Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2012

Χειρόγραφες αφιερώσεις στα βιβλία της συλλογής μου: για τις Αφιερώσεις του Βιβλιοθηκάριου, αφιερωμένο εξαιρετικά!

Ποιον μπορεί αλήθεια να ενδιαφέρουν οι χειρόγραφες αφιερώσεις που έχουν τα βιβλία μου; Ο βιβλιοθηκάριος έριξε την ιδέα, έχει ξεκινήσει ένα ενδιαφέρον ιστολόγιο με τις αφιερώσεις των συγγραφέων στα βιβλία τους και ζήτησε από τους διαδικτυακούς φίλους του να γράψουμε κάτι αντίστοιχο για τη δική μας συλλογή.

Ενθουσιάστηκα στην αρχή, ύστερα όμως σκέφτηκα, πώς θα δημοσιοποιήσω αυτά τα στοιχεία, είναι αυτά που συνδέουν εμένα με τους άλλους, τους κοντινούς μου ανθρώπους, έχει νόημα να τα βγάλω έξω;

Όπως το συνηθίζω (για να μην το ονομάσω "επαγγελματική διαστροφή"), αναζήτησα σχετικές δραστηριότητες στον ελλαδικό χώρο. Έτσι, βρήκα να έχει γίνει κάτι τέτοιο στη συλλογή του Στρατή Τσίρκα που βρίσκεται στο ΕΚΕΒΙ. Γράφει ο Φίλιππος Παππάς με αφορμή την εργασία του για τις αφιερώσεις στα βιβλία που βρέθηκαν στη βιβλιοθήκη του Στρατή Τσίρκα:

"... [η αφιέρωση] στο µικρό της χώρο, στις λίγες κατά κανόνα αράδες της, δεν είναι δυνατό να αναζητήσουµε ούτε βαθιά νοήµατα, ούτε µεγάλη πρωτοτυπία, ούτε σπουδαία ειλικρίνεια. Σύντοµη, διεκπεραιωτική, τυπική, ενίοτε µε ενισχυµένες κολακείες, ιδίως όταν ανώνυµος αφιερώνει σε επώνυµο, συχνά νοτισµένη µε ισχυρές δόσεις αφέλειας κι ανοησίας και διόλου σπάνια εκφρασµένη µε λογής ασυναρτησίες κι ασάφειες, µια «µέσου τύπου» αφιέρωση όντως δε φαίνεται να έχει ιδιαίτερη σηµασία ή να προσφέρεται για εξαγωγή πολλών και ασφαλών συµπερασµάτων..."

Επίσης, έχει γίνει μια αξιόλογη δουλειά για τη βιβλιοθήκη του ζεύγους Μιλλιέξ από το Πανεπιστήμιο Κύπρου, στο πλαίσιο του συστήματος Λήκυθος: Χειρόγραφες αφιερώσεις στη συλλογή βιβλίων του ζεύγους Μιλλιέξ.

Αντιλαμβάνομαι τη σημασία όταν γίνεται μελέτη της συλλογής "επωνύμων", όπως είναι οι σχέσεις τους με άλλα πρόσωπα, επώνυμα ή όχι. Αλλά για εμάς τους υπόλοιπους, τι σημασία έχει μια τέτοια δημοσιοποίηση;

Ξεπερνώντας τις υπαρξιακές μου ανησυχίες, αποφάσισα να μπω στο παιχνίδι, έτσι το είδα κι έκανα άνω κάτω τη βιβλιοθήκη μου. Κάποιες αφιερώσεις τις θυμόμουν, κάποιες άλλες όχι, έψαχνα αφιερώσεις από συγκεκριμένα πρόσωπα, ξεδιάλεγα, ένιωθα συγκίνηση κάποιες φορές, θυμόμουνα στιγμές... Η ζωή μου τα τελευταία σαράντα χρόνια σα να πέρασε από μπροστά μου.

Βλέποντας κανείς τις αφιερώσεις, μπορεί να σκεφτεί διάφορα, για το ύφος και το περιεχόμενο του κειμένου της αφιέρωσης, για τον γραφικό χαρακτήρα του γράφοντος. Παραπέρα, η λίστα των βιβλίων που μας δωρίζονται μπορεί να οδηγήσει σε εικασίες ή συμπεράσματα για τις επιλογές των δωρητών ή ίσως και δικών μου. Έχω να παρατηρήσω πάντως ότι σπάνια ένα βιβλίο που μου χαρίστηκε δεν ήταν στα γούστα μου, στα ενδιαφέροντά μου.

Αφιερώσεις από οικεία πρόσωπα

Εδώ προσπάθησα να συγκεντρώσω αφιερώσεις σε βιβλία που μου χάρισαν πολύ οικεία πρόσωπα. Ξαναβλέποντάς τα

Τους στίχους του Γ. Αθάνα διάλεξε να μου αφιερώσει  η συμμαθήτρια και φίλη μου μέχρι σήμερα Έμμη στην ποιητική ανθολογία (Βίπερ, 1971) που μου χάρισε  το 1972.



























Αφιερώσεις από την μέχρι σήμερα φίλη μου Αργυρώ στην Ασκητική του Καζαντζάκη (το 1975) και στη "Γένεσις της τραγωδίας" του Νίτσε, εκδ. Φέξη 1965 (το 1976).

 
Αφιέρωση από την έτερη μέχρι σήμερα φίλη των γυμνασιακών μου χρόνων Ελένη, εδώ στην "Αθανασία" του Μίλαν Κούντερα (Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1991)
Μια ξεχωριστή αφιέρωση από την Άννα, φίλη και συνάδελφο, για τον "Αιγύπτιο" του Μίκα Βαλτάρι (Κάκτος, 1984)
Αφιέρωση της Άννας Σολωμού για το "Φίμα" του Άμος Οζ


Εδώ αφιέρωση πάλι της Αννούλας ή Σολωμίτσας, όπως τη λέγαμε χαϊδευτικά, για τη συλλογή "Τα χειρόγραφα του φθινοπώρου" του Τάσου Λειβαδίτη.

Από δυο καλούς φίλους, το "Πριμαρόλια" της Αθηνάς Κακούρη (Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1998) και τα  "Φείγ βολάν της Κατοχής" του Κώστα Βάρναλη (Εκδόσεις Καστανιώτη, 2007) 

Από οικογενειακή φίλη, για το "Σουέλ" της Ιωάννας Καρυστιάνη (Καστανιώτης, 2006)

Από τη φίλη μου Στέλλα για το "Εποχή των άκρων" του Eric Hobsbawm (Θεμέλιο, 1990). Να σημειώσω ότι χρειάστηκαν άλλα 15 χρόνια από τότε για να μπορώ να έχω περισσότερο ελεύθερο χρόνο, όπως μου εύχεται...

Η αφιέρωση της αδελφής μου δίνει και την απάντηση στους αρχικούς προβληματισμούς μου! Εδώ για το βιβλίο "Ζω για να τη διηγούμαι" του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες (Λιβάνης, 2003), μου το χάρισε όταν υποστήριξα τη διδακτορική μου διατριβή.
Βέβαια με τα παραπάνω δεν τελειώνω τις αφιερώσεις. Είναι αλήθεια ότι τελευταία όλο και λιγότερο έχω αφιερώσεις στα βιβλία που μου χαρίζουν κι αυτό γιατί ξέρουν οι φίλοι μου ότι με τόσα που έχω, μπορεί και να τους έχω προλάβει. Πάντα όμως σημειώνω ποιος μου το χάρισε. 

Πάντα σημειώνω ποιος μου το χάρισε, έτσι για να το διηγούμαι...


Αφιερώσεις από συγγραφείς

Δεν παίρνω συχνά αφιερώσεις από συγγραφείς, ντρέπομαι, κάποιες φορές νιώθω ότι και εκείνοι το κάνουν ανόρεχτα, ακολουθώντας τις ανάγκες (;) του μάρκετινγκ, όπως τελευταία που αναζήτησα μια καλή συγγραφέα που θα υπέγραφε το τελευταίο της βιβλίο, νομίζω εκείνη ένιωσε ακόμη πιο άσχημα από μένα! Τέλος πάντων, κρατώ το παραπάνω, τις έχω για να τις διηγούμαι. Και για κάποιες, αυτό έχει την ιδιαίτερη αξία του.

Αφιέρωση στα "Διηγήματά" του (1973) που μου χάρισε ο Χανιώτης αγωνιστής, γιατρός και λογοτέχνης Κώστας Χιωτάκης. Σ' αυτόν πήγαινα να κουβεντιάσουμε τότε που είχα τους πρώτους ιδεολογικούς προβληματισμούς μου για τον κόσμο, σ' αυτόν έδινα τα ποιήματα που έγραφα για να μου κάνει παρατηρήσεις και διορθώσεις.


Επισκέφθηκα τον Ασημάκη Πανσέληνο το Γενάρη του 1976 στο σπίτι του στην Κηφισιά. Ήμουν φοιτήτρια του Πολυτεχνείου, πήγα να συζητήσουμε για μια εκδήλωση που θα οργανώναμε στο Πολιτιστικό τμήμα για τον Βάρναλη (έχω γράψει κι εδώ). Μου χάρισε την ποιητική του συλλογή "Ταξίδια με πολλούς ανέμους".
Η Αργυρώ Κοκοβλή μαζί με τον άντρα της  Νίκο Κοκοβλή έγραψαν το βιβλίο "Άλλος δρόμος δεν υπήρχε" για να περιγράψουν τις περιπέτειες τους μαζί και με τον Γιάννη Λιονάκη, μετά τη λήξη του Εμφυλίου. Η αφιέρωση έγινε στην εκδήλωση προς τιμή τους στο Πνευματικό Κέντρο Χανίων τον Απρίλιο 2009, με παρουσίαση του βιβλίου μαζί με την προβολή της ταινίας του Σταύρου Ψυλλάκη. Η Αργυρώ έχει μείνει μόνη της, οι άλλοι δυο έφυγαν μέσα στο 2012, την είδα τον Οκτώβριο σε μια εκδήλωση στα Χανιά, πιο ανήμπορη, υποβασταζόμενη, αλλά με το ίδιο καλωσυνάτο χαμόγελο.

Η Μαριάννα Κορομηλά υπογράφει το βιβλίο της "Η Μαρία των Μογγόλων" (Πατάκης, 2008). Άκουγα την Κορομηλά όταν είχε εκπομπή στο ραδιόφωνο, διαβάζω τα βιβλία της και γεμίζω ευχαρίστηση και γνώσεις.
Η Μάρω Δούκα είναι από τις αγαπημένες μου, ιδίως όταν γράφει για τα Χανιά, αξεπέραστη ...
Η Γιώγια Σιώκου, ποιήτρια από τα Χανιά, εδώ μου αφιερώνει τη συλλογή της "Εμπαιγμός των ειδώλων" (Δελφίνι, 1994)
Η Νίνα Σκανδάλη ήταν σημαντική προσωπικότητα για την εκπαίδευση των βιβλιοθηκονόμων στην Ελλάδα και πρωτοπόρα μαζί με την Άννα Σολωμού στο χώρο της Τεκμηρίωσης. Η κυρία Νίνα ήταν μια πραγματική δασκάλα. Τα βιβλία της είναι ακόμη αξεπέραστα. Εδώ μου υπογράφει το "Περιγραφική καταλογογράφηση: Κανόνες και εφαρμογές" (Ι.Γ.Βασιλείου, 1993).
Μαχητικός ο Luis Sepulveda έδωσε μια εξαιρετική ομιλία τον Ιούνιο του 2011 στο Ινστιτούτο Θερβάντες. Είχα μαζί μου το "Η τρέλα του Πινοσέτ" (Όπερα, 2003). Μάλιστα, το βιβλίο μου το είχε χαρίσει μια φοιτήτριά μου από το Ιόνιο, δεν είχε αφιέρωση, είχε ολόκληρο γράμμα με ημερομηνία 24/11/03, το διάβασα, συγκινήθηκα.

Η φίλη μου η Έμμη, που μου χάρισε την ποιητική ανθολογία το 1972, τώρα γράφει κι αυτή ποιήματα και τα εκδίδει. Εδώ, η αφιέρωση για την ποιητική της συλλογή "Στο κατώφλι" (Γραβριηλίδης, 2009).


Η διήγηση σταματά εδώ. Αφήνω για μένα τις όποιες θύμισες, τα όποια σχόλια πάνω στις αφιερώσεις. Τώρα, πρέπει να τακτοποιήσω τα βιβλία στη βιβλιοθήκη μου και τις σκέψεις στο κεφάλι μου που και τα δύο έγιναν άνω κάτω. 

Βιβλιοθηκάριε, να είσαι καλά και πάντα όρθιος, κι εσύ και η βιβλιοθηκαρίνα σου. Χαίρομαι που σας συνάντησα σ' εκείνη την αίθουσα διδασκαλίας, κάτι χρόνια πριν. Αφιερωμένο εξαιρετικά!


Στο αφιέρωμα συμμετέχουν επίσης:


- "Αφιερώσεις" από την "Αναγεννημένη"
- "Το σπίτι με τις ροδιές" από τα "Χαμένα Επεισόδια"
- "Χειρόγραφες αφιερώσεις στα βιβλία της συλλογής μου: για τις αφιερώσεις του Βιβλιοθηκάριου αφιερωμένο εξαιρετικά!" από το "Καγκουρώ"
- "Αφιερώσεις σε βιβλία" από το "Φαούδι"
- "In memoriam... και μια αφιέρωση σε ένα μελλοντικό βιβλίο" από τις "Rubies and Clouds"
- "Αφιερωμένο στις "Αφιερώσεις" " από το "From Information scientists... and others"
- "Προσκλητήριο ενθυμήσεων και σιωπητήριο λόγου" από τους "Κυνοκέφαλους"
- "Βιβλικό τάμα" από το "Εξεγερμένο το 2009"
- "Αφιερώσεις" από το "Ερυθρό Καγκουρώ"
- "Υστερόγραφο σε εκατό αντίτυπα" από τον "Τσαλαπετεινό"
- "Αφιερώνοντας στην... fun-μίλια" από την "Greek libraries in a new world"
- "Αφιερωμένο εξαιρετικά" από το "The three wishes's weblog"
- "Η αφιέρωση" από το "Σημειωματάριο"
- "Αφιέρωση σε βιβλίο" από τη "Roadartist... in athens!
- "Περί μορίων και πόρων" από το "Η Ωραία Σέλιτσα"
- "Επιστρέφοντας σε αυτά που δεν αφήσαμε πίσω" από τον "Βιβλιοθηκάριο"
- "Χαϊκού αφιερώσεις" από τον SilentCrossing
- "Με αγάπη, με εκτίμηση, με τιμή, με συμπάθεια, με φιλία με αφοσίωση με ευλάβια... στον... στην... στους..." από την "Anna-Silia"
- "Μια αφιέρωση που δεν έγινε ποτέ..." από το "Polyanna's days"
- "Οι φίλοι... τα βιβλία... οι φάροι μας" από τη "Dina Vitzileou"

Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2012

Bella Ciao: η ιστορία ενός τραγουδιού


Πήρα την αφορμή να γράψω για το γνωστό επαναστατικό τραγούδι Bella Ciao, που το 'χουμε τραγουδήσει τόσες και τόσες φορές, από την επετειακή ανάρτηση της roadartist για τα 5 χρόνια του ιστολογίου της, όπου ... "πρόσφερε" για δωράκι το Soundtrack Volume 5. Ωραία ιδέα! Μέχρι τώρα τέτοια δωράκια κάναμε σε κασέτες κι αργότερα σε CD (αλλαγή γενεών;)

Είναι μια όμορφη συλλογή από μουσικά κομμάτια, ελληνικά και ξένα, που τα κατέβασα και τ' απόλαυσα. Ανάμεσά τους έχει το Bella Ciao στην "original" εκδοχή του όπως γράφει. Και πραγματικά είναι μια όμορφη εκτέλεση από γυναικεία φωνή με συνοδεία μουσικής.

Έχω στη συλλογή μου εδώ και χρόνια το άλμπουμ Cabaret Modern, μια παραγωγή του Noel Akchote, που περιέχει το Bella Ciao να τραγουδιέται από γυναικεία φωνή a capella, επίσης στην "original" εκδοχή όπως λέει. Στην εισαγωγή του τραγουδιού μάλιστα, κάνει μια σύντομη αναφορά στην προέλευσή του κι εκεί πρωτοάκουσα ότι, αν και τραγουδήθηκε πολύ από τους παρτιζάνους που πολεμούσαν το φασισμό κατά το Β' παγκόσμιο πόλεμο, στην πραγματικότητα έρχεται από πολύ παλιότερα, από τις αρχές του 20ου αιώνα ίσως και τα τέλη του 19ου. Ήταν το τραγούδι των γυναικών που δούλευαν εργάτριες στις φυτείες ρυζιού γύρω από τον Πάδο ποταμό και το τραγουδούσαν όταν πήγαιναν κι όταν έφευγαν από τη δουλειά.
Οι εργάτριες στις φυτείες ρυζιού γύρω από τον Πάδο ποταμό, αρχές του 20ου αιώνα (Πηγή: http://one-way.livejournal.com/421835.html) 





Το εκπληκτικό είναι ότι έχει βρεθεί και εκτέλεση τραγουδιού στα γίντις με την ίδια μελωδία!

Πολλές πληροφορίες για την ιστορία του τραγουδιού, για τη σχέση του με τραγούδια των τσιγγάνων και των Εβραίων της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης (όπου, μια εκδοχή λέει ότι έφτασαν εκεί από Ιταλούς εμπόρους που ταξίδευαν από την πατρίδα τους μέχρι την Οδησσό) και πολλές φωτογραφίες βρίσκονται συγκεντρωμένες στην ανάρτηση http://riowang.blogspot.gr/2008/12/bella-ciao.html. Επίσης, εκτελέσεις από διάφορα μέρη του κόσμου και από διάφορους καλλιτέχνες βρίσκονται εδώ  κι εδώ.

Έχουν μάλιστα επιχειρηθεί και ελληνικές αποδόσεις, όπως η παρακάτω (αν και δεν γνωρίζω να έχει τραγουδηθεί καμιά):

Το πρωί μόλις ξυπνάμε
όμορφη γεια σου, όμορφη γεια σου, όμορφη γεια σου
Το πρωί μόλις ξυπνάμε
Εκεί κάτω στους ορυζώνες πρέπει να πάμε

Κι ανάμεσα στα έντομα και τα κουνούπια
όμορφη γεια σου, όμορφη γεια σου, όμορφη γεια σου
Κι ανάμεσα στα έντομα και τα κουνούπια
Σκληρή δουλειά μας περιμένει

Ω μανούλα μου τι βάσανο
όμορφη γεια σου, όμορφη γεια σου, όμορφη γεια σου
Ω μανούλα μου τι βάσανο
Πάντα επικαλούμαι το κάθε αύριο

Μα θα έρθει μια μέρα που όλες εμείς
όμορφη γεια σου, όμορφη γεια σου, όμορφη γεια σου
Θα έρθει μια μέρα που όλες εμείς
θα δουλεύουμε στην ελευθερία.


Ξεχωριστή και η ερμηνεία της Μαρίας Φαραντούρη εδώ.

Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2012

Ο Βασίλης Τσιαμπούσης στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Αγίας Παρασκευής





Στις ζοφερές μέρες του καιρού μας, η τέχνη και ο λόγος είναι ισχυρά όπλα για ν' αντιμετωπίσουμε τις πιέσεις και για να παίρνουμε δυνάμεις κι αισιοδοξία ότι δεν είναι όλα μόνο ζήτημα οικονομικής λογιστικής. Ήταν μια τέτοια, όμορφη και ζεστή βραδιά η αποψινή στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Αγίας Παρασκευής. Στο πλαίσιο της σειράς εκδηλώσεων με τον τίτλο "Λογοτεχνικά ταξίδια" στις οποίες προσκαλούνται συγγραφείς από την περιφέρεια, ήταν σήμερα η σειρά του Βασίλη Τσιαμπούση από τη Δράμα.


 Ο Βασίλης Τσιαμπούσης είναι πολιτικός μηχανικός κι ένας μαχητικός άνθρωπος των γραμμάτων στην όμορφη πόλη του.  Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει κυρίως συλλογές διηγημάτων. Στην αποψινή βραδιά παρουσιάστηκε το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο "Σάλτο μορτάλε" (Μεταίχμιο, 2011), στο οποίο, όπως λέει ο ίδιος,  καταπιάνεται με κανονικούς ανθρώπους να κάνουν αλλόκοτα πράγματα. Όμως, θάλεγε κανείς ότι οι ιστορίες του κάθε άλλο παρά αλλόκοτες είναι, έχουν ευαισθησία, συχνά έχουν δόσεις χιούμορ αλλά και ειρωνείας, και τελικά είναι καθημερινές ιστορίες κανονικών ανθρώπων. Γιατί, μη μου πείτε ότι δεν μας έχουν τύχει εικόνες σαν αυτές από το "Μακιγιάζ" ή τη "Φωτογραφία" ή το "Ρίσκο" ή το "Αχ Σωκράτη", για ν' αναφέρω μόνο αυτά που τόσο όμορφα μας διάβασαν, μάλλον παρουσίασαν δραματοποιημένα οι καλοί ηθοποιοί Γιώργος Μωρόγιαννης και Ανθή Ανδρεοπούλου. (Κριτικές για το βιβλίο μπορεί κανείς να βρει συγκεντρωμένες στη σχετική σελίδα της Biblionet).

  


Ο ίδιος ο συγγραφέας μίλησε για τη σχέση του με το λόγο, με τα έργα του, με αυτό που θέλει να πεί και για τον τρόπο που το λέει. Έκανε συχνές αναφορές σε παραδείγματα με οικονομικούς μετανάστες, στοιχείο που υπάρχει σε διηγήματά του από την πρώτη του συλλογή τη "Βέσπα και άλλα επαρχιακά διηγήματα" του 1990 μέχρι και την τελευταία και που δικαιολογείται βέβαια γιατί  ο τόπος του όχι μόνο έχει οικονομικούς μετανάστες από άλλες χώρες αλλά και οι άνθρωποί του έχουν οι ίδιοι βιώσει τον ίδιο πόνο. Μας μίλησε όμως και για απλά πράγματα με τα οποία φτιάχνει τις ιστορίες του και μας διάβασε ένα κομμάτι από το προηγούμενο βιβλίο "Να σ' αγαπάει η ζωή" (Πατάκης, 2004), δίνοντάς μας και πληροφορίες για τη βίδρα και για τις νερόκοτες. 

Η βραδιά πλουτίστηκε μουσικά με τη συνοδεία των Μανούσου Πλουμίδη στο κλαρίνο και Δέσπως Βαρουδάκη στην κιθάρα και το λαούτο. Η επιμέλεια και η παρουσίαση των εκδηλώσεων γίνεται από το δημοσιογράφο Γιώργο Βιδάλη. Η αίθουσα ήταν κατάμεστη. Και οι βραδυές συνεχίζονται με Σκαμπαρδώνη, Κουσαθανά, Μακριδάκη!




Αύριο είναι πάλι μια δύσκολη μέρα...

Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

Τάσος Λειβαδίτης: πού πήγε, λοιπόν, όλη εκείνη η άνοιξη

Πες μου, ά, πες μου, λοιπόν, πού πήγε όλη εκείνη η
άνοιξη,
τα χωρατά των σπουργιτιών, σγουρά γέλια των θάμνων,
οι παπαρούνες σα γλυκά κόκκινα στόματα, ρυάκια μου
ασυλλόγιστα, πού πάτε;
Σαν ένας γρύλλος που ξεχάστηκε στη μέρα το ξύλινο
            μαγγανοπήγαδο μακριά,
πλάι στο πηγάδι ο παπούς παίζοντας την κιθάρα του,
«μακριά, σα θα φύγω, μάνα, στην ξενιτιά»,
ένα κλωνί βασιλικός μες στα χοντρά ρουθούνια του
να ευωδιάζουν τα πλεμόνια του απ’ τις στερνές ομορφιές
            της γής,
πουλιά πετούσαν στα κλαδιά, σα να πηγαίνανε χαρούμε-
            να μηνύματα
από κόσμο σε κόσμο. Απρόοπτα, ξαφνιασμένα πρωινά
και μεγάλα, μακρόσυρτα σούρουπα`
με τ’ άστρα να τρέμουν μακριά σαν ανοιξιάτικα μουσκε
μένα βλέφαρα,
έκθαμβες ώρες, βαριές απ’ όλο το γιγάντιο Αόριστο
που έφτανε ως το πόνο. Αίσθηση αβέβαιη όλων των
μυστικών της ζωής
που διαπερνούσαν σα ρίγη, πέρα κει κάτου, κει κάτου,
μακριά,
τους βραδινούς ορίζοντες.
....................................................................................

 Γιατί ο πόνος, ο απέραντος ανθρώπινος πόνος, σ’ ανα-
σηκώνει πάνω από τον εαυτό σου,
ως την παραίσθηση και την τρέλα και την προφητεία,
και τη μοίρα - κι ακόμα ψηλότερα,
ως τη δικαιοσύνη. Και μυρμηδίζεις όλος από μνήμες και
πράξεις κι οράματα
και βλέπεις κύματα – κύματα τις γενιές νάρχονται απ’
το βάθος του χρόνου
κι αιώνια να πλένουν τον κόσμο. Κι οι ρόγες των δα-
κτύλων σου φουσκώνουν και πονάνε
σαν τις ετοιμόγεννες κοιλιές. Και τότε καταλαβαίνεις
τους πόνους του απείρου
όταν κοιλοπονούσε τον κόσμο! Και τους πόνους της γης
για να γεννήσει ένα στάχυ. Η τους πόνους ολόκληρης
της αιωνιότητας, για να γεννηθεί κάποτε
ένα τραγούδι.


(Από τη συλλογή Καντάτα, εκδ. Κέδρος, 1991)
Το εξώφυλλο του περιοδικού Το Δέντρο, τ. 171-172, Φθιν. 2009, με αφιέρωμα στον ποιητή
Το εξώφυλλο του περιοδικού Οδός Πανός, τ. 140, Απρ.-Ιούν. 2008, με αφιέρωμα στον ποιητή
 












Πολύ καλό το αφιέρωμα του Σπύρου Αραβανή στο Ποιείν: http://www.poiein.gr/archives/1548/index.htmlΕπίσης, στη σελίδα http://tassosleivaditis.wordpress.com/, υπάρχουν πολλές πληροφορίες για τον ποιητή και το έργο του.

Όμως, συγκλονιστικό είναι και το θεατρικό του έργο "Οι τρεις" (εκδ. Κέδρος, 1996), με πρωταγωνιστές τους ανθρώπους του ασύλου που έχουν χάσει τα πάντα, εκτός από τη λογική τους. Το έργο ανέβηκε το 2009 στα Χανιά στο πλαίσιο τριήμερου εκδηλώσεων για τη συμπλήρωση 4 χρόνων ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στην Κρήτη.

Ο ποιητής έφυγε στις 30 Οκτωβρίου 1988.

Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2012

Μάνος Χατζηδάκις ο Ευρωπαίος, «άνευ φόβου και άνευ πάθους»



 
Άνευ φόβου και άνευ πάθους αντιμετώπιζε ο Μάνος Χατζηδάκις την ενοποιημένη κουλτούρα της Ευρώπης. «Δεν μας τρομάζει απ’ τη στιγμή που μας περιέχει», απάντησε σε σχετικό ερώτημα Γαλλίδας δημοσιογράφου.

Είχε ζητηθεί από τον Μάνο Χατζηδάκι, την ημέρα που υπογραφόταν στο Ζάππειο η ένταξή της Ελλάδας στην ΕΟΚ (28 Μαίου 1979) να δώσει συνέντευξη σε ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης.

Μίλησε για πολλά, για την Αθήνα και τους εσωτερικούς μετανάστες, για τα μπουζούκια, για τα καλά και τα κακά που μας εκπροσωπούν,  για την καλοζωία «χωρίς περιεχόμενο και ευτελούς αισθητικής» που βασίζεται «περισσότερο στη νευρωτική εκτόνωση παρά στην απόλαυση», για την αβεβαιότητά μας για το μέλλον και το νεοκλασικό μας πάθος (που τα χαρακτηρίζει ωραία γιατί μας προσδίδουν νεότητα), για αυτά που ελκύουν τους Ευρωπαίους και που δεν είναι «το νεοελληνικό μας πνεύμα ή τα γραφτά των νεοελλήνων θεατρικών συγγραφέων...», για την «γεροντολατρεία» μας και για την «παραδημοσιογραφία» που «υπάρχει, λειτουργεί και επιβάλλεται».

Παρουσίασε τη συνέντευξη στην εκπομπή του «Σχόλια» στο Τρίτο Πρόγραμμα, την Κυριακή 15 Ιουλίου 1979, μιας και όπως είπε, δεν βρήκαν τις απαντήσεις του ευχάριστες για να τις μεταδώσουν στην τηλεόραση (εκεί, λέει, «σέβονται το κοινό [...] αφού τ’ αποβλακώσαν πρώτα, τώρα εννοούν να το υπηρετούν πιστά και να το διασκεδάζουν»).

Κι όταν τον ρώτησε ο συνεργάτης του Ραδιοφωνικού σταθμού του Λουξεμβούργου τι περιμένει ότι θα βρει στην Ευρώπη, απάντησε:

«Επιτρέψτε μου νάμαι προσωπικός σ’ αυτή μου την απάντηση, τούς είπα. Και πρώτ’ απ’ όλα, το τρομαχτικό, σε υπερμεγέθη παρουσία με εκπροσώπους τον Έιτς Πι Λόβκραφτ, τον Έντγκαρ Άλαν Πόε και τον Κάρολο Μπωντλαίρ. Μετά, μια ευρωπαϊκή ταυτότητα για απογευματινούς περιπάτους, ιδίως τις Κυριακές, πότε στο Κιρινάλε, ή στην Πλατεία Βαντόμ και πότε στη Σεβίλλη. Τέλος. Ένα ευρωπαϊκό κοιμητήριο για μια εφησυχασμένη δημοκρατική μας αποχώρηση σαν έρθει η ώρα μας που λένε».

Κι όταν «αυτός απ’ τη Γερμανική τηλεόραση μου λέει ξαφνικά: Νιώθετε Έλληνας, για Ευρωπαίος; Τι ερώτημα, σκέφτομαι».

Ο Μάνος Χατζηδάκις με το ιδιαίτερο πνεύμα του απάντησε κατάλληλα και το διηγείται στην εκπομπή:

«Και βέβαια του απαντώ, Έλληνας αν αυτό σημαίνει Ευρωπαίος. Κι Ευρωπαίος αν αυτό συμπεριλαμβάνει την Ελληνικότητά μου. Σας ενδιαφέρει η ελληνική σας ιθαγένεια; Μού κάνει αυτός από το Λουξεμβούργο.

Του απαντώ: Αν με εξουθενώσετε, όχι. Ή τουλάχιστον θα μ’ ενδιαφέρει όσο ενδιαφέρει ένα φυλακισμένο στο Άουσβιτς, αν είναι απόγονος  του Μεγαλέξαντρου ή του μεγάλου Τσέγκις Χαν. Άν πάλι μείνω ελεύθερος, η ελληνική μου ιθαγένεια θάναι μια πραγματικότητα που δε θάμαι σε θέση να την αρνηθώ, έτσι καθώς θάναι συνυφασμένη με τη γλώσσα και με την προσωπική μου ιστορία. Το μόνο που μπορώ να ελπίζω είναι να γίνει μια αλήθεια και για σάς.

Ερώτηση: Ποιοι θα μας κυβερνήσουνε μελλοντικά στην ενωμένη Ευρώπη;

Κι απάντησα: Ελπίζω για τους επερχόμενους, μια δημογεροντία του πνεύματος κι όχι η άγια κι αποστολική οικογένεια του πρίγκηπος Φράνκεστάιν.»

(Από την έντυπη έκδοση: Μάνος Χατζιδάκις, Η δημογεροντία του μέλλοντος, Από: Τα σχόλια του Τρίτου: Μια νεοελληνική μυθολογία, Εξάντας,  2007, σελ. 171-177).


Σε κάποιο σημείο, μιλώντας για τη μετανάστευση και την περιπέτεια των ελληνικών πόλεων, αναθυμάται την «Ελλαδογραφία» του Νίκου Γκάτσου. Βρίσκω συγκλονιστική τη συνύπαρξη των τριών μεγάλων Γκάτσου (στίχοι) – Χατζηδάκι (μουσική) – Θεοδωράκη (τραγούδι) στο εμβληματικό αυτό έργο.  


 Ο Μάνος Χατζηδάκις γεννήθηκε σαν σήμερα το 1925 στην Ξάνθη.     
.......................................................................................................

Η σημερινή ανάρτηση απαντά και στο θέμα της ημέρας σχετικά με τις βιβλιοθήκες και το δανεισμό βιβλίων:

Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2012

Χανιά, 10 Οκτωβρίου 2012: Εικόνες συνύπαρξης

Ο Άγιος Νικόλαος στην Σπλάντζια, κάποτε και τζαμί
Περπατώντας στην πόλη, καταγράφω λίγες εικόνες, δείγματα ιστορικών στιγμών.

Η Φράγκικη εκκλησία, τόπος επίσκεψης για όλους τους Χανιώτες, ιδιαίτερα τα Χριστούγεννα και στον Επιτάφιο
Κοινή η αυλή της φράγκικης εκκλησίας με το Λαογραφικό Μουσείο της πόλης
Έχει έλθει κρουαζιερόπλοιο, μια επίσκεψη στους δικούς μας αγίους...
Ακριβώς απέναντι από την Φράγκικη δεσπόζει η Τριμάρτυρη, πολιούχος, γιορτάζει στις 21 Νοέμβρη, φέτος γιορτάζει και τα 150 χρόνια λειτουργίας της
Ο Άγιος Ρόκκος στη Σπλάντζια κτίστηκε από τους Ενετούς εποχή που μάστιζε η πανούκλα την πόλη

Ο ιστορικός πλάτανος στην πλατεία 1821 στη Σπλάντζια, εκεί κρέμασαν οι Τούρκοι τον επίσκοπο Μελχισεδέκ
Στα στενά του Κουμ Καπί
Η πύλη της άμμου και μέρος της ανατολικής τάφρου, μέχρι εδώ έφτανε η πόλη την εποχή των Ενετών από τη μεριά αυτή
Το κομμάτι του Κουμ Καπί έξω από την ανατολική τάφρο, εδώ που ζούσαν οι Χαλικούτηδες (Χαρίδημος Παπαδάκης, Οι Αφρικανοί στην Κρήτη: Χαλικούτες, 2008).
Το Γιαλί Τζαμισί και ο Φάρος στο βάθος


Στο Γιαλί Τζαμισί είχε έκθεση ζωγραφικής της Γερμανιδας ζωγράφου Rena Stollenwerk που ζει στα Χανιά. Όταν είδα ότι κατάγεται από το Duisburg, έσπευσα να της πω ότι στην πόλη αυτή ζει ο ξάδελφός μου Evangelos Koukouwitakis που επίσης είναι καλλιτέχνης. Και τότε μου είπε σε καλά ελληνικά: "Α, εγώ δεν ξέρω, ζω 25 χρόνια στην Ελλάδα, στο Duisburg πηγαίνω μόνο να δω τη μητέρα μου, τους φίλους μου, δεν γνωρίζω εκεί, εδώ είναι η πατρίδα μου". Και ο Βαγγέλης δεν γνωρίζει πολλούς στην Ελλάδα, παιδί μεταναστών, έφυγε πολύ μικρός στη Γερμανία, κι έμεινε.

Η Rena Stollenwerk ζει στο Γαλατά, κοντά στην περιοχή που ήταν το Γερμανικό Πουλί, οι μεγαλύτεροι το θυμόμαστε και οι ακόμη μεγαλύτεροι θυμούνται αυτούς που το έστησαν. Η απάντηση μου άρεσε, ήλθε την κατάλληλη στιγμή, με νωπή ακόμη την επίσκεψη της κυρίας Μέρκελ. 
Ένα από τα έργα της Rena Stollenwerk που εκτίθενται στο Γιαλί Τζαμισί

Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2012

Έκθεσις Ιδεών του Παύλου Μάτεσι και μνήμες από παλιά




Ιδέες και πρόσωπα εκθέτει ο Παύλος Μάτεσις στο “βραχέων κυματισμών και ελαφρών λογοτεχνικών ηθών” πόνημά του με τον συλλογικό τίτλο “Έκθεσις Ιδεών” (Καστανιώτης, 2006). Περιέχει κείμενα που πρωτοεμφανίστηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά την περίοδο 1985-2005. Με σαρκαστικό ύφος, ειρωνεία, πλούσια γλώσσα και με πολλές πληροφορίες παρουσιάζει καταστάσεις και κακοδαιμονίες κυρίως της σύγχρονης Ελλάδας, αλλά με αναφορές και παραλληλισμούς με παλιότερες εποχές.

Στο κείμενο “Λογοκρισία και αγνωσία” αναφέρει περιπτώσεις “λογοκρισιακής βλακείας”, όπου απαγορεύονταν ολόκληρα έργα ή γινόταν παραποίηση του πρωτότυπου κειμένου ή του νοήματος. Έτσι, στην Αγγλία πριν από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο απαγορεύτηκε ο Οιδίπους Τύραννος ως “έργο προσηλυτισμού εις αιμομειξίαν”, ενώ για 152 χρόνια (1681-1833) στην ίδια χώρα ο Βασιλιάς Λήρ παιζόταν με ... καλό τέλος (ούτε ο Λήρ πεθαίνει ούτε η Κορδήλια)!

Στο “Οφειλές της Κριτικής” δίνει παραδείγματα κριτικής από λογοτέχνες και καλλιτέχνες σε ομότεχνους (κακής κριτικής που έσταζε χολή, θα λέγαμε σήμερα). Ο Φώτος Πολίτης επιτίθεται στον Πιραντέλο ονομάζοντας το έργο του γελοίο και δείγμα του ευρωπαϊκού ξεπεσμού, ενώ αποκαλεί “κορύφωμα αηδίας” την ποίηση του Βάρναλη και “αρλούμπα” ένα ποίημα του Καβάφη. Αλλά εξίσου ενδιαφέρον είναι ότι για τον Καβάφη έγραψε και ο Θεοτοκάς αρνητική κριτική (“ένας οποιοσδήποτε Γιαγκούλας των ελληνικών βουνών μ' ενδιαφέρει πολύ περισσότερο απ' ό,τι μ' ενδιαφέρει ο Αλεξανδρινός ποιητής”), την ανασκεύασε όμως αργότερα δηλώνοντας ότι ήταν πολύ νέος τότε...

Στα “Εφήμερα” μας μιλά για τα εφήμερα, τα μικροσκοπικά ζωύφια που αναφέρει ο Ροϊδης για να υμνήσει “το αναγκαίο και το τραγικό του έρωτα” με παράθεση και φράσης του Αριστοτέλη: “ζή και πέτεται μέχρι δείλης [...] του ηλίου δυομένου αποθνήσκει, βιώσαν ημέραν μίαν, διό και καλείται εφήμερον” (το καταπληκτικό κείμενο του Εμμ. Ροίδη για τα εφήμερα, τα ζωύφια που ζουν μόνο μια μέρα και πεθαίνουν πάνω στον ερωτικό σπασμό πριν πιάσει νύχτα, βρίσκεται στη σελίδα του Σπουδαστήριου Νέου Ελληνισμού).

Συνεχίζοντας με τα κείμενα του Μάτεσι, στο “Έκθεσις Ιδεών” δίνει την εικόνα της βολεμένης μικροαστικής οικογένειας, με πλούσια γλώσσα και ανατριχιαστικές συχνά (σουρεαλιστικές) καταστάσεις (η κεντρική ιδέα μου θύμισε το τελευταίο βιβλίο της Σώτης Τριανταφύλλου “Για την αγάπη της Γεωμετρίας”). 'Ενα δείγμα του ύφους του Μάτεσι στο τελείωμα της Έκθεσης Ιδεών της αριστεύσασας μαθήτριας Στ' Δημοτικού σχολείου των Βορείων Προαστείων: “... και γενικώς τα ζωάκια έχουν γεννηθεί διά να υμνούν τον άνθρωπο που είναι ο αυτοκράτωρ των ζώων. Επιπλέον, άμα εκλείψουν τα ζωάκια, ποιον θα τρώμε, τον συνάνθρωπό μας; Και έτσι μας προφυλάσσουν από το αμάρτημα της ανθρωποφαγίας μετά χοληστερίνης, και συντείνουν να διατηρούμεθα καλοί Χριστιανοί με σιλουέτα, και να μη μας τρώνε οι κακοί Χριστιανοί και οι όμορες αντίχριστες ορδές αλλά να τους τρώμε εμείς. Και υστερογραφικώς, οφείλετε να είσθε ευτυχισμένες, διότι όποιον κάνει τσακωτόν το κράτος να δυστυχεί, τον εκτελεί. Μερσί.

Θα σταθώ όμως στο κείμενο “Η βόμβα και τα δώρα” που μ' έφερε στα γυμνασιακά μου χρόνια. Αναφερόμενος στην 6η Αυγούστου του 1945, τότε που έπεσε η βόμβα στη Χιροσίμα για να σημάνει (πρόφαση δηλαδή) το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Και περιγράφει πολύ όμορφα (όσο όμορφη μπορεί να είναι εκείνη η εικόνα) την εικόνα της ζωής και των ανθρώπων στα χρόνια της Κατοχής και αργότερα με την αμερικάνικη βοήθεια. Γράφει ο Μάτεσις:

“... Δέματα της Ούνρα, με θεσπέσια αμερικανικά αποφόρια. Οι ήχοι, και ο ρυθμός των ήχων στην άσφαλτο, άλλαζαν. Μέχρι τότε, οι δρόμοι αντιβούιζαν από τα τσόκαρα. Με ανυποχώρητη φιλοκαλία, πίστη στη ζωή, περιφρονώντας τον ενδημούντα χάρο, όπως η γυναίκα εκείνη του Σολωμού που γέλασε κατάμουτρα στον πειρασμό, οι αστέρες της Κατοχής είχαν αποφασίσει να μείνουν κομψά ποδεμένες. Έπλεκαν με βελονάκι το απάνω του παπουτσιού, σχέδιο συχνά ξεσηκωμένο κατά τη “βόλτα” από κάποια πρωτοπόρο της μόδας. Ο τσαγκάρης αναλάμβανε να το προσαρμόσει “μοδέρνα”, αλλά και στέρεα, πάνω στο δρύινο, δολοφονικού βάρους πέλμα, με τακούνι απειλητικού ύψους για τον εξ ασιτίας μόνιμο ίλιγγο της κυρίας. Σαν ράπισμα προς την πείνα, ο δρόμος αντιλαλούσε με ήχους σαν από καστανιέτες κυκλώπειες. Καμιά φορά, ο ρυθμός κοβόταν άμουσα από οιμωγή: κάποια που είχε προκαλέσει τις Μοίρες με ύψος τακουνιού υπερβολικό για τους θρεφόμενους με πληγούρι και σταφίδα αστραγάλους της, είχε στραμπουλήξει το πόδι της...

Τι μου θύμισε ο Μάτεσις εδώ. Ήταν γύρω στο 1972, στη μόδα ήταν τότε τα τσόκαρα, με ψηλά χοντρά ξύλινα τακούνια, ξυλοπάπουτσα δηλαδή. Περπατούσαμε και αντηχούσαν στο δρόμο, παντού, πέφταμε κιόλας, ήταν βαρειά και δεν αντέχαμε πάντα να ... τα κουβαλάμε στα πόδια μας. Πήγαινα στο φροντιστήριο του Μπάτση στα Χανιά. Και μας έλεγε ο Μπάτσης: “Τι τα φοράτε αυτά; Αυτά τα φοράγαμε στον Πόλεμο, λαλίνια τα λέγανε τότε...”. Λαλίνια λοιπόν αυτά που αναφέρει κι ο Μάτεσις, βέβαια τα λαλίνια της κατοχής που μας έλεγε ο Μπάτσης δεν είχαν δαντελίτσες, ήταν παπούτσια της ανάγκης (δυστυχώς δεν έχω εντοπίσει σε καμιά πηγή τη λέξη αυτή). Με συγκίνηση θυμήθηκα αυτό τον εξαιρετικό άνθρωπο και δάσκαλο. Καλή του ώρα!