Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2014

Μητέρες και γιοί, του Θοδωρή Καλλιφατίδη


Θοδωρής Καλλιφατίδης, Μητέρες και γιοί, Γαβριηλίδης, 2007

Αυτοβιογραφικό αφήγημα. Ο συγγραφέας, κάτοικος στη Σουηδία εδώ και δεκαετίες, στα 68 του χρόνια, περνά ένα επταήμερο στην Ελλάδα, στη γειτονιά που μεγάλωσε στου Γκύζη, εκεί που ακόμα μένει η  92χρονη μητέρα του.

Όταν είδα το βιβλίο, ήρθαν στο νού μου δυο βιβλία που είχα διαβάσει πριν από πολλά χρόνια και μάλιστα στ’ αγγλικά. Το ένα ήταν το Sons and lovers (Γιοί και εραστές) του D.H. Lawrence και το άλλο ήταν το Fathers and Sons (Πατέρες και γιοί) του Ιβάν Τουργκένιεφ. Και τα δύο πολύ καλά,  τα συνιστώ για ανάγνωση.

Το βιβλίο του Καλλιφατίδη δεν είναι ένας ύμνος στη μάνα, ούτε λατρεία, ούτε θεωρητική ανάπτυξη της σχέσης μάνας και γιού. Είναι μια ήρεμη, γλυκειά περιγραφή μιας βδομάδας κοντά στη μάνα, μέρα με τη μέρα, και συνάμα είναι το ξεδίπλωμα της ζωής της οικογένειας του πατέρα του, που ξεκίνησε από τον Πόντο, την Τραπεζούντα, για να βρεθεί στην Πόλη κι από κεί στον Πειραιά κι από κεί στους Μολάους Λακωνίας κι από κεί στου Γκύζη στην Αθήνα. Διαβάζει τη διαθήκη-βιογραφία που άφησε ο πατέρας του για να μιλήσει έτσι στα παιδιά του, με ένα σημείωμα, για πράγματα που δεν τους είπε ποτέ. Ήταν δάσκαλος, "και των Τούρκων και των Ελλήνων" όπως έγραψε ο ίδιος. Και ο συγγραφέας βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει για τους αγώνες επιβίωσης των Ελλήνων του Πόντου, της Πόλης, του Πολέμου και της Κατοχής, του Εμφυλίου και των χρόνων που ακολούθησαν.

Βάσω Κατράκη, Μάνα, Χαρακτικό σε πέτρα. (Πηγή: http://www.vassokatraki.gr/to-ergo/xaraktika/petra.html#)
Γλαφυρό, ευχάριστο γράψιμο, ευχάριστη και η κουβέντα με τη μητέρα του. Σαν όταν του δίνει συμβουλές για το φαγητό:

"Τα λαχανικά τα βράζουμε σύντομα και δυνατά με το αλάτι μαζί, το κρέας αργά και ήπια, και βάζουμε το αλάτι στο τέλος, το ψάρι δεν το βράζουμε καν, το αφήνουμε σε καυτό νερό με αλάτι για λίγα λεπτά, ανάλογα με το ψάρι και το μέγεθος... 

Το πιο σημαντικό είναι ν' αγαπάς αυτούς που θα φάνε το φαί σου. Και μην ξεχνάς ότι πρέπει να χορεύεις μπροστά στην κατσαρόλα...

Δυστυχισμένοι μάγειροι και μαγείρισσες είναι η πιο συνηθισμένη αιτία για κακό φαγητό..."

Κι όταν η μητέρα του λέει λυπημένα ότι εκείνος εξαφανίστηκε στα ξένα γιατί δεν μπορούσαν να του δώσουν τίποτα οι δικοί του, αυτός της απάντησε: "Μου δώσατε ό,τι είμαι".

Κι άλλη όμορφη κουβένατ με τη μάνα του:

"Ο κόσμος παραπονιέται που η τριανταφυλλιά έχει αγκάθια, αντί να χαίρεται που έχει τριαντάφυλλα. Αυτά είναι το θαύμα, όχι τ' αγκάθια."

Ο Καλλιφατίδης θυμάται τα χρόνια που έζησε στην Ελλάδα, μιλά για τους φίλους του (κάνει μνεία στο Διαγόρα και στο Γιάννη, προφανώς αναφέρεται στους Διαγόρα Χρονόπουλο και Γιάννη Φέρτη), για τον αδερφό του, για τα διαβάσματά του. Έχει γλύκα ο λόγος του, γλύκα για τη ζωή, για τον τόπο, για τη μάνα, για τον αδερφό, για τον άνθρωπο δίπλα μας. Μιλά για την ιστορία του τόπου και των αθρώπων, για τον Πόντο απ' όπου ξεκίνησαν, για το κυνηγητό των Νεότουρκων, για τη ζωή στην Πόλη, για την καταστροφή του '22, για τη δικτατορία του Μεταξά, για τον Πόλεμο, τους χίτες και τους ταγματασφαλίτες, για τις συλλήψεις και τις εκτελέσεις των "κομμουνιστών" όπως βάφτιζαν με μίσος όλους τους πατριώτες, για τα κυνηγητά και τις απολύσεις. Γράφει και για την "τρύπα". Και λέει η μάνα για την τρύπα:

"Ο φόβος κι ο τρόμος του κόσμου η τρύπα. Κανείς δεν ήξρερε πού βρισκόταν ακριβώς, μα λεγόταν ότι ήταν απύθμενη. Όποιον έριξαν εκεί μέσα δεν ξαναβρέθηκε ποτέ. Ήταν η πόρτα του κάτω κόσμου. Άλλο να πεθάνεις κι άλλο να μη σε ξαναβρούν. Είναι σα να μην έζησες ποτέ."

Κέτε Κόλβιτς, Μάνα με παιδί, 1933 (Πηγή: http://www.wikiart.org/en/search/kollwitz)
Την έβδομη μέρα, το πρωί της Κυριακής, ετοιμάζεται να φύγει, να γυρίσει στο σπίτι του στη Στοκχόλμη.

"- Θα προλάβω άραγε να διαβάσω αυτό το βιβλίο, είπε η μαμά.
 - Είπαμε, εσύ θα γίνεις εκατό.
 Πήρα τη βαλίτσα. Πάτησα το κουμπί του ανελκυστήρα. Την αγκάλιασα.
 - Πήγαινε στο καλό γιε μου.
 Είχε ένα χαμόγελο στα χείλη και δάκρυα στα μάτια. Στηριζόταν στο μπαστούνι της λίγο γερμένη.
 Ακούμπησα κάτω τη βαλίτσα και την αγκάλιασα ακόμα μια φορά. Μύριζε όπως πάντα λεμόνι."


Όταν έγραφε ο Θοδωρής Καλλιφατίδης το βιβλίο, άκουγε, όπως λέει ο ίδιος, τις Συμφωνίες του Αμβούργου του Καρλ Φιλιπ Εμμάνουελ Μπάχ, πατέρα του Γιόχαν Σεμπάστιαν. Φέτος στη Γερμανία γιορτάζουν τα 300 χρόνια από τη γέννησή του (1714-1788). Εδώ, από τη συμφωνία αρ. 5 (https://youtube.googleapis.com/v/v5om22I21Oc&source=uds).


Σημείωση 1:
Με την ευκαιρία, υπάρχει ένα θεατρικό έργο με τίλτο "Mothers and sons" γραμμένο από τον Αμερικανό θεατρικό συγγραφέα Terrence McNally και το οποίο παιζόταν και φέτος στο  Broadway, κι αυτό αναφέρεται μέσα από άλλη ιστορία στη σχέση μητέρας-γιού. Να σημειώσω μάλιστα ότι ο McNally είναι και ο συγγραφέας του Corpus Christi, έργου που ανέβηκε το 2012 στην Αθήνα στο θέατρο  Χυτήριο, με τα γνωστά προβλήματα από τις παραθρησκευτικές οργανώσεις που, σε αγαστή συνεργασία με τη ναζιστική οργάνωση, ξυλοκόπησαν τους συντελεστές και  ανάγκασαν στο κατέβασμα της παράστασης.

Σημείωση 2:
Αφιερώνω την ανάρτηση στους δυο γιους μου και στον εγγονό μου. Και στον αδελφό μου και στη μάνα μου. Και στις πολλές φίλες μου που έχουν κι αυτές γιους!

Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2014

"Μέτρησα τη ζωή μου με πάλιωμα βιβλίων": Στυλιανός Αλεξίου, ένας άνθρωπος των Γραμμάτων και της Κρήτης



Κλείνει μεθαύριο ένας χρόνος από τότε που έφυγε, στις 12 Νοεμβρίου 2013, ο Στυλιανός Αλεξίου, ένας σημαντικός και ξεχωριστός άνθρωπος των Γραμμάτων και της Κρήτης. Γεννημένος το 1921 στο Ηράκλειο της Κρήτης, ήταν γιος του Λευτέρη Αλεξίου, αδελφού της Έλλης Αλεξίου και της Γαλάτειας Καζαντζάκη. Ο Στυλιανός Αλεξίου ήταν φιλόλογος και αρχαιολόγος, διακεκριμένος μελετητής της ελληνικής γραμματείας όλων των εποχών. Υπήρξε, ανάμεσα στα πολλά άλλα, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και Έφορος Αρχαιοτήτων Κρήτης.

Με την ευκαιρία, ξεφυλλίζω από τη βιβλιοθήκη μου μερικά δικά του γραφτά.








Το 1990 είχε κυκλοφορήσει από το Σύνδεσμο Τοπικών Ενώσεων Δήμων & Κοινοτήτων Κρήτης (και με την εκδοτική φροντίδα της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης) ένα βιβλιαράκι (ως προς το μέγεθος και μόνο η αναφορά του υποκοριστικού) με τίτλο "Η Κρητική Λογοτεχνία κατά τη Βενετοκρατία". Το βιβλίο αυτό ήταν ενταγμένο στη σειρά "Κρήτη: Ιστορία και πολιτισμός" την επιμέλεια της οποίας είχε ο αείμνηστος Νικόλαος Μ. Παναγιωτάκης (τον είχα αναφέρει και εδώ). Όλες οι εργασίες της σειράς έχουν κυκλοφορήσει και μαζί σε συγκεντρωτική δίτομη έκδοση.

Το ενδιαφέρον στο βιβλίο αυτό είναι ότι ο Αλεξίου κάνει μια σύντομη ανασκόπηση όλων των έργων που γράφτηκαν στην Κρήτη κατά τη Βενετοκρατία, αφού βέβαια σημειώσει ότι και αυτά δεν ξεκινούν από τους πρώτους αιώνες της εγκατάστασης των Βενετών στο νησί, με δεδομένες τις κοινωνικές ανακατατάξεις και τις επαναστάσεις που προκάλεσε η έλευσή τους. Έτσι, δεν διαβάζουμε μόνο για τον Κορνάρο και τον Χορτάτση, ούτε μόνο για τον Ερωτόκριτο και την Ερωφίλη, αλλά και για τον Λινάρδο Ντελλαπόρτα, για τον Μπεργαδή, για τον Μαρίνο Φαλιέρο, για τον Ανδρέα Σκλέντζα,  για τον Μάρκο Αντώνιο Φόσκολο, για τον Τζάνε Μπουνιαλή κ.ά. και για έργα όπως Διγενής Ακρίτης, Απόκοπος, Ριμάδα, Περί της ξενιτείας, Ζήνων, Βασιλεύς Ροδολίνος, Βοσκοπούλα, Φορτουνάτος και άλλα πολλά γραμμένα από επώνυμους αλλά και ανώνυμους Κρητικούς. Έχουν ενδιαφέρον οι αναφορές στις σχέσεις με τα Επτάνησα όπου κατέφευγαν για να γλυτώσουν από τη βενετική καταπίεση, καθώς και στις σχέσεις και επιδράσεις από την ιταλική λογοτεχνία της Αναγέννησης. Αναφέρεται επίσης στα γραμματολογικά χαρακτηριστικά των έργων αυτών και σημειώνει την ιδιαιτερότητα του λογοτεχνικού ύφους και της γλώσσας στα οποία είναι γραμμένα και που δεν είναι άλλη από την ζωντανή γλώσσα που μιλιόταν στην Κρήτη.  Τελειώνοντας μάλιστα την παρουσίασή του, ο Αλεξίου σημειώνει τη στροφή στα θέματα παιδείας και γλώσσας που συντελέστηκε μετά την ανάπτυξη της τάξης των Φαναριωτών στην Κωνσταντινούπολη, όπου περιορίστηκε η διάδοση των κρητικών έργων πέραν της Κρήτης και των Επτανήσων (εδώ σημειώνεται η περίπτωση του Διονυσίου Σολωμού, τον οποίο μάλιστα ονομάζει "συνειδητό από ορισμένη άποψη συνεχιστή του Κορνάρου"). Και καταλήγει:


... Η ίδρυση του ελληνικού βασιλείου, τέλος, μετά την Επανάσταση, η επίσημη τώρα εκπαίδευση, η καθιέρωση ως κρατικής γλώσσας της καθαρεύουσας, η έκδοση εφημερίδων γραμμένων στη γλώσσα αυτή και η διαμόρφωση μιας νέας λογοτεχνίας από την πρώτη ρωμαντική "σχολή των Αθηνών", καθώς και η μεγάλη διάδοση γαλλικών μυθιστορημάτων μεταφρασμένων επίσης στην καθαρεύουσα και η εισαγωγή μιας νέας μορφής του θεάτρου, συντέλεσαν στην ακόμα μεγαλύτερη λήθη της κρητικής ποίησης που τη θεωρούσαν "λαϊκή"...






Με ανάλογο θέμα καταπιάνεται και στο άρθρο του με τίτλο "Στοιχεία ποιητικής του Ερωτόκριτου" που δημοσιεύτηκε στο αφιέρωμα Ερωτόκριτος του περιοδικού "Διαβάζω" (τεύχος 454, 9/2004). Ανάμεσα στ' άλλα, σημειώνει για τη γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Κορνάρος στον Ερωτόκριτο:


... Η ποιητική του Κορνάρου εισάγει , σε μεγάλη έκταση, για αισθητικούς λόγους, στον Ερωτόκριτο τη γλωσσική καθαρότητα. Ιταλικές λέξεις της καθημερινής πεζής ζωής και των συμβολαίων αποφεύγονται, ενώ οι στρατιωτικοί όροι μουράγια, ταμπούρλα, τρομπέτες εξελληνίζονται σε τειχιά, τύμπανα, σάλπιγγες....






Ο Στυλιανός Αλεξίου είχε ασχοληθεί βέβαια και με τα Ομηρικά έπη*. Λίγο πριν πεθάνει κυκλοφόρησε τη δική του μεταφραστική εκδοχή της Οδύσσειας, όπου δεν μεταφράζει ολόκληρο το ομηρικό έπος, αλλά επιλέγει την ανθολόγηση τμημάτων του πρωτοτύπου από όλες τις ραψωδίες, που ξεχωρίζουν ως αυτόνομα λυρικά ποιήματα, δίνουν όμως στο σύνολό τους την πλοκή ολόκληρου του έργου. Στα πολύ κατατοπιστικά εισαγωγικά κείμενα που παραθέτει, αναφέρεται αρχικά στις παλιότερες μεταφράσεις Πολυλά, Εφταλιώτη, Σίδερη, στη μετάφραση των Καζαντζάκη-Κακριδή, στη μετάφραση του Ψυχουντάκη τις οποίες αξιολογεί συνοπτικά για να διατυπώσει τη δική του οπτική στην τεχνική και στο ύφος που επιλέγει, ενώ συνεχίζει με αναφορές στο έργο "Οδύσσεια", στη γεωγραφία του και στη δομή του.

"τον πολυμήχανο ήρωα, τραγούδησέ μου, ω Μούσα,

τον άντρα που όταν κούρσεψε της Τροίας τ' άγιο κάστρο, 
περιπλανήθη στα πελάγη κι είδε ανθρώπων χώρες
και γνώρισε τη σκέψη τους, και πόνεσε η ψυχή του,
ζητώντας ο ίδιος να σωθεί, να σώσει τους συντρόφους.
Όμως αυτοί δεν γλύτωσαν, όσο κι αν το ποθούσε,
καταστραφήκαν οι άμυαλοι, απ' την αποκοτιά τους,
όταν του Ήλιου του Υπερίονα έφαγαν τα βόδια
κι εκείνος τους αρνήθηκε του γυρισμού τη μέρα.
Απ' όπου θέλεις άρχισε, θεά, του Δία κόρη."






Το 2012 κυκλοφόρησε και η ποιητική του συλλογή "Στίχοι επιστροφής", επιστροφή στο βίωμα και στην οργανωμένη μορφή του λόγου, όπως ο ίδιος σημειώνει στον Πρόλογο. Κάθε ποίημα είναι μια ανάμνηση από στιγμές που έζησε, από τόπους που επισκέφθηκε και από ανθρώπους που γνώρισε: 1940, Στον εκτελεσμένο συμμαθητή Ι.Σ., Κράσι 1937/1943, Θολωτοί τάφοι Λέντα, Κορνάρος 1610, Αθήνα '47, Αργυρούπολη Ρεθύμνης, Καστοριά, Ελβίρα, Ηράκλειο, Στιγμές, Μάταλα, Νυχτερινά ταξίδια, Απολογισμός ...


Απολογισμός
Μέτρησα τη ζωή μου
με σερβιτόρων ζωές σ' εστιατόρια επαρχίας·
με γέρασμα ηθοποιών του κινηματογράφου,
επιδερμίδες υπερφυσικές,
μάτια, μαλλιά σαν χαίτη ζώου ακμαίου,
που ασκήμισαν αργά, χρόνο με χρόνο.

Μέτρησα τη ζωή μου,
με πάλιωμα βιβλίων, ερείπωση σπιτιών,
παιδιά κι εγγόνια των παιδιών του '30.



Τέλος, η Αυγή είχε δημοσιεύσει στις 24 Νοεμβρίου 2013 ένα κείμενο του Αλεξίου που είχε πρωτοδημοσιευτεί στο περιδικό Παλίμψηστον της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης με τίτλο "Από την Οδύσσεια του Ομήρου"  (Τεύχ. 2, 1986). Το άρθρο στην εφημερίδα είχε τίτλο Ο Ομηρικός "οίνοψ πόντος" και αναφερόταν  στη σημασία της ομηρικής φράσης οίνοψ πόντος


"Κρήτη τις γαῖ’ ἔστι μέσῳ ἐνὶ οἴνοπι πόντῳ..." λέει ο Όμηρος στην Οδύσσεια, κοκκινωπός είναι ο πόντος λέει ο Αλεξίου, όπως το κόκκινο κρασί, πέλαο κρασάτο κατά Καζαντζάκη-Κακριδή. Ο Αλεξίου ασχολείται με τα χρώματα που παίρνει η θάλασσα τις διάφορες εποχές του χρόνου και ιδιαίτερα το καλοκαίρι και αρχές του φθινοπώρου, τότε που το φως του ήλιου είναι έντονο. Παραθέτει αποσπάσματα από ποιήματα του Καβάφη και του Σεφέρη με τις δικές τους εκδοχές για το χρώμα του πελάγους, αναφέρεται στους αρχαίους κλασικούς και στις δικές τους πάλι εκδοχές, κάνει μια στάση στους μεταφραστές του Ομήρου, φτάνει στους παλιότερους λεξικογράφους, Άγγλους, Γάλλους, Γερμανούς, που φαντάστηκαν σκοτεινό το πέλαγος (das dunkle meer), παρουσιάζοντας έτσι μια ενδιαφέρουσα και χρήσιμη (ως προς το περιεχόμενο αλλά και τη μεθοδολογία) διερεύνηση της ορολογίας των χρωμάτων. (Εδώ θα ήθελα να σημειώσω την εργασία πάνω στην ορολογία χρωμάτων που είχε κάνει ο πολύ καλός και αγαπητός συνάδελφος και από τους πρωτεργάτες της ελληνικής ορολογίας Βασίλης Φιλόπουλος. Αξίζει να παρατηρήσει κανείς ότι κάνοντας την ομαδοποίηση των χρωμάτων ο Φιλόπουλος, στην ομάδα "μαύρο και παραπλήσιες αποχρώσεις" εντάσσει και το χρώμα κρασάτο.)


Πώς μετριέται η ζωή με πάλιωμα βιβλίων αλήθεια;

----------------------------------
 * Ο Στυλιανός Αλεξίου είχε προλογίσει μάλιστα την εκδοχή της Οδύσσειας όπως την είχε μεταφράσει ο Γιώργος Ψυχουντάκης στην κρητική διάλεκτο. (Ο Ψυχουντάκης ήταν ο περίφημος μαντατοφόρος του Πάτρικ Λη Φέρμορ στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής στην Κρήτη, έχω διαβάσει το βιβλίο του: Psychoundakis, George. The Cretan Runner: His Story of the German Occupation. Patrick Leigh Fermor, tr. and intro. Annotated by the translator and Xan Fielding. London: John Murray, 1955). Σε εκπομπή της ΕΡΑ που άκουσα στις 27/7/2013 (ήταν σε επανάληψη, από τους απολυμένους της ΕΡΤ μετά το αντιδημοκρατικό κλείσιμο του Ιουνίου 2013) και ήταν παλιότερη συνέντευξη με το Νίκο Μαμαγκάκη (που είχε πεθάνει στις 24/7/2013 και κείνη τη μέρα γινόταν η κηδεία του στο Ρέθυμνο), ο μεγάλος συνθέτης είχε δηλώσει ότι ήθελε να μελοποιήσει την Οδύσσεια του Ψυχουντάκη, την οποία, είπε ο Μαμαγκάκης, ο Αλεξίου είχε θεωρήσει ως την καλύτερη μετάφραση. (Βέβαια, στην πραγματικότητα ο Αλεξίου κάνει μεν λόγο για το λαϊκό ταλέντο του Ψυχουντάκη, παρατηρεί όμως και πολλές αδεξιότητες και ασάφειες στη μετάφραση. Αυτά για την ιστορία.)

Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2014

Σιωπή... Ακούει κανείς; Με αφορμή ένα άρθρο του Γιώργου Κοκκινάκου


Ακούει κανείς; (Η εικόνα από το σημερινό φύλλο των Χ.Ν.)



Διάβασα στο σημερινό φύλλο των Χανιώτικων Νέων το παρακάτω εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο του Γιώργου Κοκκινάκου  "Για να μάθουμε να αφουγκραζόμαστε" το οποίο αποτελεί συνέχεια και συμπλήρωμα άρθρου που δημοσίευσε προ ημερών με τίτλο Για να μάθουμε να κουβεντιάζουμε”.

--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Η σιωπή είναι καναρίνι στο μικρόφωνο
Ν. Καρούζος

Ενα πολιτικό σχόλιο έγραψα προ ημερών με τίτλο “Για να μάθουμε να κουβεντιάζουμε”· για να γίνει αυτό προϋπόθεση είναι να μάθουμε να ακούμε, μου σχολίασε ένας φίλος. Και τον άκουσα.
Ο Πυθαγόρας στη σχολή του  έβαζε τους μαθητές του, όταν πρωτοπήγαιναν στη σχολή του, επί αρκετό διάστημα πίσω από μια κουρτίνα να ακούνε χωρίς να βλέπουν το δάσκαλο, χωρίς να λένε ούτε μια λέξη. Ηταν οι λεγόμενοι “ακουστικοί”. Διότι πίστευε ότι αν δεν μάθεις να σιωπάς, δεν μαθαίνεις να ακούς, να σκέπτεσαι και να μιλάς.
Ετσι είναι. Το αντίθετο δηλαδή από αυτό που επικρατεί σήμερα. Στο δημόσιο διάλογο, αλλά και στην καθημερινή επικοινωνία των πολιτών το ζητούμενο δεν είναι η αναζήτηση της αλήθειας, αλλά η “επικράτηση” πάνω στον Άλλο. Αλλιώς στις συζητήσεις μας δεν θα ψάχναμε να βρούμε επιχειρήματα για να στηρίζουμε ακόμα και μία εμφανώς λανθασμένη άποψή μας.
Ακούω τον Άλλο, σημαίνει τον αποδέχομαι ως ύπαρξη, σημαίνει ότι ελέγχω τον εγωισμό μου, χωρίς να απειλούμαι ως οντότητα, σημαίνει ότι αποδέχομαι πως ο μισός εαυτός μου “κατοικεί” στον Άλλο. Μόνο τότε μπορείς να μπεις σε ένα δρόμο αναζήτησης της αλήθειας, σε ένα δρόμο αληθινής, βαθειάς και αυθεντικής επικοινωνίας.
Στη σιωπή, στη “βραδύτητα”, στην προσδοκία να μάθεις κάτι που δεν γνωρίζεις ευδοκιμεί η δημιουργική σκέψη. Αλλά δημιουργική σκέψη είναι να ακούς νέες ιδέες ξένες σε σένα και να έχεις την ικανότητα του μεταβολισμού τους για να προκύπτει το καινούργιο, το ρηξικέλευθο, το μελλοντικό. Η σιωπή είναι πάντα λαλέουσα, “δεξαμενή της ομιλίας”, όπως λέει ο ποιητής. Ο φωνασκός είναι κατά βάση ανασφαλής, αβέβαιος για τις κουβέντες του και περισσότερο θέλει να κρύψει κάτι παρά να δηλώσει. Φοβικός για την επαφή του με τον Άλλο, καταδικασμένος να μένει στην επιφάνεια των πραγμάτων.
Αν δε μιλήσωμε για την πολιτική αντιμαχία, τότε τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. Ποιος θέλει να ακούσει ότι στην Ελλάδα έχομε την καλύτερη αναλογία ιατρών / κατοίκων 6,1 στους 1.000, με διαφορά πρώτοι απ’ όλους στις χώρες του Ο.Ο.Σ.Α.; Αλλά τη χειρότερη αναλογία γενικών ιατρών / ιατρών  4,5% μόνον, με διαφορά από όλες τις άλλες χώρες; Γερμανία 18%, Γαλλία 49%, Μ. Βρεττανία 29,8%.
Ποιος μπορεί να ακούσει ότι στην  Ελλάδα έχουμε 3,3 νοσηλευτές στους 1.000 κατοίκους, ενώ ο μέσος όρος στον Ο.Ο.Σ.Α. είναι 8,4; Ποιος θέλει να ακούσει ότι στη  χώρα μας ο ετήσιος αριθμός αξονικών τομογραφιών για κάθε 1.000 κατοίκους είναι 320,4, πρώτη χώρα στον Ο.Ο.Σ.Α. με διαφορά από τη δεύτερη Η.Π.Α. 227,9; Ποιος θέλει και μπορεί να ακούσει ή ποιος πολιτικός μπορεί να πει ότι στην Ελλάδα εκτός από το πρόβλημα των μακροοικονομικών μας (χρέος, έλλειμμα, εμπορικό ισοζύγιο, ανεργία) έχουμε ένα πρόβλημα  απόλυτης στρέβλωσης της κοινωνίας, αλλά και του “εποικοδομήματος”;

(Γιώργος Κοκκινάκος, Χανιώτικα Νέα 4 Νοεμβρίου 2014)
------------------------------------------------------------------------------------------------------------------



Για τον αγώνα επικράτησης κατά την αντιπαράθεση αξίζει να διαβάσει κανείς το έργο του Σοπενάουερ "Η τέχνη του να έχεις πάντα δίκιο" (εκδ. Πατάκη, 2011, σε μετάφραση Μυρτώς Καλοφωλιά). Ένα ενδιαφέρον βιβλίο του 19ου αιώνα που ασχολείται με τα τεχνάσματα της διαλεκτικής, ή καλύτερα της αντιπαράθεσης, αφού, όπως ο ίδιος λέει, "διαλεκτική είναι απλά η τέχνη της επικράτησης σε μια αντιπαράθεση" και ακόμα είναι "η τέχνη του διαξιφισμού με σκοπό την επικράτηση σε μια αντιπαράθεση". 

Διαχωρίζει την αντικειμενική αλήθεια από τη φαινομενική και μας γυρίζει πίσω στους φιλοσόφους της αρχαιότητας, στους σοφιστές, στο Σωκράτη και τον Πλάτωνα και στον Αριστοτέλη για να μας παρουσιάσει τις θέσεις τους για τη λογική σε σύγκριση με τη διαλεκτική, την εριστική και τη σοφιστική, ορίζοντας μάλιστα τα τρία τελευταία ως εριστική διαλεκτική. Παρουσιάζει τεχνάσματα που χρησιμοποιούνται κατά την αντιπαράθεση με σκοπό την επικράτηση χωρίς πραγματικό ενδιαφέρον για την αντικειμενική αλήθεια, π.χ. διεύρυνση του θέματος για να υπάρξει δυνατότητα διάψευσης του αντιπάλου, γενίκευση των συγκεκριμένων θέσεων του αντιπάλου, παρουσίαση ψευδών δεδομένων ως αληθινών ώστε τα συμπεράσματα να φαίνονται επίσης αληθή κτλ. Βέβαια, είναι εμφανής και ο πεσιμισμός του Σοπενάουερ, ο οποίος θεωρεί ότι όλα αυτά τα κακά οφείλονται "στην εγγενή ποταπότητα της ανθρώπινης φύσης" και "στην έμφυτη ματαιοδοξία των ανθρώπων" που μιλούν πριν ακόμη σκεφτούν.

Ενδιαφέρον έχει και η εισαγωγή του A.C. Grayling, ο οποίος, αφού αναρωτιέται αν το ύφος του συγγραφέα είναι ειρωνικό ή αν πιστεύει αυτά που γράφει και παίρνοντας υπόψη το έργο του "Πάρεργα και Παραλειπόμενα" που εκδόθηκε όσο ζούσε (σε αντίθεση με το παρόν που εκδόθηκε μετά το θάνατό του), καταλήγει ότι ο Σοπενάουερ δεν ήταν Μακιαβέλι αλλά το έργο αυτό αποτελεί "σπουδή στην ειρωνεία".





Ο Κοκκινάκος αναφέρεται επίσης στη σιωπή. Ο λαός μας λέει "η σιωπή είναι χρυσός". Εμένα μου 'ρχεται στο νου το βιβλίο του George Steiner "Η σιωπή των βιβλίων" (Ολκός, 2009). Το έχω διαβάσει εδώ και χρόνια μόλις εκδόθηκε, όμως εδώ θα ήθελα να παραθέσω ένα απόσπασμα από το κείμενο που έγραψε για το βιβλίο ο Νικόλας Σεβαστάκης σε άρθρο του  στην Ελευθεροτυπία (10/5/2008) και το οποίο βρήκα στον τόμο "Η τυραννία του αυτονόητου". Γράφει λοιπόν ο Σεβαστάκης:



"... η σιωπή της ανάγνωσης, η άσκηση της προσοχής, η προσωρινή αποκοπή του αναγνώστη από τα παιχνίδια της ανταλλαγής αγαθών και υπηρεσιών τείνει να θεωρηθεί νεκρός χρόνος, απολίθωση ή ανεπιθύμητο γήρας. Η ανάγνωση - περισυλλογή κοντεύει να γίνει το πιο επίπονο άθλημα, καθώς οι κοινωνίες μετατρέπονται σε ευδαιμονικά πληκτρολόγια που τα χειριζόμαστε με την ευκολία της αναπνοής. Η στοχαστική σχέση με τα πράγματα και ή ίδια η δυνατότητα της ονειροπόλησης υποκύπτουν σε άπειρα ακούσια σάουντρακ που δεν επιτρέπουν καμιά εσωτερικότητα..."

Μάλιστα, επικαλείται τον Τσέχο φιλόσοφο Γιάν Πάτοτσκα (αμετάφραστο στην Ελλάδα) που είπε ότι "απειλείται μία από τις πιο πολύτιμες πηγές ελευθερίας, η εσωτερική μας εμπειρία ως επιμέλεια ψυχής".


Ίσως και να ξεχώρισα το άρθρο του Κοκκινάκου από την τελευταία φράση του κειμένου του με την αναφορά στο εποικοδόμημα. Εντελώς συμπτωματικά, σε μήνυμα που έστειλα σήμερα το πρωί  σ' ένα φίλο έγραφα περίπου: "... πιστεύω στο ρόλο του εποικοδομήματος, ίσως δεν είναι ευθέως μαρξιστικό αυτό, δεν είναι ότι έχω εξασφαλίσει τα προς το ζην και επομένως δεν με νοιάζει, αλλά πιστεύω ότι αυτά συνδέονται πολύ..." κτλ. κτλ. Πολύ ωραία τα περιγράφει όμως ο Raymond Williams* στο Marxism and Literature ("Μαρξισμός και Λογοτεχνία", Oxford University Press, 1977) που περιλαμβάνεται στην ελληνική έκδοση του "Κουλτούρα και Ιστορία" (μαζί με το "Long Revolution", από τις εκδόσεις Γνώση, 1994, με μετάφραση και πολύ αναλυτική εισαγωγή από την Βενετία Αποστολίδου). Δεν είναι δυνατόν να παρουσιάσω εδώ τον πλούτο των εννοιών που αναλύει ο Williams (άλλωστε δεν είμαι και ειδική στις λεγόμενες πολιτισμικές σπουδές και σίγουρα οι αναλύσεις μου δεν θα είναι οι καλύτερες), θα ήθελα όμως να σημειώσω την επιμονή του στην αντίληψη για το αδιάσπαστο των στοιχείων που σχετίζονται με τη βάση και το εποικοδόμημα, παραγωγικές δυνάμεις, οικονομικές συνθήκες, κοινωνικό περιβάλλον, ανθρώπινος παράγοντας κτλ.


Σάρωση από Κατερίνα Τοράκη



*  Βρετανός  διανοητής της αριστεράς, κριτικός της λογοτεχνίας και θεωρητικός ζητημάτων κουλτούρας,  συγγραφέας των βιβλίων "Long Revolution", "Keywords", "Culture and Society" κ.ά. (στα ελληνικά "Κουλτούρα και Ιστορία), δάσκαλος του επίσης Βρετανού Terry Eagleton ("Η έννοια της Κουλτούρας", "Γιατί ο Μάρξ είχε δίκιο" κτλ.). Πληροφορίες επίσης εδώ:http://en.wikipedia.org/wiki/Raymond_Williams.




Υστερόγραφο 1:

Ο Κοκκινάκος χρησιμοποιεί το αφουγκράζομαι κι εγώ έβαλα στον τίτλο το ακούω. Σύμφωνα με το Λεξικό του Τριανταφυλλίδη, αφουγκράζομαι θα πει προσπαθώ να ακούσω, ακούω με προσοχή, ενώ ακούω θα πει έχω την αίσθηση της ακοής, αντιλαμβάνομαι, πληροφορούμαι... Έχω την αίσθηση ότι κανείς μπορεί ν' ακούει αλλά να μην αφουγκράζεται. Μήπως ν' άλλαζα τον τίτλο της ανάρτησης; Πάντως, ο Κοκκινάκος σωστά το τοποθέτησε θαρρώ...

Υστερόγραφο 2:

Προ καιρού είχα αναφερθεί σε ένα ντόμινο ανάγνωσης με αφορμή κάποια διαβάσματα. Σήμερα, προέκυψε άλλο ένα ντόμινο. Νάναι καλά ο Γιώργος Κοκκινάκος και ο αστείρευτος σε περιεχόμενο λόγος του!

Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

"Φτωχή ανθρωπότητα, δεν μπόρεσες ούτε ένα κεφαλαίο να γράψεις ακόμα...": Τάσος Λειβαδίτης

Αλλά τα βράδυα

Και να που φτάσαμε εδώ
Χωρίς αποσκευές
Μα μ' ένα τόσο ωραίο φεγγάρι
Και εγώ ονειρεύτηκα έναν καλύτερο κόσμο
Φτωχή ανθρωπότητα, δεν μπόρεσες
ούτε ένα κεφαλαίο να γράψεις ακόμα
Σα σανίδα από θλιβερό ναυάγιο 
ταξιδεύει η γηραιά μας ήπειρος

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη

Βέβαια αγάπησε τα ιδανικά της ανθρωπότητας,
αλλά τα πουλιά
πετούσαν πιο πέρα

Σκληρός, άκαρδος κόσμος, 
που δεν άνοιξε ποτέ μιαν ομπρέλα
πάνω απ' το δέντρο που βρέχεται

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη
Ύστερα ανακάλυψαν την πυξίδα
για να πεθαίνουν κι αλλού και την απληστία
για να μένουν νεκροί για πάντα

Αλλά καθώς βραδιάζει
ένα φλάουτο κάπου
ή ένα άστρο συνηγορεί για όλη την ανθρωπότητα

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη

Καθώς μένω στο δωμάτιο μου, 
μου 'ρχονται άξαφνα φαεινές ιδέες
Φοράω το σακάκι του πατέρα
κι έτσι είμαστε δυο,
κι αν κάποτε μ' άκουσαν να γαβγίζω
ήταν για να δώσω
έναν αέρα εξοχής στο δωμάτιο

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη

Κάποτε θα αποδίδουμε δικαιοσύνη
μ' ένα άστρο ή μ' ένα γιασεμί
σαν ένα τραγούδι που καθώς βρέχει
παίρνει το μέρος των φτωχών

Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη!

Δως μου το χέρι σου.. 
Δως μου το χέρι σου..


Τάσος Λειβαδίτης (20/4/1922 - 30/10/1988)

Και τραγουδιστά με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου σε μουσική Γιώργου Τσαγγάρη

Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2014

Όταν οι λέξεις ταξιδεύουν με τον Εδουάρδο Γκαλεάνο



Μα μπορεί να ταξιδεύουν οι λέξεις; Μπορεί, με τον Εδουάρδο Γκαλεάνο, τον εμπνευσμένο ουρουγουανό συγγραφέα, που σαν γνήσιος λατινοαμερικάνος, μας ταξιδεύει με τις μικρές ιστορίες του για άλλη μια φορά σε κόσμους παραμυθιού και ονείρου. 

Είχα αναφερθεί σε παλιότερη ανάρτηση στο ταξίδι των εναγκαλισμών, που επίσης είχε ιστορίες, απόψεις και στοχασμούς του συγγραφέα πάνω σε διάφορα θέματα. Τώρα, στο βιβλίο του Οι λέξεις ταξιδεύουν: με τα χαρακτικά του Jose Borges, (εκδόσεις Πάπυρος, σε μετάφραση της Ισμήνης Κανσή) που στα ελληνικά εκδόθηκε το Δεκέμβριο 2013 αλλά στα ισπανικά πρωτοκυκλοφότησε το 1993, ο Γκαλεάνο μας αφηγείται τις ιστορίες απλών ανθρώπων με το δικό του ξεχωριστό, σουρεαλιστικό θάλεγα, τρόπο και παράλληλα βρίσκει πάλι την ευκαιρία να μας μιλήσει για τους μύθους και τις παραδόσεις της πατρίδας του της Λατινικής Αμερικής, αλλά και να στοχαστεί φωναχτά και να μιλήσει για μικρά και μεγάλα ζητήματα που τον απασχολούν. 

Το εξώφυλλο της αγγλικής έκδοσης του βιβλίου
Ανάμεσα στις ιστορίες του: Λίγα λόγια για τη λέξη, Η ιστορία με τον κροκόδειλο που είχε τη συνήθεια να τρώει τις γυναίκες του, Λόγια γραμμένα στους τοίχους, Η ανάσταση του παπαγάλου, Πώς ένας τσαγκάρης γλίτωσε από τους τοκογλύφους, Λίγα λόγια για τη μνήμη, Η ιστορία του άνδρα που ήθελε να γεννήσει, Λίγα λόγια για τη μουσική, Λίγα λόγια για την παγκόσμια ιστορία, Μια μέρα στο καφενείο κτλ. Οι τίτλοι είναι ενδεικτικοί του ιδιαίτερου στυλ και περιεχομένου των ιστοριών αυτών.

Στην όχθη μιας άλλης θάλασσας, ένας άλλος αγγειοπλάστης αποσύρεται λόγω ηλικίας....
... Ο νέος αγγειοπλάστης δεν φυλάει το όμορφο κεραμεικό σκεύος για να το κοιτάζει και να το θαυμάζει, αλλά το πετάει στο πάτωμα να σπάσει, και μαζεύει τα αμέτρητα μικρά κομματάκια, που τα ανακατεύει μέσα στον δικό του πηλό.

[Λίγα λόγια για τη μνήμη (Ι)]




... Ο ποιητής Σαμπίνο, τροβαδούρος στις υπαίθριες αγορές, στα απομακρυσμένα από την ακτή χωριά, τραγουδούσε τις προφητείες της κόκκινης αγελάδας. Η αγελάδα, που στα όνειρά του πετούσε, του είχε πει ότι η έρημος θα γίνει θάλασσα, κι ότι θα πρασινίσουν τα βροχοτόπια, και πως εκείνοι που ήξεραν, γνώριζαν ότι θα έρθει ο καιρός που θα γεννιέσαι δίχως να πεθαίνεις, κι ότι όλες οι μέρες θα είναι Κυριακή....

[Η ιστορία της μοιραίας συνάντησης ανάμεσα στον ληστή της ερήμου και τον μετανιωμένο ποιητή]




"Στον τοίχο μιας ταβέρνας στη Μαδρίτη υπάρχει μια πινακίδα που λέει: "Απαγορεύεται το τραγούδι"
Στον τοίχο του αεροδρομίου του Ρίο ντε Ζανέιρο υπάρχει μια πινακίδα που λέει: "Απαγορεύεται να παίζετε με τα καροτσάκαι"
Με άλλα λόγια: υπάρχει ακόμα κόσμος που τραγουδά, και κόσμος που παίζει"

[Περί απαγορεύσεων]




Αλήθεια , οι λέξεις ταξιδεύουν; Και πού πάνε; Αναρωτιέται κι ο ίδιος ο συγγραφέας:

Ο Χαβιέρ Βιγιαφάνιε μάταια ψάχνει τη λέξη που του έφυγε λίγο πριν προλάβει να την πει. Πού να πήγε αυτή λέξη, που την είχε στην άκρη της γλώσσας του; Να υπάρχει άραγε κάποιο μέρος όπου συγκεντρώνονται οι λέξεις που κατάφεραν να το σκάσουν; Ένα βασίλειο με τις χαμένες λέξεις; Πού σε περιμένουν άραγε οι λέξεις που δεν κατάφερες ν' αρθρώσεις;

[Λίγα λόγια για τη λέξη (V)]



Συνοδοιπόρος και συνυπεύθυνος για το ταξίδι στις λέξεις και στους μύθους, ο καλλιτέχνης από ένα χωριό της βορειοανατολικής Βραζιλίας Χοσέ Μπόρχες. Κι αναρωτιέσαι αν οι ζωγραφιές του χαράκτη Μπόρχες περιγράφουν τις λέξεις του παραμυθά Γκαλεάνο ή το αντίθετο. Αλλά τι σημασία έχει;

Βρίσκεται στον ορίζοντα, λέει ο Φερνάντο Μπίρι. Πλησιάζω δυό βήματα, κι εκείνη απομακρύνεται δυο βήματα. Περπατώ δέκα βήματα, κι ο ορίζοντας κάνει πίσω άλλα δέκα. Όσο κι αν προχωρήσω, δεν θα τη φτάσω ποτέ. Σε τι χρησιμεύει η ουτοπία; Γι' αυτό ακριβώς: για να προχωράμε.

[Λίγα λόγια για την ουτοπία]

Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2014

Οι βιβλιοθήκες, ο Σύριζα και η βάσανος για μια πρόταση πάνω σε "χειροπιαστά οράματα"


"Σώστε όλες τις βιβλιοθήκες του Λίβερπουλ", γράφει ένα από τα πανώ της διαδήλωσης

Πριν από δύο μέρες διάβασα στην ηλεκτρονική έκδοση της Guardian την είδηση ότι αρκετοί συγγραφείς πρωτοστάτησαν στη διαδήλωση που έγινε στο Λίβερπουλ για να μην κλείσουν οι 11 από τις 18 δημοτικές βιβλιοθήκες, όπως, για οικονομικούς λόγους, αποφάσισε το Δημοτικό Συμβούλιο της πόλης. Και άλλες φορές έχουμε δει τα τελευταία χρόνια διαμαρτυρίες "επωνύμων" αλλά και απλών πολιτών (και ακτιβιστών όπως του Occupy London κ.ά.) στην Αγγλία, όταν επιχειρείται το κλείσιμο βιβλιοθηκών στο πλαίσιο πολιτικών λιτότητας, περιορισμού δαπανών κτλ. 

Και κάθε φορά, θυμάμαι, αναρωτιόμουν ποια μπορεί να ήταν άραγε η αντίδραση αντίστοιχα στον τόπο μας. Οι σκέψεις αυτές μου έρχονται και τώρα πάλι, έχοντας στο μυαλό μου την πρόταση του Σύριζα για τον πολιτισμό, όπου αναφέρεται και στις βιβλιοθήκες. 

Αν και δεν έχω αναστολές στη δημόσια έκφραση της άποψής μου, περίμενα για μερικές μέρες κάποια παρέμβαση, κάποιες αναφορές, ώστε να μην βγαίνω πάλι σαν μαϊντανός να γκρινιάζω δημόσια (σχεδόν) μόνη μου. Κι ενώ, δημόσια έχουν γραφτεί πολλά για την Πρόταση αυτή του Σύριζα, πουθενά όμως και κανείς δεν ασχολείται με τις βιβλιοθήκες. Ακόμη και η ανάρτηση του βιβλιοθηκάριου περιορίστηκε κύρια στους λόγους για τους οποίους σταμάτησε η στήλη του στην Αυγή (επίσης σοβαρό θέμα και πολιτισμού το ίδιο το γεγονός, ελπίζω να μην αποτελεί δείγμα γενικότερης νοοτροπίας και συμπεριφοράς).

Η αλήθεια είναι ότι μόλις ενημερώθηκα (από το Scoop.it της Δημόσιας βιβλιοθήκης Λειβαδιάς) για το κείμενο του Σύριζα, έστειλα (στις 29/9/2014) μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου το παρακάτω κείμενο (πρόχειρα και γρήγορα γραμμένο) σε μερικούς φίλους, με κάποιους από τους οποίους μοιραζόμαστε συχνά τις σκέψεις μας με ένα καφέ.

"Θεωρώ ότι είναι δύο ξεχωριστά θέματα, άλλο το βιβλίο και άλλο οι βιβλιοθήκες. Το βιβλίο έχει να κάνει με αυτά που ήδη αναφέρονται στο κείμενο έτσι κι αλλιώς και κυρίως – καλώς ή κακώς, αλλά πάντως, για να είμαστε και ρεαλιστές, αναγκαία – με ζητήματα οικονομίας, αγοράς κτλ. Οι βιβλιοθήκες  έχουν βέβαια σχέση με το βιβλίο, όχι όμως άμεσα με τα προβλήματα της αγοράς,  επίσης είναι και άλλα πράγματα οι βιβλιοθήκες και θα έπρεπε να έχουμε μπεί ενεργά σε αυτό το διάλογο. Και τα άλλα πράγματα δεν είναι μόνο η ψηφιοποίηση, που στο κάτω κάτω γίνεται. Ένα ζήτημα που δεν θίγεται καθόλου στο κείμενο για τις βιβλιοθήκες είναι οι άνθρωποι. Επίσης, οι βιβλιοθήκες έχουν καθοριστικό ρόλο και  λόγο στον πληροφοριακό αλφαβητισμό, στον ψηφιακό αλφαβητισμό  εμπλέκονται και άλλοι θεσμοί. Το κείμενο για την Εθνική πολιτική βιβλιοθηκών και για το Δίκτυο είναι σύντομο, αναρωτιέμαι αν έχει γίνει πιο αναλυτική επεξεργασία. Η συμβολή των βιβλιοθηκών  στην εκπαίδευση και στην έρευνα είναι καθοριστική επίσης."

Το κείμενο της Πρότασης (και) για τις βιβλιοθήκες είναι λες γραμμένο στο πόδι, κάτι σαν συρραφή προτάσεων και δεν ξέρει κανείς ποιοί τις διατύπωσαν, τι έχουν στο μυαλό τους, αν έχουν επεξεργασμένο υλικό στα συρτάρια και τέλος πάντων αν έχουν στη σκέψη τους αρχή, μέση και τέλος για το πώς θα αντιμετωπίσει ο Σύριζα, αν γίνει Κυβέρνηση, και τα ζητήματα των βιβλιοθηκών.

Δεν είναι δυνατόν στην παρούσα ανάρτηση να δώσω πλήρη παρουσίαση των σκέψεων που έκανα διαβάζοντας την Πρόταση (δεν λέω Θέσεις, γιατί υποτίθεται ότι είναι σε διαβούλευση - δεν ξέρω με ποιο τρόπο - αλλά και γιατί δεν μπορεί αυτό το κείμενο να είναι οι Θέσεις του Σύριζα). Έχω ήδη γράψει σε παλιότερες αναρτήσεις κάποιες σκέψεις μου σχετικά με μια Εθνική Πολιτική Βιβλιοθηκών (π.χ.: Για μια Εθνική πολιτική βιβλίου και βιβλιοθηκών (μερικές πρώτες σκέψεις και ως συμβολή στις συζητήσεις που έχει ξεκινήσει ο Σύριζα) στις 28/1/2014 και Δημόσιες βιβλιοθήκες και προϋποθέσεις για μια αριστερή πολιτική: συμβολής στο διάλογο συνέχεια... στις 5/2/2014).

Ξεκινώ από τις θέσεις ότι στην Ελλάδα υπάρχουν βιβλιοθήκες, ότι υπάρχουν και πολύ καλά οργανωμένες βιβλιοθήκες, ότι υπάρχουν βιβλιοθήκες διαφόρων κατηγοριών (ακαδημαϊκές, δημόσιες, δημοτικές, ειδικές, ιατρικές, κτλ.), ότι υπάρχει (και) πολύ καλά εκπαιδευμένο προσωπικό, ότι η τεχνογνωσία του προσωπικού (κύρια στις ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες, αλλά όχι μόνο) είναι "ευρωπαϊκού" επιπέδου, ότι έχουν γίνει σημαντικά πράγματα στις βιβλιοθήκες τα τελευταία 20-30 χρόνια (χάρη στη θέληση και στις άοκνες προσπάθειες των ανθρώπων που δούλευαν στο χώρο, αλλά και χάρη στα ευρωπαϊκά προγράμματα χρηματοδότησης, που όμως από μόνα τους, όπως φάνηκε, δεν αρκούν αφού δεν εξασφάλισαν τη συνέχιση της απασχόλησης των ανθρώπων και της λειτουργίας πολλών δραστηριοτήτων που είχαν ξεκινήσει). Υπάρχουν βέβαια και αρκετά σημεία με αρνητικό πρόσημο που σε μια άλλη  επεξεργασία θα μπορούσαν να παρουσιαστούν, δεν είναι όμως του παρόντος μια τέτοια αναφορά.

Μπορεί να υποθέσει κανείς ότι η συγκεκριμένη Πρόταση αφορά τις δημόσιες/δημοτικές (λαϊκές) βιβλιοθήκες αφού είναι πρόταση για τον Πολιτισμό (αν και είναι γνωστό ότι ακόμη και σε αυτό υπάρχει πρόβλημα αρμοδιοτήτων, πολλά εμπλεκόμενα υπουργεία κτλ.). Όμως, αναφέρονται κάπου αλλού οι άλλες κατηγορίες; Και πού τέλος πάντων αντιμετωπίζονται ως ολότητα, όταν το κείμενο ήδη κάνει λόγο για Εθνικό Δίκτυο Βιβλιοθηκών; Τελικά, τι είναι αυτό το Εθνικό Δίκτυο Βιβλιοθηκών; Υπάρχει επεξεργασμένο πρόγραμμα από το Σύριζα; Υπάρχει ομάδα που δουλεύει γι' αυτό; 

Κάναμε λόγο για Εθνικό Δίκτυο Βιβλιοθηκών στις αρχές της δεκαετίας του '80, όμως τότε δεν υπήρχε σχεδόν τίποτα οργανωμένο. Υπάρχει ήδη μια εμπειρία στην Ελλάδα από τη λειτουργία ομάδων βιβλιοθηκών, όπως είναι οι ακαδημαϊκές και οι δημόσιες. Έχουν γίνει κατά καιρού ενέργειες για τις ιατρικές, οικονομικές κτλ. Το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης έχει το λεγόμενο Εθνικό Δίκτυο Επιστημονικών και Τεχνολογικών Βιβλιοθηκών (ΕΔΕΤΒ), όπως έχει ονοματίσει το σύνολο των βιβλιοθηκών που συμμετέχουν στο συλλογικό κατάλογο περιοδικών (μια εξαιρετικά σημαντική και χρήσιμη δραστηριότητα του ΕΚΤ για τις βιβλιοθήκες, με πρωτεργάτη το σημερινό Γενικό Διευθυντή της Εθνικής Βιβλιοθήκης Φίλιππο Τσιμπόγλου και άλλους καλούς και άξιους βιβλιοθηκονόμους, κάποιοι από τους οποίους το λειτουργούν μέχρι και σήμερα). Δίκτυο έχει δημιουργήσει και το Ίδρυμα Νιάρχου με την ομάδα δημόσιων και δημοτικών βιβλιοθηκών που συμμετέχουν στο Future Library (ένα θέμα που δεν θίγεται καθόλου στο κείμενο, για το οποίο όμως χρειάζεται μια θέση, όχι απαραίτητα αρνητική, όμως μια θέση για μια στάση απέναντι στους μικρούς και τους μεγάλους χορηγούς και "ευεργέτες"). Πώς δένουν λοιπόν όλα αυτά με το προτεινόμενο Δίκτυο;

Πώς και γιατί ενεπλάκη η Βιβλιοθήκη της Βουλής στο ρόλο του συντονιστή μαζί με την Εθνική Βιβλιοθήκη; Και αν γίνει αυτό (που κατά τη γνώμη μου δεν χρειάζεται), ποιος θα είναι ο ρόλος της; Και μάλιστα, να σημειώσω εδώ ότι προτείνεται οι δύο αυτές βιβλιοθήκες "να λειτουργούν καθοδηγητικά για όλες τις υπόλοιπες, χωρίς όμως να τις υποκαθιστούν και να τις υποβαθμίζουν". Μα σε ποια εποχή βρισκόμαστε; Πώς θεωρούμε ότι λειτουργούν οι θεσμοί και οι άνθρωποι; Είναι δυνατόν ακόμη και η Εθνική Βιβλιοθήκη να καθοδηγεί; Ας το θεωρήσω κακή χρήση της ελληνικής γλώσσας (που δεν συγχωρείται βέβαια σε ένα τέτοιο κείμενο, γιατί φοβάμαι μην εκφράζει αντίληψη και οπωσδήποτε ελλιπή γνώση ή και άγνοια της κατάστασης).

Παρακάτω:

Τι σημαίνει "χάραξη και υλοποίηση Εθνικής Πολιτικής για τις Βιβλιοθήκες της χώρας" (μα αυτήν περίμενα να διατυπώνεται στην Πρόταση)

Τι σημαίνει "εφαρμογή των διεθνών προτύπων και πρακτικών" (εδώ πιάνω και αδιάβαστο τον συντάκτη, οι βιβλιοθήκες δεν μπορούν πλέον να δουλεύουν χωρίς την εφαρμογή προτύπων και αυτό κάνουν)

Τι σημαίνει "οργάνωση μιας πλατφόρμας συνεργασίας, συντονισμού και δικτύωσης όλων των κατηγοριών των βιβλιοθηκών μέσα στα όρια κάθε περιφέρειας και μέσα στο πλαίσιο αρμοδιοτήτων του Περιφερειάρχη της"  (!!!!)

Και το κεφάλαιο για τις Βιβλιοθήκες τελειώνει με ένα ευχολόγιο για τη χάραξη Εθνικής Πολιτικής, με τις βιβλιοθήκες ως 

"έργου βασικής υποδομής

·                  για όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης,
·                  τη διά βίου εκπαίδευση των πολιτών,
·                  την επαγγελματική πληροφόρηση και ενημέρωση,
·                  τον ψηφιακό αλφαβητισμό και την εξοικείωση με τις νέες τεχνολογίες,
·                  την πολιτισμική και πολιτιστική καλλιέργεια των πολιτών."


Αυτά για τις βιβλιοθήκες, παρακάτω όμως στις Νομοθετικές παρεμβάσεις για την εκδοτική αγορά, το κείμενο ξαναθυμάται τις βιβλιοθήκες:

"§     ψηφιοποίηση αρχείων-βιβλιοθηκών
§     διασφάλιση της δημόσιας διαχείρισης ψηφιακού υλικού Αρχείων – Βιβλιοθηκών"

§     ψηφιοποίηση αρχείων-βιβλιοθηκών
§     διασφάλιση της δημόσιας διαχείρισης ψηφιακού υλικού Αρχείων – Βιβλιοθηκών
- See more at: http://left.gr/news/i-protasi-toy-syriza-gia-ton-politismo#sthash.C1iFIE0b.dpuf


Ως κατακλείδα, πιστεύω ότι ο Σύριζα είναι καλό να δει με σοβαρότητα τον τομέα των βιβλιοθηκών (αν και ... "απλοϊκά" σκεπτόμενη, παραπέμπω και στην ανάρτηση  Ο Λένιν και οι βιβλιοθήκες: μία σχέση βαθειά και διαρκής, 21/1/2014), να τον δει χωριστά και ανεξάρτητα από τον τομέα του βιβλίου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν περιοχές με επικαλύψεις και κοινά ζητήματα. Αυτά θα φανούν στην πορεία και θα αντιμετωπίζονται από κοινού. Η αφετηρία όμως πρέπει να είναι διαφορετική. Επίσης, καλό είναι να μη δειλιάζει να ακού(σ)ει τους ανθρώπους του χώρου των βιβλιοθηκών (και όχι μόνο βέβαια), να έχει ανοιχτή και δημοκρατική ματιά στα πράγματα. Και ένα σημείο ακόμη: το Google δεν υποκατέστησε τις βιβλιοθήκες (όπως πολλοί, εκπαιδευτικοί και άλλοι λένε), όμως αυτό τι σημαίνει; Ξέρουμε;

Και για να επιστρέψω στην εικόνα από το Λίβερπουλ, πώς θα ήταν δυνατόν κι εμείς να κάνουμε το ίδιο, και να κάνουμε σημαία το σύνθημα "Πάμε βιβλιοθήκη"; Να μια ιδέα για την Εθνική ή όπως αλλιώς θέλετε να την πείτε Πολιτική Βιβλιοθηκών.


Υστερόγραφο

Πριν από ένα χρόνο, συγκεντρωθήκαμε κάποιοι άνθρωποι, εκτός κομματικών μηχανισμών και διαβουλεύσεων, με σκοπό και θέληση να δούμε τα ζητήματα αυτά (όπως κάναμε παλιά) με λεπτομέρειες, ώστε να είμαστε σε θέση να διατυπώσουμε (και να δώσουμε) κάποιες προτάσεις. Δυστυχώς δεν ενθαρρυνθήκαμε, αντίθετα μάλιστα, πήραμε ξαφνικά ένα απόγευμα την είδηση (πάλι από αλλού) ότι ο Σύριζα διοργανώνει από την επόμενη ημέρα ένα τριήμερο για το βιβλίο και τις βιβλιοθήκες. Έγινε κι εκεί μια συζήτηση, δεν υπήρξε όμως συνέχεια, και τελικά δημοσιεύτηκε τον Σεπτέμβριο η Πρόταση για τις βιβλιοθήκες! Κάτι δεν πάει καλά στο βασίλειο... Αγαπητέ βιβλιοθηκάριε, δεν φταίει (μόνο) η τυχόν έλλειψη συντονιστή. Δεν θα λύσει το πρόβλημα ένα περιοδικό. Εκεί που θα συμφωνήσω μαζί σου είναι ότι λείπουν οι συνεργασίες και οι επεξεργασίες. Τα χειροπιαστά οράματα (τί ωραία έκφραση, αλήθεια, την αντιγράφω κι εγώ κι ευγνωμονώ την καλή φίλη που πρώτη την είπε) θέλουν δουλειά, θέλουν μέτρο, θέλουν ήθος, θέλουν ανιδιοτέλεια, θέλουν δουλειά!

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

Ο Εμμανουήλ Κριαράς ήταν ένας «ζηλωτής της γλώσσας»





Ο Εμμανουήλ Κριαράς ήταν ένας «ζηλωτής της γλώσσας»: λίγες αναφορές γι’ αυτόν [1]
 
«Είδα τον Κριαρά με τα ίδια μου τα μάτια!», αναφώνησε μια φοιτήτρια γεμάτη θαυμασμό  το Μάρτιο του 2001, όταν το  Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο  τίμησε στην Αθήνα  το  μεγάλο δάσκαλο.  Το αναφέρει ο Χριστόφορος Χαραλαμπάκης, καθηγητής Γλωσσολογίας στο ΕΚΠΑ,  σε άρθρο του  στο Βήμα, υποστηρίζοντας ότι ο Εμμ. Κριαράς έχει καταστεί ένας θρύλος στη συνείδηση πολλών Νεοελλήνων.[2] 

Ο Εμμανουήλ Κριαράς, που έφυγε πλήρης ημερών τον περασμένο Αύγουστο,  έζησε όλες τις πολιτικές, κοινωνικές, πολιτιστικές και επιστημονικές εξελίξεις και μεταβολές στον αιώνα που πέρασε, μα  πρόλαβε να γευτεί και τις δυσκολίες που έφερε ο καινούριος αιώνας. Και αν αυτός ανήκε στην ομάδα των «τυχερών» νέων που ταξίδεψαν με το Ματαρόα το 1945 για καλύτερες μέρες στη Γαλλία, προέτρεπε πρόσφατα τους νέους της πατρίδας του να προσπαθήσουν να μείνουν και να αγωνιστούν. 

Και το έκανε με τη νηφαλιότητα που πάντα τον χαρακτήριζε και για την οποία ο Γιώργος Παπαναστασίου, διευθυντής  του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Σπουδών του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη,  σημειώνει: «Αυτή η νηφαλιότητα, νομίζω, τον συνδέει στενά και με τον Μανόλη Τριανταφυλλίδη, τον άνθρωπο από τον οποίο άντλησε σε μεγάλο βαθμό την έμπνευσή του για το πώς θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί το γλωσσικό και το γενικότερο εκπαιδευτικό ζήτημα του τόπου. Η νηφαλιότητα του Κριαρά είναι συνέχεια της νηφαλιότητας του Τριανταφυλλίδη και την προϋποθέτει. Και νηφαλιότητα δεν σημαίνει έλλειψη αγωνιστικότητας - ίσα ίσα και οι δύο, ο διδάξας Τριανταφυλλίδης και ο διδαχθείς Κριαράς, υπήρξαν σε όλη τους τη ζωή μαχητικοί αγωνιστές. Με επιχειρήματα, με τη σιγουριά που δίνει η βαθιά γνώση και επίσης με όραμα, με συναίσθηση της υψηλής αποστολής τους, με σεβασμό προς το επιστημονικό τους αντικείμενο, τη γλώσσα και τη λογοτεχνία, αλλά και προς το υποκείμενο του αγώνα, τον φορέα της γλώσσας, τον άνθρωπο και κυρίως τις νεότερες γενιές, που γι' αυτές γίνεται κάθε φορά ο αγώνας.»[3]

Ο Εμμανουήλ Κριαράς ήταν ένας σπουδαίος φιλόλογος και νεοελληνιστής, ένας πρωτοπόρος λεξικογράφος, ένας βαθύς γνώστης της μεσαιωνικής γλώσσας και φιλολογίας, ένας ακάματος ερευνητής, ένας σοφός Δάσκαλος του Γένους. Όπως έγραψε πρόσφατα ο Ερατωσθένης Καψωμένος, ήταν μια προσωπικότητα «που βρίσκεται στον αντίποδα των αγοραίων προτύπων της παγκοσμιοποιημένης κουλτούρας του σημερινού τηλεθεατή-καταναλωτή», ήταν ο άνθρωπος «που σ’ όλη τη διάρκεια της μακράς ζωής του, ενσάρκωσε ένα πρότυπο ισορροπίας και μέτρου, όπου εναρμονίζονταν, απλά και σαν αυτονόητα, η απόλυτη αφοσίωση στην επιστημονική έρευνα με την αγωνιστική κοινωνική εγρήγορση· τα μεγάλα οράματα και τα υπεράνθρωπα έργα με το σεμνό ήθος και την οικεία και φιλέταιρη συμπεριφορά· η ασκητική προσήλωση στην πνευματική δημιουργία με την αταλάντευτη κατάφαση στις αξίες της ζωής...»[4]

 Η συνεισφορά του ιδιαίτερα στα θέματα της γλώσσας, όχι μόνο στη λεξικογραφία αλλά και στην υποστήριξη και καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας και του μονοτονικού συστήματος είναι τόσο σημαντική ώστε δίκαια να θέλουμε να τον αποκαλούμε ζηλωτή της γλώσσας, όπως τον χαρακτήρισε ο Χριστόφορος Χαραλαμπάκης στο παραπάνω άρθρο. Μάλιστα, στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο με τίτλο «Μακράς ζωής αγωνίσματα», ο Εμμ. Κριαράς  περιγράφοντας τα φοιτητικά του χρόνια 1924-1929, ταξινομεί τους καθηγητές του ανάλογα με τις γλωσσικές τους αντιλήψεις, ενώ οι δικές του γλωσσικές αντιλήψεις φαίνεται να  διαμορφώθηκαν πολύ νωρίτερα κατά την περίοδο που ζούσε ως μαθητής στα Χανιά και από τα διαβάσματα που έκανε την περίοδο εκείνη.[5]

Για τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών στο Γυμνάσιο, ο Μ. Κριαράς  διαφωνούσε γιατί, όπως έλεγε «η ταυτόχρονη διδασκαλία νέων και αρχαίων ελληνικών στην πράξη προκαλεί σύγχυση, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι μαθητές να είναι γλωσσικά ακατάρτιστοι», ενώ «πρέπει να συνειδητοποιήσουμε την αυτοτέλεια της  νέας μας γλώσσας από την αρχαία».

Άντιγράφω ένα απόσπασμα από το κείμενο του Ε. Καψωμένου σχετικά με τη συμβολή του Εμμ. Κριαρά στο γλωσσικό ζήτημα:

«Όπου οι νέες κοινωνικές συνθήκες το επιβάλλουν, πρωτοπορεί, προτείνοντας τολμηρές καινοτομίες τόσο στη χρήση της γλώσσας (γραπτής και προφορικής) όσο και στο γλωσσοεκπαιδευτικό σύστημα. Οι σημαντικότερες μεταρρυθμίσεις σ’ αυτό το πεδίο από το 1976 και εξής έγιναν με τη συμμετοχή ή την υποστήριξη του Κριαρά. Και οι πιο ρηξικέλευθες λύσεις σε ζητήματα γλωσσικής ορθοέπειας ή λεξιλογικά, μορφολογικά και συντακτικά προβλήματα, ανήκουν στον Κριαρά. Σε όλα τα κρίσιμα προβλήματα που προέκυψαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες πήρε δημόσια και υπεύθυνη θέση. Πολλά απ’ αυτά εντόπισε στη γένεσή τους και έσπευσε να τα επισημάνει και να προτείνει για την αντιμετώπισή τους τρόπους ρεαλιστικούς αλλά και μοντέρνους. Ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα: α) Στο κρίσιμο ζήτημα της σχέσης ανάμεσα στην αρχαία και τη νέα ελληνική γλώσσα, όπως αυτό εμφανίζεται στον τομέα της εκπαίδευσης, ο Κριαράς υποδείχνει το ορθό μέτρο: «η διδασκαλία της αρχαίας γλώσσας και της αρχαίας γραμματείας είναι ανάγκη, κοντά στα άλλα, να εξυπηρετεί μιαν ουσιαστικότερη κατάκτηση της νέας μας γλώσσας». β) Ο Κριαράς έσπευσε από πολύ νωρίς (από τη δεκαετία του ’70) να επισημάνει τους κινδύνους από τις γλωσσικές ατασθαλίες των εκφωνητών των Μ.Μ.Ε. και να υπογραμμίσει την ανάγκη καθώς και τους τρόπους για την αντιμετώπιση του προβλήματος. γ) Υπήρξε επίσης από τους λίγους που επισήμαναν και αντιμετώπισαν με σοβαρότητα το φαινόμενο της πληθωρικής και αναρχούμενης εισβολής ξένων λέξεων και εκφράσεων μέσω της τηλεόρασης και της διαφήμισης και περιέγραψε τις μακροπρόθεσμες αρνητικές συνέπειές του.

Ο Κριαράς φαίνεται να έχει πλήρη συνείδηση ότι γλώσσα και πολιτισμός, γλώσσα και εθνική ταυτότητα είναι αλληλένδετα και αξεχώριστα. Η γλώσσα διαμορφώνει τον τρόπο αντίληψης και κατανόησης του κόσμου, την πολιτισμική ιδιοσυστασία ενός λαού και διαμορφώνεται απ’ αυτήν. Έξω απ’ αυτή τη διαλεκτική δεν μπορεί να υπάρξει ελληνικός πολιτισμός και ελληνική ταυτότητα. Γι’ αυτό και υποστηρίζει ότι η διδασκαλία της γλώσσας οφείλει να αξιοποιεί στο μέγιστο βαθμό τη νεοελληνική λογοτεχνία.»

Σημειώσεις

[1] Το παρόν σημείωμα αποτελεί την ελάχιστη συνεισφορά στην παρουσίαση μιας σπάνιας προσωπικότητας που πέρασε από τον τόπο μας και άφησε γνώση, μα επίσης ήθος, γλύκα και έρωτα για τη ζωή και τους ανθρώπους. Περισσότερα έχουν δημοσιευτεί σε πολλούς έντυπους και ηλεκτρονικούς τόπους.  Πλήρης ενημέρωση για το έργο του στον ιστότοπο του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας http://www.greek-language.gr/greekLang/portal/blog/archive/2014/08/25/5998.html.

[2]  Χαραλαμπάκης Χριστόφορος, Κριαράς Εμμανουήλ: ο ζηλωτής της γλώσσας, Το Βήμα, 1/11/2009,

[3] Παπαναστασίου Γιώργος, Ο Εμμανουήλ Κριαράς και ο 20ός αιώνας, Η Αυγή, 1/9/2014, http://www.avgi.gr/article/3832208/o-emmanouil-kriaras-kai-o-20os-aionas.

[4] Καψωμένος Ερατοσθένης, Το επιστημονικό έργο του Εμμανουήλ Κριαρά, Χανιώτικα Νέα, 27/8/2014, http://www.haniotika-nea.gr/epistimoniko-ergo-tou-emmanouil-kriara/. Το κείμενο δημοσιεύεται επίσης στον ιστότοπο της Εταιρείας Κρητικών Σπουδών http://www.eks-ik.eu/dimosieyseis-ekdoseis/arthra-meletes/128-emmanouil-kriaras-1906-2014-to-epistimoniko-tou-ergo, περιλαμβάνοντας και συμπληρωματική σχετική βιβλιογραφία.

[5] Κριαράς, Εμμανουήλ, 1906-2014, Μακράς ζωής αγωνίσματα, Οι Φίλοι του περιοδικού «Αντί»,  2009. Παρουσίαση του βιβλίου γίνεται από την δημοσιογράφο Μάρη Θεοδοσοπούλου στο ιστολόγιο ExLibris  http://maritheodo.blogspot.gr/2009/07/blog-post_6004.html.

------------------------------------------------------------
Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύτηκε στο Ορόγραμμα, αρ. 128, Σεπτ. - Οκτ. 2014.