Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2017

Ο χρόνος γυρίζει, παλιά ιστορία!




Το γύρισμα του χρόνου

                         της Σοφίας Κολοτούρου

Ο χρόνος γυρίζει, παλιά ιστορία :
ζεστή κάποια νύχτα, γλυκιά του Ιουλίου
στη μνήμη έχει μείνει, σαν φωτογραφία
κρυμμένη στη μέση κλεισμένου βιβλίου.

Ζεστή κάποια νύχτα, γλυκιά του Ιουλίου
θυμίζει και πάλι αυτά που ξεχνάω
–κρυμμένη στη μέση κλεισμένου βιβλίου–
θαμμένα για πάντα, για να μην πονάω.

Θυμίζει και πάλι αυτά που ξεχνάω,
η νύχτα ετούτη, του άγριου χειμώνα.
Θαμμένα για πάντα, για να μην πονάω,
τα λόγια που κρύβω κι απέμειναν μόνα.

Η νύχτα ετούτη, του άγριου χειμώνα,
τις σκέψεις μου παίρνει, σκορπά στον αέρα.
Τα λόγια που κρύβω κι απέμειναν μόνα,
ζητάω – να βγάλω ακόμα μια μέρα.

Τις σκέψεις μου παίρνει, σκορπά στον αέρα,
το φύσημα τώρα, τ’ ανέμου η μανία.
Ζητάω να βγάλω ακόμα μια μέρα –
ο χρόνος γυρίζει, παλιά ιστορία.


Καλή Χρονιά, λοιπόν. Ο χρόνος γυρίζει, παλιά ιστορία!

.................................
Στη Σοφία Κολοτούρου απονεμήθηκε το Κρατικό Βραβείο Ποίησης 2016, εξ ημισείας με τον Δημήτρη Αγγελή, για το έργο της με τίτλο «Η τρίτη γενιά» (και αντίστοιχα στον Αγγελή για το έργο του με τίτλο «Ένα ελάφι δακρύζει πάνω στο κρεβάτι μου»). Το ποίημα της Σοφίας Κολοτούρου "Το γύρισμα του χρόνου" πρωτοδημοσιεύτηκε στο ιστολόγιο Νέοι Ήχοι στο Παμπάλαιο Νερό
Η παραπάνω φωτογραφία είναι του Δημήτρη Χαρισιάδη από το Φωτογραφικό Αρχείο του Μουσείου Μπενάκη.

Δευτέρα 25 Δεκεμβρίου 2017

Τι έγιναν τα παιδιά του Καρόλου Ντίκενς;

Γ. Ιακωβίδη "Η προσφυγοπούλα ή Κοιμισμένη ανθοπώλις"
(Εθνική ΠΙνακοθήκη)



Χάθηκαν προσωρινά, γίνανε σκιές,
με παρακολουθούν για δευτερόλεπτα
μέσα από την ομίχλη,
πιάνουν την άκρη του παλτού μου.
Χειμώνας είναι γι αυτά, βαρύς, με χιόνια.
Με παπούτσια χαλασμένα, με αισθήματα
κουρέλια τριγυρνάνε άσκοπα στους δρόμους,
κάτω από φανάρια του δεκάτου ενάτου αιώνα.
Το χιόνι σφυρίζει και τα χτυπάει αλύπητα.
Προσπαθεί να τα σβήσει από τις σελίδες των
βιβλίων. Αυτά όμως επιμένουν να τριγυρνάνε
στη μνήμη μας, να μας τυραννούν, να μας συντροφεύουν.
Χλομά και πεινασμένα μας περιμένουν
στη γωνιά, με τους ώμους να διψούν
για χάδι. Σούρουπο τα είδαμε για πρώτη
φορά και μα έφεραν τα πιο παράτολμα σχέδια.
Εκεί που σβήνει η μουσική, κρύβονται φοβισμένα
τα παιδάκια κοιτώντας το φεγγάρι.



Το ποίημα "Τι έγιναν τα παιδιά του Καρόλου Ντίκενς" του Γιάννη Κοντού (από τη συλλογή «Ο αθλητής του τίποτα», Κέδρος, 1997) αναθυμήθηκα διαβάζοντας στη σελίδα του BBC  για τη χριστουγεννιάτικη ιστορία που έγραψε ο Κάρολος Ντίκενς το 1843. Δύσκολη περίοδος για τη Βρετανία, η βιομηχανική επανάσταση στο ζενίθ και από κοντά οικονομική κρίση, αύξηση τιμών, ανεργία και πείνα, πολλή πείνα, πεινασμένα παιδιά και ολόκληρες οικογένειες στους δρόμους. Πεινασμένη δεκαετία του 19ου αιώνα είπαν εκείνη τη δεκαετία του '40. Και ο Ντίκενς, βλέποντας τις εικόνες αυτές και βλέποντας τη φτώχεια, την αδυναμία και τη μιζέρια στις ζωές των παιδιών, έγραψε μια νουβέλα με τίτλο A Christmas Carol: A Ghost Story of Christmas, με τη σκέψη να δώσει λίγη χαρά κι αισιοδοξία στους ανθρώπους, να τους κάνει να θυμηθούν και να νοσταλγήσουν τις καλύτερες μέρες που είχαν ζήσει, να νιώσουν την αξία της αγάπης και της αλληλεγγύης.


Η πρώτη έκδοση του A Christmas Carol του Ντίκενς κυκλοφόρησε στις 19 Δεκεμβρίου 1843

Πρωταγωνιστής ο τσιγκούνης, ιδιότροπος και αγέλαστος Σκρούτζ. Αγέλαστος; Όχι για πάντα...

Παραμονὴ Χριστουγέννων. Σκυμμένος πάνω ἀπ᾿ τὸ γραφεῖο του, ὁ Ἐμπενέζερ Σκροῦτζ δούλευε ἀσταμάτητα. Τὸ δωμάτιο ἦταν μᾶλλον κρύο, γιατί τὰ λιγοστὰ κάρβουνα στὴ σόμπα δὲν ζέσταιναν ἀρκετά. Ὄχι ὄχι ἔλειπαν τοῦ Σκροῦτζ τὰ χρήματα γιὰ ν᾿ ἀγοράσει περισσότερα κάρβουνα. Ἀλλὰ ὁ Ἐμπενέζερ Σκροῦτζ ἦταν ἕνας φοβερὸς τσιγκούνης! Στὸ διπλανὸ δωμάτιο, χωρὶς θερμάστρα, ἐργαζόταν ὁ Μπὸμπ Κράτσιτ, ὁ κλητήρας του, ποὺ ἔτρεμε ὁλόκληρος ἀπὸ τὴν παγωνιά. Ξαφνικὰ ἡ πόρτα ἄνοιξε κι ἕνας χαμογελαστὸς ἄντρας μπῆκε στὸ γραφεῖο.

«Θεῖε, Καλὰ Χριστούγεννα!».

«Κακά, ψυχρὰ κι ἀνάποδα...» γκρίνιαξε ὁ Σκροῦτζ.

«Θεῖε μου, μὴ μουτρώνεις. Ἦρθα νὰ σὲ καλέσω γιὰ τὸ μεσημέρι», εἶπε ὁ Φρέντ, ὁ ἀνιψιός του.

Ἀλλὰ ὁ Σκροῦτζ ἀρνήθηκε τὴν πρόσκληση. Ποτέ του δὲν γιόρταζε τὰ Χριστούγεννα. Τὰ θεωροῦσε χάσιμο χρόνου. Ὅμως ἡ ἀπάντηση τοῦ Σκροῦτζ δὲ χάλασε τὸ κέφι τοῦ Φρέντ. Ἔφυγε χαμογελαστός, ἀφοῦ προηγουμένως ἀντάλλαξε εὐχὲς μὲ τὸν Μπὸμπ Κράτσιτ.

Λίγα λεπτὰ ἀργότερα χτύπησαν τὴν πόρτα. Ὁ ὑπάλληλος ἔτρεξε ν᾿ ἀνοίξει. Παρουσιάστηκαν δυὸ κύριοι.

«Ἐδῶ εἶναι ἡ ἑταιρεία Σκροῦτζ καὶ Μάρλεϊ;» ρώτησε ὁ πρῶτος.

«Ὁ συνέταιρός μου, ὁ Μάρλεϊ, πέθανε σὰν ἀπόψε πρὶν ἀπὸ ἑφτὰ χρόνια», τοῦ ἀπάντησε ψυχρὰ ὁ Σκροῦτζ.

«Τὰ συλλυπητήρια μου», εἶπε ὁ δεύτερος.

«Ἐμεῖς κάνουμε ἔρανο γιὰ τοὺς φτωχούς. Αὔριο, ποὺ ξημερώνει μέρα χαρᾶς, ὑπάρχουν, δυστυχῶς, ἄνθρωποι ποὺ ὑποφέρουν ἀπὸ τὸ κρύο καὶ τὴν πείνα. Μποροῦμε νὰ ἔχουμε τὴ συνδρομή σας;».

Ὁ γέρο-σπαγκοραμμένος δὲν εἶχε σκοπὸ νὰ ξοδέψει οὔτε μία πένα γιὰ νὰ βοηθήσει τοὺς συνανθρώπους του καὶ ἀπάντησε ἀρνητικὰ στοὺς δυὸ ἐπισκέπτες.

...................................................................................

«Ποιὸς εἶναι;» ρώτησε ἔκπληκτος ὁ ἀνιψιὸς τοῦ Σκροῦτζ γυρνώντας τὸ κεφάλι του.

«Ὁ θεῖος σου ὁ Σκροῦτζ», τοῦ ἀπάντησε. «Ἦρθα γιὰ τὸ χριστουγεννιάτικο τραπέζι ποὺ μὲ κάλεσες!».

Ὁ Φρὲντ καὶ ἡ γυναίκα του χάρηκαν πολὺ ποὺ τελικὰ ὁ Σκροῦτζ ἀποφάσισε νὰ τοὺς κάνει τὴν τιμή. Καὶ ἡ γιορτὴ ἐξελίχτηκε θαυμάσια. Τὸ γεῦμα ἦταν νοστιμότατο. Ἀκολούθησαν μουσικὴ καὶ χορός. Ἔπαιξαν διάφορα διασκεδαστικὰ παιχνίδια καὶ φυσικὰ παντομίμα. Ἀλλὰ τὸ καλύτερο ἀπ᾿ ὅλα ἦταν ἐκείνη ἡ ξέφρενη χαρὰ ποὺ ἔνιωθε μέσα του ὁ Σκροῦτζ.

Τὴν ἑπομένη, ὁ Σκροῦτζ πῆγε πολὺ νωρὶς στὸ γραφεῖο. Ἤθελε νὰ κάνει ἔκπληξη στὸν κλητήρα του, ποὺ ἤξερε ὅτι θὰ ἀργοῦσε νὰ φανεῖ στὴ δουλειά. Καὶ πράγματι, ὁ Μπὸμπ Κράτσιτ ἦρθε λίγο πρὶν τὶς δέκα. Κάθησε ἀθόρυβα στὴ θέση του, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι ὁ Σκροῦτζ δὲ θὰ ἔπαιρνε εἴδηση τὴν καθυστέρησή του.

«Ἄαα!» γκρίνιαξε τότε ὁ Σκροῦτζ προσπαθώντας νὰ μιμηθεῖ τὸ γνωστὸ κακότροπο ὕφος του. «Τί σημαίνει πάλι αὐτό;».

«Συ-συ-συγγνώμη, κύριε», τραύλισε ὁ Μπὸμπ Κράτσιτ, «δὲν πρόκειται νὰ ξαναργήσω».

«Καὶ πῶς μπορεῖς νὰ δίνεις τέτοιες ὑποσχέσεις;» τοῦ εἶπε μουτρωμένος ὁ Σκροῦτζ. Ὁ Μπὸμπ ἄρχισε νὰ τρέμει. Φοβήθηκε τὴν ἀπόλυση.

«Πάντως, γιὰ τούτη τὴ φορά...» συνέχισε ὁ Σκροῦτζ «νομίζω ὅτι πρέπει νὰ σοῦ αὐξήσω τὸ μισθό σου!».

Κατάπληκτος ὁ Μπὸμπ σκέφτηκε νὰ τρέξει γιὰ βοήθεια. Νόμισε ὅτι ὁ ἐργοδότης του τρελάθηκε!

«Καλὰ Χριστούγεννα, ἀγόρι μου», τοῦ εἶπε τότε ἤρεμος καὶ χαμογελαστὸς ὁ Σκροῦτζ, μὲ τρόπο τόσο εἰλικρινῆ, ὥστε τελικὰ τὸν ἔπεισε ὅτι τὰ εἶχε τετρακόσια. «Καὶ ὄχι μόνο θὰ σοῦ κάνω αὔξηση, ἀλλὰ θὰ βοηθήσω καὶ τὴν οἰκογένειά σου. Πήγαινε, ὅμως, πρῶτα σὲ παρακαλῶ, νὰ ἀγοράσεις κι ἄλλα κάρβουνα, θὰ ζεσταθοῦμε καλὰ κι ἔπειτα καθισμένοι δίπλα στὴ φωτιὰ θὰ συζητήσουμε ὅλες τὶς λεπτομέρειες.

Ὁ Σκροῦτζ κράτησε τὸ λόγο του. Καὶ σύντομα ὁ μικρὸς Τὶμ ξεπέρασε τὴν ἀρρώστια, ἀπέκτησε δυνάμεις κι ἔγινε ἕνα γελαστὸ καὶ ὄμορφο ἀγόρι, ποὺ ὁ Σκροῦτζ τὸ φρόντισε σὰν νὰ ἦταν δικό του παιδί. Ὁ πρώην τσιγκούνης ἔγινε πολὺ γενναιόδωρος κι ἦταν πάντα εὐγενικός με ὅλους. Μερικοὶ βέβαια τὸν κορόιδεψαν γιὰ τὴ μεταβολὴ τοῦ χαρακτήρα του. Ἀλλὰ ὁ Σκροῦτζ δὲν ἐνοχλήθηκε γιατί, ὅπως εἶπε πολὺ σοφά: «Καλύτερα νὰ σὲ περιγελοῦν παρὰ νὰ σὲ περιφρονοῦν!».

Ὁ Σκροῦτζ δὲν ξαναεῖδε τὰ πνεύματα. Ἀλλὰ ἀπὸ ἐκείνη τὴν ἡμέρα, ὅπως λένε, δὲν ὑπῆρχε ἄνθρωπος ποὺ νὰ γιορτάζει καλύτερα τὰ Χριστούγεννα ἀπὸ τὸν Ἐμπενέζερ Σκροῦτζ.

Τα παιδιά του Ντίκενς ακόμη περιμένουν ένα χάδι, κι αυτό τον πεινασμένο 21ο αιώνα!

Καλά Χριστούγεννα!

--------------------------------------------------
Σημείωση
Στα ελληνικά, το βιβλίο κυκλοφορεί με τους τίτλους "Χριστουγεννιάτικη ιστορία" ή "Χριστουγεννιάτικα κάλαντα". Το παραπάνω απόσπασμα είναι πιστή αντιγραφή από εδώ

Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου 2017

Ο "ηλεκτρονικώς αναλφάβητος" Σπύρος Ασδραχάς για τον "αμητό της πληροφόρησης"



... Η πρώτη παρατήρηση αφορά στην ηλεκτρονική διάδοση της πληροφορίας: δεν βλέπω τίποτε το αρνητικό σ' αυτή, στο μέτρο όπου μεταφέρει στην οθόνη σας τον διάσπαρτο αμητό της πληροφόρησης, με ό,τι τούτο συνεπάγεται ως προς την εξοικονόμηση χρόνου και οικονομικού κόστους για τους υποψιασμένους χρήστες. Αν εμφωλεύει ένας κίνδυνος, αυτός συνίσταται στην υπαγωγή του ευρυμαθούς τεκμηριολόγου στον τεχνικό της πληροφορικής, αλλά κι αυτός ο κίνδυνος είναι υπερβάσιμος με τη σύμπτωση των δύο ιδιοτήτων στο ίδιο πρόσωπο. Οι κίνδυνοι αυτοί είναι υπερβάσιμοι σε ό,τι αφορά τα κέντρα τεκμηρίωσης, αρχεία και βιβλιοθήκες. Προφανής είναι επίσης η ευεργετική επίπτωση της ταχείας και μάλιστα εξατομικευμένης διάδοσης άλλων πληροφοριών που δεν αφορούν τα κέντρα τεκμηρίωσης, αλλά τις τρέχουσες δημοσιεύσεις.

.....................................................

Ηλεκτρονικώς αναλφάβητος εγώ, υποψιάζομαι τη δυναμική, δηλαδή την άμεση σύνδεση των ενδιαφερομένων μεταξύ τους και την ταχύτητα της πληροφόρησής τους ή, τουλάχιστον, της πρόσβασής τους στις πηγές των πληροφοριών, εν μέρει εμμέσως, κάποτε συνολικώς αμέσως: στους τίτλους και στα περιεχόμενα με τη βοήθεια των πολλαπλών ανακλήσεων. Πριν από την τωρινή στιγμή, όλα αυτά προϋπόθεταν πολύ χρόνο κι ακόμη πολύ χρήμα. Όλα αυτά είναι ωραία και οδηγούν, ανάμεσα στ' άλλα, στην αναπρόσληψη της χρονικότητας. Συνεχίζουν ωστόσο να υπάρχουν οι σταθερές: για να διαβάσεις τα Μετά τα Φυσικά, το Κεφάλαιο ή ακόμη και τις Βυζαντινές Μελέτες του Ζαμπελίου, χρειάζεται ένας χρόνος που υπακούει σε άλλες ταχύτητες· για να κατανοήσεις τα κείμενα αυτά χρειάζεται μια επίσκεψη εννοιών και πραγμάτων που κι αυτή υπακούει στον δικό της αργό χρόνο. Το αιτούμενο είναι με ποιους τρόπους συντίθενται οι ταχύτητες αυτές, ώστε να γίνεται δυνατή η συγκρότηση πνευματικών προσωπικοτήτων, ιστορικών για το δικό μας μικρό, ίσως, αλλά πολυσήμαντο πεδίο...

Το παραπάνω απόσπασμα είναι από την ομιλία του Σπύρου Ασδραχά στην ημερίδα που διοργάνωσαν τα Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας στις 18 Δεκεμβρίου 2006 και στην οποία παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα του ερευνητικού προγράμματος "Πολιτισμός και Αριστερά στον 20ο αιώνα. Ψηφιοποίηση τεκμηρίων από τις συλλογές των ΑΣΚΙ". Έκανα την αντιγραφή από το Αρχειοτάξιο, τεύχος 9, Μάιος 2007 (οι υπογραμμίσεις δικές μου).

Πλούσιο λεξιλόγιο, νεολογισμοί, μεγάλες προτάσεις, και συχνά δυσκολία κατανόησης του λόγου του. Δεν χρησιμοποιεί τα χιλιοειπωμένα, τα "μυριόλεκτα", όπως γράφει ο ιστορικός Αντώνης Λιάκος στη χθεσινή Εφημερίδα των Συντακτών, αλλά χρησιμοποιεί "ένα λεξιλόγιο πλούσιο, προϊόν μιας απέραντης ενδοχώρας πολυμάθειας, που δεν χρησιμοποιείται σήμερα, πολύ κοντά στις πηγές, αντιστοιχεί σε μορφές ζωής που έχουν εξαφανιστεί σήμερα και συνδυάζεται με τολμηρούς νεολογισμούς οι οποίοι διαδόθηκαν όχι μόνο ως όροι αλλά και ως σημαίνοντα μιας ιστοριογραφικής ταυτότητας". Ο Ασδραχάς, γράφει ο Λιάκος, "τόνιζε ότι θα έπρεπε κανείς να δει την Ιστορία ως τρόπο ανάγνωσης των πραγμάτων, μέσα από εμβρίθεια, μέσα από εκείνη τη γεφύρωση ανάμεσα στο eruditio και τη σημειολογία, ως τρόπο σκέψης... Η εμμονή με τη γλώσσα άγγιζε τον πυρήνα της ιστοριογραφικής θεωρίας του. Αν και δεν την κωδικοποίησε, η θεωρία αυτή συναρτά το παρελθόν με την εξιστόρησή του. Αυτή η συνάφεια εκφράζεται πρωτίστως στη γλώσσα."

Και ο χρόνος, η "χρονικότητα" όπως λέει, στοιχείο των συλλογισμών του διαρκώςΑυτή του την εμμονή με τη χρονικότητα και ταυτόχρονα με τη γλώσσα ("επίσκεψη εννοιών και πραγμάτων που κι αυτή υπακούει στον δικό της αργό χρόνο") τη βρίσκω και αλλού. Ξεφυλλίζω τα πρακτικά της ημερίδας που διοργάνωσε η Ελληνική Αρχειακή Εταιρεία στις 2 Μαρτίου 2001 με τίτλο " Δικαίωμα στην πληροφόρηση: νέα όρια και αντιφάσεις". Η συζήτηση γίνεται για τα νομικά και άλλα ζητήματα που σχετίζονται με την πρόσβαση στα αρχειακά τεκμήρια, είναι γνωστή η θέση των ΑΣΚΙ για τα ανοικτά αρχεία· και λέει ο Ασδραχάς, απαντώντας στη χρήση από τους νομικούς της έννοιας "νομικά πλάσματα" ("expedients juridiques - πώς τα λέμε, τεχνάσματα;" αναρωτιέται, για να του απαντήσει "πλάσματα" ο Νίκος Αλιβιζάτος) ):

Πλάσμα είναι οι έννοιες, οι γενικές έννοιες με τις οποίες είστε αναγκασμένοι να δουλεύετε, κατόπν αυτές τις γενικές έννοιες τις φέρνετε σε αντιπαράθεση με μία πραγματικότητα, δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί η πραγματικότητα από τις γενικές έννοιες... Με τη διαφορά πως είστε αχρονικοί. Στο σκεπτικό σας, όπως στην περίπτωση των δογματιστών του Δικαίου τι λείπει; Η χρονικότητα...

Και συνεχίζοντας τις "α-νομικές και άνομες ίσως παρατηρήσεις" του, προβληματίζεται για το ρόλο που μπορεί να έχει μια Αρχή προστασίας δεδομένων στην ιστορική έρευνα μέσα από τα αρχεία, τα οποία λειτουργούν σε όλο τον κόσμο περίπου με τον ίδιο τρόπο. "Υπάρχουνε πρακτικές κατακτημένες, πρακτικές που διευκολύνουνε να γίνεται η έρευνα και δεν υπάρχει καμία περίπτωση, δεν υπάρχει καμία απολύτως περίπτωση, να θέτουμε προβλήματα του είδους, πού σταματάει η ατομική βούληση. Πού σταματάει η ατομική βούληση τίνος; Εκείνου στον οποίο αφορούν τα δοκουμέντα... Η δίκη του Μπελογιάννη, η δίκη του Βαβούδη, η δίκη του Αργυριάδη, είναι γνωστές με δύο τρόπους: ο ένας είναι με πρόσβαση στα έγραφα τα οποία παρήχθησαν κατά τη διάρκεια της δίκης και ο δεύτερος είναι διά των εφημερίδων... Τα δοκουμέντα δεν μπορεί να τα απαγορεύσει κανείς, την επίκληση του ευαίσθητου στοιχείου θα την ανατρέψει μία επιχειρηματολογία που θα προέρχεται από τη λογική της επιστήμης την οποία καλλιεργεί - ο ιστορικός στην περίπτωση: καμία Αρχή δεν μπορεί να καταργήσει τη λογική των επιστημών..."

Ο Σπύρος Αδραχάς έφυγε πριν λίγες μέρες στα 84. Αύριο θα τον δεχτεί η γη της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Λευκάδας. Τούτο το σημείωμα, στη μνήμη του, ξεκίνησε με αφορμή την αναφορά του στον αμητό της πληροφόρησης· πόσο όμορφα πλουτίζεται ο λόγος. Κι όμως, πόσοι από εμάς, αλήθεια, έχουμε χρησιμοποιήσει αυτή την έκφραση; Ακόμη κι όσοι λέμε πως έχουμε ιδιαίτερη επαφή με την πληροφόρηση, κάνουμε λόγο για αύξηση, για μεγάλο όγκο, για εκθετικούς ρυθμούς, για έκρηξη, τόσο κοινότοπα και ... τόσο "μυριόλεκτα" πια. Όσο για τον χρόνο και τη χρονικότητα, κρατώ αυτό που ο ίδιος λέει: Για να κατανοήσεις τα κείμενα αυτά χρειάζεται μια επίσκεψη εννοιών και πραγμάτων που κι αυτή υπακούει στον δικό της αργό χρόνο.

Ή, για να αντιγράψω το πνεύμα του Ασδραχά, πώς το 'λεγε ο Κοραής αναφερόμενος στον Επίκτητο;

Δικαίως λοιπόν έλεγεν ο φιλόσοφος Επίκτητος ότι η παιδεία των ανθρώπων πρέπει ν' αρχίζη απ' αυτήν των λέξεων την έρευναν, "αρχή παιδεύσεως η των ονομάτων επίσκεψις"... Την τοιαύτην έρευναν ονομάζει ο Επίκτητος "παρακολούθησιν των ονομάτων" και την διακρίνει από την απλήν αυτών χρήσιν... (Αδαμάντιου Κοραή Χρυσά Έπη, Ακαδημία Αθηνών, 1934).
--------------------------------------------------------------
Σημειώσεις

- Η φωτογραφία είναι από την ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας Δρόμος της Αριστεράς, φύλλο 228 - 13/9/2014, όπου δημοσιεύεται και η πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη που έδωσε ο Σπύρος Ασδραχάς στον Σταμάτη Μαυροειδή. Αξίζει να διαβαστεί.
- Πρέπει να σημειώσω επίσης ότι η χρήση του όρου τεκμηριολόγος με έχει βάλει σε σκέψη· γιατί αλήθεια είναι πιο σωστό το τεκμηριωτής (documentalist) που έχει ήδη καθιερωθεί. Και θυμάμαι τον φίλο μου Δημήτρη Καρακώστα που στις αρχές της δεκαετίας του '80, τότε που εμφανίστηκε το επιστημονικό πεδίο information science και η ιδιότητα information scientist, πρότεινε την ελληνική απόδοση "πληροφοριολόγος". Ούτε αυτό καθιερώθηκε, λέμε επιστήμονας της πληροφόρησης. Για την ιστορία...
- Για την ιστορία επίσης, και για όποιον ενδιαφέρεται, να σημειώσω ότι το συγκεκριμένο τεύχος του Αρχειοτάξιου, έχει ως κύριο περιεχόμενο το αφιέρωμα "Ιστορία και Φωτογραφία", με αναφορές στους σπουδαίους φωτογράφους Μελετζή, Τλούπα, Παπαϊωάννου και Μπαλάφα, με φωτογραφίες από τα αρχεία ΑΣΚΙ, ΕΛΙΑ κ.ά. και με φωτογραφικές μαρτυρίες που δίνουν ξεχωριστή διάσταση στο ρόλο και στην ανάγνωση της φωτογραφίας.