλες Δυνάμεις (το ... κουαρτέτο της εποχής, βλέπετε η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, αλλά συνεχίζεται), στην οποία πρόταση συμφωνούσαν οι Άγγλοι, οι Γάλλοι και οι Ιταλοί, καταλήγει:

"Η Γερμανία και η Αυστροουγγαρία αντέδρασαν με το επιχείρημα πως παραβιάζεται το δόγμα της ακεραιότητας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, που με φανατισμό υποστήριζαν".

Οποιεσδήποτε κρίσεις για την ιστορία που συνεχίζεται επιτρέπονται ... 


Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2016

Παραμονή της Γέννησης (Ζωή Καρέλλη)


Νικηφόρου Λύτρα, Κάλαντα (Πηγή)


Στον όγκο του χρόνου υπάρχει η στιγμή.
Επίσημη την τοιμάσαμε, τη θελήσαμε,
τοιμάσαμε την έκσταση, θελήσαμε τον θαυμασμό.
τοιμάσαμε την ανάταση, θελήσαμε τη χαρά,
τοιμάσαμε τη γιορτή, θελήσαμε τον εαυτό μας
γεμάτον έκσταση, θαυμασμό και χαρά.

«Εν ανθρώποις ευδοκία».
Βγαίνουν οι άνθρωποι,
λαλούν οι άνθρωποι στην παγερή έναστρη νύχτα
που λάμπει ιώδης και μαύρη,
κρυστάλλινη, διαυγής, διάφανη, άυλη.

Οι άνθρωποι είναι πολλοί μαζί
και μιλούν, γελούν κι απαντούν ο ένας στον άλλο,
πηγαίνουν ν' ακούσουν και δεν ακούν
τη φωνή του ανθρώπου καν μέσα τους.
Ήσυχοι, κουρασμένοι, ανύποπτοι,
στέκονται και περπατούν, διαβαίνουν.
Οι άνθρωποι είναι γελαστοί.

Αύριο είναι γιορτή,
αύριο είναι διασκέδαση,
αύριο είναι ανάπαψη.
Οι άνθρωποι χαίρονται, χαίρονται,
πηγαίνουν, περπατούν, διαβαίνουν,
βλέπουν ό,τι έμαθαν να βλέπουν.



Παραμονή της Γέννησης. Το πρώτο από τα 4 ομώνυμα ποιήματα  της Ζωής Καρέλλη από τη συλλογή "Πορεία".


Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2016

"Μόνο ο αέρας ακουγόταν", της Ευγενίας Μπογιάνου



Το νέο βιβλίο της Ευγενίας Μπογιάνου "Μόνο ο αέρας ακουγόταν" (Μεταίχμιο 2016) είναι μια συλλογή διηγημάτων με πρωταγωνιστές άντρες ή γυναίκες, νέες ή ηλικιωμένες, Ελληνίδες ή αλλοδαπές, όλοι και όλες χαρακτήρες με υπαρξιακές ανησυχίες και αμφιβολίες. Δείχνουν να μην έχουν σχέση μεταξύ τους οι ιστορίες των ηρώων που αφηγείται, πηγαίνουν από το ένα κοινωνικό πρόβλημα στο άλλο, ο καμβάς όμως όλων των ιστοριών είναι μία κατάσταση οριακή, μια κατάσταση στα όρια ή κι έξω από τα όρια του κανονικού. Αν είχα να ξεχωρίσω κάποιες έννοιες που διατρέχουν τις ιστορίες της, θα έλεγα ότι είναι ο χρόνος, η ηλικία, η μνήμη, η απώλεια, η απόρριψη.

Η γλώσσα είναι καλή, χωρίς "λάθη". Δεν είναι όλα τα διηγήματα γραμμένα στο ίδιο ύφος. Ίσως να δοκιμάζει το στυλ που της ταιριάζει, ίσως για να καταλήξει σε ιστορία μεγαλύτερης φόρμας; Σπάνια χρησιμοποιεί διαλόγους, η συγγραφέας αφηγείται και περιγράφει. Χρησιμοποιεί σύντομες φράσεις, ο λόγος της συγκεκομμένος, συχνά σκληρός και τολμηρός, αλλά παράλληλα γεμάτος ευαισθησία και ανθρωπιά. Διαβάζεται εύκολα αλλά όχι ευχάριστα, μεταφέρει τον πόνο ή την αγωνία ή την ανασφάλεια των ηρώων αλλά και της ίδιας. Γιατί νιώθεις σα να βασανίζεται και να συμπάσχει με τους ήρωες και τις ηρωίδες της.

Κάποιοι τίτλοι διηγημάτων μαρτυρούν το περιεχόμενο και, φυσικά, τι απασχολεί τη συγγραφέα, όπως ενδεικτικά: "Στέλλα", "Γιορτή στον καταυλισμό", "Από σκιά σε σκιά", "Άνθρωπος σε κλουβί", "Η παρτίδα είναι χαμένη από χέρι", "Η ανάκριση".

Το ίδιο μαρτυρούν και οι στίχοι από ποιήματα που παραθέτει. 'Οπως αυτοί της Τζένης Μαστοράκη:

Βουλιάζουμε ολοένα και πιο βαθιά μέσα μας.
Αποκρυπτογραφούμε τους ήχους της απόλυτης σιγαλιάς
και οι κραυγές των χρωμάτων μας πληγώνουν.

ή του Τάκη Σινόπουλου:

Πες μου λοιπόν, τι φως έχουν τα χέρια σου
και σκοτεινιάζουν έτσι εκείνο που
προστάτευα από σένα και κρατούσα
και ήμουν;

Παρατηρεί τους ανθρώπους, μπαίνει στις αθέατες γωνιές του κόσμου τους και περιγράφει με εκπλητική λεπτομέρεια τις ζωές τους και με περισσή ευαισθησία τις αγωνίες τους (αν και σε ορισμένες περιπτώσεις με ιστορίες προσωπικών υπαρξιακών αγωνιών οι ήρωες μου φαίνονταν υπερβολικοί, ίσως και επηρεασμένη από άλλες που αφορούσαν σοβαρότερα, κατά τη γνώμη μου, κοινωνικά προβλήματα).

Ξεχώρισα το διήγημα που έδωσε και τον τίτλο της συλλογής "Μόνο ο αέρας ακουγόταν". Είναι η ιστορία της Μαρίας, έτσι τη λένε τώρα, ποιος ξέρει πώς τη βάφτισαν. (Και κάνω τις δικές μου σκέψεις: Όπως η Ντίνα από τη Βουλγαρία που όμως είναι Μπίνκα, άραγε ο Αντώνης από την Αλβανία, η Αγνή από την Πολωνία, η Ελένη από τη Ρωσία πώς βαφτίστηκαν; Ρώτησα ποτέ; Κι αν ρώτησα, μήπως το συγκράτησα;)

Η ιστορία της Μαρίας που παλεύει με νέο όνομα, στον καινούργιο τόπο, στον άγνωστο ουρανό:

"... Είμαι σαράντα χρονών. Σαράντα χρόνια στην πλάτη μου. Σαράντα ασήκωτα χρόνια. Με λένε...

Αλλά δεν έχει σημασία πώς με λένε. Εδώ με φωνάζουν Μαρία. Τους έρχεται πιο εύκολο. Τους αρέσει κιόλας. Τους φέρνει στο μυαλό κάτο μοικείο. Αυτό είναι το όνομά μου, Μαρία...
............
Ξεσκατώνω παιδιά. Άλλ απαιδιά. Ξένα. Τα δικά μου...
Όχι, δεν θα μιλήσω για τα δικά ξμου.
Άλλωστε θα ήταν...
...............
Και οι γέροι. Α ναι, εκτός από παιδιά ξεσκατίζω και γέρους. Τους γέρους τους. Τις μανάδες και τους πατεράδες τους.
Ξεκίνησα αποκει για να 'ρθω εδώ. Δεν ήξερα τι με περίμενε. Αυτό που ήξερα ήταν πως έπρεπε να φύγω αποκεί. Αν μέναμε εκεί δεν... Όμως, αν φεύγαμε, μπορεί και να..."

Άλλο ένα έργο μέσα στην κρίση για την κρίση; Σε μια συζήτηση λέσχης ανάγνωσης πρόσφατα, έγινε συζήτηση αν μπορεί και αν πρέπει αυτό να γίνεται. Γιατί να μην πρέπει και να μην μπορεί, αναρωτήθηκα. Η κρίση, μου απάντησαν, θέλει χρόνο για να την περιγράψεις. Μα η λογοτεχνία, είπα, δεν είναι ιστορία. Ο λογοτέχνης γράφει (και) αυτά (και κυρίως αυτά, θα έλεγα) που βλέπει και νιώθει μπροστά του. Μα αυτή είναι άλλη κρίση, πιο σοβαρή, μου ξαναείπαν.

Και φυσικά δεν μπορώ να συμφωνήσω ούτε σε αυτό. Και φυστικά, δεν είναι μόνο ο Καρκαβίτσας και ο Παπαδιαμάντης και τόσοι άλλοι, που έγραφαν για τις κρίσεις της εποχής που ζούσαν. Και μην ξεχάσουμε παρακαλώ τον "Κύριο Πρόεδρο" του Γεράσιμου Βώκου, ένα όχι ιδιαίτερα σπουδαίο - λογοτεχνικά - έργο, πολύ σημαντικό όμως ως προς την σκιαγράφηση καταστάσεων της εποχής του (γράφτηκε επί Χαριλάου Τρικούπη, όχι ότι δεν είχαμε και τότε κρίση που ... "δυστυχώς επτωχεύσαμεν" ...) και παρακαλώ αξίζει να το διαβάσετε για να βρείτε κακοδαιμονίες που χρόνισαν στον τόπο μας. (Κλείνει η παρένθεση.)

Η Μπογιάνου γράφει για την κρίση, όχι μόνο για την ελληνική κρίση. Γράφει για την κρίση στην εποχή μας, για τη φτώχεια, τους πολέμους, την προσφυγιά. Και λέει με τα λόγια του Σεφέρη από το Ημερολόγιο καταστρώματος, Β':

"Κι είναι καιρός να πούμε τα λιγοστά μας λόγια, γιατί η ψυχή μας αύριο κάνει πανιά".

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2016

Ο Βασιλιάς των Ονείρων πάει θέατρο στα Χανιά



Πριν από ένα χρόνο γράψαμε για τον Βασιλιά των Ονείρων, το όμορφο παιδικό παραμύθι της Ευδοκίας Σκορδαλά-Κακατσάκη που φέρνει στα παιδιά την ιδέα της πάλης του καλού με το κακό. Με τον καλό Βασιλιά των Ονείρων που ζει στην Ονειρούπολη και κρατά το κλειδί της ασημένιας βρύσης για να τρέχουν όμορφα όνειρα όταν την ανοίγει κάθε βράδυ  και με τον Μαύρο Καβαλάρη που ήθελε ν' αρπάξει το κλειδί και...



Και η παράσταση αρχίζει! Μια όμορφη παιδική παράσταση ανέβηκε αυτές τις μέρες στα Χανιά, 17-18/12 στο Πνευματικό Κέντρο και αύριο 21/12 στο 7ο Γυμνάσιο, από το Σύλλογο Φίλων Θεάτρου Χανίων, με υποστήριξη και στήριξη της Αντιπεριφέρειας Χανίων. 





Είδα κι εγώ την παράσταση του Σαββάτου με τον εγγονό μου (ο οποίος έχει "διαβάσει" το βιβλίο και περίμενε να δει την ασημένια βρύση, εντυπωσιάστηκε όμως πολύ και από τον Μαύρο Καβαλάρη όταν μπήκε στη σκηνή πάνω σ΄ ένα όμορφο άλογο, μια όντως εντυπωσιακή στιγμή). Εντυπωσιάστηκα από τη μεγάλη προσέλευση παιδιών με τους γονείς (ή και γιαγιάδες φυσικά), είχε γεμίσει η μεγάλη αίθουσα του Πνευματικού Κέντρου, είχε γεμίσει ο εξώστης, είχαν γεμίσει τα σκαλάκια των διαδρόμων και ακόμα υπήρχαν πάρα πολλοί όρθιοι. 

Και εντυπωσιάστηκα επίσης από τη ζωηρή συμμετοχή των παιδιών, την τόση ανταπόκριση σε μια πραγματικά όμορφη παράσταση, ευρηματική σε πολλά σημεία (ο Καβαλάρης πάνω στο μαύρο άλογο, τα πουλιά που χορεύουν και τραγουδούν, η ασημένια βρύση  κ.ά.), ο μικρός μου χειροκροτούσε συνέχεια ακολουθώντας τα μεγαλύτερα παιδιά, κουβέντιαζε πάνω στο έργο φωναχτά (ενοχλούσε και μια μαμά μπροστά, εμείς πάντως δεν βγάλαμε το μπολάκι με τα μπισκότα την ώρα της παράστασης, όπως έκανε εκείνη για τα παιδιά που συνόδευε ... να πούμε και την κακία μας εν είδει παρατήρησης) και αναζητούσε, λοιπόν, ο μικρός δυομισάρης το άλογο όταν πια δεν είχε ρόλο στη σκηνή και το είχαν απομακρύνει... 


Η είσοδος στο θέατρο ήταν ελεύθερη, όμως υπήρχε η σύσταση να φέρουν τρόφιμα και φάρμακα για την ενίσχυση του Κοινωνικού Παντοπωλείου της Αντιπεριφέρειας και του Κοινωνικού Ιατρείου Φαρμακείου Αλληλεγγύης Χανίων. Η ανταπόκριση ήταν μεγάλη.



Ήταν μια όμορφη εκδήλωση. Μπράβο στη συγγραφέα, την ακάματη Ευδοκία και μπράβο σε όλους τους συντελεστές της παράστασης. Αξίζουν τέτοιες πρωτοβουλίες.

-----------------------------
Σημ. Οι φωτογραφίες της παράστασης είναι από τη σελίδα της Αθηνάς Μανωλικάκη στο Facebook, όπου υπάρχουν πολλές ακόμη. Τα ονόματα όλων των συντελεστών και άλλες πληροφορίες για την παράσταση ενδεικτικά εδώ και εδώ και εδώ.